ΕΣ 2346/12, V τμ., Αγροτική Τράπεζα είναι υπόλογος εφόσον εκδοθεί ΧΕΠ στο όνομα της, στην έφεση μπορεί να σωρεύεται και αίτηση ανάκλησης λόγω απωλείας προς τον Επίτροπο. Στη περίπτωση αυτή αναβάλλεται η δίκη και παραπέμπεται ο φάκελος στον Επίτροπο

Ε.Σ

ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΤΜΗΜΑ V
ΑΠΟΦΑΣΗ 2346/2012

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 8 Μαρτίου 2012, με την ακόλουθη σύνθεση: Γεώργιος Κωνσταντάς, Πρόεδρος του Τμήματος, Αντιπρόεδρος, Αργυρώ Λεβέντη (εισηγήτρια) και Στυλιανός Λεντιδάκης, Σύμβουλοι, και Δημήτριος Τσακανίκας και Ευάγγελος Καραθανασόπουλος, Πάρεδροι (με συμβουλευτική ψήφο).
Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας: Παραστάθηκε ο Επίτροπος της Επικρατείας Ανδρέας Καπερώνης, ως νόμιμος αναπληρωτής του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας, ο οποίος είχε κώλυμα.
Γραμματέας: Ανθή Σκουλάξινου, υπάλληλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου (κατηγορίας ΔΕ), κωλυομένης της Γραμματέως του Τμήματος Μαρίας Λήμνιαλη.
Για να δικάσει την, από 22.1.2010 (αρ. βιβλ. δικογρ. 21/1.2.2010), έφεση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε.» που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Πανεπιστημίου, αριθ. 23) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Ναυσικάς Παπαϊωάννου (Α.Μ./Δ.Σ.Α. 26271).
Κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπεί νόμιμα ο Υπουργός Οικονομικών, ο οποίος παραστάθηκε δια του Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Κωνσταντίνου Κατσούλα και
Κατά της 3/2009 πράξης καταλογισμού του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε το Δικαστήριο άκουσε:
Την πληρεξούσια δικηγόρο της εκκαλούσας που ζήτησε την παραδοχή της κρινόμενης έφεσης,
Τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της, και
Τον Επίτροπο της Επικρατείας, ο οποίος πρότεινε την παραδοχή αυτής.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο
Αποφάσισε τα εξής:

Ι. Με την κρινόμενη έφεση, όπως οι λόγοι αυτής αναπτύσσονται με το παραδεκτώς υποβληθέν, στις 13.3.2012, υπόμνημα, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. το 68224006 Σειράς ΣΤ διπλότυπο είσπραξης τύπου Α της Α΄ Δ.Ο.Υ. Αθηνών), η εκκαλούσα ζητεί να ακυρωθεί η 3/2009 πράξη του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, προκειμένου να αρθεί ο γενόμενος εις βάρος της, με την πράξη αυτή, καταλογισμός ποσού 3.815.113,72 ευρώ, πλέον των νομίμων προσαυξήσεων ποσού 7.630.227,44 ευρώ, ήτοι συνολικού ποσού 11.445.341,16 ευρώ, διότι ως υπόλογος των 334, 451 και 612, οικονομικού έτους 1989, χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής του (τότε) Υπουργείου Γεωργίας, που εκδόθηκαν για την καταβολή συμπληρωματικών οικονομικών κινήτρων για την ανάπτυξη – βελτίωση της κτηνοτροφίας του έτους 1988, δεν υπέβαλε τα αντιστοιχούντα στο προϊόν των ανωτέρω ενταλμάτων δικαιολογητικά. Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και, επομένως, είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
