ΣτΕ 63/2012, Β τμ. 7Μ, ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ- ΕΚΔΟΣΗ ΦΥΛΛΟΥ ΕΛΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΤΕΚ- ΘΕΜΙΤΗ Η ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΝΟΜΟΥ ΜΕ ΚΑΝ.ΠΡΑΞΗ ΑΦΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΟ ΘΕΜΑ-

ΣΤΕ

Αριθμός 63/2012
ΠΕΡΙΛΗΨΗ :Έκδοση φύλλων ελέγχου, πράξεων προσδιορισμού φόρου και λοιπών καταλογιστικών πράξεων από τα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα

Κατά την έννοια του άρ. 43 παρ. 2 του Σ., ως «ειδικότερα» θέματα για τη ρύθμιση των οποίων επιτρέπεται η παροχή εξουσιοδότησης προς άλλα όργανα της Διοίκησης εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας, νοούνται εκείνα, τα οποία αποτελούν, κατά το περιεχόμενό τους και σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοθετικό κείμενο, μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος, το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της νομοθετικής ρύθμισης. Τέτοια μερικότερη περίπτωση αποτελεί και η ενεργοποίηση μιας ουσιαστικής ρύθμισης που περιέχεται στο ίδιο το νομοθετικό κείμενο. Με το άρθρο 3 παρ.2 περ. α’ του ν.2343/1995 ανατέθηκε τόσο στο Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘΕΚ) και στα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (ΠΕΚ), όσο και στα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα (ΤΕΚ – βλ. άρθρο 10 του ν. 2771/1999 και άρθρο 1 του π.δ. 179/2000), αρμοδιότητα ελεγκτική, αφορώσα στον τακτικό (οριστικό) φορολογικό έλεγχο κατηγοριών επιτηδευματιών και φορολογουμένων εν γένει, κατά τις ειδικότερες διακρίσεις των εν λόγω διατάξεων. Στη συνέχεια, όμως, με το τελευταίο εδάφιο της περ. γ της παρ. 4 του ίδιου άρθρου 3 του ν. 2343/1995, που προστέθηκε με την παρ.10 του άρθρου 20 του ν. 2753/1999 και είναι εφαρμοστέο και προκειμένου περί ΤΕΚ, κατά την παρ. 3 του άρ. 10 του μεταγενέστερου ν. 2771/1999, επετράπη η επέκταση των αρμοδιοτήτων των εν λόγω Ελεγκτικών Κέντρων και στην έκδοση των φύλλων ελέγχου, των πράξεων προσδιορισμού φόρου και των λοιπών καταλογιστικών πράξεων, εξουσιοδοτήθηκε δε η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση να ενεργοποιήσει, εφ’ όσον το κρίνει σκόπιμο, τη ρύθμιση αυτή. Επομένως, θεμιτώς από απόψεως τηρήσεως των όρων της παρ. 2 του άρ. 43 του Σ. εκδόθηκε κατ’ επίκληση της ως άνω νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, η 1017350/5552/ΔΕ-Β/6.3.2001 απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών, με την οποία τα Ελεγκτικά Κέντρα κατέστησαν αρμόδια για την έκδοση των φύλλων ελέγχου, των πράξεων προσδιορισμού φόρου και των λοιπών καταλογιστικών πράξεων, καθώς και για την περαιτέρω διαδικασία επίλυσης των σχετικών φορολογικών διαφορών και βεβαίωσης των καταλογιζομένων διαφορών φόρων, προσθέτων φόρων, προσαυξήσεων, τελών, εισφορών και προστίμων, με τη σύνταξη και αποστολή στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. των οικείων χρηματικών καταλόγων.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 8 Ιουνίου 2011 με την εξής σύνθεση: Φ. Αρναούτογλου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Ι. Γράβαρης, Γ. Τσιμέκας, Β. Καλαντζή, Εμμ. Κουσιουρής, Σύμβουλοι, Ι. Σύμπλης, Ε. Σκούρα, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ι. Μητροτάσιος, Γραμματέας του Β΄ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 4 Μαΐου 2009 αίτηση:
του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Βύρωνα Αττικής, ο οποίος παρέστη με τον Αθανάσιο Τσιοκάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
κατά της Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία “ΘΗΤΑ 12 ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Ε.Π.Ε.”, που εδρεύει στην Καισαριανή Αττικής (οδός Εθνικής Αντιστάσεως αρ. 177), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Αθανάσιο Μάρκου (Α.Μ. 18380), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 3890/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Ε. Σκούρα.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του αναιρεσείοντος Προϊσταμένου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο της αναιρεσίβλητης εταιρείας, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως δεν απαιτείται κατά νόμο η καταβολή παραβόλου.
