Αριθμός 1148/1994
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 27 Οκτωβρίου 1993, με την εξής σύνθεση : Η. Παπαγεωργίου, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Θ. Χατζηπαύλου, Σ. Καραλής, Σύμβουλοι, Α. Γκότσης, Ε. Σαρπ, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ε. Γκίκα.
Γ ι α να δικάσει την από 4 Ιανουαρίου 1990 αίτηση :
τ ο υ Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. ΙΖ Αθηνών, ο οποίος παρέστη με τον Δ. Παπαδόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
κ α τ ά της Ο.Ε. με την επωνυμία “Κ. Βεζύρης και ΣΙΑ”, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Ζηνοδότου αριθ. 22, Παγκράτι), η οποία δεν παρέστη.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 18228/1988 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου, Α. Γκότση.
Κατόπιν, το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του αναιρεσείοντος Προϊσταμένου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι ,
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, η οποία ασκήθηκε κατά το νόμο χωρίς να καταβληθούν τέλη και παράβολο, ζητείται η αναίρεση της αποφάσεως 18228/88 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας, με την οποία έγινε δεκτή έφεση της αναιρεσίβλητης κατά της αποφάσεως 331/87 του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας, εξαφανίσθηκε η απόφαση αυτή και ακολούθως ακυρώθηκε η υπ’ αριθ. 196/84 πράξη επιβολής εις βάρος της προστίμου του Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων, η οποία είχε εκδοθεί από τον Οικονομικό Εφορο ΙΖ Αθήνας.
2. Επειδή, όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθ. 7926 και 7927, της 25-9-1991, εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθήνας Αθ. Ασημάκη, στην αναιρεσίβλητη εταιρεία, η οποία δεν παρέστη κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο, επιδόθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα με επιμέλεια του αναιρεσείοντος, σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 4 του Π.Δ. 18/89 “Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας” (φ. 8 Α), αντίγραφα της υπό κρίση αιτήσεως και της πράξεως του Προέδρου του Β Τμήματος περί ορισμού εισηγητού και δικασίμου. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση, η οποία ασκήθηκε και κατά τα λοιπά παραδεκτώς, είναι τύποις δεκτή.
3. Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου 45 του Κ.Φ.Σ. (Π.Δ. 99/77) ορίζεται ότι : “Ο Οικονομικός Εφορος και ο υπ’ αυτού οριζόμενος υπάλληλος δικαιούται, καθ’ οιανδήποτε εργάσιμον διά τον υπόχρεων ώραν, να λαμβάνη γνώσιν, να ελέγχη και να θεωρή όλα τα βιβλία και στοιχεία τα υπό του παρόνος Κώδικος ή ετέρων νόμων οριζόμενα, ως και τα προαιρετικώς τηρούμενα υπό του υποχρέου και να λαμβάνη γνώσιν οιουδήποτε ετέρου βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου και παντός περιουσιακού στοιχείου ευρισκομένου εις την επαγγελματικήν εγκατάστασιν του επιτηδευματίου ή εις το κατάστημα παντός ετέρου υποχρέου . . .”, στη δε παρ. 1 του άρθρου 44 του ίδιου κώδικα ορίζεται ότι
“επιφυλασσομένων των διατάξεων των παρ. 9 και 10 του άρθρου 45 του παρόντος Κώδικος, άνευ εγκρίσεως του Υπουργού των Οικονομικών, ουδεμία ετέρα – πλην του Οικονομικού Εφόρου – δημοσία, δημοτική, κοινοτική αρχή ή νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, οργανισμός κ.λ.π. δικαιούται να λαμβάνη γνώσιν των υπό του παρόντος Κώδικος οριζομένων βιβλίων και στοιχείων”. Περαιτέρω, στην παρ. 3 του άρθρου 47 του ως άνω κώδικα, στο οποίο προβλέπεται η επιβολή προστίμου σε βάρος εκείνων που παραβαίνουν διατάξεις του κώδικα αυτού, ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι “το πρόστιμον επιβάλλεται δι’ αποφάσεως του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου, εις την οποίαν γίνεται μνεία της παραβάσεως και αναγράφεται το δι’ αυτήν πρόστιμον. Μετά της αποφάσεως κοινοποιείται εις τον καθ’ ου αύτη αντίγραφον της οικείας εκθέσεως ελέγχου”. Εξάλλου, με το άρθρο 17 του Π.Δ. 960/78 (φ. 237 Α) ιδρύθηκε ειδική φορολογική περιφερειακή υπηρεσία υπό τον τίτλο “Υπηρεσία Ελέγχου Διακινήσεως Αγαθών” (ΥΠ.Ε.Δ.Α.), στο δε άρθρο 19 του ίδιου π.δ/τος, το οποίο αναφέρεται στις αρμοδιότητες της υπηρεσίας αυτής, ορίζονται τα εξής : “1. Εις την αρμοδιότητα της ΥΠ.Ε.Δ.Α. υπάγεται ο έλεγχος της τηρήσεως των διατάξεων του Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων καθ’ όσον αφορά τα υπό του Κώδικος τούτου οριζόμενα στοιχεία εν γένει και ιδία τα αφορώντα την διακίνησιν των αγαθών και την παροχήν υπηρεσιών. Αι κατά την παρούσαν παράγραφον αρμοδιότητες ενασκούνται παραλλήλως και υπό των κατά τόπους αρμοδίων Οικονομικών Εφόρων . . . 5. Διά τας διαπιστουμένας παραβάσεις συντάσσονται εκθέσεις, αι οποίαι, θεωρούμεναι υπό του Προϊσταμένου της ΥΠ.Ε.Δ.Α. ή των Προϊσταμένων των Παραρτημάτων αυτής, διαβιβάζονται μετά των λοιπών στοιχείων εις τον αρμόδιον Οικονομικόν Εφορον διά την επιβολήν των προβλεπομένων κυρώσεων και λοιπάς νομίμους ενεργείας . . . 6. Οι Προϊστάμενοι της ΥΠ.Ε.Δ.Α. και των Παραρτημάτων ταύτης, εν τη ενασκήσει των αρμοδιοτήτων των, έχουν πάντα τα κατά τας διατάξεις του Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων δικαιώματα και υποχρεώσεις του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου”.
