Αριθμός 1056/2012
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Ε΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12 Ιανουαρίου 2011, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος, Ιω. Μαντζουράνης, Αικ. Σακελλαροπούλου, Μ. Γκορτζολίδου, Θ. Αραβάνης, Σύμβουλοι, Χρ. Ντουχάνης, Χρ. Λιάκουρας, Πάρεδροι. Γραμματέας η Π. Μερτζανάκη.
Για να δικάσει την από 25 Σεπτεμβρίου 2006 αίτηση:
των: 1) Δημητρίου Αθηναίου, 2) Ουρανίας Αθηναίου, 3) Νικολάου Ζούλια, 4) Ελένης Κακοσίμου, 5) Νεφέλης Θεοχάρους, 6) Ελένης Ρεϊζίδου, 7) Νικήτα Χατζηλιά, 8) Μαρίας Χατζηλιά, 9) Πηνελόπης Χριστοδούλου, 10) Διονυσίας Γεωργιάδου, 11) Φωτεινής Ζούλια, 12) Νίκης Ζαχαρίου, 13) Αλεξάνδρου Σαμαρά, 14) Δήμητρας Σταϊκοπούλου, κατοίκων Χολαργού Αττικής (Θάλειας 33), οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Διάκο (Α.Μ. 8419), στον οποίο δόθηκε προθεσμία έως την 31η Ιανουαρίου 2011, για τη νομιμοποίησή του, 15) Ελένης Γαβριώτου, 16) Αριστομένη Παπαγεωργίου, 17) Γιαννούλας Σφυρή, 18) Ευαγγέλου Θωμόπουλου, 19) Γεωργίας Μαργαρίτη, κατοίκων Χολαργού Αττικής (Σαρανταπόρου 74), οι οποίοι παρέστησαν με τον ίδιο πιο πάνω δικηγόρο Κωνσταντίνο Διάκο, που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, 20) Μαγδαληνής Μπουλανίδη, 21) Δημητρίου Λέκκα, 22) Χρυσούλας Λέκκα, 23) Γεωργίου Λέκκα, κατοίκων Χολαργού Αττικής (Σαρανταπόρου 74), οι οποίοι παρέστησαν με τον ίδιο πιο πάνω δικηγόρο Κωνσταντίνο Διάκο, στον οποίο δόθηκε προθεσμία έως την 31η Ιανουαρίου 2011, για τη νομιμοποίησή του, 24) Αδάμ Τσιολακάκη, 25) Θεανώς Παπαδάκη, κατοίκων Χολαργού Αττικής (Σαρανταπόρου 57), οι οποίοι παρέστησαν με τον ίδιο πιο πάνω δικηγόρο Κωνσταντίνο Διάκο, που τον διόρισαν στο ακροατήριο, 26) Βεατρίκης Καρατζά, 27) Σταυρούλας Γαλάρη, 28) Δήμητρας Κουτσουραδή, 29) Μαρίας Παπασιδέρη, 30) Άρη Βαλαβανόγλου, κατοίκων Χολαργού Αττικής (Σαρανταπόρου 57), 31) Νικολάου Οικονομάκη, 32) Σουζάνας Γιακλόβσκυ, 33) Ερασμίας Οικονόμου, 34) Νικολάου Αρβανίτη, 35) Μιχαήλ Απαλάκη, 36) Μαίρης Μαυροειδή, 37) Ηλία Μαυροειδή, 38) Παναγιώτη Ξέρα, 39) Αθηνάς Πλακιώτη, 40) Κωνσταντίνου Μίχα, 41) Καλλιόπης Μίχα, 42) Νίκης Λιάκου, κατοίκων Χολαργού Αττικής (Ευτέρπης 27), 43) Ευαγγέλου Τριήρη, 44) Καλυψούς Τριήρη, 45) Νικολάου Τριήρη, 46) Παναγιώτη Ρεμούντη, 47) Αικατερίνης Ρεμούντη, 48) Μαρίας Δρόσου, 49) Αλεξάνδρου Δρόσου, 50) Δημητρίου Δρόσου, 51) Κωνσταντίνου Βάρσου, 52) Πηνελόπης Παπακωνσταντοπούλου – Βάρσου, 53) Χρήστου Σταματάκου, 54) Μαρίνας Σταματάκου, 55) Αποστόλου Σταματάκου, 56) Ιωάννη Σταματάκου, 57) Σωτηρίου Καλαγερόπουλου, 58) Μαριάννας Καλαγεροπούλου, 59) Ελένης Μπαλάσκα, 60) Αντώνη Δαρμάρου, 68) Ιωάννη Παναγιωτόπουλου, 69) Ελένης Νικολάου, κατοίκων Χολαργού Αττικής (Ευτέρπης 32), οι οποίοι παρέστησαν με τον ίδιο πιο πάνω δικηγόρο Κωνσταντίνο Διάκο, στον οποίο δόθηκε προθεσμία έως την 31η Ιανουαρίου 2011, για τη νομιμοποίησή του,
κατά της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.), η οποία παρέστη με το δικηγόρο Βασίλειο Κονδύλη (Α.Μ. 13300), που τον διόρισε με εξουσιοδότηση ο Πρόεδρός της Λεωνίδας Κανέλλος,
και κατά της παρεμβαίνουσας Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «COSMOTE – ΚΙΝΗΤΕΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ Α.Ε.» (COSMOTE), που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής (Λεωφ. Κηφισίας 44), η οποία παρέστη με την δικηγόρο Δήμητρα Συκαρά (Α.Μ. 11328), που την διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. πρωτ. 316/90/21.5.2004 απόφαση του Προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, με την οποία τροποποιήθηκε η υπ’ αριθμ. πρωτ. 51173/Β/362/4.5.1998 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Τεχνικής και Ελέγχου Επικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, για την εγκατάσταση σταθμού βάσης κινητής τηλεφωνίας της εταιρείας «ΚΟΣΜΟΤΕ» Α.Ε. σε κτίριο του ΟΤΕ στο Χολαργό (αρ. αδείας Κ-164Α) και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Αικ. Σακελλαροπούλου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, την πληρεξουσία της παρεμβαίνουσας εταιρείας και τον πληρεξούσιο της καθ’ ης Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθ. 2231465, 3216308/2006 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία εισάγεται στην επταμελή σύνθεση λόγω σπουδαιότητας, ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθ. Κ-164Α, 316/90/21.5.2004 απόφασης της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.), με την οποία τροποποιήθηκε η χορηγηθείσα με την υπ’ αριθμ. Κ164/51173/Β/362/4.5.1998 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Τεχνικής και Ελέγχου Επικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, στην εταιρεία «COSMOTE A.E.», άδεια εγκατάστασης κεραίας κινητής τηλεφωνίας, σε ακίνητο επί των οδών Σαρανταπόρου 45 και Ευτέρπης στο Χολαργό Αττικής και παρασχέθηκε σύμφωνη γνώμη για την κατασκευή οικίσκου στέγασης μηχανημάτων των σταθμών ραδιοεπικοινωνίας και των συναφών δομικών έργων.