ΙΙ. Το β.δ/γμα 761/1969 «Περί υποχρεώσεων και ευθυνών των υπολόγων εξ ενταλμάτων προπληρωμής και προσωρινών, του τρόπου τακτοποιήσεως τούτων κ.λπ.» (ΦΕΚ 241 Α΄), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 37 του ν.δ/τος 321/1969 «Περί κώδικος δημοσίου λογιστικού» (ΦΕΚ 205 Α΄), ορίζει στο άρθρο 4 αυτού ότι: «1. Ο Υπόλογος, άμα τη λήξει της προς απόδοσιν λογαριασμού ταχθείσης προθεσμίας, υποχρεούται, όπως υποβάλη εις την προκαλέσασαν την έκδοσιν του χρηματικού εντάλματος προπληρωμής Υπηρεσίαν τα οικεία δικαιολογητικά, της σχετικής αναφοράς του κοινοποιουμένης απαραιτήτως εις την οικείαν Υπηρεσίαν Εντελλομένων Εξόδων, Ειδικόν Λογιστήριον, ή Υπηρεσίαν Δημοσίου Λογιστικού. 2. Τα δικαιολογητικά ταύτα, μετά τον υπό της ως άνω Υπηρεσίας προέλεγχον, διαβιβάζονται εις την αρμοδίαν Υπηρεσίαν Εντελλομένων Εξόδων ή Υπηρεσίαν Δημοσίου Λογιστικού, ήτις προέρχεται εις την εκκαθάρισιν της σχετικής δαπάνης και αποστολήν των δικαιολογητικών εις το Ελεγκτικόν Συνέδριον προς απαλλαγήν του υπολόγου. (…)» και στο άρθρο 8 ότι: «Επί των εκδιδομένων χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής επ’ ονόματι των Τραπεζών Ελλάδος και Αγροτικής, αι υποχρεώσεις και ευθύναι αυτών συνίστανται εις την διάθεσιν του προϊόντος των ενταλμάτων συμφώνως προς τας αρμοδίως διδομένας αυταίς οδηγίας. Η δικαιολόγησις των ούτω διατεθέντων χρηματικών ποσών πραγματοποιείται διά της υποβολής εις το αρμόδιον υπουργείον ή νομαρχίαν εντός της ταχθείσης προθεσμίας των οικείων δικαιολογητικών, των ορισθέντων διά των παρασχεθεισών αυταίς οδηγιών. (…) Διά πάσαν έλλειψιν των υποβαλλομένων κατά τ’ ανωτέρω δικαιολογητικών, ουδεμίαν ευθύνην υπέχουσιν αι τράπεζαι, ει μη μόνον, εάν και εφ’ όσον ταύτα δεν είναι σύμφωνα προς τας ως άνω δοθείσας αυταίς ειδικάς οδηγίας» και στο άρθρο 9 ότι: «(…) 4. Εφ’ όσον εντός τριμήνου από της λήξεως της ταχθείσης προθεσμίας προς απόδοσιν λογαριασμού, δεν έχει γνωστοποιηθή εις το Ελεγκτικόν Συνέδριον η υποβολή των σχετικών δικαιολογητικών, τούτο προέρχεται εις τον καταλογισμόν του υπολόγου δια το ποσόν του εντάλματος προπληρωμής. Τα ανωτέρω ισχύουν και προκειμένου περί χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής εκδιδομένων επ’ ονόματι των Τραπεζών της Ελλάδος και Αγροτικής. 5. Εις ήν περίπτωσιν ο υπόλογος προσαγάγη στοιχεία, επαρκώς δικαιολογούντα την μη απόδοσιν λογαριασμού, το Ελεγκτικόν Συνέδριον, δύναται, δι’ ητιολογημένης αυτού αποφάσεως, να αναστείλη εφ’ άπαξ την έκδοσιν της καταλογιστικής αποφάσεως, επί χρονικόν διάστημα οριζόμενον κατά την κρίσιν του, πάντως όμως ουχί ανώτερον των εξ μηνών. Παρελθούσης απράκτου της προθεσμίας ταύτης, το Ελεγκτικόν Συνέδριον προβαίνει εις την έκδοσιν καταλογιστικής αποφάσεως. (…)». Περαιτέρω, ο Οργανισμός του Ελεγκτικού Συνεδρίου 774/1980 (ΦΕΚ 189 Α΄) ορίζει α) στο άρθρο 34 ότι: «1. Τα δικαιολογητικά των ενταλμάτων προπληρωμής θεωρούν οι (…) Επίτροποι (…). 4. Τον καταλογισμόν κατά των επί αποδόσει λογαριασμού λαβόντων χρήματα παρά του Δημοσίου και μη εμπροθέσμως υποβαλλόντων λογαριασμόν ή υποβαλλόντων τοιούτον μόνον δια μέρος των ληφθέντων χρημάτων ασκούν δια πράξεώς των οι (…) Επίτροποι του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Εφ’ όσον εντός τριμήνου από της λήξεως της ταχθείσας προθεσμίας προς απόδοσιν λογαριασμού δεν έχει γνωστοποιηθεί εις τον (…) αρμόδιον Επίτροπον του Ελεγκτικού Συνεδρίου η υποβολή των σχετικών δικαιολογητικών, ούτοι προέρχονται εις τον καταλογισμόν του υπολόγου δια το ποσόν