Αριθμός 1172/2017
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12 Μαΐου 2015, με την εξής σύνθεση: Δημοσθένης Πετρούλιας, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ΄ Τμήματος, Γ. Παπαγεωργίου, Σπ. Χρυσικοπούλου, Κ. Κουσούλης, Κ. Πισπιρίγκος, Σύμβουλοι, Μ. Σωτηροπούλου, Ο. Νικολαράκου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ι. Παπαχαραλάμπους.
Για να δικάσει την από 7 Δεκεμβρίου 2011 αίτηση:
της εταιρείας με την επωνυμία «KONTRA MEDIA ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», που εδρεύει στον Ταύρο Αττικής (Δήμητρος 31), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Νικόλαο Μπάκα (Α.Μ. 20846), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, που εδρεύει στην Αθήνα (Αμερικής 5), το οποίο παρέστη με την Αλεξάνδρα Δημητρακοπούλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 442/24.10.2011 απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Μ. Σωτηροπούλου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το παράβολο (έντυπα παραβόλου 3206666, 1225527/2012).
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της πράξης 442/24.10.2011 του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.), με την οποία επεβλήθη στην αιτούσα εταιρεία, ιδιοκτήτρια του τηλεοπτικού σταθμού Kontra Media, πρόστιμο ύψους 70.000 ευρώ.
3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται ενώπιον της επταμελούς σύνθεσης του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά την παραπεμπτική απόφαση 1249/2015 της πενταμελούς σύνθεσης αυτού.
4. Επειδή, στο άρθρο 101Α του Συντάγματος ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Όπου από το Σύνταγμα προβλέπεται η συγκρότηση και η λειτουργία ανεξάρτητης αρχής, τα μέλη της διορίζονται με ορισμένη θητεία και διέπονται από προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, όπως νόμος ορίζει. 2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την επιλογή και την υπηρεσιακή κατάσταση του επιστημονικού και λοιπού προσωπικού της υπηρεσίας που οργανώνεται για την υποστήριξη της λειτουργίας κάθε ανεξάρτητης αρχής. Τα πρόσωπα που στελεχώνουν τις ανεξάρτητες αρχές πρέπει να έχουν τα ανάλογα προσόντα, όπως νόμος ορίζει. Η επιλογή τους γίνεται με απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής και με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με την αυξημένη πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών της. Τα σχετικά με τη διαδικασία επιλογής ορίζονται από τον Κανονισμό της Βουλής. 3. …».
Εξάλλου, με τον εκτελεστικό του άρθρου 101Α του Συντάγματος ν. 3051/2002 (Α΄ 220) ορίσθηκε, στο άρθρο 1 παρ. 1, ότι: «Στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου υπάγονται τα μέλη και το προσωπικό των ανεξάρτητων αρχών των οποίων η συγκρότηση και η λειτουργία προβλέπεται στο Σύνταγμα» και, στο άρθρο 3, ότι: «1. … 2. Τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών και οι αναπληρωτές τους, όπου προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, επιλέγονται από τη Βουλή σύμφωνα με το άρθρο 101Α παρ. 2 του Συντάγματος και την προβλεπόμενη από τον Κανονισμό της Βουλής διαδικασία, διορίζονται με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της απόφασης της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής. Η θητεία τους είναι τετραετής και ανανεώνεται με τρόπο που διασφαλίζει τη συνέχεια της λειτουργίας των ανεξάρτητων αρχών, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 5 του παρόντος. Ο Πρόεδρος της ανεξάρτητης αρχής γνωστοποιεί εγγράφως στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων τα ονόματα των μελών της, των οποίων η θητεία λήγει. Η γνωστοποίηση γίνεται δύο (2) μήνες πριν από τη λήξη της θητείας αυτών. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσης μέλους ανεξάρτητης αρχής, διορίζεται νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας. Τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών δεν επιτρέπεται να επιλέγονται για περισσότερες από δύο θητείες, διαδοχικές ή μη. Η θητεία των μελών των ανεξάρτητων αρχών παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι το διορισμό νέων. 3…». Περαιτέρω, με την παρ. 1 του άρθρου 57 του ν. 3979/2011 (Α΄138/16.6.2011) ορίσθηκαν τα εξής: «Κατά την αληθή έννοια της διάταξης του άρθρου 3 παρ. 2 εδάφιο ε΄ του ν. 3051/2002…, η αυτοδίκαιη παράταση της θητείας των μελών του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης καλύπτει ισόχρονο διάστημα μέχρι το διορισμό των νέων μελών κατά την παράγραφο 2 εδάφιο α΄ του ίδιου ως άνω άρθρου και είναι επιτρεπτή επί όσο χρόνο δεν έχουν ορισθεί τα νέα μέλη».
5. Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 3515/2013 Ολομ.), κατά την έννοια του άρθρου 101Α του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει συγκεκριμένη διαδικασία εντός ορισμένων χρονικών ορίων και καθιερώνει ρητώς «ορισμένη» θητεία των μελών των ανεξαρτήτων αρχών, είναι μεν ανεκτή η συνέχιση της λειτουργίας των εν λόγω αρχών μετά τη λήξη της θητείας των μελών τους και μέχρι την επιλογή των νέων, μόνον όμως για εύλογο χρονικό διάστημα, το οποίο κρίνεται κατά τις εκάστοτε συντρέχουσες περιστάσεις. Τούτου έπεται ότι, μετά την πάροδο του ευλόγου χρόνου, το Σύνταγμα δεν ανέχεται πλέον την παράταση της θητείας των μελών της ανεξάρτητης αρχής, η οποία δεν διαθέτει, από το χρονικό αυτό σημείο και εφεξής, νόμιμη συγκρότηση. Ενόψει των ανωτέρω, η ρύθμιση του άρθρου 57 παρ. 1 του ν. 3979/2011, που επιτρέπει την αυτοδίκαιη παράταση της τετραετούς, κατά το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 3051/2002, θητείας των μελών του Ε.Σ.Ρ. για μια ακόμη τετραετία, ήτοι για χρονικό διάστημα που σε κάθε περίπτωση υπερβαίνει τον ανεκτό, κατά το άρθρο 101Α του Συντάγματος, εύλογο χρόνο, είναι ανίσχυρη, ως αντιβαίνουσα στην εν λόγω συνταγματική διάταξη.
6. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ακυρωτέα λόγω κακής συγκρότησης του Ε.Σ.Ρ. και, ειδικότερα, λόγω συμμετοχής στη συνεδρίαση κατά την οποία ελήφθη η προσβαλλόμενη απόφαση του μέλους του, Κ. Τσουράκη, ο οποίος έχει διορισθεί ως τακτικό μέλος της ανεξάρτητης αρχής με την απόφαση 21432/24.10.2005 του Υπουργού Επικρατείας (Β΄ 1548/9.11.2005), με τετραετή, κατά το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 3051/2002, θητεία. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι από τη λήξη της τετραετούς θητείας του εν λόγω μέλους μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία ελήφθη η προσβαλλόμενη απόφαση (24.10.2011), μεσολάβησαν 23,5 μήνες, δηλαδή, χρονικό διάστημα το οποίο δεν υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο εντός του οποίου θα ήταν συνταγματικώς ανεκτή η αυτοδίκαιη παράταση της θητείας μέλους του ΕΣΡ. Αν και, κατά την άποψη του Συμβούλου Γ. Παπαγεωργίου, το χρονικό διάστημα των 23,5 μηνών, ήτοι του ημίσεος σχεδόν της κατά νόμον τετραετούς θητείας, υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο κατά τον οποίο θα ήταν συνταγματικώς ανεκτή η αυτοδίκαιη παράταση της θητείας του Κ. Τσουράκη, ενόψει και του ότι, όπως είναι γνωστό στο Δικαστήριο από την προμνησθείσα απόφαση 3515/2013 της Ολομελείας αυτού, η λήξη της θητείας του μέλους αυτού είχε ήδη γνωστοποιηθεί, τρεις και πλέον μήνες ενωρίτερα, στον Πρόεδρο της Βουλής με το 6882/8.7.2009 έγγραφο του Προέδρου του Ε.Σ.Ρ. (βλ. ΣτΕ 1090/2015).
7. Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 2310/2014 7μ., 1800/2015 κ.α.), όταν ένα διοικητικό όργανο, το οποίο αποφαίνεται επί δικαιωμάτων αστικής φύσεως, δεν παρέχει εγγυήσεις δομικής αμεροληψίας (όπως είναι η δημοσιότητα της ενώπιον αυτού διαδικασίας), δεν παραβιάζεται η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης «διά την προάσπισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών» [Ε.Σ.Δ.Α.], η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256), όταν η ενώπιον του οργάνου αυτού διαδικασία και η σχετικώς εκδιδόμενη διοικητική πράξη ελέγχεται από δικαστήριο το οποίο έχει την εξουσία να εξετάσει αφενός μεν το σύνολο των προβαλλομένων αιτιάσεων, αφετέρου δε το σύνολο των ανακυπτόντων νομικών και πραγματικών ζητημάτων, περαιτέρω δε έχει τη δυνατότητα να ελέγξει την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας μεταξύ του διαπραχθέντος παραπτώματος και της επιβληθείσης ποινής, καθώς και τον τρόπο άσκησης της διακριτικής εξουσίας της Διοίκησης, τέλος δε δύναται να ακυρώσει, εν όλω ή εν μέρει, την πράξη αυτή για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων η πλάνη περί τα πράγματα ή η μη νόμιμη αιτιολογία, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι δεν έχει εξουσία να προβεί σε μεταρρύθμιση της διοικητικής πράξης (βλ. απόφαση Ε.Δ.Δ.Α. της 21.7.2011, Sigma Radio Television Ltd. κατά Κύπρου). Υπό τα δεδομένα αυτά, η απονεμόμενη στο Συμβούλιο της Επικρατείας από τα άρθρα 95 παρ. 1 εδ. α΄ του Συντάγματος και 45 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 ευρύτατη εξουσία ελέγχου της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων με το ένδικο βοήθημα της αιτήσεως ακυρώσεως συγκεντρώνει όλα τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά, ώστε το Συμβούλιο της Επικρατείας να χαρακτηρισθεί ως δικαστήριο, το οποίο πληροί τις τασσόμενες από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. προϋποθέσεις, όταν αυτό ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων του Ε.Σ.Ρ. με τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις, έστω και αν η διαδικασία η οποία εφαρμόζεται, σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ε.Σ.Ρ. (απόφαση 20291/Ε/6.9.2002 του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, Β΄ 1202), ενώπιον της αρχής αυτής δεν ανταποκρίνεται στις τασσόμενες από την προαναφερθείσα διάταξη απαιτήσεις, ώστε να δύναται η αρχή αυτή να θεωρηθεί ότι αποτελεί «δικαστήριο» κατά την έννοια της ίδιας ως άνω διάταξης. Ως εκ τούτου, η διάταξη του άρθρου 11 παρ. 7 του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του Ε.Σ.Ρ., η οποία ορίζει ότι οι συνεδριάσεις της αρχής αυτής δεν είναι δημόσιες, δεν παραβιάζει τη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της φανερής δράσης της Διοίκησης, λαμβανομένου υπόψη ότι η διαδικασία ενώπιον της αρχής αυτής καλύπτεται από πλέγμα διαδικαστικών εγγυήσεων (προηγούμενη ακρόαση, δυνατότητα υποβολής υπομνημάτων), ενώ εν τέλει οι πράξεις της υπόκεινται στον πλήρη δικαστικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι μη νόμιμη, διότι κατά τη διαδικασία έκδοσής της εφαρμόσθηκε η διάταξη του άρθρου 11 παρ. 7 του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του Ε.Σ.Ρ., η οποία αποκλείει τη δημοσιότητα των συνεδριάσεων της αρχής αυτής.
8. Επειδή, στο μεν άρθρο 14 παρ. 5 του ν. 2690/1999 («Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας», Α΄ 45) ορίζεται ότι «η νομιμότητα της σύνθεσης του συλλογικού οργάνου δεν επηρεάζεται από την τυχόν εναλλαγή των μετεχόντων μελών σε διαδοχικές συνεδριάσεις», στο δε άρθρο 15 παρ. 2 του ίδιου νόμου προβλέπεται ότι, «αν η συζήτηση της υπόθεσης διαρκεί περισσότερες από μία συνεδριάσεις, η απόφαση λαμβάνεται από τα μέλη που μετέχουν στην τελευταία συνεδρίαση, αφού προηγουμένως, τα μέλη που δεν μετείχαν στις προηγούμενες συνεδριάσεις, ενημερωθούν πλήρως προς τα ουσιώδη σημεία των κατ’ αυτές συζητήσεων. Η ενημέρωση πρέπει να προκύπτει από δήλωση των μελών αυτών, η οποία και καταχωρίζεται στα πρακτικά». Ταυτοσήμου περιεχομένου ρύθμιση περιέχει, ήδη, το άρθρο 16 παρ. 6 του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του Ε.Σ.Ρ. (απόφαση 20291/Ε/6.9.2002 του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, Β΄ 1202).
9. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των προμνησθεισών διατάξεων, διότι ελήφθη κατά τη συνεδρίαση της 24.10.2011, με τη συμμετοχή της Αντιπροέδρου του Ε.Σ.Ρ. Λ. Αλεξίου, η οποία δεν είχε μετάσχει στην πρώτη συνεδρίαση του Ε.Σ.Ρ. της 27.9.2011, κατά τη διάρκεια της οποίας διεξήχθη η ακρόαση της αιτούσας. Όπως, όμως, προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, η κατ΄ ουσίαν συζήτηση της υπόθεσης για την επιβολή του προστίμου έλαβε χώρα εξ υπαρχής κατά την συνεδρίαση της 24.10.2011 του Ε.Σ.Ρ., βάσει των ισχυρισμών του εκπροσώπου της αιτούσας, του υποβληθέντος υπομνήματός της, της παρακολούθησης της μαγνητοταινίας των επίμαχων εκπομπών και όλων των λοιπών στοιχείων του φακέλου. Επομένως, το γεγονός ότι κατά την τελευταία αυτή συνεδρίαση της 24.10.2011 παρέστη η Αντιπρόεδρος του Ε.Σ.Ρ. Λ. Αλεξίου, η οποία δεν είχε μετάσχει κατά την προηγουμένη συνεδρίαση της Αρχής, δεν συνιστά παράβαση των διατάξεων που εκτέθησαν στην προηγούμενη σκέψη, ως αβασίμως προβάλλεται, ούτε δημιουργούσε υποχρέωση καταχώρισης δήλωσής της στα πρακτικά περί ενημέρωσής της σχετικώς με τα ουσιώδη σημεία της συζήτησης που διεξήχθη κατά την προηγηθείσα συνεδρίαση (βλ. ΣτΕ 1800/2015 κ.α.).
10. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι ακυρωτέα, διότι, κατά παράβαση του άρθρου 5 παρ. 6 του ν. 2863/2000 (Α΄ 262), του άρθρου 17 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του Ε.Σ.Ρ. [Υ.Α. 20291/Ε/6.9.2002], δεν αναφέρεται σε αυτήν η άποψη εκάστου μέλους του Ε.Σ.Ρ., ούτε η αιτιολογία της ψήφου του. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι, ανεξαρτήτως του ότι η μνεία των ανωτέρω στοιχείων δεν αποτελεί, κατά νόμον, ουσιώδη τύπο της πράξης του Ε.Σ.Ρ., στην προσβαλλόμενη πράξη αναφέρεται ότι αποφασίσθηκε ομοφώνως η επιβολή της κύρωσης του προστίμου και κατά πλειοψηφία η επιμέτρηση του ύψους αυτού– μειοψηφούντων δύο μελών της Αρχής, κατά την άποψη των οποίων έπρεπε να επιβληθεί πρόστιμο χαμηλότερου ύψους -, ενώ δεν απαιτείται και η παράθεση ειδικότερης αιτιολογίας της ψήφου ενός εκάστου των μελών του Συμβουλίου (βλ. ΣτΕ 1802/2015). Εξάλλου, στο σώμα της προσβαλλόμενης πράξης μνημονεύονται οι διατάξεις της νομοθεσίας που παραβιάσθηκαν και, συγκεκριμένα, τα άρθρα 3 παρ. 1 εδ. β΄ του ν. 2328/1995 και 2 παρ. 3, 5 [παρ. 1 και 4], 9 παρ. 2 και 13 παρ. 2 του π.δ. 77/2003 (βλ. επόμενη σκέψη), επομένως, είναι ομοίως απορριπτέος, προεχόντως ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως.
11. Επειδή, το άρθρο 3 παρ. 1 εδ. β΄ του ν. 2328/1995 ( Α΄ 159) ορίζει ότι οι κάθε είδους εκπομπές των τηλεοπτικών σταθμών πρέπει να σέβονται την προσωπικότητα, την τιμή, την υπόληψη, τον ιδιωτικό και οικογενειακό βίο, την επαγγελατική ή άλλη συναφή δραστηριότητα κάθε προσώπου, η εικόνα του οποίου εμφανίζεται στην οθόνη ή το όνομα του οποίου – ή στοιχεία για τον προσδιορισμό του οποίου – μεταδίδονται. Περαιτέρω, το άρθρο 3 παρ. 15 του ν. 2328/1995 προβλέπει την κύρωση με π.δ/γμα κωδίκων δεοντολογίας που καταρτίζονται με απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεοράσεως, κατ΄ εξουσιοδότηση δε της διάταξης αυτής εκδόθηκε το π.δ. 77/2003 [«Κώδικας δεοντολογίας ειδησεογραφικών και άλλων δημοσιογραφικών και πολιτικών εκπομπών» (Α΄ 75)]», το οποίο ορίζει, στο άρθρο 2 παρ. 3, ότι το Σύνταγμα και η έννομη τάξη της χώρας πρέπει να παραμένουν σεβαστά και όταν ασκείται κριτική σε συγκεκριμένους νόμους ή θεσμούς, στο άρθρο 5, ότι η μετάδοση των γεγονότων πρέπει να είναι αληθής, ακριβής και όσο το δυνατόν πλήρης και ότι τα γεγονότα πρέπει να παρουσιάζονται με προσοχή και αίσθημα ευθύνης, ώστε να μην δημιουργείται σύγχυση [παρ. 1], και ότι δεν επιτρέπεται η χρήση παραπλανητικών σκηνοθετικών τεχνασμάτων [παρ. 4], στο άρθρο 9 παρ. 2, ότι τα πρόσωπα που αναφέρονται στις εκπομπές πρέπει να απολαμβάνουν δίκαιης, ορθής και αξιοπρεπούς συμπεριφοράς, μη επιτρεπομένης της προσβολής της προσωπικότητας, της τιμής και της αξιοπρέπειάς τους, και, στο άρθρο 13 παρ. 2, ότι το έγκλημα, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος, η βία και άλλες βάναυσες και απάνθρωπες πράξεις ή συμπεριφορές δεν πρέπει να αναδεικνύονται ή να εξυμνούνται. Εξάλλου, στην παρ. 2 του άρθρου δεύτερου του αυτού π.δ. προβλέπεται ότι, κατά την εφαρμογή του ως άνω Κώδικα, «ισχύει η απορρέουσα από το Σύνταγμα και γενόμενη δεκτή από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας αρχή της στάθμισης κατά περίπτωση του τυχόν διακυβευόμενου δημοσίου συμφέροντος».
12. Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 4548, 3822, 2310, 685/2014, 2848-9/2013, 5382/2012, 4044/2008), η προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 3 παρ. 15 του ν. 2328/1995, κατ’ εξουσιοδότηση της οποίας εκδόθηκε το π.δ. 77/2003, είναι ειδική και ορισμένη και, συνεπώς, δεν αντίκειται στο άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος. Νομίμως δε και εντός των ορίων της εξουσιοδοτικής αυτής διάταξης θεσπίσθηκε το εν λόγω π.δ. 77/2003, μεταξύ των οποίων και οι εν προκειμένω εφαρμοσθείσες ρυθμίσεις των άρθρων 2 παρ. 3, άρθρο 5 [παρ. 1 και 4], 9 παρ. 2 και 13 παρ. 2 αυτού, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου λόγου.
13. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στις 2, 3 και 9 Ιουλίου 2011, ο τηλεοπτικός σταθμός της αιτούσας μετέδωσε δημοσιογραφικές εκπομπές υπό τον τίτλο ΜΑΚΕΛΕΙΟ. Το Ε.Σ.Ρ. εδέχθη ότι, κατά τη διάρκεια της πρώτης εκπομπής, ο τηλεπαρουσιαστής αναφέρθηκε σε συγκεκριμένο βουλευτή Λαμίας, λέγοντας ότι «έφαγε τις ψιλές του και τις χοντρές του στη Λαμία» και ότι οι Λαμιώτες είναι από τη Ρούμελη και «ξέρετε τι έκαναν στη Ρούμελη στους Τούρκους», εν συνεχεία δε αναφέρθηκε στην κυβέρνηση, την οποία χαρακτήρισε «χούντα». Όπως ομοίως εδέχθη το Ε.Σ.Ρ., η εκπομπή συνεχίσθηκε με αναφορά στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, τον οποίο ο τηλεπαρουσιαστής χαρακτήρισε «άλλο Χόλμπροουκ», και στους αστυνομικούς, με τις φράσεις: «οι αστυνομικοί αποδείχτηκαν γουρούνια και μοσχάρια» και ότι «ούτε κοκαΐνη αν πάρεις δεν συμπεριφέρεσαι έτσι στον κόσμο», ενώ, συγχρόνως, προβλήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθοι υπότιτλοι: «ΕΦΑΓΕ ΞΥΛΟ ΣΤΗ ΛΑΜΙΑ Ο …», «ΜΕΤΑ ΤΗ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙΟΥ, ΤΟΥ ΕΤΟΙΜΑΖΟΥΝ ΘΕΡΜΗ ΥΠΟΔΟΧΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΟΖΑΝΗ», «ΑΓΡΙΟ ΞΥΛΟ … ΑΠΟ ΕΣ-ΕΣ ΤΟΥ …». Στο δεύτερο μέρος της εκπομπής προβλήθηκε φωτογραφία με πρόσωπο, το ήμισυ του οποίας ανήκε στον πρωθυπουργό της χώρας και το ήμισυ στο δικτάτορα Παπαδόπουλο, ταυτίζοντας, κατά τον τρόπο αυτό, τον πρωθυπουργό της χώρας με τον δικτάτορα. Επιπλέον ο τηλεπαρουσιαστής αναφέρθηκε στον τραυματισμό του διοικητή των ΜΑΤ με τις φράσεις: «καλά του κάνανε, κι άλλες έπρεπε να φάει» και προβλήθηκαν εκ νέου οι υπότιτλοι: «ΑΓΡΙΟ ΞΥΛΟ … ΑΠΟ ΕΣ-ΕΣ ΤΟΥ …». Κατά τη διάρκεια της δεύτερης εκπομπής της 3.7.2011, ο τηλεπαρουσιαστής αναφέρθηκε στα αστυνομικά όργανα με τις φράσεις «Κανένας οίκτος. Τσακίστε τους!» και στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη με τη φράση «ο μπαμπουίνος της Κατεχάκη», επιπλέον δε, σε υφιστάμενο του Υπουργού με τη φράση: «να δεις τι καρπαζιά θα φάει». Κατά τη διάρκεια της τρίτης εκπομπής της 9.7.2011, όπως ομοίως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη πράξη, ο τηλεπαρουσιαστής αναφέρθηκε στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη χρησιμοποιώντας τις εκφράσεις: «ο σύγχρονος φασίστας», «ο σύγχρονος εκτελεστής του μνημονίου του Χίτλερ», «… όπως θα δείρει και εσένα». Επακολούθησε προβολή βίντεο με απόσπασμα από ελληνική ταινία, κατά τη διάρκεια της οποίας παρουσιάζεται ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη ως δοσίλογος των Γερμανών και υπότιτλοι όπως : «ΟΙ ΚΑΡΠΑΖΙΕΣ ΠΟΥ ΑΡΠΑΞΕ Ο … ΣΤΗ ΛΑΜΙΑ». Ενόψει αυτών, το Ε.