ΣτΕ 1373/12,Στ παρ.Ολομ.,ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ, ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΗ ΠΑΡΑΜΕΘΟΡΙΟ ΓΙΑ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΣΤΑ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΑ ΚΛΙΜΑΚΙΑ, Ν 2470/97 ΑΡΘ17 ΠΑΡ1Γ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΣ

ΣΤΕ

Αριθμός 1373/2012 , Στ΄τμήμα παρ. Ολομ.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ : Ζήτημα προσμέτρησης του χρόνου πλασματικής υπηρεσίας που διανύθηκε σε παραμεθόριο  και προβληματική περιοχή για την κατάταξη των δημοσίων υπαλλήλων σε μισθολογικά κλιμάκια. Παραπομπή στην Ολομέλεια. Η ρύθμιση αυτή της παρ. 1 περ. γ΄ του άρθρου 17 του ν. 2470/1997 δεν αντίκειται στο Σύνταγμα ούτε στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, (Ε.Σ.Δ.Α.) που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974, (Α΄ 256), δεδομένου ότι από καμία συνταγματική διάταξη, όπως η διάταξη του άρθρου 103 παρ. 4 του Συντάγματος για τη, σύμφωνα με τους όρους του νόμου, μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων ή συνταγματική αρχή, όπως η αρχή προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, ούτε από το ανωτέρω άρθρο του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, δεν κωλύεται, κατ’ αρχήν, ο νομοθέτης, εκτιμώντας τις εκάστοτε συνθήκες και λαμβάνοντας υπόψη τη δημοσιονομική κατάσταση του κράτους, να προβαίνει σε αναμόρφωση του μισθολογίου των υπαλλήλων, εισάγοντας νέες ρυθμίσεις, πολύ δε περισσότερο όταν, όπως εν προκειμένω, οι, κατά τις παρατεθείσες διατάξεις του ν. 287/1976 και του ν. 2085/1992, καταβαλλόμενες στους υπηρετούντες σε προβληματικές ή παραμεθόριες περιοχές παροχές, μέσω της αναγνώρισης χρόνου πλασματικής υπηρεσίας, αντικαθίστανται με ειδικό μηνιαίο επίδομα προβληματικών και παραμεθόριων περιοχών, το οποίο ορίζεται σε συγκεκριμένο χρηματικό ποσό και καταβάλλεται για όσο χρόνο οι δικαιούχοι υπηρετούν στις εν λόγω περιοχές, (άρθρο 8 παρ. 5 του ν. 2470/1997) (Μειοψ).

Πρόεδρος : Δ. Πετρούλιας (Αντιπρόεδρος ΣτΕ)
Εισηγητής : Β. Πλαπούτα (Πάρεδρος)
Νομικοί Παραστάτες : Γ. Σινάνης (Πάρεδρος ΝΣΚ).

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 25 Οκτωβρίου 2010, με την εξής σύνθεση: Δ. Πετρούλιας, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Στ΄ Τμήματος, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Ραφτοπούλου, Σύμβουλοι, Α. Χλαμπέα, Β. Πλαπούτα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Β. Ραφαηλάκη, Γραμματέας του Στ΄ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 27 Απριλίου 2009 αίτηση:
των: 1) Ν. Α, ………..67) Ξ. Μ, οι οποίοι παρέστησαν με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο, που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,
κατά του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο παρέστη με τον Γ. Σινάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή οι αναιρεσείοντες επιδιώκουν να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 377/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής.
Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Β. Πλαπούτα.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο, (963648-9/2009 ειδικά έντυπα παραβόλου), ζητείται η αναίρεση της 377/2008 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής, με την οποία έγινε δεκτή έφεση του αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου κατά της 171/2004 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κομοτηνής και απορρίφθηκε προσφυγή των αναιρεσειόντων, μόνιμων δημοσίων υπαλλήλων, με την οποία είχαν ζητήσει να ακυρωθεί η 3654/6.11.2002 πράξη του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ν. Ξάνθης. Με την πράξη αυτή είχε απορριφθεί η υποβληθείσα στις 9.8.2002 αίτηση των αναιρεσειόντων για συνυπολογισμό, κατά την κατάταξή τους στα μισθολογικά κλιμάκια και τον προσδιορισμό του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας αυτών, βάσει των διατάξεων του ν. 2470/1997, του χρόνου πλασματικής υπηρεσίας αυτών που διανύθηκε έως τις 31.12.1996 στην παραμεθόριο και προβληματική περιοχή του ν. Ξάνθης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1 του ν. 287/1976 και 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992.
2. Επειδή, το δικόγραφο της αιτήσεως υπογράφεται μόνο από δικηγόρο ως πληρεξούσιο των αναιρεσειόντων. Κατά την επ’ ακροατηρίου, όμως, συζήτηση της υποθέσεως, ο 22ος, ο 51ος και ο 63ος από τους αναιρεσείοντες, ήτοι ο Σπυρίδων Αριστείδου, ο Νικόλαος Ντάλντας και ο Χαράλαμπος Σαχινίδης, δεν παρέστησαν με πληρεξούσιο δικηγόρο ούτε εμφανίσθηκαν για να δηλώσουν ότι εγκρίνουν την άσκηση της αιτήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προσκομίσθηκε στο δικαστήριο συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο για τη νομιμοποίηση από αυτούς του δικηγόρου που υπογράφει το δικόγραφο. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, (Α΄ 8), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997, (Α΄ 67), η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, όσον αφορά τους ανωτέρω αναιρεσείοντες.
3. Επειδή, στο ν. 287/1976 (Α΄ 78) ορίσθηκε ότι: «Παραμεθόριοι περιοχαί, δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος νόμου, νοούνται αι περιοχαί των Νομών Ξάνθης, Ροδόπης, Έβρου, Λέσβου, Χίου, Σάμου και Δωδεκανήσου» (άρθρο 1), «Εις τας διατάξεις του παρόντος νόμου, εάν άλλως δεν ορίζεται εν αυτώ, υπάγονται άπαντες οι πολιτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, εξαιρέσει των νομαρχών, ως και οι υπάλληλοι της Γραμματείας των Δικαστηρίων» (άρθρο 2 παρ. 1). Περαιτέρω, στο άρθρο 11 του νόμου αυτού ορίσθηκε ότι: «1. Ο πέραν της τριετίας χρόνος υπηρεσίας, ο διανυόμενος από της ισχύος του παρόντος και εφεξής εις τας εν άρθρω 1 του παρόντος περιοχάς, υπολογίζεται εις το διπλάσιον δια την χορήγησιν επιδόματος πολυετούς υπηρεσίας και ευδοκίμου παραμονής εν τω αυτώ βαθμώ. 2. Ο κατά την προηγουμένην παράγραφον χρόνος πλασματικής υπηρεσίας εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να υπερβή τα τρία έτη, αποτελεί δε πρόσθετον στοιχείον κρίσεως δια την προαγωγήν και δεν υπολογίζεται δια την συμπλήρωσιν της τριακονταπενταετίας». Στη συνέχεια, με την παρ. 2 του άρθρου 27 του ν. 1505/1984, «Αναδιάρθρωση μισθολογίου προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης και άλλες συναφείς διατάξεις» (Α΄ 194), οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 287/1976 διατηρήθηκαν σε ισχύ. Περαιτέρω, με το άρθρο 9 του ν.2085/1992 (Α΄ 170), αντικαταστάθηκε το άρθρο 64 του ν.1943/1991, το οποίο (άρθρο 64) φέρει τον τίτλο «Κίνητρα για υπαλλήλους που υπηρετούν ή μετατίθενται σε προβληματικές περιοχές», ως εξής: «1. Με απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών καθορίζονται … περιοχές της χώρας ως προβληματικές, λόγω ιδιαιτεροτήτων από άποψη, ιδίως, συνθηκών διαβίωσης, επικοινωνίας ή στέγασης. Οι προβληματικές περιοχές διακρίνονται σε κατηγορία Α΄ ή Β΄, ανάλογα με το βαθμό προβληματικότητάς τους. 2. Ο χρόνος υπηρεσίας, μέχρι μία τριετία, των τακτικών και των με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οργανικές θέσεις υπαλλήλων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., που υπηρετούν σε υπηρεσίες προβληματικών περιοχών, υπολογίζεται στο διπλάσιο για την εξέλιξη σε μισθολογικό κλιμάκιο και τη λήψη επιδόματος χρόνου υπηρεσίας. … 5. Τα κίνητρα του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν για υπαλλήλους νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου η έδρα των οποίων είναι στην προβληματική περιοχή. …». Κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 1 του άρθρου 64 του ν. 1943/1991, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 του ν.2085/1992 εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.50/265/29847/30.10.1992 κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών, (Β΄ 667/11.11.1992), με την οποία καθορίσθηκαν οι προβληματικές περιοχές της χώρας, μεταξύ των οποίων και ο νομός Ξάνθης, ως προβληματική περιοχή Α΄ κατηγορίας.
4. Επειδή, με το ν. 2470/1997, (Α΄ 40), ο οποίος, σύμφωνα με το άρθρο 33 αυτού, άρχισε να ισχύει από 1.1.1997, ορίσθηκε, στο άρθρο 2 παρ. 1, ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι κατατάσσονται στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 3 του νόμου αυτού και λαμβάνουν το βασικό μισθό και τα επιδόματα που προβλέπει ο ίδιος νόμος, (άρθρο 7 παρ. 1). Περαιτέρω, στο άρθρο 5 του νόμου αυτού ορίζεται ότι: «1. Για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων όλων των κλάδων, από κατώτερο σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο, απαιτείται υπηρεσία ως εξής: α. Για την απονομή του αμέσως επόμενου μετά το εισαγωγικό Μ.Κ. υπηρεσία ενός (1) έτους στο εισαγωγικό Μ.Κ. β. Για την απονομή όλων των επόμενων μισθολογικών κλιμακίων, υπηρεσία δύο (2) ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο. 2. Για την, κατά την προηγούμενη παράγραφο, μισθολογική εξέλιξη λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υπηρεσίας που ορίζεται στο άρθρο 17 του νόμου αυτού». Ακολούθως, στο άρθρο 22 του ως άνω νόμου προβλέπεται ότι: «1. Η κατάταξη των υπηρετούντων υπαλλήλων στα Μ.