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία εισάγεται στην επταμελή σύνθεση λόγω σπουδαιότητας, ζητείται, παραδεκτώς, η αναίρεση της 3890/2008 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή έφεση της ήδη αναιρεσίβλητης εταιρίας κατά της 8473/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία είχε απορριφθεί προσφυγή της κατά της 103/2003 πράξης επιβολής προστίμου κατ’άρθρ.6 παρ.1 του ν.2523/1997 (Α΄179), ύψους 16.986.780 δρχ., του Προϊσταμένου του 6ου Τοπικού Ελεγκτικού Κέντρου (ΤΕΚ) Ν. Αττικής.
3. Επειδή, στο άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι : «Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στο όριά της. Εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής ως «ειδικότερα» θέματα για τη ρύθμιση των οποίων επιτρέπεται η παροχή εξουσιοδότησης προς άλλα όργανα της Διοίκησης εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας, νοούνται εκείνα, τα οποία αποτελούν, κατά το περιεχόμενό τους και σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοθετικό κείμενο, μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος, το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της νομοθετικής ρύθμισης (ΣΕ Ολομ. 3220/2010, 3489/2008, 1776/2007, 1101/2002, 4027/1998 κ.ά.). Τέτοια μερικότερη περίπτωση αποτελεί και η ενεργοποίηση μιας ουσιαστικής ρύθμισης που περιέχεται στο ίδιο το νομοθετικό κείμενο.
4. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 3 του ν. 2343/1995 (Α΄ 211) ορίζεται ότι : «1. Συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσίες φορολογικού ελέγχου με τον τίτλο «Ελεγκτικά Κέντρα» και ειδικότερα το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘ.Ε.Κ.) και τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (Π.Ε.Κ.). 2. Τα παραπάνω Ελεγκτικά Κέντρα, ως και οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) έχουν αρμοδιότητα τακτικού (οριστικού) φορολογικού ελέγχου… 3. Το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο έχει κατά τόπον αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια της χώρας. Τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα έχουν διανομαρχιακή κατά τόπον αρμοδιότητα, που εκτείνεται είτε στα όρια των διοικητικών περιφερειών του π.δ/τος 51/1987 (Φ.Ε.Κ. 26 Α΄), είτε στα όρια ειδικών περιφερειών, οι οποίες ορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών… Με όμοια διατάγματα καθορίζονται ο αριθμός των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων και η κατά τόπον αρμοδιότητα αυτών… 4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν : α) Να ορίζεται ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας κάθε Ελεγκτικού Κέντρου και να ανακαθορίζεται η κατά τόπον αρμοδιότητα των Ελεγκτικών Κέντρων και των Δ.Ο.Υ. β)…. γ) Να ορίζονται διαφορετικά κριτήρια διάκρισης της καθ’ ύλην αρμοδιότητας των Ελεγκτικών Κέντρων και των Δ.Ο.Υ., από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος, καθώς και να ανακαθορίζεται η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των Ελεγκτικών Κέντρων και των Δ.Ο.Υ. Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να επεκτείνεται η αρμοδιότητα των Ελεγκτικών Κέντρων και στην έκδοση των φύλλων ελέγχου, των πράξεων προσδιορισμού του φόρου και των λοιπών καταλογιστικών πράξεων και στην περαιτέρω διαδικασία επίλυσης των σχετικών φορολογικών διαφορών, καθώς και στη βεβαίωση των καταλογιζόμενων διαφορών φόρων, πρόσθετων φόρων, προσαυξήσεων, τελών, εισφορών και προστίμων, με τη σύνταξη και αποστολή στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. των οικείων χρηματικών καταλόγων, κατά τις ισχύουσες διατάξεις (το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 περ. γ προστέθηκε με την παρ. 10 του άρθρου 20 του ν.2753/1999, Α΄ 249/17.11.1999). δ) … 5. … 6. Οι ελεγκτές, ανάλογα με την υπηρεσία που υπηρετούν, διακρίνονται σε «Ελεγκτές Δ.