ΣτΕ 1471/08, Α τμ., ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ, Παράνομη Παράλειψη ΜΟΛΥΝΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟ AIDS, Εναρξη Παραγραφης

ΣΤΕ

 

1471/2008 ΣΤΕ 
 
 
Ευθύνη των νοσοκομείων σε αποζημίωση κατά τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ. Προϋποθέσεις ίδρυσης της ευθύνης και ζημία που αποκαθίσταται. Ο ιατρός οφείλει, σύμφωνα με τον ιατρικό κώδικα, να ασκεί ευσυνειδήτως το επάγγελμά του σύμφωνα προς τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης. Ανακύπτει ευθύνη του νοσοκομείου να αποκαταστήσει τη βλάβη (ψυχική οδύνη) την οποία υπέστησαν οι γονείς και οι αδελφοί ασθενούς που απεβίωσε συνεπεία παραλείψεων οφειλομένων νομίμων ενεργειών που απορρέουν από την οργάνωση και τη λειτουργία του. Μόλυνση ασθενούς από τον ιό του AIDS σε μετάγγιση που πραγματοποιήθηκε το έτος 1988 και συνεπεία του οποίου απεβίωσε. Περιστατικά. Το νοσοκομείο δεν απέδειξε ότι η μόλυνση του ασθενούς έλαβε χώρα πριν από τον Ιανουάριο του 1986, αλλά σε χρονικό σημείο που ο έλεγχος μόλυνσης του αίματος ήταν υποχρεωτικός. Απορρίπτεται η αναίρεση για πλημμελή αιτιολογία (επικυρώνει την αριθμ. 523/2005 ΔΕφΑθ).

 
Αριθμός 1471/2008

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Α`

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Φεβρουαρίου 2007, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Ευθ. Αντωνόπουλος, Ι. Ζόμπολας, Σύμβουλοι, Β. Ανδρουλάκης, Στ. Κτιστάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ. Βλασερού.

Για να δικάσει την από 13 Ιουλίου 2005 αίτηση:

του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία Γενικό Νοσοκομείο Παίδων Αθηνών «Η Αγία Σοφία», που εδρεύει στην Αθήνα (Θηβών και Παπαδιαμαντοπούλου ? Γουδί), το οποίο παρέστη με τη δικηγόρο Αγγελ. Τζιμογιάννη ? Ορφανού (Α.Μ. 11468), που τη διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά των: 1. ……….., κατοίκου Αιγάλεω Αττικής (οδός ……. αριθ. …), ο οποίος παρέστη με τους δικηγόρους: α. Πολ. Γαλιουδάκη (Α.Μ. 29 ? Δ.Σ. Ρόδου) και β. Κων. Αδάμη (Α.Μ. 19559), που τους διόρισε στο ακροατήριο, 2. …………., κατοίκου Καλλιθέας Αττικής (οδός ……… αριθ. …) και 3. …………, κατοίκου Αιγάλεω Αττικής (οδός ……… αριθ. …), οι οποίοι παρέστησαν με τους ίδιους ως άνω δικηγόρους που τους διόρισαν με πληρεξούσιο.

 Με την αίτηση αυτή το αναιρεσείον Νοσοκομείο επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ` αριθ. 523/2005 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Ευθ. Αντωνόπουλου.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια του αναιρεσείοντος Νοσοκομείου, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τους πληρεξούσιους των αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως δεν απαιτείται, κατά νόμο, η καταβολή παραβόλου (άρθρο 28 παρ. 4 Ν. 2579/1998 Α` 31).

2. Επειδή, με την ως άνω αίτηση ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της υπ` αριθ. 523/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος νοσοκομείου κατά της υπ` αριθ. 14386/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή των ………, ……….., ………. και ……… και υποχρεώθηκε το αναιρεσείον Νοσοκομείο να καταβάλει στους μεν ………… και ……….. ποσό 73.367,5 ευρώ στον καθένα, στην ……….. ποσό 29.347 ευρώ και στο ………….. ποσό 58.964 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, που προεκλήθη από το θάνατο του …………, υιού των δύο πρώτων και αδελφού των άλλων δύο, ο οποίος μολύνθηκε από τον ιό του AIDS κατά τις μεταγγίσεις αίματος, στις οποίες υποβαλλόταν στο αναιρεσείον νοσοκομείο και απεβίωσε συνεπεία της μολύνσεως αυτής. Επιπλέον αναγνωρίσθηκε ότι ο ……… και …………. δικαιούνται να λάβουν από το Νοσοκομείο ποσό 14.673,51 ευρώ ο καθένας με νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Οπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η …….. απεβίωσε αδιάθετη στις 9-7-2003, δηλαδή μετά από την τελευταία συζήτηση της αγωγής (14-4-2003), στη δίκη δε ενώπιον του Εφετείου οι αναιρεσίβλητοι, που παραστάθηκαν, ενήργησαν ατομικώς αλλά και ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της ανωτέρω αποβιωσάσης, συζύγου του πρώτου και μητέρας των λοιπών, ………, και, συνεπώς, η κατ` αναίρεση δίκη συνεχίζεται ως προς αυτούς.

3. Επειδή, στο άρθρο 105 Εισ. Ν.Α.Κ. ορίζεται ότι: “Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Μαζί με το δημόσιο ευθύνεται εις ολόκληρον και το υπαίτιο πρόσωπο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για την ευθύνη των υπουργών” και στο άρθρο 106 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: “Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία του”.

4. Επειδή, μεταξύ των διοικητικών διαφορών ουσίας, οι οποίες ήδη ανήκουν στα διοικητικά δικαστήρια, κατά τις διατάξεις του άρθρου 94 του Συντάγματος, περιλαμβάνονται, και οι διαφορές που αναφύονται εκ της ευθύνης του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση, συμφώνως προς τις κείμενες σχετικές διατάξεις, τέτοιες δε διαφορές είναι, κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου του Συντάγματος όχι μόνον οι γεννώμενες από την έκδοση μη νομίμου εκτελεστής διοικητικής πράξεως η από την μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως τέτοιας πράξεως, αλλά και αυτές που προκύπτουν από υλικές ενέργειες ή παραλείψεις οφειλομένων νομίμων υλικών ενεργειών των οργάνων των δημοσίων υπηρεσιών ή των υπηρεσιών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, στις περιπτώσεις βεβαίως που οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις προέρχονται εκ της οργανώσεως και λειτουργίας των υπηρεσιών τούτων, όχι δε και οσάκις συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου κλπ. ή οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου ενεργήσαντος εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών καθηκόντων του. (πρβλ. Ολ. Σ.Ε. 3045/1992, ΑΕΔ 5/1995). Περαιτέρω κατά την έννοια των αυτών διατάξεων (άρθρ. 105, 106) το Δημόσιο, οι Ο.Τ.Α. και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υποχρεούνται, εφ` όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους, σε αποκατάσταση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας, τα Δικαστήρια δε της ουσίας, δύνανται, επί πλέον, να επιδικάσουν σε βάρος των ανωτέρω εύλογο χρηματική ικανοποίηση σε εκείνον που υπέστη προσβολή, μεταξύ άλλων, της υγείας, κατ` ανάλογο εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Α.Κ. (άρθρ. 932, 933 κλπ.), του ύψους της χρηματικής αυτής ικανοποιήσεως, ως κρίσεως ουσιαστικής, μη υποκειμένης στον αναιρετικό έλεγχο (ΣΕ 2463/1998, 3457/2003).

