ΣτΕ 3757/2007, Ε΄7μ., ΣΔΟ, ΑΡΧΗ ΑΜΕΡΟΛΗΨΙΑΣ, ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ, ΣΥΝΘΕΣΗ, Επιτρέπεται η συμμετοχή σε συλλογικό όργανο, οργάνου που έχει εκδώσει μη εκτελεστή διοικητική πράξη, αποτελούσα νόμιμο στοιχείο κρίσεως του συλλογικού οργάνου και δεν παραβιάζεται η αρχή τη

ΣΤΕ

Αριθμός 3757/2007
 
 Επιτρέπεται η συμμετοχή σε συλλογικό όργανο, οργάνου που έχει εκδώσει μη εκτελεστή διοικητική πράξη, αποτελούσα νόμιμο στοιχείο κρίσεως του συλλογικού οργάνου και δεν παραβιάζεται η αρχή της αμεροληψίας.

Αριθμός 3757/2007
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ  Ε΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Δεκεμβρίου 2006 με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος, Α. Θεοφιλοπούλου, Ν. Ρόζος, Α. Ράντος, Αικ. Σακελλαροπούλου, Σύμβουλοι, Θ. Αραβάνης, Ρ. Γιαννουλάτου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Γ. Σακελλαρίου, Γραμματέας του Ε΄ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 6 Δεκεμβρίου 2002 αίτηση:
του Δημητρίου Ματθαίου Σόκκαλη, κατοίκου Αθηνών (οδός Μονής Κύκκου αρ. 17, Παπάγου), ο οποίος δεν παρέστη,
κατά του Υπουργού Αγροτικής ανάπτυξης και Τροφίμων, ο οποίος παρέστη με τον Βασ. Κουρούμαλη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθούν : α) η υπ’ αριθμ. 94/2001 απόφαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων Περιφερείας Εφετείου Κερκύρας, β) η υπ’ αριθμ. 22/1999 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων του Νομού Κερκύρας, γ) η υπ’ αριθμ. ΔΔ 1206/21.9.98 απόφαση πράξεως χαρακτηρισμού του Διευθυντή Δασών (Δ/νση Δασών) της Νομαρχίας Κερκύρας, δ) η υπ’ αριθμ. 385963/2.10.2000 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, καθώς και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Ρ. Γιαννουλάτου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (116385 και 857405/2002 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 94/2001 αποφάσεως της Δευτεροβαθμίου Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων του Εφετείου Κερκύρας, εκδοθείσης επί ενδικοφανούς προσφυγής του αιτούντος κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979, με την οποίαν έκταση 22.691,20 τ.μ. στην θέση «Άγιος Στέφανος» της πρώην κοινότητος Αυλιωτών (ήδη δήμου Εσπερίων) του νομού Κερκύρας εχαρακτηρίσθη ως δασική, συμφώνως προς το άρθρο 3 παρ. 3 του ν. 998/1979. Στην έκταση αυτήν ο αιτών προβάλλει δικαίωμα κυριότητος, κατά το ½ εξ αδιαιρέτου.
3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται ενώπιον της επταμελούς συνθέσεως του Τμήματος κατόπιν της εκδόσεως της 1447/2006 αποφάσεως του Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση, λόγω της σπουδαιότητος του ζητήματος που ανέκυψε.
4. Επειδή, απαραδέκτως προσβάλλονται αυτοτελώς τόσο η ΔΔ/1206/21.09.1998 πράξη χαρακτηρισμού της Διευθυντού Δασών Κερκύρας, όσο και η 22/29.06.1999 απόφαση της Πρωτοβαθμίου Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων νομού Κερκύρας, ως υποκείμενες στην ενδικοφανή διαδικασία του άρθρο 14 του ν. 998/1979.
