ΕΣ 1855/2010, Ι τμ.,ΕΠΙΔΟΣΗ, ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ, ΑΚΥΡΗ Η ΘΥΡΟΚΟΛΛΗΣΗ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ . ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΤΑΞΗ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4055/2012.

Ε.Σ

ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΤΜΗΜΑ Ι
ΑΠΟΦΑΣΗ 1855/2010
ΠΕΡΙΛΗΨΗ : Η θυροκόλληση είναι άκυρη εφόσονέγινε στην εργασία διότι έπρεπε να  γίνει και επίσκεψη στην οικία (αρθ.38,37 πδ1225/81) ενώ η επίδοση στον  υπογράψαντα  δικηγόρο δεν είναι νόμιμη εφόσον ο διάδικος δεν τον νομιμοποίησε στο ακροατήριο (ΣΟΣ εχει πεσει 2010 και 2009).

Αποτελούμενο από τον Πρόεδρο του Τμήματος Αντιπρόεδρο Ευστάθιο Ροντογιάννη, τους Συμβούλους Σωτηρία Ντούνη και Νικόλαο Μηλιώνη και τους Παρέδρους Βιργινία Σκεύη και Δημήτριο Κοκοτσή (εισηγητή), οι οποίοι μετέχουν με συμβουλευτική ψήφο και τη Γραμματέα Μαρία Τσερνοτοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριο του Καταστήματός του, στις 4 Μαΐου 2010, με την παρουσία του Αντεπιτρόπου Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο Αντωνίου Νικητάκη, που αναπληρώνει νόμιμα το Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας, ο οποίος κωλύεται.

Για να δικάσει την από 3.5.2006 ¨προσφυγή-αγωγή¨ της ………………. (αριθμ. καταθ. Ελ.Συν. 125/18.6.2009), κατοίκου ……………, η οποία δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου.
Κατά: α) του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος παραστάθηκε δια του Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Κωνσταντίνου Κατσούλα και β) της 3/10.2.2006 απόφασης του Διευθύνοντος την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, Αντεισαγγελέα Εφετών, Παναγιώτη Ιωαννίδη.
Αφού άκουσε
Τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της ¨προσφυγής-αγωγής¨. Και
Τον Αντεπίτροπο της Επικρατείας, ο οποίος πρότεινε την παραδοχή της ¨προσφυγής-αγωγής¨.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία και
Σκέφθηκε κατά το νόμο με τη συμμετοχή όλων των δικαστών, οι οποίοι μετείχαν στη σύνθεση του Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, παρουσία και της Γραμματέως.
Αποφάσισε τα ακόλουθα:

I. Με την υπό κρίση «προσφυγή-αγωγή», η οποία εκτιμάται ως έφεση, επιδιώκεται η ακύρωση της 3/10.2.2006 απόφασης του Διευθύνοντος την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, Αντεισαγγελέα Εφετών, ……………., με την οποία ζητείται η επιστροφή από την εκκαλούσα, τότε ………………, του ποσού των 1.068,16 ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, το οποίο φέρεται ότι έλαβε ως διαφορά αποδοχών λόγω μισθολογικής προσαύξησης για το χρονικό διάστημα από 12.6.2003 έως 31.1.2003. Η υπό κρίση έφεση, η οποία αφορά διαφορά από καταλογισμό αχρεωστήτως καταβληθέντων αποδοχών υπαγόμενη στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 33 ν. 2362/1995- ΦΕΚ Α΄ 247, πρβλ. και Ι Τμ. Ελ. Συν. 1411/2006, 927, 1184/2004 κ.λ.π.), νομίμως παραπέμφθηκε για εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την 2398/2008 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.
