ΔΕφΑθ 1419/2012 [παρατ. Δ. Γιακουμής]
Πρόεδρος: Χ. Χαρμπίλα-Κώτσου, Πρόεδρος Εφετών
Εισηγητής: Π. Χαμάκος, Εφέτης ΔΔ
Δικηγόροι: Μ. Σιούγγαρη-Γιακουμή, Ε. Γκαράνη, Δικαστική Αντιπρόσωπος ΝΣΚ
Προστασία εμπραγμάτων δικαιωμάτων. Άρθρο 24 παρ. 2 Συντ. Βασικός διαχωρισμός προορισμού ακίνητης ιδιοκτησίας. Τίθεται ο κανόνας ότι μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατό να δομηθεί η μη αστική γη και μάλιστα για χρήσεις υποβοηθητικές του κύριου προορισμού της (γεωργική και κτηνοτροφική εκμετάλλευση). Μεταβολή του προορισμού της ιδιοκτησίας. Πότε επιτρέπεται. Για την προστασία του περιβάλλοντος επιτρέπεται η λήψη μέτρων. Αρχή της αναλογικότητας. Τα μέτρα δεν πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την ουσιώδη στέρηση της χρήσεως του ακινήτου κατά τον προορισμό του. Αξίωση του θιγόμενου ιδιοκτήτη να του καταβληθεί αποζημίωση ανάλογα με την έκταση, την ένταση και τη χρονική διάρκεια της στέρησης, άλλως ο θιγόμενος ιδιοκτήτης δικαιούται να απαιτήσει αποζημίωση για την απομείωση της αξίας του ακινήτου του λόγω του περιορισμού των δυνατοτήτων αξιοποιήσεως και εκμεταλλεύσεώς του. Η ευθεία αποζημίωση δεν εμποδίζεται εκ της μη έκδοσης της προβλεπόμενης εκ του Συντάγματος ή του νόμου, εκτελεστικής νομικής διάταξης που θα προέβλεπε προϋποθέσεις, τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης. Γεννάται ελλείψει ειδικής νομοθετικής ρυθμίσεως μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου από την επιβολή του επαχθούς μέτρου, εφόσον ο ενδιαφερόμενος ιδιοκτήτης επιδιώξει με αίτησή τους προς τη διοίκηση ή ευθέως από το αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο την αποκατάσταση της ζημίας που έχει υποστεί. Άρθρο 1 Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ. Διεθνής σύμβαση της Βέρνης.
Διατάξεις: άρθρα 24 Συντ., 1 Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ, Διεθνής Σύμβαση της Βέρνης Ν 1335/1983
[…] 2. Επειδή, με το άρθρο 24 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξη του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα …
2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους…», ενώ με το άρθρο 17 αυτού ότι: «1. Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος. 2. Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση……
Κατά την έννοια ανωτέρω συνταγματικών διατάξεων τα εμπράγματα δικαιώματα προστατεύονται επί ακινήτου, όπως η κυριότητα, στο πλαίσιο του προορισμού του ακινήτου, που περιλαμβάνει το φάσμα των επιτρεπτών χρήσεών του, οι οποίες καθορίζονται κυριαρχικώς είτε απ’ ευθείας από συνταγματικές διατάξεις είτε από το νομοθέτη, ή, κατ’ εξουσιοδότησή του, από τη Διοίκηση σε συμφωνία με το Σύνταγμα. Βασικός διαχωρισμός του προορισμού της ακίνητης ιδιοκτησίας περιέχεται στην παρ. 2 του άρθρου 24 του Συντάγματος, η οποία, αναφερόμενη στην υπό τη ρυθμιστική αρμοδιότητα του Κράτους αναγνώριση, ανάπτυξη, πολεοδόμηση και επέκταση μόνο των πόλεων και των οικιστικών περιοχών, θέτει τον κανόνα ότι μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατό να δομηθεί η μη αστική γη και μάλιστα καταρχήν για χρήσεις υποβοηθητικές του κύριου προορισμού της (γεωργική και κτηνοτροφική εκμετάλλευση).
Επιτρέπεται δε: α) η μεταβολή του προορισμού της ιδιοκτησίας, εφόσον τούτο επιβάλλεται από το Σύνταγμα ή γίνεται με βάση νόμιμα εν γένει κριτήρια, όπως τα χωροταξικά, οπότε και προβλέπεται, ενόψει του είδους και των επιπτώσεων της μεταβολής, η δυνατότητα χορήγησης αποζημίωσης ή πώλησης ή απαλλοτρίωσης της ιδιοκτησίας, καθώς και β) η θέσπιση περαιτέρω δευτερογενών ρυθμίσεων που ανάγονται σε περιορισμούς των εξουσιών που πηγάζουν από τον καθορισμό του προορισμού της ιδιοκτησίας, υπό την προϋπόθεση ότι είναι συναφείς με αυτόν και ότι με αυτούς δεν δεσμεύεται ουσιωδώς η ιδιοκτησία κατά τον προορισμό της. Όπως η μεταβολή του προορισμού, έτσι και η θέσπιση των πιο πάνω περιορισμών είναι δυνατή και στην περίπτωση που τούτο επιβάλλεται για την επίτευξη συνταγματικών στόχων, οπότε και πρέπει να είναι συναφείς προς αυτούς. Τέτοιος συνταγματικός στόχος είναι η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος (ΣτΕ Ολ 2758/1994, Ολ 1821/1995) για την επίτευξη του οποίου επιτρέπεται η λήψη μέτρων συνισταμένων τόσο στη μεταβολή του προορισμού των ακινήτων, όσο και στον περιορισμό του φάσματος των δυνατών χρήσεών τους ή την ένταση της εκμεταλλεύσεως αυτών. Τα μέτρα αυτά πρέπει να θεσπίζονται με σεβασμό προς τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή να είναι πρόσφορα για την επίτευξη του ανωτέρω στόχου και να μην υπερβαίνουν το αναγκαίο προς τούτο μέτρο, πλην δεν απαγορεύεται να έχουν ως αποτέλεσμα την ουσιώδη στέρηση της χρήσεως του ακινήτου κατά τον προορισμό του. Στην τελευταία αυτή περίπτωση γεννάται αξίωση του θιγόμενου ιδιοκτήτη να του καταβληθεί αποζημίωση ανάλογα με την έκταση, την ένταση και τη χρονική διάρκεια της ανωτέρω στερήσεως ΣτΕ 2601-3/2005, 3067/2001, 784/1999, 4575/1998, άλλως ο θιγόμενος ιδιοκτήτης δικαιούται να απαιτήσει αποζημίωση για την απομείωση της αξίας του ακινήτου του, λόγω του περιορισμού των δυνατοτήτων αξιοποιήσεως και εκμεταλλεύσεώς του (ΣτΕ 2707/2009, 325-6/2009, 1920/2007, 3009/2006). Η ευθεία αυτή αξίωση για αποζημίωση δεν εμποδίζεται εκ της μη εκδόσεως της προβλεπόμενης από το Σύνταγμα ή το νόμο, εκτελεστικής νομικής διατάξεως, που θα προέβλεπε τις προϋποθέσεις, τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης, γεννάται δε, ελλείψει ειδικής νομοθετικής ρυθμίσεως, μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου από την επιβολή του επαχθούς μέτρου, εφ’ όσον ο ενδιαφερόμενος ιδιοκτήτης επιδιώξει με αίτησή τους προς τη Διοίκηση ή ευθέως από το αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο την αποκατάσταση της ζημίας που έχει υποστεί (ΣτΕ 2707/2009, 325-6/2009, 3000/2005).
3. Επειδή, περαιτέρω, το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της κυρωθείσας με το άρθρο πρώτο του ΝΔ 53/1974 (ΦΕΚ Α΄ 56) Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ορίζει ότι: «Έκαστο φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της περιουσίας του. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί της ιδιοκτησίας του παρά μόνον για λόγους δημόσιας ωφέλειας και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από τον νόμο και τις γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου. Οι προηγούμενες διατάξεις δεν θίγουν το δικαίωμα των Κρατών να θεσπίζουν τους νόμους που κρίνουν απαραίτητους για να ρυθμίσουν τη χρήση των αγαθών σύμφωνα με το γενικό συμφέρον και να εξασφαλίσουν την πληρωμή των φόρων ή άλλων συνεισφορών ή των προστίμων». Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ως άνω διεθνή σύμβαση ο νόμιμος σκοπός της προστασίας της φυσικής κληρονομίας, όσο σημαντικός και αν είναι, δεν απαλλάσσει το Δημόσιο από την υποχρέωσή του να αποζημιώσει τους ενδιαφερόμενους, όταν η προσβολή του δικαιώματος ιδιοκτησίας τους είναι υπερβολική, καθ’ όσον, στην περίπτωση αυτή, η απουσία αποζημιώσεως διαρρηγνύει τη δίκαιη ισορροπία που πρέπει να υφίσταται, σε ό,τι αφορά τις ρυθμίσεις σχετικά με τη χρήση της περιουσίας, μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού συμφέροντος (ΕΔΔΑ, απόφαση της 11.12.2008, Θεοδωράκη και λοιποί κατά Ελλάδας (9368/06) και απόφαση της 6.12.2007, ΖΑΝΤΕ – Μαραθονήσι ΑΕ κατά Ελλάδας, (14216/03).
