ΣτΕ 2366/07,Ολομ., Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης με ν.3044/22,αντισυνταγματικό το αρθ.4παρ.5 που επιτρέπει τη ΜΣΔ σε περιοχές που έχουν ήδη καθορισθεί ως ΖΑΣ με πδ που εκδόθεικαν βάσει του αντισυνταγμτικού ν.880/79

ΣΤΕ ΟΛΟΜ.

ΠΡΟΣΟΧΗ Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΧΕΙ ΕΝΔΑΙΦΕΡΟΝ ΓΙΑΤΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΟΛΗ ΤΗΝ ΝΟΜΟΛΟΓΊΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΝΕΤΕΛΕΣΤΗ ΔΟΜΗΣΗΣ.

ΣτΕ Ολ 2366/2007 (παρόμοια 3274/08 Ε τμ.)
(παρατ. Χ. Διβάνη)
Πρόεδρος: Γ. Παναγιωτόπουλος, Πρόεδρος ΣτΕ

Εισηγήτρια: Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Σύμβουλος ΣτΕ

Δικηγόροι: Π. Θεοδωρόπουλος, Β. Παπαδημητρίου,
Δ. Αναστασόπουλος, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους
Σ. Γιώρα-Μπανάτα

Προστασία περιβάλλοντος και μεταφορά συντελεστή δόμησης (ΜΣΔ) με τις διατάξεις του Ν 3044/2002 . Η διάταξη του άρθρου 3 παρ. 1 εδ. δ΄ του ανωτέρω νόμου δεν αντίκειται στο Σύνταγμα (αντίθ.μειοψ.). Κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τη ρύθμιση του θεσμού της ΜΣΔ και την επιλογή των περιοχών υποδοχής συντελεστή δόμησης. Αντίκειται στο Σύνταγμα η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 του Ν 3044/2002 , που επιτρέπει τη ΜΣΔ σε περιοχές που έχουν ήδη καθορισθεί ως ΖΑΣ με προεδρικά διατάγματα που εκδόθηκαν βάσει του
Ν 880/1979 , ο οποίος έχει κριθεί ως αντισυνταγματικός.

Διατάξεις: άρθρα 17 [παρ. 2], 24 [παρ. 1-4], 6 Συντ ., 3 [παρ. 1 εδ. δ΄], 4 [παρ. 5] Ν 3044/2002 , 21 [παρ. 1] Ν 2300/1995 , 2
Ν 880/1979 

[…] 10. Επειδή στο άρθρο 24 του Συντάγματος , πριν από την αναθεώρησή του το 2001, ορίζονταν τα ακόλουθα: «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει την υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα» (παρ. 1). «Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης» (παρ. 2). «Για να αναγνωριστεί μια περιοχή ως οικιστική και για να ενεργοποιηθεί πολεοδομικά, οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά, χωρίς αποζημίωση από τον οικείο φορέα, στη διάθεση των εκτάσεων που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθούν δρόμοι, πλατείες και χώροι για κοινωφελείς γενικά χρήσεις και σκοπούς, καθώς και στις δαπάνες για την εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, όπως νόμος ορίζει» (παρ. 3). Οι διατάξεις της τελευταίας αυτής παρ. 3 καθώς και της επόμενης παρ. 4 του άρθρου 24 του Συντάγματος  «εφαρμόζονται και στην αναμόρφωση των οικιστικών περιοχών που ήδη υπάρχουν … (παρ. 5). Τέλος, «τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών» (παρ. 6).

