ΣτΕ 81/12, Β τμ., ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ- Συντάσσεται έκθεση κατάσχεσης και όχι αποδειξη παραλαβής επί κατασχέσεως των βιβλίων και στοιχείων απο την επαγγελαμτική εγκατάσταση ( προ αρθ.32 ν. 2648/98)

ΣΤΕ

Αριθμός 81/2012 , ΠΡΟΣΟΧΗ ΑΦΟΡΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΙΣΧΥ ΤΟΥ ΑΡΘ. 32 ΤΟΥ Ν.2648/98 ( δηλ. 22-10-98)  βλ. και ΣτΕ 181/2005 και την ΣτΕ 4211/2011 που είχε κρίνει και δεχθεί οτι δεν απαιτείται επι προσκλήσεως και παραδόσεως των βιβλίων  α’ και β΄κατηγορίας στο κατάστημα της ΔΟΥ έκθεση κατασχεσης αλλά αρκεί αποδειξη παραλαβής. Επίσης ΠΡΟΣΟΧΗ  το άρθρο 32 του ν. 2648/98 ίσχυσε απο 22-10-98 εώς 31-5-2010 οπότε και με το άρθρο 19 παρ.31 του ν. 3842/10 καταργήθηκε  και αναμορφώθηκε η παρ. 5 του άρθρου 36 έτσι ώστε πλέον να μην υπάρχει η δυνατότητα κατάσχεσης με απόδειξη παραλαβής.Θα πρέπει επίσης να προσεχθεί οτι με το άρθρο 8 του ν. 3943/2011 προβλέφθηκε η δυνατότητα ελέγχου  απο ΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ. βέβαια όταν συντέρχουν οι προυποθέσεις για εξωλογιστικό  θα πρέπει ο έλεγοχος να διενεργείται στην έδρα της επιχείρησης ή όταν απαιτείται έλεγοχος παραγωγής ή χρήση ειδικού λογισμικού.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ : Στο άρθρο 36 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, Α΄ 84, εφεξής «ΚΒΣ»), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 32 του ν. 2648/1998 (Α΄ 238), το οποίο ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 48 παρ. 4 του ιδίου νόμου, από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (22.10.1998), επιβαλλόταν  ο έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων των επιτηδευματιών να ενεργείται καταρχήν στην επαγγελματική εγκατάσταση αυτών. Μπορεί, όμως, να γίνει και εκτός της επαγγελματικής εγκαταστάσεως του υποχρέου και, ειδικότερα, στο κατάστημα της αρμόδιας φορολογικής αρχής στις περιπτώσεις των παρ. 3, 4 και 5 του άρθρου 36 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, δηλαδή μετά από κατάσχεση των βιβλίων και στοιχείων, οπότε αυτά αφαιρούνται από την επαγγελματική εγκατάσταση του υποχρέου και παραδίδονται για έλεγχο στον αρμόδιο προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Ενόψει αυτών, σε κάθε περίπτωση αφαιρέσεως, στην έννοια της οποίας υπάγεται και η καθ’ οιονδήποτε τρόπο (οικειοθελώς ή κατόπιν προσκλήσεως) προσκόμιση (βλ. ΣτΕ 286/2009, 3358/2006) ή γενικότερα παραλαβής από υπαλλήλους της οικείας Δ.Ο.Υ. ή της Υ.ΠΕ.Δ.Α. βιβλίων και στοιχείων από την επαγγελματική εγκατάσταση του υποχρέου, προκειμένου αυτά στη συνέχεια να παραδοθούν για έλεγχο στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. πρέπει, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, να τηρείται η διαδικασία κατασχέσεως των εν λόγω βιβλίων και στοιχείων. Επομένως, για τη νομιμότητα πράξεως επιβολής προστίμου σε βάρος του επιτηδευματία για παραβάσεις του Κ.Β.