Αριθμός 2772/2011
Αριθμός 2772/2011
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Σεπτεμβρίου 2010, με την εξής σύνθεση: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος, Ειρ. Σάρπ, Δ. Μαρινάκης, Μ. Καραμανώφ, Αικ. Σακελλαροπούλου, Δ. Αλεξανδρής, Α.-Γ. Βώρος, Μ. Γκορτζολίδου, Ι. Γράβαρης, Ε. Αντωνόπουλος, Γ. Τσιμέκας, Ιω. Ζόμπολας, Π. Καρλή, Α. Ντέμσιας, Φ. Ντζίμας, Σπ. Χρυσικοπούλου, Ηρ. Τσακόπουλος, Μ Σταματελάτου-Μπεριάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Ε. Κουσιουρής, Α. Σταθάκης, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Κουσούλης, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνης, Κ. Πισπιρίγκος, Σύμβουλοι, Χρ. Ντουχάνης, Αικ. Ρωξάνα, Ιω. Μιχαλακόπουλος, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Α. Ντέμσιας, Α. Σταθάκης, καθώς και η Πάρεδρος Αικ. Ρωξάνα μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ε. Κουμεντέρη.
Για να αποφανθεί επί του υπ΄ αριθμ. 57206/25-5-2006 ερωτήματος του Υπουργού Δικαιοσύνης, περί οριστικής παύσεως του Διονυσίου Στρούζα, Πρωτοδίκη του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς (άρθρο 60 παρ. 2 και 108 παρ. 2 του ν. 1756/1988), ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως στο ακροατήριο.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Π. Καρλή.
Στη συνέχεια το Δικαστήριο άκουσε τον μνημονευθέντα Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, ο οποίος ανέπτυξε τις απόψεις του, όπως ειδικότερα αναφέρεται στο υπ΄ αριθμ. 237Β/2010 Πρακτικό Συνεδριάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του ν. 3719/2008 (ΦΕΚ 214 Α΄) της Συμβούλου Μ. Καραμανώφ, τακτικού μέλους της συνθέσεως που εκδίκασε την ανωτέρω υπόθεση, λαμβάνει μέρος αντ΄ αυτής στη διάσκεψη ως τακτικό μέλος ο Σύμβουλος Α. Ντέμσιας αναπληρωματικό μέχρι τώρα μέλος της συνθέσεως (βλ. Σ.τ.Ε. 3500/2009 Ολομ. και Πρακτικό Διασκέψεως της Ολομελείας 275Α/2010).
2. Επειδή, με το υπ΄ αριθμ. 57206/25.5.2006 έγγραφο του Υπουργού Δικαιοσύνης προς την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας κινήθηκε η κατά τις διατάξεις των άρθρων 60 παρ.2 και 108 παρ.2 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.), διαδικασία για την οριστική παύση, λόγω υπηρεσιακής ανεπάρκειας, του Πρωτοδίκη των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων Διονυσίου Στρούζα. Το έγγραφο αυτό συνοδεύεται από την υπ’ αριθμ. Ε.Π. 81/2.5.2006 εισήγηση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης για την κίνηση της ως άνω διαδικασίας.
3. Επειδή, νομίμως συζητείται η υπόθεση από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας εφόσον τηρήθηκε η προβλεπόμενη από τις διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 60 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ προδικασία. Ειδικότερα δε, εφόσον ο ανωτέρω δικαστικός λειτουργός κλήθηκε και, όπως προκύπτει από τα αποδεικτικά επιδόσεως που ευρίσκονται στον φάκελο της υποθέσεως, έλαβε γνώση όλων των στοιχείων του φακέλου συμπεριλαμβανομένων της εκθέσεως της εισηγητού δικαστού και της από 1-6-2010 πράξεως του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία εισάγεται η υπόθεση ενώπιον της Ολομελείας και ορίζεται δικάσιμος για την εκδίκασή της. Πρέπει δε να απορριφθούν ως αβάσιμα τα προβαλλόμενα από τον εν λόγω δικαστικό λειτουργό σχετικά με την μη έκφραση της γνώμης του Προέδρου του Δικαστηρίου επί των πραγματικών περιστατικών, τα οποία συνιστούν τον λόγο της εισαγωγής της υποθέσεώς του στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την ως άνω από 1-6-2010 πράξη.