4. Επειδή, με το άρθρο 1 της Διεθνούς Σύμβασης της Βέρνης για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης που κυρώθηκε με το Ν 1335/1983 (ΦΕΚ Α΄ 32), ορίζονται τα ακόλουθα: «Σκοπός της παρούσας Σύμβασης είναι η εξασφάλιση της διατήρησης της χλωρίδας και πανίδας και των φυσικών αυτών οικοτόπων, ιδίως των ειδών και των οικοτόπων εκείνων για διατήρηση των οποίων απαιτείται συνεργασία μεταξύ περισσότερων Kρατών, καθώς και η προώθηση της συνεργασίας αυτής. 2. Ιδιαίτερη προσοχή αποδίδεται στα είδη εκείνα, συμπεριλαμβανομένων και των αποδημητικών, τα οποία απειλούνται δι’ αφανισμού ή είναι ευπαθή». Στο άρθρο 2 της συμβάσεως αυτής ορίζεται ότι: «τα συμβαλλόμενα Μέρη λαμβάνουν τα αναγκαία για να διατηρήσουν ή να προσαρμόσουν τον πληθυσμό της άγριας χλωρίδας και πανίδας σε επίπεδο ανταποκρινόμενο ιδίως στις οικολογικές, επιστημονικές και πολιτιστικές απαιτήσεις, λαμβάνοντας-ταυτοχρόνως υπόψη τις οικονομικές και ψυχαγωγικές απαιτήσεις καθώς και τις ανάγκες των υποειδών, ποικιλιών ή τύπων οι οποίοι απειλούνται σε τοπικό επίπεδο». Επίσης, στο άρθρο 3 της συμβάσεως ορίζεται ότι: «1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή εθνικής πολιτικής διατήρησης της άγριας χλωρίδας και πανίδας και των φυσικών οικοτόπων αυτών, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στα είδη που απειλούνται με αφανισμό ή που βρίσκονται σε κίνδυνο κυρίως δε στα ενδημικά είδη και στους απειλούμενους οικοτόπους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης…». Ακολούθως στο άρθρο 4 της παραπάνω συμβάσεως ορίζεται ότι: «1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα κατάλληλα και απαραίτητα νομοθετικά και κανονιστικά μέτρα για την προστασία των οικοτόπων των άγριων ειδών χλωρίδας και πανίδας, ιδίως των απαριθμουμένων στα Παραρτήματα I και II και για τη διαφύλαξη των φυσικών οικοτόπων οι οποίοι κινδυνεύουν να εξαφανισθούν. 2. Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν υπόψη, κατά τη χάραξη της χωροταξικής και αναπτυξιακής τους πολιτικής, τις ανάγκες διατήρησης των προστατευόμενων ζωνών των αναφερόμενων στην προηγούμενη παράγραφο, ώστε να αποφευχθεί ή να μειωθεί όσο το δυνατό περισσότερο κάθε υποβάθμιση τοιούτων ζωνών. 3…». Επιπλέον αυτών στο άρθρο 6 της συμβάσεως ορίζεται ότι: «Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα κατάλληλα και απαραίτητα νομοθετικά και κανονιστικά μέτρα ώστε να εξασφαλίσει την ειδική διατήρηση των ειδών άγριας πανίδας που απαριθμούνται στο Παράρτημα II. Θα απαγορεύονται για τα είδη αυτά ιδίως:
α) Όλοι οι τρόποι εκ προθέσεως σύλληψης, κατοχής ή θανάτωσης. β) Η εκ προθέσεως υποβάθμιση ή καταστροφή των τόπων αναπαραγωγής ή των περιοχών αναπαύσεως και
γ) Η εκ προθέσεως διατάραξη της άγριας πανίδας, ιδίως κατά την περίοδο αναπαραγωγής, εξάρτησης ή διαχείμασης στο μέτρο που η διατάραξη θα μπορούσε να έχει σημαντικό αποτέλεσμα λαμβανομένων υπόψη των στόχων της παρούσας Σύμβασης, δ)…». Μεταξύ των ειδών «πανίδας υπό αυστηρή προστασία», που αναφέρονται στο παράρτημα II αυτής της διεθνούς σύμβασης, περιλαμβάνεται και η χελώνα caretta caretta. Εξάλλου, με το άρθρο 1 του πρωτοκόλλου «Περί των ειδικά προστατευομένων περιοχών της Μεσογείου», που υπογράφηκε στη Γενεύη την 3.4.1982 και κυρώθηκε με το Ν 1634/1986 (ΦΕΚ Α΄ 104), ορίζεται ότι: «1. Τα συμβαλλόμενα μέρη του παρόντος πρωτοκόλλου (που καλούνται στο εξής «τα μέρη») λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να προστατεύσουν τις θαλάσσιες περιοχές που είναι σημαντικές για τη διαφύλαξη των φυσικών, πόρων και των φυσικών χώρων της ζώνης της Μεσογείου Θαλάσσης….». Με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αυτού ορίζεται ότι: «1. Τα μέρη δημιουργούν, στο μέτρο του δυνατού, προστατευόμενες περιοχές και εντείνουν τις προσπάθειές τους για τη λήψη των μέτρων που είναι αναγκαία για να εξασφαλιστεί η προστασία και, ενδεχομένως, η αποκατάσταση του χαρακτήρα των περιοχών αυτών το συντομότερο δυνατό. 2. Οι περιοχές αυτές δημιουργούνται με στόχο να διαφυλαχθούν, κυρίως:
α) οι χώροι που έχουν βιολογική και οικολογική σημασία, η γενετική ποικιλία των ειδών, καθώς και ο πληθυσμός τους σε ικανοποιητικά επίπεδα, οι ζώνες τους αναπαραγωγής και οι οικότοποί τους αντιπροσωπευτικοί τύποι οικοσυστημάτων και οι οικολογικές διαδικασίες….». Με το άρθρο 7 ότι: «Τα μέρη, δεδομένων των επιδιωκόμενων στόχων και λαμβανομένων υπόψη χαρακτηριστικών κάθε προστατευόμενης περιοχής, λαμβάνουν προοδευτικά, σε συμφωνία με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, τα απαραίτητα μέτρα, στα οποία είναι δυνατό μεταξύ άλλων να περιλαμβάνονται: α) η οργάνωση συστήματος προγραμματισμού και διαχείρισης. β) η απαγόρευση έκχυσης ή απόρριψης των αποβλήτων ή άλλων υλικών που είναι δυνατό να παραβλάψουν την προστατευόμενη περιοχή. γ)….ε) απαγόρευση της καταστροφής του φυσικού ή του ζωικού βασιλείου…. στ) η ρύθμιση κάθε δραστηριότητας που μπορεί να βλάψει ή να διαταράξει την πανίδα ή τη χλωρίδα… ζ)…..η) η ρύθμιση κάθε δραστηριότητας που περιλαμβάνει την τροποποίηση της διαμόρφωσης του εδάφους ή την εκμετάλλευση του υπεδάφους του χερσαίου τμήματος της θαλάσσιας προστατευόμενης περιοχής…». Και, τέλος, στο άρθρο 9 ότι: «1. Κατά τη θέσπιση των προστατευτικών μέτρων, τα μέρη λαμβάνουν υπόψη τις παραδοσιακές δραστηριότητες και τους τοπικούς πληθυσμούς. Στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, οι παρεκκλίσεις που παραχωρούνται λόγω αυτού του γεγονότος δεν πρέπει να είναι τέτοιες ώστε: α) να κινδυνεύουν είτε η διατήρηση των οικοσυστημάτων που προστατεύονται δυνάμει του παρόντος πρωτοκόλλου είτε οι βιολογικές διαδικασίες που συμμετέχουν στη διατήρηση των οικοσυστημάτων αυτών. β) να προκαλέσουν είτε την εξαφάνιση είτε την ουσιαστική ελάττωση του αριθμού των ειδών ή των ζωικών και φυτικών πληθυσμών που περιλαμβάνονται στα προστατευόμενα οικοσυστήματα ή που συνδέονται οικολογικά με αυτά, ιδιαίτερα τα αποδημητικά είδη και τα σπάνια, τα απειλούμενα ή τα ενδημικά είδη……».
5. Επειδή, σε εφαρμογή του άρθρου 24 του Συντάγματος εκδόθηκε ο Ν 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος» ΦΕΚ Α΄ 160), με τον οποίο θεσπίσθηκαν ρυθμίσεις για την προστασία, πλην άλλων, των οικοσυστημάτων και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, ενόψει και των ανωτέρω διεθνών συμβάσεων. Στο άρθρο 18 του νόμου αυτού ορίζονται τα εξής: «1. Η φύση και το τοπίο προστατεύονται και διατηρούνται, ώστε να διασφαλίζονται οι φυσικές διεργασίες,η αποδοτικότητα των φυσικών πόρων, η ισορροπία και η εξέλιξη των οικοσυστημάτων καθώς και η ποικιλομορφία, η ιδιαιτερότητα ή η μοναδικότητά τους. 2. Χερσαίες, υδάτινες ή μικτού χαρακτήρα περιοχές, μεμονωμένα στοιχεία ή σύνολα της φύσης και του τοπίου, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα προστασίας και διατήρησης λόγω της οικολογικής γεωμορφολογικής, βιολογικής, επιστημονικής ή αισθητικής σημασίας τους. 3. Οι περιοχές, τα στοιχεία ή τα σύνολα της προηγούμενης παραγράφου μπορούν να χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 19, ως: Περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης. Περιοχές προστασίας της φύσης. Εθνικά πάρκα. Προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί, προστατευόμενα τοπία και στοιχεία του τοπίου. Περιοχές οικοανάπτυξης. 4. Αν για την προστασία και διατήρηση των περιοχών, των στοιχείων ή των συνόλων της προηγούμενης παραγράφου, επιβάλλεται παράλληλα η εφαρμογή ορισμένων μέτρων σε γειτονικές εκτάσεις, οι παραπάνω περιοχές, τα στοιχεία ή τα σύνολα αποτελούν κεντρικό τμήμα μιας ευρύτερης περιοχής, στην οποία τα αναγκαία μέτρα προστασίας κλιμακώνονται κατά ζώνες.
5. Όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 παρ. 1 του
Ν 2742/1999, ΦΕΚ Α΄ 207) Τα αντικείμενα προστασίας και διατήρησης της παρ. 3 με τις τυχόν ζώνες τους διέπονται από κανονισμούς διοίκησης και λειτουργίας, στους οποίους καθορίζονται τα αναγκαία μέτρα οργάνωσης και λειτουργίας των προστατευόμενων αντικειμένων και εξειδικεύονται οι γενικοί όροι και περιορισμοί άσκησης δραστηριοτήτων και εκτέλεσης έργων, που καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 21. Οι ανωτέρω κανονισμοί καταρτίζονται εντός έτους από τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 21 και εγκρίνονται με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημόσιων `Εργων και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, β. Με τις ίδιες ή όμοιες υπουργικές αποφάσεις εγκρίνονται επίσης πενταετή Σχέδια Διαχείρισης των προστατευόμενων αντικειμένων της παραγράφου 3. Με τα Σχέδια Διαχείρισης προσδιορίζονται, στο πλαίσιο των γενικότερων όρων και προϋποθέσεων που τίθενται στα προεδρικό διατάγματα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 21, οι κατευθύνσεις και οι προτεραιότητες για την εφαρμογή των έργων, δράσεων και μέτρων που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία και διαχείριση των κατά περίπτωση προστατευόμενων αντικειμένων. Τα Σχέδια Διαχείρισης συνοδεύονται από προγράμματα δράσης στα οποία εξειδικεύονται τα αναγκαία μέτρα, δράσεις, έργα και προγράμματα, οι φάσεις, το κόστος, οι πηγές και οι φορείς χρηματοδότησής τους, καθώς και το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής τους και οι φορείς εφαρμογής τους. Οι διατάξεις της περιπτώσεως αυτής εφαρμόζονται αναλόγως και για την κατάρτιση Σχεδίων Διαχείρισης για τα προστατευόμενα είδη της χλωρίδας και πανίδας που αναφέρονται στο άρθρο 20, καθώς και για τους οικοτόπους που ορίζονται στην κοινή υπουργική απόφαση 33318/30281 28.12.1998 (ΦΕΚ Β΄ 1289). 6. Αντικείμενα προστασίας και διατήρησης, κατά την έννοια της παρ. 1 αποτελούν επίσης τα είδη της αυτοφυούς χλωρίδας και της άγριας πανίδας», στο άρθρο 19 ορίζεται ότι: «Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου: 1. Ως περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης χαρακτηρίζονται εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητα οικοσυστήματα, βιότοποι ή οικότοποι σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας ή εκτάσεις που έχουν αποφασιστική θέση στον κύκλο ζωής σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της άγριας πανίδας. Στις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα. Κατ’ εξαίρεση, μπορεί να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου κανονισμού, η διεξαγωγή επιστημονικών ερευνών και η εκτέλεση εργασιών που αποσκοπούν στη διατήρηση των χαρακτηριστικών τους, εφόσον εξασφαλίζεται υψηλός βαθμός προστασίας. 2. Ως περιοχές προστασίας της φύσης χαρακτηρίζονται εκτάσεις μεγάλης οικολογικής ή βιολογικής αξίας. Στις περιοχές αυτές προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον από κάθε δραστηριότητα ή επέμβαση που είναι δυνατό να μεταβάλει ή να αλλοιώσει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή του. Κατ’ εξαίρεση, μπορούν να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου κανονισμού η εκτέλεση εργασιών, ερευνών και η άσκηση ασχολιών και δραστηριοτήτων, κυρίως παραδοσιακών, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τους σκοπούς προστασίας. Στις περιοχές της κατηγορίας αυτής μπορεί να δίνονται ειδικότερες ονομασίες ανάλογα με το συγκεκριμένο αντικείμενο και το σκοπό προστασίας. 3. Ως εθνικά πάρκα χαρακτηρίζονται εκτιμώμενες χερσαίες, υδάτινες ή μεικτού χαρακτήρα περιοχές, οι οποίες παραμένουν ανεπηρέαστες ή έχουν ελάχιστα επηρεαστεί από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και στις οποίες διατηρείται μεγάλος αριθμός και ποικιλία αξιόλογων βιολογικών, οικολογικών, γεωμορφολογικών και αισθητικών στοιχείων. Όταν το εθνικό πάρκο ή μεγάλο τμήμα του καταλαμβάνει θαλάσσια περιοχή ή εκτάσεις δασικού χαρακτήρα μπορεί να χαρακτηρίζεται ειδικότερα ως θαλάσσιο πάρκο ή εθνικός δρυμός, αντίστοιχα. Ο χαρακτηρισμός περιοχών ως εθνικών πάρκων αποσκοπεί στη διαφύλαξη της φυσικής κληρονομιάς και στη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας ευρύτερων περιοχών της χώρας με παράλληλη παροχή στο κοινό δυνατοτήτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και φυσιολατρικών δραστηριοτήτων. Για την εκπλήρωση των σκοπών αυτών λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα, ώστε οι περιοχές αυτές να προστατεύονται επαρκώς τόσο από φυσικές αιτίες υποβάθμισης όσο και από ανθρώπινες ενέργειες, επεμβάσεις και δραστηριότητες. Στα εθνικά πάρκα επιτρέπεται να εκτελούνται έργα, να γίνονται έρευνες και να ασκούνται δραστηριότητες, κυρίως παραδοσιακού χαρακτήρα, με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται ειδικότερα από τον οικείο κανονισμό λειτουργίας και διαχείρισης. Τα εθνικά πάρκα είναι δυνατό να περιλαμβάνουν περιοχές των παρ. 1 και 2. 4….». Εξάλλου, στο άρθρο 20 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Τα είδη της αυτοφυούς χλωρίδας και της άγριας πανίδας προστατεύονται και διατηρούνται μαζί με τη βιοκοινότητα και το βιότοπο ή οικότοπό τους, ως βιογενετικά συστατικά στοιχεία των οικοσυστημάτων. Ιδιαίτερα προστατεύονται και διατηρούνται είδη που είναι σπάνια ή απειλούνται με εξαφάνιση, είδη των οποίων ο πληθυσμός, χωρίς να διατρέχει άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης, εμφανίζει τάση μείωσης λόγω υποβάθμισης των βιοτόπων του είδους ή υπερεκμετάλλευσής του, καθώς και είδη που έχουν ιδιαίτερη οικολογική, επιστημονική, γενετική, παραδοσιακή ή οικονομική αξία. 2…». Επίσης στο άρθρο 21 του παραπάνω νόμου ορίζεται ότι: «1. Ο χαρακτηρισμός περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του τοπίου, σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19 και ο καθορισμός των ορίων τους και των τυχόν ζωνών προστασίας τους γίνονται με ΠΔ/γμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Γεωργίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού ύστερα από γνώμη του νομαρχιακού συμβουλίου, σε εφαρμογή περιφερειακού ή νομαρχιακού ή ειδικού χωροταξικού σχεδίου ή γενικού πολεοδομικού σχεδίου ή ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης. Σε κάθε περίπτωση η σύνταξη ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης είναι απαραίτητη για την τεκμηρίωση της σημασίας του προστατευτέου αντικειμένου και τη σκοπιμότητα των προτεινόμενων μέτρων προστασίας. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού καθορίζεται η διαδικασία κατάρτισης και έγκρισης των ειδικών αυτών περιβαλλοντικών μελετών και το περιεχόμενό τους. Ειδικά ο χαρακτηρισμός και ο καθορισμός των ορίων και των τυχόν ζωνών προστασίας περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του τοπίου, που περιλαμβάνονται σε Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) γίνεται με την πράξη καθορισμού της ΖΟΕ και με τη διαδικασία του άρθρου 29 του Νόμου 1337/1983, όπως ισχύει. 2. (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 παρ. 2 του Ν 2742/1999) Με το παραπάνω ΠΔ/γμα καθορίζονται οι αναγκαίοι για την προστασία του συγκεκριμένου αντικειμένου γενικοί όροι, απαγορεύσεις και περιορισμοί στις χρήσεις γης, καθώς και στην εγκατάσταση και άσκηση δραστηριοτήτων και στην εκτέλεση έργων….». Τέλος, στο άρθρο 22 του πιο πάνω νόμου ορίζεται ότι: «1. Αν οι επιβαλλόμενοι κατά τα προηγούμενα άρθρα του παρόντος κεφαλαίου όροι, περιορισμοί και απαγορεύσεις είναι εξαιρετικά επαχθείς, με αποτέλεσμα να παρακωλύεται υπέρμετρα η άσκηση των εξουσιών που απορρέουν από την κυριότητα, ενόψει του χαρακτήρα και του περιορισμού της ιδιοκτησίας, το Δημόσιο, ύστερα από αίτηση των θιγομένων, μπορεί, κατά το μέτρο του δυνατού, να αποδεχθεί είτε την ανταλλαγή των ιδιωτικών εκτάσεων με εκτάσεις του Δημοσίου είτε την παραχώρηση κατά χρήση στους θιγόμενους δημόσιων εκτάσεων σε παραπλήσιες περιοχές για ανάλογη χρήση ή εκμετάλλευση είτε την καταβολή εφάπαξ ή περιοδικής αποζημίωσης, για τον προσδιορισμό της οποίας λαμβάνεται υπόψη η υφιστάμενη χρήση της ιδιωτικής έκτασης, είτε τη μεταφορά συντελεστή δόμησης σε άλλη ιδιοκτησία, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου 880/1979 (ΦΕΚ 58). 2. Επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση ιδιωτικών εκτάσεων υπέρ του Δημοσίου για την επίτευξη του σκοπού των άρθρων 18, 19 και 20, ο οποίος αναγνωρίζεται ως σκοπός δημόσιας ωφέλειας…..3… 4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Γεωργίας και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, ορίζονται οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η διαδικασία και οι λοιποί όροι για τη χορήγηση των οικονομικών αντισταθμισμάτων, των αποζημιώσεων ή επιδοτήσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 3…. 5…». Εξάλλου, στο άρθρο 29 του Ν 1337/1983 (ΦΕΚ Α΄ 33) ορίζεται ότι: «Με ΠΔ/τα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ, ορίζονται οι πόλεις και οι οικισμοί γύρω από τα όρια των οποίων καθορίζεται Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ)…. Με τα παραπάνω ΠΔ/τα καθορίζονται κατά τη συγκεκριμένη περίπτωση οι όροι και περιορισμοί χρήσεως γης ή άλλοι όροι και περιορισμοί, που επιβάλλονται μέσα στη ΖΟΕ…».
6. Επειδή, κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων των άρθρων 21 παρ. 1 και 2 του Ν 1650/1986 και 29 παρ. 1 του Ν 1337/1983, με το από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ Δ΄ 347) καθορίστηκε Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) στην εκτός εγκεκριμένου σχεδίου και εκτός ορίων οικισμών υφιστάμενων προ του έτους 1923, περιοχή των Κοινοτήτων Βασιλικού, Καλαμακίου, Λιθακιάς και Παντοκράτορα του Νομού Ζακύνθου, ρυθμίσεις με τις οποίες επιδιώχθηκε η αποτελεσματική προστασία της θαλάσσιας χελώνας caretta caretta, είδους πανίδας υπό αυστηρή προστασία, που αναπαράγεται σε περιοχές του Κόλπου Λαγανά Ζακύνθου, μέσα στην πιο πάνω ΖΟΕ και απειλείται με εξαφάνιση. Ειδικότερα, με το άρθρο 2 του πιο πάνω προεδρικού διατάγματος ορίζεται ότι: «Μέσα στη ΖΟΕ καθορίζονται ειδικές χρήσεις γης, κατώτατο όριο κατάτμησης, όροι και περιορισμοί δόμησης, καθώς και ειδικοί όροι προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος κατά περιοχές με στοιχεία I, II, IIα, III, IV, IVa, V και Va που φαίνονται στα ίδια διαγράμματα ως εξής: Α. Περιοχή I. Χαρακτηρίζεται ως περιοχή προστασίας της φύσης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 18 και 19 του Ν 1650/1986. Στην περιοχή αυτή: I. Επιτρέπεται μόνο η ανέγερση κατοικίας. Κατ’εξαίρεση δύναται να επιτραπεί η εγκατάσταση βιολογικού σταθμού για την επιστημονική έρευνα της θαλάσσιας χελώνας 2. Το κατώτατο όριο κατάτμησης των γηπέδων καθορίζεται στα σαράντα χιλιάδες (40.000) τετρ. μέτρα. 3. Οι όροι και περιορισμοί δόμησης των γηπέδων ορίζονται ως εξής: i) Ελάχιστο εμβαδόν αρτιότητας σαράντα χιλιάδες (40.000) τ.μ. ii) Μέγιστη επιτρεπόμενη συνολική επιφάνεια κτιρίων εξήντα (60) τ.μ. iii) Μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος κτιρίων τέσσερα (4) μ. από την επιφάνεια του φυσικού εδάφους, μετρούμενο από οποιοδήποτε σημείο της οικοδομής. iν) Ελάχιστη απόσταση των ανεγειρομένων κτισμάτων από τη γραμμή του αιγιαλού διακόσια (200) μέτρα V)…. Β. Περιοχή II….» και στο άρθρο 3 αυτού ορίζεται ότι: «1. Εκτός των παραπάνω αναφερθέντων όρων και περιορισμών δόμησης σ’ όλη την έκταση της ΖΟΕ ισχύουν τα εξής…. 2. Ειδικότερα στις περιοχές I, II και IIα ισχύουν τα εξής: α. Δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση φωτεινών ή φωτιζόμενων επιγραφών και διαφημίσεων. β. Εκχερσώσεις, επιχωματώσεις, δημιουργία αναβαθμίδων, εκσκαφές και κάθε άλλο τεχνικό έργο, γίνονται μετά από έγκριση της σχετικής μελέτης από τις Υπηρεσίες Περιβάλλοντος της Νομαρχίας και την ΕΠΑΕ. γ. Δεν επιτρέπεται η αμμοληψία και η με κάθε τρόπο διατάραξη των αμμωδών παραλιών και αμμολόφων 3. Στις περιοχές I και IIα καθορίζονται τμήματα Α, Β, Γ, Δ, και Ε που φαίνονται στα ίδια διαγράμματα. Στα τμήματα αυτά, εκτός από τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος για ολόκληρες τις περιοχές I και IIα, ισχύουν και τα ακόλουθα: α. Απαγορεύεται: Ι) Τα περιφράγματα κάθε είδους. ΙΙ) Η παραμονή ατόμων από 1 Ιουνίου μέχρι 31 Οκτωβρίου κάθε έτους και στο διάστημα από τη δύση μέχρι την ανατολή του ηλίου. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η παραμονή ατόμων για λόγους επιστημονικής έρευνας, μετά από άδεια που εκδίδεται από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, καθώς και ατόμων που είναι εξουσιοδοτημένα για τη φύλαξη των περιοχών. III) Από 1 Ιουνίου μέχρι 31 Οκτωβρίου κάθε έτους η κυκλοφορία κάθε είδους τροχοφόρων. IV) H φύτευση δένδρων ή θάμνων καθώς και κάθε επέμβαση στην αυτοφυή χλωρίδα. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατό να επιτραπεί με άδεια του Νομάρχη και μετά από ειδική μελέτη με επίβλεψη των Διευθύνσεων Χωροταξίας και Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος η φύτευση δένδρων ή θάμνων για λόγους οπτικής ή ακουστικής προστασίας του αιγιαλού. Η εν λόγω φύτευση δεν πρέπει να παρακωλύει την ομαλή διεξαγωγή της αναπαραγωγής της θαλάσσιας χελώνας, β. Η τοποθέτηση επί του αιγιαλού ομπρελών, πολυθρονών, ποδηλάτων θαλάσσης, λέμβων και λοιπών μικρών σκαφών, επιτρέπεται μόνο στο τμήμα Α και επί αποστάσεως όχι μεγαλύτερης των τριακοσίων (300) μ. συνολικά……».
7. Επειδή, στη συνέχεια, με το από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα τα οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση, πλην άλλων, των άρθρων 19 παρ. 3 και 21 παρ. 1 και 2 του Ν 1650/1986, «περί χαρακτηρισμού χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών του κόλπου Λαγανά και των νήσων Στροφάδων ως Εθνικό θαλάσσιο Πάρκο και χαρακτηρισμός ως περιφερειακής ζώνης του Εθνικού Θαλάσσιου της χερσαίας έκτασης του Δήμου Ζακύνθου ….και του Δήμου Λαγανά (τέως κοινότητες Καλαμακίου, Μουζακίου Κερίου Παντοκράτορα και Λιθακιάς)…» (ΦΕΚ Δ΄ 906/22.12.1999), θεσπίστηκαν για τέταρτη φορά (ΠΔ 19.3-13.4.1984, ΦΕΚ 260 Δ΄ – ΑΥΠΕΧΩΔΕ 88208/3723/1987, ΦΕΚ 37 Δ΄- ΠΔ 16.6-5.7.1990, ΦΕΚ Δ΄ 347) ρυθμίσεις για την προστασία του κόλπου του Λαγανά, πλην όμως δημιουργήθηκε, το πρώτον, το Εθνικό θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου, με σκοπό την προστασία και διατήρηση των παραλιών ωοτοκίας της θαλάσσιας χελώνας και του χώρου (θαλάσσιου και χερσαίου) που τις περιβάλλει, αλλά και πολλών άλλων βιοτόπων της περιοχής. Σύμφωνα με το άρθρο 2, το Εθνικό θαλάσσιο Πάρκο καταλαμβάνει τη θαλάσσια έκταση του κόλπου του Λαγανά και των νήσων Στροφάδων και τη χερσαία έκταση του Δήμου Ζακυνθίων (τέως Δήμος Ζακυνθίων και Κοινότητες Βασιλικού και Αργασίου) και του Δήμου Λαγανά (τέως Κοινότητες Καλαμακίου, Παντοκράτορα, Λιθακιάς, Κερίου), ενώ ως περιφερειακή ζώνη αυτού χαρακτηρίστηκε η χερσαία έκταση του Δήμου Ζακυνθίων (τέως Κοινότητες Βασιλικού, Αργασίου, Αμπελοκήπων) και του Δήμου Λαγανά (τέως Κοινότητες Καλαμακίου, Μουζακίου, Παντοκράτορα και Λιθακιάς). Προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός, στη χερσαία έκταση και στην περιφερειακή ζώνη του Εθνικού Πάρκου, επιβάλλονται κατά περιοχές ορισμένοι περιορισμοί, ως προς την ανάπτυξη δραστηριοτήτων σε αυτές ή τη χρήση τους για ορισμένο σκοπό. Με το άρθρο 3 αυτού, τμήμα της χερσαίας έκτασης του Εθνικού Πάρκου, που περιλαμβάνει την παραλία Καλαμακίου και την γύρω από αυτήν έκταση, χαρακτηρίστηκε ως περιοχή προστασίας της φύσης Π3, όπου, σύμφωνα με το άρθρο 4 αυτού (όπως τούτο τροποποιήθηκε με το ΠΔ 29.10.-27.11.2003, ΦΕΚ Δ΄ 1272), επιτρέπονται μόνο επεμβάσεις προστασίας και διαχείρισης των στοιχείων της φύσης και του τοπίου, με στόχο τη διατήρηση του βιότοπου αναπαραγωγής της θαλάσσιας χελώνας caretta caretta και των φυσικών σχηματισμών των αμμοθινών, και σ’ αυτήν επιτρέπεται η τοποθέτηση μέχρι 150 ομπρελών και 300 καθισμάτων επί του αιγιαλού σε απόσταση 3-5 μέτρων από το κύμα. Άλλο τμήμα της χερσαίας έκτασης του Εθνικού Πάρκου, όμορο του προηγουμένου, χαρακτηρίστηκε ως προστατευόμενο τοπίο Φ2, με στόχο τη διατήρηση των φυσικών χαρακτηριστικών και του τοπίου και των αμμοθινών, τη διασφάλιση των προϋποθέσεων προστασίας των παραλιών ωοτοκίας της θαλάσσιας χελώνας στην περιοχή Π3 και τη διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος για την αναψυχή των επισκεπτών. Σε αυτήν επιτρέπεται η ανέγερση κατοικίας με κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας 40.000 τ.