Σ. που προέκυψαν από τα βιβλία και στοιχεία αυτά, απαιτείται ως ουσιώδης τύπος επιβαλλόμενος από το νόμο ως στοιχείο του κύρους της πράξεως, η προηγούμενη σύνταξη εκθέσεως κατασχέσεως και η επίδοση αντιγράφου αυτής στον υπόχρεο. Εξάλλου, φορολογικά στοιχεία του υποχρέου, για τα οποία, όταν αφαιρούνται, κατά την προεκτεθείσα έννοια, ή εν γένει παραλαμβάνονται από την επαγγελματική του εγκατάσταση, πρέπει να τηρείται η διαδικασία της κατασχέσεως, είναι και τα στοιχεία που εκδίδουν τρίτοι προς τον υπόχρεο και τα οποία αυτός λαμβάνει και καταχωρίζει στα βιβλία του (ΣτΕ 3957-6/2004 και 3452/2001). Τέλος, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, η εν λόγω έκθεση πρέπει, για να είναι έγκυρη, να εμπεριέχει το ρητό χαρακτηρισμό της ως «εκθέσεως κατασχέσεως», γιατί μόνο με τον τρόπο αυτό δηλώνεται επαρκώς (όπως απαιτείται για τη διασφάλιση των σχετικών δικαιωμάτων του υποχρέου) το νόημα της συγκεκριμένης αφαίρεσης στοιχείων, ότι διενεργείται, δηλαδή, αναγκαστικά λόγω υπονοιών αποκρύψεως φορολογητέας ύλης, με τις εντεύθεν δυσμενείς για τον επιτηδευματία ενδεχόμενες συνέπειες (ΣτΕ 2976/2002 επτ., 286, 202/2009, 3004/2008, 890/2007, 3358, 3320/2006, 4106, 1063/2005, κ.ά.).
——————–

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Δεκεμβρίου 2011 με την εξής σύνθεση: Ε. Γαλανού, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου της Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Α.-Γ.Βώρος, Γ. Τσιμέκας, Σύμβουλοι, Σ. Βιτάλη, Ι. Δημητρακόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.
Για να δικάσει την από 9 Ιουλίου 2002 αίτηση:
της Ομόρρυθμης Εταιρείας με την επωνυμία “Αθανάσιος Μαντάς & Σία Ο.Ε.”, που εδρεύει στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης (οδός Θερμαϊκού αρ. 41), η οποία παρέστη με τη δικηγόρο Αλεξάνδρα Μαύρου-Τσάκου (Α.Μ. 2239 Δ.Σ. Θεσσαλονίκης), που τη διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Πέτρο Κωνσταντινόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα εταιρεία επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 2002/2001 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Α.-Γ. Βώρου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια της αναιρεσείουσας εταιρείας, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθ. 533701/2002 ειδικό γραμμάτιο παραβόλου, σειράς Α΄).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώνεται με το από 14.12.2007 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται, παραδεκτώς η αναίρεση της απόφασης 2002/2001 του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της ήδη αναιρεσείουσας κατά της απόφασης 1282/2000 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Με την πρωτόδικη απόφαση είχε απορριφθεί προσφυγή της ήδη αναιρεσείουσας εταιρίας κατά της 23/1997 πράξεως επιβολής προστίμου του Προϊσταμένου της Α΄ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης, με την οποία είχε επιβληθεί σε βάρος της εταιρίας αυτής συνολικό πρόστιμο ύψους 315.245.000 δραχμών, για παραβάσεις διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, κατά τη διαχειριστική περίοδο 1994.