3. Επειδή, το νομοθετικό πλαίσιο των κεραιών κινητής τηλεφωνίας ρυθμίστηκε αρχικά με το ν. 2075/1992 (Α΄ 129) στο άρθρο 24α του οποίου (που προστέθηκε με το άρθρο 41 παρ. 2 του ν. 2145/1993 (Α΄ 88) και διατηρήθηκε σε ισχύ με τα άρθρα πέμπτο παρ. 3 περ. Β και έκτο του ν. 2246/ 1994, Α΄ 172), ορίστηκαν τα εξής: «1. Εκτός από τις εγκαταστάσεις του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, για την εγκατάσταση κεραίας σταθμού στην ξηρά, εξαιρουμένης της λήψης ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων που προορίζονται για απευθείας λήψη από το ευρύ κοινό, απαιτείται άδεια η οποία χορηγείται από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών. 2. (Όπως το πρώτο εδάφιο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 2181/1994, Α΄ 10). Επιτρέπεται η εγκατάσταση δομικών ή μηχανικών κατασκευών πάνω στις οποίες τοποθετούνται κεραίες, πομποί, αναμεταδότες, και άλλες συναφείς εγκαταστάσεις σε δάση … εφόσον δεν προκαλείται κίνδυνος πυρκαγιάς …, ύστερα από άδεια του οικείου νομάρχη. Η εν λόγω άδεια χορηγείται σε … τηλεπικοινωνιακές επιχειρήσεις που έχουν ως αντικείμενο την ίδρυση, εγκατάσταση και λειτουργία δικτύων ραδιοεπικοινωνιών … 5α. Επιτρέπεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών η κατασκευή οικίσκου στέγασης μηχανημάτων σταθμών ραδιοεπικοινωνίας … για την τοποθέτηση κεραιών εκπομπής ή και λήψης ραδιοηλεκτρικών σημάτων … δ. (Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 34 του ν. 2166/1993, Α΄ 137). Για την έγκριση τοποθέτησης των παραπάνω εγκαταστάσεων σε εντός ή εκτός σχεδίου περιοχές ειδικής προστασίας… και κατ’ εξαίρεση των ισχυουσών σε αυτές διατάξεων και περιορισμών απαιτείται η σύμφωνη γνώμη των κατά περίπτωση αρμοδίων υπηρεσιών ή και της Ε.Π.Α.Ε. … ε. Για την κατά τα ανωτέρω τοποθέτηση των εν λόγω εγκαταστάσεων δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής αδείας, αλλά έγκριση που χορηγείται από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία … ζ. Στις δημιουργούμενες ως άνω εγκαταστάσεις λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης του κοινού που καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως … 7. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορούν να τροποποιούνται οι διατάξεις της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου και να καθορίζονται οι εφαρμοζόμενοι τεχνικοί κανονισμοί και οι λεπτομέρειες της διαδικασίας έκδοσης των εγκρίσεων». Κατ’ επίκληση της ανωτέρω εξουσιοδοτικής διατάξεως του εδαφίου ζ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 24α εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 53571/3839/1.9.2000 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Υγείας και Πρόνοιας, Μεταφορών και Επικοινωνιών (Β΄ 1105), με τίτλο «Μέτρα προφύλαξης του κοινού από τη λειτουργία κεραιών εγκατεστημένων στην ξηρά». Με την απόφαση αυτή προβλέφθηκε, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 6 παρ. 1 ότι … «Ο κάτοχος της κεραίας υποβάλλει μελέτη (ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών της κεραίας) στην Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (Ε.Ε.Α.Ε.) και παραλαμβάνει βεβαίωση υποβολής της μελέτης. Η βεβαίωση αυτή υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία για την έκδοση της άδειας εγκατάστασης κεραίας. Στη συνέχεια η Ε.Ε.Α.Ε. ύστερα από εξέταση της μελέτης, το συντομότερο δυνατόν, αποστέλλει τη σύμφωνη γνώμη της στην αρμόδια υπηρεσία προκειμένου να χορηγηθεί η άδεια εγκατάστασης της κεραίας. Πάντως εάν παρέλθει χρονικό διάστημα ενός (1) μήνα από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής μελέτης από την Ε.Ε.Α.Ε. και δεν έχει ειδοποιηθεί η αρμόδια υπηρεσία από την Ε.Ε.Α.Ε. για την ύπαρξη τυχόν σφάλματος στη μελέτη, χορηγείται η άδεια με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 7». Στη συνέχεια με το ν. 2801/ 2000 ρυθμίστηκε εκ νέου το καθεστώς των κεραιών κινητής τηλεφωνίας. Στο άρθρο 1 του νόμου αυτού υπό τον τίτλο «Κεραίες», ορίστηκαν τα ακόλουθα: «1. Ορισμοί … 2. Δημιουργία κατασκευών κεραιών στην Ξηρά. Α. Για την κατασκευή κεραίας σταθμού στην ξηρά, που χρησιμοποιείται για την εκπομπή ή / και λήψη ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας ή χρησιμοποιείται ως μέρος ενός συστήματος κεφαλής δικτύου καλωδιακής τηλεόρασης απαιτείται άδεια, η οποία χορηγείται από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών (ήδη, από 1.1.2001, από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, σύμφωνα με τα άρθρα 3 παρ. 14 εδ. κ και 16 του ν. 2867/2000, Α΄ 273). Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται: Β. Πριν από νέα κατασκευή κεραίας ή τροποποίηση υφιστάμενης κατασκευής ο κάτοχος του σταθμού πρέπει να μεριμνήσει για την έκδοση της άδειας ή την τροποποίησή της. … Γ. … Δ. Με αποφάσεις του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζεται η μορφή και το περιεχόμενο της αίτησης που υποβάλλεται για κάθε περίπτωση νέας ή υφιστάμενης κατασκευής, τα στοιχεία και οι όροι που περιλαμβάνονται υποχρεωτικά στην άδεια, η ακολουθούμενη διαδικασία για την έκδοσή της, τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Μέχρι την έκδοση των αποφάσεων αυτών, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24Α του ν. 2075/1992 (Α΄ 124). Ε. Για την εγκατάσταση σταθμών των εταιρειών που παρέχουν τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στο κοινό, επιτρέπεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών η κατασκευή οικίσκου στέγασης μηχανημάτων των σταθμών ραδιοεπικοινωνίας … και δομικών κατασκευών (μεταλλικών πυλώνων, ιστών, δικτυωμάτων κ.λπ.) … Η. Για την τοποθέτηση, σύμφωνα με την παράγραφο αυτήν, των σχετικών εγκαταστάσεων, δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας, αλλά έγκριση που χορηγείται από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία ύστερα από έλεγχο των δικαιολογητικών που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. Με την ίδια απόφαση μπορούν να καθορίζονται οι λεπτομέρειες της διαδικασίας έκδοσης των πολεοδομικών εγκρίσεων και να προσδιορίζονται οι περιπτώσεις για τις οποίες η έγκριση από τον οικείο Νομάρχη των περιβαλλοντικών όρων εγκατάστασης κατασκευών κεραιών αποτελεί προϋπόθεση της πολεοδομικής έγκρισης. Μέχρι την έκδοση των αποφάσεων αυτών εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24Α του ν. 2075/1992». Κατ’ επίκληση του ανωτέρω εδαφίου Δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2801/2000 εκδόθηκε ο υπ’ αριθμ. 236/ 79/23.11.2001 «κανονισμός αδειών κατασκευών στην ξηρά» (Β΄ 1649/ 2001) από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.), στην οποία είχε παραχωρηθεί, δυνάμει της παρ. 14 του άρθρου 3 του ν. 2867/2000 (Α΄ 273), η αρμοδιότητα έκδοσης των κανονιστικών και ατομικών πράξεων που αφορούσαν την έκδοση αδειών κατασκευής κεραιών κινητής τηλεφωνίας κατ’ άρθρο 1 του ν. 2801/2000. Στο άρθρο 7 του ανωτέρω κανονισμού, με τίτλο «Τροποποίηση Άδειας» ορίστηκαν τα εξής: «1. Αλλαγή της θέσης της Κατασκευής Κεραίας δεν μπορεί να γίνει με τροποποίηση της Άδειας αλλά απαιτεί την έκδοση νέας Άδειας Κατασκευής Κεραίας, σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο άρθρο 3 του παρόντος. 