ΣτΕ 4479/11, Ε τμ. παρ.7μ. 4777/13,ΑΙΓΙΑΛΟΣ – ΑΥΘΑΙΡΕΤΑ, πρωτόκολλο κατεδάφισης αυθαιρέτων κτισμάτων σε αιγιαλό παρά τον πραγματοπαγή χαρακτήρα του πρέπει να εκδίδεται στο όνομα του αυθαιρετήσαντος και όχι του κυρίου του ακινήτου εφόσον διαφοροποιείται,

ΣΤΕ

Αριθμός 4479/2011
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Ε΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Σεπτεμβρίου 2008, με την εξής σύνθεση: Α. Θεοφιλοπούλου, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αναπληρωτή του Αντιπροέδρου, που είχαν κώλυμα, Ιω. Μαντζουράνης, Αικ. Σακελλαροπούλου, Σύμβουλοι, Μ. Τριπολιτσιώτη, Δ. Βασιλειάδης, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ε. Βαϊδάνη.
Για να δικάσει την από 1 Ιουνίου 2006 αίτηση:
της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Α.Ε.» (πρώην «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ Α.Ε.»), που εδρεύει στην Αθήνα (Βουλής 7), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Στυλιανό Γκίνη (Α.Μ. 14511), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και ήδη Υπουργός Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την Χρυσούλα Τσιαβού, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί το υπ’ αριθμ. 12/3.5.2006 πρωτόκολλο κατεδάφισης άρσης και απομάκρυνσης κτισμάτων, κατασκευών και έργων σε χώρους αιγιαλού – παραλίας – θάλασσας του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά και η συνοδεύουσα αυτό έκθεση ελέγχου της ίδιας Κτηματικής Υπηρεσίας.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Δ. Βασιλειάδη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης κατατέθηκε το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθμ. 1034266, 1379188/2006 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση του υπ’ αριθμ. 12/3.5.2006 πρωτοκόλλου του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιώς, με το οποίο κλήθηκαν α) η ομόρρυθμη εταιρεία «ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ Αντωνία και ΣΙΑ Ο.Ε.», β) ο Δήμος Πειραιώς και γ) η αιτούσα εταιρεία με την επωνυμία Ε.Τ.Α. Α.Ε. να προβούν στην κατεδάφιση/άρση/απομάκρυνση πέργκολας εμβαδού 233 τ.μ., κατασκευασθείσης εντός της ζώνης αιγιαλού και στον κοινόχρηστο χώρο παραλίας στην Ακτή Κουμουνδούρου αριθμ. 8 στη θέση Μικρολίμανο του Δήμου Πειραιώς Ν. Αττικής.
3. Επειδή, με το άρθρο 12 του ν. 2636/1998 (Α΄ 198) συνεστήθη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Ε.Ο.Τ.», η οποία μετονομάσθηκε αρχικώς σε «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» (άρθρο 9 παρ. 4 του ν. 2837/2000, Α΄ 178) και εν συνεχεία, με το άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 3270/2004 (Α΄ 11), σε «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Α.Ε.» (Ε.Τ.Α. Α.Ε.). Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 2636/1998, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 49 παρ. 9 του ν. 3220/2004 (Α΄ 15), «Η εταιρία λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και διέπεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και συμπληρωματικώς από τις διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920» (Η έναρξη ισχύος της διάταξης αυτής ανατρέχει στη δημοσίευση του ν. 2837/2000, σύμφωνα με την παρ. 12 του ως άνω άρθρου 49 του ν. 3220/2004). Στο άρθρο 13 του νόμου, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 2837/2000, ορίζονται τα εξής: «1. α) Σκοπός της εταιρείας είναι η διοίκηση, η διαχείριση και η αξιοποίηση της περιουσίας και των επιχειρηματικών μονάδων του Ε.Ο.Τ. β) Η εταιρεία έχει αυτοδικαίως, από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης, τη διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση της περιουσίας και των επιχειρηματικών μονάδων του Ε.Ο.Τ., όπως προσδιορίζονται στο παρόν άρθρο, δικαιούμενη να ενεργεί κάθε πράξη διαχειρίσεως και διαθέσεως για δικό της λογαριασμό και στο όνομά της. γ) […]. 2. Ως περιουσία του Ε.Ο.Τ. κατά την έννοια του παρόντος νοούνται τα εξής περιουσιακά στοιχεία αυτού: α. Τα κάθε είδους κινητά και ακίνητα πράγματα, συμπεριλαμβανομένου και του εξοπλισμού, τα οποία ανήκουν κατά κυριότητα στον Ε.Ο.Τ. ή τελούν υπό τη διοίκηση και διαχείριση αυτού ή έχουν μισθωθεί από αυτόν ή βρίσκονται στην εκμετάλλευσή του με οποιαδήποτε άλλη νομική μορφή. β. […]. 3. Ως επιχειρηματικές μονάδες του Ε.Ο.Τ. νοούνται οι τουριστικές μονάδες αυτού και ιδίως οι ξενοδοχειακές μονάδες και οι μονάδες των ιαματικών πηγών, των επιχειρήσεων Καζίνο Πάρνηθας και Κέρκυρας, των τουριστικών περιπτέρων, των ακτών, των τουριστικών λιμένων, καταφυγίων και αγκυροβολίων τουριστικών σκαφών, των χιονοδρομικών κέντρων, των σταθμών θαλαμηγών, των σπηλαίων, των τουριστικών καταστημάτων και εγκαταστάσεων εν γένει και μέσων τουριστικής εξυπηρέτησης κάθε φύσης, οι οποίες ανήκουν κατά κυριότητα στον Ε.Ο.Τ. ή τελούν υπό τη διοίκηση και διαχείριση αυτού ή έχουν μισθωθεί από αυτόν ή βρίσκονται στην εκμετάλλευσή του με οποιαδήποτε άλλη νομική μορφή. 4. […]. 5. Για την επίτευξη του σκοπού της, η εταιρία μπορεί να ασκεί οποιαδήποτε πράξη ή δραστηριότητα και ιδίως: α. […] β. […] γ. Να εκμισθώνει τα περιουσιακά στοιχεία ή τις επιχειρηματικές μονάδες ή να παραχωρεί τη χρήση αυτών σε Ο.Τ.Α. ή άλλους φορείς του δημόσιου τομέα ή να μεταβιβάζει άλλο ενοχικό ή εμπράγματο δικαίωμα επ’ αυτών […]».
4. Επειδή, η υπό κρίση αίτηση ασκείται με έννομο συμφέρον από την Ε.Τ.Α. Α.Ε., διότι με την προσβαλλόμενη πράξη εντέλλεται, πλην άλλων, και η εν λόγω εταιρεία να απομακρύνει την προαναφερθείσα κατασκευή, η παράλειψη δε της υποχρέωσης αυτής δύναται να επισύρει, κατά τα εκτιθέμενα στην προσβαλλόμενη πράξη, περαιτέρω διοικητικές κυρώσεις σε βάρος της. Εξάλλου, δοθέντος ότι η αίτηση αυτή ασκήθηκε εμπροθέσμως και παραδεκτώς κατά τα λοιπά, πρέπει να εξετασθεί επί της ουσίας.
