ΣτΕ 1923/2009,ΦΟΡΛΟΓΙΚΟ, ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΕΛΗ, 78§1 ΚΑΙ 4 Σ, ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΟΡΟΥ ΤΕΛΟΥΣ, ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ, Τα δημοτικά τέλη διαφήμισης συνιστούν στην πραγματικότητα φόρο,Αποκλείεται η νομοθετική εξουσιοδότηση για τον καθορισμό του φορολογικού συν

ΣΤΕ

1923/2009 ΣΤΕ 
 
( ΑΡΜ 2009/1926) Δημοτική και κοινοτική φορολογία. Τα δημοτικά τέλη διαφήμισης συνιστούν στην πραγματικότητα φόρο και όχι αντάλλαγμα κάποιας ιδιαίτερης υπηρεσίας παρεχόμενης ειδικώς εκ μέρους των ΟΤΑ. Δεν παρασχέθηκε η προβλεπόμενη από τη σχετική διάταξη εξουσιοδότηση προς τα οικεία δημοτικά ή κοινοτικά συμβούλια, για τον καθορισμό εκ μέρους τους, με την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, του ύψους των κατά κατηγορίες διαφήμισης καταβλητέων τελών, εντός των διαγραφόμενων από τη διάταξη ορίων. Υπαγωγή των επίμαχων διαφημίσεων σε κατηγορία και καθορισμός του οφειλόμενου τέλους με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Αποκλείεται η νομοθετική εξουσιοδότηση για τον καθορισμό του φορολογικού συντελεστή, ακόμη και στην περίπτωση που ο κοινός νομοθέτης θεσπίζει όρια, εντός των οποίων παρέχεται στη Διοίκηση η εξουσία να προσδιορίσει με κανονιστική πράξη το ακριβές ύψος του φορολογικού συντελεστή. Η διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του από 24.9.1958/20.10.1958 Β.Δ/τος, με την οποία παρέχεται εξουσιοδότηση για τον καθορισμό, με την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, του ύψους του συντελεστή των υπέρ των ΟΤΑ επιβαλλόμενων για τις διαφημίσεις της Β κατηγορίας τελών, είναι αντίθετη στο άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος. Παραπομπή του ζητήματος στην Ολομέλεια του ΣτΕ. Με σημείωση Ευαγγελίας Παπαδημητρίου στον ΑΡΜΕΝΟΠΟΥΛΟ.

  
Αριθμός 1923/2009

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4 Φεβρουαρίου 2009 με την εξής σύνθεση: Φ. Στεργιόπουλος, Aντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Ν. Σκλίας, Β. Καλαντζή, Σύμβουλοι, Σ. Βιτάλη, Ι. Δημητρακόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Π. Στεργιοπούλου, Γραμματέας του Β΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 12 Νοεμβρίου 2007 αίτηση:

του Δήμου Καλλιθέας Αττικής, που εδρεύει στην Καλλιθέα Αττικής (οδός ………….. αρ. …-….), ο οποίος παρέστη με την δικηγόρο Αικατερίνη Ραπτοπούλου (Α.Μ. 14190), που την διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά της ……… με την επωνυμία “……. …….. ……..”, που εδρεύει στους …… ………. (οδός .. ………. αρ. ….), η οποία δεν παρέστη.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Δήμος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 1319/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Β. Καλαντζή.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια του αναιρεσείοντος Δήμου, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης δεν απαιτείται κατά νόμο η καταβολή παραβόλου.

2. Επειδή με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της 1319/2006 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, με την οποία, κατ’ αποδοχή έφεσης του αναιρεσείοντος Δήμου Καλλιθέας, εξαφανίσθηκε η 323/2002 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά και, περαιτέρω, το ίδιο δικαστήριο, δικάζοντας προσφυγή της αναιρεσίβλητης κατά της εγγραφής της στον βεβαιωτικό κατάλογο του ως άνω Δήμου για τέλη διαφήμισης, έτους 1997, ύψους 4.175.920 δραχμών και ισόποσο πρόστιμο, την έκανε εν μέρει δεκτή, αφού έκρινε ότι εφαρμοστέος συντελεστής για τις γενόμενες από την αναιρεσίβλητη διαφημίσεις τύπου «……….» είναι εκείνος της περίπτωσης Αγ΄ της Β κατηγορίας του άρθρου 15 του από 24.9.1958 Β.Δ/τος (δηλαδή των 7.000 δραχμών ανά τ.μ. ετησίως) και όχι ο συντελεστής της περίπτωσης Αα της ίδιας κατηγορίας (δηλαδή των 25.000 δραχμών ανά τ.μ. ετησίως), ο οποίος είχε ορισθεί με την 151/1994 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του αναιρεσείοντος για τον ως άνω τύπο διαφήμισης.

3. Επειδή, όπως προκύπτει από 11.014/27.2.2008 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Ν. Φαρμάκη, αντίγραφα της υπό κρίση αίτησης και της πράξης του Προέδρου του Β΄ Τμήματος περί ορισμού δικασίμου και εισηγητή κοινοποιήθηκαν στην αναιρεσίβλητη νομίμως και εμπροθέσμως. Με τα δεδομένα αυτά, νομίμως συζητήθηκε η υπόθεση κατά την παρούσα δικάσιμο χωρίς να παρίσταται κατ’ αυτήν η αναιρεσίβλητη, η δε κρινόμενη αίτηση, η οποία και κατά τα λοιπά ασκείται παραδεκτώς, είναι τύποις δεκτή και περαιτέρω εξεταστέα.

4. Επειδή το άρθρο 78 του Συντάγματος ορίζει στην παράγραφο 1 ότι «Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται, ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος» και στην παράγραφο 4 ότι «Το αντικείμενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από την φορολογία … δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης».

5. Επειδή το Β.Δ. της 24.9.1958 (Α 171/20.10.1958) «Περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου των ισχυουσών διατάξεων περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων» ορίζει στο άρθρο 15, όπως αυτό ίσχυε μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 5 του Ν. 1900/1990, ότι «1. Επιβάλλεται υπέρ των δήμων και κοινοτήτων τέλος για κάθε διαφήμιση που γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο και μορφή σε χώρους που βρίσκονται μέσα στα διοικητικά τους όρια. Ο συντελεστής του τέλους καθορίζεται με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, κατά περιοχή και κατηγορία διαφήμισης ως εξής : Κατηγορία Α. Για διαφημίσεις που αναγράφονται ή αναρτώνται ή επικολλούνται … Κατηγορία Β. Α.α. Για διαφημίσεις φωτεινές σε στέγες ή δώματα, καθώς και για διαφημίσεις που γίνονται με ηλεκτρικές εφημερίδες, από δραχμές 5.000 μέχρι 25.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο. Β. Για φωτεινές σε οποιουσδήποτε άλλους χώρους από δραχμές 2.000 μέχρι 10.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο. Γ. Για μη φωτεινές ή φωτιζόμενες σε στέγες ή δώματα, από δραχμές 700 μέχρι 7.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο … Κατηγορία Γ. … Κατηγορία Δ. …» και στο άρθρο 16, όπως οι παράγραφοι 2 και 3 αυτού ίσχυαν μετά την αντικατάστασή τους με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 57 του Ν. 1416/1984 (Α 18), ότι «1. Δικαιούχος του τέλους διαφήμισης είναι ο δήμος ή η κοινότης, εις την περιφέρεια του οποίου γίνεται η διαφήμισις … 2. Η διαφήμιση γίνεται με άδεια του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητας ύστερα από αίτηση του διαφημιζόμενου … 3. Σε κάθε περίπτωση, για την καταβολή του τέλους και του προστίμου που προβλέπει το άρθρο 73, είναι υπόχρεοι σε ολόκληρο ο διαφημιστής, ο διαφημιζόμενος, καθώς και ο κύριος, ο νομέας και επικαρπωτής του χώρου στον οποίο γίνεται η διαφήμιση. Το τέλος καταβάλλεται ολόκληρο στο δημοτικό ή κοινοτικό ταμείο …». Εξ άλλου, βάσει της ως άνω εξουσιοδοτικής διάταξης εκδόθηκε η 151/1994 κανονιστική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του αναιρεσείοντος Δήμου, με την οποία οι διαφημίσεις τύπου «…………..» κατετάγησαν στην Β κατηγορία, παρ. Α περ. α και τα οφειλόμενα γι’ αυτές τέλη διαφήμισης καθορίσθηκαν σε 25.000 δρχ. ανά τ.μ. ετησίως.

6. Επειδή κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων τα ως είρηται «δημοτικά τέλη» συνιστούν στην πραγματικότητα φόρο επιβαλλόμενο προς αντιμετώπιση των εν γένει δαπανών λειτουργίας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και αύξηση των εσόδων αυτών προς επίτευξη του σκοπού τους και όχι αντάλλαγμα κάποιας ιδιαίτερης υπηρεσίας παρεχόμενης ειδικώς εκ μέρους των εν λόγω οργανισμών προς τα βαρυνόμενα με την καταβολή των τελών πρόσωπα, δηλαδή εν προκειμένω το επιβαλλόμενο κατά τα άνω βάρος δεν έχει τον χαρακτήρα ανταποδοτικού τέλους, υπό την έννοια δε αυτήν παρασχέθηκε η προβλεπόμενη από την πιο πάνω διάταξη εξουσιοδότηση προς τα οικεία δημοτικά ή κοινοτικά συμβούλια, για τον καθορισμό εκ μέρους τους, με την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, του ύψους των κατά κατηγορίες διαφήμισης καταβλητέων τελών, εντός των διαγραφόμενων από την ως άνω εξουσιοδοτική διάταξη ορίων.

7. Επειδή, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε βάρος της αναιρεσίβλητης διαφημιστικής εταιρείας επιβλήθηκαν τέλη διαφήμισης, για το έτος 1997, ύψους 4.175.920 δραχμών και ισόποσο πρόστιμο, διότι, όπως διαπιστώθηκε μετ’ έλεγχο από υπαλλήλους του αναιρεσείοντος Δήμου Καλλιθέας, αυτή είχε τοποθετήσει, μεταξύ άλλων, σε στέγες διαφόρων οικοδομών κειμένων στις λεωφόρους Συγγρού και … ………, εντός των ορίων του ως άνω Δήμου, πέντε πλαίσια προβολής διαφημίσεων τύπου «……..», διαστάσεων 4Χ8 μέτρων, χωρίς να έχει λάβει την απαιτούμενη προς τούτο άδεια από τον Δήμο αυτόν. Τα τέλη για τις διαφημίσεις του πιο πάνω τύπου υπολογίσθηκαν με βάση την 151/1994 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του αναιρεσείοντος, με την οποία οι εν λόγω διαφημίσεις είχαν καταταγεί στην περίπτωση Α.α της Β κατηγορίας και είχε καθορισθεί το γι’ αυτές οφειλόμενο ανά τ.μ. τέλος σε 25.000 δραχμές ετησίως. Προσφυγή της αναιρεσίβλητης κατά της εγγραφής της στον οικείο βεβαιωτικό κατάλογο, για τα προαναφερόμενα ποσά τελών και προστίμου, έγινε δεκτή και ακυρώθηκε η εγγραφή αυτή, με την 323/2002 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά ως αναιτιολόγητη, ως εκ του ότι η αποτελούσα το έρεισμά της έκθεση ελέγχου δεν είχε τα κατά νόμο αναγκαία στοιχεία για τον καταλογισμό των ως άνω τελών. Το δικάσαν δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κρίνοντας αντιθέτως με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, εξαφάνισε, κατά παραδοχή έφεσης του αιτούντος Δήμου, την πρωτόδικη απόφαση και, στην συνέχεια, δικάζοντας την προσφυγή της αναιρεσίβλητης, την έκανε εν μέρει δεκτή όσον αφορά το ύψος των για τις διαφημίσεις τύπου «……..» οφειλόμενων τελών ανά τ.μ. ετησίως και μεταρρύθμισε αναλόγως την πιο πάνω εγγραφή. Ειδικότερα, το εν λόγω δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη του ότι οι ως άνω τύπου διαφημίσεις δεν είχαν εμφανισθεί κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 1900/1990, δέχθηκε ότι η υπαγωγή των διαφημίσεων αυτών με την 151/1994 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου στο παραπλήσιο είδος των φωτεινών διαφημίσεων σε στέγες και εκείνων που γίνονται με ηλεκτρικές εφημερίδες (δηλαδή στην ως άνω περίπτωση Α.α της Β κατηγορίας), καθώς και ο καθορισμός του οφειλόμενου γι’ αυτές ανά τ.μ. τέλους στο ποσό των 25.000 δραχμών ετησίως, δεν βρίσκει έρεισμα στο νόμο και ότι νόμιμη είναι η υπαγωγή των εν λόγω διαφημίσεων, ενόψει του ότι δεν φέρονται ως φωτεινές ή φωτιζόμενες, στο είδος εκείνο των συναφών διαφημίσεων της περίπτωσης Α.γ της Β κατηγορίας, δηλαδή των μη φωτεινών ή φωτιζόμενων σε στέγες ή δώματα, για τις οποίες, με την 474/1992 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του αιτούντος Δήμου, είχε καθορισθεί «ο ανώτατος προβλεπόμενος στο νόμο συντελεστής των 7.000 δραχμών ανά τ.μ. ετησίως».

8. Επειδή από την ανωτέρω διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 78 του Συντάγματος, συνάγεται ότι αποκλείεται η νομοθετική εξουσιοδότηση για τον καθορισμό του φορολογικού συντελεστή, η απαγόρευση δε αυτή δεν κάμπτεται ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία ο κοινός νομοθέτης θεσπίζει όρια, εντός των οποίων παρέχεται στη Διοίκηση η εξουσία να προσδιορίσει με κανονιστική πράξη το ακριβές ύψος του φορολογικού συντελεστή (ΑΕΔ 8/2007). Συνεπώς, η διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του από 24.9.1958 Β.Δ/τος (ως είχε μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 5 του Ν. 1900/1990), με την οποία παρέχεται εξουσιοδότηση για τον καθορισμό, με την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, του ύψους του συντελεστή των υπέρ των οργανισμών της τοπικής αυτοδιοίκησης επιβαλλόμενων για τις διαφημίσεις της Β κατηγορίας τελών (που κατά τα άνω κριθέντα αποτελούν φόρο), εντός των καθοριζόμενων από την εν λόγω εξουσιοδοτική διάταξη ορίων, είναι κατά την γνώμη του Τμήματος ανίσχυρη, ως αντικειμένη στο άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος και συνακόλουθα απορριπτέοι οι λόγοι αναιρέσεως και η υπό κρίση αίτηση στο σύνολό της, δοθέντος ότι η εξέτασή τους προϋποθέτει το έγκυρο της πιο πάνω κανονιστικής απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου. Δεδομένου, όμως, ότι επί του ζητήματος της αντίθεσης κατά τα ανωτέρω των προαναφερόμενων διατάξεων προς το άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος δεν έχει αποφανθεί η Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου, πρέπει το ζήτημα αυτό, αλλά και η υπόθεση στο σύνολό της, να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 5 του Συντάγματος, να ορισθεί δε εισηγήτρια η Σύμβουλος Β. Καλαντζή.

Διά ταύτα

Παραπέμπει την υπόθεση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατά τα οριζόμενα στο σκεπτικό.