ΣτΕ 1961/2008,Στ 7Μ.’,ΑΝΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΕΠΙ ΕΝΔΙΚΟΦΑΝΟΥΣ,ΕΝΔΙΚΟΦΑΝΗΣ, ΟΧΙ ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΑ, δεν εξετάζεται αυτεπάγγελτα η αναρμοδιότητα των ενδιάμεσων οργάνων επι ενδικοφανούς διαδικασίας.

ΣΤΕ

Αριθμός 1961/2008

ΠΕΡΙΛΗΨΗ : Με την 1961/2008 απόφαση του ΣΤ’  Τμήματος (7μ.) κρίθηκε ότι αν και η αναρμοδιότητα εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως ακόμη και κατ΄αναίρεση,  τα ζητήματα που αφορούν την αρμοδιότητα των ενδιαμέσως αποφαινομένων, επί ενδικοφανούς διαδικασίας οργάνων της διοικήσεως, δεν είναι εξ εκείνων που ερευνώνται αυτεπαγγέλτως από το διοικητικό εφετείο, ούτε το πρώτον κατ’  αναίρεση (βλ. και την παραπεμπτική ΣτΕ 953/2008).
 
 

Αριθμός 1961/2008
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 2 Ιουνίου 2008, με την εξής σύνθεση: Θ. Χατζηπαύλου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του ΣΤ’ Τμήματος, Θ. Παπαευαγγέλου, Δ. Αλεξανδρής, K. Ευστρατίου, Σπ. Παραμυθιώτης, Σύμβουλοι, Δ. Κυριλλόπουλος, Β. Πλαπούτα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Β. Ραφαηλάκη, Γραμματέας του ΣΤ’ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 29 Νοεμβρίου 1995 αίτηση:
του Γεράσιμου Αντωνίου Αραβαντινού, κατοίκου Κηφισιάς (Εσπέρου 25), ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Ι. Χατζηϊωάννου (Α.Μ. 4499), που τον διόρισε στην α’ επ’ ακροατηρίου συζήτηση,
κατά των : 1) Ακαδημίας Αθηνών, η οποία παρέστη με το δικηγόρο Κων. Χασάπη (Α.Μ. 589), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και 2) Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Αλ. Ροϊλό, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 763/1995 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Σ. Παραμυθιώτη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αναιρεσείοντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο της Ακαδημίας Αθηνών και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη (σχετ. τα υπ΄αριθμ. 2923814-5/1995 διπλ. Εισπρ.ΔΟΥ δικ. εισπρ. Αθηνών) και το παράβολο (σχετ. τα υπ’ αριθμ. 2426237,6565358,2431345/1995 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση , όπως αυτή συμπληρώθηκε με το από 11-10-1999 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς, η αναίρεση της υπ΄αριθμ. 763/1995 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών,με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή του αναιρεσείοντος, αναδόχου του έργου : « Επισκευή της στέγης της Ακαδημίας Αθηνών» επί διαφοράς που ανεφύη κατά την εκτέλεση του έργου αυτού, ειδικότερα από το 1ο Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών ( Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) και τον 1ο Συγκριτικό Πίνακα (Σ.Π.) που ο ανάδοχος είχε υπογράψει με επιφύλαξη.
3. Επειδή, η κρινόμενη υπόθεση, εισάγεται στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος, κατόπιν της παραπομπής της, με την υπ’ αριθμ. 953/2008 απόφαση του Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση, λόγω σπουδαιότητος, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 5 του π.δ/τος 18/1989 (Α’ 8).