11. Επειδή, ενόψει αυτών των διατάξεων του Συντάγματος, ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης μόνο ως μέθοδος αποζημίωσης στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος  μπορεί να εισαχθεί από τον νομοθέτη. Ειδικότερα, αποτελεί θεμιτό, κατά το Σύνταγμα, τρόπο αποζημίωσης των ιδιοκτητών ακινήτων, στα οποία επιβάλλονται ουσιώδεις περιορισμοί για την προστασία στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως είναι τα κτήρια που χαρακτηρίζονται ως διατηρητέα, ως έργα τέχνης ή ως ιστορικά μνημεία και οι αρχαιολογικοί χώροι, γιατί η θέσπιση του τρόπου αυτού αποζημίωσης για τις παραπάνω περιπτώσεις βρίσκει έρεισμα στη σχετική ειδική πρόβλεψη που περιέχεται στην προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 6 του Συντάγματος . Αντιθέτως, δεν είναι, κατά το Σύνταγμα, επιτρεπτή η μεταφορά συντελεστή δόμησης σε άλλες περιπτώσεις, για τις οποίες η εισαγωγή του θεσμού δεν στηρίζεται σε ειδική συνταγματική διάταξη, διότι ο θεσμός αυτός δεν συνάδει προς τις συνταγματικές αρχές της ορθολογικής χωροταξικής και πολεοδομικής ανάπτυξης, της προστασίας του οικιστικού περιβάλλοντος και της διαμόρφωσης των καλύτερων δυνατών όρων διαβίωσης, δεν μπορεί δε, ενόψει του πιο πάνω άρθρου 24 παρ. 2 του Συντάγματος , να αποτελέσει σύστημα πολεοδομικής σχεδίασης, γιατί θα οδηγούσε σε νόθευση του ορθολογικού πολεοδομικού σχεδιασμού, τον οποίο επιβάλλει η πιο πάνω συνταγματική διάταξη, έχει δε, από τη φύση του, δυσμενείς επιπτώσεις στο οικιστικό περιβάλλον της περιοχής υποδοχής του μεταφερόμενου συντελεστή, αφού συνεπάγεται απόκλιση από τους γενικώς ισχύοντες στην περιοχή αυτή όρους δόμησης και αύξηση της οικιστικής πυκνότητας σε αυτή. Τέτοια ειδική συνταγματική πρόβλεψη, στην οποία να μπορεί να στηριχθεί ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης, δεν υφίσταται και για την περίπτωση των ρυμοτομούμενων ακινήτων, για τον λόγο δε αυτόν αποκλείεται στο νομοθέτη να θεσπίσει σύστημα μεταφοράς συντελεστή δόμησης στην περίπτωση αυτή. Αντιθέτως, ο νομοθέτης, με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 24 του Συντάγματος , εισήγαγε διαφορετική ρύθμιση, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες εκτάσεις για τη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων και των χώρων κοινωφελών χρήσεων, χωρίς, καταρχήν, να απαιτείται καταβολή χρηματικών αποζημιώσεων για τη συντέλεση των σχετικών απαλλοτριώσεων και, συγκεκριμένα, προέβλεψε την υποχρέωση των ιδιοκτητών να εισφέρουν, χωρίς αντάλλαγμα, τμήμα του ακινήτου τους. Ως προς τις παλαιές ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις, στις οποίες, ενόψει του χρόνου έγκρισης ή τροποποίησης του σχετικού ρυμοτομικού σχεδίου, δεν έχει εφαρμογή η παραπάνω πρόβλεψη, ο συνταγματικός νομοθέτης δεν προέβλεψε, για όσες από τις πιο πάνω περιπτώσεις συντρέχει δικαίωμα αποζημίωσης των ιδιοκτητών, τη δυνατότητα αποζημίωσής τους κατά ειδικό τρόπο και όχι χρηματικώς, κατά το άρθρο 17 του Συντάγματος , ενώ παρέχει ρητώς τέτοια δυνατότητα για τις περιπτώσεις που αφορούν στην προστασία των στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς. Επομένως, για τον επιπλέον αυτόν λόγο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ανεκτή, κατά το Σύνταγμα, η θέσπιση από μέρους του νομοθέτη ειδικού τρόπου αποζημίωσης των παραπάνω ιδιοκτητών, ο οποίος επιφέρει τις προαναφερόμενες δυσμενείς συνέπειες που δημιουργούνται με τη μεταφορά συντελεστή δόμησης (ΣτΕ Ολ 6070/1996 ).

