ριθμός 506/2006
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Νοεμβρίου 2005 με την εξής σύνθεση: Ν. Ντούβας, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Στ. Χαραλάμπους, K. Ευστρατίου, Σύμβουλοι, Β. Ραφτοπούλου, Β. Πλαπούτα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ο. Κουτεντάκη.
Για να δικάσει την από 13 Σεπτεμβρίου 2002 ανακοπή :
των : 1) Διονυσίου Μπίρμπα του Αργυρίου, κατοίκου Αμαλιάδος, οδός Φραγκαβίλας αρ. 30 και 2) Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρείας με την επωνυμία «ALLIANZ Ανώνυμη Εταιρεία Γενικών Ασφαλίσεων», που εδρεύει στην Αθήνα (Λεωφ. Κηφισίας αρ. 124), οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Διονύσιο Κουτσογιάννη (Α.Μ. 10470), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ΄Εργων, ο οποίος παρέστη με τον Αλέξανδρο Ροϊλό, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί το με ειδικό αριθμό 28/19.6.2001 πρωτόκολλο βεβαιώσεως βλάβης Δημοσίου δρόμου του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ (Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων, ΕΥΔΕ Συντήρησης Αυτοκινητοδρόμων).
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Στ. Χαραλάμπους.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ανακοπής και ζήτησε να γίνει δεκτή η ανακοπή και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την κρινόμενη «ανακοπή», η οποία παραπέμφθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ’ αριθμ. 10472/2003 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και για την οποία έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (γραμμάτια παραβόλου 038069-70, 247973-4/2002, 1678142, 1402478/2004), ζητείται η ακύρωση του υπ’ αριθμ. 28/2001 πρωτοκόλλου βεβαιώσεως βλάβης δημοσίου δρόμου του Διευθυντή της Ε.Υ.Δ.Ε. Συντήρησης Αυτοκινητοδρόμων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ΄Εργων, με την οποία καταλογίσθηκε εις βάρος του πρώτου των αιτούντων το ποσόν των 187.018 δρχ., για την επανόρθωση βλάβης, προξενηθείσα την 2.7.1999 σε μεταλλικό στηθαίο ασφαλείας της εθνικής οδού Αθηνών-Πατρών.
2. Επειδή, στο άρθρο 24 του π.δ/τος της 25/28.11.1929 «περί κωδικοποιήσεως των περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών κειμένων διατάξεων» (φ. 421), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του α.ν. 1966/1939 «περί συμπληρώσεως των περί εκτελέσεως Δημοσίων ΄Εργων κειμένων διατάξεων» (φ. 385), ορίζεται ότι : «1. Η αστυνομία των οδών πάσης κατηγορίας ανατίθεται εις τους τεχνικούς υπαλλήλους της υπηρεσίας των Δημοσίων ΄Εργων. 2. Πάσα αμέσως ή εμμέσως προξενουμένη βλάβη επί των πάσης φύσεως ή κατηγορίας εν γένει δημοσίων έργων, είτε η δαπάνη τούτων βαρύνει τον προϋπολογισμόν του Κράτους, είτε τον προϋπολογισμόν Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, τόσον των εν εκτελέσει ευρισκομένων, όσον και των τετελεσμένων, βεβαιούται διά πρωτοκόλλου συντασσομένου υπό των αρμοδίων τεχνικών υπαλλήλων του Δημοσίου, εις ούς νόμω έχει ανατεθή η αστυνομία των έργων τούτων. Εν τω Πρωτοκόλλω τούτω αναγράφεται το όνομα και επώνυμον του επενεγκόντος βλάβην, η κατοικία αυτού, το είδος και η έκτασις της βλάβης . . . η προς επανόρθωσιν αυτής απαιτουμένη δαπάνη . . . . 3. Το ως άνω πρωτόκολλον υποβάλλεται υπό του συντάξαντος αυτό αρμοδίου υπαλλήλου προς τον αρμόδιον επιθεωρητήν των Δημοσίων ΄Εργων, όστις επιφέρει τας επ’ αυτού παρατηρήσεις και διορθώσεις . . . επικυρών ή τροποποιών αυτό και επιστρέφει μετά των επ’ αυτού παρατηρήσεων εις την συντάξασαν αυτό τεχνικήν υπηρεσίαν . . . . 4. Κατά του πρωτοκόλλου τούτου επιτρέπεται ανακοπή υπό του καθ’ ου συνετάχθη τούτο, εντός προθεσμίας 15 ημερών από της κοινοποιήσεώς του, εισαγομένη, εάν μεν πρόκειται περί ζημίας ουχί ανωτέρας των 5.000 δραχμών, ενώπιον του Ειρηνοδικείου, αν δε πρόκειται περί ζημίας ανωτέρας των 5.000 δραχμών, ενώπιον του Προέδρου των Πρωτοδικών του τόπου του βλαβέντος έργου . . . . Ο Πρόεδρος ή Ειρηνοδίκης δικάζει εκ των ενόντων, κατά τα άρθρα 634 και επόμ. της Πολιτικής Δικονομίας . . . . 5. Παρελθούσης απράκτου της ως άνω προς άσκησιν ανακοπής 15θημέρου προθεσμίας ή απορριφθείσης τυχόν της ανακοπής υπό του Προέδρου ή του Ειρηνοδίκου, το πρωτόκολλον καθίσταται διοικητικώς εκτελεστόν, και δύναται να επιδιωχθή η είσπραξις της εν αυτώ ζημίας κατά τον νόμον περί εισπράξεως Δημοσίων εσόδων. Προς τούτο διαβιβάζεται εις τον Ταμία αντίγραφον του Πρωτοκόλλου μετ’ αντιγράφου του αποδεικτικού επιδόσεως αυτού ή αντιγράφου της αποφάσεως της απορριπτούσης την ανακοπήν του επενεγκόντος την βλάβην, όστις Ταμίας βεβαιώνει το ποσόν της ζημίας εις βάρος αυτού και επιμελείται της εισπράξεως αυτών . . .». Εξ άλλου, ο ν. 1418/1984 (φ. 23) ορίζει στο άρθρο 25 παρ. 1 ότι «η οποιαδήποτε τομή ή άλλη βλάβη στο δίκτυο των εθνικών και επαρχιακών οδών, όταν γίνεται χωρίς άδεια της αρμόδιας για την συντήρηση της οδού υπηρεσίας του Υπουργείου Δημοσίων ΄Εργων, αποτελεί βλάβη στην οδό για την οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24 του από 25/28.11.1929 Π.Δ/τος «περί κωδικοποιήσεως των περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών κειμένων διατάξεων» (ΦΕΚ Α 421), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του Α.Ν. 1966/1939 (ΦΕΚ Α 385), έστω και αν η τομή γίνεται με εντολή φορέα του δημόσιου τομέα . . .».