Ο.Υ.», «Ελεγκτές Π.Ε.Κ.» και «Ελεγκτές ΕΘ.Ε.Κ.». ….17. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι Προϊστάμενοι των Ελεγκτικών Κέντρων εξομοιώνονται με τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. (η παρ. 17 προστέθηκε με την παρ. 12 του άρθρου 20 του ν. 2753/1999). Περαιτέρω, στο άρθρο 10 του ν. 2771/1999 (Α΄ 280/16.12.1999) ορίζεται ότι : «1. Συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσίες φορολογικού ελέγχου, επιπέδου Διεύθυνσης, με τον τίτλο «Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα (Τ.Ε.Κ.)» [τα οποία, στη συνέχεια καταργήθηκαν με τις διατάξεις των παρ.1 και 6 του άρθρου 60 του ν.3283/2004 (Α΄210), και έπαυσαν να λειτουργούν την 31.12.2004, κατά τα ορισθέντα στην παρ.1 της 1097603/1208/Α0006/3.12.2004 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β΄1831)]. 2. Ο αριθμός των οργανικών μονάδων της προηγούμενης παραγράφου, η έδρα, η κατά τόπον και καθ’ ύλην αρμοδιότητα, η εσωτερική διάρθρωση και η στελέχωση αυτών, καθώς και τα λοιπά θέματα οργάνωσης και λειτουργίας τους, ορίζονται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών….3. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 εφαρμόζονται ανάλογα και για τις συνιστώμενες οργανικές μονάδες. 4…». Περαιτέρω, με το άρθρο 1 του π.δ. 179/2000 (Α΄ 167), το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 10 παρ. 1 του ν. 2771/1999, ορίστηκε ότι : «1. Τα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα (Τ.Ε.Κ.) είναι υπηρεσίες φορολογικού ελέγχου, επιπέδου διεύθυνσης, υπάγονται στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομικών και αποτελούν, μαζί με το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘ.Ε.Κ.) και τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (Π.Ε.Κ.), ιδιαίτερη κατηγορία υπηρεσιών αυτού, με τίτλο «Ελεγκτικά Κέντρα», της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 ( Α΄ 211). 2. Στα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα περιέρχονται οι αρμοδιότητες α) της περ. α της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995, για οριστικό (τακτικό) φορολογικό έλεγχο σε επιτηδευματίες και φορολογούμενους γενικά, με ετήσια ακαθάριστα έσοδα μέχρι 350.000.000 δραχμές, β) κοινοποίησης ή αποστολής στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) για κοινοποίηση των σημειωμάτων ελέγχου που προβλέπονται από τις οικείες διατάξεις, με τις παρατηρήσεις για ανεπάρκειες ή ανακρίβειες των βιβλίων και στοιχείων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) των ελεγχομένων υποθέσεων, καθώς και μέριμνας για κάθε διαδικαστικό θέμα που ανακύπτει κατά τη διαδικασία κρίσης των σημειωμάτων, ενώπιον της οικείας Επιτροπής του άρθρου 30 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992), για τις υποθέσεις της προηγούμενης περίπτωσης». Στη συνέχεια εκδόθηκε, κατ’ εξουσιοδότηση (της παρ. 10) του άρθρου 20 του ν. 2753/1999, η 1017350/5552/ΔΕ-Β/6.3.2001 απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών (Β΄ 223), στο προοίμιο της οποίας μνημονεύονται, μεταξύ άλλων, το άρθρ.10 του ν.2771/1999 και το άρθρ.1 παρ.2 του π.δ. 179/2000, με την οποία ορίζονται τα εξής: «1.Ανακαθορίζουμε την καθ’ ύλην αρμοδιότητα μεταξύ του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου (ΕΘΕΚ), των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (ΠΕΚ), των Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων (ΤΕΚ) και των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) ως προς τη διενέργεια του οριστικού (τακτικού) φορολογικού ελέγχου των υποθέσεων επιτηδευματιών και φορολογουμένων γενικά με βάση το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων ή αμοιβών τους κατά τη διαχειριστική περίοδο που έκλεισε εντός του έτους 2000 ως ακολούθως … 2…. 