Κ. του άρθρου 3 του νόμου αυτού, ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκουν, γίνεται με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 17 του παρόντος, σε συνδυασμό και με την με αριθμό 111624/4076/20.11.1985 κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. 730 Β΄), που κυρώθηκε με το άρθρο 12 του ν. 1643/1986 (Φ.Ε.Κ. 126 Α΄). …». Εξάλλου, στο άρθρο 8 του ως άνω νόμου ορίζεται ότι: «Πέρα από το βασικό μισθό του κάθε μισθολογικού κλιμακίου, όπως αυτός ορίζεται στο προηγούμενο άρθρο, χορηγούνται και τα εξής τακτικά επιδόματα, κατά μήνα: 1. Επίδομα Χρόνου Υπηρεσίας: Ορίζεται σε ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) με τη συμπλήρωση ενός (1) έτους υπηρεσίας, προσαυξανόμενο στη συνέχεια ανά διετία από τη χορήγηση του ποσοστού αυτού και για δεκατέσσερις (14) διετίες κατά τέσσερις (4) ποσοστιαίες μονάδες και μέχρι συνολικού ποσοστού εξήντα τοις εκατό (60%). Το επίδομα αυτό υπολογίζεται επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου που έχει κάθε φορά ο υπάλληλος. 2. … 5. Επίδομα Προβληματικών και Παραμεθόριων Περιοχών, όπως οι περιοχές αυτές καθορίζονται με τις ΔΙΔΑΔ/Φ.50/265/29847/30.10.1992 (ΦΕΚ 667 Β΄) και ΔΙΔΑΔ/Φ.42/2175/ 11943, 11639 και 11981/20.12.1995 (ΦΕΚ 1054 Β΄) κοινές υπουργικές αποφάσεις και το άρθρο 1 του ν. 287/1976 (ΦΕΚ 78 Α΄) αντίστοιχα και μόνο για όσο χρόνο υπηρετούν σε αυτές, οριζόμενο κατά μήνα ως εξής: α. Για προβληματικές περιοχές κατηγορίας Β΄, σε εννέα χιλιάδες (9.000) δραχμές. β. Για προβληματικές περιοχές κατηγορίας Α΄, με εξαίρεση τις εξ αυτών παραμεθόριες του ν. 287/1976, σε δώδεκα χιλιάδες (12.000) δραχμές. γ. Για όσες περιοχές χαρακτηρίζονται ταυτόχρονα προβληματικές και παραμεθόριες, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις, σε είκοσι χιλιάδες (20.000) δραχμές. Από την έναρξη χορήγησης του επιδόματος αυτού καταργούνται οι αντίστοιχες παροχές που προβλέπονται για τους ανωτέρω υπαλλήλους από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν. 287/1976 (ΦΕΚ 78 Α΄) και της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 2085/1992 (ΦΕΚ 170 Α΄), που αντικατέστησαν τις διατάξεις του άρθρου 64 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α΄)». Περαιτέρω, στο άρθρο 17 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Ως υπηρεσία για την εξέλιξη των υπαλλήλων στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 3, καθώς και για τη χορήγηση του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας της παραγράφου 1 του άρθρου 8 λαμβάνεται υπόψη: α. Η υπηρεσία που προσφέρεται στο Δημόσιο, σε Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. με σχέση εξαρτημένης εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου. … γ. Κάθε πραγματική και συντάξιμη δημόσια υπηρεσία που υπολογίζεται για τη συμπλήρωση της 35ετίας, ανεξάρτητα από το φορέα που έχει προσφερθεί. δ. … ε. Κάθε προϋπηρεσία, που από ισχύουσες διατάξεις αναγνωρίζεται ως πραγματική δημόσια υπηρεσία στις θέσεις που υπηρετούν. στ. … ». Τέλος, με το άρθρο 31 περ. ε΄ και στ΄ του ν. 2470/1997 ορίσθηκε ότι καταργούνται, από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 2085/1992 και της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 287/1976.