2. Πριν από τροποποίηση υφιστάμενης Κατασκευής Κεραίας, απαιτείται τροποποίηση της Άδειας για την οποία μεριμνά ο κάτοχος της Άδειας. Ιδιαίτερα, τροποποίηση της Άδειας υφιστάμενης Κατασκευής Κεραίας, απαιτείται στις ακόλουθες περιπτώσεις : α. Τροποποίηση του δομικού μέρους της υφιστάμενης Κατασκευής Κεραίας, συμπεριλαμβανομένου του ύψους της Κατασκευής. β. Χρήση της υπάρχουσας Κατασκευής Κεραίας για διεξαγωγή επιπρόσθετων Υπηρεσιών Ραδιοεπικοινωνίας πλέον των προβλεπομένων στην Άδεια Κατασκευής Κεραίας. 3. Για την τροποποίηση της Άδειας, ο Κάτοχος της Άδειας θα πρέπει να υποβάλει στην Ε.Ε.Τ.Τ. αίτηση, η οποία περιλαμβάνει βεβαίωση κατάθεσης νέας μελέτης στην Ε.Ε.Α.Ε. ή γνωμάτευση επί αυτής και εφόσον ισχύει η περίπτωση του εδαφίου α΄ της παραγρ. 2 του παρόντος άρθρου, νέα πολεοδομικά σχέδια της Κατασκευής, σύμφωνα με το Παράρτημα Ι και τη σύμφωνη γνώμη της ΥΠΑ, εφόσον υπάρχει αύξηση του ύψους της Κατασκευής. 4. Δεν απαιτείται τροποποίηση της Άδειας Κατασκευής Κεραίας για τις περιπτώσεις προσθήκης κεραιών, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται αθροιστικά οι παρακάτω προϋποθέσεις: α. τοποθετούνται σε νόμιμα υφιστάμενη Κατασκευή Κεραίας, β. οι συγκεκριμένες κεραίες προορίζονται για διεξαγωγή Υπηρεσιών Ραδιοεπικοινωνίας που προβλέπονται στην Άδεια Κατασκευής Κεραίας, γ. δεν προκαλείται οποιαδήποτε τροποποίηση στη δομική κατασκευή της Κατασκευής Κεραίας, συμπεριλαμβανομένου του ύψους της Κατασκευής, δ. υπάρχει βεβαίωση υποβολής νέας μελέτης στην Ε.Ε.Α.Ε. ή γνωμάτευση της Ε.Ε.Α.Ε., σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Κ.Υ.Α. 53571/3839/2000 (ΦΕΚ 1105/Β/2000) ή σε άλλη διάταξη Νόμου ή Υπουργικής Απόφασης ή Πράξη της Διοίκησης με την οποία η εν λόγω Κ.Υ.Α. τροποποιείται ή αντικαθίσταται, ε. έχει γίνει Εκχώρηση των ραδιοσυχνοτήτων ή Απονομή των χρησιμοποιούμενων ραδιοσυχνοτήτων για αποκλειστική χρήση ή οι ραδιοσυχνότητες που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν δεν χρειάζονται Εκχώρηση ή Απονομή, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Στις περιπτώσεις αυτές, ο κάτοχος της Κατασκευής Κεραίας υποχρεούται, πριν από την τοποθέτηση των κεραιών, να καταθέσει στην Ε.Ε.Τ.Τ.: Δήλωση με τα στοιχεία της κεραίας, όπως στο Παράρτημα ΙΙ, Βεβαίωση υποβολής νέας μελέτης στην Ε.Ε.Α.Ε. ή γνωμάτευση επί της μελέτης αυτής, Αποδεικτικό νόμιμης χρήσης της ραδιοσυχνότητας». Ακολούθως με την υπ’ αριθ. Η.Π. 15393/2332/5.8.2002 κ.υ.α. (Β΄ 1022), που εκδόθηκε κατ’ επίκληση των διατάξεων του ν. 3010/2002 (Α΄ 91), και σε συμμόρφωση προς τις οδηγίες 96/61/ΕΚ και 97/11/ΕΚ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, συμπληρώθηκε δε με την κ.υ.α. ΕΥΠΕ/οικ. 126880/2.3.2007 (Β΄ 435), κατατάχθηκαν ως ειδικά έργα στα έργα της δεύτερης κατηγορίας, για τα οποία απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων και έγκριση περιβαλλοντικών όρων, οι σταθμοί βάσης και οι αναμεταδότες κινητής τηλεφωνίας, οι οποίοι δεν είχαν περιληφθεί στους πίνακες της προγενέστερης σχετικής κ.υ.α. υπ’ αριθ. 69269/5387/24.10. 1990 (Β΄ 678). Κατόπιν τούτου με τον υπ’ αριθ. 355/18/15.9.2005 Κανονισμό της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Β΄ 1471), με τον οποίο συμπληρώθηκε το παράρτημα και αντικαταστάθηκε η προαναφερόμενη παράγραφος 3 του άρθρου 7 του Κανονισμού υπ’ αριθ. 236/79/23.11.2001, προστέθηκε η έγκριση περιβαλλοντικών όρων στα απαιτούμενα για τη χορήγηση και για την τροποποίηση αδείας κατασκευής κεραίας υπαγόμενης στις διατάξεις του ν. 2801/2000. Στη συνέχεια, εκδόθηκε ο ν. 3431/2006 ο οποίος ρύθμισε εξ υπαρχής τα ζητήματα χορήγησης αδειών εγκατάστασης κεραιών κινητής τηλεφωνίας. Ειδικότερα, στο άρθρο 1 παρ. 1 ορίζεται ότι: «Οι διατάξεις το παρόντος νόμου καθορίζουν το πλαίσιο παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών εντός της Ελληνικής Επικράτειας, ενσωματώνοντας συγχρόνως και τις οδηγίες 2002/19/ΕΚ, 2002/20/ΕΚ, 2002/21/ΕΚ, 2202/22/ΕΚ και 2002/77/ ΕΚ», στο άρθρο 6 ότι «1. … ο έλεγχος, η ρύθμιση και η εποπτεία της αγοράς των ηλεκτρονικών επικοινωνιών ασκούνται από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.), η οποία αποτελεί την Εθνική Ρυθμιστική Αρχή (NRA) σε θέματα παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών και είχε συσταθεί με το ν. 2246/1994 … 2. Η Ε.Ε.Τ.Τ. είναι ανεξάρτητη διοικητική αρχή με έδρα την Αθήνα και απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας. … 3. …». Στο άρθρο 12 προβλέπονται οι αρμοδιότητες της Ε.Ε.Τ.Τ., από τις οποίες οι περισσότερες συνίστανται σε έκδοση εκτελεστών ατομικών πράξεων και αποφάσεων κανονιστικού περιεχομένου και στις οποίες περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση λβ΄ του άρθρου αυτού, τόσο κατά την αρχική διατύπωσή της, όσο και μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 24 παρ. 2 του ν. 3534/2007 (Α΄ 40), η χορήγηση των αδειών κατασκευής κεραιών σταθμών στην ξηρά σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και η έκδοση κάθε αναγκαίας κανονιστικής πράξεως για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, αναφερόμενης ιδίως στη διαδικασία χορηγήσεως της άδειας κατασκευής, στους όρους συνεγκαταστάσεως ή από κοινού χρήσεως ευκολιών, στις προϋποθέσεις ταυτοποιήσεως της κάθε κατασκευής κεραίας και στις διαδικασίες τροποποιήσεως ή ανακλήσεως των αδειών. Περαιτέρω, στο άρθρο 31 του νόμου αυτού ορίστηκαν τα ακόλουθα: «1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στις κατασκευές κεραιών για τις οποίες απαιτείται άδεια σύμφωνα με το στοιχείο Α΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2801/2000 (ΦΕΚ 46 Α΄). 2. Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (Ε.Ε.Α.Ε.), είτε διά των οργάνων της ή με συνεργεία που έχουν ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτηθεί από αυτήν, υποχρεούται να ελέγχει την τήρηση των ορίων ασφαλούς έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία από κάθε κεραία: α) αυτεπαγγέλτως και κατά τρόπο δειγματοληπτικό, ετησίως σε ποσοστό 20% τουλάχιστον των αδειοδοτημένων από την Ε.Ε.Τ.Τ. κεραιών, που λειτουργούν εντός σχεδίου πόλεως, β) κατόπιν αίτησης εκ μέρους της Ε.Ε.Τ.Τ. ή οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου, που έχει έννομο συμφέρον, εντός είκοσι εργάσιμων ημερών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος. Στην περίπτωση αυτή η Ε.Ε.Α.Ε. υποχρεούται να γνωστοποιεί αμέσως τα αποτελέσματα του ελέγχου στον αιτούντα και στον κάτοχο της κατασκευής κεραίας… 3. … Τα αποτελέσματα των ελέγχων ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας δημοσιεύονται άμεσα στην ιστοσελίδα της Ε.Ε.Α.Ε. και συγκεντρωτικά ανά έτος. 4. Σε περίπτωση διαπίστωσης υπέρβασης των επιτρεπόμενων ορίων εκπεμπόμενης ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, εφαρμόζονται οι κυρώσεις, που προβλέπει η υπ’ αριθμ. 53571/3839/6.9.2000 (ΦΕΚ 1105 Β΄) κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Μεταφορών και Επικοινωνιών. Με κοινή απόφαση των Υπουργών αυτών μπορεί να τροποποιείται η άνω απόφαση. … 5. … 9. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου απαγορεύεται η εγκατάσταση κατασκευής κεραίας, για την οποία δεν έχει υποβληθεί και εγκριθεί από την Ε.Ε.Α.Ε. μελέτη, που αποδεικνύει ότι δεν υπάρχουν χώροι γύρω από την κεραία ελεύθερα προσπελάσιμοι από το γενικό πληθυσμό, στους οποίους τα όρια έκθεσης υπερβαίνουν το 70% των τιμών, που καθορίζονται στα άρθρα 2 – 4 της υπ’ αριθμ. 