12. Επειδή, με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 24 τροποποιήθηκαν ως εξής: «1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει την υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας…2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης. Οι σχετικές επιλογές και σταθμίσεις γίνονται κατά τους κανόνες της επιστήμης. Η σύνταξη εθνικού κτηματολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους». Περαιτέρω, στην παρ. 2 του άρθρου 17 του Συντάγματος , μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι: «Η αποζημίωση, εφόσον συναινεί ο δικαιούχος, μπορεί να καταβάλλεται και σε είδος ιδίως με τη μορφή της παραχώρησης της κυριότητας άλλου ακινήτου ή της παραχώρησης δικαιωμάτων επί άλλου ακινήτου». Η τροποποίηση αυτή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 17 του Συντάγματος , με την οποία διευρύνεται το δικαίωμα δόμησης, στόχευσε στην επέκταση του θεσμού της μεταφοράς του συντελεστή δομήσεως προεχόντως στον τομέα των πολεοδομικών ρυθμίσεων, διότι, όπως επισημαίνεται στις προπαρασκευαστικές εργασίες του Συντάγματος, με αυτήν «προβλέπεται η καταβολή αποζημίωσης σε είδος με την παροχή είτε εμπραγμάτου δικαιώματος επί ακινήτου του ιδιοκτήτη είτε και άλλου ακινήτου επ’ ανταλλαγή. Έτσι μπορούμε να ικανοποιήσουμε πολλούς που αναμένουν να λάβουν αποζημιώσεις, τις οποίες δεν λαμβάνουν λόγω δημοσιονομικών ή οικονομικών προβλημάτων διαφόρων φορέων, όχι μόνο του κράτους, του στενού δημοσίου, αλλά και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου» (Ολομέλεια, Συνεδρίαση ΣΤ΄ 24.1.2001, σελ. 4068-4069), «εφόσον φυσικά αυτό γίνεται και μέσα στο πλαίσιο των εγγυήσεων του άρθρου 24 του Συντάγματος» (πρακτικό 5.9.2000 της Επιτροπής Αναθεωρήσεως του Συντάγματος, σελ. 62). Τούτων έπεται ότι ο τρόπος αυτός αποζημιώσεως, εκτός από τις περιπτώσεις όπου, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, θίγονται ουσιωδώς ιδιοκτησιακά δικαιώματα για λόγους προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος, είναι πλέον, κατ’ αρχήν, επιτρεπτός και για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα θίγονται από ρυθμίσεις πολεοδομικού περιεχομένου, για τις οποίες ανακύπτει υποχρέωση αποζημιώσεως. Στις περιπτώσεις αυτές, που αφορούν στο σύνολον των ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων, προβλέπεται πλέον η δυνατότητα αποζημίωσης με ειδικό τρόπο, αλλά η αποδοχή του εισαγόμενου αυτού είδους αποζημίωσης απόκειται στη βούληση του δικαιούχου. Ειδικότερα, η μεταφορά συντελεστή δόμησης αποτελεί επιτρεπτό κατά το Σύνταγμα τρόπο αποζημίωσης και των ιδιοκτητών ρυμοτομούμενων ακινήτων, αν οι τελευταίοι αποδέχονται να ικανοποιηθούν με τον τρόπο αυτόν. Εξάλλου, η εφαρμογή του θεσμού της μεταφοράς συντελεστή δόμησης στην περίπτωση αυτή δεν έρχεται, καταρχήν, σε αντίθεση προς τις επιταγές του προαναφερόμενου άρθρου 24 του Συντάγματος , αλλά με την προϋπόθεση πάντοτε ότι η μεταφορά αυτή γίνεται υπό όρους και περιορισμούς τέτοιους, ώστε να διασφαλίζονται οι συνθήκες διαβίωσης και να προστατεύεται το οικιστικό περιβάλλον στην περιοχή υποδοχής του συντελεστή δόμησης, η μέθοδος αυτή αποζημίωσης συμπορεύεται προς τους σκοπούς του παραπάνω άρθρου του Συντάγματος, αφού συμβάλλει στην εφαρμογή των ρυμοτομικών σχεδίων με τη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων και των χώρων κοινωφελών χρήσεων που προβλέπονται στα σχέδια αυτά. Συνεπώς, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως περί αντισυνταγματικότητας του άρθρου 3 παρ. 1 εδ. δ΄ του Ν 3044/2002 , που επιτρέπει τη μεταφορά συντελεστή δόμησης από ρυμοτομούμενα ακίνητα. Μειοψήφισαν οι Σύμβουλοι Σπύρ. Καραλής, Νικόλαος Σακελλαρίου, Μαρία Καραμανώφ, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου και Κίμων Ευστρατίου, προς τους οποίους ετάχθη και η Πάρεδρος Ευσταθ. Σκούρα, οι οποίοι υποστήριξαν την εξής γνώμη: Ο συντελεστής δόμησης αποτελεί όρο δομήσεως, ήτοι νόμιμο περιορισμό της κυριότητος, κανονιστικώς θεσπιζόμενο χάριν δημοσίου συμφέροντος. Ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστού δομήσεως συνίσταται στην τροποποίηση του όρου αυτού επί το ευνοϊκότερον υπέρ του ωφελουμένου ακινήτου, συνεπεία της αδυναμίας πλήρους πραγματώσεως του προβλεπομένου, κατά τον κανόνα, συντελεστού δομήσεως του βαρυνομένου ακινήτου. Κατά συνέπεια, η μεταφορά συντελεστού δομήσεως δεν αποτελεί δικαίωμα επί ακινήτου, διότι ως τοιαύτα νοούνται μόνον τα εμπράγματα δικαιώματα, τα οποία προβλέπονται περιοριστικώς στον Αστικό Κώδικα, αλλά ατομική τροποποίηση υπέρ του ωφελουμένου ακινήτου του ισχύοντος σε ορισμένη περιοχή κανονιστικού καθεστώτος όρων και περιορισμών δομήσεως. Ως, εκ τούτου, ανεξαρτήτως της οικονομικής αξίας αυτού στην αγορά, το «δικαίωμα μεταφοράς συντελεστού δομήσεως» δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στη νομική έννοια του δικαιώματος επί ακινήτου, την οποία προδήλως χρησιμοποιεί το Σύνταγμα και, άρα, δεν περιλαμβάνεται στους προβλεπόμενους από την παρ. 2 του άρθρου 17 του Συντάγματος  τρόπους αποζημιώσεως λόγω απαλλοτριώσεως. Kατά την γνώμη αυτή, βασίμως προβάλλεται ο λόγος ακυρώσεως περί αντισυνταγματικότητας του άρθρου 3 παρ. 1 εδ. δ΄ του Ν 3044/2002 , που επιτρέπει τη μεταφορά συντελεστή δόμησης από ρυμοτομούμενα ακίνητα.