5. Επειδή, τέλος, το άρθρο 13 του Α.Ν. 1565/1939 “Περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος” (16) ορίζει ότι: “Ο Ιατρός οφείλει να ασκή ευσυνειδήτως το επάγγελμα αυτού και να συμπεριφέρηται τόσον εν τη ασκήσει του επαγγέλματος, όσον και εκτός αυτής κατά τρόπον αντάξιον της αξιοπρεπείας και εμπιστοσύνης τας οποίας απαιτεί το Ιατρικόν επάγγελμα” το δε άρθρο 24 του ιδίου Α.Ν. προβλέπει ότι: “Ο Ιατρός οφείλει να παρέχη μετά ζήλου ευσυνειδησίας και αφοσιώσεως την ιατρικήν αυτού συνδρομήν, συμφώνως προς τας θεμελιώδεις αρχάς της Ιατρικής επιστήμης, και της κτηθείσης πείρας, τηρών τας ισχυούσας διατάξεις περί διαφυλάξεως των ασθενών και προστασίας των υγειών”.

6. Επειδή, εν όψει των διατάξεων του άρθρου 106 Εισ.Ν.Α.Κ. που προπαρατέθηκαν, σε συνδυασμό προς τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 13 και 24 του ιατρικού κώδικα (Α.Ν. 1565/1939) που επιβάλλουν στον ιατρό να ασκεί ευσυνειδήτως το επάγγελμά του σύμφωνα προς τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής επιστήμης, ανακύπτει ευθύνη του Νοσοκομείου να αποκαταστήσει την βλάβη (ψυχική οδύνη) την οποία υπέστησαν οι γονείς και οι αδελφοί ασθενούς, ο οποίος απεβίωσε συνεπεία παραλείψεων οφειλομένων νομίμων ενεργειών που απορρέουν από την οργάνωση και λειτουργία του (βλ. ΣΕ 2463/1998).

7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη ο ……….., υιός του …….. και της ………… και αδελφός της ……… και του …….., γεννήθηκε στις 11-10-1977, έπασχε από ομόζυγο Β` μεσογειακή αναιμία και από το έτος 1978 διακομιζόταν σε τακτά χρονικά διαστήματα στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών του αναιρεσείοντος νοσοκομείου για μετάγγιση αίματος. Τον Οκτώβριο του 1989, όταν ήταν σε ηλικία 12 ετών, οι θεράποντες ιατροί του ενημέρωσαν τους γονείς του ότι είχε προσβληθεί από τον ιό του AIDS, οπότε και άρχισε να του χορηγείται σχετική αγωγή με ΑΖΤ. Ακολούθησε σταδιακή επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του και στις 4-3-1994 απεβίωσε εξαιτίας της εν λόγω ασθένειας. Με την αγωγή τους οι αναιρεσίβλητοι ζήτησαν να υποχρεωθεί το αναιρεσείον να τους καταβάλει τα αναφερόμενα σ` αυτήν ποσά, ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατό του, υποστηρίζοντας ότι, αφού η προσβολή του από τον ιό διαπιστώθηκε το έτος 1989, οπότε και τους ανακοινώθηκε και άρχισε να υποβάλλεται σε θεραπεία, η μόλυνσή του από αυτόν πρέπει να έγινε περί τα τέλη του έτους 1988 ή αρχές του έτους 1989, δηλαδή σε χρόνο κατά τον οποίο είχε καθιερωθεί ο υποχρεωτικός έλεγχος του μεταγγιζόμενου αίματος και συνεπώς τα όργανα του αναιρεσείοντος Νοσοκομείου δεν ήλεγξαν ή ήλεγξαν πλημμελώς το αίμα που του χορήγησαν. Το αναιρεσείον, χωρίς να αμφισβητήσει τον τρόπο μόλυνσής του ασθενούς παιδιού από τον ιό, προέβαλε ότι αυτή οφείλεται σε μετάγγιση που έγινε πριν από το μήνα Σεπτέμβριο του 1985, οπότε και καθιερώθηκε, με τις 1266/οικ.23/6-7-1986 και 1380/οικ.37/9-8-1985 εγκυκλίους του Υπουργείου Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο υποχρεωτικός έλεγχος όλων των μονάδων αίματος για τον ιό του AIDS, δηλαδή σε διάστημα κατά το οποίο ήταν αδύνατος ο έλεγχος αυτός, γιατί δεν υπήρχε η αντίστοιχη τεχνογνωσία και τα κατάλληλα αντιδραστήρια. Επίσης, προέβαλε ότι, από τον Σεπτέμβριο του 1985 και μετά, χρησιμοποιούσε αίμα ηλεγμένο από τους επίσημους φορείς αιμοληψίας και ότι είχε εφαρμόσει ειδικό πρόγραμμα ελέγχου όλων των πολυμεταγγιζόμενων ασθενών, στον δε …….. πραγματοποιήθηκε σχετική αιμοληψία στις 22-12-1985, από την οποία διαπιστώθηκε ότι ήταν οροθετικός στον εν λόγω ιό, η ανακοίνωση όμως του γεγονότος αυτού προς τους γονείς του έγινε πολύ αργότερα, για λόγους που είχε υποδείξει το Τμήμα Ψυχιατρικής Υποστήριξης του νοσοκομείου.

 Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη ότι η καταχώρηση του ασθενούς στο Κέντρο Ελέγχου Ειδικών Λοιμώξεων (Κ.Ε.Ε.Λ.) του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας έγινε στις 24-5-1989, σύμφωνα με το 3645/15-6-2000 έγγραφο του Προέδρου του εν λόγω Κέντρου, καθώς και τις αντιφάσεις που προέκυψαν από το περιεχόμενο του 16358/15-4-1994 εγγράφου του Διευθυντή της Α` Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών ……….., σύμφωνα με το οποίο η μόλυνση του ασθενούς από τον ιό της επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας διαπιστώθηκε σε ανιχνευτικό έλεγχο του Σεπτεμβρίου 1985, σε σχέση με το 99/19-8-1999 έγγραφο της ίδιας κλινικής, σύμφωνα με το οποίο η μόλυνση διαπιστώθηκε κατά το Δεκέμβριο του 1985, εξέδωσε τη 1370/2001 προδικαστική απόφαση. Με αυτήν ζήτησε από το αναιρεσείον να προσκομίσει, μεταξύ άλλων, έγγραφα από τα οποία να προκύπτει η ακριβής ημερομηνία κατά την οποία ανιχνεύθηκε για πρώτη φορά η μόλυνση του ………….. από τον ιό του AIDS και διόρισε ως πραγματογνώμονα την ιατρό-μικροβιολόγο …………., προκειμένου να διακριβωθεί, με βάσει τα έγγραφα του νοσοκομείου και το ιστορικό του ασθενούς, μεταξύ άλλων, ποιος ήταν ο πιθανός χρόνος μόλυνσης του ασθενούς και σε περίπτωση που προκύψει ότι η διαπίστωση της μόλυνσης έγινε κατά την αιμοληψία της 22-12-1985, αν είναι δυνατόν η μόλυνση να έγινε μετά τον Αύγουστο του ίδιου έτους, και ποιος ο χρόνος εκδήλωσης του πλήρους συνδρόμου επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας από τη μόλυνση του συγκεκριμένου ασθενούς, με δεδομένη την κατάσταση της υγείας του και το γεγονός ότι δεν υποβαλλόταν σε θεραπεία. Σε εκτέλεση των διατασσομένων με την προδικαστική απόφαση, το αναιρεσείον προσκόμισε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο τα από 11-7-2001 επικυρωμένα φωτοαντίγραφα: 1) του φύλλου παρακολούθησης του ………… στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών για το έτος 1985, όπου έχει σημειωθεί η ένδειξη «HTLV» το μήνα Δεκέμβριο, 2) του αντίστοιχου φύλλου παρακολούθησης για το έτος 1986, όπου έχει σημειωθεί η ένδειξη «HTLV(+)» τον μήνα Ιανουάριο, χωρίς άλλη καταχώρηση για παρόμοια διάγνωση στο εν λόγω έτος, 3) σελίδων των φύλλων νοσηλείας του ανωτέρω, από τις οποίες φαίνεται ότι, μετά την 14-8-1985, που εξήλθε από την κλινική ….. του αναιρεσείοντος, όπου είχε νοσηλευθεί για ηπατίτιδα, έχει καταχωρηθεί μόνο η σημείωση που αφορά καρδιολογική εξέταση, η οποία έγινε στις 18-7-1987.

 Εξάλλου, η πραγματογνώμων, απευθυνόμενη στο αναιρεσείον, με το από 29-11-2001 έγγραφο της, ζήτησε στοιχεία σχετικά με το πότε ελέχθηκε για πρώτη φορά ο …….. για τον ιό του ΑΙDS (φωτοτυπίες των εξετάσεων, του φύλλου του βιβλίου ελέγχου της αιμοδοσίας κ.λπ.), μετά την πρώτη εξέταση κάθε πότε γινόταν επανέλεγχος (πίνακας εξετάσεων με συγκεκριμένες ημερομηνίες εξετάσεων και φωτοτυπίες αυτών), ποια είναι η συγκεκριμένη ημερομηνία εξετάσεως που διαπιστώθηκε για πρώτη φορά ότι είναι θετικός για ΗΙV (επιβεβαίωση με Western BIot) και πως αποδεικνύεται, εάν έγινε αναφορά του ανωτέρω αποτελέσματος στο Κέντρο Αναφοράς Λοιμώξεων, πότε και με ποιο διαβιβαστικό, πότε εκδηλώθηκε για πρώτη φορά η ασθένεια, πότε και κάτω από ποιες συνθήκες ανακοινώθηκε στους συγγενείς ότι ο ασθενής πάσχει από τον ιό του AIDS. Σε απάντηση του εγγράφου αυτού εκδόθηκε το 147/11-12-2001 έγγραφο της Α` Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, που υπογράφεται από τον Διευθυντή ……………. και τον Υπεύθυνο Μονάδας Μεσογειακής Αναιμίας της ίδιας Κλινικής …………., που αναφέρει ότι «Ελεγχος του ιού του AIDS ζητήθηκε για πρώτη φορά το Δεκέμβριο του 1985 ? Επανέλεγχοι ΗΙV ab γίνονται στο σύνολο των μεταγγιζομένων ασθενών από την Αιμοδοσία κάθε έξι μήνες με στόχο τη διαπίστωση τυχόν νέων ορομετατροπών. Ενδειξη θετικής απάντησης του ελέγχου για ΗΙV είχαμε για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1986 και επιβεβαιώνεται τον Μάρτιο του ίδιου έτους. Επιβεβαίωση με Western Blot έγινε το Μάϊο του 1987. Θετικό ΗΤLV Ag, βρέθηκε τον Μάϊο του 1989. Επιδημιολογικό δελτίο ενημέρωσης της περίπτωσης AIDS συμπληρώθηκε τον Μάϊο του 1989, όταν ζητήθηκε έγκριση θεραπείας με ΑΖΤ (έναρξη αγωγής τον Οκτώβριο του 1989). Κλινικές εκδηλώσεις συμβατές με AIDS εμφανίζει για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 1992 με απομόνωση Candida Albicans στο στοματοφάρυγγα. Η ανακοίνωση της νόσου προς τους γονείς του πάσχοντα έγινε το Μάρτιο του 1989, από τον θεράποντα ιατρό ………. και την κοινωνική λειτουργό ………., όταν ήταν ακόμα σε προκλινικό στάδιο».

Μαζί με το απαντητικό αυτό έγγραφο δόθηκαν στην πραγματογνώμονα και τα από 12-12-2001 επικυρωμένα φωτοαντίγραφα: 1) του φύλλου παρακολούθησης του …… στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών για το έτος 1985, οπού έχει σημειωθεί η ένδειξη «ΗΤLV» στο μήνα Δεκέμβριο, 2) του αντίστοιχου φύλλου παρακολούθησης για το έτος 1986, όπου έχουν σημειωθεί οι ενδείξεις «HTLV(+);» στο μήνα Ιανουάριο και «HTLV(+)» στο μήνα Μάρτιο, 3) του ομοίου φύλλου παρακολούθησης για το έτος 1987, όπου έχει σημειωθεί η ένδειξη «ΗΤLV W.B. (+)» στο μήνα Μάϊο, 4) σελίδων του βιβλίου νοσηλείας, από τις οποίες φαίνεται ότι, μετά την 14-8-1985, που εξήλθε από τη ………., υπάρχουν οι ακόλουθες καταχωρήσεις: 18-7-1987 καρδιολογική εξέταση, 1-3-1989 ενημέρωση του πατέρα για ΗLTV(+) και παρακολούθηση της κυτταρικής ουσίας για τυχόν έναρξη θεραπείας, ενώ από 15-9-1989 και μετά υπάρχουν αλλεπάλληλες καταχωρήσεις, 5) σελίδας της παρακολούθησης αιμοδοσίας, στην οποία υπάρχει η σημείωση «+» δίπλα στο όνομα του …………. από το α` εξάμηνο του 1986, καθώς και η σημείωση «ν/.Β.(+)» στο α` εξάμηνο του 1987 και «Ag +» στο α` εξάμηνο του 1989, 6) του από 29-5-1987 εγγράφου, με το οποίο το Κέντρο Αιμοδοσίας του αναιρεσείοντος απέστειλε στο Κέντρο Ελέγχου AIDS της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών τρία δείγματα αίματος για επιβεβαιωτικό έλεγχο anti-HTLV. Τα δείγματα αναφέρονται πρώτα με κωδικούς αριθμούς, ενώ ενδιάμεσα έχουν παρεμβληθεί και τα ονόματα των ασθενών, το πρώτο δε από αυτά είναι το όνομα του …….., με κωδικό 239, 7) του 428/6-6-1987 απαντητικού εγγράφου, με το οποίο το Κέντρο Ελέγχου AIDS ανακοίνωσε στο αναιρεσείον ότι ο έλεγχος αντισωμάτων προς τον ιό HIV, με την τεχνική Western Blot, στο δείγμα με κωδικό αριθμό 239, απέβη θετικός και 8) του από 24-5-1989 επιδημιολογικού δελτίου δήλωσης, που υπέβαλε ο θεράπων ιατρός ………, σχετικά με τη διαπίστωση του ιού του AIDS στον ……….. Με βάση τα στοιχεία αυτά συνετάγη η από 22-4-2002 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, στην οποία, υπό τον τίτλο «Βασικές Αρχές», αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «…Για τη διάγνωση της νόσου χρησιμοποιείται ειδική εξέταση, η οποία αποκαλείται ELlSA, αφορά δε στην ανίχνευση αντισωμάτων έναντι του ιού στο αίμα και υπάρχει στις Η.Π.Α. από το 1985. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της μολύνσεως του ασθενούς και της εμφανίσεως αντισωμάτων στο αίμα του, ονομάζεται περίοδος «παραθύρου».