5. Επειδή, από τις παρατεθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις του ν. 2470/1997, ιδίως δε από τη διάταξη της παραγρ. 1 περ. γ΄ του άρθρου 17 σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 22 παρ. 1, προκύπτει σαφώς ότι, για την κατάταξη των υπηρετούντων υπαλλήλων στα μισθολογικά κλιμάκια του άρθρου 3, λαμβάνεται υπόψη χρόνος «πραγματικής και συντάξιμης» δημόσιας υπηρεσίας, η οποία «υπολογίζεται για τη συμπλήρωση της 35ετίας». Ως εκ τούτου δεν προσμετράται χρόνος πλασματικής υπηρεσίας. Κατά συνέπεια, για την, βάσει των διατάξεων αυτών του ν. 2470/1997, κατάταξη των υπαλλήλων στα μισθολογικά κλιμάκια, δεν επιτρέπεται να υπολογισθεί ο διανυθείς σε παραμεθόριο και προβληματική περιοχή χρόνος πλασματικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 1 και 2 του ν. 287/1976 και του άρθρου 64 παρ. 2 του ν. 1943/1991, όπως αυτό ίσχυσε μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 9 του ν. 2085/1992. Ρητώς, μάλιστα, στην παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 287/1976, η οποία εξακολουθεί να ισχύει, μη καταργηθείσα με το άρθρο 31 περ. στ΄ του ν. 2470/1997, ο εν λόγω διπλάσιος χρόνος χαρακτηρίζεται χρόνος πλασματικής υπηρεσίας, μη υπολογιζόμενος για τη συμπλήρωση της τριακονταπενταετίας. Επίσης και ο, κατά το άρθρο 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992, αναγνωριζόμενος διπλάσιος χρόνος αποτελεί, βεβαίως, χρόνο πλασματικής και όχι πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας. Εξάλλου, αφενός μεν με το άρθρο 8 παρ. 5 του ν. 2470/1997, που προέβλεψε το επίδομα προβληματικών και παραμεθορίων περιοχών, ρητώς ορίσθηκε ότι από την έναρξη χορήγησης του προβλεπόμενου από τη διάταξη της παραγράφου αυτής επιδόματος προβληματικών και παραμεθορίων περιοχών, (δηλαδή από 1.1.1997), καταργούνται οι αντίστοιχες παροχές των άρθρων 11 παρ. 1 του ν. 287/1976 και 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992, αφετέρου δε με το άρθρο 31 περ. ε΄ του ν. 2470/1997 καταργήθηκαν από την έναρξη της ισχύος του, (1.1.1997), οι ανωτέρω διατάξεις των νόμων 287/1976 και 2085/1992. Περαιτέρω, ο ανωτέρω μη συνυπολογισμός, σύμφωνα με την παρ. 1 περ. γ΄ του άρθρου 17 του ν. 2470/1997, του χρόνου πλασματικής υπηρεσίας του άρθρου 11 παρ. 1 του ν. 287/1976 και του άρθρου 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992, ισχύει, εφόσον η διάταξη της παρ. 1 περ. γ΄ του άρθρου 17 του ν. 2470/1997 δεν θεσπίζει καμία εξαίρεση, αδιακρίτως σε κάθε περίπτωση, δηλαδή είτε πρόκειται για υπαλλήλους οι οποίοι εξακολουθούν να υπηρετούν σε παραμεθόριο ή προβληματική περιοχή είτε πρόκειται για υπαλλήλους οι οποίοι έχουν μετατεθεί από παραμεθόριο ή προβληματική περιοχή, αφού υπηρέτησαν σ’ αυτήν επί χρόνο υπολογιζόμενο με τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 287/1976 και του ν. 2085/1992, ως διπλάσιο χρόνο πλασματικής υπηρεσίας. Η ρύθμιση αυτή της παρ. 1 περ. γ΄ του άρθρου 17 του ν. 2470/1997 δεν αντίκειται στο Σύνταγμα ούτε στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, (Ε.Σ.Δ.