μ. και μέγιστη συνολική επιφάνεια κτιρίων 60 τ.μ., ενώ το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος τους ορίζεται σε 5 μ. από την επιφάνεια του φυσικού εδάφους, μετρούμενο από οποιοδήποτε σημείο της οικοδομής, συνυπολογιζομένου του ύψους της στέγης, κατ’ εξαίρεση δε επιτρέπεται η ανέγερση κτιρίου εμβαδού μέχρι 60 τμ και εκτός της αμμώδους παραλίας και των θινών για την πληροφόρηση του κοινού στο πλαίσιο λειτουργίας του ΕΘΠΖ και, εξάλλου, επιβάλλεται η λήψη μέτρων για τον περιορισμό της ηχορύπανσης, φωτορύπανσης και της πρόσβασης μηχανοκινήτων μέσων προς την ακτή μετά την δύση του ηλίου, τα οποία καθορίζονται με απόφαση του οργανισμού του ΕΘΠΖ. Ακόμη, με το άρθρο 5 παρ. 2 τμήμα της περιφερειακής ζώνης, όμορο του προαναφερόμενου προστατευόμενου τοπίου, χαρακτηρίστηκε ως περιοχή ελεγχόμενου τουρισμού Τ1, και ορίσθηκε ότι: «α) Στην περιοχή αυτή επιτρέπεται η ανέγερση κατοικιών, τουριστικών και κοινωφελών εγκαταστάσεων. β) Το κατώτατο όριο κατάτμησης και αρτιότητας των γηπέδων ορίζεται σε 10.000 τ.μ. Κατά παρέκκλιση του προηγουμένου εδαφίου θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα τα γήπεδα εφόσον έχουν τα ελάχιστα όρια αρτιότητας κατά τις αντίστοιχες ημερομηνίες, όπως ορίζονται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του από 24.5.1985 ΠΔ/τος. γ) Οι όροι και περιορισμοί δόμησης ορίζονται ως εξής: -Για τις τουριστικές εγκαταστάσεις: Μέγιστη συνολική επιφάνεια εκμετάλλευσης 2.000 τ.μ. Μέγιστη πυκνότητα 15 κλίνες ανά στρέμμα. Γήπεδα των οποίων τμήμα τους εμπίπτει και στη ζώνη Φ2, εφόσον το τμήμα αυτό είναι μικρότερο ή ίσο με 1.000 τ.μ. οικοδομούνται με τους όρους και περιορισμούς δόμησης της ανωτέρω περιοχής Τ1. Το παραπάνω τμήμα λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της αρτιότητας του γηπέδου και τα κτίσματα ανεγείρονται υποχρεωτικά στο τμήμα της περιοχής Τ1. Οι είσοδοι των τουριστικών εγκαταστάσεων και οι ανοιχτοί υπαίθριοι χώροι αυτών δεν επιτρέπεται να βλέπουν προς την πλευρά της θάλασσας. Δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση φωτεινών ή φωτιζόμενων επιγραφών και διαφημίσεων. Μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των κτιρίων 7 μ. από την επιφάνεια του εδάφους μετρούμενο από οποιοδήποτε σημείο της οικοδομής. Για τους λοιπούς όρους και περιορισμούς δόμησης εφαρμόζονται οι διατάξεις των από 6.10.1978 (Δ΄ 538) και 24.5.1985 (Δ΄ 270) ΠΔ/των όπως ισχύουν.
– Για τις κατοικίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 6 του από 24.5.1985 (Δ΄ 270) ΠΔ/τος όπως ισχύει…». Περαιτέρω, στο άρθρο 8 παρ. 4 του εν λόγω διατάγματος (9 παρ. 4 μετά την αρίθμηση του άρθρου αυτού με το άρθρο 1 περ. Η του από 29.10 – 27.11.203 ΠΔ/τος) προβλέπεται ότι σε όλο το χερσαίο τμήμα του Εθνικού Πάρκου εφαρμόζονται οι οικονομικές ρυθμίσεις του άρθρο 22 του Ν 1650/1986 και ειδικότερα στις χερσαίες περιοχές του, στο πλαίσιο δυνατότητας παροχής αντισταθμιστικών ρυθμίσεων που προβλέπονται από την εγκεκριμένη Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη, ο ιδιοκτήτης δύναται να επιλέξει είτε τους θεσμοθετημένους περιορισμούς στις χρήσεις γης και τους όρους δόμησης, είτε την δυνατότητα παροχής αντισταθμιστικών ρυθμίσεων βάσει του άρθρου 22του Ν 1650/1986. Τέλος, με το άρθρο 11 παρ. 1 του ίδιου προεδρικού διατάγματος καταργήθηκε το από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα, σχετικά με τον καθορισμό Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου στην ίδια περιοχή. Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο ΠΔ/μα αυτό, σε συνδυασμό και με όσα αναφέρονται στις προηγούμενες σκέψεις, εάν, συνεπεία των επιβαλλομένων περιορισμών και απαγορεύσεων,επέρχεται σημαντική στέρηση της εκμετάλλευσης της ακίνητης ιδιοκτησίας, κατά τις επιτρεπόμενες χρήσεις της, γεννάται ευθεία, βάσει του ανωτέρω άρθρου 22 του Ν 1650/1986, αξίωση προς αποζημίωση, όχι μόνο για τα ακίνητα που περιλαμβάνονται στα όρια του καθοριζόμενου εθνικού πάρκου, αλλά και για εκείνα που ευρίσκονται στην περιφερειακή ζώνη προστασίας του (ΣτΕ 2601-3/2005).
8. Επειδή, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Η εκκαλούσα ανώνυμη εταιρία τουριστικών και θαλάσσιων επιχειρήσεων, κατά το στάδιο της ίδρυσής της (υπ’ αριθμ. …/3.10.1986 καταστατικό σύστασης ανώνυμης εταιρίας της συμβολαιογράφου Αθηνών …, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος ΦΕΚ ΑΕ και ΕΠΕ …/23.12.1986 και μεταγράφτηκε στο Υποθηκοφυλακείο Ζακύνθου, τόμος 287, αριθμός 86) απέκτησε με εισφορά σε είδος την κυριότητα ενός αγροτεμαχίου, που βρίσκεται στη θέση «Γυψόλιθος» Καλαμακίου του Δήμου Λαγανά Ζακύνθου, εκτός των ορίων του οικισμού και ήδη καταλαμβάνεται από την περιφερειακή ζώνη του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου, που κηρύχθηκε με το από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα. Το αγροτεμάχιο είχε έκταση 25.818,45 τ.μ. και κατά νεώτερη καταμέτρηση 23.593,29 τ.μ. και αποτελείτο από τέσσερα συνεχόμενα αγροτεμάχια (έκτασης, το πρώτο 9.556,60 τ.μ., το δεύτερο 11.000 τ.μ. και κατά νεώτερη καταμέτρηση 10.334,66 τ.μ., το τρίτο 1.737 τ.μ. και κατά νεώτερη καταμέτρηση 1.234,61 τ.μ. και το τέταρτο 4.004,85 τ.μ. και κατά νεώτερη καταμέτρηση 3.463,07 τ.μ.). Με το 3016/20.8.2003 συμβόλαιο πώλησης της συμβολαιογράφου Ζακύνθου …, που μεταγράφτηκε στο Υποθηκοφυλακείο Ζακύνθου (τόμος 615, αριθμός 96), η εκκαλούσα πώλησε τμήμα 3.463,07 τ.μ. της πιο πάνω έκτασης και με την 3017/20.8.2003 πράξη της ίδιας συμβολαιογράφου, που μεταγράφτηκε στο Υποθηκοφυλακείο Ζακύνθου (τόμος 615, αριθμός 97), προέβη σε συνένωση δύο συνεχόμενων αγροτεμαχίων (του άρτιου κα, οικοδομήσιμου, έκτασης 10.334,66 τ.μ., που κατά τμήμα 8.791,94 τ.μ. ανήκε στην περιοχή Τ1 και κατά τμήμα 1.542,72 τ.μ. ανήκε στην περιοχή Φ2 του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου και του μη άρτιου και μη οικοδομήσιμου, έκτασης 1.234,61 τ.μ., που ανήκε στην περιοχή Τ1 του ίδιου Εθνικού Πάρκου), από την οποία συνένωση προέκυψε ένα αγροτεμάχιο έκτασης 11.569,27 τ.μ., άρτιο και οικοδομήσιμο. Σύμφωνα με το από Φεβρουαρίου 2005 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού …, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής η εκκαλούσα εταιρεία είχε την κυριότητα συνολικής έκτασης 19.444,20 τ.μ., που αποτελείται από δύο συνεχόμενα τμήματα α) έκτασης 11.569,27 τ.μ., που είναι άρτια και οικοδομήσιμη και εμπίπτει, κατά τμήμα 10.026,55 τ.μ. στην περιοχή Τ1 και κατά τμήμα 1.542.72 τ.μ. στην περιοχή Φ2 του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου και β) έκτασης 7.874,93 τ.μ., που δεν είναι άρτια, ούτε οικοδομήσιμη και εμπίπτει στις περιοχές Π3 και Φ2 του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου. Με την αγωγή που άσκησε στο πρωτόδικο δικαστήριο η εκκαλούσα εταιρία ισχυρίσθηκε ότι εξαιτίας της ένταξης του πιο πάνω ακινήτου της στους περιορισμούς του Εθνικού Πάρκου με το από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα και παρά το γεγονός ότι το ακίνητο είχε αγοραστεί με σκοπό την τουριστική εκμετάλλευση, όπως άλλα ακίνητα στην όμορη τουριστική περιοχή πυκνής δόμησης του κόλπου του Λαγανά, που απέχει μόλις 1 χιλιόμετρο από την ιδιοκτησία της, στο τμήμα του ακινήτου των 7.874,93 τ.