5. Επειδή, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 2 του ν. 2971/2001 (Α΄ 285), ο αιγιαλός, η παραλία, η όχθη και η παρόχθια ζώνη είναι πράγματα κοινόχρηστα και ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο, το οποίο τα προστατεύει και τα διαχειρίζεται (παρ. 1), η προστασία του οικοσυστήματος των ζωνών αυτών είναι ευθύνη του κράτους (παρ. 2), ο κύριος προορισμός των ζωνών αυτών είναι η ακώλυτη και ελεύθερη πρόσβαση προς αυτές (παρ. 3), κατά δε την παρ. 4 του ιδίου άρθρου, δεν επιτρέπεται, στις ανωτέρω ζώνες, η κατασκευή κτισμάτων και εν γένει κατασκευασμάτων, εκτός από εκείνες, με τις οποίες επιδιώκονται σκοποί δημοσίου συμφέροντος, που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Περαιτέρω, στο άρθρο 7 του ως άνω νόμου ορίζεται ότι εμπράγματα δικαιώματα ιδιωτών επί ακινήτων της παραλίας απαλλοτριώνονται, λόγω δημόσιας ωφέλειας, «με και από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης […] που επικυρώνει την έκθεση και το διάγραμμα του αιγιαλού και της παραλίας […] χωρίς να απαιτείται άλλη πρόσθετη διαδικασία για την κήρυξη της απαλλοτρίωσης» (παρ. 2), στο άρθρο 10 ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την προβολή ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων από ιδιώτες, σε χώρους οι οποίοι χαρακτηρίσθηκαν ως ανήκοντες στον αιγιαλό, στα δε άρθρα 11 έως 14 ρυθμίζονται, αντιστοίχως, ζητήματα σχετικά με τα έργα και τις εγκαταστάσεις που υπάρχουν στον αιγιαλό και την παραλία, την κατασκευή προστατευτικών έργων, την παραχώρηση της απλής χρήσης του αιγιαλού και της παραλίας και την παραχώρηση αιγιαλού και παραλίας για την εκτέλεση έργων. Εξάλλου, στο άρθρο 27 του ανωτέρω ν. 2971/2001, τιτλοφορούμενο «Προστασία αιγιαλού, παραλίας και άλλων χώρων», ορίζεται ότι «1. […] 2. Τα πάσης φύσεως κτίσματα και εν γένει κατασκευάσματα, τα οποία έχουν ανεγερθεί ή θα ανεγερθούν χωρίς άδεια στον αιγιαλό ή την παραλία, μετά τον καθορισμό και τη συντέλεση των απαλλοτριώσεων των άρθρων 7 και 10 κατεδαφίζονται, ανεξάρτητα από το χρόνο ανέγερσής τους ή αν κατοικούνται ή άλλως πως χρησιμοποιούνται. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα που τελούν υπό την προστασία του Υπουργείου Πολιτισμού. Προς τούτο ο προϊστάμενος της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας εκδίδει πρωτόκολλο κατεδάφισης, το οποίο κοινοποιεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2717/1999 “Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας”, σε εκείνον που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως, ο οποίος οφείλει εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση να κατεδαφίσει τα κτίσματα και να άρει τα πάσης φύσεως κατασκευάσματα από τον αιγιαλό ή την παραλία. 3. Αν δεν καταστεί δυνατή η εξακρίβωση της ταυτότητας αυτού που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή, η Κτηματική Υπηρεσία δημοσιεύει σχετική πρόσκληση σε μία τοπική εφημερίδα, αν εκδίδεται στην περιοχή της αυθαίρετης κατασκευής, και σε μία ημερήσια εφημερίδα […] της Πρωτεύουσας του Κράτους, προς οποιονδήποτε γνωρίζει εκείνον που έχει ανεγείρει, για να γνωστοποιήσει στην υπηρεσία την ταυτότητά του. Μετά την άπρακτη πάροδο τριάντα (30) ημερών από την τελευταία δημοσίευση εκδίδεται το πρωτόκολλο κατεδάφισης κατά αγνώστου. 4. Αν είναι γνωστή η ταυτότητα αυτού, που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή, αλλά είναι άγνωστη η διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής του ή είναι κάτοικος αλλοδαπής, το παραπάνω πρωτόκολλο κοινοποιείται σε αυτόν ως άγνωστης διαμονής σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 84 του Ν.Δ. 356/1974 “Περί Κώδικος εισπράξεως δημοσίων εσόδων”. 5. Και στις τρεις περιπτώσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου το πρωτόκολλο κατεδάφισης τοιχοκολλάται στο υπό κατεδάφιση κτίσμα ή κατασκευή και στο κατάστημα του δήμου ή της κοινότητας, στην περιοχή του οποίου αυτό βρίσκεται. Για την τοιχοκόλληση συντάσσεται έκθεση από το δημόσιο, δημοτικό ή κοινοτικό υπάλληλο που την ενήργησε, η οποία αποστέλλεται στην Κτηματική Υπηρεσία. Η κατεδάφιση γίνεται μετά την παρέλευση δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση του πρωτοκόλλου και την τοιχοκόλλησή του. 6. Η κατεδάφιση ενεργείται με ευθύνη του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας και σε περίπτωση αδυναμίας με τεχνική υποστήριξη που διατίθεται από την Τεχνική Υπηρεσία της αρμόδιας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, ύστερα από αίτημα του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Η κατεδάφιση γίνεται σύμφωνα με τις πολεοδομικές διατάξεις, κατόπιν πρότασης του προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας. Η δαπάνη κατεδάφισης βαρύνει αυτόν που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων. 7. Τα χωρίς άδεια ή καθ’ υπέρβαση της άδειας έργα και εν γένει κατασκευές μέσα στη θάλασσα αίρονται και απομακρύνονται ανεξάρτητα από τον τρόπο χρησιμοποίησής τους. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα που τελούν υπό την προστασία του Υπουργείου Πολιτισμού. Προς τούτο η Κτηματική Υπηρεσία, μετά από πρόταση της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, συντάσσει πρωτόκολλο κατεδάφισης, άρσης και απομάκρυνσης των ανωτέρω έργων ή κατασκευών. Για το πρωτόκολλο αυτό και την εκτέλεσή του εφαρμόζονται ανάλογα οι παράγραφοι 2 έως και 6 του παρόντος άρθρου. Η τοιχοκόλληση του πρωτοκόλλου γίνεται μόνο στο αρμόδιο Λιμεναρχείο. Αν από τα πιο πάνω έργα ή κατασκευές μέσα στη θάλασσα δημιουργείται, κατά την περί τούτου κρίση της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, κίνδυνος για την ασφαλή διεξαγωγή της ναυσιπλοΐας η προθεσμία της παραγράφου 5 για την εκτέλεση του πρωτοκόλλου περιορίζεται σε επτά (7) ημέρες. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται ο τρόπος κατεδάφισης και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού. Με την απόφαση αυτή μπορεί να προβλεφθεί η εκτέλεση του πρωτοκόλλου από υπηρεσία του Δημοσίου ή του οικείου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα, ως και η ανάθεση της υλοποίησής της σε ιδιωτικό φορέα. 8 […] 10 […]».
 Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, αυθαίρετα κτίσματα ανεγειρόμενα εν μέρει ή εν όλω εντός του αιγιαλού, της παραλίας ή εντός της θαλάσσης κατεδαφίζονται υποχρεωτικώς. Οι διατάξεις αυτές, ειδικές σε σχέση με τις γενικές διατάξεις περί αυθαιρέτων κατασκευών, αποσκοπούν στην άμεση και αποτελεσματική προστασία του αιγιαλού, της παραλίας και του θαλάσσιου χώρου και επιβάλλουν την αποκατάσταση της μορφής τους, η οποία έχει αλλοιωθεί με την χωρίς άδεια ανέγερση πάσης φύσεως τεχνικού έργου, κτίσματος ή κατασκευάσματος. Η εκτέλεση, εξάλλου, τεχνικών έργων επί του αιγιαλού ή της παραλίας επιτρέπεται μόνον εφόσον τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 12 ή του άρθρου 14 του ν. 2971/ 2001, αναλόγως της φύσεως του έργου, και με την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν οι όροι προστασίας της ακτής, που αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος. Εάν η διαδικασία αυτή δεν τηρηθεί, τα επί του αιγιαλού, τα επί της παραλίας ή εντός της θαλάσσης ανεγερθέντα κτίσματα είναι αυθαίρετα και κατεδαφιστέα (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4591/2005 κ.ά.).
6. Επειδή, περαιτέρω, το εκδιδόμενο κατ’ εφαρμογή των προαναφερομένων διατάξεων πρωτόκολλο κατεδάφισης αυθαιρέτων κτισμάτων και κατασκευασμάτων στον αιγιαλό ή την παραλία ή άρσης και απομάκρυνσης τέτοιων κατασκευών από τη θάλασσα αποτελεί πράξη πραγματοπαγή (πρβλ. Σ.τ.Ε.4591/2005, 571/1999, 374/1999) και, συνεπώς, το κύρος του δεν επηρεάζεται, κατ’ αρχήν, από τη μνεία ως ανεγείραντος τις κατασκευές αυτές προσώπου, το οποίο δεν έχει πράγματι προβεί στην ανέγερση ή την τοποθέτησή τους. Εν τούτοις, παρά τον πραγματοπαγή χαρακτήρα του πρωτοκόλλου, ο προσδιορισμός της ταυτότητας του προσώπου το οποίο έχει προβεί στην αυθαίρετη ανέγερση κτισμάτων στον αιγιαλό και την παραλία ή τη θάλασσα, αποτελεί, ουσιώδες στοιχείο του πρωτοκόλλου, ενόψει της υποχρέωσης του προσώπου αυτού για την, εντός τακτών προθεσμιών, κατεδάφιση ή άρση των αυθαιρέτων κατασκευών από τον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα, αλλά και των δυσμενών συνεπειών, που προβλέπονται στο άρθρο 27 παρ. 6 του ως άνω ν. 2971/2001, σε βάρος του (καταλογισμός της δαπάνης κατεδάφισης και είσπραξη του σχετικού ποσού κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων). Για τον λόγο, άλλωστε, αυτόν, ο νομοθέτης λαμβάνει ιδιαίτερη μέριμνα ώστε η έκδοση του πρωτοκόλλου να γνωστοποιηθεί σε όποιον, με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες ή σύμφωνα με όσα έχουν, τυχόν, διαπιστώσει τα αρμόδια διοικητικά ελεγκτικά όργανα, αποδίδεται η ανέγερση των κατασκευών αυτών, ώστε ο τελευταίος να προβεί αυτοβούλως στην κατεδάφισή τους και να αποφύγει έτσι την επέλευση των ως άνω δυσμενών συνεπειών σε βάρος του. Κατά συνέπεια, η έκδοση πρωτοκόλλου κατεδάφισης αυθαιρέτων κατασκευών, που έχουν ανεγερθεί άνευ αδείας στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα, χωρεί μόνον εις βάρος του φυσικού ή νομικού προσώπου για λογαριασμό του οποίου ανεγείρονται τα αυθαίρετα κτίσματα στον αιγιαλό ή την παραλία. Κατά τη γνώμη, όμως, της Συμβούλου Αικ. Σακελλαροπούλου, στην οποία προσχώρησε και ο πάρεδρος Δημ. Βασιλειάδης, οι διατάξεις των άρθρων 2 και 27 του ν. 2971/2001, ερμηνευόμενες σύμφωνα και με το άρθρο 24 του Συντάγματος, αποσκοπούν στη διαφύλαξη του κοινόχρηστου χαρακτήρα του αιγιαλού και της παραλίας και την άμεση αποκατάσταση του παράκτιου οικοσυστήματος στην προτέρα κατάσταση, βάσει της διαγραφομένης στο άρθρο 27 ειδικής διαδικασίας, η οποία περιλαμβάνει την έκδοση πρωτοκόλλου απομάκρυνσης των αυθαιρέτων κατασκευών από τον αιγιαλό και την παραλία εις βάρος παντός ευθυνομένου προσώπου και, εν ανάγκη, κατ’ αγνώστου προσώπου. Οι διατάξεις με τις οποίες επιβάλλεται η αναζήτηση του ανεγείραντος τις αυθαίρετες κατασκευές πριν από την έκδοση του πρωτοκόλλου, το οποίο μάλιστα κατά τα παγίως κριθέντα έχει πραγματοπαγή χαρακτήρα (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2680/2007, 3253/2005, 571/1999), δεν αποβλέπουν στην οριοθέτηση του κύκλου των ευθυνομένων προσώπων, αλλά θεσπίζουν, στο πλαίσιο της αρχής της χρηστής διοίκησης, διαδικασία για την οικειοθελή απομάκρυνση των αυθαιρέτων κατασκευών από το πρόσωπο το οποίο κατά κανόνα ευθύνεται. Επομένως, κατά τη μειοψηφήσασα γνώμη, το πρωτόκολλο κατεδάφισης επιτρεπτώς εκδίδεται εις βάρος του ανεγείραντος τις αυθαίρετες κατασκευές ή των εντολέων του, αλλά και εις βάρος νομικού προσώπου, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, στο οποίο παραχωρήθηκαν με νόμο η διοίκηση και η διαχείριση του αιγιαλού και της παραλίας, εφόσον το νομικό πρόσωπο παραλείπει να λάβει τα αναγκαία για την προστασία τους μέτρα.
7. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου (βλ. και Σ.τ.Ε. 2961/2005 καθώς και το υπ’ αριθμ. 1953/23.5.2003 έγγραφο της Διεύθυνσης της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιώς προς το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών), προκύπτουν τα εξής: Η οριογραμμή του αιγιαλού στην περιοχή «Μικρολίμανο» Πειραιώς καθορίσθηκε, αρχικώς, χωρίς να καθορισθεί ζώνη παραλίας. Κατά τα έτη 1952 έως 1954, ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς (Ο.Λ.Π.) προέβη στην κατασκευή σειράς τεχνικών έργων και κρηπιδωμάτων, τα οποία αλλοίωσαν την αρχική μορφή του χώρου και επηρέασαν τον αιγιαλό. Περαιτέρω, όπως εκτίθεται στο ανωτέρω έγγραφο, κατόπιν αυτοψίας, διενεργηθείσης στις 20.5.2003, διαπιστώθηκε ότι ο επανακαθορισμός θα όριζε, ενδεχομένως, την μεν γραμμή του αιγιαλού (βρεχόμενη ζώνη) στη στέψη του κρηπιδώματος, την δε υπόλοιπη λωρίδα γης μαζί με τον παραλιακό δρόμο και τα πεζοδρόμιά του πλάτους 3 μέτρων έκαστο ως ζώνη παραλίας, ότι από δεκαετίες 30 κέντρα αναψυχής, που βρίσκονται ανάντη της οδού, έχουν τοποθετήσει στη ζώνη κατάντη αυτής μόνιμες κατασκευές (πέργκολες) υψηλού κόστους ή τέντες και τραπεζοκαθίσματα και ότι το έτος 2002 έξι από τις επιχειρήσεις αυτές εκσυγχρόνισαν τις πέργκολες και ύστερα από καταγγελία η Κτηματική Υπηρεσία Πειραιώς εξέδωσε σχετικά πρωτόκολλα κατεδάφισης. Επακολούθησε, η υπ’ αριθμ. 4792/27.8.2004 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής (Δ΄ 965), με την οποία επικυρώθηκε η από 23.8.2004 έκθεση της επιτροπής καθορισμού των ορίων αιγιαλού και παραλίας και ανακαθορίσθηκαν τα όρια του αιγιαλού στην εν λόγω περιοχή, ενώ καθορίσθηκαν το πρώτον ζώνη παραλίας και παλαιός αιγιαλός. Με αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκαν ορισμένα από τα πρωτόκολλα κατεδάφισης που είχαν εκδοθεί το έτος 2002, διότι τα πρωτόκολλα αυτά στηριζόταν στην αντίληψη ότι οι κατασκευές ενέπιπταν σε ζώνη που εξακολουθεί να αποτελεί αιγιαλό, ενώ με τον ως άνω επανακαθορισμό οι κατασκευές ευρίσκοντο στη ζώνη παραλίας, αναπέμφθηκαν δε οι σχετικές υποθέσεις στη Διοίκηση, προκειμένου να εξετασθεί εάν συντρέχει νόμιμη περίπτωση εκδόσεως πρωτοκόλλων κατεδάφισης ενόψει του επανακαθορισμού των ορίων αιγιαλού και παραλίας στην περιοχή (βλ. Σ.τ.Ε. 2961/2005,2962/2005). Εν συνεχεία, μετά δηλαδή τον προαναφερόμενο καθορισμό των οριογραμμών αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού από το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής, συνετάγησαν, κατόπιν αυτοψίας, η από 11.10.2005 τεχνική έκθεση του μηχανικού Ν. Στάθη της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιώς καθώς και η από 12.4.2006 έκθεση ελέγχου-αυτοψίας, των μηχανικών Κ. Χάνου και Ν. Στάθη της αυτής υπηρεσίας, από τις οποίες προέκυψε ότι στο χώρο του αιγιαλού και στον κοινόχρηστο χώρο παραλίας στη θέση Μικρολίμανο, επί της Ακτής Κουμουνδούρου αριθμ. 8 του Δήμου Πειραιώς είχε κατασκευασθεί αυθαιρέτως πέργκολα επί εκτάσεως εμβαδού 233 τ.μ. Στην ανωτέρω έκθεση ελέγχου-αυτοψίας αναφέρεται, περαιτέρω, ότι η διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση της έκτασης εντός της οποίας ευρίσκεται η προαναφερθείσα κατασκευή είχε παραχωρηθεί στον Ε.Ο.Τ. με την Κ΄ Συντακτική Πράξη (Π.Υ.Σ. 166/1968, Α΄ 271), ότι στη συνέχεια ο Ε.Ο.Τ. με την από 27.12.1970 σύμβαση παραχώρησε τη χρήση της έκτασης στο Δήμο Πειραιώς έως το 2000 για τουριστική αξιοποίηση, ότι ο Δήμος Πειραιώς εξακολούθησε να είναι νομέας μετά την λήξη της σύμβασης χωρίς να εναντιωθεί η ήδη αιτούσα εταιρεία, ότι ο ίδιος Δήμος με την από 28.3.2002 απόφαση του Δημοτικού του Συμβουλίου (αριθμ. αποφ. 226) ενέκρινε την κατασκευή εξωτερικών κοινοχρήστων χώρων (στεγάστρων κ.λπ.) των καταστημάτων του Συνδέσμου Επιχ. Τουριστικών Κέντρων Μικρολίμανου και ότι η αιτούσα εταιρεία με την από 11.10.2005 σύμβαση παραχώρησε την χρήση της επίμαχης έκτασης στο Δήμο Πειραιώς έως το έτος 2043. Τέλος, στην παραπάνω έκθεση εκτίθεται ότι από την προγενέστερη αυτοψία (7.9.2005), είχε διαπιστωθεί ότι στην επίμαχη έκταση δραστηριοποιείτο η εταιρεία «ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ Αντωνία και ΣΙΑ Ο.Ε.», η οποία λειτουργούσε το κατάστημα «BISS». Ύστερα από τις ανωτέρω διαπιστώσεις, με την από 12.4.2006 έκθεση αυτοψίας, υποβλήθηκε πρόταση για τη λήψη μέτρων εις βάρος της αιτούσας εταιρείας, του Δήμου Πειραιώς και της εταιρείας «ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ Αντωνία και ΣΙΑ Ο.Ε.» οι οποίοι, σύμφωνα με την έκθεση αυτοψίας, φέρονται ως συνυπεύθυνοι για την ανέγερση της εν λόγω κατασκευής χωρίς τις απαιτούμενες άδειες και με το υπ’ αριθμ. 1579/31.3.2006 έγγραφο του Διευθυντή της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιώς κλήθηκε η αιτούσα σε ακρόαση κατά το άρθρο 6 του ν. 2690/1999. Ακολούθως, κατ’ επίκληση, μεταξύ άλλων, του άρθρου 27 του ν. 2971/2001, των άρθρων 15 και 23 του ν. 1337/1983, της από 12.4.2006 έκθεσης ελέγχου-αυτοψίας και της από 11.10.2005 τεχνικής έκθεσης, εκδόθηκε το προσβαλλόμενο υπ’ αριθμ. 12/3.5.2006 πρωτόκολλο κατεδάφισης, με το οποίο κλήθηκαν τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα να προβούν στην απομάκρυνση της προαναφερθείσης αυθαίρετης κατασκευής εντός 30 ημερών από την επίδοση του πρωτοκόλλου. Τέλος, για την εν λόγω αυθαίρετη κατασκευή υποβλήθηκε και η υπ’ αριθμ. 2101/3.5.2006 μηνυτήρια αναφορά του Προϊσταμένου της αυτής Κτηματικής Υπηρεσίας προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς.
8. Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με τη γνώμη που επικράτησε, το υπ’ αριθμ. 12/3.5.2006 πρωτόκολλο του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιώς είναι μη νόμιμο κατά το μέρος που αφορά την αιτούσα, εφόσον η τελευταία δεν ανήγειρε, σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, την αυθαίρετη κατασκευή στον αιγιαλό και την παραλία, και θα έπρεπε να ακυρωθεί για τον λόγο αυτόν, βασίμως προβαλλόμενο. Λόγω όμως της σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος, το Τμήμα κρίνει, κατ’ άρθρο 14 παρ. 5 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί προς εκδίκαση στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος και να ορισθεί δικάσιμος η 2α Μαΐου 2012 και εισηγητής ο πάρεδρος Δ. Βασιλειάδης.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Παραπέμπει την υπόθεση στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος.
Ορίζει δικάσιμο την 2α Μαΐου 2012 και εισηγητή τον πάρεδρο Δ. Βασιλειάδη.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 3 Νοεμβρίου 2009
Η Προεδρεύουσα Σύμβουλος      Η Γραμματέας