13. Επειδή, η πρόβλεψη μεταφοράς συντελεστή δόμησης, πρέπει, κατά το Σύνταγμα (άρθρο 24  παρ. 1 και 2), να ενταχθεί στο πλαίσιο πολεοδομικού σχεδιασμού. Ενόψει δε των δυσμενών επιπτώσεων, τις οποίες, από τη φύση της, επιφέρει η μεταφορά συντελεστή δόμησης στην περιοχή υποδοχής του συντελεστή, καθίσταται, επίσης, συνταγματικώς αναγκαία η οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής του θεσμού κατά τρόπο, ώστε να εξουδετερώνονται ή, τουλάχιστον, να περιορίζονται στο ελάχιστο οι επιπτώσεις αυτές. Η κανονιστική αυτή ρύθμιση πρέπει να γίνεται με νόμο ή διάταγμα στηριζόμενο σε ειδική νομοθετική εξουσιοδότηση. Ειδικότερα, οι παρεκκλίσεις από τους γενικούς όρους δόμησης, οι οποίες γίνονται δια μεταφοράς συντελεστή μπορούν να επιτραπούν μόνο σε καθορισμένες, γνωστές εκ των προτέρων στους πολίτες, ζώνες, που πρέπει να αποτυπώνονται σε διάγραμμα, το οποίο, ενόψει του κανονιστικού χαρακτήρα της πράξης καθορισμού τέτοιας ζώνης και για την ασφάλεια του δικαίου, πρέπει, για να αποκτήσει νομική υπόσταση η πράξη, να δημοσιεύεται, μαζί με αυτήν, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεδομένου ότι το διάγραμμα αποτελεί το κύριο και ουσιώδες στοιχείο της πράξης. Εξάλλου, η ρύθμιση του θεσμού της μεταφοράς συντελεστή δόμησης πρέπει να περιλαμβάνει σαφή προσδιορισμό των κριτηρίων επιλογής των παραπάνω ζωνών. Τα κριτήρια αυτά πρέπει να είναι αμιγώς πολεοδομικά και να αναφέρονται όχι απλώς σε συγκεκριμένα ακίνητα, αλλά στην περιοχή που υποδέχεται το μεταφερόμενο συντελεστή δόμησης, ώστε η μεταφορά να πραγματοποιείται σε περιοχή ή περιοχές που μπορούν πολεοδομικώς να τη δεχθούν. Συγκεκριμένα, οι περιοχές υποδοχής συντελεστή δόμησης πρέπει να επιλέγονται με γνώμονα τον βαθμό της οικιστικής ανάπτυξής τους, τα περιθώρια της επιβάρυνσής τους, τη θέση, τις ιδιαιτερότητες, τα χαρακτηριστικά τους, και την εν γένει φυσιογνωμία τους. Στοιχείο της ρύθμισης αυτής αποτελεί και ο καθορισμός της συνολικής επιβάρυνσης της περιοχής, στην οποία πραγματοποιείται η μεταφορά, ώστε να μην υπερβαίνει το όριο, πέρα από το οποίο αλλοιώνεται η οικιστική φυσιογνωμία της περιοχής (ΣτΕ Ολ 6070/1996 , 1072/1994, 1073/1994 κ.ά.). Ειδικότερα δε, νόμιμα κριτήρια καθορισμού ζωνών υποδοχής συντελεστή δόμησης αποτελούν αφενός η καταλληλότητα της περιοχής, με την έννοια ιδίως ότι δεν επιτρέπεται να καταστούν ζώνες υποδοχής συντελεστή δόμησης οικισμοί ή τμήματά τους που βρίσκονται μέσα ή κοντά σε οικοσυστήματα ευπαθή ή σε περιοχές που χρειάζονται, γενικότερα, ιδιαίτερη προστασία, όπως π.χ. είναι οι ακτές, τα νησιά, τοποθεσίες ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, βιότοποι, αρχαιολογικό χώροι, παραδοσιακοί οικισμοί και αφετέρου η φυσιογνωμία του οικισμού, αξιολογούμενη με βάση το οικοδομικό σύστημα που έχει ήδη αναπτυχθεί και τους ισχύοντες σε αυτόν όρους δόμησης και τις χρήσεις, ώστε να αποκλείεται ο καθορισμός ζώνης υποδοχής συντελεστή δόμησης σε οικισμούς, στους οποίους έχουν ήδη διαμορφωθεί ευμενείς όροι διαβίωσης, απειλούμενοι με αλλοίωση από την πραγματοποίηση σε αυτούς μεταφοράς συντελεστή δόμησης. Επίσης, πρέπει να λαμβάνεται υποχρεωτικώς υπόψη, ως μία από τις συνιστώσες της πολεοδομικής φυσιογνωμίας της περιοχής, η οικιστική πυκνότητα της περιοχής, στην οποία επιτρέπεται η μεταφορά συντελεστή δόμησης, ώστε η εφαρμογή του θεσμού να μη συνεπάγεται υπέρβαση του ορίου κορεσμού, το οποίο εκτιμάται για κάθε περιοχή, ενόψει και του ισχύοντος συντελεστή δόμησης και των οικιστικών συνθηκών που δημιουργήθηκαν με βάση τον συντελεστή αυτόν, προκειμένου να μην επιβαρύνονται περαιτέρω περιοχές, στις οποίες ισχύει ήδη υψηλός συντελεστής, αλλά και να μην επιδεινώνονται οι ευμενείς πολεοδομικές συνθήκες στις περιοχές, στις οποίες οι συνθήκες αυτές έχουν διαμορφωθεί, λόγω του ισχύοντος πολύ χαμηλού συντελεστή δόμησης. Εξάλλου, από τον συνδυασμό των παρ. 1, 2 και 6 του άρθρου 24 του Συντάγματος  συνάγεται ότι η μεταφορά συντελεστή δόμησης δεν επιτρέπεται να οργανωθεί από τον νομοθέτη κατά τέτοιο τρόπο ώστε το σχετικό δικαίωμα να ενσωματώνεται σε εμπορικό τίτλο που κυκλοφορεί ελεύθερα. Ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης είναι μεν κατά το Σύνταγμα αποζημιωτικός, όπως όμως έχει ήδη εκτεθεί, εντάσσεται και αυτός στο γενικό πολεοδομικό σχεδιασμό, ο οποίος γίνεται με τα κριτήρια του άρθρου 24 παρ. 2 του Συντάγματος , τη συνδρομή των οποίων ελέγχει ο ακυρωτικός δικαστής. Στα πλαίσια του Συντάγματος, ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης μπορεί να λειτουργήσει με τη μορφή της αποκατάστασης του συγκεκριμένου δικαιώματος που απώλεσε ο ιδιοκτήτης του βαρυνόμενου με τον πολεοδομικό περιορισμό ακινήτου. Κατά την έννοια του άρθρου 24 παρ. 6 του Συντάγματος , επιτρέπεται να μεταφέρεται συντελεστής δόμησης, στις καθοριζόμενες, σύμφωνα με τα πιο πάνω αναφερόμενα, ζώνες, μόνο από ακίνητα που βρίσκονται στην περιφέρεια του ίδιου Δήμου ή Κοινότητας, όπου βρίσκεται και το βαρυνόμενο με τον περιορισμό ακίνητο, διότι μόνο με την τοπική αυτή σύνδεση καθίσταται δυνατή η εφαρμογή του θεσμού, χωρίς νόθευση της πολεοδομικής σχεδίασης, όπως επιτάσσει το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος , διατηρείται δε η φύση του θεσμού ως αποζημιωτικού, όπως επιτάσσει το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος , επιτυγχάνεται δε επιπλέον και αντιστάθμιση της επιβάρυνσης που ορισμένη περιοχή υφίσταται, λόγω της μεταφοράς σε αυτή συντελεστή δόμησης, με την ωφέλεια της ίδιας περιοχής από την ύπαρξη διατηρητέων κτηρίων, χάριν των οποίων δεν εξαντλήθηκε στα συγκεκριμένα αυτά ακίνητα ο γενικώς ισχύων για την περιοχή συντελεστής δόμησης, ή τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων. Από τον παραπάνω κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο η μεταφορά του συντελεστή δόμησης επιτρέπεται στον ίδιο δήμο ή κοινότητα, από όπου μεταφέρεται ο συντελεστής, εξαιρούνται οι περιπτώσεις οικισμών, στους οποίους δεν είναι δυνατό να καθοριστούν ζώνες υποδοχής συντελεστή δόμησης, διότι υπάγονται σε καθεστώς ιδιαίτερης προστασίας, όπως είναι οι παραδοσιακοί και διατηρητέοι οικισμοί, στις περιπτώσεις δε αυτές η μεταφορά συντελεστή δόμησης από αυτούς τους οικισμούς μπορεί να γίνεται σε ζώνη καθοριζόμενη σε όμορους δήμους ή κοινότητες εφόσον δεν υπάρχει δυνατότητα καθορισμού τέτοιας ζώνης σε άλλον οικισμό του ίδιου δήμου ή κοινότητας (βλ. ΣτΕ Ολ 6070/1996 ).