53571/3839/6.9.2000 κοινής υπουργικής απόφασης ή στην εκάστοτε ισχύουσα αντίστοιχη κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Μεταφορών και Επικοινωνιών. 10. Σε περίπτωση εγκατάστασης κατασκευής κεραίας σε απόσταση μέχρι 300 μέτρων από την περίμετρο κτιριακών εγκαταστάσεων βρεφονηπιακών σταθμών, σχολείων, γηροκομείων και νοσοκομείων, τα όρια έκθεσης του κοινού απαγορεύεται να υπερβαίνουν το 60% των τιμών, που καθορίζονται στα άρθρα 2 – 4 της υπ’ αριθμ. 53571/3839/6.9.2000 κοινής υπουργικής απόφασης ή στην εκάστοτε ισχύουσα αντίστοιχη κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Μεταφορών και Επικοινωνιών. … 12. Πολεοδομικές παραβάσεις σε ακίνητα, επί των οποίων ήδη υφίσταται κατασκευή κεραίας, δεν θίγουν τη νομιμότητα της άδειας της κατασκευής κεραίας, εφόσον οι παραβάσεις δεν αφορούν την κεραία ή τον οικίσκο αυτής ή την ασφάλεια του κτιρίου, και υπό την προϋπόθεση, ότι το κτίριο ή το δώμα, επί του οποίου τοποθετείται η κεραία, δεν στερείται πολεοδομικής άδειας. 13. Για την τοποθέτηση εγκαταστάσεων κεραιών και συναφών κατασκευών δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας, αλλά έγκριση, που χορηγείται από την αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία, ύστερα από έλεγχο των δικαιολογητικών, που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, σύμφωνα με την παρ. 2Η του άρθρου 1 του ν. 2801/2000 και κοινοποιείται στην Ε.Ε.Τ.Τ. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24Α του ν. 2075/1992 (ΦΕΚ 129 Α΄). … 15. Στις δημιουργούμενες ως άνω εγκαταστάσεις λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης του κοινού, που καθορίζονται εκάστοτε με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, και μέχρι της καθ’ οιονδήποτε τρόπο τροποποιήσεως ή ανακλήσεώς της, εφαρμόζεται η υπ’ αριθ. 53571/3839/6.9.2000 κοινή απόφαση «Μέτρα προφύλαξης του κοινού από τη λειτουργία κεραιών εγκατεστημένων στην ξηρά», η οποία ισχύει ως έχει με την επιφύλαξη των διατάξεων, όπως τροποποιείται με το άρθρο αυτό. 16. Οι Πολεοδομικές Υπηρεσίες, στις οποίες κατατίθεται τα δικαιολογητικά για την έγκριση της τοποθέτησης των εγκατεστημένων κεραιών, υποχρεούνται, εντός δύο μηνών από της υποβολής τους, να αποφανθούν αιτιολογημένα επί της νομιμότητας και καταλληλότητας αυτών. Σε περίπτωση άπρακτης παρόδου του ανωτέρω διαστήματος θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί η πολεοδομική έγκριση. Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, ανάκλησης της απάντησης ή άρνησης αποδοχής των δικαιολογητικών, ο κύριος της εγκατάστασης δικαιούται να προσφύγει στον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, ο οποίος κρίνει επί της ουσιαστικής και τυπικής νομιμότητας των πράξεων της αρμόδιας Πολεοδομικής Υπηρεσίας και εκδίδει ή απορρίπτει οριστικά την αιτούμενη έγκριση εντός τριάντα ημερών από την κατάθεση πλήρους φακέλου. … 17. Η περιβαλλοντική αδειοδότηση προηγείται της χορήγησης άδειας εγκατάστασης κατασκευών κεραιών από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων. Η Περιβαλλοντική Μελέτη κατατίθεται από τον Κάτοχο του Σταθμού ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του, που μπορεί να είναι και νομικό πρόσωπο, στην οικεία Γενική Γραμματεία Περιφέρειας, σύμφωνα με το ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160 Α΄), η οποία, εντός προθεσμίας δέκα ημερών από της καταθέσεώς της, την αποστέλλει για γνωμοδότηση στην Ε.Ε.Α.Ε. Η οικεία Γενική Γραμματεία Περιφέρειας αποφαίνεται περί της υποβληθείσης Μελέτης, μετά τη σύμφωνη γνώμη της Ε.Ε.Α.Ε. και η σχετική απόφαση κοινοποιείται και στον αιτούντα. 18. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, η οποία πρέπει να εκδοθεί εντός έξι μηνών από της δημοσίευσης του παρόντος, καθορίζεται το περιεχόμενο και εξειδικεύεται η ως άνω διαδικασία των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.) για τις εγκαταστάσεις κεραιών σταθμών στην ξηρά. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής, οι αρμόδιες αρχές υποχρεούνται να εκδίδουν τις σχετικές εγκρίσεις σύμφωνα με τις διατάξεις για το περιεχόμενο των Μ.Π.Ε., ακολουθώντας τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου. 19. Για τους προϋφιστάμενους της ισχύος του παρόντος σταθμούς, οι οποίοι στερούνται Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων, απαιτείται η υποβολή Περιβαλλοντικής Μελέτης ή Έκθεσης, κατά περίπτωση, στην Αρχή, που είναι η αρμόδια για την έκδοση της σχετικής έγκρισης, εντός δώδεκα μηνών από την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων της παραγράφου 18, εφαρμοζομένης κατά τα λοιπά της παραγράφου 17. Η ως άνω προθεσμία δύναται να παραταθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Για τους σταθμούς αυτούς, διατηρούνται σε ισχύ οι χορηγηθείσες πολεοδομικές εγκρίσεις. 20. Για τους προϋφιστάμενους της ισχύος του παρόντος σταθμούς, οι οποίοι είναι εφοδιασμένοι με Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων, απαιτείται η υποβολή στην Ε.Ε.Α.Ε. μελέτης ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών της κεραίας, σύμφωνα με τα όρια ασφαλούς έκθεσης του κοινού, κατά τις παραγράφους 9 και 10 και η αδειοδότηση από την Ε.Ε.Τ.Τ., εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Η ως άνω προθεσμία δύναται να παραταθεί με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών. Για τους σταθμούς αυτούς διατηρούνται σε ισχύ οι χορηγηθείσες περιβαλλοντικές και πολεοδομικές εγκρίσεις. 21. Δεν επιτρέπεται η εγκατάσταση κατασκευής κεραίας κινητής τηλεφωνίας σε κτιριακές εγκαταστάσεις βρεφονηπιακών σταθμών, σχολείων, γηροκομείων και νοσοκομείων. Υφιστάμενες κατασκευές κεραιών επί των ανωτέρω κτιρίων απομακρύνονται εντός διαστήματος έξι μηνών από τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου. …». Περαιτέρω, οι προθεσμίες που προβλέπονται στις ανωτέρω παραγράφους 19 και 20, ύστερα από διαδοχικές παρατάσεις, τελικώς παρατάθηκαν, αντιστοίχως, μέχρι 31.3.2012 με την ΥΑ 11744/393/13.5.2011 (Β΄ 879) και μέχρι 31.12.2011 με την ΥΑ 285/11/2011 (Β΄ 8). Με την προβλεπόμενη δε στην παρ. 18 του πιο πάνω άρθρου κοινή υπουργική απόφαση ρυθμίσθηκε το ζήτημα της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης των κεραιών κινητής τηλεφωνίας (ΥΑ 126884/2007, Β΄ 435). Τέλος, στο άρθρο 67 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Οι αποφάσεις της Ε.Ε.Τ.Τ. υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα ημερών από τη δημοσίευσή τους, προκειμένου περί κανονιστικών αποφάσεων ή την κοινοποίησή τους σε κάθε άλλη περίπτωση. 2. … 3. … 4. Κατά των αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, μπορεί να ασκηθεί αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Η αίτηση αναίρεσης εκδικάζεται εντός τριμήνου από την ημερομηνία κατάθεσή της στο Συμβούλιο της Επικρατείας και εκδίδεται απόφαση εντός τεσσάρων μηνών από τη συζήτησή της», στο άρθρο 70 παρ. 2 ότι «Από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος καταργούνται: α) Ο ν. 2867/2000… πλην των… καθώς και των διατάξεων που αφορούν στον τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών…» και στο άρθρο 74 ότι «Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται …».