5. Επειδή, εξ άλλου, απαραδέκτως προσβάλλεται αυτοτελώς και η 330222/02.02.2000 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, περί συγκροτήσεως της Δευτεροβαθμίου Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων του Εφετείου Κερκύρας, προεχόντως διότι κατ’ αυτής δεν προβάλλεται λόγος ακυρώσεως. Συγκεκριμένα, ο αιτών, στρεφόμενος κατά της αποφάσεως της Δευτεροβαθμίου Επιτροπής διατυπώνει μόνον τον ισχυρισμό περί μη νομίμου συνθέσεως της Επιτροπής αυτής, κατά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεώς της λόγω συμμετοχής σε αυτήν του δασολόγου Ι. Βασιλά, ο οποίος είχε διενεργήσει αυτοψία στην επίδικη έκταση και είχε συντάξει την έκθεση αυτοψίας, επί της οποίας ερείδεται ο χαρακτηρισμός της εκτάσεως ως δασικής με την ανωτέρω πράξη του Διευθυντού Δασών Κερκύρας, ουδεμία δε πλημμέλεια προσάπτει στην συγκρότηση της Επιτροπής.
6. Επειδή, στην παράγραφο 2 του άρθρου 14 του ν. 998/1979 (Α΄ 289) ορίζεται ότι η εκδιδομένη υπό του αρμοδίου δασάρχου πράξη χαρακτηρισμού εκτάσεως ερείδεται «επί σχετικής εισηγήσεως αρμοδίου δασολόγου και των τυχόν υφισταμένων στοιχείων φωτογραφήσεως και χαρτογραφήσεως της περιοχής ή παντός ετέρου σχετικού στοιχείου…».
7. Επειδή, περαιτέρω, το άρθρο 7 του Κώδικος Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄ 45), υπό τον τίτλο «Αμεροληψία των διοικητικών οργάνων» ορίζει ότι : «1. Τα διοικητικά όργανα, μονομελή ή συλλογικά, πρέπει να παρέχουν εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. 2 … 6 …».
8. Επειδή, στην ανωτέρω διάταξη του άρθρου 7 του Κώδικος Διοικητικής Διαδικασίας αποτυπώνεται, όπως έχει ήδη κριθεί, γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, συμφώνως προς την οποίαν τα διοικητικά όργανα, μονομελή ή συλλογικά, πρέπει να παρέχουν εγγυήσεις αμερολήπτου κρίσεως κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Κατά την έννοια δε της διατάξεως αυτής τα διοικητικά όργανα και ειδικότερα, τα μέλη των συλλογικών οργάνων της Διοικήσεως, δεν παρέχουν εγγυήσεις αμερολήπτου κρίσεως όχι μόνο όταν έχουν είτε προσωπικό συμφέρον από την έκβαση της συγκεκριμένης υποθέσεως είτε ιδιαίτερο δεσμό ή ιδιάζουσα σχέση ή εχθρότητα με τους ενδιαφερομένους, αλλά και όταν, γενικότερα, είναι δυνατόν να δημιουργηθεί ευλόγως η υπόνοια ότι έχουν ήδη σχηματισμένη και, συνεπώς, προειλημμένη γνώμη για την υπόθεση [ΣΕ 2175/2004 (Ολ.), 2522/2001 (7μ), 3846/2000].
9. Επειδή, προβάλλεται ότι μη νομίμως στην σύνθεση της Δευτεροβαθμίου Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων του Εφετείου Κερκύρας, η οποία εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση, συμμετέσχε ο δασολόγος Ι. Βασιλάς, ο οποίος είχε διενεργήσει αυτοψία στην επίδικη έκταση και είχε συντάξει την έκθεση αυτοψίας, επί της οποίας εστηρίχθη η έκδοση από τον Διευθυντή Δασών Κερκύρας της ανωτέρω πράξεως χαρακτηρισμού της εκτάσεως ως δασικής, διότι το μέλος αυτό είχε ήδη σχηματισμένη γνώμη για την υπόθεση και, συνεπώς, δεν παρείχε εχέγγυα αμερολήπτου κρίσεως. Όμως, η συμμετοχή διοικητικού οργάνου, το οποίο, στο πλαίσιο οριζομένης υπό του νόμου διοικητικής διαδικασίας και κατά ρητή πρόβλεψη των σχετικών διατάξεων (εν προκειμένω του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν. 998/1979), έχει εκδώσει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, βάσει των ειδικών γνώσεών του μη εκτελεστή διοικητική πράξη, επί της οποίας ερείδεται η ελεγχομένη υπό του συλλογικού οργάνου εκτελεστή διοικητική πράξη, δεν επηρεάζει, αφ’ εαυτής, την σύνθεση του συλλογικού αυτού οργάνου (πρβλ. ΣΕ 3581/1972, 2083-4/1960), και, συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως.