μ. απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα, ώστε αυτό έχει αχρηστευθεί πλήρως, ενώ στο τμήμα των 11.569,27 τ.μ., το οποίο είναι άρτιο και οικοδομήσιμο, διότι υπερβαίνει τα 10.000 τ.μ., ισχύουν οι ασφυκτικοί περιορισμοί δόμησης, που προβλέπονται για τις περιοχές Τ1 και Φ2 του Εθνικού Πάρκου? δηλαδή, για τουριστικές εγκαταστάσεις επιτρέπεται μέγιστη συνολική επιφάνεια εκμετάλλευσης 2.000 τ.μ., δεν επιτρέπεται οι είσοδοι των εγκαταστάσεων και οι ανοικτοί υπαίθριοι χώροι να βλέπουν προς τη θάλασσα, ή να τοποθετηθούν φωτεινές ή άλλες φωτιζόμενες επιγραφές και διαφημίσεις, το μέγιστο ύψος των κτιρίων ορίζεται σε 7 μέτρα από την επιφάνεια του εδάφους και για κατοικίες επιτρέπεται η κάλυψη 200 τ.μ. σε έκταση 10.000 τ.μ. και απαγορεύεται η ανοικοδόμηση ανεξάρτητών κατοικιών προς πώληση ή τουριστική εκμετάλλευση. Ότι εξαιτίας της έκδοσης και εφαρμογής του από 1.12.1999 προεδρικού διατάγματος, που παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της επαγγελματικής ελευθερίας, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και την προστασία της περιουσίας, αλλά και της παράνομης παράλειψης του Ελληνικού Δημοσίου να ρυθμίσει, με την έκδοση του προεδρικού διατάγματος που προβλέπεται στο άρθρο 22 παρ. 4 του Ν 1650/1986, την παροχή οικονομικών αντισταθμισμάτων στους θιγόμενους ιδιοκτήτες, η εκκαλούσα προέβαλε ότι υπέστη ζημία, λόγω της απώλειας της αξίας της πιο πάνω ιδιοκτησίας της, που ανέρχεται στο ποσό των 3.500.153,30 ευρώ, για την αποκατάσταση της οποίας ζήτησε να αναγνωριστεί ότι το Ελληνικό Δημόσιο οφείλει να της καταβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 105 ΕισνΑΚ, ισόποση αποζημίωση, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το αιτηθέν αυτό ποσό αποζημίωσης, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή, προκύπτει μετά υπολογισμό της αγοραίας αξίας της ιδιοκτησίας της ενάγουσας σε 3.694.398 ευρώ (με τιμή 1.900 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, λόγω της ομοιότητας με την όμορη τουριστική περιοχή του Λαγανά), από την οποία αφαιρείται ποσό 147.261,39 ευρώ της αντικειμενικής αξίας του τμήματος 7.874,93 τ.μ., που συμπίπτει με την αγοραία αξία του, καθώς και ποσό 316.983,38 ευρώ, στο οποίο ανέρχεται η αγοραία αξία του τμήματος των 11.569,27 τ.μ. Στο αιτηθέν ποσό αποζημίωσης περιλαμβάνεται κονδύλιο ποσού 270.000 ευρώ, που αντιστοιχεί στο κόστος κατασκευής ενός προστατευτικού τοιχίου αντιστήριξης που η εκκαλούσα εταιρεία είχε κατασκευάσει προς την πλευρά της θάλασσας με την 572/1979 άδεια της Διεύθυνσης Τεχνικών Εφαρμογών της Νομαρχίας Αχαΐας, στο τμήμα της ιδιοκτησίας της που εμπίπτει στη ζώνη Π3 και το οποίο αχρηστεύθηκε πλήρως, όπως αυτή υποστήριξε. Για την απόδειξη του ύψους της ζημιάς της η εκκαλούσα προσκόμισε, μεταξύ άλλων, α) το από 19.4.2005 έγγραφο του πολιτικού μηχανικού …, στο οποίο αναλύονται οι δυνατότητες δόμησης του πιο πάνω ακινήτου, πριν και μετά την εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος για την προστασία της θαλάσσιας χελώνας, ειδικότερα δε αναφέρεται ότι για το τμήμα του ακινήτου έκτασης 11.569,27 τ.μ., πριν υπήρχε η δυνατότητα κάλυψης 10% για κατοικία (συνολική δόμηση 315,69 τ.μ.), 20% για ξενοδοχείο (συνολική δόμηση 2.313,85 τ.μ.) και 10% για κατάστημα (συνολική δόμηση 600 τ.μ.), όμως το ακίνητο θα μπορούσε να κατατμηθεί σε δύο μέρη, άρτια και οικοδομήσιμα, με ελάχιστο εμβαδόν 4.000 τ.μ. με διπλάσια σχεδόν συνολική δόμηση στην περίπτωση της κατοικίας και ακριβώς διπλάσια στην περίπτωση των καταστημάτων, ενώ για το ίδιο τμήμα ακινήτου, υπό το ισχύον προεδρικό διάταγμα για την προστασία της θαλάσσιας χελώνας, υπάρχει δυνατότητα κάλυψης 10% για κατοικία (συνολική δόμηση 300 τ.μ.) και 20% για ξενοδοχείο (συνολική δόμηση 2.000 τ.μ.), ενώ δεν επιτρέπονται καταστήματα, β) την από 1.4.2005, κατ’ επίκληση του Ν 1041/1980, έκθεση του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, σχετικά με την εκτίμηση αξίας του ακινήτου ιδιοκτησίας της εκκαλούσας, στην οποία περιγράφεται ότι ότι χωρίς τις δεσμεύσεις που απορρέουν από την κήρυξη του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου, η αξία του όλου ακινήτου (7.874,93 τ.μ. και 11.569,27 τ.μ.) ανερχόταν πριν τις δεσμεύσεις (21.12.1999) σε 1.281.000 ευρώ και μετά την επιβολή των δεσμεύσεων (1.4.2005) ανέρχεται σε 556.000 ευρώ, ήτοι απομείωση της αξίας του κατά 750.000 ευρώ και συγκεκριμένα προσδιόρισε την αξία του πρώτου, χωρίς τις δεσμεύσεις, σε 474.228 ευρώ (7.874,93 τ.μ. επί 60,22 ευρώ/τ.μ.) και σε 47.250 ευρώ, μετά τις δεσμεύσεις (7.874,93 τ.μ. επί 6 ευρώ/τ.μ.) και του δεύτερου,χωρίς τις δεσμεύσεις, σε 592.231 ευρώ (11.569,27 τ.μ. επί 51,19 ευρώ/τ.μ.) και σε 509.319 ευρώ, μετά τις δεσμεύσεις (ποσοστό 86% της αρχικής του αξίας)? για την εκτίμηση της αξίας αυτής αναφέρεται στην ως άνω έκθεση ότι οι ορκωτοί εκτιμητές πραγματοποίησαν αυτοψία στις 8 και 9.4.2005, ότι το ακίνητο των 7.874,93 τ.μ. είναι παραλιακό, ενώ εκείνο των 11.569,27 τ.μ. απέχει από τη θάλασσα περί τα 100 μ. ότι έχουν προσόψεις επί δημοτικών οδών, ότι το πρώτο δεν έχει δικαίωμα δόμησης ενώ το δεύτερο έχει το 86% της, πριν τις δεσμεύσεις, επιτρεπομένης δόμησης, ότι από έρευνα της τοπικής κτηματαγοράς προέκυψε ότι οι τιμές των παραλιακών οικοπέδων κυμαίνονται από 45 μέχρι 60 ευρώ/τ.μ., ότι πρόκειται για μεγάλου μεγέθους εκτάσεις που απευθύνονται σε μικρότερο κύκλο αγοραστών και ότι στην ευρύτερη περιοχή του Καλαμακίου, που ευρίσκονται τα ακίνητα αυτά, υπάρχουν κατοικίες, ξενοδοχεία, ταβέρνες, διάφορα άλλα κέντρα καθώς και άχτιστα γήπεδα και γ) φωτογραφίες της ίδιας περιοχής, στις οποίες φαίνεται ότι σε κοντινή απόσταση έχουν ανεγερθεί και λειτουργούν ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Εξάλλου, το Ελληνικό Δημόσιο προσκόμισε την από 18.3.2005 έκθεση εκτίμησης του ακινήτου της εκκαλούσας εταιρίας, που συντάχθηκε από τη ΔΟΥ Ζακύνθου, στην οποία αναφέρεται ότι το τμήμα ακινήτου έκτασης 7.874,93 τ.μ. εφάπτεται στη θάλασσα και απέχει περίπου 300 μ. από επαρχιακή οδό, ενώ το τμήμα έκτασης 11.569,27 τ.μ. είναι όμορο με το προηγούμενο, αλλά δεν εφάπτεται στη θάλασσα και με τη χρήση συγκριτικών στοιχείων εκτίμησε ότι στις 22.12.1999 η αξία του ακινήτου ανέρχεται σε δρχ. 15.000 ανά τ.μ. για το τμήμα των 7.874,93 τ.μ. και σε δρχ. 13.000 ανά τ.μ. για το τμήμα των 11.569,27 τ.μ.? για την εκτίμηση της αξίας αυτής λήφθηκαν υπόψη τα εξής συγκριτικά στοιχεία: α) μεταβίβαση αγροτεμαχίου στις 23.4.1999, έκτασης 4.779 τ.μ., στη θέση «Λούρος» της Κοινότητας Καλαμακίου, απέχον 400 μ. από τη θάλασσα και 500 μ. από την επαρχιακή οδό, με οριστική τιμή δρχ. 12.000 ανά τ.μ. (ΦΜΑ 278/23.4.1999) και β) μεταβίβαση αγροτεμαχίου, στις 22.6.1999, έκτασης 2.469 τ.μ., στη θέση «Λούρος» της Κοινότητας Καλαμακίου, απέχον 500 μ. από τη θάλασσα και την επαρχιακή οδό, με οριστική τιμή δρχ. 10.000 ανά τ.μ. (ΦΜΑ 407/22.6.1999).