4. Επειδή, με την 3919/2010 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου, κρίθηκε ότι, και μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του έτους 2001, η θέση του Συμβουλίου της Επικρατείας ως δικαστηρίου που δικάζει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 94 και 95 του Συντάγματος, την αίτηση ακυρώσεως κατά των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών, είναι καίρια στο σύστημα του Κράτους Δικαίου που καθιερώνει το Σύνταγμα, το δε εύρος της γενικής ακυρωτικής δικαιοδοσίας του δικαστηρίου αυτού δεν καταλείπεται στην απόλυτη διάθεση του κοινού νομοθέτη και, συνεπώς, ο περιορισμός της δια της μεταφοράς κατηγοριών υποθέσεων προς εκδίκαση στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο από την άποψη της τηρήσεως των συνταγματικών ορίων. Περαιτέρω με την ίδια απόφαση κρίθηκε, καθ’ ερμηνεία των ως άνω συνταγματικών διατάξεων, ότι ο νόμος μπορεί να αναθέτει στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, όταν η διαφορά γεννάται από εκτελεστή διοικητική πράξη, μόνον ειδική αρμοδιότητα, για συγκεκριμένες κατηγορίες υποθέσεων, η φύση και η σπουδαιότητα των οποίων δεν επιβάλλει, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, την εκδίκασή τους από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Η κατά τα ανωτέρω ανατιθέμενη στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια αρμοδιότητα μπορεί να οργανωθεί από το νόμο είτε ως ακυρωτική, όταν το αίτημα ενώπιον του δικαστηρίου δεν μπορεί, σύμφωνα με το νόμο να έχει ως περιεχόμενο την τροποποίηση, αλλά μόνο την εν όλω ή εν μέρει ακύρωση εκτελεστής διοικητικής πράξεως, είτε ως αρμοδιότητα που εκτείνεται σε άσκηση πλήρους δικαιοδοσίας, όταν το αίτημα ενώπιον του δικαστηρίου μπορεί, σύμφωνα με τον νόμο, να είναι, εκτός από την ακύρωση, και η μεταρρύθμιση εκτελεστής διοικητικής πράξεως και το δικαστήριο έχει, κατ’ αρχήν, την εξουσία να διαμορφώσει το ουσιαστικό περιεχόμενο της πράξεως ή του δικαιώματος, της υποχρεώσεως ή της καταστάσεως που απορρέει από αυτή, μετά από διάγνωση των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως. Τέλος, με την ίδια απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου κρίθηκε, ότι από τις προαναφερόμενες διατάξεις, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με τα άρθρα 26 και 43 του Συντάγματος, με τα οποία, αντιστοίχως κατοχυρώνεται η αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών και προβλέπεται ο θεσμός της νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, προκύπτει ότι δεν επιτρέπεται να οργανώνεται η αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ως εκτεινόμενη σε άσκηση πλήρους δικαιοδοσίας για την εκδίκαση των κατηγοριών υποθέσεων, στις οποίες η άσκηση της δικαιοδοσίας αυτής συνεπάγεται την υπεισέλευση της δικαστικής λειτουργίας στην εκτελεστική επί θεμάτων, για τα οποία είναι αυτή αποκλειστικώς αρμόδια, είτε λόγω ρητής συνταγματικής προβλέψεως, όπως στην περίπτωση της προσβολής κανονιστικών διοικητικών πράξεων, των οποίων η μεταρρύθμιση θα συνιστούσε θέσπιση νέας κανονιστικής διοικητικής πράξεως, για την οποία αρμόδια είναι μόνο τα προβλεπόμενα από το άρθρο 43 του Συντάγματος όργανα της εκτελεστικής εξουσίας, είτε, προκειμένου περί ατομικών διοικητικών πράξεων, λόγω των απαιτούμενων για την έκδοσή τους προϋποθέσεων, του χαρακτήρα της έρευνας, βάσει της οποίας μπορεί να διαπιστωθεί η συνδρομή των προϋποθέσεων αυτών και των συνεπειών μεταρρυθμίσεως της πράξεως, ενόψει των οποίων η άσκηση της πλήρους δικαιοδοσίας, κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα, θα παραβίαζε τα όρια της ανατιθέμενης αποκλειστικώς στα όργανα της Διοικητικής κρατικής εξουσίας, βάσει της αρχής της διακρίσεως των λειτουργιών. Εξ άλλου, με την πιο πάνω απόφαση της Ολομελείας κρίθηκε περαιτέρω, ότι με τις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 67 του ν. 3431/2006, προβλέπεται η μετατροπή των διαφορών που ανακύπτουν από οποιαδήποτε απόφαση, κανονιστική ή ατομική, της Ε.Ε.Τ.Τ. σε διαφορές πλήρους δικαιοδοσίας και ότι, προκειμένου περί διαφορών που ανακύπτουν από ατομικές διοικητικές πράξεις, η συνταγματικότητα ή μη της ρυθμίσεως αυτής, δηλαδή η κρίση του ζητήματος αν η άσκηση πλήρους δικαιοδοσίας θα παραβίαζε τα όρια της ανατιθέμενης αποκλειστικώς στα όργανα της Διοίκησης κρατικής εξουσίας, βάσει της αρχής της διακρίσεως των λειτουργιών, είναι εξεταστέα βάσει των ανωτέρω κριτηρίων για κάθε κατηγορία υποθέσεων.
5. Επειδή, οι διαφορές που γεννώνται από την προσβολή των ατομικών διοικητικών πράξεων της Ε.Ε.Τ.Τ., που έχουν ως αντικείμενο τη χορήγηση, τροποποίηση ή ανάκληση άδειας εγκατάστασης κεραίας κινητής τηλεφωνίας, δεν είναι δεκτικές ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί με την απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, δεδομένου ότι η ρυθμιστική αρχή χορηγεί την άδεια βάσει εκτιμήσεων που συνδέονται με τον έλεγχο τηλεπικοινωνιακής σκοπιμότητας, η εκτίμηση της οποίας ανήκει στο πεδίο δράσης της ενεργού Διοίκησης, μη δυνάμενη να ανατεθεί στα όργανα της δικαστικής εξουσίας, δεδομένου και ότι η άσκηση της αρμοδιότητας αυτής συναρτάται ευθέως με ειδικές επιστημονικές γνώσεις και τεχνικές κρίσεις, η εξέταση της ορθότητας των οποίων, στο πλαίσιο άσκησης πλήρους δικαιοδοσίας, δεν διευρύνει τη λυσιτέλεια και αποτελεσματικότητα του δικαστικού ελέγχου και ως εκ τούτου για τις υποθέσεις αυτές, η αίτηση ακυρώσεως αποτελεί αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα. Συνεπώς, η επίμαχη διάταξη του άρθρου 67 του ν. 3431/2006, είναι αντισυνταγματική, κατά το μέρος που μετατρέπει τις διαφορές αυτές σε διαφορές πλήρους δικαιοδοσίας. Περαιτέρω, όμως οι διαφορές αυτές, ο οποίες, ως ακυρωτικές, ανήκουν καταρχήν στη δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενόψει του τεκμηρίου ακυρωτικής αρμοδιότητας του δικαστηρίου αυτού, όπως έχει ήδη εκτεθεί, επιτρεπτώς, ενόψει της φύσεως και της σπουδαιότητάς τους, υπάγονται με τις πιο πάνω διατάξεις στην ακυρωτική αρμοδιότητα του διοικητικού εφετείου. Ενόψει δε τούτων, στις διαφορές αυτές ισχύει η γενική 60θήμερη προθεσμία ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως.
6. Επειδή, περαιτέρω, η κρινόμενη υπόθεση, η οποία, κατά τα ήδη εκτεθέντα, ανήκει στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου υποκείμενη σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, πρέπει να κρατηθεί και να δικασθεί από το Δικαστήριο αυτό, βάσει του άρθρου 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991 (Α΄ 150), για λόγους οικονομίας της δίκης.
7. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνει, με προφανές έννομο συμφέρον, η δικαιούχος της προσβαλλόμενης άδειας εγκατάστασης «COSMOTE – Κινητές Τηλεπικοινωνίες Α.Ε.».
8. Επειδή, το δικόγραφο της κρινομένης αιτήσεως υπογράφεται από δικηγόρο ως πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος νομιμοποιήθηκε με προφορική δήλωση κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο ή με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, το οποίο προσκομίσθηκε εντός της προθεσμίας που χορήγησε ο Πρόεδρος του Τμήματος στον παραστάντα πληρεξούσιο δικηγόρο μόνον ως προς τους αιτούντες με αριθ. 15, 16, 17, 18, 19, 24 και 25. Αντιθέτως, ως προς τους λοιπούς αιτούντες δεν νομιμοποιήθηκε ο δικηγόρος αυτός κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 27 του π.δ/τος 18/1989, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997 (Α΄ 67), και, συνεπώς, ως προς τους αιτούντες αυτούς η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
9. Επειδή, οι αιτούντες, ως προς τους οποίους νομιμοποιήθηκε ο δικηγόρος που υπογράφει την κρινόμενη αίτηση, φερόμενοι ως κάτοικοι γειτονικών ακινήτων, ασκούν με έννομο συμφέρον την κρινόμενη αίτηση ισχυριζόμενοι ότι από την εγκατάσταση και λειτουργία της κεραίας στην επίμαχη θέση, θα προκύψουν σοβαροί κίνδυνοι για την υγεία των κατοίκων της περιοχής.
10. Επειδή, η κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), προθεσμία για την άσκηση αίτησης ακυρώσεως κατά ατομικής διοικητικής πράξης μη δημοσιευτέας, η οποία δεν έχει κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο, αρχίζει από τότε που αυτός έλαβε πλήρη γνώση της έκδοσης της πράξης και του περιεχομένου της. Το δε συγκεκριμένο χρονικό σημείο της πλήρους γνώσης μπορεί να τεκμαίρεται κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων κάθε υπόθεσης.