του εντάλματος προπληρωμής. Τα ανωτέρω ισχύουν και προκειμένου περί χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής εκδιδομένων επ’ ονόματι των Τραπεζών Ελλάδος και Αγροτικής (…) 5. Εις ανάκλησιν ή αναθεώρησιν των καταλογιστικών ως άνω πράξεών των προβαίνουν οι Πάρεδροι ή οι Επίτροποι του Ελεγκτικού Συνεδρίου εάν και εφ’ όσον θεωρηθούν παρ’ αυτών τα οικεία δικαιολογητικά» και β) στην παράγραφο 3 του άρθρου 27 ότι: «Εις βάρος του υπολόγου καταλογίζονται αι δια των υπό των εκάστοτε κειμένων περί Δημοσίου Λογιστικού και εισπράξεως δημοσίων εσόδων διατάξεων οριζόμεναι προσαυξήσεις, (…) Ο υπόλογος απαλλάσσεται των προσαυξήσεων, εφ’ όσον ήθελεν αποδείξει ότι η παράλειψις ή το έλλειμμα δεν οφείλεται εις δόλον ή βαρείαν αυτού αμέλειαν».
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, με την έκδοση χρηματικού εντάλματος προπληρωμής στο όνομά της, καθίσταται υπόλογος της διαχείρισης του εντελλόμενου ποσού και υπέχει ειδική ευθύνη, η οποία συνίσταται αφενός στην ακριβή εκτέλεση των εκάστοτε οδηγιών για τη διάθεση του προϊόντος του χρηματικού εντάλματος προπληρωμής και αφετέρου στην υποβολή, εντός της ταχθείσης προθεσμίας, των δικαιολογητικών που καθορίσθηκαν με τις οδηγίες αυτές. Σε περίπτωση δε που παρά την παρέλευση τριμήνου από τη λήξη της ως άνω προθεσμίας, τα δικαιολογητικά αυτά δεν περιέλθουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο, η Τράπεζα ευθύνεται σύμφωνα με το σύστημα της νόθου αντικειμενικής ευθύνης, που ισχύει γενικά για τους δημόσιους υπολόγους, και επομένως απαλλάσσεται μόνον εάν η ίδια επικαλεσθεί και αποδείξει ότι δεν βαρύνεται με οποιασδήποτε μορφής υπαιτιότητα, έστω και με ελαφρά αμέλεια. Διαφορετικά, ο αρμόδιος Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου υποχρεούται να καταλογίσει σε βάρος της το ποσό του εντάλματος, καθώς και τις νόμιμες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, οι οποίες επιβάλλονται όταν συντρέχει στο πρόσωπο της υπολόγου Τράπεζας δόλος ή βαρειά αμέλεια. Η για τον ως άνω λόγο καταλογισθείσα υπόλογος, εκτός από την άσκηση έφεσης κατά της ανωτέρω πράξης, δικαιούται να ζητήσει την ανάκλησή της από τον Επίτροπο που την εξέδωσε, είτε λόγω επιγενόμενης υποβολής των δικαιολογητικών της διαχείρισής του, είτε λόγω απώλειας αυτών. Εάν, εξάλλου, εκκρεμεί έφεση ενώπιον Τμήματος του Δικαστηρίου, η συζήτησή της πρέπει να αναβληθεί έως ότου αποφασίσει επί της αιτήσεως ανακλήσεως ο αρμόδιος Επίτροπος (κινώντας προηγουμένως, σε περίπτωση απώλειας δικαιολογητικών, τη διαδικασία του άρθρου 43 παρ. 2 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου), αφού σε περίπτωση ανάκλησης της εκκαλουμένης καταλογιστικής πράξης στο σύνολό της, η έφεση θα καταστεί άνευ αντικειμένου, ενώ σε περίπτωση μερικής ανακλήσεως αυτής το δικαστήριο θα επιληφθεί της ουσίας της υποθέσεως καθ’ ο μέρος δεν έχει ανακληθεί ο καταλογισμός (πρβλ. αποφ. 1625/1992, 2007/2003, 984/2006 Ι Τμ., 443/1993, 1413/2005 IV Τμ. και 809/2008V Τμ. Ελ. Συν.). Συνακόλουθα, εφ’ όσον η εν λόγω αίτηση ανακλήσεως σωρεύεται στο αυτό δικόγραφο με την έφεση, ο φάκελος της υποθέσεως διαβιβάζεται στον αρμόδιο Επίτροπο, ώστε ο τελευταίος να εξαντλήσει την αρμοδιότητά του επ’ αυτής (βλ. αποφ. 639/2010, 1957/2011 V Τμ. Ελ. Συν.).