Α.) που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974, (Α΄ 256), δεδομένου ότι από καμία συνταγματική διάταξη, όπως η διάταξη του άρθρου 103 παρ. 4 του Συντάγματος για τη, σύμφωνα με τους όρους του νόμου, μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων ή συνταγματική αρχή, όπως η αρχή προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, ούτε από το ανωτέρω άρθρο του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, δεν κωλύεται, κατ’ αρχήν, ο νομοθέτης, εκτιμώντας τις εκάστοτε συνθήκες και λαμβάνοντας υπόψη τη δημοσιονομική κατάσταση του κράτους, να προβαίνει σε αναμόρφωση του μισθολογίου των υπαλλήλων, εισάγοντας νέες ρυθμίσεις, πολύ δε περισσότερο όταν, όπως εν προκειμένω, οι, κατά τις παρατεθείσες διατάξεις του ν. 287/1976 και του ν. 2085/1992, καταβαλλόμενες στους υπηρετούντες σε προβληματικές ή παραμεθόριες περιοχές παροχές, μέσω της αναγνώρισης χρόνου πλασματικής υπηρεσίας, αντικαθίστανται με ειδικό μηνιαίο επίδομα προβληματικών και παραμεθόριων περιοχών, το οποίο ορίζεται σε συγκεκριμένο χρηματικό ποσό και καταβάλλεται για όσο χρόνο οι δικαιούχοι υπηρετούν στις εν λόγω περιοχές, (άρθρο 8 παρ. 5 του ν. 2470/1997). Ο ισχυρισμός δε των αναιρεσειόντων ότι, με την ανωτέρω ρύθμιση, υφίστανται άνιση μεταχείριση οι υπηρετούντες σε προβληματική ή παραμεθόριο περιοχή υπάλληλοι, οι οποίοι λαμβάνουν πλέον μόνο το μηνιαίο επίδομα του άρθρου 8 παρ. 5 του ν. 2470/1997, σε σχέση με μετατεθέντες εκτός προβληματικής ή παραμεθόριας περιοχής υπαλλήλους, μετά από υπηρεσία τους σε τέτοια περιοχή, διότι, κατά τα προβαλλόμενα, για την κατάταξη των τελευταίων σε μισθολογικό κλιμάκιο συνυπολογίζεται ο διανυθείς, κατά τις διατάξεις του ν. 287/1976 και του ν. 2085/1992, χρόνος πλασματικής υπηρεσίας, είναι απορριπτέος ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη εκδοχή. Και τούτο διότι, κατά τα γενόμενα ανωτέρω δεκτά, η ρύθμιση της παρ. 1 περ. γ΄ του άρθρου 17 του ν. 2470/1997 ισχύει αδιακρίτως σε κάθε περίπτωση, δηλαδή, καταλαμβάνει και τους υπαλλήλους οι οποίοι εξακολουθούν να υπηρετούν σε παραμεθόριο ή προβληματική περιοχή και τους υπαλλήλους οι οποίοι έχουν μετατεθεί από παραμεθόριο ή προβληματική περιοχή, αφού υπηρέτησαν σ’ αυτήν επί χρόνο υπολογιζόμενο με τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 287/1976 και του ν. 2085/1992, ως διπλάσιο χρόνο πλασματικής υπηρεσίας. Ανεξαρτήτως δε αυτού, δεν υφίσταται πλέον και διάταξη, βάσει της οποίας θα ήταν δυνατός ο συνυπολογισμός του πλασματικού χρόνου υπηρεσίας για την κατάταξη σε μισθολογικό κλιμάκιο των μετατεθέντων από παραμεθόριο ή προβληματική περιοχή υπαλλήλων. Και τούτο διότι, αφενός μεν, όπως ήδη εκτέθηκε, στο άρθρο 8 παρ. 5 του ν. 2470/1997 ρητώς ορίσθηκε ότι από την έναρξη χορήγησης του προβλεπόμενου από τη διάταξη της παραγράφου αυτής επιδόματος προβληματικών και παραμεθορίων περιοχών, (δηλαδή από 1.1.1997), καταργούνται οι αντίστοιχες παροχές των άρθρων 11 παρ. 1 του ν. 287/1976 και 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992, αφετέρου δε με το άρθρο 31 περ. ε΄ του ν. 2470/1997 καταργήθηκαν από την έναρξη της ισχύος του, (1.1.1997), οι ανωτέρω διατάξεις των νόμων 287/1976 και 2085/1992. Τέλος και πέραν των ανωτέρω εκτεθέντων, η ανωτέρω άποψη, ότι δηλαδή ειδικώς για τους μετατεθέντες από προβληματικές ή παραμεθόριες περιοχές υπαλλήλους εξακολουθεί να υφίσταται δικαίωμα συνυπολογισμού, για την κατάταξή τους σε μισθολογικό κλιμάκιο, του διανυθέντος σ’ αυτές πλασματικού χρόνου υπηρεσίας, (πρβλ. ΣτΕ1219/2007 επταμ.), είναι αντίθετη και προς το σκοπό των ανωτέρω ευεργετικών διατάξεων των νόμων 287/1976 και 2085/1992, οι οποίες απέβλεψαν τόσο στην προσέλκυση όσο κυρίως στην παραμονή των υπαλλήλων στις εν λόγω