βλ. ΚΑΙ ΣτΕ Ολομ.1780/06
369/2010 ΣΤΕ ( 512086)
Εφεση και προθεσμία για την άσκηση αυτής. Η ετήσια προθεσμία για την άσκηση έφεσης που αρχίζει από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου λήγει οπωσδήποτε όταν παρέλθει έτος και δεν είναι δεκτική ούτε αναστολής ούτε παρεκτάσεως για τον ασκούντα το ένδικο αυτό μέσο που διαμένει στην αλλοδαπή. Ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια να ορίζει διαφορετική προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων στις ακυρωτικές διαφορές σε σχέση με τις διοικητικές διαφορές ουσίας καθώς και με τις διαφορές του ιδιωτικού δικαίου. Η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 702/1977 δεν αντίκειται στα άρθρα 4 και 20 παρ.1 του Συντάγματος ούτε στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. Απορρίπτεται η έφεση ως απαράδεκτη.
Αριθμός 369/2010
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 2 Απριλίου 2009, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος που είχε κώλυμα, Α. Καραμιχαλέλης, Γ. Ποταμιάς, Σύμβουλοι, Μ. Πικραμένος, Π. Τσούκας, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Τριάδη, Γραμματέας του Γ’ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 18 Ιουνίου 2007 έφεση :
της ……… …….. …………, κατοίκου Πειραιώς, οδός ……… αρ. …, η οποία παρέστη με το δικηγόρο Ηρακλή – Ευάγγελο Μαυρομιχαλάκη (Α.Μ. 7025) που τον διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.), το οποίο παρέστη με τη Γ. Μπουρδάκου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
και κατά της υπ’ αριθμ. 2709/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Μ. Πικραμένου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της εκκαλούσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους εφέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση και την αντιπρόσωπο του Α.Σ.Ε.Π., η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
1. Επειδή για την άσκηση της υπό κρίση εφέσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο ( 2935475, 3990207/2007 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση ζητείται η εξαφάνιση της 2709/2005 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών με την οποία απορρίφθηκε αίτηση ακυρώσεως της εκκαλούσας, υποψήφιας προς πλήρωση θέσεων τακτικών υπαλλήλων του κλάδου ΠΕ3 Κτηνιατρικού με σειρά προτεραιότητας στη Νομαρχία Αθηνών, κατά της 1740/2002 απόφασης του Γ’ Τμήματος του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.). Με την ως άνω διοικητική πράξη απορρίφθηκε αίτηση θεραπείας της εκκαλούσης κατά της 982/2002 απόφασης του Α.Σ.Ε.Π., με την οποία η εκκαλούσα διεγράφη από τον πίνακα διοριστέων λόγω του ότι στερείται το προβλεπόμενο από την προκήρυξη προσόν της εξειδίκευσης στη Μικροβιολογία των Ζώων.
3. Επειδή, κατά το άρθρο 5 παρ. 2 του ν.702/1977 (ΕτΚ Α’ 268), όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 58 παρ. 3 του π.δ. 18/1989 (ΕτΚ Α’, φ.8), έφεση μπορούν να ασκήσουν οι κατά την πρωτόδικη δίκη διάδικοι, μέσα σε προθεσμία εξήντα ημερών που αρχίζει από την επομένη της ημέρας που κοινοποιήθηκε η απόφαση με επιμέλεια του διαδίκου και πάντως μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευσή της.
4. Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 1780/2006) η ετήσια προθεσμία για την άσκηση έφεσης που αρχίζει από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου λήγει οπωσδήποτε όταν παρέλθει έτος από την αφετηρία της προθεσμίας αυτής και δεν είναι δεκτική ούτε αναστολής ούτε παρεκτάσεως για τον ασκούντα το ένδικο αυτό μέσο που διαμένει στην αλλοδαπή. Τούτο δε διότι η αναστολή δεν συμβιβάζεται με τη φύση της εν λόγω προθεσμίας η οποία αποτελεί το απώτατο χρονικό όριο, μέχρι το οποίο είναι κατά νόμο δυνατή η άσκηση έφεσης και η οποία θεσπίστηκε προκειμένου να διαφυλαχθεί η σταθερότητα στις σχέσεις Διοίκησης και διοικουμένων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά την έκδοση της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου επί της αιτήσεως ακυρώσεως.
5. Επειδή, εν προκειμένω η εκκαλουμένη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 22.11.2005 και η κρινόμενη έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στις 3.8.2007, δηλαδή μετά την πάροδο της ετήσιας προθεσμίας που τάσσει η ως άνω διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 702/1977 και συνεπώς η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε εκπροθέσμως και για το λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη. Εξάλλου η εκκαλούσα προβάλλει, με το από 18.3.2009 υπόμνημά της, ότι η διάταξη του άρθρου 5 παρ.2 του ν. 702/1977 αντίκειται στο άρθρο 4 του Συντάγματος, το οποίο καθιερώνει την αρχή της ισότητας, εφόσον προβλέπει διαφορετική δικονομική μεταχείριση των διαδίκων σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 94 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, ΕτΚ Α’, φ. 97) και στο άρθρο 518 παρ. 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, ΕτΚ Α’, φ. 182) που προβλέπουν ως ανώτατο χρονικό όριο για την άσκηση έφεσης την τριετία από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Τα προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα διότι ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια να ορίζει διαφορετική προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων στις ακυρωτικές διαφορές σε σχέση με τις διοικητικές διαφορές ουσίας καθώς και με τις διαφορές του ιδιωτικού δικαίου λόγω της φύσης των ακυρωτικών διαφορών και της ανάγκης για διαφύλαξη της σταθερότητας των σχέσεων διοίκησης και διοικουμένων. Η ως άνω διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 702/1977 δεν αντίκειται ούτε στο άρθρο 20 παρ.1 του Συντάγματος ούτε στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η οποία έχει κυρωθεί με το ν.δ. 53/1974 (ΕτΚ Α΄, φ. 256), όπως αβασίμως προβάλλει η εκκαλούσα με το ως άνω υπόμνημά της, διότι η προβλεπόμενη από την ως άνω διάταξη ετήσια προθεσμία παρέχει ικανό χρονικό περιθώριο στους διαδίκους για την άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης, ενόψει και του ευλόγου ενδιαφέροντός τους για την πορεία της υπόθεσής τους.
Διά ταύτα
Απορρίπτει την έφεση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Και
Επιβάλλει στην εκκαλούσα τη δικαστική δαπάνη του Α.Σ.Ε.Π. που ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα ( 460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 29 Απριλίου 2009
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας του Γ’ Τμήματος Σωτ. Ρίζος Α. Τριάδη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 28ης Ιανουαρίου 2010.
Ο Πρόεδρος του Γ` Τμήματος Η Γραμματέας του Γ` Τμήματος Γ. Σταυρόπουλος Α. Τριάδη Π.Β.