Σ.Ρ. έκρινε ότι «εξομοιώθηκ[αν] ο εκλεγμένος Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη με δικτάτορες και επιπλέον προβλήθηκ[αν] η απαράδεκτη φωτογραφία του πρώτου και υβριστικές εκφράσεις κατά του δευτέρου, με αποτέλεσμα οι εκπομπές να μην έχουν τον απαιτούμενο από το νόμο σεβασμό της έννομης τάξεως. Χρησιμοποιήθηκε το ανεπίτρεπτο τέχνασμα της προβολής της φωτογραφίας του Πρωθυπουργού και του δικατάτορος Παπαδόπουλου και επιπλέον αναδείχθηκαν και εξυμνήθηκαν βίαιες πράξεις κατά πολιτικών προσώπων. Εν γένει ο παρουσιαστής δεν είχε την ψυχραιμία και τη νηφαλιότητα για αντικειμενική παράθεση των γεγονότων, ούτως ώστε τα αναφερθέντα πρόσωπα να τύχουν δίκαιης, ορθής και αξιοπρεπούς αντιμετωπίσεως, όπως επιβάλλει ο νόμος».
14. Επειδή, προβάλλεται ότι η έννομη τάξη και το δημοκρατικό πολίτευμα δεν προσβάλλονται, αλλά αντιθέτως προστατεύονται από τη δημοσιογραφική κριτική για τα αστυνομικά όργανα και τους πολιτικούς προϊσταμένους τους και ότι, ως εκ τούτου, μη νομίμως απεδόθη στην αιτούσα έλλειψη σεβασμού προς το Σύνταγμα και την έννομη τάξη της χώρας, κατά παράβαση του άρθρου 2 παρ. 3 του π.δ. 77/2003. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι, όπως νομίμως έκρινε το Ε.Σ.Ρ., η προβολή της εικόνας του Πρωθυπουργού με σκηνοθετικό τέχνασμα, κατά τρόπο που δημιουργούσε την εντύπωση ότι επρόκειτο περί δικτάτορα, η αναφορά στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη ως «Μπαμπουίνο της Κατεχάκη» και δοσίλογο των Γερμανών, η εμφάνισή του ως πρωταγωνιστή ταινίας σε ρόλο προδότη και συνεργάτη των Γερμανών και η αναφορά στα αστυνομικά όργανα ως «γουρούνια και μοσχάρια» και «Ες – Ες» συνιστούν έλλειψη σεβασμού προς το Σύνταγμα, το δημοκρατικό πολίτευμα και τη δημοκρατικώς εκλεγμένη Κυβέρνηση, καθώς και γενικώς προς την έννομη τάξη (πρβ. ΣτΕ 5007/2013).
15. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη παρίσταται μη νομίμως αιτιολογημένη ως προς την επιβολή κύρωσης για παράβαση του άρθρου 5 παρ. 1 και 4 του π.δ. 77/2003, που επιβάλλει την αληθή και πλήρη μετάδοση των γεγονότων, με προσοχή και αίσθημα ευθύνης, και απαγορεύει τη χρήση παραπλανητικών σκηνοθετικών τεχνασμάτων. Προβάλλει, ειδικότερα, η αιτούσα ότι δεν μεταδόθηκε αναληθές γεγονός, αλλά η πραγματική βία εκ μέρους της Ελληνικής Αστυνομίας εις βάρος αθώων πολιτών στην πλατεία Συντάγματος κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης της 29.6.2011. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι νομίμως απεδόθη στην αιτούσα, αφενός, έλλειψη ευθύνης στην παρουσίαση των γεγονότων, λόγω του ύφους των εκπομπών και των προαναφερθέντων προσβλητικών σχολίων και υπονοουμένων κατά του Πρωθυπουργού, του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και των αστυνομικών οργάνων, και, αφετέρου, η χρήση παραπλανητικών σκηνοθετικών μεθόδων, που συνίσταντο στην προβολή της φωτογραφίας του Πρωθυπουργού, που έφερε κατά το ήμισυ τα χαρακτηριστικά του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου, και στην εμφάνιση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ως πρωταγωνιστή ταινίας σε ρόλο συνεργάτη των Γερμανών.