3. Επειδή, εν όψει του προδήλου δημοσίου σκοπού τον οποίο εξυπηρετεί ο έλεγχος και η προστασία των οδών πάσης κατηγορίας και γενικότερα των πάσης φύσεως δημοσίων έργων, το κατά το άρθρο 24 του ως άνω π.δ/τος της 25/28.11.1929 εκδιδόμενο πρωτόκολλο με το οποίο βεβαιώνεται η προξενηθείσα στα παραπάνω έργα βλάβη και καταλογίζεται εις βάρος του προξενήσαντος αυτήν η προς επανόρθωση της ζημίας απαιτουμένη δαπάνη είναι εκτελεστή διοικητική πράξη που υπέκειτο στην προβλεπόμενη από τη διάταξη αυτή ανακοπή. Ο επιλαμβανόμενος της εκδικάσεως της ανακοπής αυτής δικαστής είχε την εξουσία να ακυρώσει ή να μεταρρυθμίσει το πρωτόκολλο αυτό, κατά την ουσιαστική του κρίση, ως προς το αν υπάρχει υποχρέωση προς καταβολή αποζημιώσεως και ως προς το μέγεθός της. Επομένως, η διαφορά που προέκυπτε από την άσκηση της ανακοπής αυτής συνιστούσε ανέκαθεν ουσιαστική διοικητική διαφορά, η οποία ανήκε προσωρινά στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρο 94 παρ. 2 του Συντάγματος) και ήδη μετά την ισχύ του ν. 1406/1983 (φ. 182) που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς το άρθρο 94 παρ. 1 του Συντάγματος, μεταφέρθηκε οριστικά στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων (άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1406/1983) (βλ. ΣτΕ 3580/1972, πρβλ. Ολομ. 1467/1990. Επίσης πρβλ. ΣτΕ 1350/2002).
4. Επειδή, ήδη, όπως έχει κριθεί, οι μονομερείς εκτελεστές πράξεις της Διοικήσεως που συνιστούν νόμιμο τίτλο υπό την έννοια του άρθρου 2 παρ. 1 και 2 περ. α΄ του κυρωθέντος με το ν.δ. 356/1974 Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (φ. 90), εκδιδόμενες μετά την έναρξη ισχύος του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (φ. 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ήτοι μετά την 17.7.1999, δεν υπόκεινται πλέον σε ανακοπή αλλά προσβάλλονται παραδεκτώς με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 3529/2001, 1882/2003, 1386/2004 κ.ά.). Εν όψει των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία καταλογίσθηκε, κατά τα εκτεθέντα, εις βάρος του πρώτου των αιτούντων, ορισμένο χρηματικό ποσόν, εισπραττόμενο, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 24 (όπως αντικαταστάθηκε κατά τα άνω) του π.δ/τος της 25/28.11.1929, κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, δεν υπόκειται, ως εκδοθείσα μετά τη θέση σε ισχύ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, στο ένδικο βοήθημα της ανακοπής. Δεδομένου δε ότι η πράξη αυτή ούτε σε άλλο ένδικο βοήθημα ουσίας υπόκειται, ορθώς το ασκηθέν υπό των αιτούντων κατά της πράξεως αυτής ένδικο βοήθημα ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών παραπέμφθηκε με την παραπάνω απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου στο Συμβούλιο της Επικρατείας για να δικασθεί ως αίτηση ακυρώσεως, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ/τος 361/2001 (φ. 244), πρέπει να παραπεμφθεί στο αρμόδιο για την εκδίκασή της Δ΄ Τμήμα του Δικαστηρίου (βλ. ΣτΕ 3529/2001).
Δ ι ά τ α ύ τ α
Παραπέμπει την υπόθεση στο Δ΄ Τμήμα του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σκεπτικό.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 28 Νοεμβρίου 2005
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας
Ν. Ντούβας Ο. Κουτεντάκη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 20ης Φεβρουαρίου 2006.
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Ο Γραμματέας του ΣΤ΄ Τμήματος
Ν. Ντούβας Β. Μανωλόπουλος