ΙΙ. Το π.δ.1225/1981 «Περί εκτελέσεως των περί Ελεγκτικού Συνεδρίου διατάξεων» (ΦEK A΄ 304) ορίζει στο άρθρο 31, ότι : « 1. Τα υπό των διαδίκων εις έτερον επιδιδόμενα ή υποβαλλόμενα εις το Συνέδριον δικόγραφα πρέπει να αναφέρουν: α)…..β)……..γ)……την κατοικίαν, μετά προσδιορισμού της συνοικίας, οδού και αριθμού εκάστου των διαδίκων…..2. Πάσα μεταβολή δηλωθείσης διευθύνσεως πρέπει να γνωστοποιείται, είτε δια των διαμειβομένων δικογράφων ή των υπομνημάτων, είτε δι΄ αυτοτελούς εγγράφου κατατιθεμένου εις την Γραμματείαν του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τιθεμένου δι΄ εν των φακέλλων της δικογραφίας.», στο άρθρο 32, ότι : « Η εις την δηλωθείσαν κατά το προηγούμενον άρθρον διεύθυνσιν της κατοικίας γενομένη επίδοσις εγγράφου αφορώντος εις εκκρεμή δίκην, συμπεριλαμβανομένης και της οριστικής αποφάσεως, είναι έγκυρος και εάν ο προν όν αύτη δεν είχεν, ή δεν έχη πλέον, αυτόθι την κατοικίαν του», στο άρθρο 34, ότι: «Η επίδοσις γίνεται: 1. Εις τον προν ον αύτη ή τον πληρεξούσιον ή τον αντίκλητον αυτού …», στο άρθρο 39, ότι: « Εάν ο προς ον η επίδοσις δεν ευρίσκεται εις το κατάστημα, γραφείον ή εργαστήριον, όπου ασκεί είτε μόνος είτε μετ΄ άλλου το επάγγελμα αυτού ή εργάζεται αύτοθι ως υπάλληλος, εργάτης ή υπηρέτης, το έγγραφον παραδίδεται προς τον διευθυντήν του καταστήματος ή του γραφείου ή του εργαστηρίου ή προς τινα των συνεταίρων, συνεργατών, υπαλλήλων ή υπηρετών, έχοντα, κατά την κρίσιν του επιδίδοντος συνείδησιν των πραττομένων. Εάν ουδείς εκ των ανωτέρω αναφερομένων ευρίσκεται αυτόθι, η επίδοσις γίνεται εις την κατοικίαν του προς όν αύτη», στο άρθρο 44, ότι: «1. Περί πάσης επιδόσεως συντάσσεται υπό του επιδίδοντος έκθεσις, η οποία, πλην των εν άρθρω 31 του παρόντος οριζομένων στοιχείων, περιέχει: α) την παραγγελίαν προς επίδοσιν … γ) σαφή προσδιορισμόν του επιδοθέντος εγγράφου και των προσώπων εις τα οποία αφορά τούτο … ε) μνείαν του προσώπου εις ο παρεδόθη το έγγραφον και του τρόπου επιδόσεως, εν περιπτώσει απουσίας ή αρνήσεως του προς ον η επίδοσις ή των υπό των άρθρων 38 και 39 του παρόντος οριζομένων προς τούτο προσώπων….», στο άρθρο 16, ότι: «Οι άλλοι πλην του Δημοσίου διάδικοι παρίστανται μετά ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου…», στο άρθρο 17, ότι: «1. Ο διορισμός του πληρεξουσίου γίνεται δι΄ εγγράφου ή δια προφορικής δηλώσεως ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά την συζήτησιν της υποθέσεως, καταχωριζομένης εις τα Πρακτικά. 2. Το παρέχον την πληρεξουσιότητα έγγραφον δύναται να είναι δημόσιον ή και ιδιωτικόν. Η γνησιότης της υπογραφής του εντολέως πρέπει να βεβαιούται επί του ιδιωτικού εγγράφου υπό συμβολαιογράφου ή υπό δημοσίας, δημοτικής ή κοινοτικής Αρχής. … 4. Τα πληρεξούσια έγγραφα κατατίθενται εις το δικαστήριον», στο άρθρο 21 παρ. 1, ότι: «Δια τας προπαρασκευαστικάς πράξεις και κλήσεις μέχρις της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως, θεωρείται υπάρχουσα πληρεξουσιότης, δια δε την επ’ ακροατηρίου συζήτησιν απαιτείται ρητή πληρεξουσιότης κατά τους ορισμούς του άρθρου 17 του παρόντος, ης μη υπαρχούσης, κηρύσσονται άκυροι όλαι αι πράξεις και αυταί αι πρότερον επιχειρηθείσαι υπό του ενεργήσαντος ως πληρεξουσίου ως και αι κλήσεις προς συζήτησιν…» και στο άρθρο 65, ότι: «1. Εάν τις των διαδίκων δεν εμφανισθή κατά την συζήτησιν, το δικαστήριον εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν εκλητεύθη νομίμως και εμπροθέσμως. 