ΣτΕ 283/2008, Β τμ.,ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΕΠΙΔΟΣΗ,ΔΙΚΟΓΟΡΟΣ, προϋποθέσεις θυροκόλλησης στο γραφείο αντίκλητου δικηγόρου. Πρέπει να δίνει την εικόνα λειτουργούντος γραφείου.

ΣΤΕ

Αριθμός 283/2008 , Β’ τμ. 7μ.
 
ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Με τις 283-292/2008 αποφάσεις του Β΄ Τμήματος (7μ. συνθέσεως) κρίθηκε ότι, κατά την έννοια των διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (άρθρα 45, 50, 55) σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων (άρθρα 28, 33, 57) εάν στην δηλωθείσα από τον πληρεξούσιο δικηγόρο διεύθυνση δεν υπάρχουν τα γνωρίσματα γραφείου, προ της θυροκολλήσεως το όργανο επιδόσεως οφείλει να αναζητήσει αν έχει καταχωρηθεί στο μητρώο του οικείου δικηγορικού συλλόγου νέα διεύθυνση.

 

Αριθμός 283/2008
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Δεκεμβρίου 2007, με την εξής σύνθεση: Φ. Στεργιόπουλος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Ν. Σκλίας, Αικ. Συγγούνα, Κ. Βιολάρης, Ε. Αναγνωστοπούλου, Σύμβουλοι, Ι. Σύμπλης, Αγ. Σδράκα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Π. Στεργιοπούλου.
Για να δικάσει την από 5 Απριλίου 2004 αίτηση:
της Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία “ΖΕΝΙΟΣ ΕΛΛΑΣ Ε.Π.Ε.”, που εδρεύει στην Αθήνα (Βασιλέως Κωνσταντίνου 42), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Χάρη Ιεροδιακόνου (Α.Μ. 5555), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Παναγιώτη Πανάγο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα εταιρεία επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 3299/2003 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Ι. Σύμπλη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αναιρεσείουσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση τής κρινομένης αιτήσεως έχει κατατεθεί το κατά νόμον παράβολο (1369831-3/2004 σειράς Α΄ ειδικό γραμμάτιο παραβόλου)
2. Επειδή, η υπόθεση συζητήθηκε στο Τμήμα με επταμελή σύνθεση, κατόπιν παραπομπής σε αυτό με την 3364/2006 του Τμήματος με πενταμελή σύνθεση, λόγω της σπουδαιότητας ζητήματος που ανέκυψε.
3. Επειδή, με την αίτηση αυτή, ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της 3299/2003 αποφάσεως τού Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση τής αναιρεσειούσης εταιρείας κατά τής 6153/2001 αποφάσεως τού Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί ανακοπή της κατά τής 2256/2000 αποφάσεως τού αυτού πρωτοδικείου. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί, ως ανομιμοποίητη, προσφυγή της κατά α) τής 7/1997 πράξεως προσδιορισμού αποτελεσμάτων διαχειριστικής περιόδου 1.1-31.12.1991 και β) τής 15/1997 πράξεως επιβολής προστίμου (αρθ. 67 νδ 3323/1955) τού Προϊσταμένου τής ΔΟΥ ΙΖ΄ Αθηνών.
4. Επειδή, στο άρθρο 54 τού Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας ωρίζετο ότι: «1. Τα δικόγραφα, οι κάθε είδους δηλώσεις και τα υπομνήματα που υποβάλλονται για πρώτη φορά ενώπιον του δικαστηρίου από εκείνον σε βάρος του οποίου εκδόθηκε η πράξη ή από τον παρεμβαίνοντα πρέπει να περιέχουν, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο, και ακριβή προσδιορισμό της διεύθυνσης της κατοικίας και της επαγγελματικής εγκατάστασης του ίδιου, του νόμιμου αντιπροσώπου του και του πληρεξουσίου του. 2. Κάθε μεταβολή διεύθυνσης πού είχε δηλωθεί πρέπει να γνωστοποιείται στην αρχή που εξέδωσε την πράξη και στο τακτικό διοικητικό δικαστήριο, είτε με τα δικόγραφα ή τα υπομνήματα, είτε με αυτοτελές έγγραφο». Περαιτέρω, στο άρθρο 45 τού Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας [που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο τού ν. 2717/1999 (Α΄97/17.5.1999) και ισχύει, σύμφωνα με τό άρθρο δεύτερο τού αυτού νόμου, δύο μήνες μετά την δημοσίευσή του στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως και, σύμφωνα με τό άρθρο 278 του οποίου «Σε δίκες εκκρεμείς κατά την έναρξη τής ισχύος τού Κώδικα, οι διαδικαστικές πράξεις που δεν έχουν συντελεστεί διενεργούνται κατά τις διατάξεις τούτου».] ορίζεται ότι: «1. Το δικόγραφο, εκτός από τα στοιχεία που απαιτούν ειδικότερες διατάξεις, πρέπει να προσδιορίζει σαφώς το είδος και το αντικείμενό του και να αναφέρει: α) … γ) αν υποβάλλεται μεν από φυσικό πρόσωπο, το όνομα, το επώνυμο, πατρώνυμο και την ακριβή διεύθυνση της κατοικίας και του χώρου εργασίας του ίδιου, του νόμιμου αντιπροσώπου του και, αν υπάρχουν, του δικαστικού πληρεξουσίου και του αντικλήτου του, αν υποβάλλεται δε από νομικό πρόσωπο, ένωση προσώπων ή ομάδα περιουσίας, την επωνυμία και την έδρα τους, καθώς και το όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο και την ακριβή διεύθυνση της κατοικίας και του χώρου εργασίας του εκπροσώπου τους και, αν υπάρχουν, του δικαστικού πληρεξουσίου και του αντικλήτου τους, … 2. Οι διευθύνσεις των κατά την προηγούμενη παράγραφο προσώπων πρέπει να γνωστοποιούνται στο δικαστήριο με το πρώτο δικόγραφο που απευθύνεται σε αυτό. Αν η γνωστοποίηση γίνεται, το πρώτο, με άλλο δικόγραφο, υπόμνημα ή έγγραφο, αυτό πρέπει να κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο και να επιδίδεται, από τα ίδια αυτά πρόσωπα, στους λοιπούς διαδίκους. 3. Κάθε μεταβολή στη διεύθυνση ή στην ιδιότητα των κατά τις προηγούμενες παραγράφους προσώπων, η οποία επήλθε κατά το χρονικό διάστημα από την άσκηση του ένδικου βοηθήματος έως και τη λήξη της τελικής εκκρεμοδικίας στο δεύτερο βαθμό, πρέπει να γνωστοποιείται κατά της διαδικασία της διάταξης της δεύτερης περιόδου της παρ. 2, η οποία και εφαρμόζεται αναλόγως. Αλλιώς, οι επιδόσεις γίνονται εγκύρως στη διεύθυνση που έχει δηλωθεί ή ωσάν να μην είχε επέλθει η μεταβολή, κατά περίπτωση. 4. … 5. Τα δικόγραφα και τα υπομνήματα υπογράφονται από τους δικαστικούς πληρεξουσίους των διαδίκων. Κατ’ εξαίρεση, στις περιπτώσεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 27, τα δικόγραφα και τα υπομνήματα μπορούν να υπογράφονται, κατά περίπτωση, από τους ίδιους τους διαδίκους ή τους νόμιμους αντιπροσώπους ή τους εκπροσώπους τους». Στο άρθρο 50 τού αυτού Κώδικος ορίζεται ότι «1. Οι επιδόσεις προς τους ιδιώτες διενεργούνται στην κατοικία ή στο χώρο της εργασίας, κατά περίπτωση, προσωπικώς στους ίδιους ή στους νόμιμους αντιπροσώπους ή στους εκπροσώπους ή στους δικαστικούς πληρεξουσίους ή στους αντικλήτους τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ειδικότερες αντίστοιχες διατάξεις». Τέλος, στο άρθρο 55 τού αυτού Κώδικος ορίζεται ότι: «1. Η επίδοση γίνεται με θυροκόλληση: α) αν τα πρόσωπα, προς τα οποία προβλέπεται ότι διενεργείται η παράδοση του εγγράφου, δεν βρίσκονται ούτε στην κατοικία ούτε στο χώρο της εργασίας τους ή αρνούνται την παραλαβή του ή την υπογραφή της έκθεσης ή δεν μπορούν να υπογράψουν την έκθεση, ή β) αν τα υπηρεσιακά όργανα, στα οποία παραδίδεται το έγγραφο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 49, 52, 53 και 54, αρνούνται την παραλαβή ή την υπογραφή της έκθεσης. 2. Η θυροκόλληση συνίσταται στην επικόλληση από μέρους του οργάνου της επίδοσης, με την παρουσία ενός μάρτυρα, του επιδοτέου εγγράφου στη θύρα της κατοικίας ή του χώρου εργασίας ή του υπηρεσιακού καταστήματος όπου κατοικεί ή εργάζεται, κατά περίπτωση, το πρόσωπο προς το οποίο έπρεπε να διενεργηθεί η παράδοση του εγγράφου». Εξ άλλου, στο άρθρο 28 τού Κώδικος περί Δικηγόρων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο τού νδ 3026/1954, ορίζεται ότι «1. Ο εν τώ μητρώω τού Συλλόγου εγγεγραμμένος Δικηγόρος υποχρεούται καθ’ έκαστον έτος μέχρι τού τέλους Φεβρουαρίου να υποβάλλη εις τον Σύλλογον, ούτινος είναι μέλος, δήλωσιν, μη υποκειμένην εις τέλος χαρτοσήμου τα εξής στοιχεία α) το όνομα, επώνυμον, όνομα πατρός, τόπον γεννήσεως, διεύθυνσιν κατοικίας και τού γραφείου τού δηλούντος β) … 2. Η δήλωσις δέον να υπογράφηται υπό δύο ετέρων Δικηγόρων … Τούτων η υπογραφή έχει την έννοιαν τής δηλώσεως βεβαιώσεως τής αληθείας τών εν τη δηλώσει περιεχομένων … 3. …», στο άρθρο 33 τού αυτού Κώδικος ορίζεται ότι «Εν τώ μητρώω, επίσης ,… καταχωρίζεται και πάσα πράξις αφορώσα τον Δικηγόρον ή μεταβολή (προαγωγή, πειθαρχικαί ποιναί, διευθύνσεις γραφείου κλπ)» και στο πρώτο εδάφιο τής παραγράφου 1 τού άρθρου 57 τού αυτού Κώδικος ότι «Ο Δικηγόρος υποχρεούται να διατηρή γραφείον εν τη έδρα τού Συλλόγου εις ον ανήκει».
5. Επειδή, κατά την έννοια τών ανωτέρω διατάξεων, αν δεν υπάρχουν στην δηλωθείσα από τον πληρεξούσιο διεύθυνση τα εξωτερικά γνωρίσματα γραφείου του, το όργανο τής επιδόσεως, πριν προβεί σε θυροκόλληση στον χώρο αυτό (κατά τους όρους τού άρθρου 55 τού Κώδικος Διοικητικής Δικονομίας) οφείλει να αναζητήσει αν έχει δηλωθεί και καταχωρισθεί στο μητρώο τού οικείου δικηγορικού συλλόγου νέα διεύθυνση (κατοικίας και γραφείου) ώστε να γίνει η επίδοση στη νέα διεύθυνση.
6. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από την προσβαλλόμενη απόφαση και τα λοιπά διαδικαστικά τής δίκης έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Το διοικητικό πρωτοδικείο απέρριψε την προσφυγή τής αναιρεσειούσης εταιρείας, με την αιτιολογία ότι «αν και αυτή κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, όπως αυτό προκύπτει από 25.11.1999 αποδεικτικό επίδοσης τής δικαστικής επιμελήτριας Γιαννακοπούλου Θεοφανής», δεν παραστάθηκε κατά την συζήτηση τής υποθέσεως στο ακροατήριο, ούτε αυτή ούτε και ο υπογράφων το δικόγραφο τής προσφυγής δικηγόρος, ούτε προσκομίσθηκε στο πρωτόδικο δικαστήριο έγγραφο από το οποίο να προκύπτει η πληρεξουσιότητα τού δικηγόρου αυτού. Κατά τής αποφάσεως αυτής, η αναιρεσείουσα άσκησε ανακοπή, με την οποία προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι δεν κλητεύθηκε νόμιμα, γιατί η θυροκόλληση έγινε σε διεύθυνση όπου δεν υπήρχε κατοικία ή γραφείο τού πληρεξουσίου δικηγόρου και αντικλήτου της, καθ’ όσον ο τελευταίος είχε ήδη από 1.9.1999 μεταφέρει το γραφείο του σε άλλη διεύθυνση «γεγονός το οποίο έγκαιρα εγνωστοποίησε και στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών». Το διοικητικό εφετείο, κατ’ επικύρωσιν ομοίας κρίσεως τού διοικητικού πρωτοδικείου, απέρριψε τον ανωτέρω λόγο ανακοπής, με την αιτιολογία ότι, κατά την έννοια τού άρθρου 45 τού Κώδικος Διοικητικής Δικονομίας, εφʼ όσον η εν λόγω αλλαγή διευθύνσεως δεν είχε γνωστοποιηθεί με δικόγραφο στο δικαστήριο, νομίμως η θυροκόλληση έγινε στην διεύθυνση που είχε δηλωθεί, σαν να μην είχε επέλθε μεταβολή, «τής παράλειψης αυτής μη καλυπτόμενης με την από 20.9.1999 δήλωσή του περί αλλαγής τής διεύθυνσης τού γραφείου του προς τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, καθ’ όσον η εν λόγω δήλωση δεν συνιστά έναν από τους προβλεπομένους τρόπους γνωστοποίησης τής νέας του διεύθυνσης». Η πιό πάνω κρίση δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στην προηγούμενη σκέψη, γιά τον λόγο δε αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και η υπόθεση να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο, γιά νέα κρίση.
Διά ταύτα
Δέχεται την αίτηση.
Αναιρεί την 3299/2003 απόφαση τού Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση κατά το αιτιολογικό
Επιβάλλει στο Ελληνικό Δημόσιο την δικαστική δαπάνη τής αναιρεσείουσας εταιρείας που ανέρχεται σε χίλια τριακόσια ογδόντα (1380) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10 Δεκεμβρίου 2007 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 23ης Ιανουαρίου 2008.
  Ο Πρόεδρος του Β’ Τμήματος Η Γραμματέας
 
 
Φ. Στεργιόπουλος Π. Στεργιοπούλου