Στο διάστημα αυτό ο μολυνθείς είναι δυνατόν να μεταδίδει τον ίο, ανεξάρτητα από το αν ανιχνεύεται στο αίμα του ή όχι. Τόσο η περίοδος «παραθύρου» όσο και η εκδήλωση της νόσου, διαφέρουν μεταξύ των ατόμων. Ετσι, η μεν πρώτη μπορεί να κυμανθεί μεταξύ δύο έως τριών μηνών ή και περισσότερο (έξι μήνες), ενώ η δεύτερη κυμαίνεται μεταξύ λίγων μηνών έως δώδεκα ετών… . Το θετικό αποτέλεσμα της μεθόδου ELlSA πρέπει υποχρεωτικώς να επιβεβαιωθεί με δεύτερη μέθοδο, η οποία αποκαλείται «τεχνική Western Blot». Τα πολυμεταγγιζόμενα άτομα – όπως οι πάσχοντες από Μεσογειακή Αναιμία – θεωρούνται ότι ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου και είναι από τα πρώτα που υπεβλήθησαν σε υποχρεωτικό τακτικό έλεγχο?». Σχετικά με τα υποβληθέντα από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ερωτήματα, αναφέρεται στην πραγματογνωμοσύνη ότι «? εάν θεωρηθεί ότι η πρώτη ανίχνευση του ιού έγινε κατά την αιμοληψία της 22ας Δεκεμβρίου 1985, τότε η μόλυνση εκ του ιού είναι δυνατόν να έγινε οποιαδήποτε χρονική στιγμή και τουλάχιστον δυο μήνες προ του Δεκεμβρίου 1985 (περίοδος παραθύρου). Η ένδειξη θετικής απάντησης του ελέγχου για ΗΙV επαναλήφθηκε τον Μάρτιο του 1986. Επιβεβαίωση με την «τεχνική Western Blot» έγινε σε δείγμα που εστάλη προς έλεγχο την 29-5-1987 … ο χρόνος εκδηλώσεως του πλήρους συνδρόμου επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας κυμαίνεται από λίγους μήνες (από τη στιγμή της μολύνσεως) έως και 12 χρόνια?». Κατά τη μετ` απόδειξη συζήτηση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο οι αναιρεσίβλητοι προσέβαλαν ως πλαστά και νοθευμένα τα έγγραφα που δόθηκαν στην πραγματογνώμονα για τη σύνταξη της σχετικής έκθεσης και ειδικότερα τα φύλλα παρακολούθησης του ασθενούς στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών για τα έτη 1986 και 1987, τη σελίδα του βιβλίου νοσηλείας που αφορά το διάστημα από το 1987 μέχρι το 1989 και αναφέρεται στο χρόνο ενημέρωσης του πρώτου αναιρεσίβλητου για την προσβολή του τέκνου του από τον ιό του AIDS, του από 29-5-1987 εγγράφου, με το οποίο το Κέντρο Αιμοδοσίας του αναιρεσείοντος φέρεται να απέστειλε στο Κέντρο Ελέγχου AIDS της Υγειονομικής Σχολής δείγμα αίματος του ……… για επιβεβαιωτικό έλεγχο anti-HTLV, γιατί, από την αντιπαραβολή τους με τα επικυρωμένα αντίγραφα των ιδίων εγγράφων που προσκομίστηκαν στο Δικαστήριο από το αναιρεσείον σε εκτέλεση της προδικαστικής απόφασης και τα επίσης επικυρωμένα αντίγραφα αυτών που δόθηκαν στους αναιρεσίβλητους από το αναιρεσείον και το Κέντρο Ελέγχου AIDS, μετά την έκδοση σχετικής εισαγγελικής εντολής, προκύπτουν εμφανείς διαφορές που αποσκοπούν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι, τα αντισώματα του ιού ανιχνεύθηκαν για πρώτη φορά στο αίμα του ανωτέρω το Δεκέμβριο του 1985, διαπίστωση που επιβεβαιώθηκε με μεταγενέστερες εξετάσεις και έτσι η μόλυνσή του ανάγεται σε μετάγγιση που έγινε πριν από το Σεπτέμβριο του 1985, για την οποία δεν φέρουν ευθύνη τα όργανα του νοσοκομείου.

 Για την απόδειξη των ισχυρισμών τους οι αναιρεσίβλητοι προσκόμισαν: α) το από 26-6-2001 επικυρωμένο αντίγραφο του φύλλου παρακολούθησης του ……. στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών του αναιρεσείοντος για το έτος 1986, στο οποίο έχει καταχωρηθεί μόνον η ένδειξη «HTLV(+)» στον μήνα Ιανουάριο, χωρίς παρόμοια καταχώρηση στο μήνα Μάρτιο, β) το από 26-6-2001 επικυρωμένο αντίγραφο του αντίστοιχου φύλλου παρακολούθησης για το έτος 1987, στο οποίο δεν υπάρχει η καταχώρηση «HTLV W.B. (+)» στο μήνα Μάϊο, γ) τα από 19-11-2001 επικυρωμένα, από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, αντίγραφα: αα) του από 29-5-1987 εγγράφου του Κέντρου Αιμοδοσίας του αναιρεσείοντος προς το Κέντρο Ελέγχου AIDS της Υγειονομικής Σχολής, σχετικά με την αποστολή τριών δειγμάτων για επιβεβαιωτικό έλεγχο anti-HTLV, που αναφέρονται μόνο με κωδικούς αριθμούς, χωρίς την παρεμβολή των ονομάτων των ασθενών, ββ) του από 10-5-1989 εγγράφου, με το οποίο το ίδιο το Κέντρο Αιμοδοσίας απέστειλε στο Κέντρο Ελέγχου AIDS δείγματα αίματος πολυμεταγγιζόμενων ασθενών με anti-HIV θετικό, προκειμένου να ελεχθούν για ΗΙV antigen, μεταξύ των οποίων του «……….». Ζητείται δε ειδικότερα, για το δείγμα Π.Δ., επιβεβαιωτικός έλεγχος για anti- HIV και αναφέρονται για το τελευταίο δείγμα λεπτομερώς τα στοιχεία που ανιχνεύθηκαν από το αναιρεσείον [anti-HIV>2.00 (cut off 0.211) ENV:+, CORE:+, Αntίgen:-] και γγ) του 243/22-5-1989 απαντητικού εγγράφου, με το οποίο το Κέντρο Ελέγχου ΑΙDS ανακοίνωσε στο αναιρεσείον ότι ο έλεγχος αντισωμάτων στον ιό HIV, με την τεχνική Western Blot, στο δείγμα «Π.Δ.» και για Ag ΗΙV στο δείγμα «Δ. Παν.» απέβη θετικός. Εξάλλου, το αναιρεσείον προέβαλε πρωτοδίκως ότι ο ισχυρισμός περί πλαστότητας των εγγράφων που προσκόμισε ήταν αλυσιτελής, αφού δεν προσδιορίστηκε ποιες συνέπειες είχε στο αποδεικτέο θέμα η εκ των υστέρων προσθήκη εγγραφών στα φύλλα παρακολούθησης του ασθενούς και ότι οι προσθήκες αυτές, ως αναφερόμενες σε επιβεβαίωση προηγούμενης διάγνωσης, ήταν επιτρεπτές. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι τα φύλλα παρακολούθησης του ……….. από τη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών για τα έτη 1986 και 1987 και το από 29-5-1987 έγγραφο, με το οποίο φέρεται να εστάλη από το αναιρεσείον δείγμα αίματος του ανωτέρω στο Κέντρο Ελέγχου ΑΙDS για επιβεβαιωτικό έλεγχο με την τεχνική Western BIot, αποτελούν ουσιώδη έγγραφα για το αποδεικτέο ενώπιον αυτού θέμα, δηλαδή το χρόνο κατά τον οποίο ανιχνεύθηκαν για πρώτη φορά αντισώματα του ιού AIDS στο αίμα του, από τον οποίο εξαρτάται, σύμφωνα με την ιατρική πραγματογνωμοσύνη, ο προσδιορισμός του χρόνου μόλυνσης αυτού και τα ως άνω προσβληθέντα ως πλαστά έγγραφα χρησιμεύουν ως άμεσα ή έμμεσα αποδεικτικά στοιχεία των ισχυρισμών του αναιρεσείοντος για τον προσδιορισμό του εν λόγω χρόνου.

Ακολούθως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αντιπαραβάλλοντας: 1) το από 12-12-2001 επικυρωμένο αντίγραφο του φύλλου παρακολούθησης του ………., στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών, για το έτος 1986, που δόθηκε στην πραγματογνώμονα, με το από 26-6-2001 επικυρωμένο αντίγραφο του ιδίου εγγράφου που δόθηκε στους αναιρεσίβλητους από το αναιρεσείον κατόπιν εισαγγελικής εντολής, αλλά και το από 11-7-2001 όμοιο αντίγραφο του ιδίου εγγράφου, που προσκόμισε το αναιρεσείον σε εκτέλεση της εκδοθείσας προδικαστικής απόφασης, στα τελευταία από τα οποία δεν υπάρχει η σημείωση «;» δίπλα στην ένδειξη «HTLV(+)» του μηνός Ιανουαρίου, καθώς και η σημείωση «HTLV(+)» στο μήνα Μάρτιο του ιδίου έτους, έκρινε παρεπιμπτόντως ότι το έγγραφο αυτό νοθεύθηκε από άγνωστο πρόσωπο, περιλαμβανόμενο σε όσους είχαν πρόσβαση στα αρχεία του νοσοκομείου, μετά την τελείωσή του και την επικύρωση των από 26-6-2001 και 11-7-2001 αντιγράφων αυτού, προκειμένου να παραπλανήσει με τη χρήση του, ώστε να εμφανίζεται ότι τον Ιανουάριο του 1986 έγινε η αρχική διάγνωση της μόλυνσης του ανωτέρω από τον ιό του AIDS και ότι τον Μάρτιο του ίδιου έτους έγινε επανέλεγχος από το νοσοκομείο, που έδωσε το ίδιο θετικό αποτέλεσμα, 2) το από 12-12-2001 επικυρωμένο αντίγραφο του φύλλου παρακολούθησης του ……. στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών, για το έτος 1987, που δόθηκε στην πραγματογνώμονα, με το από 26-6-2001 επικυρωμένο από τον Προϊστάμενο της Γραμματείας του αναιρεσείοντος αντιγράφου του ιδίου εγγράφου που προσκόμισαν οι αναιρεσίβλητοι, στο τελευταίο από τα οποία δεν υπάρχει η σημείωση «HTLV W.B. (+)» στο μήνα Μάϊο, έκρινε παρεπιμπτόντως ότι το έγγραφο αυτό νοθεύτηκε από άγνωστο πρόσωπο που είχε πρόσβαση στα αρχεία του νοσοκομείου, μετά την τελείωσή του δηλαδή την αποστολή του στο Κέντρο Ελέγχου ΑΙDS της Υγειονομικής Σχολής, προκειμένου να παραπλανήσει με τη χρήση του, ώστε να εμφανίζεται ότι το δείγμα αίματος, με κωδικό αριθμό 239, στο οποίο έγινε επιβεβαιωτικός έλεγχος για την ανίχνευση αντισωμάτων του ιού του AIDS, τον μήνα Μάϊο του 1987 και απέβη θετικός, ανήκει στον ………… Ενόψει αυτών, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι τα ανωτέρω έγγραφα, κατά το μέρος που έχουν νοθευθεί με την προσθήκη εγγραφών που δεν υπάρχουν στα προσκομισθέντα και επικληθέντα αντίγραφά τους, δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη για την απόδειξη των ισχυρισμών του νοσοκομείου ότι, το Μάρτιο του 1986 έγινε επανέλεγχος της ανίχνευσης αντισωμάτων του ιού του AIDS στο αίμα του ………… με θετικό αποτέλεσμα και επακολούθησε επιβεβαιωτικός έλεγχος, με την τεχνική Western Blot, τον μήνα Μάϊο του 1987, που απέδωσε το ίδιο αποτέλεσμα.

 Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι, η σημείωση «HTLV(+)», κατά το μήνα Ιανουάριο του 1986, στο αντίγραφο του φύλλου παρακολούθησης του ……….. στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών του εν λόγω έτους, δεν αποτελεί πλήρη απόδειξη του γεγονότος ότι πράγματι κατά το μήνα αυτό διαπιστώθηκε η ύπαρξη αντισωμάτων του ιού στο αίμα αυτού, αλλά έμμεση απόδειξη, που εκτιμάται ελεύθερα. Μετά από τις κρίσεις αυτές, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού συνεκτίμησε τα ειδικότερα αναφερόμενα στην πρωτόδικη απόφαση στοιχεία και ιατρικά δεδομένα, έκρινε ότι η μόλυνση του ………. από τον ιό του AIDS έγινε από μετάγγιση σ` αυτόν μολυσμένου αίματος, κατά το μήνα Ιούνιο του 1988, δηλαδή σε χρόνο κατά τον οποίο υπήρχε υποχρέωση ελέγχου όλων των μονάδων αίματος για τον εν λόγω ιό και συνεπώς τα όργανα του αναιρεσείοντος Νοσοκομείου παρέλειψαν να ελέγξουν ή ήλεγξαν πλημμελώς το αίμα που μετάγγισαν σ` αυτόν, με αποτέλεσμα τον μετέπειτα θάνατό του. Συνεπεία της παραδοχής αυτής το Πρωτοδικείο δέχτηκε εν μέρει την αγωγή των αναιρεσιβλήτων, επιδίκασε σ` αυτούς ως χρηματική ικανοποίηση, για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν, τα ποσά που αναφέρονται ανωτέρω. Κατά της πρωτοδίκου αποφάσεως ασκήθηκε έφεση από το αναιρεσείον Νοσοκομείο. Ενώπιον του Εφετείου, το Νοσοκομείο προέβαλε ότι οι ανωτέρω εγγραφές αποτελούν προσθήκες του συντάκτη των εγγράφων και ειδικότερα του Αναπληρωτή Διευθυντή της Μονάδας Μεσογειακής Αναιμίας αυτού …………, ο οποίος τα συμπλήρωνε κάθε φορά με νέες εγγραφές, ανάλογα με τα ευρήματα που προέκυπταν σε μεταγενέστερο έλεγχο και ότι δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα του άρθρου 216 του Ποινικού Κώδικα, αφού υποκείμενο αυτού δεν μπορεί να είναι ο ίδιος ο συντάκτης των εγγράφων. Το Εφετείο απέρριψε τον λόγο αυτό ως στηριζόμενο σε εσφαλμένη πραγματική προϋπόθεση. Και αυτό γιατί, τα ευρήματα που φέρεται να προστέθηκαν εκ των υστέρων, ανάγονται στα έτη 1986 και 1987 και, όπως δέχθηκε η πρωτόδικη απόφαση και προέκυπτε από τα στοιχεία του φακέλου, η προσθήκη των εγγραφών σχετικά με τα ευρήματα αυτά (επανέλεγχος από το νοσοκομείο της ύπαρξης αντισωμάτων του ιού του AIDS με θετικό αποτέλεσμα το Μάρτιο του 1986 και επιβεβαιωτικός έλεγχος με την τεχνική Western Blot που απέδωσε το ίδιο αποτέλεσμα το Μάϊο του 1987), έγινε μετά την έκδοση των από 26-6-2001 και 11-7-2001 επικυρωμένων αντιγράφων των φύλλων παρακολούθησης της Μονάδας Αιμολυτικών Αναιμιών των ετών 1986 και 1987 και πριν από την έκδοση των από 12-12-2001 ομοίων αντιγράφων των εν λόγω εγγράφων, δηλαδή όχι κατά το χρόνο διαπίστωσης των ευρημάτων, αλλά επτά χρόνια μετά το θάνατο του ……….. και μετά την έκδοση της 1370/2001 προδικαστικής απόφασης, όταν υποχρεώθηκε το αναιρεσείον να προσκομίσει στην ορισθείσα πραγματογνώμονα στοιχεία σχετικά με το χρόνο που ανιχνεύθηκε για πρώτη φορά η ύπαρξη αντισωμάτων του ιού του AIDS στον αποβιώσαντα, από τον οποίο εξαρτάται και ο χρόνος μόλυνσής του από τον ιό.

 Προεβλήθη επίσης ενώπιον του Εφετείου ότι, έγινε εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού που προσκομίστηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Το Εφετείο έλαβε υπ` όψιν: 1) ότι οι διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας περί εγγράφων, πρέπει να θεωρηθεί ότι εφαρμόζονται ανάλογα και στη διοικητική δίκη, αφού, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, λήφθηκαν υπόψη για τη διαμόρφωση των περί εγγράφων διατάξεων του τελευταίου, 2) ότι, κατά το άρθρο 436 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., αν το έγγραφο που προσκομίστηκε αναφέρεται σε άλλο έγγραφο προσάγεται και αυτό, εκτός αν εκείνο που προσκομίστηκε αντικατέστησε το έγγραφο που αναφέρεται ή περιλαμβάνει όλο το ουσιώδες περιεχόμενο του, συνάγεται δε από τη διάταξη αυτή ότι, το αναφέρον έγγραφο δεν αποδεικνύει πλήρως το περιεχόμενο του αναφερομένου εγγράφου, εκτός αν το αναφέρον αντικατέστησε επιτρεπτώς το αναφερόμενο (Α.Π. 1100/1997), 3) ότι η, κατά το άρθρο 171 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, πλήρης αποδεικτική δύναμη των δημοσίων εγγράφων, που αφορά τα γεγονότα που βεβαιώνεται με αυτά ότι ενήργησε ο συντάκτης τους ή έγιναν ενώπιόν του, δεν εκτείνεται και στο υπόλοιπο περιεχόμενο των δημοσίων εγγράφων, το οποίο εκτιμάται ελεύθερα, κατά το άρθρο 148 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Εν όψει των ανωτέρω το Εφετείο έκρινε ότι εφόσον η ανίxνευση αντισωμάτων του ιού του AIDS στο αίμα του ………. δεν έγινε από τον συντάκτη του φύλλου παρακολούθησης αυτού στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών του έτους 1986, που κατά το αναιρεσείον ήταν ο Αναπληρωτής Διευθυντής της εν λόγω Μονάδας …………, ούτε και ενώπιον αυτού, η προαναφερόμενη σημείωση δεν αποτελεί πλήρη απόδειξη του γεγονότος ότι πράγματι τον Ιανουάριο του 1986 ανιχνεύθηκαν για πρώτη φορά αντισώματα του ιού. Και αυτό γιατί, η εν λόγω σημείωση αναφέρεται στο περιεχόμενο άλλου εγγράφου και ειδικότερα σε εργαστηριακές εξετάσεις, τη διενέργεια των οποίων βεβαιώνει και διατυπώνει το βασικό τους πόρισμα. Οι εξετάσεις όμως αυτές, στις οποίες εμφανίζονται οι βιοχημικοί δείκτες-στοιχεία, που ταυτοποιούν την εξέταση με τον ασθενή και εμφανίζουν συγκεκριμένες τιμές, ανάλογα με τις οποίες διαμορφώνεται το αποτέλεσμα, δεν προσκομίστηκαν από το αναιρεσείον, παρότι είχαν ζητηθεί με την προδικαστική απόφαση, ούτε δόθηκαν στην πραγματογνώμονα, παρότι και εκείνη είχε ζητήσει φωτοτυπίες τους, ώστε να βεβαιωθεί η ύπαρξη και το περιεχόμενό τους, ούτε αντικαταστάθηκαν οι εξετάσεις αυτές από την απλή αναφορά του φερόμενου ως γενικού αποτελέσματός τους στο φύλλο παρακολούθησης του ασθενούς, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στο τελευταίο καθ` όλο το ουσιώδες περιεχόμενό τους, όπως νόμιμα και ορθά κρίθηκε και με την πρωτόδικη απόφαση.

