Αριθμός 3300/2014
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Δεκεμβρίου 2013, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Πρόεδρος, Ν. Ρόζος, Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ν. Μαρκουλάκης, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Βηλαράς, Δ. Αλεξανδρής, Γ. Ποταμιάς, Ι. Γράβαρης, Γ. Τσιμέκας, Φ. Ντζίμας, Ηρ. Τσακόπουλος, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινός, Ά. Καλογεροπούλου, Ό. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Κ. Πισπιρίγκος, Δ. Μακρής, Σύμβουλοι, Κ. Λαζαράκη, Κ. Μαρίνου, Μ. Αθανασοπούλου, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Β. Αραβαντινός και Β. Ραφτοπούλου, καθώς και η Πάρεδρος Μ. Αθανασοπούλου μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.
Για να δικάσει την από 25 Ιουνίου 2001 αίτηση:
της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία “ΔΕΛΤΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ Α.Ε.” (πρώην «ΔΕΛΤΑ ΠΡΟΤΥΠΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ Α.Ε.»), με τον διακριτικό τίτλο «ΔΕΛΤΑ HOLDING A.E.» και ήδη «VIVARTIA ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», που εδρεύει στο Αμαρούσιο Αττικής (οδός Ζηρίδη αρ. 10), η οποία παρέστη με το δικηγόρο Γεώργιο Δελλή (Α.Μ. 15582), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Νικόλαο Αθανίτη (Α.Μ. 15396), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.
Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 138/2013 αποφάσεως του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.
Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα εταιρεία επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 2770/2000 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέση εισηγήσεως, από τον εισηγητή Σύμβουλο Γ. Τσιμέκα.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του ν. 3719/2008 (Α΄ 214), του Συμβούλου Δημητρίου Μακρή, τακτικού μέλους της συνθέσεως που εκδίκασε την υπόθεση, έλαβε μέρος στη διάσκεψη αντ’ αυτού, ως τακτικό μέλος, ο Σύμβουλος Βασίλειος Αραβαντινός, αναπληρωματικό μέχρι τώρα μέλος της συνθέσεως (βλ. Πρακτικό Διασκέψεως της Ολομελείας 79/2014).
2. Eπειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθμ. 2110729-30/2001 ειδικά γραμμάτια παραβόλου, σειράς Α΄).
3. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της υπ’ αριθ. 2770/2000 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της αναιρεσείουσας εταιρίας (πρώην «ΔΕΛΤΑ ΠΡΟΤΥΠΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ Α.Ε.» και ήδη «VIVARTIA Συμμετοχών Α.Ε.») κατά της υπ’ αριθ. 12904/1998 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση είχε απορριφθεί προσφυγή της εταιρίας αυτής κατά της υπ’ αριθ. 1496/94/95 αποφάσεως του Δημάρχου Αθηναίων περί καταλογισμού σε βάρος της τελών διαφημίσεως για το έτος 1994, ύψους 2.707.712 δρχ., και σχετικού ισόποσου προστίμου, καθώς και της οικείας υπ’ αριθ. 1496/94/95 εγγραφής της στους βεβαιωτικούς καταλόγους του αναιρεσίβλητου δήμου.
4. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται στην Ολομέλεια κατόπιν της υπ’ αριθ. 138/2013 αποφάσεως του Β΄ Τμήματος, με την οποία, ύστερα από την υπ’ αριθ. 96/2012 αναβλητική απόφαση του ιδίου Τμήματος, παραπέμφθηκε προς επίλυση, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 100 παρ. 5 του Συντάγματος, που προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ´ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων (Α΄ 84), το ζήτημα της συμφωνίας ή μη προς το άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος της διατάξεως του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του από 24.9.1958 β.δ/τος, όπως ισχύει, με την οποία παρέχεται εξουσιοδότηση για τον καθορισμό, με την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, του ύψους του συντελεστή των επιβαλλόμενων για τις διαφημίσεις τελών, δεδομένου ότι το Τμήμα με την ανωτέρω απόφασή του ήχθη σε κρίση περί αντισυνταγματικότητας της ανωτέρω διατάξεως.
5. Επειδή, στο άρθρο 78 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται, ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος. 2. … 3. … 4. Το αντικείμενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από την φορολογία … δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης. … 5. …».
6. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 102 του Συντάγματος, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, πριν από την αναθεώρησή του με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, ορίζετο ότι: «1. Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης … 2. Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική αυτοτέλεια. 3. … 6. Το Κράτος μεριμνά ώστε να εξασφαλίζονται οι αναγκαίοι πόροι για την εκπλήρωση της αποστολής των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την απόδοση και κατανομή, μεταξύ των οργανισμών αυτών, των φόρων ή τελών που καθορίζονται υπέρ αυτών και εισπράττονται από το Κράτος».
7. Επειδή, κατά την έννοια της ανωτέρω συνταγματικής διατάξεως του άρθρου 78 παρ. 4, ερμηνευομένης σε συνδυασμό με το άρθρο 102 του Συντάγματος, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, και ιδίως με τις διατάξεις της παραγράφου 1 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 6 του τελευταίου αυτού άρθρου, με τις οποίες η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και επιβάλλεται στο Κράτος να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζονται οι αναγκαίοι πόροι για την εκπλήρωση της αποστολής τους, δεν αποκλείεται, προκειμένου ειδικώς περί φόρου υπέρ οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, που αποτελεί έσοδο του οργανισμού για την αντιμετώπιση τοπικών αναγκών και την αποτελεσματική άσκηση των κατά το Σύνταγμα αρμοδιοτήτων του, να παρέχεται από το νομοθέτη εξουσιοδότηση στην διοίκηση του οργανισμού να κρίνει ως προς την σκοπιμότητα για την επιβολή του φόρου και να ορίσει το ύψος του φόρου και τον φορολογικό συντελεστή στο πλαίσιο, όμως, των ορίων που ορίζονται κατά συγκεκριμένο τρόπο με τυπικό νόμο (βλ. ΣτΕ 1654/1964 Ολομ., 3442/1981 επτ., πρβλ. ΣτΕ 1181/2014 Ολομ., βλ. επίσης ΣτΕ 3163/2006, 2817/2000, 984/1990, 3247/1992, 2626, 1580/1980, 78/1978, 1475/1962, 86/1957, 1950/1956 κ.ά.).
8. Επειδή το β.δ/γμα της 24.9.1958 (Α΄ 171/20.10.1958) «Περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου των ισχυουσών διατάξεων περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων» ορίζει, στο άρθρο 15, όπως αντικαταστάθηκε τελικώς με το άρθρο 5 του ν. 1900/1990 (Α΄ 125), ότι «1. Επιβάλλεται υπέρ των δήμων και κοινοτήτων τέλος για κάθε διαφήμιση που γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο και μορφή σε χώρους που βρίσκονται μέσα στα διοικητικά τους όρια. Ο συντελεστής του τέλους καθορίζεται με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, κατά περιοχή και κατηγορία διαφήμισης ως εξής: Κατηγορία Α. Για διαφημίσεις που αναγράφονται ή αναρτώνται ή επικολλούνται: α. μέσα σε μόνιμα και σταθερά ή προσωρινά και κινητά πλαίσια, τα οποία τοποθετούνται σε πλατείες, οδούς, πεζοδρόμια […] β. στις περιφράξεις ακάλυπτων χώρων και ανεγειρόμενων ή εγκαταλειμμένων οικοδομών […] γ. σε χώρους σιδηροδρομικών, λιμενικών και αεροπορικών σταθμών […] δ. μέσα σε καταστήματα, κινηματογράφους, θέατρα […] και ε. σε περίπτερα, στέγαστρα αφετηριών και στάσεων αναμονής επιβατών λεωφορείων […] από δραχμές πενήντα (50) μέχρι εκατόν είκοσι πέντε (125) εβδομαδιαίως το τετραγωνικό μέτρο. Κατηγορία Β. Α.α. Για διαφημίσεις φωτεινές σε στέγες ή δώματα […], από δραχμές 5.000 μέχρι 25.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο. β. Για φωτεινές σε οποιουσδήποτε άλλους χώρους από δραχμές 2.000 μέχρι 10.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο. γ. Για μη φωτεινές ή φωτιζόμενες σε στέγες ή δώματα, από δραχμές 700 μέχρι 7.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο. […]. Κατηγορία Γ. Για διαφημίσεις που γίνονται μέσα στα οχήματα σιδηροδρόμων, τροχιοδρόμων […] από δραχμές εκατόν σαράντα (140) μέχρι επτακόσιες (700) μηνιαίως, […]. Κατηγορία Δ. Για διαφημίσεις που γίνονται μέσα σε εστιατόρια, καφενεία και παρεμφερή καταστήματα, […] το τέλος ορίζεται σε ποσοστό 6%, επί της δαπάνης της διαφήμισης. 2. […]. 3. Με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου τα υπό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου τέλη δύνανται να αναπροσαρμόζονται μέχρι 15% ετησίως.». Στο άρθρο 16, όπως οι παράγραφοι 2 και 3 αυτού αντικαταστάθηκαν με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 57 του Ν. 1416/1984 (Α΄ 18), ορίζεται ότι «1. Δικαιούχος του τέλους διαφήμισης είναι ο δήμος ή η κοινότης, εις την περιφέρεια του οποίου γίνεται η διαφήμισις. […] 2. Η διαφήμιση γίνεται με άδεια του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητας ύστερα από αίτηση του διαφημιζόμενου. […] 3. Σε κάθε περίπτωση, για την καταβολή του τέλους και του προστίμου που προβλέπει το άρθρο 73, είναι υπόχρεοι σε ολόκληρο ο διαφημιστής, ο διαφημιζόμενος, καθώς και ο κύριος, ο νομέας και επικαρπωτής του χώρου στον οποίο γίνεται η διαφήμιση. […]». Τέλος, στο άρθρο 73, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 19 του Ν. 1080/1980 (Α΄ 246), ορίζεται ότι «1. Επί μη υποβολής δηλώσεως […] οσάκις δια την βεβαίωσιν φόρων ή τελών ή δικαιωμάτων απαιτείται υποβολή δηλώσεως […], ο υπόχρεως υπόκειται και εις πρόστιμον, ως ακολούθως […] : α) Επί μη υποβολής δηλώσεως, εις ποσόν ίσον προς τον οφειλόμενον φόρον ή τέλος ή δικαίωμα. […]».
9. Επειδή, με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 15 του β.δ/τος της 24.9.1958, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του ν. 1900/1990, με τις οποίες επιδιώκεται η υλοποίηση της συνταγματικώς επιβαλλομένης μέριμνας του Κράτους για την εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων προς εκπλήρωση της αποστολής των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, επετράπη στους δήμους και στις κοινότητες να επιβάλλουν υπέρ αυτών, με κανονιστική απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, οικονομικό βάρος, το οποίο δεν συνάπτεται προς ειδική αντιπαροχή των οργανισμών αυτών και, συνεπώς, αποτελεί φόρο (βλ. ΣτΕ 1923/2009, 3442/1981). Εξ άλλου, με τις ανωτέρω διατάξεις καθορίζεται ο συντελεστής του φόρου κατ’ ανώτατο όριο και κατά κατηγορία και περιοχή διαφήμισης, παρέχεται δε η δυνατότητα στο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο όπως, με απόφασή του, αναπροσαρμόζει τον συντελεστή αυτόν μέχρι 15% ετησίως. Με τις ως άνω διατάξεις καθορίζονται τα ουσιώδη στοιχεία του επιδίκου φόρου και, ειδικότερα, το υποκείμενο (ο διαφημιστής, ο διαφημιζόμενος, καθώς και ο κύριος, ο νομέας και επικαρπωτής του χώρου στον οποίο γίνεται η διαφήμιση, οι οποίοι είναι υπόχρεοι σε ολόκληρο για την καταβολή του), το αντικείμενο του φόρου (η αξία της διαφήμισης που γίνεται στους χώρους που περιγράφονται στο νόμο και βρίσκονται μέσα στα διοικητικά όρια του ΟΤΑ), καθώς και τα όρια, εντός των οποίων θα κινηθεί το εξουσιοδοτούμενο όργανο των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως για τον καθορισμό του συντελεστού του φόρου, εφ’ όσον αποφασίσει την επιβολή του εν λόγω φόρου, κατόπιν σταθμίσεως των ειδικών τοπικών αναγκών (σύμφωνα με τις ειδικότερες, κατά τα ανωτέρω, ρυθμίσεις του νόμου κατά κατηγορία και περιοχή διαφήμισης). Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην σκέψη 7, η διάταξη του άρθρου 15 του β.δ/τος της 24.9.1958, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του ν. 1900/1990, δεν αντίκειται στο άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος.
10. Επειδή, μετά την κατά τα ανωτέρω επίλυση του ζητήματος που παραπέμφθηκε, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί για περαιτέρω κρίση στο Β΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Επιλύει το ζήτημα που παραπέμφθηκε.
Αναπέμπει την υπόθεση στο Β΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 14 Μαΐου 2014 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 2ας Οκτωβρίου του ίδιου έτους.
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Σωτ. Αλ. Ρίζος Μ. Παπασαράντη