11. Επειδή, η άδεια εγκατάστασης κεραίας κινητής τηλεφωνίας εκδίδεται χωρίς δημοσιότητα, μόνη δε η τοποθέτηση της προβλεπόμενης στη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2801/2000 πινακίδας, με τον αριθμό της άδειας, ακόμη και όταν προκύπτει ότι τηρήθηκε η υποχρέωση αυτή, δεν συνιστά στοιχείο πρόσφορο για τη γνώση της αδείας από τους περιοίκους, διότι κατά νόμο τοποθετείται στη βάση της κεραίας, που αποτελεί σημείο μη προσιτό στο ευρύ κοινό, τουλάχιστον στις περιπτώσεις εγκατάστασης της κεραίας σε δώμα οικοδομής. Στην προκειμένη περίπτωση, η προσβαλλόμενη πράξη της Ε.Ε.Τ.Τ. εκδόθηκε στις 21.5.2004 και η αίτηση ακυρώσεως ασκήθηκε στις 4.10.2006, οι δε αιτούντες προβάλλουν ότι ο τρόπος τοποθέτησης της επίμαχης κεραίας στο δώμα του κτιρίου του ΟΤΕ δεν την καθιστά αντιληπτή, καθώς και ότι το πρώτον έλαβαν γνώση, ύστερα από σχετική αίτησή τους, με το υπ’ αριθ. 24678/Φ.505/ 12.7.2006 έγγραφο της Ε.Ε.Τ.Τ. προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους. Με τα δεδομένα αυτά, δεν μπορεί από μόνη την παρέλευση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος των δύο ετών και πέντε περίπου μηνών από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως έως την κατάθεση της αιτήσεως ακυρώσεως να συναχθεί τεκμήριο γνώσεως της πράξεως αυτής εκ μέρους των αιτούντων σε χρόνο που να καθιστά την κρινόμενη αίτηση εκπρόθεσμη.
12. Επειδή, εξάλλου, υπό το καθεστώς του ν. 2075/1992, είχε κριθεί με τις αποφάσεις 2546/1999 και 1394/2001 του Δ΄ Τμήματος του Δικαστηρίου ότι για την εγκατάσταση κεραίας κινητής τηλεφωνίας δεν απαιτείται η κατά το ν. 1650/1986 τήρηση της διαδικασίας εκτιμήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ενώ με αποφάσεις του Ε΄ Τμήματος (ΣτΕ 3375/ 2000, 3056/2003) έγινε δεκτό το αντίθετο. Τελικώς, με την απόφαση 1264/ 2005 της Ολομελείας του Δικαστηρίου, κρίθηκε ότι από το συνδυασμό των διατάξεων του ν. 1650/1986 και της κ.υ.α. 69269/1990 προκύπτει ότι η εγκατάσταση κεραίας κινητής τηλεφωνίας υπάγεται στα έργα της Β΄ κατηγορίας, για την οποία θεσπίζεται υποχρέωση προηγουμένης εκτιμήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η οποία ισχύει παραλλήλως με την υποχρέωση εφαρμογής μέτρων προφύλαξης του κοινού.
13. Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 31 του ν. 3431/2006, συνάγεται ότι η ρύθμιση της παρ. 19, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα εκ των υστέρων περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως για τους υφιστάμενους κατά την έναρξη ισχύος του σταθμούς, καταλαμβάνει όσους είχαν αδειοδοτηθεί χωρίς να έχει προηγηθεί έγκριση περιβαλλοντικών όρων, έως την έκδοση, κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 3010/2002, της κ.υ.α. 15393/2002, με την οποία για πρώτη φορά ορίσθηκε ρητώς ότι η επίμαχη δραστηριότητα υπόκειται σε περιβαλλοντική αδειοδότηση, με την προϋπόθεση όμως ότι διέθεταν τις απαιτούμενες από το ισχύον κατά το χρόνο εκδόσεως των σχετικών πράξεων καθεστώς, λοιπές εγκρίσεις, όπως η έγκριση του Υπουργού Μεταφορών ή της Ε.Ε.Τ.Τ., η έγκριση της Ε.Ε.Α.Ε., που προβλέφθηκε, κατά τα ήδη εκτεθέντα, με την κ.υ.α. για τα μέτρα προφύλαξης του κοινού του 2000 και η έγκριση για την εκτέλεση δομικών εργασιών, δεδομένου ότι δεν προκύπτει ότι με την ανωτέρω ρύθμιση αποσκοπείται η νομιμοποίηση σταθμών, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί παρανόμως και για τους οποίους δεν είχαν εγκριθεί περιβαλλοντικοί όροι έως την έναρξη ισχύος των ως άνω διατάξεων, αλλά μόνο η δυνατότητα να καλυφθεί η έλλειψη αυτή για τους σταθμούς εκείνους που είχαν εγκατασταθεί υπό το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς, κατά το οποίο δεν απαιτείτο η προϋπόθεση αυτή. Περαιτέρω, η ρύθμιση της παρ. 20, με την οποία αποσκοπείται η προσαρμογή των εγκατεστημένων σταθμών στα όρια ασφαλούς έκθεσης του κοινού που θεσπίζει ο ως άνω νόμος, καταλαμβάνει όσους διέθεταν περιβαλλοντικές εγκρίσεις και προβλέπει τη δυνατότητα υποβολής στην Ε.Ε.Α.Ε. μελέτης ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών, προκειμένου να διαπιστωθεί η προσαρμογή προς τα όρια αυτά, χωρίς να απαιτείται η εκ νέου τήρηση της διαδικασίας κατά τα λοιπά. Κατά την έννοια, πάντως, των ανωτέρω διατάξεων, θεωρούνται νομίμως υφιστάμενοι οι σταθμοί, για τους οποίους είχαν ήδη εγκριθεί περιβαλλοντικοί όροι, έστω και μετά την έκδοση της άδειας εγκατάστασης, δεν απαιτείται δε για τους σταθμούς αυτούς να κινηθεί εκ νέου η ήδη τηρηθείσα διαδικασία, περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Ενόψει δε του πλήθους των εγκατεστημένων κεραιών κρίνονται ανεκτές και οι διαδοχικές παρατάσεις για εύλογο, πάντως, χρόνο. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, δηλαδή το γεγονός ότι η Οδηγία 85/337/ΕΟΚ, όπως ενσωματώθηκε, δεν περιελάμβανε ρητά την επίμαχη δραστηριότητα, ότι υπήρξαν αντίθετες αποφάσεις του Δ΄ και του Ε΄ Τμήματος του Δικαστηρίου και τελικώς το ζήτημα επιλύθηκε με τη μνημονευθείσα απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου, ότι η ως άνω παρ. 19 του άρθρου 31 του ν. 3431/2006 αφορά σταθμούς, για τους οποίους είχαν χορηγηθεί οι λοιπές εγκρίσεις κατά την ισχύουσα νομοθεσία και συνεπώς δεν εστερούντο παντελώς οποιασδήποτε περιβαλλοντικής εκτίμησης, η ρύθμιση της παραγράφου αυτής δεν έρχεται σε αντίθεση με την Οδηγία 85/337/ΕΟΚ. Περαιτέρω, και η ρύθμιση της παρ. 20 του ίδιου άρθρου, με την οποία καλύπτεται η εκ των υστέρων έκδοση περιβαλλοντικών όρων με μόνη την υποβολή μελέτης ακτινοβολιών χωρίς να απαιτείται η εκ νέου τήρηση της διαδικασίας επιτρεπτώς τίθεται κατά τα ήδη εκτεθέντα και δεν έρχεται σε αντίθεση με την Οδηγία 85/337/ΕΚ, όπως αβασίμως προβάλλεται (βλ. ΔΕΚ C-215/2006, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας).
14. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, κατά τα προκύπτοντα από τα στοιχεία του φακέλου, επί της από 20.11.1997 αιτήσεως της Cosmote (αρ. πρωτ. Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών 80206/ 21.11.1997) εκδόθηκε η 51173/Β/362/4.5.1998 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Τεχνικής και Ελέγχου Επικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών περί άδειας εγκατάστασης κεραιών κινητής τηλεφωνίας της εταιρείας αυτής στο κτήριο του ΟΤΕ στην οδό Σαρανταπόρου 45 και Ευτέρπης στο Χολαργό. Ακολούθως με την 8682/1860/3.7. 1998 απόφαση της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Αγίας Παρασκευής εγκρίθηκαν δομικές κατασκευές για την εγκατάσταση της παραπάνω κεραίας. Εν συνεχεία εκδόθηκαν οι Μ.ι./411/1610/20.11.2002 και Μ.ι./411/58/13.1. 2004 γνωματεύσεις της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (Ε.Ε.Α.Ε.) επί μελετών ραδιοεκπομπών κεραίας και λήψης μέτρων προφύλαξης του κοινού, η δε Cosmote υπέβαλε προς την Ε.Ε.Τ.Τ. την από 17.12.2003 αίτηση για άδεια κατασκευής κεραίας σταθμού ξηράς στην ίδια θέση, την οποία αντικατέστησε με την από 17.2.2004 αίτηση (αρ. πρωτ. Ε.Ε.Τ.Τ. 3785/19.2.2004). Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η προσβαλλομένη 316/90/21.5.2004 απόφαση του Προέδρου της Ε.Ε.Τ.Τ. περί τροποποίησης της χορηγηθείσας με την υπ’ αρ. 51173/Β/362/4.5.1998 απόφαση του Υπουργείου Μεταφορών άδειας κατασκευής κεραίας σταθμού ξηράς και, στη συνέχεια, με την οικ. 1/2005/31.12.2004 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για την εγκατάσταση της εν λόγω κεραίας.