16. Επειδή, το άρθρο 27 του π.δ. 109/2010 (Α΄ 190) προβλέπει τα εξής : «1. Κάθε πρόσωπο, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, του οποίου προσβάλλονται από το περιεχόμενο τηλεοπτικού προγράμματος έννομα συμφέροντα, ιδίως η προσωπικότητα, η τιμή ή υπόληψη, ή ο ιδιωτικός και οικογενειακός βίος, ή η επαγγελματική, κοινωνική, επιστημονική, καλλιτεχνική, πολιτική ή άλλη δραστηριότητα, δικαιούται να ζητήσει επανόρθωση από τον τηλεοπτικό οργανισμό που μετέδωσε το επίμαχο πρόγραμμα, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη μετάδοση ή την αναμετάδοση αυτού. … 7. Σε όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και εφόσον η προσβολή του δικαιώματος μπορεί να αποκατασταθεί με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, η προηγούμενη υποβολή αίτησης απάντησης και η μη προσήκουσα από τον εγκαλούμενο τηλεοπτικό σταθμό ικανοποίηση της αίτησης αυτής αποτελεί προϋπόθεση για την επιβολή των προβλεπομένων διοικητικών κυρώσεων για το γεγονός που προκάλεσε την αίτηση απάντησης». Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι τα αναφερόμενα στις εκπομπές πρόσωπα δεν υπέβαλαν, σύμφωνα με το προπαρατεθέν άρθρο 27 του π.δ. 109/2010, αίτημα επανόρθωσης στο σταθμό και ότι, κατά συνέπεια, μη νομίμως το Ε.Σ.Ρ. επελήφθη και επέβαλε κύρωση λόγω προσβολής της προσωπικότητάς τους. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, προεχόντως διότι, λόγω του περιεχομένου, της βαρύτητας και συχνότητας των προαναφερθέντων υβριστικών χαρακτηρισμών, σχολίων και εικόνων, η προσβολή των προσώπων των οποίων εθίγη η προσωπικότητα δεν μπορούσε να αποκατασταθεί με τη διαδικασία επανόρθωσης που προβλέπει η εν λόγω διάταξη (πρβλ. ΣτΕ 1246/2015, 4547, 3822, 2838/2014 κ.α.).
17. Επειδή, προβάλλεται ότι μη νομίμως απεδόθη στην αιτούσα παράβαση του άρθρου 13 παρ. 2 του π.δ. 77/2003, εφόσον ο δημοσιογράφος δεν ενθάρρυνε πράξεις βίας. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι, κατά τη διάρκεια των ελεγχθεισών εκπομπών, ο παρουσιαστής εκφράσθηκε με τρόπο που πράγματι ανέδειξε και ενθάρρυνε πράξεις βίας (βλ., μεταξύ άλλων, τις αποστροφές του παρουσιαστή: «ξέρετε τι έκαναν στη Ρούμελη στους Τούρκους», «του ετοιμάζουν θερμή υποδοχή και στην Κοζάνη», «καλά του κάναν – κι άλλες έπρεπε να φάει», «καλά να πάθει», «να δεις τι καρπαζιά θα φάει», «θα δείρει κι εσένα»).
18. Επειδή, προβάλλεται ότι, σε κάθε περίπτωση, τα μεταδοθέντα γεγονότα και οι χαρακτηρισμοί δεν προσέβαλαν την προσωπικότητα πολιτικών προσώπων, όπως απαιτεί το άρθρο 9 παρ. 2 του π.δ. 77/2003, αλλά αποτελούσαν προϊόν δικαιολογημένης αγανάκτησης του παρουσιαστή και θεμιτή δημοσιογραφική κριτική. Συναφώς προβάλλεται ότι η ερμηνεία και εφαρμογή των προπαρατεθεισών διατάξεων στις οποίες προέβη η προσβαλλόμενη πράξη παραβιάζουν το δικαίωμα ελευθερίας της έκφρασης και πληροφόρησης, που κατοχυρώνεται στα άρθρα 5 παρ. 1, 5Α παρ. 1, 14 παρ. 1 και 15 του Συντάγματος και 10 της Ε.Σ.Δ.Α. Ισχυρίζεται, ειδικότερα, η αιτούσα ότι ο τρόπος σχολιασμού των γεγονότων από το δημοσιογράφο ήταν ανάλογος της πρωτοφανούς επιθετικότητας της Ελληνικής Αστυνομίας και αναγκαίος για την περιγραφή της πραγματικότητας και ότι, ενόψει της αρχής της στάθμισης, η οποία διέπει, σύμφωνα με το άρθρο δεύτερο του π.δ. 77/2003, την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Δεοντολογίας, η άσκηση δημοσιογραφικής κριτικής και η ενημέρωση του κοινού κατισχύουν, εφόσον πρόκειται για υποθέσεις που ενδιαφέρουν την κοινή γνώμη, όπως εν προκειμένω, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται παράβαση των κατ΄ ιδίαν διατάξεων του Κώδικα. Οι λόγοι αυτοί πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, δεδομένου ότι η επίδικη κύρωση δεν επεβλήθη για τη μετάδοση των γεγονότων και την, έστω έντονη ή και οξεία, δημοσιογραφική κριτική, στις οποίες δεν περιορίσθηκε η εκπομπή, αλλά, όπως νομίμως έκρινε το Ε.Σ.Ρ., για τη χρήση των ως άνω προσβλητικών και υβριστικών χαρακτηρισμών, σχολίων, εικόνων και σκηνοθετικών τεχνασμάτων, καθώς και για την ανάδειξη και ενθάρρυνση πράξεων βίας, τα οποία εξέφευγαν των ορίων της άσκησης κριτικής και δεν προκύπτει ότι ήταν αναγκαία για την περιγραφή και το σχολιασμό των γεγονότων (πρβ. ΣτΕ 1655, 1802/2015, 2918, 4157/2014, 1350, 4570/2013).