3. … 4. … 5. … 6. … 7. … 8. Τα Ελεγκτικά Κέντρα καθίστανται αρμόδια σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ. της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 10 του άρθρου 20 του ν.2753/1999, για την έκδοση των φύλλων ελέγχου, των πράξεων προσδιορισμού φόρου και των λοιπών καταλογιστικών πράξεων, που αφορούν τις υποθέσεις των προηγούμενων παραγράφων, καθώς και για την περαιτέρω διαδικασία επίλυσης των σχετικών φορολογικών διαφορών και βεβαίωσης των καταλογιζομένων διαφορών φόρων, προσθέτων φόρων, προσαυξήσεων, τελών, εισφορών και προστίμων, με τη σύνταξη και αποστολή στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. των οικείων χρηματικών καταλόγων, κατά τις ισχύουσες διατάξεις». Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι με το άρθρο 3 παρ.2 περ.α του ν.2343/1995 ανατέθηκε τόσο στο Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘΕΚ) και στα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (ΠΕΚ), όσο και στα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα (ΤΕΚ), εφόσον η ως άνω διάταξη εφαρμόζεται και στα ΤΕΚ, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν.2771/1999 και το άρθρο 1 του π.δ. 179/2000, αρμοδιότητα ελεγκτική, αφορώσα στον τακτικό (οριστικό) φορολογικό έλεγχο κατηγοριών επιτηδευματιών και φορολογουμένων εν γένει, κατά τις ειδικότερες διακρίσεις των εν λόγω διατάξεων. Στη συνέχεια όμως, με το τελευταίο εδάφιο της περ. γ της παρ.4 του ίδιου άρθρου 3 του ν.2343/1995, που προστέθηκε με την παρ.10 του άρθρου 20 του ν.2753/1999 και είναι εφαρμοστέο και προκειμένου περί ΤΕΚ, κατά την παρ.3 του άρθρου 10 του μεταγενέστερου ν. 2771/1999, επετράπη η επέκταση των αρμοδιοτήτων των εν λόγω Ελεγκτικών Κέντρων και στην έκδοση των φύλλων ελέγχου, των πράξεων προσδιορισμού φόρου και των λοιπών καταλογιστικών πράξεων, εξουσιοδοτήθηκε δε η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση να ενεργοποιήσει, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, τη ρύθμιση αυτή. Με τα δεδομένα αυτά, θεμιτώς από απόψεως τηρήσεως των όρων της παραγράφου 2 του άρθρου 43 του Συντάγματος εκδόθηκε η ως άνω 1017350/5552/ΔΕ-Β/6.3.2001 απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών.
5. Επειδή, εν προκειμένω, με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινε δεκτό ότι η προβλεπόμενη από τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου της περ.γ της παρ.4 του άρθρου 3 του ν.2343/1995 (που προστέθηκε με την παρ.10 του άρθρου 20 του ν.2753/1999) δυνατότητα του Υπουργού Οικονομικών να επεκτείνει με αποφάσεις του την αρμοδιότητα των Προϊσταμένων των Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων (Τ.Ε.Κ.) και στην έκδοση φύλλων ελέγχου, πράξεων προσδιορισμού φόρου και λοιπών καταλογιστικών πράξεων δεν αποτελεί «ειδικότερο» θέμα σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοθετικό κείμενο της διάταξης αυτής, δηλαδή μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος, που αποτελεί το αντικείμενο της νομοθετικής ρύθμισης, καθόσον ούτε στην προαναφερθείσα εξουσιοδοτική διάταξη του ν.2343/1995, ούτε στις λοιπές διατάξεις του νόμου αυτού περιέχεται ουσιαστική ρύθμιση για το κρίσιμο αντικείμενο της αρμοδιότητας των Προϊσταμένων των Ελεγκτικών Κέντρων (ΕΘΕΚ, ΠΕΚ και ΤΕΚ) να εκδίδουν τις πράξεις προσδιορισμού και βεβαίωσης των φόρων και των προστίμων. Και τούτο, δεδομένου ότι με το άρθρο 3 παρ.2 του ν.2343/1995 ανατέθηκε τόσο στο Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘΕΚ) και στα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (ΠΕΚ), όσο και στα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα (ΤΕΚ), εφόσον το άρθρο 3 παρ.2 περ.