Προεβλήθη περαιτέρω με την έφεση ότι εσφαλμένα δέχτηκε η πρωτόδικη απόφαση ότι η προσβολή του …………… από τον ιό του AIDS οφείλετο σε μετάγγιση μολυσμένου αίματος που έγινε σ` αυτόν το έτος 1988 και όχι, όπως είχε ισχυρισθεί το Νοσοκομείο, σε μετάγγιση που του έγινε πριν από τον Αύγουστο του 1985, δηλαδή σε χρόνο κατά τον οποίο δεν είχε καθιερωθεί ακόμα ο υποχρεωτικός έλεγχος του μεταγγιζόμενου αίματος. Το Εφετείο έλαβε υπ` όψιν: α) ότι το περιεχόμενο των εγγράφων του Νοσοκομείου που αφορούν την παρακολούθηση του ανωτέρω στη Μονάδα Αιμολυτικών Αναιμιών, κατά τα έτη 1986 και 1987 και δόθηκαν στην πραγματογνώμονα για τη σύνταξη της σχετικής έκθεσης αλλοιώθηκε, προκειμένου να εμφανισθεί ότι, μετά την αρχική διαπίστωση της μόλυνσης (Ιανουάριος του 1986), έγινε επανέλεγχος στο αναιρεσείον Νοσοκομείο (Μάρτιος του 1986) και επακολούθησε επιβεβαιωτικός έλεγχος με την τεχνική Western Blot στο Κέντρο Ελέγχου AIDS της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών (Μάϊος του 1987), β) ότι το αναιρεσείον δεν προσκόμισε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ούτε έδωσε στην πραγματογνώμονα τις εργαστηριακές εξετάσεις από τις οποίες προέκυπτε ότι αντισώματα του ιού ανιχνεύθηκαν για πρώτη φορά στο αίμα του ………….. τον Ιανουάριο του 1986, από αιμοληψία που είχε γίνει στις 22-12-1985, γ) ότι η πραγματογνώμων έδωσε υποθετική απάντηση στο ερώτημα ποιος είναι ο πιθανός χρόνος μόλυνσης του ανωτέρω από τον ιό, ενόψει του χρόνου της πρώτης ανίχνευσής του στο αίμα χωρίς να βεβαιώνει ότι πράγματι η πρώτη διαπίστωση της οροθετικότητας έγινε τον Ιανουάριο του 1986, δ) ότι τόσο η υποβολή του επιδημιολογικού δελτίου κρούσματος AIDS στο Κέντρο Ελέγχου Ειδικών Λοιμώξεων, από τον θεράποντα ιατρό …….., όσο και η ενημέρωση των γονέων του ……….. για την οροθετικότητά του στον ιό, έγιναν το έτος 1989, δηλαδή τρία και πλέον χρόνια μετά την, κατά τους ισχυρισμούς του Νοσοκομείου, αρχική διαπίστωση της μόλυνσης, παρά την υποχρέωση του ιατρού να δηλώσει την περίπτωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προαναφερθείσα Υγειονομική διάταξη, αλλά και την υποχρέωσή του για ενημέρωση των οικείων του αμέσως μετά τη διαπίστωση της μόλυνσης για τη λήψη μέτρων προστασίας των λοιπών μελών της οικογένειάς του, αφού η προσβολή από το συγκεκριμένο ιό είχε και εξακολουθεί να έχει ως συνέπεια το θάνατο και ε) ότι στα λοιπά έγγραφα του ιστορικού του ………….., που αφορούν την μέχρι το έτος 1989 παρακολούθηση και νοσηλεία του από το αναιρεσείον Νοσοκομείο, δεν γίνεται καμία αναφορά ότι αυτός ήταν οροθετικός στον ιό του AIDS για τη λήψη μέτρων προστασίας από το νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό κατά τη διενέργεια των μεταγγίσεων, ιατρικών και εργαστηριακών εξετάσεων κ.λπ., στις οποίες υποβαλλόταν λόγω της μεσογειακής αναιμίας από την οποία έπασχε.

 Εν όψει των παραδοχών αυτών έκρινε το Εφετείο ότι το αναιρεσείον Νοσοκομείο δεν απέδειξε ότι η αρχική διαπίστωση της προσβολής του ……….. από τον ιό έγινε τον Ιανουάριο του 1986. Περαιτέρω, αφού έλαβε υπ` όψιν του ότι το αναιρεσείον, με το από 10-5-1989 έγγραφό του προς το Κέντρο Αναφοράς AIDS της Υγειονομικής Σχολής, ζήτησε επιβεβαιωτικό έλεγχο anti-HIV, για το δείγμα με στοιχεία ΠΔ και το τελευταίο (Κέντρο), με το 243/22-5-1989 έγγραφό του, απάντησε ότι ο έλεγχος αυτός με την τεχνική western Blot απέβη θετικός, ενέργεια στην οποία δεν θα προέβαινε το αναιρεσείον αν, η επιβεβαίωση της μόλυνσης με την εν λόγω τεχνική είχε ήδη γίνει από το Μάϊο του 1987, καθώς και ότι, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο από 11-12-2001 έγγραφο των γιατρών του αναιρεσείοντος, στους πολυμεταγγιζόμενους ασθενείς γίνονται επανέλεγχοι για τον ιό του AIDS κάθε έξι μήνες, έκρινε ότι η αρχική διαπίστωση της μόλυνσης του ………, με ανίχνευση αντισωμάτων του ιού, πρέπει να έγινε περί τα τέλη του έτους 1988, όπως ορθά κρίθηκε και πρωτοδίκως. Με το δεδομένο αυτό και σύμφωνα με τα παρατιθέμενα στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης ιατρικά δεδομένα, ότι το μέγιστο χρονικό διάστημα εντός του οποίου εμφανίζονται αντισώματα του ιού στον ορό του ασθενούς είναι μέχρι 6 μήνες από τη μόλυνση, η μόλυνση του ………. πρέπει να έγινε σε μετάγγιση που πραγματοποιήθηκε σ` αυτόν μετά τα μέσα του έτους 1988. Ο χρόνος αυτός, με το δεδομένο ότι κλινικά συμπτώματα της νόσου (δηλαδή το πλήρες AIDS) εμφανίστηκαν στον ………… τον Αύγουστο του 1992, δηλαδή τέσσερα χρόνια μετά τη μόλυνση, είναι μέσα στα αναφερόμενα στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης χρονικά όρια εκδήλωσης της νόσου που κυμαίνονται από λίγους μήνες μέχρι και δώδεκα έτη από την μόλυνση. Εν όψει αυτών δε εκρίθη ότι τα προβαλλόμενα με την έφεση ότι κατά τα νεώτερα ιατρικά δεδομένα, ο μέσος όρος του διαστήματος που μεσολαβεί από τη μόλυνση μέχρι την εκδήλωση της νόσου, είναι 10-12 χρόνια, έπρεπε να απορριφθούν ως αναπόδεικτα. Τέλος, προεβλήθη ενώπιον του Εφετείου ότι η πρωτόδικη δεν απάντησε σε ουσιώδη ισχυρισμό που ασκούσε επιρροή στην έκβαση της δίκης. Αναφερόταν δε ο ισχυρισμός αυτός στο ότι, το Τμήμα Αιμοδοσίας του αναιρεσείοντος, μετά από διερεύνηση, βρήκε την ταυτότητα όλων των μονάδων αίματος (φιαλών) που μεταγγίστηκαν στον ………… από 26-8-1985 μέχρι και το Φεβρουάριο του 1986, οπότε και διαπιστώθηκε η μόλυνση αυτού και ότι ήταν όλες ηλεγμένες για HIV, αφού προέρχονταν από αιμοληψίες που πραγματοποίησε το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Πειραιώς και μονάδα αιμοληψίας της Ελβετίας και μόνον δύο μονάδες προέρχονταν από εθελοντές αιμοδότες, οι οποίοι ελέχθηκαν και βρέθηκαν αρνητικοί, από αυτό δε προέκυπτε ότι η μόλυνση του ανωτέρω έγινε πριν από το Σεπτέμβριο του 1985. Το Εφετείο θεώρησε τον ισχυρισμό αυτό ως αλυσιτελή δεδομένου ότι όπως είχε ήδη κριθεί ο ………. μολύνθηκε με τον ιό του AIDS σε μετάγγιση που πραγματοποιήθηκε το έτος 1988. Με τις σκέψεις αυτές το Διοικητικό Εφετείο απέρριψε την έφεση του αναιρεσείοντος Νοσοκομείο.

