ΕΣ 1927/2008, Ι τμ.,ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ, ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ, η απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης κατ΄αρθρ.102 ΚΔΛ πρέπει να φέρει έστω περιλητπικά αιτιολογία στο σώμα της , στοιχείο εξεταζόμενο και αυτεπαγγέλτως.

Ε.Σ

Αριθμ. 1927/2008, Ι Τμήματος
Περίληψη: Η απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, με την οποία επιδιώκεται η ανάκτηση των αχρεώστητα ή παράνομα καταβληθέντων ποσών σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή φορείς στα πλαίσια κοινοτικών πολιτικών από εθνικούς πόρους ή πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να περιέχει τον ακριβή καθορισμό της αιτίας του καταλογισμού με απόλυτη σαφήνεια, έστω και συνοπτικά στο σώμα της.

Πρόεδρος: Ευστάθιος Ροντογιάννης, Αντιπρόεδρος
Εισηγήτρια: Αγγελική Μυλωνά, Πάρεδρος
Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας: Αντώνιος Νικητάκης, Σύμβουλος

Ι. Με την κρινόμενη έφεση, για την οποία δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου δεδομένου ότι η εκκαλούσα αποτελεί αμιγή δημοτική επιχείρηση (άρθρο 276 παρ. 1 του ν. 3463/2006, ΦΕΚ Α΄ 114, σε συνδυασμό με τα άρθρα 22 παρ. 4 του ν. 1868/1989, ΦΕΚ Α΄ 230, και 28 παρ. 4 του ν. 2579/1998, ΦΕΚ Α΄ 31), ζητείται η ακύρωση της 2024/0052/24.8.2005 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της εκκαλούσας δημοσιονομική διόρθωση, που συνίσταται στην υποχρέωση επιστροφής, ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, ποσού 1.885.119,43 ευρώ, το οποίο, σύμφωνα με την άνω προσβαλλόμενη απόφαση, αφορά εξ ολοκλή¬ρου στις, κατά το χρονικό διάστημα διενέργειας του σχετικού ελέγχου, καταχωρηθείσες στο Ο.Π.Σ. δαπά¬νες εκτέλεσης του έργου: «Κατασκευή μονάδας επεξεργασίας λυμάτων Δ.Α. και ευρείας περιοχής» (3ο εκ των 5 συνολικά υποέργων υλοποίησης του συγχρηματοδοτούμενου στα πλαίσια της προγραμματικής περιόδου 2000-2006 από το Ταμείο Συνοχής έργου: «Εγκαταστάσεις επεξερ-γασίας λυμάτων – δίκτυο ομβρίων και ακαθάρτων υδάτων Δ.Α.»). Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και, ως εκ τούτου, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατά τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
2. Ο ν. 2362/1995 «Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 247), με την εφαρμογή των διατάξεων του οποίου πραγματώνεται στην ελληνική έννομη τάξη η, προβλεπόμενη από το άρθρο 23 του Κανονισμού (ΕΟΚ) 4253/1988 του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1988 (ΕΕ L 374 της 31.12.1988), αρμοδιότητα του εθνικού νομοθέτη για ανάκτηση, από τους φορείς που έχουν την ευθύνη εκτέλεσης των συγ¬χρηματοδοτούμενων από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης δράσεων, των μη ορθά διατεθέντων, για την επίτευξη των χρηματοδοτούμενων στόχων, κονδυλίων, ορίζει, στο άρθρο 102, ότι: «Χρηματοδοτήσεις, ενισχύσεις ή επιδοτήσεις σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα και φορείς που καταβάλλονται στα πλαίσια κοινοτικών