Η απόφαση επί αναστολής εκτέλεσης νόμιμου τίτλου (καταλογιστική πράξη) προ της εκδόσεως οριστικής αποφάσεως επ’αυτής, αδρανοποιεί τις τυχόν πράξεις διοικητικής εκτέλεσης.
1170/2017 ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 7η Ιουνίου 2017, με την εξής σύνθεση : Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, Πρόεδρος, Ιωάννης Σαρμάς, Σωτηρία Ντούνη, Χρυσούλα Καραμαδούκη, Μαρία Βλαχάκη, Γεωργία Μαραγκού και Αγγελική Μαυρουδή, Αντιπρόεδροι, Γεώργιος Βοΐλης, Βασιλική Ανδρεοπούλου, Μαρία Αθανασοπούλου, Ασημίνα Σαντοριναίου, Ελένη Λυκεσά, Ευαγγελία – Ελισάβετ Κουλουμπίνη, Σταμάτιος Πουλής, Κωνσταντίνα Ζώη, Αγγελική Μυλωνά, Γεωργία Τζομάκα, Θεολογία Γναρδέλλη, Βιργινία Σκεύη, Κωνσταντίνος Εφεντάκης, Βασιλική Σοφιανού, Αγγελική Πανουτσακοπούλου, Δέσποινα Τζούμα, Βασιλική Προβίδη, Κωνσταντίνος Παραθύρας, Ασημίνα Σακελλαρίου, Αργυρώ Μαυρομμάτη, Ευαγγελία Σεραφή (εισηγήτρια), Ειρήνη Κατσικέρη, Γεωργία Παπαναγοπούλου και Νεκταρία Δουλιανάκη, Σύμβουλοι. Γραμματέας η Ελένη Αυγουστόγλου.
Γενικός Επίτροπος Επικρατείας : Μιχαήλ Ζυμής.
Γιανα δικάσει την από 19.5.2017 (ΑΒΔ 1609/2017) αίτηση της Μαρίας Στογιάννου του Ιωάννη, κατοίκου Καλαμαριάς Θεσσαλονίκης (οδός Φιλίππου αρ. 28), η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Ευστάθιου Ευσταθίου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 31095).
Κατά: του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται νόμιμα από τον Προϊστάμενο της Ζ΄ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης, ο οποίος παραστάθηκε δια του Νομικού Συμβούλου του Κράτους, Νικολάου Καραγιώργη.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα ζητεί την αναστολή εκτέλεσης της 377/2017 απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε το Δικαστήριο άκουσε:
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αιτούσας, ο οποίος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως αναστολής,
Τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της. Και
Το Γενικό Επίτροπο Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο οποίος ανέπτυξε την από 7.6.2017 έγγραφη γνώμη του και πρότεινε την απόρριψη της αιτήσεως αναστολής.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη, με παρόντες τους δικαστές που έλαβαν μέρος στη συζήτηση της υπόθεσης, εκτός από τις Αντιπροέδρους Σωτηρία Ντούνη και Γεωργία Μαραγκού και τις Συμβούλους Ασημίνα Σαντοριναίου, Ευαγγελία – Ελισάβετ Κουλουμπίνη, Γεωργία Τζομάκα, Δέσποινα Τζούμα και Αργυρώ Μαυρομμάτη, που είχαν κώλυμα (άρθρα 11 παρ. 2 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 και 78 παρ. 2 του π.δ. 1225/1981), καθώς και τη Σύμβουλο Νεκταρία Δουλιανάκη, που αποχώρησε από τη διάσκεψη, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 1968/1991.
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο
Αποφάσισε τα ακόλουθα:
Ι. Με την κρινόμενη αίτηση, όπως αναπτύσσεται με το από 12.6.2017 νομίμως κατατεθέν υπόμνημα, για την οποία καταβλήθηκε το οικείο παράβολο, ζητείται να ανασταλεί η εκτέλεση της 377/2017 οριστικής απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε ανακοπή της αιτούσας κατά της 1765/16.12.2013 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Χαλκιδικής. Με την έκθεση αυτή επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση σε ακίνητο της αιτούσας, για την είσπραξη οφειλής ποσού 67.272,19 ευρώ, που καταλογίσθηκε σε βάρος της με την ΕΜΠ 294/20.3.2013 πράξη των Οικονομικών Επιθεωρητών της Οικονομικής Επιθεώρησης Θεσσαλονίκης και Υπολοίπου Κεντρικής Μακεδονίας και αντιστοιχεί σε ισόποσο έλλειμμα που προκλήθηκε στη διαχείριση της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης από παράνομη επιστροφή Φ.Π.Α. το έτος 1994. Κατά της ίδιας ως άνω οριστικής αποφάσεως η αιτούσα έχει ασκήσει νομότυπα και εμπρόθεσμα την από 19.5.2017 αίτηση αναίρεσης (Α.Β.Δ. 1608/2017), η οποία παραμένει εισέτι εκκρεμής. Κατά συνέπεια, η ένδικη αίτηση αναστολής, η οποία έχει ασκηθεί παραδεκτώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το κατ’ ουσίαν βάσιμο των προβαλλομένων με αυτήν λόγων.
ΙΙ. Στο άρθρο 112 του Π.Δ/τος 1225/1981 «Περί εκτελέσεως των περί Ελεγκτικού Συνεδρίου διατάξεων» (ΦΕΚ Α 304) ορίζεται ότι: «1. Η άσκησις της αιτήσεως αναιρέσεως δεν έχει ανασταλτικόν αποτέλεσμα, εκτός αν άλλως ειδικώς ορίζεται. 2. Εάν εκ της εκτελέσεως της αποφάσεως πιθανολογείται κίνδυνος βλάβης, η αποκατάστασις της οποίας δεν είναι ευχερής, δύναται να διαταχθή κατ’ αίτησιν τινος των διαδίκων, η εν όλω ή εν μέρει αναστολή της εκτελέσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, υπό τον όρο παροχής αναλόγου εγγυήσεως ή και άνευ εγγυήσεως, ή να εξαρτηθή η εκτέλεσις της αποφάσεως εκ της παροχής εγγυήσεως υπό του νικήσαντος διαδίκου».
Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι εφόσον έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα αίτηση αναίρεσης κατά οριστικής απόφασης Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το Δικαστήριο δύναται μετά από αίτηση κάποιου από τους διαδίκους, να αναστείλει την εκτέλεση της προσβαλλομένης αποφάσεως, εάν από την εκτέλεσή της πιθανολογείται άμεσος κίνδυνος οικονομικής βλάβης, όπως ο ουσιώδης περιορισμός των μέσων διαβίωσης του αιτούντος και της οικογένειάς του ή άλλης τοιαύτης, η οποία, σε περίπτωση ευδοκίμησης της αίτησης αναίρεσης, δεν θα μπορεί να επανορθωθεί ή θα είναι δυσχερώς επανορθώσιμη (αποφάσεις Ολομ.Ελ.Συν. 490/2016, 6885/2015, 2505/2015, 4339/2014, 2659/2013, 472/2012 κ.α.). Περαιτέρω, η αναστολή διατάσσεται από το Δικαστήριο, μετά από αίτηση του διαδίκου που άσκησε το ένδικο μέσο της αναίρεσης και, προκειμένου περί αποφάσεως επί εφέσεως, επιφέρει συνεκδοχικά την αναστολή εκτέλεσης του νομίμου τίτλου, ενώ, προκειμένου περί ανακοπής, επάγεται ως συνέπεια την αδρανοποίηση των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η, δυνάμει αυτών, λήψη περαιτέρω νομικών ή υλικών μέτρων διοικητικής εκτέλεσης. Εάν έχει χωρήσει ήδη αναστολή του νομίμου τίτλου (μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί εφέσεως), κάθε πράξη διοικητικής εκτέλεσης που έχει προηγηθεί αυτής (ως τέτοιας νοούμενης της ταμειακής βεβαίωσης του χρέους και της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας) αδρανοποιείται, καθόσον η απόφαση επί της αναστολής παρέχει πλήρη δικαστική προστασία, η οποία καταλαμβάνει και το στάδιο της εκτέλεσης, κατά τρόπον ώστε να μην δύναται πλέον να ληφθεί σε βάρος του οφειλέτη οιοδήποτε περαιτέρω μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση της σε βάρος του αξίωσης (πρβλ. αποφάσεις Ολομ.Ελ.Συν. 2503/2015, 2659/2013, 3023/2009, 2375/2007). Τυχόν δε λήψη τέτοιων μέτρων από τη Διοίκηση συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης συμμόρφωσης προς την απόφαση αναστολής, η οποία απορρέει από το άρθρο 95 παρ.5 του Συντάγματος και το άρθρο 1 του Ν. 3068/2002, που επιβάλλουν στη Διοίκηση, επ’ απειλή κυρώσεων, την υποχρέωση να προβαίνει με θετικές ενέργειες ή παραλείψεις σε αναμόρφωση των νομικών και πραγματικών καταστάσεων για την πραγμάτωση των κριθέντων με αποφάσεις των οργάνων της δικαστικής εξουσίας (Πρακτικά Ολομ.Ελ.Συν. της 16ης Γεν.Συν./19.9.2012, της 3ης Γεν.Συν./26.1.2011, της 9ης Γεν.Συν./19.5.2010, Ολομ.ΣτΕ 2040/2007, ΣτΕ 4436/2013, ΕΔΔΑ απόφαση της 16.9.2010 «Αναγνώστου – Δεδούλη κατά Ελλάδος», της 28.10.2010 «Βλαστός κατά Ελλάδος», της 10.5.2007 «Πανταλέων κατά Ελλάδος»). Επομένως, μετά τη χορήγηση αναστολής εκτέλεσης της καταλογιστικής πράξης, το αίτημα για παροχή δικαστικής προστασίας κατά της απόφασης που απέρριψε την ανακοπή και κατά συνεκδοχή της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, στερείται αντικειμένου, διότι το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή η μη διενέργεια πράξεων διοικητικής εκτέλεσης έχει ήδη επιτευχθεί με την αναστολή εκτέλεσης του νομίμου τίτλου (αποφάσεις Ελ.Συν. 2675/2014 όπου και μειοψηφία, 2346/2014, 2336/2014, 1208/2014, 1205/2014, 1754/2012, 874/2012, 3009/2009, 1820/2008, contra αποφάσεις Ελ.Συν. 1059/2013, 2140/2013).
ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την 377/2017 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου απερρίφθη η από 17.1.2014 ανακοπή της αιτούσας κατά της 1765/2013 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας για την ικανοποίησης χρηματικής απαίτησης του Δημοσίου, ποσού 67.272,19 ευρώ, που επιβλήθηκε με την έκδοση της ΕΜΠ 294/20.3.2013 καταλογιστικής απόφασης των Οικονομικών Επιθεωρητών της Οικονομικής Επιθεώρησης Θεσσαλονίκης και Υπολοίπου Κεντρικής Μακεδονίας, με την οποία καταλογίσθηκε υπέρ του ελληνικού Δημοσίου και σε βάρος της, ως συνευθυνόμενης, το ως άνω ποσό που αντιστοιχεί σε έλλειμμα στη διαχείριση της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης από παράνομη επιστροφή Φ.Π.Α. το έτος 1994. Κατά της καταλογιστικής αυτής απόφασης η αιτούσα άσκησε την από 29.4.2013 έφεση ενώπιον του Ι Τμήματος, η οποία, κατά τα γνωστά στο Δικαστήριο, εκδικάσθηκε κατά τη δικάσιμο της 7.2.2017 και εκκρεμεί η έκδοση απόφασης επ’ αυτής, ενώ παραλλήλως με την από 29.4.2013 αίτησή της ζήτησε την αναστολή εκτέλεσης του νομίμου τίτλου μέχρις ότου περατωθεί ή καταργηθεί η δίκη επί της έφεσής της, η οποία χορηγήθηκε με την 462/2014 απόφαση του Ι Τμήματος, που δημοσιεύθηκε στις 4.2.2014. Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στο δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης, στις 29.4.2013 κοινοποιήθηκε στην αιτούσα η 3126/16.4.2013 ατομική ειδοποίηση χρεών της Ζ΄ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης, με την οποία της γνωστοποιήθηκε η 2496/9.4.2013 ταμειακή βεβαίωση του Προϊσταμένου της ως άνω Δ.Ο.Υ. για το ποσό των 316.879,20 ευρώ, που αντιστοιχούσε στο συνολικό έλλειμμα που προκλήθηκε στη Δ.Ο.Υ Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης και όχι μόνον σε αυτό που της καταλογίσθηκε (67.272,19 ευρώ). Κατά τους ισχυρισμούς της, η ίδια, στις 29.5.2013, άσκησε ανακοπή κατά της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, χωρίς να διευκρινίζεται περαιτέρω εάν αυτή προσδιορίσθηκε εισέτι ή εκδικάσθηκε και αναμένεται η απόφαση του δικαστηρίου. Στις 23.12.2013 και μη υπαρχούσης αποφάσεως που να αναστέλλει την ισχύ του νόμιμου τίτλου, επιδόθηκε σε αυτήν η 1765/2013 έκθεση του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Χαλκιδικής, με την οποία επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση στο περιγραφόμενο σε αυτήν ακίνητό της, η αξία του οποίου εκτιμήθηκε στο ποσό των 81.826,17 ευρώ, που αντιστοιχεί στην αντικειμενική του αξία. Η αιτούσα προσέφυγε στις 17.1.2014 κατά της ως άνω έκθεσης ασκώντας ανακοπή ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επί της οποίας εξεδόθη η προσβαλλομένη απόφαση και την ίδια ημερομηνία κατέθεσε αίτηση αναστολής, η οποία απερρίφθη