2. Εάν τις των διαδίκων δεν εκλητεύθη, ή δεν εκλητεύθη νομίμως και εμπροθέσμως, το δικαστήριον κηρύσσει απαράδεκτον την συζήτησιν, ορίζει νέαν τακτήν δικάσιμον, δι’ απλής σημειώσεως επί του πινακίου και διατάσσει την κατ’ αυτήν εγγραφήν της υποθέσεως και την νόμιμον κλήτευσιν των διαδίκων, εκτός εάν ο διάδικος εμφανισθή ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την εκφώνησιν και ζητήση την εκδίκασιν της υποθέσεώς του οπότε καλύπτεται η ακυρότης….». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: α) τα δικόγραφα που επιδίδονται ή υποβάλλονται από τους διαδίκους πρέπει να αναφέρουν, εκτός των άλλων, την κατοικία αυτών, με προσδιορισμό της συνοικίας, της οδού και του αριθμού της, κάθε δε μεταβολή της δηλωθείσας διεύθυνσης πρέπει να γνωστοποιείται, είτε με δικόγραφο ή με υπόμνημα, είτε με αυτοτελές έγγραφο, το οποίο τίθεται στο φάκελο της δικογραφίας (ΙΙ Τμ. Ελ. Συν. 598/2002), β) αν το πρόσωπο που αφορά η επίδοση δεν ευρίσκεται στο κατάστημα, γραφείο κ.λ.π. όπου ασκεί το επάγγελμά του, το επιδοτέο έγγραφο μπορεί να παραδοθεί στο διευθυντή του καταστήματος, γραφείου, κ.λ.π. ή σε συνεταίρο, συνεργάτη, υπάλληλο ή υπηρέτη του προσώπου, στο οποίο το ανωτέρω έγγραφο απευθύνεται. Αν όμως δεν ευρεθεί εκεί κάποιο από τα εν λόγω πρόσωπα, δεν επιτρέπεται επικόλληση του εγγράφου στη θύρα του καταστήματος, γραφείου κ.λ.π., αλλά η επίδοση πρέπει να γίνει στην κατοικία του προσώπου το οποίο αφορά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 38 του π.δ/τος 1225/1981 (Ολ. Ελ. Συν. 198/1998, Ι Τμ. Ελ. Συν. 685/1999). γ) η επίδοση της κλήσης προς συζήτηση μπορεί να γίνει νόμιμα και στον πληρεξούσιο δικηγόρο του διαδίκου προς τον οποίο απευθύνεται, εφόσον έχει νομιμοποιηθεί με κάποιον από τους οριζόμενους στις διατάξεις του άρθρου 17 του π.δ.1225/1981 τρόπους και ειδικότερα, είτε με την προσκόμιση σχετικού εγγράφου (δημόσιου ή ιδιωτικού) που περιέχει βεβαίωση της γνησιότητας της υπογραφής του εντολέα από συμβολαιογράφο, δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή, είτε με προφορική δήλωση κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία καταχωρίζεται στα πρακτικά. Τυχόν επίδοση της κλήσης προς συζήτηση στον υπογράφοντα το ένδικο βοήθημα ή μέσο δικηγόρο, στον οποίο, όμως, δεν έχει παρασχεθεί η κατά νόμο απαιτούμενη πληρεξουσιότητα μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, δεν παράγει έννομες συνέπειες (Ολομ. Ε.Σ. 63/1992, Ι Τμ. 3140/2009), δ) σε περίπτωση που κάποιος από τους διαδίκους δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, το Δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και σε αρνητική περίπτωση, κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση, ορίζει νέα τακτή δικάσιμο και διατάσσει την εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο της δικασίμου αυτής, καθώς και τη νόμιμη κλήτευση των διαδίκων. Τέλος, σε περίπτωση παραπομπής του εκδικαζόμενου ένδικου βοηθήματος ή ένδικου μέσου από άλλο δικαστήριο, η τυχόν γενόμενη νομιμοποίηση ή παράσταση των διαδίκων ή των πληρεξουσίων τους ενώπιον του αναρμόδιου δικαστηρίου δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, αλλά η εν λόγω διαδικαστική πράξη πρέπει να λάβει χώρα στο δικαστήριο, στο οποίο, ως αρμόδιο, παραπέμφθηκε η υπόθεση (Ι Τμ. Ελ. Συν. 612/2006, 1324/2008, 3140/2009, V Τμ. 1630/2007, IV Τμ. 182/2007, ΣτΕ 1193/1998, 468/2005).