9. Επειδή, ενόψει του ισχυρισμού του Ελληνικού Δημοσίου ότι οι περιορισμοί στην οικιστική αξιοποίηση της ιδιοκτησίας της ενάγουσας δεν οφείλονται στη δημιουργία του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου, αλλά προϋπήρχαν, λόγω του καθορισμού Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου στην ίδια περιοχή, το πρωτόδικο δικαστήριο με την 3026/2006 προδικαστική απόφαση το ζήτησε από το Ελληνικό Δημόσιο να προσκομίσει έγγραφο της αρμόδιας υπηρεσίας του ΥΠΕΧΩΔΕ, από το οποίο να προκύπτει σε ποιες από τις περιοχές που είχαν καθορισθεί με το από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα, σχετικά με τον καθορισμό Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου, ανήκε αυτό το ακίνητο και από την εκκαλούσα εταιρία να προσκομίσει αποτύπωση στο τοπογραφικό διάγραμμα της ιδιοκτησίας της, από την οποία να προκύπτει ποιό τμήμα της έκτασης των 7.874,93 τ.μ. εμπίπτει στην περιοχή Π3 και ποιό τμήμα εμπίπτει στην περιοχή Φ2 του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου. Σε εκτέλεση, το εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο προσκόμισε το 185884/1591/31.5.2006 έγγραφο της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του ΥΠΕΧΩΔΕ, στο οποίο αναφέρεται ότι μεταξύ των στοιχείων που έχει καταθέσει η εκκαλούσα εταιρία δεν περιλαμβάνονται κατάλληλα και ευκρινή τοπογραφικά διαγράμματα, από τα οποία να μπορεί να προσδιοριστεί σε ποιες περιοχές, που καθορίστηκαν από το προεδρικό διάταγμα καθορισμού ΖΟΕ, ανήκουν οι ακίνητες ιδιοκτησίες της, ενώ η εκκαλούσα προσκόμισε το από Μαΐου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού …, με υπεύθυνη, επ’ αυτού, δήλωση της υπογράφουσας μηχανικού ότι από την έκταση των 7.874,93 τ.μ. του πιο πάνω ακινήτου, τμήμα 7.808,78 τ.μ. εμπίπτει στην περιοχή Π3 του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου και τμήμα 66,15 τ.μ. εμπίπτει στην περιοχή Φ2 αυτού, καθώς και παρόμοιο τοπογραφικό διάγραμμα της ίδιας τοπογράφου μηχανικού, που συνυπογράφεται από τον πολιτικό μηχανικό, μέλος του TEE, … και συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωση αυτών ότι υπό την ισχύ του προεδρικού διατάγματος της 16.6.1990, περί καθορισμού ΖΟΕ, από την ίδια πιο πάνω έκταση, τμήμα 7.808,78 τ.μ. ανήκε στην περιοχή Α και τμήμα 66,15 τ.μ. ανήκε στην περιοχή I και ήταν μη άρτια και μη οικοδομήσιμη. Δεδομένου όμως ότι παρέμενε αμφιβολία στο πρωτόδικο δικαστήριο, για την υπό την ισχύ της ΖΟΕ πολεοδομική δέσμευση του τμήματος ακινήτου της εκκαλούσας εταιρείας, έκτασης 11.569,27 τ.μ., εκδόθηκε η 3295/2007 προδικαστική του απόφαση, με την οποία ζήτησε από το Ελληνικό Δημόσιο να προσκομίσει έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει σε ποιές από τις περιοχές που είχαν καθοριστεί με το από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα, σχετικά με τον καθορισμό Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου, ανήκε το πιο πάνω τμήμα του ακινήτου της εκκαλούσας. Το εφεσίβλητο δεν προσκόμισε όσα ζητήθηκαν με την προδικαστική απόφαση, εκφράζοντας αδυναμία να την εκτελέσει με βάση το προσκομισθέν τοπογραφικό διάγραμμα, ζήτησε δε την έκδοση και τρίτης προδικαστικής απόφασης, με συμπλήρωση του προσκομισθέντος τοπογραφικού διαγράμματος. Με την εκκαλούμενη απόφαση απορρίφθηκε η αγωγή αυτή ως αβάσιμη, με την αιτιολογία ότι: α) για το ακίνητο των 7.874,93 τ.μ., οι περιορισμοί της χρήσης του οι επιβληθέντες με το επίμαχο από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα ήσαν ταυτόσημοι με εκείνους του προεδρικού διατάγματος της 16.6.1990 περί ΖΟΕ και β) για το ακίνητο των 11.569,27 τ.μ., οι περιορισμοί της χρήσης του με το από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα δεν ήταν ιδιαίτερα επαχθείς. ΄Ηδη, με την κρινόμενη έφεση η εκκαλούσα εταιρία προβάλλει ότι, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, κρίθηκε ότι οι επιβληθέντες περιορισμοί δεν ήσαν ιδιαίτερα επαχθείς κατά τον προορισμό του ακινήτου, ενώ οι περιορισμοί αυτοί αχρήστευσαν, κατ’ ουσίαν, την τουριστική του αξιοποίηση και εκμετάλλευση και έπληξαν υπερβολικώς το δικαίωμα της ιδιοκτησίας της, κατά παράβαση του Συντάγματος και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.
10. Επειδή, για το ακίνητο της εκκαλούσας εταιρίας, έκτασης 7.874,93 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση «Γυψόλιθος» Καλαμακίου του Δήμου Λαγανά Ζακύνθου, εκτός των ορίων του οικισμού, που κατά τμήμα 7.808,78 τ.μ. εμπίπτει στην περιοχή Π3 της περιφερειακής ζώνης του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου, που δημιουργήθηκε με το από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα και κατά τμήμα 66,15 τ.μ. εμπίπτει στην περιοχή Φ2 αυτού, και το οποίο υπό την ισχύ του προγενέστερου προεδρικού διατάγματος της 16.6.1990, περί καθορισμού Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου ΖΟΕ), ανήκε κατά τμήμα 7.808,78 τ.μ.. στην περιοχή Α και κατά τμήμα 66,15 τ.μ. στην περιοχή I, και ήταν έκτοτε,ήδη, μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, κατά συνέπεια δε οι περιορισμοί της χρήσης και εκμετάλλευσής του οι επιβληθέντες με το από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα χαρακτηρισμού της ευρύτερης περιοχής ως Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου, ήσαν ταυτόσημοι με εκείνους που είχαν επιβληθεί με το από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα περί καθορισμού ΖΟΕ (κατώτατο όριο κατάτμησης γηπέδου στα 40.000 τ.μ. και μέγιστη επιτρεπόμενη επιφάνεια κτιρίων 60 τ.μ.), στοιχεία τα οποία δεν αμφισβητούνται με την κρινόμενη έφεση, δεν προκύπτει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η επικαλούμενη ζημία από την εκκαλούσα εταιρία, και αποδιδόμενη με την αγωγή στην κήρυξη του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου (ΕΘΠΖ), συμπεριλαμβανομένου στην επικαλούμενη ζημία και του κονδυλίου των 270.000 ευρώ για την κατασκευή του προστατευτικού τοιχίου αντιστήριξης που εμπίπτει στη ζώνη Π3 του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου, προς τη θάλασσα, καθ’ όσον η κατασκευή του τοίχου αυτού είχε λάβει χώρα πριν τον καθορισμό της ΖΟΕ με το από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα και η επικαλούμενη ζημία καθώς και η αξίωση της εκκαλούσας προς αποζημίωση είχαν γεννηθεί με την δημοσίευση του εν λόγω προεδρικού διατάγματος και δεν οφείλονται στην κήρυξη Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου (ΕΘΠΖ). Ως εκ τούτο, δεν γεννήθηκε η ένδικη αξίωση προς αποζημίωση της εκκαλούσας εταιρείας για το ακίνητο αυτό, όπως ορθώς κρίθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση, όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζονται με την κρινόμενη απόφαση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