περιοχές, αφού οι μετατιθέμενοι από αυτές υπάλληλοι, μετά τη συμπλήρωση του ελάχιστου χρόνου υπηρεσίας, εξακολουθούν, σύμφωνα με την άποψη αυτή, να δικαιούνται, έως την αποχώρησή τους από την υπηρεσία, δηλαδή για χρόνο που μπορεί να υπερβαίνει την τριακονταετία, τις επίμαχες μισθολογικές παροχές, ωσάν να υπηρετούσαν σε προβληματική ή παραμεθόριο περιοχή, μολονότι δεν υπηρετούν πλέον σε τέτοια περιοχή, (πρβλ. ΣτΕ 2102/2004). Κατά τη γνώμη, όμως, της Συμβούλου Αντ. Χλαμπέα με την οποία συντάχθηκε και η Πάρεδρος Β. Πλαπούτα, με τις διατάξεις των άρθρων 8 παρ. 5 και 31 του ν. 2470/1997, ερμηνευόμενες σύμφωνα με την αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, δεν καταργήθηκαν οι ευνοϊκές ρυθμίσεις των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 287/1976 και της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 2085/1992 για τους υπαλλήλους εκείνους οι οποίοι είχαν ήδη, πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 2470/1997, θεμελιώσει δικαίωμα στις προβλεπόμενες από τις διατάξεις αυτές παροχές, (βλ. ΣτΕ1219/2007 επταμ., 3611, 3100, 398/2009).
6. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, οι αναιρεσείοντες, μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι που υπηρετούν ως καθηγητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε γυμνάσια και λύκεια του ν. Ξάνθης, εκτός από την τελευταία από αυτούς που υπηρετεί ως διοικητική υπάλληλος στο 2ο Τ.Ε.Ε. Ξάνθης, είχαν ήδη συμπληρώσει στις 31.12.1996, χρόνο πλασματικής υπηρεσίας τριών ετών λόγω της υπηρεσίας τους στην παραμεθόριο και προβληματική περιοχή του ν. Ξάνθης. Ο ανωτέρω χρόνος πλασματικής υπηρεσίας προσμετρήθηκε για την κατάταξη των αναιρεσειόντων στα μισθολογικά κλιμάκια και για τη χορήγηση σ’ αυτούς επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1505/1984, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1 του ν. 287/1976 και 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992. Μετά την έναρξη ισχύος του ν. 2470/1997, έγινε νέα κατάταξη σε μισθολογικά κλιμάκια των αναιρεσειόντων, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού και τους χορηγήθηκε επίδομα χρόνου υπηρεσίας, χωρίς για την κατάταξη αυτή και τον υπολογισμό του εν λόγω επιδόματος, να προσμετρηθεί ο χρόνος πλασματικής υπηρεσίας που είχαν διανύσει έως τις 31.12.1996 στην ως άνω περιοχή. Κατόπιν αυτού, οι αναιρεσείοντες υπέβαλαν στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ν. Ξάνθης, στις 9.8.2002, αίτηση, με την οποία ζήτησαν να προσμετρηθεί στο εξής για την κατάταξή τους στα μισθολογικά κλιμάκια και τον προσδιορισμό του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας αυτών, βάσει των διατάξεων του ν. 2470/1997, ο χρόνος πλασματικής υπηρεσίας αυτών που διανύθηκε έως τις 31.12.1996 στην παραμεθόριο και προβληματική περιοχή του ν. Ξάνθης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1 του ν. 287/1976 και 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με την 3654/6.11.2002 απόφαση του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ν. Ξάνθης. Κατά της τελευταίας αυτής απόφασης οι αναιρεσείοντες άσκησαν προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου, η οποία έγινε δεκτή. Το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου, το οποίο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε την έφεση και ακολούθως, απέρριψε την προσφυγή των αναιρεσειόντων, με