4. Επειδή, όπως προκύπτει από την από 30-08-2002 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Αντώνη Γ.Ζαρουλέα, αντίγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως και της Πράξεως του Προέδρου του ΣΤ΄ Τμήματος περί ορισμού δικασίμου και εισηγητή της υποθέσεως, επιδόθηκε νομοτύπως στον δεύτερο εκ των αναιρεσιβλήτων Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και, συνεπώς νομίμως χώρησε η συζήτηση στο ακροατήριο χωρίς την παράσταση του Υπουργού αυτού.
5. Επειδή, η αρμοδιότητα του εκδόντος την δια της προσφυγής προσβαλλόμενη πράξη οργάνου, ως αναγόμενη στη δημόσια τάξη είναι και αυτεπαγγέλτως εξεταστέα υπό των επιλαμβανομένων της προσφυγής δικαστηρίων, είναι δε και το πρώτον εξεταστέα κατ’ αναίρεση. (ΣτΕ 2532/1997). Περαιτέρω, όμως, τα ζητήματα που αφορούν την αρμοδιότητα των ενδιαμέσως αποφαινομένων, επί ενδικοφανούς διαδικασίας, οργάνων της διοικήσεως, δεν είναι εξ εκείνων που ερευνώνται αυτεπαγγέλτως από το διοικητικό εφετείο ούτε το πρώτον κατ’ αναίρεση, και συνεπώς για την εν λόγω έρευνα, απαιτείται η προβολή του σχετικού λόγου να γίνει με την προσφυγή. Ενόψει τούτου, ο δια του δικογράφου των προσθέτων λόγων, το πρώτον, προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως, κατά τον οποίο, το δικάσαν δικαστήριο παρέλειψε να ερευνήσει την αρμοδιότητα του Προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών ως Διευθύνουσας υπηρεσίας να συντάξει και να υπογράψει τις επίμαχες πράξεις, (Σ.Π. και Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Κατά τη γνώμη όμως της Παρέδρου Β. Πλαπούτα η αρμοδιότητα των ενδιαμέσως αποφαινομένων οργάνων επί ενδικοφανούς διαδικασίας (ενστάσεως-αιτήσεως θεραπείας) ως αναγόμενη στη δημόσια τάξη, είναι και αυτεπαγγέλτως εξεταστέα υπό των επιλαμβανομένων της προσφυγής δικαστηρίων και το πρώτον κατ’ αναίρεση.
6. Επειδή, κατά τα προκύπτοντα από την προσβαλλομένη απόφαση, με την από 15.10.1990 αίτηση θεραπείας, ο αναιρεσείων στρεφόταν κατά της υπ’ αριθμ. 1476/13.07.1990 αποφάσεως της Προϊσταμένης Αρχής του έργου (Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχίας Αθηνών) που είχε απορρίψει την από 4.6.1990 ένστασή του κατά του 1ου Πρωτοκόλλου Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) και του 1ου Συγκριτικού Πίνακα (Σ.Π.) πράξεις, τις οποίες είχε υπογράψει με επιφύλαξη γιατί κατά τους ισχυρισμούς του είχαν συνταχθεί κατά τρόπο βλαπτικό γι’ αυτόν και συγκεκριμένα μια ποσότητα εργασιών δεν τιμολογήθηκαν και δεν προσδιορίσθηκαν από την αρμόδια Διευθύνουσα Υπηρεσία με αποτέλεσμα να περικόπτεται έτσι, μη νομίμως, εργολαβικό αντάλλαγμα 6.761.199 δραχμών πλέον του ποσού της αναθεωρήσεως. Το δικάσαν δικαστήριο έκρινε ότι το αίτημα του αναιρεσείοντος να του καταβληθεί εργολαβικό αντάλλαγμα που αντιστοιχεί στην αναπροσαρμοσμένη, σύμφωνα με τις απόψεις του, τιμή των ένδικων εργασιών, όπως αυτές αναφέρονται στην αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, υποβλήθηκε προώρως και επομένως νομίμως αυτό απορρίφθηκε με την προσβαλλομένη απόφαση (τεκμαιρόμενη απόρριψη της αιτήσεως θεραπείας) από τον Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.
7. Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 8 παρ. 1 του ν. 1418/1984 (Α’ 23) και 43 του π.δ/τος 609/1985 (Α’ 223), αν η αρτιότητα του έργου επιβάλλει την εκτέλεση νέων εργασιών, ο ανάδοχος θεωρείται ότι αποδέχεται την εκτέλεση αυτών με βάση τις καθορισθείσες από την υπηρεσία τιμές, εάν υπογράψει το σχετικό συγκριτικό πίνακα χωρίς επιφύλαξη. Εάν ο ανάδοχος διαφωνεί με τις καθορισθείσες τιμές μπορεί να υπογράψει με επιφύλαξη τον συγκριτικό πίνακα, και να ασκήσει κατ’ αυτού ένσταση και, περαιτέρω, να ακολουθήσει τη διαγραφόμενη από τη διάταξη του άρθρου 12 του ν. 1418/1984 διοικητική διαδικασία και τελικώς, να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου Διοικητικού Εφετείου προκειμένου να επιλυθεί δικαστικώς η διαφορά. Εκ τούτων παρέπεται ότι ο Συγκριτικός Πίνακας (Σ.Π.) συνοδευόμενος από το Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) αποτελεί τη μόνη εκτελεστή πράξη που εκδίδεται από την Υπηρεσία σε σχέση με το αίτημα του αναδόχου για τον καθορισμό τιμών μονάδος νέων εργασιών (ΣτΕ 1778/2007, 3751/2004). Συνεπώς σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο ανάδοχος του εν λόγω έργου νομίμως άσκησε ένσταση κατά του Συγκριτικού Πίνακα τον οποίο είχε υπογράψει με επιφύλαξη και κατά του Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. το δε δικάσαν δικαστήριο, το οποίο, αντιθέτως, έκρινε ότι το αίτημα του αναιρεσείοντος, να του καταβληθεί το ως άνω ποσό των 6.761.799 δραχμών, ως εργολαβικό αντάλλαγμα που αντιστοιχεί στην αναπροσαρμοσμένη τιμή των ένδικων εργασιών, για τις οποίες οι συνταχθείσες κατά τα ανωτέρω πράξεις (Σ.Π. και Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) πλέον του ποσού αναθεωρήσεως, ασκήθηκε προώρως και, ότι νομίμως απορρίφθηκε σιωπηρώς από τον Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. έσφαλε και πρέπει, για τον βασίμως προτεινόμενο λόγο, να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση, η δε υπόθεση να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση, παρελκούσης, ως αλυσιτελούς, της έρευνας των λοιπών λόγων αναιρέσεως που αφορούν κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, σχετικά με την αναπροσαρμογή της τιμής των ένδικων εργασιών του εν λόγω έργου. Κατά τη γνώμη όμως του Συμβούλου Θ. Παπαευαγγέλου, ο λόγος περί προώρου αιτήματος, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η σχετική κρίση του διοικητικού εφετείου εξηνέχθη επί του αιτήματος καταβολής ποσού κατόπιν αποδοχής του ετέρου αιτήματος της προσφυγής περί καθορισμού νέων τιμών, το οποίο όμως δεν έγινε δεκτό από το δικάσαν εφετείο και αφορούσε την άρνηση της Διοίκησης να εγκρίνει τον Σ.Π. και το Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. με νέες τιμές όπως ζήτησε ο αναιρεσείων. Αντιθέτως, δεν είναι αλυσιτελείς οι λόγοι αναιρέσεως που αναφέρονται στο δεύτερο αυτό κεφάλαιο (Σ.Π. και Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) και πρέπει να εξετασθούν, διότι επ’ αυτών έκρινε το δικάσαν δικαστήριο, η δε αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως επ’ αυτού δεν είναι επάλληλη της πρώτης (επί της καταβολής ποσού με πιστοποίηση) αλλά η κύρια.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.
Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 763/1995 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αιτιολογικό.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.
Επιβάλλει, συμμέτρως, στην Ακαδημία Αθηνών και το Ελληνικό Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος που ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 18 Ιουνίου 2008
 Ο Πρόεδρος του ΣΤ’ Τμήματος  Η Γραμματέας του ΣΤ’ Τμήματος
 
 
 Θ. Χατζηπαύλου  Β. Ραφαηλάκη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 30ης Ιουνίου 2008.
 Ο Πρόεδρος του Στ’ Τμήματος  Ο Γραμματέας
 
 
 Θ. Χατζηπαύλου  Ι. Μητροτάσιος