8. Επειδή, προβάλλεται ότι η εγγραφή στο φύλλο παρακολουθήσεως τον Μάιο του 1987 είναι επιβεβαιωτική της καταχωρήσεως του Δεκεμβρίου του 1985 και συνεπώς οι διαφοροποιήσεις που παρουσιάζουν τα έγγραφα αυτά δεν αναφέρονται στην εμφάνιση της νόσου, αλλά στην εξέλιξη της υγείας του ασθενούς και δεν συνιστούν αλλοίωσή τους, όπως δέχθηκε το δικάσαν Εφετείο. Επί του ισχυρισμού αυτού, ο οποίος προβλήθηκε και κατ` έφεση, το Διοικητικό Εφετείο αποφάνθηκε αιτιολογημένα και εκτιμώντας ελεύθερα τα φύλλα παρακολούθησης του ασθενούς έκρινε ότι αυτά δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη, ενόψει, μεταξύ άλλων, και της αποδεδειγμένης προσπάθειας νόθευσης του περιεχομένου τους. Συνεπώς, με το λόγο αυτό αμφισβητείται απαραδέκτως η εκτίμηση των αποδείξεων από το δικαστήριο της ουσίας.

9. Επειδή, και ο περαιτέρω προβαλλόμενος λόγος ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του ότι και η πραγματογνώμων τοποθετεί την ημερομηνία μολύνσεως τουλάχιστον δύο μήνες προ του Δεκεμβρίου 1985 όταν έγινε η σχετική διαπίστωση οροθετικότητας είναι απαράδεκτος διότι αμφισβητεί την εκτίμηση των αποδείξεων από το δικαστήριο της ουσίας, αφού το Διοικητικό Εφετείο εκτιμώντας ελεύθερα το αποτέλεσμα της πραγματογνωμοσύνης έκρινε αιτιολογημένα ότι η σχετική διαπίστωση της πραγματογνώμονος στηρίζεται στο υποθετικό δεδομένο ότι η πρώτη ανίχνευση του ιού έγινε το Δεκέμβριο του 1985 («? εάν θεωρηθεί ότι η πρώτη ανίχνευση του ιού έγινε κατά την αιμοληψία της 22ας Δεκεμβρίου 1985 ?»), το οποίο, όμως, το δικαστήριο κατ` ανέλεγκτη κρίση δεν το δέχεται.

10. Επειδή, το Διοικητικό Εφετείο έκρινε αιτιολογημένα ότι σε κάθε περίπτωση το Νοσοκομείο δεν απέδειξε ότι η μόλυνση του ασθενούς έλαβε χώρα πριν από τον Ιανουάριο του 1986 αλλά σε χρονικό σημείο κατά το οποίο το Νοσοκομείο μπορούσε και ήταν υποχρεωμένο να διενεργεί αποτελεσματικούς ελέγχους μόλυνσης του αίματος, ο δε έλεγχος που διενήργησε η Υγειονομική Σχολή το Μάιο του 1988, ανεξαρτήτως του αν αφορά την εκδήλωση της νόσου, είναι, κατά την ανέλεγκτη εκτίμηση του Εφετείου, ο πρώτος θετικός έλεγχος για τη μόλυνση του αίματος του θανόντος ο οποίος τεκμηριώνεται με εργαστηριακές εξετάσεις, και, συνεπώς, νομίμως ελήφθη από το Εφετείο υπΆ όψιν για τον προσδιορισμό του χρονικού σημείου τελέσεως της αδικοπραξίας από τα όργανα του Νοσοκομείου. Πρέπει δε να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι σχετικοί περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος.

11. Επειδή, τέλος προβάλλεται ότι δεν απαντήθηκε ο προβληθείς κατ` έφεση ουσιώδης ισχυρισμός του νοσοκομείου κατά το οποίο το Τμήμα Αιμοδοσίας του νοσοκομείου, μετά από διερεύνηση, βρήκε την ταυτότητα όλων των μονάδων αίματος (φιαλών) που μεταγγίστηκαν στον ………… από 26-8-1985 μέχρι το Φεβρουάριο του 1986, οπότε και διαπιστώθηκε η μόλυνση αυτού και ότι ήταν όλες ηλεγμένες για HIV, αφού προέρχονταν από αιμοληψίες που πραγματοποίησε το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Πειραιώς και μονάδα αιμοληψίας της Ελβετίας και μόνον δύο μονάδες προέρχονταν από εθελοντές αιμοδότες, οι οποίοι ελέγχθηκαν και βρέθηκαν αρνητικοί, από αυτό δε προκύπτει ότι η μόλυνση του ανωτέρω έγινε πριν από το Σεπτέμβριο του 1985. Και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι το Διοικητικό Εφετείο απάντησε ότι, όπως κρίθηκε με την πρωτόδικη απόφαση και επικυρώνεται και από το ίδιο, ο …………. μολύνθηκε με τον ιό του AIDS σε μετάγγιση που πραγματοποιήθηκε το έτος 1988 και συνεπώς ήταν αλυσιτελής η έρευνα του ισχυρισμού αυτού, η δε κρίση αυτού αιτιολογείται νομίμως.

12. Επειδή, μη προβαλλόμενου άλλου λόγου αναιρέσεως, η αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της.

Διά ταύτα

Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.

Επιβάλλει στο αναιρεσείον Νοσοκομείο συμμέτρως τη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων που ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 12 Φεβρουαρίου 2007

Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας    Σωτ. Ρίζος Μ. Βλασερού

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 12ης Μαΐου 2008.

Ο Πρόεδρος του Α` Τμήματος   Η Γραμματέας    Γ. Ανεμογιάννης     Α. Κολιοπούλου

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

 Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δυνάμεως να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.

 Η εντολή πιστοποιείται με τη σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος.

 Αθήνα,

Ο Πρόεδρος του Α` Τμήματος   Η Γραμματέας του Α` Τμήματος     Ε.Φ.