πολιτικών από εθνικούς πόρους ή πόρους της Ευρωπαϊ¬κής Ένωσης αναζητούνται από το Δημόσιο, εφόσον διαπιστωθεί… ότι έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως ή παρανόμως. …» και στο άρθρο 104 ότι: «Τα όργανα έκδοσης της καταλογιστικής πράξης, ο τρόπος βεβαίωσης του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού και απόδοσης ή επιστροφής αυτού στους δικαι-ούχους,… οι απαιτούμενες διαδικασίες καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτο-μέρεια καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ή για θέματα για τα οποία συντρέχει αρμοδιότητα και άλλων υπουργών, με κοινές αποφά-σεις του Υ¬πουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων καθ’ ύλην υπουργών». Σε εκτέλεση της ανωτέρω εξουσιοδότησης εκδόθηκε η 907/052/2003 (ΦΕΚ Β΄ 878) απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οι-κονομικών, Γεωργίας και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την οποία ρυθμίζεται η δια¬δικασία ανάκτησης των αχρεώστητα ή παράνομα κατα-βληθέντων ποσών σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή φορείς από εθνικούς πόρους ή πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα προβλέπεται ότι εφόσον, μετά τη διενέργεια ελέγχου από τα αρμόδια όργανα, διαπιστώνεται αχρεώστητη ή παράνομη καταβολή χρηματοδοτήσεων, συντάσσεται σχετική έκθεση ελέγχου, απόσπασμα της οποίας κοινοποιείται στον ελεγχόμενο, που καλείται να διατυπώσει εγγράφως τις τυχόν αντιρρήσεις του. Στην περίπτωση που οι αντιρρήσεις κριθούν αβάσιμες, εκδίδεται απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, με την οποία υποχρεώνεται να επιστρέψει το ποσό που κρίθηκε ότι του καταβλήθηκε αχρεώστη¬τα ή παράνομα. Περαιτέρω, στο άρθρο 3 της ίδιας απόφασης καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης και ορίζεται ότι πρέπει να αναφέρεται σ’ αυτή, μεταξύ άλλων, και «…Η αιτία της επιστροφής του ποσού με ειδική αναφορά στην σχετική έκθεση ελέγχου. …». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, επιβάλλεται, ως απαραίτητο στοιχείο του κύ¬ρους της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, ο ακριβής καθορισμός της αιτίας του καταλογισμού, ώστε να μην παρεμποδίζεται η αποτελεσματική άσκηση από τον υπόχρεο του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματός του για παροχή δικαστικής προστασίας (άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος). Η εν λόγω αιτία πρέπει να περιέχεται, επί ποινή ακυρότητας της απόφασης, με απόλυτη σαφήνεια, έστω και συνοπτικά, στο σώμα της (βλ. απόφαση Ε.Σ. Ι Τμ. 1797/2007), προϋπόθεση που δεν πληρούται όταν η απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης επικαλείται ως αιτία του καταλογισμού την παραβίαση συγκεκριμένης διάταξης, στο πραγματικό της οποίας δύνανται να υπαχθούν, λόγω της γενικότητας του περιεχομένου της, πλείονες, έστω και ομοειδείς, παραβατικές συμπεριφορές, χωρίς να προσδιορίζει με σαφήνεια, έστω και επιγραμματικά – συνοπτικά, σε ποια συγκεκριμένη παράβαση υπέπεσε ο καταλογιζόμενος.
