Β΄ ΚΛΙΜΑΚΙΟ Πράξεως 1803/Συν. 16η/17-10-2002
Αποτελούμενο από τον Πρόεδρο αυτού Ιωάννη Μπαλαφούτη, Σύμβουλο και τα μέλη Νικόλαο Μηλιώνη (εισηγητή), Πάρεδρο και
Συνεδρίασε στο Κατάστημά του, στην Αθήνα, σήμερα, 17 Οκτωβρίου 2002, με την παρουσία και της Γραμματέως Άννας Αγαπίου, προκειμένου να αποφανθεί επί της από 26.5.2002 (αριθ. πρωτ. 13040/11.6.2002) «αναφοράς» της Ελευθερίας Σκούντζου του Παύλου, τέως Διευθύντριας του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ρόδου, σχετικά με την, κατ’ εκτίμηση του εγγράφου αυτής, αναθεώρηση της 828/2001 πράξης του Κλιμακίου τούτου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση αναθεώρησης της 616/2000 πράξης του ίδιου Κλιμακίου.
Σκέφθηκε κατά το νόμο και
Αποφάσισε τα ακόλουθα :
Ι.- Ο Οργανισμός του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.δ. 774/1980, Φ.Ε.Κ.- 189, Α΄) ορίζει στο άρθρο 27 ότι «Το Κλιμάκιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου (…) αποφαίνεται περί της ορθότητας ή μη των λογαριασμών κηρύσσον δια πράξεώς του, ως ορθώς έχοντας τους λογαριασμούς ή καταλογίζον τον υπόλογον δια του διαπιστωθέντος ελλείμματος (…)» (παρ. 1), ότι «εις τον καταλογισμόν του υπολόγου συντρεχούσης περιπτώσεως δύναται να προβή το Κλιμάκιον και πριν ή αποφανθή επί των λογαριασμών αυτού» (παρ. 2) και ότι «εις βάρος του υπολόγου καταλογίζονται αι δια των υπό των εκάστοτε κειμένων περί Δημοσίου Λογιστικού και εισπράξεως δημοσίων εσόδων διατάξεων οριζόμεναι προσαυξήσεις (…)» (παρ. 3). Επίσης, στο άρθρο 29 ορίζει ότι οι πράξεις του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που εκδίδονται κατά τη διενέργεια του κατασταλτικού ελέγχου (άρθρ. 22 επ. ίδιου π.δ/τος) επί των απολογισμών των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι απολογισμοί του Ι.Κ.Α., υπόκεινται σε αναθεώρηση, η οποία ασκείται «είτε παρά του παρά τω Συνεδρίω Γενικού Επιτρόπου, είτε παρά του υπολόγου ή του εγγυητού αυτού, είτε οίκοθεν παρά του Συνεδρίου» (παρ. 1), ότι η αίτηση αναθεώρησης δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης (παρ. 2), ότι «επιτρέπεται εντός προθεσμίας ενός έτους από της εις τον υπόλογον κοινοποιήσεως της προσβαλλομένης πράξεως» και ότι ασκείται, κατά την αυτή παράγραφο, για τους εξής λόγους : «α) Λόγω πλάνης περί τα πραγματικά γεγονότα ή λόγω λογιστικού λάθους. β) Αν προσαχθούν νέα κρίσιμα στοιχεία. γ) Αν η πράξις εστηρίχθη επί καταθέσεων μαρτύρων καταδικασθέντων επί ψευδομαρτυρία ή απαλλαγέντων μεν αναγνωρισθείσης όμως της ψευδομαρτυρίας δικαστικώς. δ) Εαν η πράξις εστηρίχθη επί εγγράφων πλαστών εφ’ όσον η πλαστογραφία ανεγνωρίσθη οπωσδήποτε δικαστικώς έστω και εν τω σκεπτικώ της δικαστικής αποφάσεως ή του εκδοθέντος βουλεύματος. Παρελθούσης της ως άνω προθεσμίας επιτρέπεται η αναθεώρησις εις τας δύο τελευταίας περιπτώσεις και εντός εξ μηνών αφ’ ης ο αιτών έλαβε γνώσιν ότι αναγνωρίσθη η πλαστότης των εγγράφων ή η ψευδομαρτυρία» (παρ. 3) και ότι «Της κατ’ αναθεώρησιν εκδοθείσης πράξεως δεν επιτρέπεται αναθεώρησις. Επίσης δεν είναι δεκτή αίτησις αναθεωρήσεως στηριζομένη επί άλλου λόγου δια κεφάλαια της πράξεως, δι’ α ησκήθη ήδη το ένδικον μέσον της αναθεωρήσεως» (παρ. 4). Τέλος, στο άρθρο 30 ορίζεται ότι «κατά των εις τα άρθρα 27 και 29 πράξεων, επιτρέπεται εις τον υπόλογον ή τον εγγυητήν αυτού έφεσις ενώπιον του οικείου Τμήματος του Συνεδρίου εντός προθεσμίας ενός έτους από της εις τον υπόλογον κοινοποιήσεως της πράξεως, δια τε τους εν τη ημεδαπή και αλλοδαπή διαμένοντας» (παρ. 1).
ΙΙ.- Στην προκειμένη περίπτωση, από τα περιστατικά που αναφέρονται στις προαναφερόμενες πράξεις του Κλιμακίου τούτου, προκύπτει ότι με την 8841/4.5.1995 απόφαση του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου διενεργήθηκε επιτόπιος κατασταλτικός έλεγχος στα απολογιστικά στοιχεία του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ρόδου και των Τοπικών Υποκαταστημάτων αυτού (Κω, Καλύμνου και Λέρου) των διαχειρίσεων των οικονομικών ετών 1986 έως 1989. Για την αποκατάσταση του ελλείμματος που βρέθηκε στη χρηματική διαχείριση του Παραρτήματος Ι.Κ.Α. Καρπάθου, εκδόθηκε από τον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο (τότε) Μονομελές Κλιμάκιο του Νομού Δωδεκανήσου το 1/9.11.1995 Φύλλο Μεταβολών και Ελλείψεων (Φ.Μ.Ε.), με το οποίο ζητήθηκε από τους υπολόγους Ιωάννη Π. Ψύχα και Μαρία Ν. Πολυχρονίου – Φραγκιού, καθώς και από την υποβάλλουσα την αίτηση αναθεώρησης Ελευθερία Π. Σκούντζου, «υπόλογο επίσης, ως Διευθύντρια κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ρόδου» (κατά την πράξη 616/2000 πράξη Β΄ Κλιμακίου, σελ. 5), η επιστροφή του ποσού δρχ. 1.177.474, μαζί με τις νόμιμες προσαυξήσεις. Κατόπιν αυτού, οι δύο πρώτοι υπόλογοι κατέβαλαν το σύνολο του κεφαλαίου του διαπιστωθέντος ελλείμματος. Εντούτοις, το ως άνω Φ.Μ.Ε. εκτελέστηκε μόνον εν μέρει, διότι καταβλήθηκε μεν το ποσό του ελλείμματος (ποσού δρχ. 1.177.474), πλην όμως δεν καταβλήθηκαν οι νόμιμες προσαυξήσεις επί του προαναφερόμενου ποσού του ελλείμματος. Προς τούτο καταλογίστηκαν με την πρώτη εκ των προαναφερόμενων πράξεων (616/2000) του Κλιμακίου τούτου, υπέρ του Ι.Κ.Α., αλληλεγγύως και εις ολόκληρον και οι τρεις ως άνω δημόσιοι υπάλληλοι, ως υπόλογοι, με τις νόμιμες προσαυξήσεις επί του ποσού των δρχ. 1.177.474 από τις 24.2.1989. Στη συνέχεια, κατά της ως άνω πράξης η Ελευθερία Σκούντζου άσκησε αίτηση αναθεώρησης, η οποία απορρίφθηκε με την δεύτερη από τις προαναφερόμενες πράξεις (829/2001) του Κλιμακίου τούτου, με την αιτιολογία ότι δεν προσήγαγε ενώπιον τούτου «νέα κρίσιμα έγγραφα», κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 29 του π.δ. 774/1980. Κατά της τελευταίας αυτής πράξης, που εκδόθηκε μετά την αίτηση αναθεώρησης, η Ελευθερία Σκούντζου άσκησε νέα «αναφορά», με την οποία παραπονείται ότι : «(…) Από το Φ.Μ.Ε. του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στη Ρόδο δεν αναφερόμουν ως υπόλογος για το έλλειμμα, ούτε μου καταλόγισαν ευθύνη, και αυτή είναι η αλήθεια, υπεύθυνοι και υπόλογοι ήταν οι δύο υπάλληλοι. Επομένως, κακώς αναφέρεται ότι ζητήθηκε από τους δύο υπολόγους και από εμένα ως υπόλογο η επιστροφή του ποσού των 1.177.474 δραχμών (…)» (σελ. 4). Η εν λόγω «αναφορά», εκ του περιεχομένου της, αποτελεί αίτηση αναθεώρησης της ως άνω πράξης και ως λόγο αυτής έχει την «πλάνη περί τα πραγματικά γεγονότα». Κατόπιν τούτων, εφόσον η αιτούσα την αναθεώρηση, προκειμένου να αντικρούσει τον καταλογισμό αυτής ως υπολόγου με τις προσαυξήσεις για το διαπιστωθέν έλλειμμα, δεν άσκησε έφεση, εντός ετήσιας προθεσμίας, κατά της 616/2000 καταλογιστικής πράξης του Β΄ Κλιμακίου, ούτε και κατά της 829/2002 πράξης του ίδιου Κλιμακίου που εκδόθηκε μετά από άσκηση αίτησης αναθεώρησης κατά της πρώτης πράξης του Κλιμακίου τούτου, αλλά απεναντίας υπέβαλε νέα «αναφορά», που κατά περιεχόμενο είναι δεύτερη αίτηση αναθεώρησης. Η κρινόμενη αίτηση αναθεώρησης, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα πρόταση, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι αφενός αποτελεί δεύτερη αίτηση αναθεώρησης κατά πράξης του ίδιου Κλιμακίου που εκδόθηκε μετά από προηγούμενη αίτηση αναθεώρησης και αφετέρου διότι στηρίζεται επί άλλου λόγου για κεφάλαιο της πράξης για το οποίο ασκήθηκε προηγουμένως αίτηση αναθεώρησης.
Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την αίτηση αναθεώρησης κατά της 829/2001 πράξης του Β΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ ΠΑΡΕΔΡΟΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΑΛΑΦΟΥΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΗΛΙΩΝΗΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΝΝΑ ΑΓΑΠΙΟΥ