IΙΙ. Στην κρινόμενη υπόθεση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Η (τότε) Υπηρεσία Εντελλόμενων Εξόδων (Υ.Ε.Ε., ήδη Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου – Υ.Δ.Ε.) στο (τότε) Υπουργείο Γεωργίας (ήδη Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) εξέδωσε στο όνομα της εκκαλούσας, ως υπολόγου – διαχειρίστριας, τα υπ’ αριθ. 334, 451 και 612, οικονομικού έτους 1989, χρηματικά εντάλματα προπληρωμής (Χ.Ε.Π.), ποσού 300.000.000 δραχμών (880.410,86 ευρώ), 500.000.000 δραχμών (1.467.351,43 ευρώ) και 500.000.000 δραχμών (1.467.351,43 ευρώ), αντίστοιχα, ήτοι συνολικού ποσού 1.300.000.000 δραχμών (3.815.113,72 ευρώ), για την καταβολή συμπληρωματικών οικονομικών κινήτρων για την ανάπτυξη – βελτίωση της κτηνοτροφίας του έτους 1988. Ως προθεσμία απόδοσης λογαριασμού ορίστηκε και για τα τρία ως άνω Χ.Ε.Π. η 30η.6.1990 και μετά από παράταση η 30η.6.1991. Το αχρησιμοποίητο υπόλοιπο, μεταξύ άλλων και των παραπάνω Χ.Ε.Π., ύψους 239.772.441 δραχμών, κατατέθηκε σε λογαριασμό του ταμείου γενικών εσόδων της Τράπεζας (βλ. το 805/23902/20.6.1990 έγγραφο του διευθυντή της διεύθυνσης τραπεζικών εργασιών της εκκαλούσας). Τα οικεία δικαιολογητικά πληρωμής απεστάλησαν στο Υπουργείο Γεωργίας με το 10433/545/29.3.1991 έγγραφο της εκκαλούσας, ελέγχθηκαν, χωρίς να διαπιστωθεί έλλειψη πρωτότυπων δικαιολογητικών (βλ. την από 23.12.1998 πορισματική έκθεση της προϊσταμένης της διεύθυνσης οικονομικού ελέγχου και επιθεώρησης του Υπουργείου, σελ. 1 και 2) και διαβιβάστηκαν προς την Υ.Ε.Ε. από την αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Γεωργίας με το 132/9.11.1994 έγγραφο του διευθυντή της. Στη συνέχεια, με το 6099/21.12.1994 έγγραφο του διευθυντή της Υ.Ε.Ε. τα δικαιολογητικά αυτά επεστράφησαν στην αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου, με αίτημα να υποβληθούν τα πρωτότυπα διπλότυπα είσπραξης για το ποσό που παρέμεινε αδιάθετο. Όμως, στο αρχείο της αρμόδιας διεύθυνσης του Υπουργείου Γεωργίας δε βρέθηκαν τα πρωτότυπα αυτά δικαιολογητικά και υποβλήθηκαν στην Υ.Ε.Ε. τα αντίγραφά τους, αλλά η τελευταία και πάλι δεν τα δέχτηκε και ζήτησε επανειλημμένως από την ίδια διεύθυνση την υποβολή των πρωτότυπων δικαιολογητικών (βλ. την πιο πάνω πορισματική έκθεση, σελ. 2, το 991/9.2.1995 έγγραφο του διευθυντή της Υ.Ε.Ε. και τα 2249/22.4.1996 και 3335/9.6.1997 έγγραφα του διευθυντή της Υ.Δ.Ε.). Στο μεταξύ, με το 28642/12.10.1995 έγγραφο του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Γεωργίας ζητήθηκε από την προϊσταμένη της διεύθυνσης οικονομικού ελέγχου και επιθεώρησης του Υπουργείου η διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης (Ε.Δ.Ε.), προκειμένου να διαπιστωθούν οι λόγοι της απώλειας των πρωτότυπων δικαιολογητικών. Στο συμπέρασμα της σχετικής πορισματικής έκθεσης, δεν αμφισβητείται η εκ μέρους της εκκαλούσας υποβολή στην αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Γεωργίας των πρωτότυπων δικαιολογητικών. Περαιτέρω, με το 52163/18.9.2009 έγγραφο του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο (ήδη) Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Υ.Α.Α.Τ.) ζητήθηκε από την Υ.Δ.Ε. η υποβολή των δικαιολογητικών απόδοσης λογαριασμού, μεταξύ άλλων, και για τα επίμαχα Χ.Ε.Π., προκειμένου να μη λάβει χώρα καταλογισμός σε βάρος της εκκαλούσας. Η Υ.Δ.Ε. απευθύνθηκε και πάλι στην αρμόδια διεύθυνση του Υ.Α.Α.Τ., ζητώντας, με το 3714/23.9.2009 έγγραφο του διευθυντή της, την αποστολή των παραπάνω δικαιολογητικών, όμως η εν λόγω διεύθυνση απάντησε με το 60707/22.10.2009 έγγραφο του προϊσταμένου της ότι αυτά δε βρίσκονται στο αρχείο της και υπέδειξε ως αρμόδια τη διεύθυνση προγραμματισμού και γεωργικών διαρθρώσεων του ίδιου Υπουργείου. Ακολούθως, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία καταλογίστηκε η εκκαλούσα με το προϊόν των πιο πάνω Χ.Ε.Π., πλέον των νόμιμων προσαυξήσεων, ήτοι με το συνολικό ποσό των 11.445.341,16 ευρώ. Ήδη αυτή, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου του εφετηρίου δικογράφου, ζητεί την ακύρωση ή άλλως την ανάκληση της εκκαλουμένης καταλογιστικής πράξης, επικαλούμενη προς τούτο ότι υπέβαλε, σύμφωνα με τις οδηγίες που της δόθηκαν, όλα τα πρωτότυπα δικαιολογητικά των επίμαχων Χ.Ε.Π. στην αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου και δε φέρει ευθύνη, ούτε καν σε βαθμό ελαφράς αμέλειας, για την τυχόν απώλειά τους από τη διεύθυνση αυτή ή από άλλη διοικητική υπηρεσία.
ΙV. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, πρέπει να αναβληθεί η συζήτηση της ένδικης έφεσης μέχρις ότου αποφασίσει για τη σωρευόμενη σ’ αυτή αίτηση ανάκλησης ο αρμόδιος Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Για το σκοπό αυτό πρέπει, με επιμέλεια της Γραμματέως του Τμήματος τούτου, να διαβιβαστεί ο πλήρης φάκελος της υπόθεσης στον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο ανωτέρω Υπουργείο, προκειμένου αυτός να κρίνει αν συντρέχει κατ’ ουσίαν νόμιμος λόγος ανάκλησης ή μεταρρύθμισης της προσβαλλόμενης (κινώντας, προηγουμένως, εφόσον συντρέχει περίπτωση απώλειας δικαιολογητικών, τη διαδικασία του άρθρου 43 παρ. 2 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της 7818/1979 αποφάσεως της Ολομελείας του Συνεδρίου). Μετά δε την διενέργεια των ανωτέρω, ο φάκελος της υπόθεσης πρέπει να επανυποβληθεί στο Τμήμα για την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ένδικης έφεσης.

Για τους λόγους αυτούς
Αναβάλλει την οριστική του κρίση επί της, από 22.1.2010, έφεσης κατά της 3/2009 καταλογιστικής πράξης του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Και
Διαβιβάζει τον φάκελο της υπόθεσης στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κατά τα οριζόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 17 Μαΐου 2012.