ΙΙΙ. Στην υπό κρίση υπόθεση, κατά τη συζήτησή της, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η εκκαλούσα δεν παραστάθηκε δικονομικώς, ούτε εμφανίστηκε στο ακροατήριο (βλ. τα Πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου της 4ης Μαΐου 2010). Περαιτέρω, στο δικόγραφο της ¨προσφυγής-αγωγής¨, η οποία εκτιμάται ως έφεση, η εκκαλούσα, τότε ………………, δήλωσε αρχικά ως διεύθυνση εκείνη του τόπου εργασίας της, ήτοι το ……………., στη συνέχεια όμως στο από 9.5.2008 υπόμνημα της ¨προσφυγής-αγωγής¨, δήλωσε ως διεύθυνση την οδό …………… Ωστόσο, όπως προκύπτει από την από 19.2.2010 έκθεση επίδοσης του …………., υπαλλήλου του Δήμου Θεσσαλονίκης, αντίγραφο της Β.Δ.Υ. 168/2009 κλήσης, με την οποία η εκκαλούσα κλήθηκε να παρασταθεί στη συζήτηση της ένδικης υπόθεσης ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τη δικάσιμο της 4ης Μαΐου 2010, θυροκολλήθηκε στο ……………., καθόσον, όπως αναφέρεται στην έκθεση αυτή δεν βρέθηκε η ίδια, ούτε άλλο σύνοικο πρόσωπο. Με τα δεδομένα όμως αυτά η κατά τα ανωτέρω γενόμενη επίδοση (δια θυροκόλλησης) δεν είναι νόμιμη, αφού η κλήση προς συζήτηση έπρεπε να επιδοθεί στη διεύθυνση που μεταγενέστερα είχε δηλώσει η εκκαλούσα στο υπόμνημα της ¨προσφυγής-αγωγής¨ της, δηλαδή στην οδό ………………. (Θεσσαλονίκη), και όχι στο ……………., σε κάθε δε περίπτωση μη νομίμως θυροκολλήθηκε σε αυτό λόγω απουσίας της εκκαλούσας, αφού από τη στιγμή που η επίδοση της κλήσης έγινε στη διεύθυνση εργασίας της, αυτή (κλήση) έπρεπε να παραδοθεί στα οριζόμενα στο άρθρο 39 του π.δ.1225/1981 πρόσωπα (Προϊστάμενο της οικείας υπηρεσίας κ.λ.π.), σε περίπτωση δε που τα πρόσωπα αυτά απουσίαζαν, η επίδοση έπρεπε να γίνει στην κατοικία της εκκαλούσας. Εξάλλου, από την, από 19.2.2010, έκθεση επίδοσης του ιδίου ως άνω υπαλλήλου του Δ. Θεσσαλονίκης, προκύπτει ότι αντίγραφο της ως άνω κλήσης επιδόθηκε και σε συστεγαζόμενο συνεργάτη του δικηγόρου …………………, ο οποίος υπογράφει το δικόγραφο της ένδικης ¨προσφυγής-αγωγής¨. Ωστόσο, ο εν λόγω δικηγόρος δεν έχει διοριστεί νόμιμα ως πληρεξούσιος της εκκαλούσας, καθόσον στο φάκελο της δικογραφίας περιέχεται μεν το από 5.5.2008 ιδιωτικό έγγραφο, με το οποίο η εκκαλούσα εξουσιοδοτεί αυτόν όπως την εκπροσωπήσει, η εκπροσώπηση όμως αυτή αφορά τη συζήτηση της ένδικης ¨προσφυγής-αγωγής¨ ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και όχι ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σε κάθε δε περίπτωση το γνήσιο της υπογραφής της εκκαλούσας βεβαιώνεται από την ίδια και όχι από συμβολαιογράφο ή δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή, η δε ιδιότητά της ως εισαγγελέα δεν αναιρεί τα ανωτέρω καθόσον εν προκειμένω πρόκειται περί ιδιωτικής της υπόθεσης για την οποία δεν δύναται η εκκαλούσα να θεωρεί το γνήσιο της δικής της υπογραφής. Συνακόλουθα, η επιδοθείσα κλήση προς συζήτηση στο συστεγαζόμενο συνεργάτη του φερόμενου ως πληρεξούσιου δικηγόρου της εκκαλούσας είναι, σύμφωνα τη διάταξη του άρθρου 21 παρ. 1 του αυτού π.δ/τος, άκυρη και ως εκ τούτου, δεν επιφέρει έννομες συνέπειες. Ενόψει των ανωτέρω, εφόσον η εκκαλούσα δεν κλητεύθηκε νόμιμα για να παραστεί στη συζήτηση της υπό κρίση έφεσης, ούτε εμφανίστηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσής της, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η εν λόγω συζήτηση, να ορισθεί νέα δικάσιμος, να διαταχθεί η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο της νέας δικασίμου και να γίνουν, με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου, οι επιβαλλόμενες από το νόμο κλητεύσεις.

Για τους λόγους αυτούς
Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της έφεσης. Και
Διατάσσει την εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο σε δικάσιμο που θα οριστεί αρμοδίως και τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των διαδίκων για να παραστούν στη νέα συζήτηση.
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου την 1η Ιουλίου 2010.