14. Επειδή, με αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1071, 1072, 1073/1994) κρίθηκε ως αντικείμενη στο άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος  και, κατά συνέπεια, αντισυνταγματική στο σύνολό της και, ως εκ τούτου, μη εφαρμοστέα η ρύθμιση του θεσμού της Μεταφοράς Συντελεστή Δόμησης που είχε θεσπισθεί με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν 880/1979  (ΦΕΚ Α΄ 58) και των εκτελεστικών του διαταγμάτων (ΠΔ/τα 470/1979-ΦΕΚ 138 και 510/1979 – ΦΕΚ 154), οι οποίες επέτρεπαν τη μεταφορά συντελεστή δόμησης σε οποιαδήποτε περιοχή, εντός ή εκτός σχεδίου, ασχέτως αν η υποδεχόμενη το συντελεστή δόμησης περιοχή είχε την ικανότητα πολεοδομικώς να ανεχθεί τη μεταφορά συντελεστή δόμησης και δεν έθεταν κριτήρια και περιορισμούς που να συνδέονται με τη θέση, τη φυσιογνωμία, το βαθμό της οικιστικής ανάπτυξης, τα περιθώρια και τη δυνατότητα επιβάρυνσης της δεχόμενης το μεταφερόμενο συντελεστή δόμησης περιοχής, δεν προσδιόριζαν δε την ανώτατη επιτρεπόμενη συνολική επιβάρυνση της περιοχής υποδοχής μεταφερόμενου συντελεστή δόμησης, ακόμη και όταν είχε προκαθορισθεί Ζώνη Αγοράς Συντελεστή. Ακολούθως, με το Ν 2300/1995  (ΦΕΚ Α΄ 69) ρυθμίσθηκε εκ νέου ο θεσμός της Μεταφοράς Συντελεστή Δόμησης και καταργήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 2 του Ν 880/1979  και των εκτελεστικών του ΠΔ/των 470/1979 και 510/1979. Με το άρθρο 21 παρ. 1 του αυτού Ν 2300/1995 , στο οποίο περιέχονται μεταβατικές ρυθμίσεις, ορίστηκε ότι: «οι κατά την παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν 880/1979  Ζώνες Αγοράς Συντελεστή (ΖΑΣ), που έχουν καθοριστεί με προεδρικά διατάγματα πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν μετονομαζόμενες σε ΕΖΥΣ, μόνον εφόσον πληρούνται τα κριτήρια της ενότητας Α του άρθρου 4 αυτού βεβαιουμένου τούτου με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. ΖΑΣ οι οποίες προβλέπονται από εγκεκριμένα ΓΠΣ είναι δυνατόν να εγκρίνονται ως ΕΖΥΣ με τη διαδικασία της ενότητας Δ του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, εφόσον πληρούνται τα κριτήρια της ενότητας Α του ίδιου άρθρου». Η μεταβατική αυτή διάταξη κρίθηκε με την 4573/1996 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι έρχεται σε αντίθεση προς το άρθρο 24 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος  και, συνεπώς, δεν είναι εφαρμοστέα, διότι η ρύθμιση του θεσμού μεταφοράς συντελεστή δόμησης που είχε επιβληθεί με τις προϊσχύουσες διατάξεις του Ν 880/1979  και των εκτελεστικών του διαταγμάτων ήταν αντίθετη προς τις επιταγές που απορρέουν από το άρθρο 24 του Συντάγματος  στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μέρος που αφορούσε στον καθορισμό Ζωνών Αγοράς Συντελεστή, η δε προϋπόθεση, που τίθεται με την διάταξη αυτή, για τη μετατροπή των ζωνών αυτών σε Ειδικές Ζώνες Υποδοχής Συντελεστή, ήτοι η απαίτηση του νόμου να συντρέχουν τα κριτήρια της ενότητας Α του άρθρου 4 του Ν 2300/1995  δεν καλύπτει τους όρους και τα κριτήρια, των οποίων η θέσπιση είναι, κατά το Σύνταγμα, αναγκαία για την οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής του θεσμού, δεδομένου ότι δεν καθορίζονται από το νόμο συγκεκριμένες περιοχές μεταφοράς συντελεστή και μάλιστα με τα κριτήρια που προσδιορίζονται από τις ανωτέρω αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου και που πρέπει να συνδέονται με τη φυσιογνωμία, το χαρακτήρα και, γενικώς, τα δεδομένα καθεμιάς συγκεκριμένης περιοχής μεταφοράς, αλλά προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 1 του Ν 2300/1995 , η μετατροπή σε Ειδικές Ζώνες Υποδοχής Συντελεστή όλων συλλήβδην των ζωνών που είχαν καθοριστεί με βάση το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς και βρίσκονται σε οποιαδήποτε εντός σχεδίου περιοχή με την περιορισμένη εξαίρεση εκείνων που εμπίπτουν στις προαναφερόμενες περιοχές ειδικής προστασίας. Εξάλλου, με την 6070/1996 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης, ως μέθοδος αποζημίωσης στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος , μπορεί να εισαχθεί από το νομοθέτη, στις καθοριζόμενες, ενόψει αμιγώς πολεοδομικών κριτηρίων, ζώνες, μόνο από ακίνητα που βρίσκονται στην περιφέρεια του ίδιου Δήμου ή Κοινότητας, όπου βρίσκεται και το βαρυνόμενο με τον περιορισμό ακίνητο. Κατόπιν τούτων, κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές και, επομένως, μη εφαρμοστέες οι εξής διατάξεις του Ν 2300/1995 : α) των παρ. 2 έως 7 της ενότητας Α του άρθρου 3, με τις οποίες χαρακτηρίζονταν ως βαρυνόμενα ακίνητα και ακίνητα άλλα πλην εκείνων που θίγονται από ουσιώδεις περιορισμούς, επιβαλλόμενους ως μέτρα για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, και β) των διατάξεων των ενοτήτων Α και Β του άρθρου 4, με τις οποίες επιτρεπόταν υπό προϋποθέσεις η μεταφορά συντελεστή δομήσεως 1) και από βαρυνόμενα ακίνητα άλλων ΟΤΑ, ως και 2) στο σύνολο εντός σχεδίου περιοχών που δεν διέπονται από ειδική προστατευτική νομοθεσία, δηλαδή εκτός ειδικώς προκαθορισμένων ζωνών.