την αιτιολογία ότι ήταν νόμιμη η ανωτέρω απόρριψη από τη Διοίκηση του αιτήματός τους για προσμέτρηση, κατά την κατάταξή τους στα μισθολογικά κλιμάκια του ν. 2470/1997 και τον καθορισμό του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας αυτών, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ανωτέρω νόμου, του χρόνου της πλασματικής υπηρεσίας τους που διανύθηκε έως τις 31.12.1996 στην παραμεθόριο και προβληματική περιοχή του ν. Ξάνθης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1 του ν. 287/1976 και 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992, διότι η υπηρεσία αυτή δεν συνυπολογίζεται πλέον μετά την ισχύ του ν. 2470/1997, αφού η σχετική ρύθμιση καταργήθηκε με τα άρθρα 8 και 31 του νόμου αυτού, η κατάργηση δε αυτή δεν αντίκειται στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, ούτε στην κατοχυρούμενη από το Σύνταγμα αρχή προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Η κρίση αυτή του δικάσαντος Δικαστηρίου, κατά την οποία νομίμως απορρίφθηκε από τη Διοίκηση το αίτημα των αναιρεσειόντων για συνυπολογισμό, κατά την κατάταξή τους στα μισθολογικά κλιμάκια και τον καθορισμό του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας αυτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2470/1997, της, κατά τα ανωτέρω πλασματικής υπηρεσίας τους στην παραμεθόριο και προβληματική περιοχή του ν. Ξάνθης, είναι ορθή, κατά τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη 5 και πρέπει να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως. Κατά τη γνώμη, όμως της Συμβούλου Αντ. Χλαμπέα προς την οποία συντάχθηκε και η Πάρεδρος Βικτ. Πλαπούτα, η ανωτέρω κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης δεν είναι ορθή, κατά τα υποστηριζόμενα στη σκέψη 5 από τη μειοψηφούσα αυτή γνώμη, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση.
7. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω γενομένων, κατά πλειοψηφία, δεκτών, η κρινόμενη αίτηση θα έπρεπε, όσον αφορά τους αναιρεσείοντες ως προς τους οποίους ασκείται παραδεκτώς, να απορριφθεί ως αβάσιμη. Λόγω, όμως, της σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος, εάν δηλαδή για την κατάταξη των αναιρεσειόντων στα μισθολογικά κλιμάκια και τη χορήγηση επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, βάσει των διατάξεων του ν. 2470/1997, πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο διανυθείς κατά τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1 του ν. 287/1976 και 9 παρ. 2 του ν. 2085/1992 χρόνος πλασματικής υπηρεσίας και της υπάρχουσας αντίθετης νομολογίας, (βλ. ΣτΕ 1219/2007 επταμ., 3611, 3100/2009 κ.α.), το ζήτημα αυτό πρέπει να παραπεμφθεί προς επίλυση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τη διάταξη της περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 14 του π.δ. 18/1989, (Α΄ 8), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3900/2010, (Α΄ 213). Ορίζεται δε ως εισηγητής η Σύμβουλος Μαρίνα Παπαδοπούλου.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση ως προς τον 22ο, τον 51ο και τον 63ο από τους αναιρεσείοντες, ήτοι τους Σπυρίδωνα Αριστείδου, Νικόλαο Ντάλντα και Χαράλαμπο Σαχινίδη. Παραπέμπει το ανωτέρω ζήτημα στην Ολομέλεια, σύμφωνα με το αιτιολογικόκαι
Ορίζει εισηγητή ενώπιον της Ολομελείας τη Σύμβουλο Μαρίνα Παπαδοπούλου.
 
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 13 Οκτωβρίου 2011