4. Επειδή, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, για την επιβολή προστίμου για παράβαση διατάξεων του Κ.Φ.Σ. απαιτείται ως ουσιώδης τύπος της διαδικασίας η προηγούμενη σύνταξη εκθέσεως ελέγχου και, συνεπώς, η παράλειψη συντάξεως ή η σύνταξη μη έγκυρης τέτοιας εκθέσεως καθιστά την πράξη επιβολής προστίμου νομικώς πλημμελή και ακυρωτέα. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις ίδιες διατάξεις, αρμόδιος για την ενέργεια του φορολογικού ελέγχου είναι ο προϊστάμενος της οικείας φορολογικής αρχής, δηλαδή ο Οικονομικός Εφορος (ήδη Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ.) ή ο Προϊστάμενος της ΥΠ.Ε.Δ.Α., ο οποίος και πραγματοποιεί τον έλεγχο είτε ο ίδιος είτε διά των οριζομένων από αυτόν υπαλλήλων. Ενόψει αυτού και δεδομένου ότι η έκθεση ελέγχου, ως δημόσιο έγγραφο, πρέπει απαραιτήτως να φέρει χρονολογία, για το έγκυρο, από της απόψεως αυτής, της εν λόγω εκθέσεως αρκεί να μνημονεύεται σ’ αυτήν η χρονολογία της υπογραφής της από τον αρμόδιο, κατά τα ανωτέρω, για τον έλεγχο προϊστάμενο της οικείας φορολογικής αρχής και, συνεπώς, δεν απαιτείται να αναφέρεται στην έκθεση και η χρονολογία συντάξεώς της από τους ενεργήσαντες τον έλεγχο υπαλλήλους.
5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, ο Οικονομικός Εφορος ΙΖ Αθήνας με την πιό πάνω πράξη του επέβαλε στην αναιρεσίβλητη δύο πρόστιμα εκ δραχμών 20.000 το καθένα, με την αιτιολογία ότι δεν είχε εκδόσει τα νόμιμα φορολογικά στοιχεία (τιμολόγιο ή δελτίο αποστολής) για εμπορεύματα που μετέφερε στις 29-3-1983 με το υπ’ αριθ. ΕΤ 3445 φορτηγό ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητό της. Για τις εν λόγω παραβάσεις συντάχθηκε έκθεση ελέγχου από τους εφοριακούς υπαλλήλους Χρ. Μελά και Ιω. Κρητικό, η οποία όμως, όπως έκρινε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, είναι ανυπόστατη, γιατί δεν αναφέρει τη χρονολογία που έχει συνταχθεί. Κατόπιν αυτού κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, κατ’ αποδοχήν σχετικού λόγου εφέσεως της αναιρεσίβλητης, ότι η ένδικη πράξη επιβολής προστίμου, η οποία στηρίζεται σε τέτοια έκθεση ελέγχου, είναι νομικώς πλημμελής και ακυρωτέα. Η κρίση όμως αυτή της προσβαλλομένης αποφάσεως είναι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην προηγούμενη σκέψη, πλημμελώς αιτιολογημένη, γιατί το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εθεώρησε ως μη έγκυρη την ως άνω έκθεση ελέγχου εκ μόνου του λόγου ότι δεν μνημονεύεται σ’ αυτή η ημερομηνία συντάξεώς της από τους ενεργήσαντες τον έλεγχο υπαλλήλους, χωρίς, όπως έπρεπε, να εξετάσει αν αναφέρεται στην έκθεση η ημερομηνία της υπογραφής της από τον προϊστάμενο της οικείας φορολογικής αρχής (ΥΠ.Ε.Δ.Α.). Επομένως, για το λόγο αυτό, βάσιμα προβαλλόμενο με την κρινόμενη αίτηση@όπως συνάγεται από το περιεχόμενό της, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Δέχεται την αίτηση.
Αναιρεί την απόφαση 18228/88 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση κατά το σκεπτικό και
Επιβάλλει στην αναιρεσίβλητη τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου ανερχόμενη στο ποσό των είκοσι οκτώ χιλιάδων (28.000) δραχμών.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 16 Φεβρουαρίου 1994
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας
Η. Παπαγεωργίου Ε. Γκίκα
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 23ης Μαρτίου του ιδίου έτους.
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας