ΕΣ 2775/09, ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΥ ΑΡΧΕΩΣΤΗΤΩΣ ΛΑΒΩΝ ΑΠΟ ΔΙΑΤΑΚΤΗ,Κατ΄αρθ.33§2 του ΚΔΛ του αχρεωστήτως λαβόντα επίδομα αλλοδαπής. Αρμόδιο όργανο μεταξύ άλλων και ο διατάκτης.

Ε.Σ

Αριθμ. 2775/2009, Ι Τμήματος
Περίληψη: Το ποσό του επιδόματος αλλοδαπής, που καταβλήθηκε χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις καταλογίζεται σε βάρος του αχρεωστήτως λαβόντος με απόφαση του οικείου διατάκτη, που ειδικά για τους υπαλλήλους της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης είναι ο Γενικός Γραμματέας Ενημέρωσης.

Πρόεδρος: Ευστάθιος Ροντογιάννης, Αντιπρόεδρος
Εισηγήτρια: Βιργινία Σκεύη, Πάρεδρος
Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας: Αντώνιος Νικητάκης, Αντεπίτροπος Επικρατείας

ΙΙ. Ο ν. 3166/2003 «Οργάνωση και λειτουργία των Γραφείων Τύπου και Ε¬πι¬κοινωνίας του Υπουργείου Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και ρυθμίσεις για τον ευρύτερο τομέα των μέσων ενημέρωσης» (ΦΕΚ Α΄ 178) ορίζει στο άρθρο 1 ότι: «Τα γραφεία Τύπου και Επικοινωνίας είναι υπηρεσίες εξωτερικού του Υπουργείου Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (Μ.Μ.Ε.), οι οποίες υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης του Υπουργείου αυτού» και στο άρθρο 17 ότι: «Το κάθε κατηγορίας προσωπικό του Υπουργείου Τύπου και Μ.Μ.Ε. που υπηρετεί σε Γραφεία Τύπου και Επικοινωνίας στο εξωτερικό, δικαιούται του επιδόματος υπηρεσίας στην αλλοδαπή της χώρας, στην οποία υπηρετεί, που είναι ανάλογο με το χορηγούμενο στους υπαλλήλους του Διπλωματικού Κλάδου ή των Κλάδων Διοικητικής Λογιστικής και Γραμματειακής Υποστήριξης και Διοικητικών Γραμματέων αντίστοιχα του Υπουργείου Εξωτερικών, κατά την αντιστοιχία που καθορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 16 … 5. Το δικαίωμα για την καταβολή του επιδόματος υπηρεσίας στην αλλοδαπή αρχίζει από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων, η οποία αποδεικνύεται με έγγραφη γνωστοποίηση του Γραφείου Τύπου προς την Κεντρική Υπηρεσία και παύει μετά από δέκα ημέρες από την παράδοση υπηρεσίας από τον υπάλληλο, σε περίπτωση μετάθεσης ή λήξης της απόσπασης …». Περαιτέρω, στο άρθρο 2 του ν. 3242/2004 «Ρυθμίσεις για την οργάνωση και λειτουργία της Κυβέρνησης, τη διοικητική διαδικασία και τους Ο.Τ.Α.» (ΦΕΚ Α΄ 102) ορίζεται ότι: «1. Το Υπουργείο Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης καταργείται … 3. Συνίσταται Γενική Γραμματεία ως δημόσια υπηρεσία και θέση Γενικού Γραμματέα Ενημέρωσης. Η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης ασκεί τις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης του Υπουργείου Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης που καταργείται». Τέλος, το άρθρο 33 του ν. 2362/1995 «Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 247 Α΄) ορίζει ότι: «1. Μη νόμιμες δαπάνες που πληρώθηκαν με οποιονδήποτε τίτλο πληρωμής καταλογίζονται: α) … β) στο λαβόντα, εφόσον έχει συντελέσει υπαίτια στη μη νόμιμη πληρωμή και σε κάθε περίπτωση αχρεώστητης πληρωμής ανεξάρτητα από υπαιτιότητα αυτού. 2. Αρ¬μό¬διο όργανο για τον καταλογισμό μη νόμιμων δαπανών, που πληρώθηκαν με τίτλους πληρωμής που δεν εκδίδονται από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγ¬χου, είναι ο Διατάκτης και οι κάθε ειδικότητας επιθεωρητές, που έχουν διαπιστώσει την παράνομη πληρωμή και σε κάθε περίπτωση το Ελεγκτικό Συνέδριο. Οι ανωτέρω καταλογιστικές αποφάσεις προσβάλλονται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο ανωτέρω Διατάκτης είναι αρμόδιος και για τον καταλογισμό των αχρεωστήτως λαβόντων με τίτλους πληρωμής της Υπηρεσίας Δημοσιονομικού Ελέγχου, εφόσον διαπιστωθεί εκ των υστέρων βάσει νέων στοιχείων, ότι η πληρωμή έγινε με μη νόμιμα δικαιολογητικά ή λανθασμένο υπολογισμό». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει ότι οι υπάλ¬ληλοι της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης, που τοποθετούνται σε γραφεία τύπου του εξωτερικού, λαμβάνουν, για όσο χρόνο υπηρετούν στην αλλοδαπή, ειδικό επίδομα. Μετά τη λήξη της απόσπασής τους, το ανωτέρω επίδομα καταβάλλεται έως την ημερομηνία παραδόσεως εκ μέρους των υπαλλήλων αυτών της υπηρεσίας στο εξωτερικό και επί δέκα ημέρες πέραν της ημερομηνίας αυτής, υπό την προϋπόθεση, ότι οι υπάλληλοι παραδίδουν υπηρεσία και εμφανίζονται στη νέα τους θέση στην Ελλάδα εντός της προθεσμίας που τάσσεται με την απόφαση περί επαναφοράς τους. Κατ’ εξαίρεση, δι¬καιούνται το ανωτέρω επίδομα οι υπάλληλοι, που αδυνατούν να μετακινηθούν και να επανέλθουν στην οργανική τους θέση στο εσωτερικό, λόγω γεγονότος ανωτέρας βίας (π.χ. ασθένεια), το οποίο εμφανίστηκε πριν από τη λήξη της α-πόσπασής τους στο γραφείο τύπου του εξωτερικού, και για όσο χρόνο διαρκεί η αδυναμία τους αυτή, που συνιστά γεγονός ανωτέρας βίας (βλ. ΣτΕ 2761/2004, 783/2008). Περαιτέρω, το ποσό του επιδόματος αλλοδαπής, που καταβλήθηκε χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις καταλογίζεται σε βάρος του αχρεωστήτως λαβόντος με απόφαση του οικείου διατάκτη, που ειδικά για τους υπαλλήλους της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης είναι ο Γενικός Γραμματέας Ενημέρωσης. Η εν λόγω καταλογιστική απόφαση ως ατομική διοικητική πράξη δυσμενής για το διοικούμενο πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Η αιτιολογία αυτή, που επιβάλλεται από τη φύση της πράξης, δεν απαιτείται να περιέχεται πλήρης στο σώμα αυτής αλλά μπορεί να προκύπτει ή συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου (Ολ.ΕλΣυν 1285/1996. Ι Τμ. 2595/2006) υπό την προϋπόθεση ότι στο σώμα αυτής υπάρχει ένα ελάχιστο περιεχόμενο και συγκεκριμένα η αναγκαία ιστορική και νομική αιτία του καταλογισμού.
III. Στην υπό κρίση υπόθεση από το σύνολο των στοιχείων του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Η εκκαλούσα, μόνιμη υπάλληλος της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης, αποσπάστηκε, με την 23902/15.11.2000 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Ενημέρωσης, στο Γραφείο Τύπου της Λευκωσίας. Με την 15196/2/17.8.2004 απόφαση του ιδίου ως άνω Γενικού Γραμματέα άρθηκε η τοποθέτησή της στο Γραφείο Τύπου της Λευκωσίας και επαναφέρθηκε στην Κεντρική Υπηρεσία στην Ελλάδα. Κατά της απόφασης αυτής η εκκαλούσα προσέφυγε ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών ζητώντας την ακύρωσή της και την αναστολή εκτέλεσής της, αίτηση που έγινε δεκτή με την 332/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου εν Συμβουλίω, με την αιτιολογία ότι η αίτηση ακυρώσεως είναι προδήλως βάσιμη, λόγω μη νόμιμης σύνθεσης του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, στη σύμφωνη γνώμη του οποίου στηρίχθηκε η προσβληθείσα απόφαση. Κατόπιν τούτων, ο Γενικός Γραμματέας Ενημέρωσης αφ’ ενός μεν ανακάλεσε την προαναφερόμενη απόφασή του αφ’ ετέρου δε, αφού έλαβε την από 26.4.2005 σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, εξέδωσε την 9091/28.4.2005 (νέα) απόφαση περί άρσεως της τοποθέτησης της εκκαλούσας στη Λευκωσία και περί επαναφοράς της στην Ελλάδα έως τις 30.6.2005. Κατά της απόφασης αυτής η εκκαλούσα άσκησε εκ νέου τις από 7.6.2005 αιτήσεις αναστολής και ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Με την από 14.6.2005 προσωρινή διαταγή της προέδρου του Ι Τμήματος του ως άνω Δικαστηρίου διατάχθηκε η προσωρινή αναστολή της εκτέλεσης της εν λόγω απόφασης μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ασκηθείσας αίτησης αναστολής. Με την 217/2005 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε στις 5.7.2005 απορρίφθηκε η αίτηση αναστολής ενώ στη συνέχεια με την 291/2006 απόφαση του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου απορρίφθηκε και η ασκηθείσα αίτηση ακυρώσεως. Εξάλλου, η εκκαλούσα ζήτησε και έλαβε (βλ. την 24000/Ζ/5.12.2005 απόφαση του Τμήματος Προσωπικού της Διεύθυνσης Διοίκησης της Γ.Γ.Ε.) αναρρωτική άδεια 20 ημερών από 11.7.2005, 13 ημερών από 31.7.2005, 21 ημερών από 13.8.2005, 21 ημερών από 13.9.2005 και 7 ημερών από 24.9.2005, κατόπιν δε αυτών επέστρεψε τελικά στην Κεντρική Υπηρεσία της Γ.Γ.Ε. στις 3.10.2005, ενώ το επίδομα υπηρεσίας στην αλλοδαπή συνέχισε να της καταβάλλεται έως τις 31.8.2005. Με την προσβαλλόμενη πράξη καταλογίστηκε σε βάρος της το ποσό των 9.095,00 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο επίδομα υπηρεσίας στην αλλοδαπή που της καταβλήθηκε αχρεωστήτως για το διάστημα από 10.7.2005 (δηλ. 10 ημέρες μετά το πέρας της απόσπασης της στη Λευ¬κωσία) έως την 31.8.2005. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη ορθώς καταλογίστηκε εις βάρος της το ανωτέρω ποσό καθόσον το επίδομα καταβάλλεται για όσο χρονικό διάστημα ο υπάλληλος υποχρεούται να υπηρετεί στο εξωτερικό κατ’ ανώτατο δε όριο μέχρι και δέκα ημέρες πλέον του χρόνου που ορίζεται με τις σχετικές αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων, σύμφωνα δε με την 9091/28.4.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Ενημέρωσης, η απόσπαση της εκ¬καλούσας έληξε στις 30.6.2005 και επομένως, αυτή δεν δικαιούνταν το εν λόγω επίδομα μετά τις 10.7.2005. Εξάλλου οι αναρρωτικές άδειες που έλαβε από τις 11.7.2005 και εντεύθεν δεν ενέπιπταν στο χρόνο υπηρεσίας της στην αλλοδαπή. Με την υπό κρίση έφεση η εκκαλούσα ζητεί την ακύρωση της ως άνω καταλογιστικής πράξης προβάλλοντας κατ’ αρχήν ότι είναι μη νόμιμη λόγω αναρμοδιότητας του εκδώσαντος αυτήν οργάνου. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος καθόσον σύμφωνα με το άρθρο 33 του ν. 2362/1995 αρμόδιο όργανο για τον καταλογισμό των αχρεωστήτως λαβόντων, είναι με¬ταξύ άλλων και ο διατάκτης, ήτοι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Γενικός Γραμματέας Ενημέρωσης. Πε-ραιτέρω η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι η χορήγηση σ’ αυτή του επιδόματος υπηρεσίας στην αλλοδαπή για τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο του έτους 2005 είναι νόμιμη διότι δεν κατέστη δυνατή η αναχώρησή της από την Κύπρο, λόγω αναρρωτικής άδειας που έλαβε στις 11.7.2005. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι, κατά την περίοδο λήψης της αναρρωτικής άδειας, η εκκαλούσα, ώφειλε να έχει ήδη παρουσιαστεί στην Κεντρική Υπηρεσία. Άλλωστε ούτε η ίδια ισχυρίζεται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι ζήτησε την αναρρωτική άδεια εξαιτίας γεγονότος ανωτέρας βίας, το οποίο εμφανίστηκε πριν από τη λήξη της απόσπασής της και διήρκεσε μέχρι και την 31.8.2005. Ομοίως αβάσιμος και απορριπτέος είναι ο ισχυρισμός της ότι ο χρόνος απόσπασής της παρατάθηκε με τα 15260/Ζ/26.7.2005 και 15341/Ζ/28.7.2005 έγγραφα του Τμήματος Προσωπικού της Διεύ¬θυνσης Διοίκησης της Γ.Γ.Ε., με τα οποία αυτή καλούνταν να επιστρέψει στην Κεντρική Υπηρεσία, καθόσον τα έγγραφα αυτά αποτελούν απλώς οχλήσεις της Υπηρεσίας προς αυτήν να παρουσιαστεί στην Κεντρική Υπηρεσία της Γ.Γ.Ε. εντός 10 ημερών από τη λήψη των εν λόγω εγγράφων και να αναλάβει τα καθήκοντά της. Περαιτέρω, δεν καταλογίζεται για όσο διάστημα ίσχυε η προσωρινή αναστολή της απόφασης μετάθεσής της (δηλαδή μέχρι 5.7.2005), όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει με την έφεσή της. Τέλος, η εκκαλούσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι ακυρωτέα ως αναιτιολόγητη διότι δεν ορίζει τη νομική θεμελίωση και την αιτία του καταλογισμού, ούτε τον τρόπο εξαγωγής του καταλογισθέντος ποσού. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος αφού στο σώμα της πράξης αναφέρεται η αιτία του καταλογισμού, η ιδιότητα της εκκαλούσας ως αχεωστήτως λαβούσας, το ακριβές ποσό του οφειλόμενου επιδόματος και το χρονικό διάστημα που αφορά ενώ από το 20825/Η/17.10.2005 έγγραφο του Τμήματος Αποδοχών Προσωπικού της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Γ.Γ.Ε., στο οποίο η προσβαλλόμενη παραπέμπει, προκύπτει ότι το ποσό του καταλογισμού (9.095,00 ευρώ) είναι το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση από το συνολικό ποσό που έλαβε ως επίδομα υπηρεσίας στην αλλοδαπή για τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο του έτους 2005 (10.914,00 ευρώ), του ποσού που αντιστοιχεί στις δέκα πρώτες ημέρες του μηνός Ιουλίου (1.819,00 ευρώ), ενώ άνευ εννόμου συμφέροντος η εκκαλούσα προβάλλει ότι η προσβαλλομένη δεν αναφέρει το ένδικο μέσο που μπορεί ν’ ασκηθεί κατ’ αυτής, την προθεσμία άσκησής του και το αρμόδιο για την εκδίκασή του δικαστήριο καθόσον μόνη συνέπεια της ως άνω παράλειψης είναι ότι δεν αρχίζει η προθεσμία για την άσκηση έφεσης κατά της πράξης αυτής, αφού η κρινόμενη έφεση είναι ούτως ή άλλως εμπρόθεσμη. Κατόπιν αυτών, το Τμήμα κρίνει ότι νομίμως καταλογίστηκε εις βάρος της εκκαλούσας το ποσό των 9.095,00 ευρώ που αχρεωστήτως καταβλήθηκε σ’ αυτήν. Συνεπώς, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη και να διαταχθεί η κατάπτωση του παραβόλου που κατατέθηκε για την άσκησή της υπέρ του Δημοσίου (αρ. 56 παρ. 2 του π.δ. 774/1980).