ΣτΕ ΕΑ 276/2007,ΕΦΕΣΗ, ΙΣΟΤΗΤΑ 4§1Σ, ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΕ, 95§3 Σ, Η ετήσια προθεσμία της εφέσεως δεν έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της ισότητας σε σχέση με την τριετή προθεσμίας επι εφέσεως του ΚΔΔ ή ΚΠολΔ

ΣΤΕ

276/2007 ΣΤΕ (ΑΝΑΣΤ)
 
 
Απόφαση 276/2007 της επιτροπής του ΣτΕ. Αφορά αίτηση ανάκλησης αποφάσεως της επιτροπής αναστολών. Αίτηση ανακλήσεως απορριπτικής αποφάσεως της επιτροπής αναστολών εκ μέρους του αιτούντος θεωρείται ως νέα αίτηση αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης πράξεως, η οποία είναι παραδεκτή μόνον αν προσάγονται νέα στοιχεία, τα οποία δεν είχαν τεθεί υπ` όψιν της επιτροπής, ή αν υπήρξε μεταβολή των δεδομένων, βάσει των οποίων εκδόθηκε η αρχική απόφασή της. Το προσκομιζόμενο από τους αιτούντες έγγραφο δεν αποτελεί νεότερο στοιχείο. Η θέσπιση βραχύτερης προθεσμίας για την άσκηση εφέσεως επί των ακυρωτικών διαφορών, σε σχέση με τις διατάξεις του Κ.Δ.Δ. και του ΚΠολΔ αποβλέπει στην διαφύλαξη της σταθερότητας στις σχέσεις διοικήσεως και διοικουμένων, και δεν αντίκειται στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας, διότι οι τελευταίες αυτές διατάξεις αφορούν δικαστικές διαφορές διαφορετικού χαρακτήρα, δηλαδή ουσιαστικές διαφορές. Σε κάθε περίπτωση, δεν παρεμποδίζει την παροχή δικαστικής προστασίας. Απορρίπτει την αίτηση.
  

Αριθμός 276/2007

Η Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 52 του π.δ/τος 18/1989, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 35 του ν. 2721/1999).   Συνεδρίασε σε συμβούλιο στις 21 Μαρτίου 2007, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος, Αικ. Σακελλαροπούλου, Σύμβουλος, Δημ. Βασιλειάδης, Πάρεδρος. Ως Γραμματέας έλαβε μέρος η Γ. Σακελλαρίου, Γραμματέας του Ε΄ Τμήματος.

Για να αποφασίσει σχετικά με την από 20 Μαρτίου 2007 αίτηση: των: 1) ………. …….. και 2) …… χήρας …….. ……., κατοίκων …….. ……….. Αττικής, ……… … και ……….. ………., κατά του Υπουργού ……….. ……… και …….. .

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ανακληθεί η υπ’ αριθ. 137/2007 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Ο Πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος, για να κριθεί η πιο πάνω αίτηση, συγκρότησε την Επιτροπή, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 52 του π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ 8 τ.Α), όπως αυτό έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 35 του ν. 2721/1999 (ΦΕΚ 112 τ.Α).

Κατά τη συνεδρίασή της η Επιτροπή άκουσε τον εισηγητή, Πάρεδρο Δημ. Βασιλειάδη.

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο   1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (υπ΄ αριθμ. 1263253/2007 ειδικό έντυπο παραβόλου).

2. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση ζητείται η ανάκληση της αποφάσεως 137/2007 της Επιτροπής Αναστολών και η αναστολή εκτελέσεως της υπ’ αριθμ. 3784/99/2001 πράξεως του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής. Με την τελευταία αυτή πράξη αποφασίσθηκε η κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών (δύο οικοδομών εμβαδού 206 τ.μ. και 140 τ.μ., αντιστοίχως, περίφραξης μήκους 193 τ.μ., καλλωπιστικών φυτών και οπωροφόρων δέντρων), που έχουν ανεγερθεί σε δασική και αναδασωτέα έκταση στη θέση Μορτερό (Αγ. Γεώργιος και οδός Έλλης) της περιφέρειας της Κοινότητας Νέας Πεντέλης Αττικής.

3. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, κατά της προαναφερόμενης πράξης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής οι αιτούντες άσκησαν την από 18.4.2002 αίτηση ακυρώσεως, η οποία έγινε εν μέρει δεκτή με την απόφαση 3645/2003 του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και ακυρώθηκε η πράξη αυτή κατά το μέρος που διέτασσε την κατεδάφιση των δύο οικοδομών εμβαδού 206 τ.μ. και 140 τ.μ. Με την αυτή, όμως, απόφαση του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών απορρίφθηκε η ως άνω αίτηση ακυρώσεως καθ’ ο μέρος εζητείτο η ακύρωση της πράξεως του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής ως προς την διαταγή κατεδάφισης της περίφραξης, των καλλωπιστικών φυτών και των οπωροφόρων δέντρων. Στη συνέχεια, κατά της αποφάσεως αυτής άσκησαν την από 5.2.2004 έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας οι Υπουργοί Οικονομίας και Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας Αττικής, η οποία εκδικάσθηκε κατά τη δικάσιμο της 8ης Φεβρουαρίου 2006. Εξ άλλου, μετά την συζήτηση της εφέσεως του Δημοσίου, οι αιτούντες άσκησαν την από 1.9.2006 έφεση κατά της αυτής αποφάσεως του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (αριθμ. καταθ. στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας 5112/8.9.2006), δικάσιμος της οποίας έχει ορισθεί η 14.11.2007, κατέθεσαν δε και την από 1.9.2006 αίτηση αναστολής, με την οποία ζήτησαν την αναστολή εκτελέσεως: α) της εκκληθείσης αποφάσεως, β) του υπ’ αριθμ. οικ. 7640/4.18/25.8.2006 εγγράφου της Γενικής Διεύθυνσης της Περιφέρειας Αττικής (Δ.Ε.Σ.Ε.), με το οποίο γνωστοποιήθηκε στη Διεύθυνση Δασών Ανατολικής Αττικής ότι η κατεδάφιση των κατασκευών που είχαν κριθεί ως αυθαίρετες θα πραγματοποιηθεί την 6.9.2006 και γ) της προαναφερομένης υπ’ αριθμ. 3784/99/2001 πράξεως κατεδαφίσεως του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής. Ακολούθως, με την υπ’ αριθμ. 137/2007 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών απερρίφθη η ως άνω αίτηση αναστολής, κατά το μέρος μεν που εζητείτο η αναστολή εκτελέσεως της υπ’ αριθμ. 3645/2003 αποφάσεως του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και του υπ’ αριθμ. οικ. 7640/4.18/25.8.2006 εγγράφου της Γενικής Διεύθυνσης Περιφέρειας Αττικής, ως απαράδεκτη, κατά το μέρος δε που εζητείτο η αναστολή εκτελέσεως της υπ’ αριθμ. 3784/99/2001 πράξεως του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής, λόγω του προδήλως εκπροθέσμου της ασκηθείσης εφέσεως. Ειδικότερα, με την απόφαση 137/2007 της Επιτροπής Αναστολών έγινε δεκτό ότι η από 1.9.2006 έφεση των αιτούντων κατά της αποφάσεως 3645/2003 του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, κατατεθείσα πολύ μετά την πάροδο της οριζόμενης στο άρθρο 58 παρ. 3 του π.δ/τος 18/1989 ετήσιας προθεσμίας από τη δημοσίευση (18.12.2003) της εκκαλουμένης αποφάσεως για την άσκηση εφέσεως κατ’ αυτής, είχε ασκηθεί προδήλως εκπροθέσμως, και, ως εκ τούτου, απορριπτέα ήταν και η από 1.9.2006 αίτηση αναστολής. Με την υπό κρίση αίτηση ζητείται, όπως ήδη εκτέθηκε, η ανάκληση της αποφάσεως 137/2007 της Επιτροπής Αναστολών και η αναστολή εκτελέσεως της υπ’ αριθμ. 3784/99/2001 πράξεως του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής.   4. Επειδή, στις παραγράφους 9 και 10 του άρθρου 52 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 35 του ν. 2721/1999 (Α΄ 112), ορίζεται ότι: «9. Η απόφαση της Επιτροπής μπορεί να ανακληθεί ύστερα από αίτηση του αρμόδιου Υπουργού ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή εκείνου που θα είχε δικαίωμα παρέμβασης στην ακυρωτική δίκη. Την ανάκληση μπορεί να δικαιολογήσουν μόνο νεότερα κρίσιμα στοιχεία, τα οποία δεν είχαν τεθεί υπόψη της Επιτροπής κατά την έκδοση της απόφασής της ή μεταβολή των δεδομένων βάσει των οποίων χορηγήθηκε η αναστολή εκτέλεσης. 10. Αν απορριφθεί η αίτηση αναστολής επιτρέπεται η άσκηση νέας αίτησης, υπό τις προϋποθέσεις του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου που εφαρμόζεται αναλόγως». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι αίτηση ανακλήσεως απορριπτικής αποφάσεως της Επιτροπής Αναστολών εκ μέρους του αιτούντος θεωρείται ως νέα αίτηση αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης πράξεως, η οποία είναι παραδεκτή μόνον αν προσάγονται νέα στοιχεία, τα οποία δεν είχαν τεθεί υπ’ όψιν της Επιτροπής αυτής, ή αν υπήρξε μεταβολή των δεδομένων, βάσει των οποίων εκδόθηκε η αρχική απόφασή της (βλ. Ε.Α. 578/2006, 4/2004, 58/2005, 634/2005 κ.α.).

5. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, η οποία κατά τα οριζόμενα στην παρ. 10 του άρθρου 52 του π.δ/τος 18/1989, πρέπει να θεωρηθεί ως νέα αίτηση αναστολής, οι αιτούντες προσκομίζουν και επικαλούνται τηλεομοιοτυπία του υπ’αριθμ. 2440/4.18/12.3.06 εγγράφου της Διεύθυνσης Ελέγχου Συντήρησης Έργων της Περιφέρειας Αττικής προς τη Δ/νση Δασών Ανατολικής Αττικής (ημερομηνία διαβίβασης 15.3.2007), στο οποίο αναφέρεται ότι προγραμματίζεται η συνέχιση, με δαπάνη του … …………., των εργασιών κατεδάφισης των αυθαιρέτων κατασκευών που κρίθηκαν κατεδαφιστέες με την υπ’ αριθμ. 3784/19.10.2001 πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής και ορίζεται ως ημερομηνία κατεδάφισης η 20.3.2007. Όπως προκύπτει από το προοίμιό του, το ανωτέρω έγγραφο εκδόθηκε κατ’ επίκληση, μεταξύ άλλων, α) της ανωτέρω πράξεως κατεδαφίσεως του Γενικού Γραμματέα, β) της υπ’ αριθμ. 137/2007 αποφάσεως της Επιτροπής Αναστολών και γ) της υπ’ αριθμ. 782/8.3.2007 εντολής της Γενικής Δ/ντριας Περιφέρειας Αττικής. Εν όψει τούτου, το προσκομιζόμενο από τους αιτούντες έγγραφο δεν αποτελεί νεότερο στοιχείο, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων των παρ. 9 και 10 του άρθρου 52 του π.δ/τος 18/1989, δυνάμενο να δικαιολογήσει την χορήγηση της αιτουμένης αναστολής, διότι αποσκοπεί στην εκτέλεση της υπ’ αριθμ. 3784/19.10.2001 πράξεως κατεδαφίσεως, προδήλως κατά το μη ακυρωθέν μέρος της, κατόπιν και της προαναφερομένης απορριπτικής αποφάσεως της Επιτροπής Αναστολών, και, πάντως, δεν σχετίζεται με το αιτιολογικό έρεισμα της αποφάσεως αυτής.

6. Επειδή, με την κρινομένη αίτηση προβάλλεται ότι η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 58 του π.δ/τος 18/1989, κατ’ επίκληση της οποίας απερρίφθη η προαναφερθείσα, από 1.9.2006, αίτηση αναστολής των αιτούντων από την Επιτροπή Αναστολών, αντίκειται στο άρθρο 4 του Συντάγματος, διότι ορίζει ως ανώτατη προθεσμία για την άσκηση εφέσεως στις διαφορές του άρθρου 45 παρ. 1 του ν. 2145/1993 το ένα έτος, σε αντίθεση με τις διαφορές, στις οποίες έχει εφαρμογή ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας ή ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας και στις οποίες η καταχρηστική προθεσμία της εφέσεως ορίζεται σε τρία έτη από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης αποφάσεως (άρθρο 94 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. και άρθρο 518 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.). Ο ανωτέρω, όμως, ισχυρισμός των αιτούντων είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η θέσπιση βραχύτερης (ετήσιας) προθεσμίας για την άσκηση εφέσεως επί των ακυρωτικών διαφορών, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι διαφορές του άρθρου 114 του ν. 1892/1990 (άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 2145/1993), σε σχέση με τις προαναφερόμενες διατάξεις του Κ.Δ.Δ. και του Κ.Πολ.Δ. αποβλέπει στην διαφύλαξη της σταθερότητας στις σχέσεις Διοικήσεως και διοικουμένων, όπως αυτές διαμορφώνονται μετά την έκδοση της αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και δεν αντίκειται στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας, διότι οι τελευταίες αυτές διατάξεις αφορούν, πάντως, δικαστικές διαφορές διαφορετικού χαρακτήρα, δηλαδή ουσιαστικές διαφορές, και, σε κάθε περίπτωση, δεν παρεμποδίζει την παροχή δικαστικής προστασίας (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1780, 1781/2006 Ολομ,. Σ.τ.Ε. 2378/2005).

7. Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η κρινομένη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

Διά ταύτα

Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση και