Δεν αντίκεινται στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος τα άρθρα 1, 11 και 22 παρ. 5 του Ν. 3696/2008 διότι ναι μεν η υπαγωγή μιάς οικονομικής δραστηριότητας σε καθεστώς προηγούμενης διοικητικής αδείας συνιστά κατ’ αρχήν περιορισμό της συνταγματικά κατοχυρωμένης οικονομικής ελευθερίας, εν προκειμένω, όμως, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, το εν λόγω μέτρο κρίθηκε αναγκαίο προκειμένου να αναβασθμισθεί το επίπεδο της μη τυπικής εκπαίδευσης – η κατάθεση εγγυητικής επιστολής συνιστά κατ’ αρχήν περιορισμό της ελεύθερης ανάπτυξης επιχειρηματικής δραστηριότητας, αποτελεί, όμως ένα πρόσφορο μέτρο που μπορεί να εξασφαλίσει την επιστροφή των καταβληθέντων διδάκτρων στους σπουδαστές και την καταβολή των αμοιβών του διδακτικού προσωπικού έως το τέλος του διδακτικού έτους σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας.
Αριθμός 691/2013
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 1η Απριλίου 2011, με την εξής σύνθεση: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος, Ειρ. Σαρπ, Νικ. Μαρκουλάκης, Μιχ. Βηλαράς, Αικ. Σακελλαροπούλου, Γ. Ποταμιάς, Μ. Γκορτζολίδου, Ιω. Γράβαρης, Ευθ. Αντωνόπουλος, Ιω. Ζόμπολας, Σπ. Μαρκάτης, Αντ. Ντέμσιας, Σπ. Χρυσικοπούλου, Ηρ. Τσακόπουλος, Β. Καλαντζή, Μ. Σταματελάτου, Β. Αραβαντινός, Ά. Καλογεροπούλου, Εμμ. Κουσιουρής, Αντ. Σταθάκης, Όλ. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Κουσούλης, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνης, Κ. Πισπιρίγκος, Δ. Μακρής, Σύμβουλοι, Ηλ. Μάζος, Κ. Κονιδιτσιώτου, Χρ. Μπολόφη, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Β. Αραβαντινός και Κ. Κουσούλης καθώς και η Πάρεδρος Κ. Κονιδιτσιώτου μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.
Για να δικάσει την από 8 Δεκεμβρίου 2008 αίτηση:
του Ιωάννη Βοργία του Ιωάννη, ιδιοκτήτη του Athens College of Fine Art, που εδρεύει στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, οδός Θέμιδος αρ. 9, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Παναγ. Λαζαράτο (Α.Μ. 14350), που τον διόρισε στο ακροατήριο,
κατά του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και ήδη Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, ο οποίος παρέστη με τον Ηλία Ψώνη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους.
Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 17 Δεκεμβρίου 2008 πράξης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδάφ. α, 20 και 21 του Π.Δ. 18/1989.
Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 129450/Δ6/8.10.2008 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Ν. Μαρκουλάκη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικό γραμμάτιο παραβόλου Α΄ 857481/2008).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία εισήχθη στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, λόγω σπουδαιότητας, με την από 17.12.2008 πράξη του Προέδρου, ζητείται από τον αιτούντα, ιδιοκτήτη της ατομικής επιχείρησης «Athens College of Fine Art», η ακύρωση της 129450/Δ6/8.10.2008 αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με τίτλο «Εξειδίκευση των κριτηρίων για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε Κολλέγια που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 3696/2008» (Β΄ 2105/10.10.2008).
3. Επειδή, η ως άνω 129450/Δ6/8.10.2008 υπουργική απόφαση καταργήθηκε ήδη ρητώς και αντικαταστάθηκε με την 63893/1Α/3.6.2010 νεότερη απόφαση της Υπουργού Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, με τίτλο «Εξειδίκευση των κριτηρίων για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε Κέντρα Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης (ΚΕ.Μ.Ε.) που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 3696/2008 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει» (Β΄ 774/3.6.2010). Ενόψει αυτού, ο αιτών κατέθεσε στο Δικαστήριο, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), προστεθείσα με το άρθρο 31 του ν. 3772/2009 (Α΄ 112), το από 27.1.2011 δικόγραφο αιτήσεως συνεχίσεως της δίκης, με το οποίο προέβαλε νέους λόγους ακυρώσεως, στρεφόμενους κατά της νέας υπουργικής αποφάσεως. Εν συνεχεία, το δικόγραφο αυτό συμπληρώθηκε με το από 3.3.2011 δικόγραφο προσθέτων λόγων.
4. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο αιτών είναι ιδιοκτήτης της ατομικής επιχείρησης «Athens College of Fine Art» που έχει ως αντικείμενο την παροχή εκπαίδευσης στις Καλές Τέχνες. Με την 74397/1Α/24.6.2010 απόφαση της Υπουργού Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων (Β΄ 1018) χορηγήθηκε σ’ αυτόν άδεια ιδρύσεως Κέντρου Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης, κατόπιν της 100601/Δ6/21.8.2009 αιτήσεώς του για λήψη αδείας ιδρύσεως Κολλεγίου. (Ήδη, με το ν. 3848/2010 τα προβλεπόμενα από το ν. 3696/2008 Κολλέγια μετονομάσθηκαν σε Κέντρα Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης-Κ.Ε.Μ.Ε.-). Ο αιτών όμως δεν έχει υποβάλει αίτηση για χορήγηση σ’ αυτόν αδείας λειτουργίας Κολλεγίου ή, εν συνεχεία, Κ.Ε.Μ.Ε., διότι, όπως προβάλλει, δεν πληρούσε τις (κατ’ αυτόν μη νόμιμες) προϋποθέσεις λήψεως αδείας λειτουργίας βάσει της ως άνω 129450/Δ6/8.10.2008 υπουργικής αποφάσεως (ήδη καταργηθείσης), όπως δεν πληροί και τις (επίσης μη νόμιμες κατ’ αυτόν) προϋποθέσεις λήψεως τέτοιας αδείας βάσει της νέας 63893/1Α/3.6.2010 υπουργικής αποφάσεως. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, με έννομο συμφέρον άσκησε ο αιτών την ως άνω αίτηση ακυρώσεως κατά της αρχικής υπουργικής αποφάσεως, ομοίως δε με έννομο συμφέρον συνεχίζει την δίκη στρεφόμενος κατά της ήδη ισχυούσης, η οποία αντικατέστησε την αρχική.
5. Επειδή, προ της ισχύος του ν. 3696/2008, με τίτλο «Ίδρυση και λειτουργία Κολλεγίων και άλλες διατάξεις» (Α΄ 177), οι διατάξεις των άρθρων 5 του ν.δ. της 9.10.1935 (Α΄ 451) και 15 του ν. 1966/1991 (Α΄ 197) προέβλεπαν την λειτουργία των εργαστηρίων ελευθέρων σπουδών, τα οποία αποτελούσαν κοινές εμπορικές επιχειρήσεις, υπαγόμενες στην εποπτεία του Υπουργείου Εμπορίου και, ακολούθως, του Υπουργείου Ανάπτυξης, και δεν αναγνωρίζονταν από τη νομοθεσία ως εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στην αιτιολογική έκθεση του εν λόγω ν. 3696/2008 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων και του εκσυγχρονισμού των εκπαιδευτικών δομών εισάγεται για πρώτη φορά ρυθμιστικό πλαίσιο για τη λειτουργία των εκπαιδευτηρίων μεταλυκειακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα … Η έλλειψη ελέγχου από την Πολιτεία δημιούργησε μία απαξιωτική κατάσταση στο χώρο της μη τυπικής εκπαίδευσης. Αποτέλεσμα ήταν ένα απολύτως άναρχο τοπίο με εξομοίωση ικανών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με άλλα με ανύπαρκτες υποδομές, στοιχειώδη εκπαιδευτική μεθοδολογία και περιορισμένης ικανότητας διδάσκοντες … Ως μη τυπική εκπαίδευση και κατάρτιση ορίζεται οποιαδήποτε οργανωμένη εκπαιδευτκή δραστηριότητα εκτός του τυπικού εκπαιδευτικού συστήματος που απευθύνεται σε συγκεκριμένους εκπαιδευόμενους και έχει συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς στόχους. Ως τέτοιου είδους εκπαίδευση και κατάρτιση μέχρι τώρα στη χώρα μας δύναται να θεωρηθεί η παρεχόμενη από τα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ). Απροσδιόριστος ήταν μέχρι τώρα ο χώρος των Κέντρων ή Εργαστηρίων Ελευθέρων Σπουδών ή άλλων παρόχων μεταλυκειακής εκπαίδευσης και κατάρτισης που η φυσιογνωμία τους προσεγγίζει τη μη τυπική εκπαίδευση και κατάρτιση. Με τον παρόντα νόμο, στο εξής ο χώρος αυτός ρυθμίζεται (Κολλέγια και Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών) και εντάσσεται στο χώρο της μη τυπικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης και κατάρτισης …». Με τις διατάξεις του ως άνω ν. 3696/2008 ορίσθηκαν, μεταξύ άλλων, οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση αδείας ιδρύσεως και αδείας λειτουργίας Κολλεγίου. Στο άρθρο 1 του νόμου ορίζεται ότι τα Κολλέγια είναι πάροχοι μεταλυκειακής εκπαίδευσης και κατάρτισης και ότι οι βεβαιώσεις που χορηγούν δεν είναι ισότιμες με τους τίτλους που χορηγούνται στο πλαίσιο του ελληνικού συστήματος τυπικής εκπαίδευσης, όπως από Πανεπιστήμια, Τ.Ε.Ι. και Ι.Ε.Κ. (παρ. 1), καθώς και ότι η ίδρυση και λειτουργία των Κολλεγίων υπάγεται στον έλεγχο του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (ήδη Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων), σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού (παρ. 2). Οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση από τον Υπουργό Παιδείας αδείας ιδρύσεως Κολλεγίου σε φυσικά πρόσωπα, ενώσεις προσώπων και νομικά πρόσωπα προβλέπονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 2, 3 και 4 (λ.χ. για τα φυσικά πρόσωπα απαιτείται συμπλήρωση του 18ου έτους, μόνιμη εγκατάσταση σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα κ.ά.), στο δε άρθρο 5 προβλέπονται οι περιπτώσεις ανάκλησης της αδείας ιδρύσεως. Στην παρ. 1 του άρθρου 6 ορίζεται ότι για την έναρξη λειτουργίας Κολλεγίου που διαθέτει άδεια ιδρύσεως απαιτείται και άδεια λειτουργίας που χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, ενώ στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου καθορίζονται σε γενικές γραμμές τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας (κτιριακές υποδομές, συνθήκες υγιεινής και υλικοτεχνικός εξοπλισμός, διοικητική στελέχωση, πληρότητα προγράμματος σπουδών, αριθμός και προσόντα διδασκόντων, αξιοπιστία και οικονομική δυνατότητα), εξουσιοδοτείται δε ο Υπουργός Παιδείας να εξειδικεύσει περαιτέρω τα εν λόγω κριτήρια. Ακολούθως, στο άρθρο 7 προβλέπεται τριετής κατ’ αρχήν διάρκεια της αδείας λειτουργίας (παρ. 1) και ανανέωσή της κατόπιν σχετικής αιτήσεως (παρ. 2), ενώ προβλέπονται επίσης και οι περιπτώσεις ανακλήσεως της αδείας (παρ. 3). Εξ άλλου, στην παρ. 1 του άρθρου 10 ορίζεται ότι μόνο Κολλέγια που έχουν άδεια λειτουργίας μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης και κατάρτισης σε σύμπραξη με αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής, ιδίως με τη νομική μορφή της συμφωνίας πιστοποίησης (validation) ή δικαιόχρησης (franchising), στη δε παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζονται οι κατ’ ελάχιστον προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την εν λόγω σύμπραξη. Στο άρθρο 11 προβλέπονται τα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών (Ε.Ε.Σ.) ως «λοιποί πάροχοι υπηρεσιών εκπαίδευσης και κατάρτισης» και ορίζεται ότι αδειοδοτούνται βάσει ορισμένων κριτηρίων που εξειδικεύονται περαιτέρω με απόφαση του Υπουργού Παιδείας. Περαιτέρω, μεταξύ άλλων ρυθμίσεων του νόμου, προβλέπονται και κυρώσεις για παράβαση των διατάξεών του, όπως ανάκληση αδειών, πρόστιμα κ.ά. (άρθρο 22). Τέλος, στο άρθρο 23 παρ. 1 ορίζεται ότι κάθε πάροχος υπηρεσιών μεταλυκειακής εκπαίδευσης υποχρεούται να προσαρμοσθεί στις διατάξεις του νόμου έως 31.8.2009, σε αντίθετη δε περίπτωση διατάσσεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας η διακοπή της λειτουργίας του κατ’ εφαρμογή του άρθρου 22 παρ. 5. Κατ’ επίκληση της ανωτέρω εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 6 παρ. 2 εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την αίτηση ακυρώσεως 129450/Δ6/8.10.2008 υπουργική απόφαση περί εξειδικεύσεως των κριτηρίων για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας σε Κολλέγια. Ακολούθως, με το ν. 3848/2010 (Α΄ 71) και, ειδικότερα, με το άρθρο 45 αυτού αντικαταστάθηκαν ορισμένες διατάξεις του ως άνω ν. 3696/2008 και μετονομάσθηκαν τα Κολλέγια σε Κέντρα Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης (ΚΕ.Μ.Ε.). Στην παρ. 3 του εν λόγω άρθρου 45 του ν. 3848/2010 ορίζεται ότι άδειες λειτουργίας Κολλεγίων που έχουν χορηγηθεί παύουν να ισχύουν στις 31.8.2010, ότι οι νέες άδειες λειτουργίας χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3696/2008, όπως τροποποιείται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, μετά από επανεξέταση των ήδη κατεθειμένων αιτήσεων και δικαιολογητικών, και ότι οι αιτούντες μπορούν να προσκομίζουν και νέα συμπληρωματικά στοιχεία, έως τις 15.6.2010. Τέλος, κατ’ επίκληση της ίδιας ως άνω εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 3696/2008 εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την αίτηση συνεχίσεως της δίκης 63893/1Α/3.6.2010 νεότερη υπουργική απόφαση, με την οποία καταργήθηκε ρητώς και αντικαταστάθηκε η ανωτέρω 129450/Δ6/8.10.2008 απόφαση και εξειδικεύθηκαν τα κριτήρια για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας σε ΚΕ.Μ.Ε.
6. Επειδή, με το δικόγραφο της αιτήσεως συνεχίσεως της δίκης προβάλλεται ότι η υποχρέωση υπαγωγής όλων των νομίμως λειτουργούντων παρόχων μη τυπικής εκπαίδευσης και κατάρτισης στην βαθμίδα των ΚΕ.Μ.Ε. ή Εργαστηρίων Ελευθέρων Σπουδών επί ποινή διακοπής της λειτουργίας τους, κατά τα άρθρα 1, 11 και 22 παρ. 5 του εξουσιοδοτικού ν. 3696/2008, αντίκειται στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος που κατοχυρώνει το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και συμμετοχής στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ναι μεν η υπαγωγή μιας οικονομικής δραστηριότητας σε καθεστώς προηγούμενης διοικητικής αδείας συνιστά κατ’ αρχήν περιορισμό της συνταγματικά κατοχυρωμένης οικονομικής ελευθερίας, εν προκειμένω όμως, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, όπως αυτή συνάγεται από την αιτιολογική έκθεση του νόμου, το εν λόγω μέτρο κρίθηκε αναγκαίο προκειμένου να αναβαθμισθεί το επίπεδο της μη τυπικής εκπαίδευσης. Ενόψει δε του λόγου αυτού δημοσίου συμφέροντος αλλά και του γεγονότος ότι μόνη η υπαγωγή σε καθεστώς προηγούμενης αδείας δεν καθιστά αδύνατη ή ουσιωδώς δυσχερή την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των παρόχων της εν λόγω εκπαίδευσης, εφόσον, μάλιστα, η Διοίκηση δε έχει διακριτική ευχέρεια αλλά είναι υποχρεωμένη να χορηγήσει την άδεια αν συντρέχουν οι προβλεπόμενες από το νόμο προϋποθέσεις, η ρύθμιση αυτή δεν προσκρούει στην διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος (πρβλ. Σ.τ.Ε. Ολομ. 3037/2008).
7. Επειδή, προβάλλεται περαιτέρω ότι η όμοια αντιμετώπιση από το νομοθέτη (ένταξη στο σύστημα μη τυπικής εκπαίδευσης του ν. 3696/2008) του εκπαιδευτηρίου του αιτούντος, το οποίο συνεργάζεται με βρετανικό πανεπιστήμιο, και όλων γενικών των λειτουργούντων στην Ελλάδα, υπό το προ του ν. 3696/2008 καθεστώς, εργαστηρίων ελευθέρων σπουδών, ανεξαρτήτως της συνεργασίας τους ή μη με αλλοδαπά ιδρύματα και του επιπέδου των σπουδών που παρέχουν, αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει την αρχή της ισότητας. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, αφού ο ν. 3696/2008 δεν εντάσσει με όμοιο τρόπο στο νέο σύστημα όλα τα λειτουργούντα, υπό το προγενέστερο του νόμου αυτού καθεστώς, εργαστήρια ελευθέρων σπουδών, δεδομένου ότι καθιερώνει δύο βαθμίδες μη τυπικής εκπαίδευσης, τα Κέντρα Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης – ΚΕ.Μ.Ε.- (άρθρο 1) και τα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών – Ε.Ε.Σ. – (άρθρο 11), και θεσπίζει διαφορετικές προϋποθέσεις για την αδειοδότησή τους (αυστηρότερες για τα ΚΕ.Μ.Ε.), παρέχει δε μόνο στα ΚΕ.Μ.Ε. τη δυνατότητα σύμπραξης με πανεπιστήμια της αλλοδαπής (άρθρο 10).
8. Επειδή, προβάλλεται επίσης ότι η υποχρεωτική υπαγωγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας του αιτούντος στο νέο σύστημα του ν. 3696/2008 επί ποινή διακοπής της λειτουργίας της αντίκειται στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (κυρωθέντος με το ν.δ. 53/1974, Α΄ 256), το οποίο κατοχυρώνει την προστασία της περιουσίας κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, κατά τα ήδη εκτεθέντα, το μέτρο της υποχρεωτικής αδειοδότησης των παρόχων μη τυπικής εκπαίδευσης επιβάλλεται από το νόμο για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος (εξασφάλιση υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης), υπό τα δεδομένα δε αυτά συνιστά επιτρεπτή παρέμβαση σε περιουσιακής φύσεως δικαίωμα (πρβλ. Σ.τ.Ε. 931/2010, 3648/2005, 1882/2003, 3818/1997).
9. Επειδή, προβάλλεται ότι η υποχρεωτική υπαγωγή των παρόχων της μη τυπικής εκπαίδευσης στο καθεστώς του ν. 3696/2008 αντίκειται στη συνταγματική αρχή της προστατευομένης εμπιστοσύνης, η οποία αναγνωρίζεται και ως αρχή του κοινοτικού δικαίου, δεδομένου ότι ανατρέπεται ο οικονομικός προγραμματισμός των παρόχων αυτών. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι η μακρόχρονη διατήρηση ενός ευνοϊκού για ορισμένη κατηγορία προσώπων νομοθετικού καθεστώτος δεν αποτελεί, κατά την ανωτέρω αρχή, εμπόδιο για τη μεταβολή του, σύμφωνα με τις επιταγές του δημοσίου συμφέροντος, αναλόγως και με τις εκάστοτε κρατούσες συνθήκες (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2470/2008 Ολομ., καθώς και Σ.τ.Ε. 96/2009, 1234/2004). Συνεπώς, ο νομοθέτης δεν εκωλύετο από την αρχή αυτή να υπαγάγει σε νέο καθεστώς, για λόγο δημοσίου συμφέροντος, όπως έχει ήδη αναφερθεί, τους παρόχους της μη τυπικής εκπαίδευσης. Εξ άλλου, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο ειδικότερος ισχυρισμός ότι κατά παράβαση της αρχής της προστατευομένης εμπιστοσύνης οι πάροχοι της μη τυπικής εκπαίδευσης εκλήθησαν να προσαρμοσθούν στο νέο σύστημα εντός πολύ συντόμου χρονικού διαστήματος και χωρίς να προβλέπονται μεταβατικές ρυθμίσεις ή βοηθητικά μέτρα προσαρμογής. Και τούτο διότι η προεκτεθείσα διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1 του ν. 3696/2008 (δημοσιευθέντος στις 25.8.2008) παρείχε μεταβατική προθεσμία προσαρμογής ενός έτους, έως 31.8.2009, ενώ, περαιτέρω, με την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 45 παρ. 3 του ν. 3848/2010 επετράπη η προσκόμιση και νέων συμπληρωματικών στοιχείων για την αδειοδότηση, έως τις 15.6.2010, και, επομένως, παρεσχέθη εύλογος, κατ’ αρχήν, χρόνος προσαρμογής, ο οποίος δεν αμφισβητείται ειδικότερα από τον αιτούντα.
10. Επειδή, ο αιτών προβάλλει περαιτέρω ότι η εκπαίδευση και κατάρτιση που παρέχεται από τα ΚΕ.Μ.Ε. συνιστά ειδική εκπαίδευση και ως τοιαύτη είναι δυνατόν να ρυθμίζεται με νόμο, ο οποίος όμως υποχρεωτικά κατά το Σύνταγμα (άρθρο 16 παρ. 7) πρέπει να περιλαμβάνει και ρύθμιση για τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από αυτά. Συνεπώς, κατά τον αιτούντα, το άρθρο 1 παρ. 1 του εξουσιοδοτικού ν. 3696/2008, το οποίο προβλέπει τα ΚΕ.Μ.Ε. ως παρόχους μεταλυκειακής εκπαίδευσης χωρίς να περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων τους, αντίκειται στο άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος, αφού ο αιτών με την κρινόμενη αίτηση συνεχίσεως της δίκης παραπονείται για τις ρυθμίσεις του εξουσιοδοτικού ν. 3696/2008 και της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως οι οποίες, κατά τους ισχυρισμούς του, εμποδίζουν τη λειτουργία της επιχείρησής του, οι ρυθμίσεις δε αυτές, ουδεμία έχουν σύνδεση με τη μη αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων στους αποφοίτους των ΚΕ.Μ.Ε., από την οποία ο αιτών δεν προβάλλει ότι θίγεται. Κατά την γνώμη δε των Συμβούλων Γ. Ποταμιά, Η. Τσακόπουλου, Ο. Ζύγουρα και Θ. Αραβάνη, ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος προβλέπει την αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων στους αποφοίτους των ανωτέρων σχολών επαγγελματικής και ειδικής εκπαίδευσης, τα ΚΕ.Μ.Ε., όμως, δεν εμπίπτουν στην πρόβλεψη αυτή, εφόσον δεν αποτελούν ανώτερες σχολές αλλά εντάσσονται από το νομοθέτη στο χώρο της μη τυπικής εκπαίδευσης.
11. Επειδή, προβάλλεται ότι αντίκειται στο Σύνταγμα (άρθρα 5 παρ. 1, 12 παρ. 1 και αρχή της προστατευομένης εμπιστοσύνης) η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 εδ. β΄ του ν. 3696/2008, η οποία αφορά προϋπόθεση χορηγήσεως αδείας ιδρύσεως ΚΕ.Μ.Ε. σε νομικό πρόσωπο. Ανεξαρτήτως όμως του ότι η διάταξη αυτή δεν συνδέεται με την προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία αφορά προϋποθέσεις χορηγήσεως αδείας λειτουργίας ΚΕ.Μ.Ε., και όχι αδείας ιδρύσεως, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως ως απαράδεκτος, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος, αφού η ως άνω διάταξη αφορά τα νομικά πρόσωπα ενώ ο αιτών είναι ιδιοκτήτης ατομικής επιχείρησης.
12. Επειδή, προβάλλεται επίσης ότι η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 3696/2008, η οποία, όπως εξειδικεύεται περαιτέρω με το άρθρο 2 παρ. 1 και 2 της προσβαλλομένης αποφάσεως, προβλέπει ως κριτήριο για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας ΚΕ.Μ.Ε. τον έλεγχο της πληρότητας του προγράμματος σπουδών, αντιβαίνει στην διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 του Συντάγματος, με την οποία κατοχυρώνεται η ελευθερία της τέχνης, της επιστήμης, της έρευνας και της διδασκαλίας. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι ο νομοθέτης δεν κωλύεται από την εν λόγω συνταγματική διάταξη να θέσει ως προϋπόθεση για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας την πληρότητα του προγράμματος σπουδών που παρέχει το ΚΕ.Μ.Ε., δεδομένου ότι η προϋπόθεση αυτή συνιστά μέτρο κατάλληλο και πρόσφορο για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού της εξασφάλισης υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4113/2000, 2376/1988).
13. Επειδή, ο αιτών προβάλλει ότι η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 εδ. ζ΄ του ν. 3696/2008, η οποία, όπως εξειδικεύεται περαιτέρω με το άρθρο 21 της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως, προβλέπει την υποχρέωση καταθέσεως εγγυητικής επιστολής ύψους 500.000 ευρώ, ως προϋπόθεση για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας ΚΕ.Μ.Ε., συνιστά δυσανάλογο περιορισμό του δικαιώματος παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών και συμμετοχής στην οικονομική ζωή της χώρας και, επομένως, αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1 και 16 παρ. 1 του Συντάγματος σε συνδυασμό με τη συνταγματική διάταξη του άρθρου 25 παρ. 1 εδ. δ΄ που κατοχυρώνει την αρχή της αναλογικότητας. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η κατάθεση εγγυητικής επιστολής συνιστά μεν, κατ’ αρχήν, περιορισμό της ελεύθερης ανάπτυξης επιχειρηματικής δραστηριότητας, αποτελεί όμως ένα πρόσφορο μέσο που μπορεί να εξασφαλίσει την επιστροφή των καταβληθέντων διδάκτρων στους σπουδαστές και την καταβολή των αμοιβών του προσωπικού έως το τέλος του διδακτικού έτους σε περίπτωση ανάκλησης της αδείας λειτουργίας του ΚΕ.Μ.Ε. (βλ. άρθρο 7 παρ. 4 ν. 3696/2008). Περαιτέρω, ναι μεν το ποσό της εγγυητικής επιστολής εμφανίζεται σχετικά υψηλό, σύμφωνα όμως με σχετική ανάλυση που παρατίθεται στο έγγραφο των απόψεων της Διοικήσεως το ποσό αυτό είναι το ελάχιστο απαιτούμενο για να καλυφθούν οι ανωτέρω ανάγκες, λαμβανομένου υπόψη του ύψους των διδάκτρων και του ελάχιστου αριθμού σπουδαστών ενός βιώσιμου ΚΕ.Μ.Ε., και, συνεπώς, αφού η επιλογή του ποσού αυτού δεν παρίσταται προδήλως απρόσφορη ούτε υπερβαίνει προδήλως το αναγκαίο για την πραγματοποίηση του επιδιωκομένου θεμιτού σκοπού μέτρο, η εν λόγω επιλογή συνιστά ουσιαστική εκτίμηση του νομοθέτη που εκφεύγει του ακυρωτικού ελέγχου (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1512/2002, 4230/1995). Κατά την γνώμη όμως του Συμβούλου Γ. Ποταμιά, προς την οποία συντάχθηκε και η Πάρεδρος Χ. Μπολόφη, η ανωτέρω διάταξη περί εγγυητικής επιστολής αντίκειται στις προαναφερόμενες συνταγματικές διατάξεις, διότι η σχετική υποχρέωση συνιστά δυσανάλογο περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας των παρόχων μεταλυκειακής εκπαίδευσης καθώς προβλέπεται μεγάλο ποσό εγγυητικής επιστολής, το ύψος του οποίου δεν συναρτάται προς τον αριθμό ούτε των σπουδαστών ούτε των εργαζομένων σε κάθε ΚΕ.Μ.Ε.
14. Επειδή, προβάλλεται περαιτέρω ότι οι διατάξεις των άρθρων 18 και 19 της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως, που αφορούν την διαδικασία χορηγήσεως αδείας λειτουργίας ΚΕ.Μ.Ε. και, ειδικότερα, την εξέταση των αιτήσεων των ενδιαφερομένων από το Εθνικό Κέντρο Πιστοποίησης Δομών Διά Βίου Μάθησης (Ε.ΚΕ.ΠΙΣ.) και την διατύπωση από αυτό σχετικής γνώμης προς τον Υπουργό Παιδείας, έχουν τεθεί εκτός εξουσιοδοτήσεως, κατά παράβαση του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος. Και τούτο διότι στο προοίμιο της προσβαλλομένης γίνεται επίκληση μόνο της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 6 του ν. 3696/2008, όπως ισχύει, ενώ η εξουσιοδότηση στον Υπουργό Παιδείας για εξειδίκευση των ανωτέρω αρμοδιοτήτων του Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. έχει χορηγηθεί με άλλη διάταξη και δη εκείνη του άρθρου 12 παρ. 2 του ίδιου ν. 3696/2008, όπως ισχύει. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι από το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος συνάγεται ότι για να είναι νόμιμη η κανονιστική πράξη πρέπει να εκδίδεται βάσει ειδικής εξουσιοδοτήσεως νόμου, η μη αναγραφή όμως της εξουσιοδοτικής διατάξεως στο προοίμιο της πράξεως δεν συνιστά πλημμέλεια αυτής και, συνεπώς, ούτε λόγο ακυρότητας, πολλώ δε μάλλον στη συγκεκριμένη περίπτωση όπου μνημονεύεται ο εξουσιοδοτικός νόμος (πρβλ. Σ.τ.Ε. 3923/2007, 1882/2003, 3942/2001). Εξ άλλου, προβάλλεται, αντιστοίχως, ότι το άρθρο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το οποίο αφορά μεταβατικά θέματα, έχει τεθεί εκτός εξουσιοδοτήσεως, διότι η σχετική εξουσιοδοτική διάταξη (άρθρο 45 παρ. 3 του ν. 3848/2010) δεν μνημονεύεται στο προοίμιο της προσβαλλομένης. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως προβαλλόμενος άνευ εννόμου συμφέροντος, αφού το ως άνω άρθρο 20 ρυθμίζει θέματα σχετικά με ΚΕ.Μ.Ε. που είχαν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της καταργηθείσης 129450/Δ6/8.10.2008 αποφάσεως και, επομένως, δεν αφορά τον αιτούντα, ο οποίος δεν έχει υποβάλει αίτηση για χορήγηση σ’ αυτόν αδείας λειτουργίας.
15. Επειδή, ο αιτών προβάλλει ότι με την διάταξη του άρθρου 18 παρ. 2 της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως παρέχεται ανεπίτρεπτη υπεξουσιοδότηση, κατά παράβαση του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος, στο Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) του Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι με το εν λόγω άρθρο 18 παρ. 2 παρέχεται από την Υπουργό Παιδείας υπεξουσιοδότηση στο Δ.Σ. του Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. να καθορίσει τις διαδικασίες παροχής από αυτό γνώμης για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας ΚΕ.Μ.Ε., δηλαδή να ρυθμίσει θέματα που έχουν λεπτομερειακό χαρακτήρα, εφόσον μάλιστα η βασική ρύθμιση γίνεται με την παρ. 3 του εν λόγω άρθρου 18, ως εκ τούτου δε επιτρεπτώς παρέχεται η εν λόγω υπεξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος.
16. Επειδή, προβάλλεται ότι «στα άρθρα 5, 6, 7, 8 και 9 της προσβαλλόμενης υπουργικής αποφάσεως προσδιορίζονται πολύ συγκεκριμένα κτιριολογικά στοιχεία που πρέπει να συγκεντρώνουν οι κτιριακές εγκαταστάσεις, οι χώροι διοικήσεως, οι χώροι εκπαιδεύσεως και καταρτίσεως και οι χώροι εργαστηρίων των ΚΕΜΕ, προκειμένου να χορηγηθεί άδεια λειτουργίας αυτών. Οι ρυθμίσεις αυτές όμως είναι εκτός της νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 6 παρ. 2 ν. 3696/2008, όπου ρητά ορίζεται ότι οι κτιριακές υποδομές τίθενται ως κριτήριο αδειοδοτήσεως στο βαθμό που συνδέονται με τις ανάγκες των σπουδαστών σε διδασκαλία, μελέτη, ψυχαγωγία και άθληση». Ο λόγος αυτός, όπως προβάλλεται, είναι απορριπτέος ως αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτιμήσεως, αφού δεν εξειδικεύονται από τον αιτούντα οι ρυθμίσεις οι οποίες, κατ’ αυτόν, δεν σχετίζονται με τα κριτήρια της εξουσιοδοτικής διατάξεως. Ομοίως, απορριπτέος ως αόριστος είναι και ο ισχυρισμός ότι οι ανωτέρω ρυθμίσεις αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας διότι ο Υπουργός Παιδείας αντιμετωπίζει τα ΚΕ.Μ.Ε. κατά ανόμοιο τρόπο σε σχέση με τα ισχύοντα για τα δημόσια Ι.Ε.Κ., Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι., ορισμένα από τα οποία δεν πληρούν τις τιθέμενες για τα Κ.Ε.Μ.Ε. κτιριολογικές προϋποθέσεις. Άλλωστε, ο ισχυρισμός αυτής είναι σε κάθε περίπτωση και αβάσιμος, αφού τα ΚΕ.Μ.Ε., σε αντίθεση με τα Ι.Ε.Κ., Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι., εντάσσονται στο χώρο της μη τυπικής εκπαίδευσης και, συνεπώς, δεν τελούν υπό τις αυτές συνθήκες ώστε να τίθεται ζήτημα παραβίασης της αρχής της ισότητας. Προβάλλεται επίσης ότι κείται εκτός της ανωτέρω εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 3696/2008 η πρόβλεψη της προσβαλλομένης αποφάσεως (άρθρο 8 παρ. 2 εδ. ε΄) για ελάχιστο πλάτος των θυρών των αιθουσών διδασκαλίας (1 μέτρο), διότι δεν συνδέεται με τις ανάγκες των σπουδαστών, αλλά παρίσταται τυχαία. Και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος, διότι η συγκεκριμένη ρύθμιση συνάπτεται με το κριτήριο των κτιριακών υποδομών που προβλέπει η εξουσιοδοτική διάταξη, υπό την έννοια ότι η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση προφανώς για λόγους ασφαλείας απαιτεί ένα εύλογο πλάτος των θυρών των αιθουσών διδασκαλίας, από τις οποίες θα διέρχεται καθημερινά ένας μεγάλος αριθμός προσώπων. Περαιτέρω, κατά την έννοια της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 3696/2008, όπως αυτή είναι ερμηνευτέα υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 21 παρ. 3 του Συντάγματος περί λήψεως ειδικών μέτρων για την προστασία της αναπηρίας, στο κριτήριο των κτιριακών υποδομών μπορεί να περιλαμβάνεται και η καταλληλότητα των υποδομών για την διευκόλυνση ατόμων με ειδικές ανάγκες. Συνεπώς, είναι εντός εξουσιοδοτήσεως η ρύθμιση της προσβαλλομένης αποφάσεως κατά την οποία απαιτείται δυνατότητα πρόσβασης των ατόμων αυτών στους χώρους των ΚΕ.Μ.Ε., ακόμη και αν δεν υπάρχουν σε συγκεκριμένο εκπαιδευτικό έτος εγγεγραμμένοι σπουδαστές με αναπηρία, είναι δε απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλονται τα αντίθετα.
17. Επειδή, με το δικόγραφο προσθέτων λόγων επί της αιτήσεως συνεχίσεως της δίκης προβάλλεται ότι: α) Η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 εδ. γ΄ του εξουσιοδοτικού νόμου 3696/2008, η οποία ορίζει ότι σε περίπτωση σύμπραξης με εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής, κατά το άρθρο 10 του νόμου αυτού, η συνδρομή του κριτηρίου χορηγήσεως αδείας λειτουργίας ΚΕ.Μ.Ε. που αφορά την πληρότητα του προγράμματος σπουδών «αποδεικνύεται με την υποβολή εγκεκριμένου από το εκπαιδευτικό ίδρυμα της αλλοδαπής αναλυτικού προγράμματος σπουδών και βεβαίωσης αξιολόγησής του από την εθνική αρχή διασφάλισης ποιότητας ή τον κατά το δίκαιο της έδρας αρμόδιο φορέα πιστοποίησης, εφόσον η βεβαίωση αυτή προβλέπεται από το φορέα της χώρας όπου εδρεύει το ίδρυμα» αντίκειται στο άρθρο 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.) περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. β) Οι διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 2 περ. β΄, γ΄ και ε΄ του ν. 3696/2008 οι οποίες θεσπίζουν προϋποθέσεις για τη σύμπραξη ΚΕ.Μ.Ε. με ίδρυμα της αλλοδαπής, που αφορούν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των διδασκόντων στο ΚΕ.Μ.Ε., την αναλογία διδασκόντων-διδασκομένων και τους όρους εισαγωγής, φοίτησης, αξιολόγησης, εξέλιξης και αποφοίτησης των σπουδαστών, αντιβαίνουν στο ως άνω άρθρο 56 της Σ.Λ.Ε.Ε. γ) Η διάταξη του άρθρου 10 παρ. 3 του ν. 3696/2008, η οποία προβλέπει ότι η συνδρομή των προϋποθέσεων της παρ. 2 του ιδίου άρθρου για τη σύμπραξη ΚΕ.Μ.Ε. με ίδρυμα της αλλοδαπής πρέπει να αποδεικνύεται από το ΚΕ.Μ.Ε. με την προσκόμιση της συμφωνίας και κάθε άλλου πρόσφορου αποδεικτικού μέσου, ενώ για το ίδρυμα της αλλοδαπής ζητείται η γνώμη του Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π., αντίκειται στο ανωτέρω άρθρο 56 της Σ.Λ.Ε.Ε. δ) Η διάταξη του άρθρου 18 παρ. 4 του ως άνω ν. 3696/2008, που ορίζει ότι τα Κ.Ε.Μ.Ε. οφείλουν να υποβάλουν μέχρι τέλος Οκτωβρίου στο Υπουργείο Παιδείας κατάσταση με το διδακτικό προσωπικό και τους εγγεγραμμένους σπουδαστές, αντιβαίνει στις αρχές της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και της ελευθερίας εγκαταστάσεως (άρθρα 56 και 49 της Σ.Λ.Ε.Ε.). Όλοι, όμως, οι ανωτέρω λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι, αφού στρέφονται ευθέως κατά διατάξεων του εξουσιοδοτικού νόμου, οι οποίες δεν εξειδικεύονται με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση (πρβλ. Σ.τ.Ε. Ολομ. 1792/1997, καθώς και Σ.τ.Ε. 96/2009, 2470/2008, 372, 373/2005, 1095/2001).
18. Επειδή, προβάλλεται περαιτέρω ότι η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 εδ. ζ΄ του ν. 3696/2008, η οποία, όπως εξειδικεύεται περαιτέρω με το άρθρο 21 της προσβαλλομένης αποφάσεως, προβλέπει την υποχρέωση καταθέσεως εγγυητικής επιστολής ύψους 500.000 ευρώ, ως προϋπόθεση για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας ΚΕ.Μ.Ε., αντίκειται στο άρθρο 49 της Σ.Λ.Ε.Ε. περί ελευθερίας εγκατάστασης διότι θεσπίζει μια ιδιαιτέρως επαχθή οικονομική υποχρέωση για όσους παρόχους μεταλυκειακής εκπαίδευσης επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στην ελληνική επικράτεια και, ως εκ τούτου, η συγκεκριμένη διάταξη αποτρέπει και καθιστά λιγότερο ελκυστική την παροχή εκπαιδευτικών υπηρεσιών από αλλοδαπά εκπαιδευτικά ιδρύματα στην Ελλάδα. Ο λόγος αυτός, όπως διατυπώνεται, αναφέρεται στον περιορισμό της ελευθερίας εγκατάστασης στην Ελλάδα εκπαιδευτικών ιδρυμάτων άλλων κρατών-μελών και, επομένως, είναι απορριπτέος ως προβαλλόμενος εκ συμφέροντος τρίτου.
19. Επειδή, προβάλλεται επίσης ότι η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 περ. δ΄ εδ. β΄ του ν. 3696/2008, η οποία, όπως εξειδικεύεται περαιτέρω με το άρθρο 3 της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως, προβλέπει ότι οι διδάσκοντες σε ΚΕ.Μ.Ε. πρέπει να είναι κάτοχοι πτυχίου Α.Ε.Ι. ή μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου σπουδών ή ισοτίμου της αλλοδαπής, αντιβαίνει στα άρθρα 45 (περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων) και 49 (περί ελευθερίας εγκατάστασης) της Σ.Λ.Ε.Ε., καθώς και στο άρθρο 50 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, που αφορά αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων. Και τούτο διότι, κατά τον αιτούντα, η προσθήκη της λέξεως «ισοτίμου» στην ως άνω διάταξη οδηγεί ερμηνευτικά στο συμπέρασμα ότι πρέπει να μεσολαβήσει σχετικός έλεγχος και αναγνώριση της ισοτιμίας από το ΔΟΑΤΑΠ. Η απαίτηση δε αυτή συνιστά, κατά τον αιτούντα, μέτρο ικανό να απαγορεύσει, να παρακωλύσει ή να καταστήσει λιγότερο ελκυστική την άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων. Και ο λόγος όμως αυτός, όπως διατυπώνεται, είναι απορριπτέος ως προβαλλόμενος εκ συμφέροντος τρίτου (εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και εργαζομένων – διδασκόντων που προέρχονται από άλλα κράτη – μέλη), ενώ ο αιτών δεν υποστηρίζει ότι θίγεται ο ίδιος από την επίμαχη ρύθμιση.
20. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 5, 8, 9, 10, 11, 12 και 13 της προσβαλλομένης αποφάσεως, οι οποίες προβλέπουν, μεταξύ άλλων, λεπτομερή καθορισμό των κτιριολογικών προδιαγραφών, πρόβλεψη ελάχιστου συνολικού χώρου του ΚΕ.Μ.Ε. κλπ. και περιέχουν εκτενείς ρυθμίσεις για τους χώρους υγιεινής, τους χώρους κυκλοφορίας κλπ., η μη τήρηση των οποίων καθιστά αδύνατη τη λήψη αδείας λειτουργίας ΚΕ.Μ.Ε., αντίκεινται στο άρθρο 49 της ΣΛΕΕ (περί ελευθερίας εγκατάστασης) καθώς δημιουργούν «περαιτέρω εμπόδια στην εγκατάσταση και δραστηριοποίηση τόσο των ημεδαπών φορέων εκπαιδεύσεως, όσο και των αλλοδαπών στην ελληνική επικράτεια». Ο λόγος όμως αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος, αφού δεν εξειδικεύονται από τον αιτούντα οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις οι οποίες, κατ’ αυτόν, έρχονται σε αντίθεση με το ως άνω άρθρο 49.
21. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στον αιτούντα την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 7 Μαρτίου 2012
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Π. Πικραμμένος Μ. Παπασαράντη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 18 Φεβρουαρίου 2013.
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Κ. Μενουδάκος Μ. Παπασαράντη
./.
./.