19. Επειδή, η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του ν. 2328/1995 (Α΄ 159), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 16 του ν. 2644/1998 (Α΄ 233), διαλαμβάνει τα εξής: «Το Ε.Σ.Ρ. αποφασίζει … την επιβολή μίας ή περισσότερων από τις παρακάτω κυρώσεις: αα) σύσταση για συμμόρφωση σε συγκεκριμένη διάταξη της νομοθεσίας με προειδοποίηση επιβολής λοιπών κυρώσεων, ββ) πρόστιμο από πέντε έως πεντακόσια εκατομμύρια (5.000.000 έως 500.000.000) δραχμές …, γγ) προσωρινή αναστολή μέχρι τρεις μήνες ή οριστική διακοπή της μετάδοσης συγκεκριμένης εκπομπής του σταθμού, δδ) προσωρινή αναστολή μέχρι τρεις (3) μήνες της μετάδοσης κάθε τηλεοπτικού προγράμματος, εε) ανάκληση της άδειας λειτουργίας του σταθμού, και στστ) κυρώσεις ηθικού περιεχομένου (όπως η υποχρεωτική μετάδοση ανακοίνωσης σχετικά με τις λοιπές επιβαλλόμενες κυρώσεις). … Η επιλογή του είδους και η επιμέτρηση των διοικητικών κυρώσεων του άρθρου αυτού γίνεται ανάλογα με τη βαρύτητα της παραβίασης, την τηλεθέαση που συγκεντρώνει το πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου τελέσθηκε η παραβίαση, το μερίδιο της αγοράς ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών υπηρεσιών που έχει τυχόν αποκτήσει η κάτοχος της αδείας, το ύψος της επένδυσης που έχει πραγματοποιηθεί ή σχεδιαστεί και την τυχόν ύπαρξη υποτροπών…».
20. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη πράξη, το Ε.Σ.Ρ. έλαβε υπόψη νόμιμα κριτήρια επιλογής της κύρωσης και επιμέτρησης του ύψους του προστίμου, ήτοι τη βαρύτητα της παράβασης και το γεγονός ότι έχουν επιβληθεί στο σταθμό διάφορες κυρώσεις με 16 προηγούμενες αποφάσεις του Ε.Σ.Ρ. Εξάλλου, για τη στοιχειοθέτηση υποτροπής είναι αδιάφορο αν οι προηγούμενες κυρώσεις επιβλήθηκαν για διαφορετικές παραβάσεις σε σχέση με την επίμαχη. Πρέπει, επομένως, να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι ακυρώσεως (βλ. ΣτΕ 5004/2013, 4042, 4547/2014, 897, 1088, 1247/2015 κ.α.). Περαιτέρω, ο λόγος με τον οποίον προβάλλεται ότι η επιβολή του προστίμου ύψους 70.000 ευρώ αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, λόγω της εμβέλειας του σταθμού που εκπέμπει μόνον στο νομό Αττικής, της χαμηλής τηλεθέασης και του σχεδόν ανύπαρκτου μεριδίου αυτού στη διαφημιστική δαπάνη, είναι αβάσιμος, διότι το επιβληθέν πρόστιμο απέχει κατά πολύ από το ανώτατο όριο προστίμου (500 εκατ. δρχ. ήτοι περίπου 1,5 εκατ. ευρώ) και αιτιολογείται νομίμως υπό τα δεδομένα της συγκεκριμένης περίπτωσης και της βαρύτητας της παράβασης των ιδιαιτέρως βαρέων χαρακτηρισμών και τεχνασμάτων που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των ελεγχθεισών εκπομπών (βλ. ΣτΕ 244, 996-997, 3424/2014, 1247, 3133/2015 κ.α.).
21. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, που ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα την 1η Φεβρουαρίου 2016
Ο Πρόεδρος του Δ´ ΤμήματοςΗ Γραμματέας
Δημοσθένης Π. Πετρούλιας Ι. Παπαχαραλάμπους
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2017.
Η Προεδρεύουσα ΣύμβουλοςΗ Γραμματέας
Αικ. ΧριστοφορίδουΙ. Παπαχαραλάμπους
./.