3. Στην υπό κρίση υπόθεση, ο Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, με την προσβαλλόμενη 2024/0052/24.8.2005 απόφαση του, η οποία εκδόθηκε μετά την οριστικοποίηση των αποτελεσμάτων της, από 27.2.2004, σχετικής έκθεσης ελέγχου, επέβαλε σε βάρος της εκκαλούσας Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης και Αποχέτευσης του Δήμου Αλμυρού Βόλου δημοσιονομική διόρθωση, που συνίσταται στην υποχρέωση επιστροφής, ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, συνολικού ποσού 1.885.119,43 ευρώ. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με την άνω προσβαλλόμενη απόφαση, αφορά εξ ολοκλήρου στις, κατά το χρονικό διάστημα διενέργειας του σχετικού ελέγχου, καταχωρηθείσες στο Ο.Π.Σ. δαπάνες εκτέλεσης του έργου: «Κατασκευή μονάδας επεξεργασίας λυμάτων Δήμου Αλμυρού και ευρείας περιοχής» (3° εκ των 5 συνολικά υποέργων υλοποίησης του συγχρηματοδοτούμενου στα πλαίσια της προγραμματικής περιόδου 2000-2006 από το Ταμείο Συνοχής έργου: «Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων – δίκτυο ομβρίων και ακαθάρτων υδάτων Δήμου Αλμυρού»). Σύμφωνα όμως με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η εν λόγω απόφαση δεν περιέχει στο σώμα της με απόλυτη σαφήνεια, έστω και συνοπτικά, την απαιτούμενη από τις διατάξεις της προαναφερόμενης 907/052/2003 Κ.Υ.Α., βάσει των οποίων νομίμως εκδόθηκε, αιτιολογία. Ειδικότερα, η απόφαση αυτή αναφέρει ότι: «η δημοσιονομική διόρθωση του ως άνω ποσού απαιτείται λόγω παράβασης του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 1418/1984 για την 3η σύμβαση του ανωτέρω ελεγχθέντος έργου, η οποία κρίθηκε μη σύννομη». Σύμφωνα δε με το άνω άρθρο, στο οποίο παραπέμπει η προσβαλλόμενη απόφαση, «η σύμβαση για την κατασκευή του έργου καταρτίζεται με βάση τους όρους της διακήρυξης και των τευχών και σχεδίων που τη συνοδεύουν… Η σύμβαση δεν μπορεί να περιέχει όρους αντίθετους με τα πιο πάνω στοιχεία. …». Στο πραγματικό της εν λόγω διάταξης μπορούν να υπαχθούν πλείονες παραβάσεις, υπό την έννοια της πιθανότητας αντίθεσης με τα τεύχη δημοπράτησης πλειόνων όρων της σύμβασης. Συνεπώς, κατά τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά, ο Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών όφειλε να προσδιορίσει με σαφήνεια, έστω και επιγραμματικά, τον ή τους συγκεκριμένους όρους της σύμβασης και των τευχών δημοπράτησης που αντιτίθενται μεταξύ τους, ενέργεια στην οποία δεν προέβη, με συνέπεια η άνω προσβαλλόμενη απόφασή του να καθίσταται, κατά τον βάσιμο σχετικό ισχυρισμό της εκκαλούσας, αόριστη και, ως εκ τούτου, ακυρωτέα. Σημειωτέον δε, ότι ούτε στην άνω, από 27.2.2004, έκθεση ελέγχου, βάσει των πορισμάτων της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, και η οποία σε κάθε περίπτωση μπορεί μόνο να συμπληρώσει και όχι να αναπληρώσει την αιτιολογία του καταλογισμού, γίνεται μνεία συγκεκριμένων αντιτιθέμενων μεταξύ τους όρων της σύμβασης και των τευχών δημοπράτησης, αφού οι αναφερόμενες στο σχετικό κεφάλαιο αυτής με τίτλο: «επί της συμβάσεως κατασκευής του έργου» (σελ. 67 επ.) παρατηρήσεις δεν συνδέονται με την παραβίαση της άνω επικαλούμενης από την καταλογιστική απόφαση διάταξης, δηλαδή με τη νομιμότητα του περιεχόμενου της καταρτισθείσας σύμβασης σε σχέση με τους όρους των τευχών δημοπράτησης. Περαιτέρω, η άνω αοριστία της προσβαλλόμενης απόφασης επιτείνεται και ενόψει του γεγονότος ότι μέρος του καταλογισθέντος με αυτή ποσού, δηλαδή ποσό 70.298,08 ευρώ, δεν προέρχεται από τη χρηματοδότηση του επίμαχου 3ου υποέργου, όπως εσφαλμένα αναφέρεται στην απόφαση αυτή, αλλά, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (βλ. 392/0052/18.2.2005 έγγραφο της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Μελετών και Αξιολόγησης της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Δημοσιονομικών Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομίας και Οκονομικών), προέρχεται από τη χρηματοδότηση των 1ου και 2ου εκ των 5 συνολικά υποέργων υλοποίησης του έργου: «Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων – δίκτυο ομβρίων και ακαθάρτων υδάτων Δήμου Αλμυρού». Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση και να ακυρωθεί η ανωτέρω απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Τέλος, εκτιμωμένων των περιστάσεων πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα (άρθρα 123 του π.δ. 1225/1981 και 275 παρ. 1 τελευταίο εδάφιο του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).