10. Επειδή, περαιτέρω, το άρθρο 14 του ν. 998/1979 (Α΄ 289), θεσπίζει ειδική ενδικοφανή διαδικασία για τον χαρακτηρισμό εκτάσεως ως δασικής ή μη, με πράξη του αρμοδίου δασάρχου, η οποία “δέον να είναι προσηκόντως ητιολογημένη δι’ αναφοράς εις την μορφολογίαν του εδάφους, το είδος, την σύνθεσιν, την έκτασιν της βλαστήσεως και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής, τας τυχόν επελθούσας προσφάτως αλλοιώσεις ή καταστροφάς, ως και εις παν έτερον χρήσιμον στοιχείον προς χαρακτηρισμόν της εκτάσεως” (παρ. 2). Η απόφαση του δασάρχου υπόκειται σε αντιρρήσεις και εν συνεχεία σε προσφυγή ενώπιον της κατά το άρθρο 10 του ιδίου νόμου πρωτοβαθμίου και δευτεροβαθμίου επιτροπής, η οποία “λαμβάνουσα υπ’ όψιν τον σχετικόν φάκελον και τας προτάσεις του ενδιαφερομένου ως άνω ιδιώτου, νομικού προσώπου ή δημοσίας υπηρεσίας, δυναμένη δε και να διενεργήση αυτοψίαν προς μόρφωσιν ασφαλεστέρας γνώμης περί της υφισταμένης εν την περιοχή καταστάσεως, αποφαίνεται ητιολογημένως …” (παρ. 3). Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η απόφαση του δασάρχου και των οικείων Επιτροπών σχετικώς με τον χαρακτήρα ορισμένης εκτάσεως ως δασικής ή μη, πρέπει να είναι ειδικώς αιτιολογημένη με την περιγραφή της μορφολογίας του εδάφους, του είδους, της συνθέσεως, της πυκνότητος και των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών της βλαστήσεως. Η αιτιολογία αυτή μπορεί να συμπληρώνεται και από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου.
11. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως, με την ΔΔ/1206/21.09.1998 πράξη της Διευθυντού Δασών Κερκύρας, η οποία εξεδόθη κατόπιν αιτήσεως του αιτούντος, η επίδικη έκταση, εμβαδού 22.691,20 τμ, στην θέση «Άγιος Στέφανος», στην περιφέρεια της πρώην Κοινότητος Αυλιωτών του νομού Κερκύρας εχαρακτηρίσθη κατά ένα τμήμα αυτής, εμβαδού 5950,75τμ, ως δασική, αναδασωτέα της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979, κατά δε το υπόλοιπο τμήμα αυτής ως δάσος αειφύλλων πλατυφύλλων της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ιδίου νόμου. Για τον χαρακτηρισμό αυτόν, το ως άνω διοικητικό όργανο εστηρίχθη στην από 21.09.1998 έκθεση αυτοψίας του δασολόγου Ι. Βασιλά, στην οποίαν εκτίθενται τα εξής: η έκταση, με έδαφος βαθύ και ακαθόριστη κλίση από 2 έως 70%, συνορεύει βορείως και νοτίως με δασικές εκτάσεις, δυτικώς με αμμουδιά, ανατολικώς με αγροκτήματα και «καλύπτεται από αείφυλλα πλατύφυλλα με κυρίαρχο είδος πρίνο, κουμαριά, μυρτιά, [με] μέσο ύψος 1,5μ, … βαθμό συγκόμωσης 0,8, [και] ηλικία άνω των 50 ετών… .