4. Επειδή, στην παρ. 4 του άρθρου 88 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Οι δικαστικοί λειτουργοί μπορούν να παυθούν μόνο ύστερα από δικαστική απόφαση εξαιτίας ποινικής καταδίκης ή για βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα ή ασθένεια ή αναπηρία ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια, που βεβαιώνονται όπως νόμος ορίζει και αφού τηρηθούν οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 93». Εξειδικεύοντας την ανωτέρω συνταγματική επιταγή της προσωπικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών το άρθρο 60 παρ. 2 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.,ο οποίος κυρώθηκε με τον ν. 1756/1988(Α΄35), καταστρώνει την διαδικασία οριστικής παύσεως για υπηρεσιακή ανεπάρκεια και ορίζει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «1. … 2. Είναι δυνατό να παυθεί οριστικά ο δικαστικός λειτουργός: α) … β) για υπηρεσιακή ανεπάρκεια. 3. Για την οριστική παύση του δικαστικού λειτουργού σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους αποφασίζει το δικαστήριο που είναι κατά περίπτωση αρμόδιο για την επιβολή της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης. 4. Η διαδικασία για την παύση του δικαστικού λειτουργού ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου κινείται σε κάθε περίπτωση από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, τον πρόεδρο του οικείου ανώτατου δικαστηρίου ή τον αρμόδιο για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης. 5…..7. Το δικαστήριο εκτιμά γενικότερα την καθόλου υπηρεσία του δικαστικού λειτουργού και τη χρησιμότητά του ή όχι στην υπηρεσία. …. 8. Η λύση της υπηρεσιακής σχέσης λόγω οριστικής παύσης επέρχεται από την επίδοση στο δικαστικό λειτουργό της απόφασης οριστικής παύσης. Αν δεν προκύπτει ότι έγινε επίδοση, αυτή λογίζεται ότι έγινε την 30ή ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης». Εξάλλου, στη παράγραφο 2 του άρθρου 95 του ίδιου Κώδικα ορίζεται ότι: «Αρμόδιο δικαστήριο για την επιβολή της ποινής της οριστικής παύσης είναι: α) Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας….σε όλους τους δικαστικούς λειτουργούς των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. β)…».
5. Επειδή, από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων των άρθρων 88 παρ. 4 του Συντάγματος και 60 του Κώδικα, προκύπτει ότι ως υπηρεσιακή ανεπάρκεια νοείται η αδυναμία του δικαστικού λειτουργού, επί μακρό χρόνο και ανεξάρτητα από τυχόν υπαιτιότητά του, να ανταποκριθεί στα υπηρεσιακά του καθήκοντα και να παράγει δικαστικό έργο. Η αδυναμία παραγωγής δικαστικού έργου μπορεί, ειδικότερα, να προέρχεται από προσωπικά ή οικογενειακά προβλήματα του δικαστικού λειτουργού ή να οφείλεται σε έλλειψη ή ανεπάρκεια των ουσιαστικών προσόντων του ή σε ραθυμία ή πνεύμα αδιαφορίας προς την υπηρεσία, που είχαν ως επακόλουθο τη σώρευση μεγάλου αριθμού εκκρεμών υποθέσεων ή και αποφάσεων και τελικά την αδυναμία του δικαστικού λειτουργού να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του. Εξ άλλου, κατά την κρίση του για την υπηρεσιακή ή όχι επάρκεια του δικαστικού λειτουργού, το αρμόδιο προς τούτο Δικαστήριο εκτιμά, κατά τα προαναφερθέντα, τη γενικότερη εικόνα που αυτός παρουσιάζει καθ’ όλη την διάρκεια της σταδιοδρομίας του, την τυχόν επιβολή εις βάρος του πειθαρχικών ποινών, καθώς και το εάν η συμπεριφορά του προκάλεσε αναστάτωση στη λειτουργία του δικαστηρίου και μείωση του κύρους του, καθώς και του κύρους της Δικαιοσύνης. Τέλος, εκτιμά τη χρησιμότητά του ή όχι για την υπηρεσία, δεδομένου ότι η οριστική παύση δικαστικού λειτουργού λόγω υπηρεσιακής ανεπάρκειας σκοπεί προεχόντως στην εξυπηρέτηση της εύρυθμης λειτουργίας του οικείου δικαστηρίου και, γενικότερα, στην προάσπιση του κύρους της Δικαιοσύνης (βλ. ΣτΕ 2172/2002, 1455/2005 κ.ά.).
8. Επειδή, στο άρθρο 108 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ., όπως η παρ. 1 αυτού αντικαταστάθηκε από το άρθρο 13 παρ. 1 του ν. 1968/1991 (Α’ 150) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 του ν. 3472/2006 (Α΄ 135) και η παρ. 2 αυτού προστέθηκε με το άρθρο 13 παρ. 2 του ως άνω ν. 1968/1991, ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Δόκιμοι εισηγητές του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πάρεδροι πρωτοδικείου των πολιτικών και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, πάρεδροι εισαγγελίας και δόκιμοι ειρηνοδίκες, οι οποίοι μετά την συμπλήρωση της δοκιμαστικής τους υπηρεσίας κρίνονται από το οικείο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο μη διοριστέοι σε θέση ισόβιου δικαστικού λειτουργού, διορίζονται χωρίς διαγωνισμό σε ανάλογη προς τα προσόντα τους θέση διοικητικού υπαλλήλου, εφ’ όσον έχουν τα προσόντα που προβλέπονται από τον Υπαλληλικό Κώδικα και κρίνονται επαρκείς προς τούτο με την περί απολύσεώς τους απόφαση του Α.Δ.Σ. Το οικείο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο οφείλει να διαλάβει στην απόφασή του αν ο κρινόμενος είναι επαρκής για την άσκηση διοικητικής φύσεως δημόσιας υπηρεσίας. Σε καταφατική περίπτωση ο κρινόμενος δικαιούται να ζητήσει εντός μηνός από της κοινοποιήσεως σ΄ αυτόν της αποφάσεως του συμβουλίου, με αίτησή του προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης το διορισμό του στη γραμματεία των δικαστηρίων ή των εισαγγελιών ή σε δημόσια διοικητική θέση, πλην των Κεντρικών Υπηρεσιών των Υπουργείων. Η αίτηση γίνεται υποχρεωτικά αποδεκτή εντός τριών μηνών από την υποβολή της. … 2. Εισηγητής του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρωτοδίκης των πολιτικών και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και αντεισαγγελέας πρωτοδικών, που παραλείπεται να προαχθεί για τρίτη τουλάχιστο φορά λόγω ανεπαρκείας, εάν μεταξύ της πρώτης και της τελευταίας παραλείψεως μεσολαβεί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους, παραπέμπεται υποχρεωτικώς με το ερώτημα της οριστικής παύσεως λόγω ανεπάρκειας στο δικαστήριο που είναι αρμόδιο για την επιβολή της ποινής της οριστικής παύσεως, τηρουμένης της διαδικασίας του αρθρ. 60 του παρόντος. Αν το δικαστήριο αποφασίσει την οριστική παύση οφείλει συγχρόνως να διαλάβει στην απόφασή του, αν ο κρινόμενος επαρκεί για την άσκηση δημόσιας διοικητικής φύσεως υπηρεσίας. Σε καταφατική περίπτωση ισχύουν αναλόγως τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο». Οι τελευταίες αυτές διατάξεις, οι οποίες προβλέπουν δυνατότητα διορισμού σε θέση δικαστικού ή διοικητικού υπαλλήλου του κρινομένου για τρίτη φορά ως μη προακτέου πρωτοδίκη, εφαρμόζονται αναλογικά, ενόψει της ομοιότητας των περιπτώσεων, και στην οριστική παύση δικαστικού λειτουργού λόγω υπηρεσιακής ανεπάρκειας (βλ. ΣτΕ Ολ. 2172/2002 κ.ά.).
9. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τις ανωτέρω εκθέσεις επιθεωρήσεως και τις μαρτυρικές καταθέσεις στις οποίες, παγίως, γίνεται αναφορά στο εξαίρετο ήθος, στην άψογη κοινωνική συμπεριφορά, αλλά και στην πολύ καλή νομική κατάρτιση του Διονυσίου Στρούζα, προκύπτει ότι η διαπιστωθείσα υπηρεσιακή ανεπάρκειά του δεν οφείλεται σε έλλειψη των ως άνω προσόντων. Ενόψει αυτών, κρίνεται ότι ο Διονύσιος Στρούζας δεν στερείται προσόντων και ικανοτήτων και ότι επαρκεί για την άσκηση διοικητικής φύσεως δημόσιας υπηρεσίας (βλ. και το π.δ/γμα 139/2000 «Καθορισμός των δημοσίων υπηρεσιών, στις οποίες διορίζονται χωρίς διαγωνισμό, όποιοι κρίνονται μη διοριστέοι σε θέση ισόβιου δικαστικού λειτουργού ή παύονται λόγω ανεπάρκειας», Α΄120).
Διά ταύτα
Αποφαίνεται ότι ο Πρωτοδίκης των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων Διονύσιος Στρούζας πρέπει να παυθεί οριστικά λόγω υπηρεσιακής ανεπάρκειας και
Κρίνει ότι ο ανωτέρω Πρωτοδίκης επαρκεί για την άσκηση διοικητικής φύσεως δημόσιας υπηρεσίας.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 5 Νοεμβρίου 2010
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Π. Πικραμμένος Ε. Κουμεντέρη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 23ης Σεπτεμβρίου 2011.
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Π. Πικραμμένος Μ. Παπασαράντη