834/2010 ΣΤΕ (ΟΛΟΜ)
(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ , ΔΕΕ 2010/734, ΛΟΓΙΣΤΗΣ 2010/1384 , ΕΔΔΔΔ 2010/679) Φορολογικές διαφορές. Αίτηση ακύρωσης της αποφάσεως του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ., με την οποία ανακλήθηκε η βεβαίωση εγκατάστασης εσωτερικού της αιτούσης εταιρείας, καθώς και της τεκμαιρόμενης παράλειψης νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας της Δ.Ο.Υ. να θεωρήσει τα σχετικά βιβλία και στοιχεία της εταιρείας. Φορολογική διαφορά υπαγομένη στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ιδρύεται από ατομικές διοικητικές πράξεις, με τις οποίες είτε επιβάλλεται αμέσως φορολογικό βάρος ή κύρωση, είτε κρίνεται αντικείμενο ευθέως συναπτόμενο προς συγκεκριμένη φορολογική ή συναφή υποχρέωση συνδεομένη προς φορολογητέα ύλη ατομικώς ορισμένη. Η διαφορά που γεννάται από την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 36 παρ. 1 περ. β` του ν. 2859/2000, 36 παρ. 2 περ. γ` και 8 περ. β` του ΚΒΣ και 3 της ΥΑ 1068526/ 2620/ΔΜ/ΠΟΛ.1169/1998 είναι ακυρωτική, διότι δεν συνάπτεται με ατομική φορολογική υποχρέωση της επιχειρήσεως. Αντίθετη μειοψηφία. Η αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου με την υπ΄ αριθμ. 988/2006 παραπεμπτική απόφαση του Β΄ Τμήματος του ΣτΕ.(Σημείωση Ι Α.Σταυρόπουλου , ΔΕΕ 2010 , 737 και σημείωση ΙΙ Α.Καραντάνα , ΔΕΕ 2010,737).
Αριθμός 834/2010
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Νοεμβρίου 2009, με την εξής σύνθεση: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος, Αθ. Ράντος, Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Αικ. Συγγούνα, Αν. Γκότσης, Ε. Δανδουλάκη, Χ. Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Γ. Παπαγεωργίου, Ι. Μαντζουράνης, Αικ. Σακελλαροπούλου, Δ. Αλεξανδρής, Μ.-Ε. Κωνσταντινίδου, Α.-Γ. Βώρος, Μ. Γκορτζολίδου, Ι. Γράβαρης, Γ. Τσιμέκας, Ι. Ζόμπολας, Σ. Μαρκάτης, Β. Γρατσίας, Σπ. Παραμυθιώτης, Φ. Ντζίμας, Σπ. Χρυσικοπούλου, Β. Καλαντζή, Μ. Σταματελάτου-Μπεριάτου, Α. Καλογεροπούλου, Σύμβουλοι, Ο. Ζύγουρα, Κ. Πισπιρίγκος, Β. Μόσχου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ε. Κουμεντέρη.
Για να δικάσει την από 10 Ιουνίου 2005 αίτηση:
της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “……….. ………… ……..”, που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (………….. ..), η οποία δεν παρέστη αλλά ο δικηγόρος Αναστάσιος Γ. Προυσανίδης που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε στην πρώτη επ΄ ακροατηρίου συζήτηση,
κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την Ασ. Ροδοκάλη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,
και κατά των παρεμβαινουσών: 1)……. ……………., που εδρεύει στο Άγιο Όρος και 2) μονοπρόσωπης εταιρείας με την επωνυμία “…… ……….. …….. ……….. ………. ………. …… (….)”, που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (………….. .), οι οποίες παρέστησαν με τη δικηγόρο Βαρβ. Λαμπροπούλου-Δημητριάδου (Α.Μ. 7397), που τη διόρισαν με πληρεξούσιο.
Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ΄ αριθμ. 988/2006 παραπεμπτικής αποφάσεως του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) η υπ’ αριθμ. 9610/12.5.2005 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, 2) η εκ της ανωτέρω πράξεως τεκμαιρόμενη παράλειψη νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας της ανωτέρω Δ.Ο.Υ. να θεωρήσει τα σχετικά βιβλία και στοιχεία της και 3) κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέση εισηγήσεως από τον Εισηγητή, Σύμβουλο Α.- Γ. Βώρο.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια των παρεμβαινουσών και την εκπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το κατά νόμο παράβολο (υπ’ αριθ. 1756553, 2382749/2005 ειδικά γραμμάτια παραβόλου, σειράς Α΄).
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθ. 9610/12.5.2005 αποφάσεως του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, με την οποία ανακλήθηκε η υπ’ αριθ. 1472/18.4.2005 βεβαίωση εγκατάστασης εσωτερικού της αιτούσης εταιρείας, καθώς και της εκ της ανωτέρω πράξεως τεκμαιρόμενης παράλειψης νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας της ανωτέρω Δ.Ο.Υ. να θεωρήσει τα σχετικά βιβλία και στοιχεία της αιτούσης.
3. Επειδή, με κοινό δικόγραφο άσκησαν παρέμβαση, ζητώντας την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως, η …. … …… ……… Αγίου Όρους και η εταιρεία «……. ………… ……… …….Μονοπρόσωπη Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης».
4. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν της 988/2006 αποφάσεως του Β΄ Τμήματος με επταμελή σύνθεση, με την οποία παραπέμφθηκε προς επίλυση το ζήτημα της φύσης της υπό κρίση διαφοράς ως ακυρωτικής ή ουσίας, εν όψει αντιθέτου νομολογίας του Δικαστηρίου και λόγω της σπουδαιότητάς του.
5. Επειδή, στο ν. 2859/2000 («Kύρωση Κώδικα Φόρου Προστιθεμένης Αξίας», Α’ 248) ορίζεται, στο άρθρο 36, ότι «1. Ο υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται να υποβάλλει τις παρακάτω δηλώσεις: α) . . . β) δήλωση μεταβολών-μετάταξης, με την οποία δηλώνει οποιαδήποτε μεταβολή, όπως αλλαγή της επωνυμίας, του τόπου επαγγελματικής του εγκατάστασης, του αντικειμένου εργασιών, . . ., την ίδρυση ή κατάργηση υποκαταστημάτων, την αλλαγή των τηρουμένων βιβλίων Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και του καθεστώτος φόρου προστιθεμένης αξίας που ανήκει . . . 2. . . .». Περαιτέρω, κατ’ επίκληση των διατάξεων των άρθρων 29 του ν. 1642/1986 και 31 του ν. 2515/1997 εκδόθηκε η 1068526/2620/ΔΜ/ΠΟΛ.1169/9.6.1998 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών («Καθορισμός διαδικασιών και δικαιολογητικών κατά την υποβολή δηλώσεων έναρξης, μεταβολής και διακοπής εργασιών», Β’ 634), στο άρθρο 1 της οποίας ορίζεται ότι «1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων, όπως αυτά αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 1642/1986, όπως ισχύει, υποχρεούται να υποβάλλει στον Προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ δήλωση έναρξης εργασιών πριν από την πραγματοποίηση οποιασδήποτε συναλλαγής στα πλαίσια της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Εξαιρείται η μίσθωση ακινήτου για επαγγελματική στέγη», στο άρθρο 2 ότι «1. Από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 1 συνυποβάλλονται υποχρεωτικά, κατά περίπτωση, και οι παρακάτω έντυπες δηλώσεις: α) . . . δ) «Δήλωση Εγκατάστασης Εσωτερικού» (Μ10). Υποβάλλεται χωριστή δήλωση για κάθε μία εγκατάσταση (υποκατάστημα, αποθήκη, κλπ) που βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας . . .». Στο άρθρο 3 ορίζεται ότι «Τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 1 της παρούσας κατά την υποβολή της δήλωσης έναρξης/μεταβολής εργασιών πρέπει να κατέχουν τα παρακάτω