Τμήμα της…έκτασης…με εμβαδόν 5950,75τμ … έχει εκχερσωθεί στο παρελθόν…και έχει κηρυχθεί αναδασωτέ[ο] με την ΔΔ2253/23.8.95 απόφαση. Το τμήμα αυτό σήμερα εμφανίζεται με χαμηλή δασική βλάστηση εξ αιτίας της φυσικής αναγέννησης…». Επίσης, στην ιδία έκθεση αναφέρεται ότι με προηγούμενη κοινή έκθεση αυτοψίας των δασολόγων είχε διαπιστωθεί ότι στην επίδικη έκταση «δεν υπάρχουν ίχνη καλλιέργειας και ότι εμφανίζεται στις α/φίες ετων 1945, 1981 με δασική βλάστηση». Εξ άλλου, στην από 30.01.1997 κοινή έκθεση αυτοψίας των δασολόγων Ο. Κρίκη-Γατσούλη και Ι. Βλάχου, η οποία αποτελεί στοιχείο του φακέλου της υποθέσεως, πέραν των αναφερομένων στην ανωτέρω από 21.01.1998 έκθεση, διαλαμβάνεται ότι η επίδικη έκταση «πλην του αναδασωτέου τμήματος [αυτής] έχει ισχυρές κλίσεις και είναι απόκρημνη και δεν μπορούσε να καλλιεργηθεί…». Τον ως άνω χαρακτηρισμό επεκύρωσε με την 22/29.06.1999 απόφασή της η Πρωτοβάθμιος Επιτροπή Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων του νομού Κερκύρας. Προσφυγή του αιτούντος, κατά της ως άνω πρωτοβαθμίου αποφάσεως, απερρίφθη με την προσβαλλομένη 94/ 10.12.2001 απόφαση της Δευτεροβαθμίου Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων του Εφετείου Κερκύρας, η οποία, αφού έλαβε υπ’ όψιν την διενεργηθείσα υπό των μελών της αυτοψία, την ενώπιόν της αποδεικτική διαδικασία, καθώς και τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως, εχαρακτήρισε την επίδικη έκταση ως δασική της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 998/1979, με την αιτιολογία ότι «καλύπτεται από δασικά είδη (σχοίνο-κουμαριά-μυρτιά κλπ). Στο σχεδόν επίπεδο τμήμα του λόφου η βλάστηση έχει αλλοιωθεί λόγω παλαιότερης επέμβασης και σήμερα καλύπτεται κυρίως από ασπάλαθο. Το τμήμα αυτό έχει κηρυχθεί παλαιότερα ως αναδασωτέο. Δεν διαπιστώθηκαν ίχνη καλλιέργειας». Υπό τα δεδομένα αυτά, η αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως παρίσταται νόμιμη και επαρκής ως προς τον δασικό χαρακτήρα της επιδίκου εκτάσεως, διότι, συμπληρουμένη από τα στοιχεία του φακέλου, αναφέρεται στην μορφολογία, στην κάλυψη, καθώς και στα χαρακτηριστικά της βλαστήσεως της εκτάσεως αυτής, πρέπει δε, κατόπιν τούτου, να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι ακυρώσεως. Ειδικότερα, εφ’ όσον αιτιολογημένως εκρίθη ότι η επίδικη έκταση συγκροτεί δασική οργανική ενότητα, δεν απαιτείτο, επιπλέον, να προσδιορισθούν τα δασικά προϊόντα τα οποία αυτή παράγει (ΣΕ 1448/2005, 2996/2003), όπως αβασίμως προβάλλει ο αιτών. Εξ άλλου, ουδεμίαν ασκεί επιρροή επί της νομιμότητος της προσβαλλομένης αποφάσεως ο ισχυρισμός, κατά τον οποίον η επίδικη έκταση ευρίσκεται εντός οικιστικής περιοχής, δεδομένου ότι δεν προβάλλεται ούτε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι η έκταση αυτή ευρίσκεται εντός σχεδίου πόλεως ή εντός οικισμού προϋφισταμένου του έτους 1923.
12. Επειδή, προβάλλεται, περαιτέρω, ότι η προσβαλλομένη απόφαση είναι πλημμελής διότι η Επιτροπή που την εξέδωσε δεν έλαβε υπ’ όψιν και δεν εξετίμησε 1ον) την προσαχθείσα υπό του αιτούντος, από 20.06.1999 Τεχνική Έκθεση του Τεχνικού Συμβούλου Κ. Στάμου, στην οποία περιελαμβάνετο έκθεση φωτοερμηνείας αεροφωτογραφιών των ετών 1937,1945,1968 και 1984 και 2ον) τις 18815,18816 και 18817/18.02.1997 ένορκες, ενώπιον συμβολαιογράφου, βεβαιώσεις μαρτύρων, καθώς και τις φωτογραφίες του επιδίκου ακινήτου και των ομόρων ιδιοκτησιών, από τα οποία προέκυπτε η μη δασική μορφή αυτού. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι, τα έγγραφα αυτά, τα οποία, όπως αναφέρεται στο από 12.03.2001 υπόμνημα του αιτούντος ενώπιον της ως άνω Επιτροπής, είχαν προσκομισθεί ενώπιον της Πρωτοβαθμίου Επιτροπής και εκ νέου ενώπιον της Δευτεροβαθμίου Επιτροπής, ήταν στοιχεία του φακέλου, ο οποίος ετέθη υπ’ όψιν της τελευταίας αυτής επιτροπής, δεν ήταν δε αναγκαίο για την πληρότητα της αιτιολογίας της προσβαλλομένης αποφάσεως να περιέχεται ειδική κρίση σχετικά με την αξιολόγηση των στοιχείων αυτών ούτε να βεβαιώνεται ειδικώς στην απόφαση ότι ελήφθησαν υπ’ όψιν από την Επιτροπή και τα εν λόγω στοιχεία. Εξ άλλου, ειδικώς η ως άνω Τεχνική Έκθεση δεν βεβαιώνει την ύπαρξη πραγματικών περιστατικών ικανών να κλονίσουν το αιτιολογικό έρεισμα της διοικητικής κρίσεως περί του δασικού χαρακτήρος της επιδίκου. Επίσης, και ο ειδικότερος ισχυρισμός, κατά τον οποίον μη νομίμως δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν για την διαμόρφωση της κρίσεως της ως άνω Επιτροπής στοιχεία από τις αεροφωτογραφίες των ετών 1937 και 1984, από τα οποία προέκυπτε ο γεωργικός χαρακτήρας της επιδίκου εκτάσεως, πρέπει να απορριφθεί διότι, πάντως, όπως ήδη εξετέθη, στον φάκελο της υποθέσεως υπήρχαν αεροφωτογραφίες των ετών 1945 και 1981, οι οποίες αξιολογήθησαν από την Επιτροπή για τον χαρακτηρισμό της επιδίκου εκτάσεως ως δασικής, η διαπίστωση δε της υπάρξεως κατά τα έτη αυτά δασικής βλαστήσεως στην επίμαχη έκταση, κατά τα αναφερόμενα στις ανωτέρω εκθέσεις αυτοψίας και στην από 30.1.1997 έκθεση φωτοερμηνείας του δασολόγου Ι. Βασιλά, αρκεί για να προσδώσει νόμιμο έρεισμα στον προσβαλλόμενο χαρακτηρισμό. Εν όψει δε τούτου επί εσφαλμένης προϋποθέσεως ερείδεται και ο, καθ’ ερμηνείαν του δικογράφου, λόγος ακυρώσεως ότι η επίμαχη διαδικασία χαρακτηρισμού δεν εστηρίχθη σε σχετική έκθεση φωτοερμηνείας.
13. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινομένη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει εις βάρος του αιτούντος την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 18 Ιουνίου και στις 28 Σεπτεμβρίου 2007
Ο Πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος  Η Γραμματέας του Ε΄ Τμήματος
 
Κ. Μενουδάκος       Γ. Σακελλαρίου
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση την 21η Δεκεμβρίου 2007.
Ο Πρόεδρος του Ε’ Τμήματος  Η Γραμματέας
 
Κ. Μενουδάκος       Αρ. Σγουρέλλη