15. Επειδή, με το Ν 3044/2002  (ΦΕΚ Α΄ 197) ρυθμίστηκε εξυπαρχής ο θεσμός της μεταφοράς του συντελεστή δόμησης. Ειδικότερα, στο άρθρο 3 του αυτού Ν 3044/2002  ορίζεται ότι βαρυνόμενα ακίνητα, για τα οποία επιτρέπεται να εκδοθεί τίτλος ΜΣΔ είναι, εκτός από τα ακίνητα, τα οποία επιβαρύνονται για λόγους προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος, και «Ακίνητα, τα οποία χαρακτηρίζονται από τα εγκεκριμένα ρυμοτομικά σχέδια κοινόχρηστοι χώροι… Στα ακίνητα αυτά τίτλος ΜΣΔ εκδίδεται μόνο για το ρυμοτομούμενο τμήμα, για το οποίο δεν είναι υπόχρεος προς καταβολή της αποζημιώσεως ο ίδιος ο κύριος του ακινήτου, όπως το ακίνητο υφίστατο κατά την έγκριση του σχεδίου πόλης και με την προϋπόθεση ότι ο κύριος του ακινήτου αποδέχεται αυτό το είδος αποζημίωσης. Για τα ανωτέρω ακίνητα, η απαλλοτρίωση που κηρύχθηκε με την έγκριση του σχεδίου πόλης θεωρείται ότι συντελείται με την έκδοση του τίτλου ΜΣΔ» (παρ. 1 περ. δ). Με το άρθρο 4 του ίδιου Ν 3044/2002  προβλέπεται ότι η ΜΣΔ πραγματοποιείται αποκλειστικά σε ακίνητο (ωφελούμενο ακίνητο) που βρίσκεται μέσα σε Ζώνη Υποδοχής Συντελεστή Δόμησης (ΖΥΣ) (παρ. 1). Η ΖΥΣ καθορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Περιφερειακού ΣΧΟΠ και γνώμη του οικείου ΟΤΑ α΄ βαθμού και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μαζί με το σχεδιάγραμμα, στο οποίο αποτυπώνεται, εκτός αν πρόκειται για περιοχές αρμοδιότητας των Οργανισμών που έχουν συσταθεί κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 3 του Ν 2508/1997  ή με το
Ν 1515/1985  ή με το Ν 1561/1985 , οπότε η ΖΥΣ καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ (παρ. 2). Οι ΖΥΣ καθορίζονται ύστερα από εκπόνηση μελέτης, σε περιοχές για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικώς οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 4 του Ν 3044/2002 . Με τη μελέτη για τον καθορισμό ΖΥΣ προσδιορίζεται το ανώτατο συνολικό εμβαδόν δομήσιμων επιφανειών που επιτρέπεται να μεταφερθεί, αφού σταθμισθούν τα στοιχεία της παρ. 4 του αυτού Ν 3044/2002 . Περαιτέρω, στην παρ. 5 του ίδιου άρθρου 4 του Ν 3044/2002  ορίζεται ότι: «Επιτρέπεται η ΜΣΔ σε ωφελούμενο ακίνητο που βρίσκεται σε περιοχή, η οποία έχει καθοριστεί ως Ζώνη Αγοράς Συντελεστή (ΖΑΣ) με προεδρικό διάταγμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν 880/1979  (ΦΕΚ Α΄ 58). Η πραγματοποίηση ΜΣΔ σε ΖΑΣ διενεργείται σύμφωνα με τους ειδικούς όρους, προϋποθέσεις και περιορισμούς που προβλέπονται στην πράξη καθορισμού της, ανεξαρτήτως εάν, εν τω μεταξύ, έχει τροποποιηθεί το ρυμοτομικό σχέδιο της περιοχής». Σύμφωνα με το άρθρο 5 του πιο πάνω Ν 3044/2002  η πραγματοποίηση ΜΣΔ από βαρυνόμενο, λόγω ρυμοτομίας, ακίνητο επιτρέπεται μόνο σε ωφελούμενο που βρίσκεται σε ΖΥΣ ή ΖΑΣ του ίδιου δήμου ή κοινότητας με το βαρυνόμενο, εάν δε ο δήμος ή η κοινότητα υπάγεται σε καθεστώς ιδιαίτερης προστασίας, τότε σε ΖΥΣ ή ΖΑΣ όμορου δήμου ή κοινότητας. Από βαρυνόμενο ακίνητο, λόγω προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, επιτρέπεται η πραγματοποίηση ΜΣΔ σε ωφελούμενο που βρίσκεται σε ΖΥΣ ή ΖΑΣ δήμου ή κοινότητας της ίδιας περιφέρειας. Περαιτέρω, με τις παρ. 8 και 9 του ίδιου άρθρου 5 του Ν 3044/2002 , οι οποίες προστέθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν 3212/2003  (ΦΕΚ Α΄ 308) καθορίστηκαν για κάθε χρήση οι όροι και οι προϋποθέσεις για τον καθορισμό της ποσοστιαίας αύξησης του ισχύοντος ΣΔ στις ΖΥΣ και στις ΖΑΣ, το ποσοστό κάλυψης του ωφελουμένου οικοπέδου, το ύψος, την απόσταση από τα όρια του οικοπέδου, τους χώρους στάθμευσης του ωφελουμένου ακινήτου και των επιφανειών που επιτρέπεται να μεταφέρονται από άλλους δήμους ή κοινότητες. Τέλος, όπως ήδη εκτέθηκε στη δεύτερη σκέψη, με τις εξουσιοδοτικές διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 του Ν 3044/2002 , όπως αντικαταστάθηκαν με την παρ. 2 του άρθρου 14 του Ν 3212/2003 , ορίστηκε ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται τα στοιχεία, τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται και η διαδικασία που ακολουθείται για την έκδοση της αποφάσεως, με την οποία εγκρίνεται η πραγματοποίηση της ΜΣΔ, καθώς και ο τρόπος, σύμφωνα με τον οποίο καθορίζεται η επιφάνεια που μεταφέρεται στο ωφελούμενο ακίνητο και ο τρόπος, με τον οποίο εκτιμάται η αγοραία οικοπεδική αξία του βαρυνομένου και του ωφελουμένου ακινήτου, ο οποίος μπορεί να αποτυπώνεται σε μαθηματικό τύπο. Κατ’ επίκληση της εξουσιοδοτικής αυτής διατάξεως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση.