δικαιολογητικά, τα οποία φυλάσσονται με ευθύνη τους στην έδρα της επιχείρησης και επιδεικνύονται σε κάθε φορολογικό έλεγχο, αμέσως μετά τη δήλωση έναρξης/μεταβολής εργασιών: [όπως το εδάφιο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 της 1021848/454/ΔΜ/ΠΟΛ.1043/2003 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών (Β’ 319)] 1. Στοιχείο προσδιορισμού της έδρας και των λοιπών εγκαταστάσεων της επιχείρησης, που μπορεί να είναι τίτλος ιδιοκτησίας ή μισθωτήριο συμβόλαιο ή συμφωνητικό μίσθωσης ή υπεύθυνη δήλωση άρθρου 8 ν. 1599/1986 δωρεάν παραχώρησης χώρου . . .», στο άρθρο 5 ότι «1. Τα . . . Νομικά Πρόσωπα . . . της παρ. 1 του άρθρου 1 της παρούσας, για οποιαδήποτε μεταβολή όπως αλλαγή . . . του αντικειμένου εργασιών . . . ίδρυση . . . υποκαταστημάτων . . ., υποχρεούνται να υποβάλλουν στην αρμόδια ΔΟΥ την αντίστοιχη, κατά περίπτωση,δήλωση μεταβολής εργασιών . . .» και στο άρθρο 7 ότι «Η βεβαίωση έναρξης και μεταβολής εργασιών χορηγείται χωρίς την υποχρεωτική διενέργεια άμεσης αυτοψίας στην έδρα και τις λοιπές εγκαταστάσεις της επιχείρησης. Ο έλεγχος αυτός διενεργείται με ευθύνη των Προϊσταμένων των ΔΟΥ, οι οποίοι προβαίνουν σε δειγματοληπτικό επιτόπιο έλεγχο (αυτοψία) για την επαλήθευση των στοιχείων της δήλωσης έναρξης/μεταβολής εργασιών, ύστερα από έλεγχο των οριζομένων στα άρθρα 3 . . . δικαιολογητικών . . .». Εξάλλου, στο π.δ. 186/1992 («Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων», Α’ 84) ορίζεται, στο άρθρο 2 ότι «1. Κάθε ημεδαπό . . . νομικό πρόσωπο . . . που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική . . . επιχείρηση . . . αναφερόμενο στο εξής με τον όρο «επιτηδευματίας», τηρεί, εκδίδει, παρέχει, ζητά, λαμβάνει, υποβάλλει, διαφυλάσσει τα βιβλία, τα στοιχεία . . . και κάθε . . . μέσο σχετικό με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό, κατά περίπτωση. 2. . . .», στο άρθρο 19 ότι «1. Ο επιτηδευματίας έχει υποχρέωση να θεωρεί στον αρμόδιο προϊστάμενο ΔΟΥ, πριν από κάθε χρησιμοποίησή τους: Α) Από τα βιβλία που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό: . . . Β) Από τα στοιχεία: . . . 2. Τα βιβλία του Κώδικα αυτού, για τα οποία ορίζεται θεώρησή τους, όταν δεν θεωρούνται πριν από την έναρξη χρησιμοποίησής τους είναι ως να μην τηρήθηκαν για το μέχρι τη θεώρησή τους χρονικό διάστημα. 3. . . .» και στο άρθρο 36 ότι «1. . . . 2. Ο προϊστάμενος της ΔΟΥ της έδρας του επιτηδευματία μπορεί με απόφασή του: α) . . . γ) να ορίζει κατά τρόπο διάφορο τη θεώρηση κάθε βιβλίου ή στοιχείου ή και να επιτρέπει τη μη θεώρησή τους, στις περιπτώσεις που τηρούνται ή εκδίδονται με μηχανογραφικό τρόπο, καθώς και στις περιπτώσεις στοιχείων, επί των οποίων αναγράφονται προεκτυπωμένα τα δεδομένα της συναλλαγής, μετά σύμφωνη γνώμη του αρμοδίου επιθεωρητή. δ) . . . [όπως η περ. γ’ τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 παρ. 36 του ν. 2753/1999, Α’ 249] . . . 8. Ο προϊστάμενος της ΔΟΥ δεν θεωρεί φορολογικά στοιχεία σε υπόχρεο, ο οποίος: α) . . . β) . . . Επίσης, δεν θεωρούνται βιβλία και στοιχεία στον επιτηδευματία που έχει αντικείμενο εργασιών την παραγωγή ή την εμπορία αγαθών και διατηρεί κοινή επαγγελματική στέγη με άλλο επιτηδευματία που έχει αντικείμενο εργασιών την παραγωγή ή την εμπορία όμοιων αγαθών με αυτόν . . . [όπως το τελευταίο εδάφιο προστέθηκε με το άρθρο 43 παρ. 31 του ν. 2214/1994 (Α’ 75)] . . . Ο προϊστάμενος της ΔΟΥ μπορεί με απόφασή του να επιτρέπει την θεώρηση βιβλίων και στοιχείων σε συστεγαζόμενες επιχειρήσεις, στις περιπτώσεις που κρίνει ότι δεν παρακωλύεται ο φορολογικός έλεγχος, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρμοδίου Επιθεωρητή [όπως το τελευταίο αυτό εδάφιο προστέθηκε με το άρθρο 21 παρ. 3 του π.δ/τος 134/1996 (Α’ 105)]».
6. Επειδή, στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α’ 97), ορίζεται, στο άρθρο 1 ότι «Οι διατάξεις του Κώδικα αυτού διέπουν την εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια», στο άρθρο 2 ότι «Η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας ανήκει στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, εκτός εκείνων που η εκδίκασή τους έχει ανατεθεί, με ειδική διάταξη νόμου, σε άλλα διοικητικά δικαστήρια», στο άρθρο 6 παρ. 1 ότι «Η, σε πρώτο βαθμό, εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας ανήκει στο τριμελές πρωτοδικείο», στο άρθρο 7 παρ. 1 ότι «Αρμόδιο στον πρώτο, ή πρώτο και τελευταίο, βαθμό είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου δημιουργήθηκε η διαφορά. …», στο άρθρο 63 παρ. 1 ότι «Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται σε ειδικές διατάξεις του Κώδικα, οι εκτελεστές ατομικές διοικητικές πράξεις ή παραλείψεις, από τις οποίες δημιουργούνται κατά νόμο διοικητικές διαφορές ουσίας, υπόκεινται σε προσφυγή» και στο άρθρο 285 παρ. 1 ότι «Από την έναρξη ισχύος του Κώδικα καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη η οποία αναφέρεται σε θέμα ρυθμιζόμενο από αυτόν». Εξάλλου, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 1 και 73 του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας (π.δ. 331/1985, Α’ 116), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 4 του ν.δ. 4486/1965 (Α’ 131), οι οποίες, κατά τα οριζόμενα στο ανωτέρω άρθρο 285 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, εξακολουθούν να ισχύουν, φορολογική διαφορά υπαγομένη στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ιδρύεται εξ ατομικών διοικητικών πράξεων, δια των οποίων είτε επιβάλλεται αμέσως φορολογικό βάρος ή φορολογική κύρωση, είτε κρίνεται αντικείμενο ευθέως συναπτόμενο προς συγκεκριμένη φορολογική ή συναφή υποχρέωση συνδεομένη προς φορολογητέα ύλη ατομικώς ορισμένη, την δια της προσφυγής εν όλω ή εν μέρει αμφισβητουμένη (βλ. ΣτΕ 2613-16/2009, 2972-80/2008, 368/2007, 988/2006, 7μελ., 2062/1968, Ολ., κ.ά.).
7. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με τις 18/38734/Φ.6362/30.12.1996 και 18/18033/Φ.6362.ΣΤ/6.7.1998 πράξεις της Διευθύνσεως Μεταφορών και Επικοινωνιών Δυτικής Θεσσαλονίκης της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Θεσσαλονίκης χορηγήθηκαν υπέρ της εταιρείας «…… …….. …….. ……….. ………» («…. ..») άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας, αντιστοίχως, υπογείου-πολυορόφου σταθμού αυτοκινήτων ΔΧ στη Θεσσαλονίκη (οδ. …. …………, αριθμ. ..). Ακολούθως, με το από 10.8.1998 ιδιωτικό συμφωνητικό, η ανωτέρω εταιρεία ανέθεσε στην … ……….., έναντι αμοιβής, «τη διοίκηση και οργάνωση λειτουργίας του . . . σταθμού καθώς και τη διαχείριση εσόδων-εξόδων αυτού» με τον όρο, μεταξύ άλλων, ότι «. . . 23. Σε περίπτωση που η . . . [εταιρεία «…… ..»] . . . πωλήσει την επιχείρηση εκμετάλλευσης του Σταθμού ή/και το κτίσμα του Σταθμού σε τρίτο, θα μνημονεύσει στο συμβόλαιο αγοραπωλησίας την παρούσα σύμβαση ως σύμβαση μίσθωσης . . .». Ακολούθως, η.. ……………, υπό την ιδιότητά της ως Διευθύνουσας Συμβούλου και εκπροσώπου της αιτούσης εταιρείας, το κύριο και το δευτερεύον αντικείμενο εργασιών της οποίας είναι η λειτουργία γραφείου γενικού τουρισμού και η διαχείριση και εκμετάλλευση χώρων σταθμεύσεως αυτοκινήτων, αντιστοίχως, μετεβίβασε σε αυτήν, την 1.11.2001, το σύνολο των απορρεόντων από το ανωτέρω συμφωνητικό δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Με το 612/31.3.2005 συμβόλαιο, στο οποίο ρητώς αναφέρεται ότι προσαρτάται το από 10.8.1998 προαναφερθέν συμφωνητικό, η εταιρεία «… …..» πώλησε τις 464 θέσεις σταθμεύσεως, στα 4 υπόγεια, και μια αποθήκη, στο 1ο υπόγειο του ως άνω σταθμού στην …. ……. …. ……… Αγίου Όρους, η οποία υπεισήλθε στα απορρέοντα από το ως άνω συμφωνητικό δικαιώματα και υποχρεώσεις της εταιρείας «…. ……». Με την από 13.4.2005 σύμβαση, κατά την οποία το από 10.8.98 συμφωνητικό ουδόλως θίγεται ή τροποποιείται, επισυνάπτεται, δε, σε αυτήν ως Παράρτημα Ι και αποτελεί ενιαίο με αυτήν σύνολο, η Ιερά Μονή εκχώρησε το δικαίωμα εκμεταλλεύσεως του σταθμού στην εταιρεία «……. …………….. ……….-Μονοπρόσωπη Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης». Με το από 15.4.2005 πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου της αιτούσης, κατ’ επίκληση του 612/2005 συμβολαίου, αποφασίσθηκε η ίδρυση υποκαταστήματος, «προκειμένου η διαχείριση του σταθμού να λειτουργεί πλέον ως μίσθωση». Κατ’ επίκληση του πρακτικού αυτού, η αιτούσα υπέβαλε, την 18.4.2005, δήλωση περί μεταβολής εγκαταστάσεως εσωτερικού και εργασιών, η οποία έγινε δεκτή με το 1472/18.4.2005 έγγραφο του Προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Θεσσαλονίκης. Την 20.4.2005 η προαναφερθείσα Ιερά Μονή και η εταιρεία «…… ………. ……… …….» ζήτησαν από την ανωτέρω ΔΟΥ την ανάκληση της αδείας ιδρύσεως υποκαταστήματος, η δε αιτούσα κλήθηκε από τον Προϊστάμενο αυτής, με το 8558/25.4.2005 έγγραφό του, να παράσχει διευκρινίσεις ως προς τη λειτουργία του σταθμού. Με την 35939/Φ.6362/27.4.2005 πράξη της Διευθύνσεως Μεταφορών και Επικοινωνιών Δυτικής Θεσσαλονίκης της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Θεσσαλονίκης χορηγήθηκε στην αιτούσα άδεια λειτουργίας του σταθμού, με την 38835/Φ.6362/6.5.2005 πράξη της αυτής Υπηρεσίας, όμως, η άδεια αυτή ανακλήθηκε και χορηγήθηκε στην εταιρεία «…….. ….. …………. …….». Ακολούθησε η από 10.5.2005 έκθεση αυτοψίας ελεγκτικών οργάνων της ως άνω ΔΟΥ στην επιχείρηση της αιτούσης, η οποία, κατά την έκθεση, «1. . . . δεν δύναται να λειτουργήσει υποκατάστημα εκμετάλλευσης σταθμού αυτοκινήτων . . . γιατί: α) δεν διαθέτει τις . . . προϋποθέσεις . . . της παρ. 1 του άρθρου 3 της ΠΟΛ.1169/98, β) δεν διαθέτει την απαραίτητη άδεια λειτουργίας . . ., γ) στον ίδιο χώρο . . . υφίσταται υποκατάστημα της «… ..» με το ίδιο αντικείμενο εργασιών . . . 2. . . . υποβλήθηκε ανακριβής δήλωση ίδρυσης υποκαταστήματος ως προς τη διεύθυνση, . . . ενώ δηλώνεται . . . η ……. .. . . ., η εγκατάσταση λειτουργεί επί της οδού …. ………. .. . . .». Κατόπιν αιτημάτων της αιτούσης περί συνεχίσεως θεωρήσεως από την ανωτέρω ΔΟΥ βιβλίων και στοιχείων του εν λόγω υποκαταστήματός της και κατ’ επίκληση αφ’ ενός της προαναφερθείσης εκθέσεως, αφ’ ετέρου δε των παρατιθεμένων στην προηγουμένη σκέψη διατάξεων εκδόθηκε η 9610/12.5.2005 πράξη του Προϊσταμένου της ανωτέρω ΔΟΥ, με την οποία αποφασίσθηκε η ανάκληση της 1472/18.4.2005 βεβαιώσεως εγκαταστάσεως εσωτερικού της αιτούσης. Την ακύρωση αυτής της πράξεως και «της τεκμαιρομένης παραλείψεως της ΔΟΥ να συνεχίσει να θεωρεί τα βιβλία και στοιχεία» του υποκαταστήματός της ζητεί, όπως ήδη εκτέθηκε, με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα εταιρεία.
8. Επειδή, η διαφορά, η οποία γεννάται από την εφαρμογή των παρατεθεισών στη σκέψη 5 διατάξεων των άρθρων 36 παρ. 1 περ. β’ του ν. 2859/2000, 36 παρ. 2 περ. γ’ και 8 περ. β’ του ΚΒΣ και 3 της 1068526/ 2620/ΔΜ/ΠΟΛ.1169/9.6.1998 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, κατ’ επίκληση των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, είναι ακυρωτική, καθ’ όσον η κατά τις διατάξεις αυτές άρνηση θεωρήσεως φορολογικών βιβλίων και στοιχείων, ως συνέπεια της ανακλήσεως χορηγηθείσης από τον Προϊστάμενο της αρμοδίας ΔΟΥ βεβαιώσεως εγκαταστάσεως εσωτερικού, δεν συνάπτεται στενώς και αναγκαίως με ατομική φορολογική υποχρέωση της επιχειρήσεως. Ως εκ τούτου, η αμφισβήτηση της νομιμότητας της ανωτέρω πράξεως υπόκειται σε αίτηση ακυρώσεως. Κατά τη γνώμη όμως των Συμβούλων Α. Συγγούνα, Β. Καλαντζή και Β. Γρατσία και της Παρέδρου Ο. Ζύγουρα, η κατά τις ως άνω διατάξεις άρνηση θεωρήσεως φορολογικών βιβλίων και στοιχείων, ως συνέπεια της ανακλήσεως χορηγηθείσας από τον Προϊστάμενο της αρμοδίας ΔΟΥ βεβαιώσεως εγκαταστάσεως εσωτερικού, συνάπτεται στενώς και αναγκαίως με ατομική φορολογική υποχρέωση της επιχειρήσεως (πρβλ. ΣτΕ 1625/2001). Συνεπώς, κατά τη γνώμη αυτή, η αμφισβήτηση της νομιμότητας της ανωτέρω πράξεως υπόκειται σε προσφυγή ουσίας ενώπιον του κατά τόπον αρμοδίου Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, στο οποίο θα έπρεπε να παραπεμφθούν η υπό κρίση αίτηση και οι ασκηθείσες παρεμβάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991 (Α’ 150), σε συνδυασμό με τα άρθρα 6 παρ. 1 και 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.