15. Επειδή, από τα εκτεθέντα προκύπτει ότι η αρχική άδεια της παρεμβαίνουσας εκδόθηκε στις 4.5.1998, υπό το καθεστώς του ν. 2075/ 1992 και τροποποιήθηκε στις 21.5.2004, με την ήδη προσβαλλόμενη πράξη, ύστερα από την έκδοση και σχετικών γνωματεύσεων της Ε.Ε.Α.Ε. επί μελετών ραδιοεκπομπών κεραίας και λήψης μέτρων προφύλαξης του κοινού, υπό το καθεστώς του ν. 2801/2000, σε συνδυασμό με το άρθρο 7 του μνημονευθέντος Κανονισμού αδειών κατασκευών στην ξηρά του έτους 2001. Μεταγενεστέρως, ενόψει των ρυθμίσεων της κ.υ.α. 15393/2002 εκδόθηκε και νομαρχιακή απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, κατά την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, η άδεια εγκατάστασης κεραίας της παρεμβαίνουσας μετά την τροποποίησή της ήταν νόμιμη, βάσει των ρυθμίσεων του ν. 3431/2006, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ήδη. Συνεπώς, οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι με την κρινόμενη αίτηση λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, ειδικότερα δε ο λόγος περί ελλείψεως εγκρίσεως δομικών κατασκευών, είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη εκδοχή.
16. Επειδή, περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 31 παρ. 9 και 10 του ν. 3431/2006 συνάγεται ότι δεν ορίζεται ελάχιστη επιτρεπτή απόσταση των σταθμών κινητής τηλεφωνίας από χώρους ελευθέρως προσπελάσιμους από το κοινό ή από κτίρια ευπαθών ομάδων πληθυσμού προβλέπεται δε στις περιπτώσεις αυτές τήρηση ορίων έκθεσης στην ακτινοβολία μειωμένων σε σχέση με τα γενικώς οριζόμενα (ΣτΕ 4425/2010). Το στοιχείο, πάντως, της απόστασης από τους εν λόγω χώρους και κτίρια συνεκτιμάται κατά την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη λειτουργία του σταθμού και τη διερεύνηση των πρόσφορων τρόπων αντιμετώπισής τους στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Κατά συνέπεια, και δεδομένου ότι για τον επίμαχο σταθμό εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι, ύστερα από συνεκτίμηση και των επιπτώσεων σε ευπαθείς ομάδες πληθυσμού, κατά την οικεία διαδικασία που θεσπίζεται από τη νομοθεσία σε εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της προφύλαξης, οι περί του αντιθέτου λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Τέλος, απορριπτέοι είναι κατά τα ήδη εκτεθέντα, και οι λόγοι περί αναιτιολογήτου της γνωματεύσεως της ΕΕΑΕ και περί παραβάσεως του άρθρου 21 του Συντάγματος.
17. Επειδή, κατόπιν τούτων, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να γίνει δεκτή η παρέμβαση.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση.
Δέχεται την παρέμβασή της COSMOTE A.E.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει σε βάρος των αιτούντων που δεν νομιμοποιήθηκαν τη δικαστική δαπάνη της Ε.Ε.Τ.Τ. και της παρεμβαινούσης που ανέρχονται σε τετρακόσια εξήντα (460) και εξακόσια σαράντα (640) ευρώ αντίστοιχα και
Συμψηφίζει τη δαπάνη μεταξύ των λοιπών διαδίκων.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 8 και 10 Νοεμβρίου 2011
Ο Πρόεδρος του Ε’ Τμήματος Η Γραμματέας
Κ. Μενουδάκος Π. Μερτζανάκη
———————–
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Η υπ΄αριθμ. 1056/2012 της επταμελούς συνθέσεως του Ε΄ τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι ιδιαιτέρως σημαντική και ενδιαφέρουσα ως προς το κρισιμότατο ζήτημα των κριτηρίων οριοθέτησης των διοικητικών διαφορών σε ακυρωτικές και ουσίας, διότι ρητά καθιερώνει ως κριτήριο ακυρωτικής φύσης επί διαφορών από ατομικές διοικητικές πράξεις την «τεχνική φύση της διαφοράς». Έτσι όταν μια διοικητική διαφορά έχει ευθέως ως αντικείμενό της ατομική διοικητική πράξη εκδιδόμενη από την ενεργό Διοίκηση μετά από εκτίμηση ειδικών τεχνικών ζητημάτων με ειδικά επιστημονικά όργανα και τεχνικές κρίσεις η διαφορά είναι πάντα ακυρωτική. Αυτό διότι στην αντίθετη περίπτωση ο δικαστής ουσίας δεν θα μπορούσε να εξετάσει λυσιτελώς εκ νέου το τεχνικό αντικείμενο της δίκης χωρίς να παραβιάσει την διάκριση των λειτουργιών, αφού στην ουσία θα υποκαθιστούσε την εκκαθαρισμένη ήδη τεχνική κρίση των αρμοδίων επιστημονικών οργάνων με την δική του! Θα είχαμε δηλαδή σύγχυση των λειτουργιών απαγορευμένη από το άρθρο 26 του Συντάγματος μας. Ωραίο παράδειγμα και αφορμή αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς που αντιμετώπισε η ως άνω σχολιαζομένη απόφαση του Ε΄ τμήματος : η άδεια εγκατάστασης κεραίας κινητής τηλεφωνίας. Είναι προφανές ότι το κομβικό σημείο χορηγήσεως της αδείας είναι καθαρά τεχνικά θέματα περί ακτινοβολιών κλπ συνοδευόμενα απο τεχνικές κρίσεις των οργάνων της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας και της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών. Πρόκειται δηλαδή για θέματα που δεν μπορούν εύκολα να αμφισβητηθούν από κανένα άλλο εν Ελλάδι όργανο αλλά ακόμη και να αμφισβητούντο από αλλοδαπούς πραγματογνώμονες πάλι η τελική κρίση επί του αμφισβητούμενου τεχνικού ζητήματος δεν θα μπορούσε να ανήκει στον δικαστή ουσίας, χωρίς μοιραία αυτός να υποκαταστήσει την Διοίκηση και εν προκειμένω την Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών που είναι ανεξάρτητη ρυθμιστική Αρχή.
Η ως άνω απόφαση αποτελεί ένα ενιαίο όλο με την υπ΄αριθμ.3919/2010 απόφαση της Ολομέλειας την οποία και πρώτη εξειδικεύει περιπτωσιολογικά ως προς το σκέλος του πότε η ατομική διοικητική πράξη γεννά ακυρωτική διαφορά. Ως γνωστό η υπ΄αριθμ. 3919/2010 απόφαση της Ολομέλειας είναι μια από τις σπουδαιότερες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν θα δίσταζα να πω από συστάσεως του , διότι λαμβάνει τολμηρή θέση στο κομβικό θέμα της αρμοδιότητας των Διοικητικών Δικαστηρίων, θέμα πρώτιστο για τον κάθε διοικητικό δικαστή και προτείνει πραγματικά νέα κριτήρια που κατά την άποψη μου εισφέρουν καίρια και προς την σωστή κατεύθυνση στην εδώ και δεκαετίες στη χώρα μας επιστημονική διαμάχη για το πότε μια διαφορά είναι ακυρωτική και πότε ουσίας. Ειδικότερα με την απόφαση της Ολομέλειας νομολογήθηκαν ως ενιαίο σύνολο :
α) ΤΟ ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΚΥΡΩΤΙΚΗΣ ΦΥΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ : Το εύρος της γενικής ακυρωτικής δικαιοδοσίας του Συμβουλίου της Επικρατείας κατοχυρώνεται στο άρθρο 95 του Συντάγματος είναι σύμφυτο με την αρχή του Κράτους δικαίου και έτσι δεν καταλείπεται στην απόλυτη διάθεση του κοινού νομοθέτη αλλά ελέγχεται οριακά από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
β) ΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑΣ : Ο νομοθέτης μπορεί να αναθέτει στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, όταν η διαφορά γεννάται από εκτελεστή διοικητική πράξη, μόνον ειδική αρμοδιότητα, για συγκεκριμένες κατηγορίες υποθέσεων, η φύση και η σπουδαιότητα των οποίων δεν επιβάλλει, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη που βέβαια ελέγχεται οριακά από το ΣτΕ, την εκδίκασή τους από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Δηλαδή ο νομοθέτης ασκώντας αυτή του την εξουσία μπορεί μεν να μεταφέρει ειδικές κατηγορίες υποθέσεων αλλά δεν είναι απόλυτα ελεύθερος να τους αλλάξει και την φύση. Δεν μπορεί δηλαδή από ακυρωτικές να τις μετατρέψει σε ουσίας.
γ) ΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ : Η κατά τα ανωτέρω ανατιθέμενη στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια αρμοδιότητα μπορεί να οργανωθεί από το νόμο είτε ως ακυρωτική, είτε ως αρμοδιότητα που εκτείνεται σε άσκηση πλήρους δικαιοδοσίας, όταν δικαστήριο έχει, κατ’ αρχήν, την εξουσία να διαμορφώσει το ουσιαστικό περιεχόμενο της πράξεως ή του δικαιώματος, της υποχρεώσεως ή της καταστάσεως που απορρέει από αυτή, μετά από διάγνωση των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως. Έτσι με την ανωτέρω απόφαση κρίθηκε ότι ότι από τα άρθρα 26 και 43 του Συντάγματος, λόγω ρητής συνταγματικής προβλέψεως, στην περίπτωση της προσβολής κανονιστικών διοικητικών πράξεων, η διαφορά είναι πάντα ακυρωτική αφού τυχόν εξουσία μεταρρύθμισης θα συνιστούσε θέσπιση νέας κανονιστικής διοικητικής πράξεως, από το Δικαστήριο ουσίας και όχι από τα προβλεπόμενα από το άρθρο 43 του Συντάγματος όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Περαιτέρω όμως η ίδια απόφαση της Ολομέλειας για τις ατομικές διοικητικές πράξεις δεν όρισε ειδικά κριτήρια ως προς το πότε η διαφορά θα είναι φύσει ακυρωτική αλλά κατά τρόπο γενικό νομολόγησε ότι κρίσιμο κριτήριο θα είναι κάθε φορά ο έλεγχος του χαρακτήρα της δικαστικής έρευνας που σε ορισμένες κατηγορίες διοικητικών πράξεων, κρινόμενες in congreto, λόγω των απαιτούμενων για την έκδοσή τους προϋποθέσεων, η άσκηση της πλήρους δικαιοδοσίας, θα παραβίαζε τα όρια της ανατιθέμενης αποκλειστικώς στα όργανα της Διοικητικής κρατικής εξουσίας, βάσει της αρχής της διακρίσεως των λειτουργιών. Αυτό ήταν φυσικό αφού το τεθέν σε αυτή προς επίλυση ζήτημα ήταν μόνο το θέμα της μεταβολής των κανονιστικών πράξεων σε διαφορές ουσίας. Σε αντίθεση με την Ολομέλεια η παραπεμπτική απόφαση του Ε΄ τμήματος υπ΄αριθμ.1122/08 τυποποιούσε δυο ειδικότερα ακυρωτικής φύσεως κριτήρια για τις ατομικές πράξεις: α) Το κριτήριο της τεχνικής κρίσεως , δηλαδή οι διοικητικές πράξεις που στηρίζονται σε τεχνικές κρίσεις είναι περισσότερο πρόσφορες στον ακυρωτικό έλεγχο. Το κριτήριο αυτό ήδη με την εδώ σχολιαζομένη 1057/2012 του Ε΄τμ. 7μ., αποτελεί πλέον νομολογία και β) το κριτήριο της άσκησης γενικότερης δημόσιας πολιτικής . Το δεύτερο αυτό κριτήριο έως τώρα δεν έχει ειδικότερα προσδιορισθεί από την νομολογία ούτε έχει εντοπισθεί σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία διοικητικών διαφορών. Προφανώς θα αφορά πράξεις ατομικές εκδιδόμενες κατά διακριτική ευχέρεια με τις οποίες χαράσσεται στρατηγική σε βασικούς δημόσιους τομείς ή διοικητικές πράξεις που το Δικαστήριο οριακά καταλήγει ότι δεν είναι Κυβερνητικές και στις οποίες ο έλεγχος πλήρους δικαιοδοσίας θα παραβίαζε οπωσδήποτε την διάκριση των λειτουργιών.
Στη συνέχεια η σχολιαζομένη απόφαση κάνοντας συνεπή χρήση του ως άνω τεχνικού κριτηρίου επιλύει το τεθέν σε αυτή θέμα της φύσεως της διαφοράς ορίζοντας ότι οι διαφορές που έχουν ως αντικείμενο τη χορήγηση, τροποποίηση ή ανάκληση άδειας εγκατάστασης κεραίας κινητής τηλεφωνίας, είναι ακυρωτικές γιατί δεν είναι δεκτικές ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου, δεδομένου ότι η ρυθμιστική αρχή χορηγεί την άδεια βάσει εκτιμήσεων που συνδέονται με τον έλεγχο τηλεπικοινωνιακής σκοπιμότητας, η εκτίμηση της δεν μπορεί να ανατεθεί στα όργανα της δικαστικής εξουσίας, δεδομένου και ότι η άσκηση της αρμοδιότητας αυτής συναρτάται ευθέως με ειδικές επιστημονικές γνώσεις και τεχνικές κρίσεις, η εξέταση της ορθότητας των οποίων, στο πλαίσιο άσκησης πλήρους δικαιοδοσίας, δεν διευρύνει τη λυσιτέλεια και αποτελεσματικότητα του δικαστικού ελέγχου και ως εκ τούτου για τις υποθέσεις αυτές, η αίτηση ακυρώσεως αποτελεί αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα. Καταλήγει δε στη κρίση ότι η επίμαχη διάταξη του άρθρου 67 του ν. 3431/2006, είναι αντισυνταγματική, κατά το μέρος που μετατρέπει τις διαφορές αυτές σε διαφορές πλήρους δικαιοδοσίας. Συνεπώς οι διαοφ΄ρες αυτές διέπονται από το πδ 18/89 ισχύει η γενική 60θήμερη προθεσμία ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως και όχι η τριακονθήμερη που προβλέπει ο αντισυνταγματικός νόμος εκδικάζονται δε από τον ακυρωτικό σχηματισμό του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Η ένδικη όμως διαφορά για λόγους οικονομίας της δίκης κρατήθηκε για να δικασθεί από το Δικαστήριο αυτό, βάσει του άρθρου 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991.
Περαιτέρω η σχολιαζομένη απόφαση της επταμελούς περάν της ερμηνείας της παραγράφου 1 του άρθρου 67 έκρινε και άλλα σημαντικά ζητήματα που αφορούσαν τη νομιμότητα της άδειας της εγκατάστασης κεραιών κινητής τηλεφωνίας ήτοι την ερμηνεία των παραγράφων 9, 10, 19 και 20 του άρθρου 31 του ισχύοντος κατά το χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξης Ν 3431/2006 . Έτσι κρίθηκε : α) ότι η ρύθμιση της παραγράφου 19 του άρθρου 31 του Ν 3431/2006 που αφορά τους προϋφιστάμενους της ισχύος του νόμου 3431/2006 σταθμούς, οι οποίοι στερούνται Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων δεν έρχεται σε αντίθεση με την Οδηγία 85/337/ΕΟΚ, β) Η ρύθμιση της παραγράφου 20 του άρθρου 31 του Ν 3431/2006 με την οποία καλύπτεται η εκ των υστέρων έκδοση περιβαλλοντικών όρων με μόνη την υποβολή μελέτης ακτινοβολιών, χωρίς να απαιτείται η εκ νέου έκδοση ΜΠΕ, δεν έρχεται σε αντίθεση με την Οδηγία 85/337/ΕΟΚ, γ) Από τον συνδυασμό των παραγράφων 9 και 10 του άρθρου 31 του Ν 3431/2006 συνάγεται ότι δεν ορίζεται ελάχιστη επιτρεπτή απόσταση των σταθμών από χώρους ελευθέρως προσπελάσιμους από το κοινό ή από κτίρια ευπαθών ομάδων πληθυσμού, προβλέπεται όμως τήρηση ορίων έκθεσης στην ακτινοβολία μειωμένων σε σχέση με τα γενικώς οριζόμενα. Το στοιχείο της απόστασης από τους παραπάνω χώρους και κτίρια συνεκτιμάται κατά την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη λειτουργία του σταθμού και τη διερεύνηση των πρόσφορων τρόπων αντιμετώπισής του στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης περιβαλλοντικών όρων.
Τάσος Γ. Προυσανίδης
Δικηγόρος Παρ΄Αρείω Πάγω