με την 3729/2014 απόφαση του Ι Τμήματος, που δημοσιεύθηκε στις 4.9.2014, με την αιτιολογία ότι το επιδιωκόμενο από αυτήν αποτέλεσμα της μη εκτέλεσης των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης έχει ήδη επιτευχθεί με την απόφαση που ανέστειλε την εκτέλεση της καταλογιστικής πράξης, η οποία είχε εν τω μεταξύ δημοσιευθεί. Τέλος, από τα στοιχεία του φακέλου δεν αποδείχθηκε ότι μετά την δημοσίευση της απόφασης αναστολής του νομίμου τίτλου διενεργήθηκε οιαδήποτε πράξη εκτέλεσης σε βάρος της, ούτε η ίδια επικαλείται ότι ελήφθησαν μετά τις 4.2.2014 περαιτέρω μέτρα αναγκαστικής είσπραξης του χρέους.
IV. Με τα δεδομένα αυτά το αίτημα της αιτούσας περί αναστολής της προσβαλλομένης αποφάσεως και κατά συνεκδοχή της 1765/2013 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου, αφενός μεν διότι πιθανολογείται η πρόδηλη βασιμότητα της ασκηθείσας κατ’ αυτής (αποφάσεως) αναίρεση, αφετέρου δε, διότι η λήψη τοιούτων μέτρων μετά την απόρριψη της ανακοπής της θα προκαλέσει σε αυτήν ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη (καθόσον, μετά τη διακοπή καταβολής της σύνταξής της, στερείται παντελώς οικονομικών πόρων), η οποία δεν θα μπορεί να επανορθωθεί σε περίπτωση ευδοκίμησης της αίτησης αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί, διότι μετά τη δημοσίευση της 462/2014 απόφασης του Ι Τμήματος περί αναστολής εκτέλεσης της ΕΜΠ 294/20.3.2013 καταλογιστικής απόφασης των Οικονομικών Επιθεωρητών κατέστη ανενεργός η έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, μη επιτρεπομένης της λήψης περαιτέρω μέτρων αναγκαστικής είσπραξης του καταλογισθέντος ποσού. Δεδομένου δε ότι η απόφαση επί της εφέσεως που αυτή άσκησε δεν έχει δημοσιευθεί, ο τεθείς όρος περί λήξεως της ισχύος της αναστολής με την παύση της εκκρεμοδικίας δια της δημοσιεύσεως οριστικής αποφάσεως ή της καταργήσεως της επ’ αυτής δίκης, δεν έχει πληρωθεί, αλλά εξακολουθεί να ισχύει, αδρανοποιώντας την κατασχετήρια έκθεση και καθιστώντας μη δυνατή τη λήψη άλλων μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης. Κατά συνέπεια η κρινόμενη αίτηση στερείται αντικειμένου, διότι η ήδη χορηγηθείσα αναστολή εκτέλεσης του νομίμου τίτλου παρέχει σε αυτήν πλήρη δικαστική προστασία, καθόσον αποτρέπει τη λήψη οιουδήποτε μέτρου εκτέλεσης σε βάρος της.
V. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί διότι η μη διενέργεια πράξεων διοικητικής εκτέλεσης έχει ήδη επιτευχθεί με την αναστολή εκτέλεσης της καταλογιστικής απόφασης και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου.
Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την από 19.5.2017 αίτηση της Μαρίας Στογιάννου του Ιωάννη. Και
Διατάσσει την κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 21 Ιουνίου 2017.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ | Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ |
ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ ΘΕΟΤΟΚΑΤΟΥ | ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΣΕΡΑΦΗ |
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ | |
ΕΛΕΝΗ ΑΥΓΟΥΣΤΟΓΛΟΥ |
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 28 Ιουνίου 2017.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ | Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ |
ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ ΘΕΟΤΟΚΑΤΟΥ | ΕΛΕΝΗ ΑΥΓΟΥΣΤΟΓΛΟΥ |