α του ν.2343/1995 εφαρμόζεται και στα ΤΕΚ, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν.2771/1999 και το άρθρο 1 του π.δ. 179/2000, αρμοδιότητα αποκλειστικώς ελεγκτική, αφορώσα στον τακτικό (οριστικό) φορολογικό έλεγχο κατηγοριών επιτηδευματιών και φορολογουμένων εν γένει, κατά τις ειδικότερες διακρίσεις των εν λόγω διατάξεων, στη συνέχεια δε, με το εδ. γ της παρ.4 του ίδιου άρθρου 3 του ν.2343/1995 (που είναι εφαρμοστέο και προκειμένου περί ΤΕΚ, κατά την παρ.3 του άρθρου 10 του ν.2771/1999), παρασχέθηκε στην κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση η δυνατότητα να ανακαθορίζει την καθ’ ύλην αρμοδιότητα μεταξύ των εν λόγω Ελεγκτικών Κέντρων και των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών μόνο στα πλαίσια του προαναφερθέντος ελεγκτικού έργου. Επομένως, η διάταξη του τελευταίου εδαφίου της περ. γ της παρ.4 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995, το οποίο (εδάφιο) προστέθηκε με την παρ.10 του άρθρου 20 του ν.2753/1999, κατά το μέρος που με τη διάταξη αυτή εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών με αποφάσεις του να επεκτείνει την αρμοδιότητα των Ελεγκτικών Κέντρων (ΕΘΕΚ, ΠΕΚ και ΤΕΚ) και στην έκδοση των φύλλων ελέγχου και των πράξεων προσδιορισμού και βεβαίωσης των φόρων και των προστίμων αντίκειται στη διάταξη της παρ.2 του άρθρου 43 του Συντάγματος και ως εκ τούτου είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα. Περαιτέρω δε, το διοικητικό εφετείο δέχθηκε ότι η υπουργική απόφαση που εκδόθηκε με βάση ανίσχυρη εξουσιοδοτική διάταξη είναι μη νόμιμη και επομένως και οι πράξεις προσδιορισμού και βεβαίωσης των φόρων και των προστίμων που εκδίδονται από τους Προϊσταμένους των ΤΕΚ με βάση την πιο πάνω υπουργική απόφαση είναι μη νόμιμες και ακυρωτέες, ως εκδοθείσες από αναρμόδια όργανα. Στην προκειμένη δε περίπτωση, κατά τα γενόμενα δεκτά με την προσβαλλόμενη απόφαση, μετά από έλεγχο των βιβλίων και στοιχείων της εκκαλούσας [ήδη αναιρεσίβλητης] εταιρίας περιορισμένης ευθύνης εκδόθηκε σε βάρος της από τον Προϊστάμενο του 6ου ΤΕΚ Ν. Αττικής η 103/2003 πράξη, με την οποία της επιβλήθηκε ειδικό πρόστιμο κατ’άρθρ.6 παρ.1 του ν.2523/1997 ύψους 16.986.780 δρχ. γιατί κατά το έτος 1998 εξέπεσε ΦΠΑ αξίας 5.662.260 δρχ. με βάση εικονικά φορολογικά στοιχεία. Το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι η πράξη αυτή εκδόθηκε αναρμοδίως για τους ανωτέρω εκτεθέντες λόγους και, αφού έκανε δεκτή την έφεση και εξαφάνισε την προσβαλλόμενη απόφαση, δίκασε την προσφυγή, ακύρωσε την πράξη και ανέπεμψε την υπόθεση στη Διοίκηση προκειμένου η πράξη να επανεκδοθεί αρμοδίως (από τον Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Βύρωνα). Η κρίση, όμως, αυτή της αναιρεσιβαλλομένης δεν είναι νόμιμη, δοθέντος ότι η 1017350/5552/ΔΕ-Β/15.2.2001 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ήταν έγκυρη από απόψεως νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, κατά τα ήδη εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη. Για τον λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.
Δια ταύτα
Δέχεται την αίτηση.
Αναιρεί την 3890/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αιτιολογικό.
Επιβάλλει στην αναιρεσίβλητη τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, που ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 21 Σεπτεμβρίου 2011 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 11ης Ιανουαρίου 2012.
Ο Πρόεδρος του Β’ Τμήματος  Ο Γραμματέας του Β’ Τμήματος
 
Φ. Αρναούτογλου       Ι. Μητροτάσιος