16. Επειδή, όπως ήδη εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, για τον καθορισμό Ζώνης Υποδοχής Συντελεστή Δόμησης απαιτείται η έκδοση αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας ή του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ, κατόπιν μελέτης και μετά από γνωμοδότηση του Περιφερειακού ΣΧΟΠ ή του οικείου Οργανισμού και του οικείου ΟΤΑ α΄ βαθμού (άρθρο 4 Ν 3044/2002 ) και, συνεπώς, μέχρι να εκδοθούν τέτοιες αποφάσεις δεν είναι δυνατή η ΜΣΔ σε μια περιοχή. Αντιθέτως, στις περιοχές, στις οποίες έχει καθορισθεί Ζώνη Αγοράς Συντελεστή Δόμησης είναι αμέσως δυνατή η έκδοση αποφάσεως πραγματοποίησης ΜΣΔ, σύμφωνα με τη διαδικασία της προσβαλλομένης κανονιστικής πράξεως. Εφ’ όσον δε ότι στο Δήμο Αμαρουσίου έχει καθορισθεί ΖΑΣ με το από 23.11.1979 (ΦΕΚ Δ΄ 694) ΠΔ/γμα, νομιμοποιούνται οι αιτούντες, επ’ ευκαιρία προσβολής της κανονιστικής πράξης, η οποία εκδόθηκε κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 και 2 του Ν 3044/2002 , όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 14 παρ. 2 του Ν 3212/2003 , να προβάλλουν αντισυνταγματικότητα των διατάξεων του
Ν 3044/2002 , με τις οποίες επιτρέπεται η Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης σε περιοχές, οι οποίες έχουν ήδη καθορισθεί ως ΖΑΣ με προεδρικά διατάγματα, σύμφωνα με τις κριθείσες ως αντισυνταγματικές και μη εφαρμοστέες διατάξεις του άρθρου 2 του Ν 880/1979 , όπως η περιοχή του Δήμου Αμαρουσίου (πρβλ. ΣτΕ 372/2005 ).

17. Επειδή, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη δέκατη πέμπτη σκέψη, με την απόφαση 1071/1994 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε το σύνολο των διατάξεων του άρθρου 2 του Ν 880/1979  ως αντισυνταγματικό, άρα και εκείνων του τετάρτου εδαφίου του, οι οποίες προβλέπουν τον καθορισμό ΖΑΣ και με την απόφαση 4573/1996 κρίθηκε ως αντισυνταγματική η μεταβατική διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 21 του Ν 2300/1995  για την μετατροπή σε Ειδικές Ζώνες Υποδοχής Συντελεστή των ΖΑΣ που είχαν καθοριστεί κατ’ εφαρμογή του Ν 880/1979 . Η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 4 του Ν 3044/2002 , η οποία επιτρέπει τη Μεταφορά Συντελεστή Δόμησης σε περιοχές που έχουν ήδη καθορισθεί ως ΖΑΣ με προεδρικά διατάγματα, που είχαν εκδοθεί βάσει των διατάξεων του άρθρου 2 του Ν 880/1979  που κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές και μη εφαρμοστέες, ως και την πραγματοποίησή της, σύμφωνα με τους ειδικούς όρους, προϋποθέσεις και περιορισμούς, που προβλέπονται στην πράξη καθορισμού τους, ανεξαρτήτως εάν, εν τω μεταξύ, έχει τροποποιηθεί το ρυμοτομικό σχέδιο της περιοχής, είναι και αυτή αντίθετη με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος , όπως βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση. […]

[Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση κατά το μέρος που ασκείται από τους συλλόγους…. Δέχεται την αίτηση, ως προς τους λοιπούς αιτούντες. Ακυρώνει εν μέρει την 5636/3.2.2004 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ Δ΄ 123), σύμφωνα με το αιτιολογικό. Απορρίπτει τις ασκηθείσες παρεμβάσεις.]

Παρατηρήσεις

H απόφαση αυτή είναι σημαντική, κατά τη γνώμη μας δια δύο κυρίως λόγους:

1) Διότι σε αυτή καθορίζονται εννοιολογικά επακριβώς τα ανεκτά συνταγματικά όρια για τη νομιμότητα της μεταφοράς συντελεστή δόμησης, δεδομένου ότι ο θεσμός αυτός έχει από τη φύση του, δυσμενείς επιπτώσεις στο οικιστικό περιβάλλον της περιοχής υποδοχής του μεταφερόμενου συντελεστή, αφού συνεπάγεται απόκλιση από τους γενικώς ισχύοντες στην περιοχή αυτή όρους δόμησης και αύξηση της οικιστικής πυκνότητας σε αυτή. Συγκεκριμένα έκρινε ότι υπό το φως της διατάξεως του άρθρου 24 του Συντάγματος  ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης μπορεί να εισαχθεί από τον νομοθέτη στο πλαίσιο πολεοδομικού σχεδιασμού, με νόμο ή με Προεδρικό διάταγμα στηριζόμενο σε ειδική νομοθετική εξουσιοδότηση και μόνο ως μέθοδος αποζημίωσης στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος . Προβλεπόμενη από το Σύνταγμα μέθοδος αποζημίωσης αποτελεί μόνο επί ακινήτων, στα οποία επιβάλλονται ουσιώδεις περιορισμοί για την προστασία στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως στην περίπτωση κτηρίων που χαρακτηρίζονται ως διατηρητέα, ως έργα τέχνης ή ως ιστορικά μνημεία και οι αρχαιολογικοί χώροι.

Αντιθέτως, δεν είναι, κατά το Σύνταγμα, επιτρεπτή η μεταφορά συντελεστή δόμησης στην περίπτωση των ρυμοτομούμενων ακινήτων και η θέσπιση από μέρους του νομοθέτη ειδικού τρόπου αποζημίωσης των ιδιοκτητών αυτών, δεδομένου ότι ο νομοθέτης, με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 24 του Συντάγματος , προκειμένου να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες εκτάσεις για τη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων και των χώρων κοινωφελών χρήσεων, χωρίς, καταρχήν, να απαιτείται καταβολή χρηματικών αποζημιώσεων για τη συντέλεση των σχετικών απαλλοτριώσεων προέβλεψε την υποχρέωση των ιδιοκτητών να εισφέρουν, χωρίς αντάλλαγμα, τμήμα του ακινήτου τους.

2) Διότι στην απόφαση αυτή περιλαμβάνεται ιστορικά ολόκληρη η νομολογία του ΣτΕ για τη μεταφορά του συντελεστή δόμησης. Από τις πρώτες αποφάσεις της Ολομελείας του ΣτΕ 1071, 1072, 1073/94, με τις οποίες κρίθηκε ως αντισυνταγματική στο σύνολό της η ρύθμιση του θεσμού της Μεταφοράς Συντελεστή Δόμησης που είχε θεσπισθεί με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν 880/1979  (ΦΕΚ Α΄ 58) και των εκτελεστικών του διαταγμάτων (ΠΔ/τα 470/1979 – ΦΕΚ 138 και 510/1979-ΦΕΚ 154) (οι οποίες επέτρεπαν τη μεταφορά συντελεστή δόμησης σε οποιαδήποτε περιοχή, εντός ή εκτός σχεδίου, ασχέτως αν η υποδεχόμενη το συντελεστή δόμησης περιοχή είχε την ικανότητα πολεοδομικώς να ανεχθεί τη μεταφορά συντελεστή δόμησης). Στη συνέχεια με την υπ’ αριθμ. 4573/1996 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ως αντισυνταγματική η μεταβατική διάταξη του άρθρου 21 παρ. 1 του Ν 2300/1995 , που προέβλεπε τη μετατροπή σε Ειδικές Ζώνες Υποδοχής Συντελεστή όλων συλλήβδην των ζωνών που είχαν καθοριστεί με βάση το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς και βρίσκονται σε οποιαδήποτε εντός σχεδίου περιοχή με την περιορισμένη εξαίρεση εκείνων που εμπίπτουν στις προαναφερόμενες περιοχές ειδικής προστασίας. Και τέλος με την 6070/1996 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι ο θεσμός της μεταφοράς συντελεστή δόμησης, ως μέθοδος αποζημίωσης στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος , μπορεί να εισαχθεί από το νομοθέτη, στις καθοριζόμενες, ενόψει αμιγώς πολεοδομικών κριτηρίων, ζώνες, μόνο από ακίνητα που βρίσκονται στην περιφέρεια του ίδιου Δήμου ή Κοινότητας, όπου βρίσκεται και το βαρυνόμενο με τον περιορισμό ακίνητο.

Χριστίνα Διβάνη,
Πάρεδρος ΝΣΚ