11. Εξάλλου, με το από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα κήρυξης του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου (ΕΘΠΖ), θεσπίστηκαν νέοι περιορισμοί στη χρήση και εκμετάλλευση των ακινήτων, τα οποία περιλαμβάνονται στην περιφερειακή ζώνη αυτού, πλέον εκείνων που είχαν επιβληθεί με το προγενέστερο από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα, για την πληρέστερη προστασία της θαλάσσιας χελώνας caretta-caretta και του ευρύτερου χώρου ωοτοκίας της στην περιοχή του κόλπου του Λαγανά, περιορισμοί οι οποίοι έπληξαν, επί το δυσμενέστερον, το έτερον ακίνητο της εκκαλούσας, των 11.569,27 τ.μ., ως προς τις επιτρεπόμενες χρήσεις του, το οποίο, κατά τμήμα 10.026,55 τ.μ. ανήκει στην περιοχή ελεγχόμενου τουρισμού (Τ1) και κατά τμήμα 1.542,72 τ.μ. ανήκει στην περιοχή προστατευόμενου τοπίου (Φ2). Ειδικότερα, στο επίμαχο ακίνητο, σύμφωνα με το από 1.12.1999 διάταγμα επιτρέπεται η ανέγερση τουριστικών εγκαταστάσεων, εμβαδού 2.000 τ.μ. και κατοικίας εμβαδού 300 τ.μ., έναντι επιτρεπόμενου εμβαδού 2.313,85 τ.μ. και 315,69 τ.μ. αντιστοίχως με το από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα, ενώ δεν επιτρέπεται πλέον η ανέγερση καταστήματος, που επιτρεπόταν με το από 16.6.1990 προεδρικό διάταγμα, εμβαδού 600 τ.μ., στοιχεία για τα οποία δεν προβάλει συγκεκριμένη αιτίαση η εκκαλούσα. Πέραν αυτών, θεσπίστηκαν με το από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα πρόσθετοι περιορισμοί, όπως η μέγιστη πυκνότητα των 15 κλινών ανά στρέμμα, η απαγόρευση της τοποθέτησης των εισόδων των τουριστικών εγκαταστάσεων και των ανοικτών υπαίθριων χώρων αυτών με πρόσωπο προς τη θάλασσα, η απαγόρευση της τοποθέτησης φωτεινών ή φωτιζόμενων επιγραφών και διαφημίσεων, ο ορισμός του μέγιστου επιτρεπόμενου ύψους των κτιρίων σε 7μ. καθώς και η απαγόρευση κατάτμησής του. Οι περιορισμοί αυτοί είναι σημαντικοί, αλλοιώνουν μερικώς τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας της εκκαλούσας, πλήττοντας ουσιωδώς το φάσμα των μέχρι τότε επιτρεπόμενων χρήσεων και εκμεταλλεύσεων του ακινήτου της αυτού και διαρρηγνύοντας τη δίκαιη ισορροπία, ως προς τις χρήσεις αυτές, μεταξύ του δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος και ως εκ τούτου δημιουργούν, σύμφωνα με τις ως άνω συνταγματικές διατάξεις και το Ν 1650/1986, σε συνδυασμό προς το 1ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ, υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου προς αποζημίωση, όπως βασίμως υποστηρίζει η εκκαλούσα εταιρεία με την κρινόμενη έφεσή της. Περαιτέρω, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι, μετά από ελεύθερη εκτίμηση του περιεχομένου της έκθεσης των ορκωτών εκτιμητών, που προσκόμισε η εκκαλούσα εταιρεία και της …/05/21.3.2005 έκθεσης εκτίμησης της ΔΟΥ Ζακύνθου, που προσκόμισε το Δημόσιο, η αγοραία αξία του ακινήτου αυτού ανερχόταν κατά τον κρίσιμο χρόνο (22.12.1999), οπότε δημοσιεύθηκε το ως άνω από 1.12.1999 προεδρικό διάταγμα σε 500.000 ευρώ και ότι μετά την θέσπιση των ως άνω περιορισμών η εν λόγω αξία αυτού μειώθηκε στο ποσό των 400.000 ευρώ. Επομένως, λόγω του μερικού περιορισμού του εύρους της χρήσεως και εκμεταλλεύσεως του ακινήτου της, εξαιτίας των προαναφερόμενων περιορισμών και δεσμεύσεων, η εκκαλούσα υπέστη ζημία ανερχόμενη στο ποσό 100.000 ευρώ, το οποίο είναι δίκαιο και εύλογο, την οποία ζημία οφείλει να αποκαταστήσει το Δημόσιο, δια της καταβολής του ποσού αυτού νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής (30.12.2004) (βλ. την …/30.12.2004 έκθεση επίδοσης της αγωγής του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά …). Η εκκαλούμενη απόφαση που έκρινε διαφορετικά και απέρριψε την αγωγή είναι εσφαλμένη και πρέπει να εξαφανισθεί και να γίνει εν μέρει η αγωγή.
12. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει δεκτή να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, να επιστραφεί το παράβολο στην εκκαλούσα (άρθρο 277 παρ. 9 ΚΔΔ) και να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρο 275 παρ. 1 ΚΔΔ).
[Δέχεται την έφεση. Εξαφανίζει την 7603/2010 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.]
Παρατηρήσεις
Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με τη με αριθ. 1419/2012 απόφασή του [68] ανέτρεψε εν μέρει τη με αριθ. 7603/2010 απόφαση του ΤρΔΠρΑθ, η οποία είχε εκδοθεί μετά από την έκδοση για την ίδια υπόθεση δύο προδικαστικών αποφάσεων του ίδιου Δικαστηρίου.
Η παραπάνω οριστική απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών εκδόθηκε επί της από 28.12.2004 αγωγής αποζημιώσεως της ΑΕ «… – Ανώνυμη Εταιρεία Τουριστικών και Θαλασσίων Επιχειρήσεων» κατά του Ελληνικού Δημοσίου, με την οποία η ενάγουσα εταιρεία ζητούσε την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας που υπέστη από την, χωρίς αποζημίωση, ένταξη της ιδιοκτησίας της, που βρίσκεται στην περιοχή Καλαμακίου Ζακύνθου, στους περιορισμούς αξιοποίησής της με το με το από 1.12.1999 ΠΔ για τη δημιουργία του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου.
Η παραπάνω απόφαση του ΤρΔΠρΑθ, παρά την έκδοση των προαναφερόμενων δύο προδικαστικών αποφάσεων, με τις οποίες είχε καταρχήν κρίνει ως νόμω βάσιμη την αγωγή και είχε ζητήσει την προσκομιδή διαφόρων εγγράφων, την απέρριψε τελικά με όλως ασθενείς αιτιολογίες.
Και ως προς το ακίνητο των 7.874,93 τ.μ. δέχθηκε ότι οι περιορισμοί χρήσεως ήταν ταυτόσημοι με εκείνους που είχαν επιβληθεί με το ΠΔ της 16.6.1990 περί ΖΟΕ, ως προς δε το ακίνητο των 11.569,27 τ.μ. ότι οι τεθέντες περιορισμοί δεν ήταν δήθεν «ιδιαιτέρως επαχθείς».
Όμως η εκκαλούσα εταιρεία είχε προβάλλει νομίμως ότι οι επιβληθέντες περιορισμοί αχρήστευσαν κατ’ ουσίαν την τουριστική αξιοποίηση και εκμετάλλευση της περιουσίας της και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας της κατά παράβαση των οικείων συνταγματικών διατάξεων και του άρθρου 1ου του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.
Όπως δέχθηκε ορθώς η σχολιαζόμενη απόφαση, με τό 1.12.1999 ΠΔ επιβλήθηκαν πρόσθετοι περιορισμοί, όπως η μέγιστη πυκνότητα των 15 κλινών ανά στρέμμα, η απαγόρευση της τοποθέτησης των εισόδων των τουριστικών εγκαταστάσεων και των ανοικτών υπαίθριων χώρων αυτών με πρόσωπο προς τη θάλασσα, η απαγόρευση της τοποθέτησης φωτεινών ή φωτιζόμενων επιγραφών και διαφημίσεων, ο ορισμός του μεγίστου επιτρεπόμενου ύψους των κτιρίων σε 7μ., καθώς και η απαγόρευση κατάτμησής του.
Έτσι, σύμφωνα με τη σχολιαζόμενη απόφαση, οι περιορισμοί αυτοί είναι σημαντικοί, αλλοιώνουν μερικώς τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας της εκκαλούσας, πλήττοντας ουσιωδώς το φάσμα των μέχρι τότε επιτρεπόμενων χρήσεων και εκμεταλλεύσεων του ακινήτου της αυτού και διαρρηγνύοντας τη δίκαιη ισορροπία, ως προς τις χρήσεις αυτές, μεταξύ του δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος, δημιουργούν, σύμφωνα με τις οικείες συνταγματικές διατάξεις και το Ν 1650/1986, σε συνδυασμό προς το 1ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ, υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου προς αποζημίωση αυτής. Επιδίκασε δε στην εκκαλούσα ποσόν 100.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, που είχε γίνει στις 30.12.2004.
Η παραπάνω απόφαση άνοιξε το δρόμο για αποζημιώσεις, καθόσον η προστασία του περιβάλλοντος, ως νόμιμος σκοπός για την επιβολή περιορισμών στην ιδιοκτησία, δεν απαλλάσει το Κράτος από την υποχρέωση να αποζημιώσει τους θιγόμενους ιδιοκτήτες.Όπως δέχθηκε δε το ΕυρΔΔΑ με την από 6.12.2007 οριστική απόφασή του επί της προσφυγής της Εταιρείας «Ζάντε Μαραθονήσι ΑΕ» (Βλ. την εν λόγω απόφαση στο περιοδικό ΘΠΔΔ 4/2008, έτος 1ο, σελ. 470 επ., με παρατηρήσεις μου), η νομολογία του ΣτΕ, σύμφωνα με την οποία ο «προορισμός» κάθε εκτάσεως, που βρίσκεται εκτός σχεδίου πόλεως, δεν μπορεί να είναι άλλος παρά η αγροτική, κτηνοτροφική ή δασοπονική εκμετάλλευσή της, εισάγει κατά το ΕυρΔΔΑ αμάχητο τεκμήριο εξαιρετικής αυστηρότητας. Ως αμάχητο, το τεκμήριο αυτό αντίκειται στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, καθ’ όσον δεν επιτρέπει στον εθνικό δικαστή να λάβει υπ’όψη τα νομικά και πραγματικά δεδομένα της υπόθεσης.
Άλλωστε, υπό τις σημερινές κοινωνικές συνθήκες και την επικρατούσα ραγδαία τουριστική ανάπτυξη, τέτοιες αντιλήψεις, όπως αυτές της συναφούς νομολογίας του ΣτΕ, πρέπει να θεωρηθούν απαρχαιωμένες.
Διονύσιος Στ. Γιακουμής,
Δρ.Ν.-Επιτ. Δικηγόρος
________________________________________
[ 68 ]. Την ίδια λύση λύση έδωσε το ΔΕφΑθ και με τη με αριθ. 1420/2012 απόφασή του επί αγωγής της ΑΕ «…- Ανώνυμος Ξενοδοχειακή, Τουριστική και Τεχνική Εταιρεία».