3. Επειδή, στο άρθρο 36 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, Α΄ 84, εφεξής «ΚΒΣ»), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 32 του ν. 2648/1998 (Α΄ 238), το οποίο ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 48 παρ. 4 του ιδίου νόμου, από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (22.10.1998), ορίζονται τα εξής: «1. Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. και ο υπάλληλος που ορίζεται από αυτόν δικαιούται, οποιαδήποτε εργάσιμη για τον υπόχρεο ώρα, να λαμβάνει γνώση, να ελέγχει και να θεωρεί όλα τα βιβλία και στοιχεία που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό ή άλλους νόμους, καθώς και αυτά που τηρούνται προαιρετικά από τον υπόχρεο και να λαμβάνει γνώση οποιουδήποτε άλλου βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου και κάθε περιουσιακού στοιχείου που βρίσκεται στην επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία ή στο κατάστημα κάθε άλλου υπόχρεου. Ο έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό γίνεται στην επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία ή στα γραφεία της ΔΟΥ, προκειμένου για βιβλία της πρώτης και δεύτερης κατηγορίας, μετά από έγγραφη πρόσκληση του Προϊσταμένου αυτής … 2. … 3. Αν κατά τη διάρκεια του φορολογικού ελέγχου διαπιστωθεί η ύπαρξη βιβλίων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων που σχετίζονται με τον έλεγχο, από τα οποία είναι ενδεχόμενο να προκύπτει απόκρυψη φορολογητέας ύλης, κατάσχονται από τον υπάλληλο που ενεργεί τον φορολογικό έλεγχο και παραδίδονται στον αρμόδιο προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., ο οποίος, εφόσον με βάση αυτά ενεργεί φορολογική εγγραφή, τα διαφυλάσσει μέχρι την τελεσιδικία αυτής. Για τις κατασχέσεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται ανάλογα σι διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της επομένης παραγράφου. 4. Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή ο αρμόδιος Επιθεωρητής, στις περιπτώσεις που υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι στην επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία ή στο κατάστημα οποιουδήποτε άλλου υπόχρεου αποκρύπτονται βιβλία, έγγραφα, εμπορεύματα ή άλλα στοιχεία, τα οποία ασκούν επιρροή στον ακριβή προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης, μπορεί, με έγγραφό του να ζητήσει από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών … τη συνδρομή ανακριτικού υπαλλήλου για την έρευνα προς ανεύρεση των βιβλίων ή εγγράφων ή εμπορευμάτων ή άλλων στοιχείων, με τη σύμπραξη φοροτεχνικών υπαλλήλων … Η έρευνα ενεργείται σε οποιαδήποτε για τον υπόχρεο εργάσιμη ώρα. Τα βιβλία, έγγραφα και λοιπά στοιχεία που βρίσκονται, κατάσχονται και παραδίδονται στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ., ο οποίος, εφόσον με βάση αυτά ενεργεί φορολογική εγγραφή, τα φυλάσσει μέχρι την τελεσιδικία αυτής. Για την έρευνα και την κατάσχεση συντάσσεται έκθεση, η οποία υπογράφεται από αυτούς που διενεργούν την κατάσχεση και τον επιτηδευματία. Αντίγραφο της έκθεσης επιδίδεται στον υπόχρεο, ο οποίος δικαιούται να λάβει αντίγραφα ή φωτοτυπίες των κατασχεθέντων βιβλίων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων με δαπάνες του. 5. Στις περιπτώσεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου αυτού επιτρέπεται η κατάσχεση και των βιβλίων και στοιχείων που τηρούνται με βάση τις διατάξεις του Κώδικα αυτού. 6…».
4. Επειδή, όπως συνάγεται από τις ανωτέρω διατάξεις, ο έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων των επιτηδευματιών ενεργείται καταρχήν στην επαγγελματική εγκατάσταση αυτών. Μπορεί, όμως, να γίνει και εκτός της επαγγελματικής εγκαταστάσεως του υποχρέου και, ειδικότερα, στο κατάστημα της αρμόδιας φορολογικής αρχής στις περιπτώσεις των παρ. 3, 4 και 5 του άρθρου 36 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, δηλαδή μετά από κατάσχεση των βιβλίων και στοιχείων, οπότε αυτά αφαιρούνται από την επαγγελματική εγκατάσταση του υποχρέου και παραδίδονται για έλεγχο στον αρμόδιο προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Ενόψει αυτών, σε κάθε περίπτωση αφαιρέσεως, στην έννοια της οποίας υπάγεται και η καθ’ οιονδήποτε τρόπο (οικειοθελώς ή κατόπιν προσκλήσεως) προσκόμιση (βλ. ΣτΕ 286/2009, 3358/2006) ή γενικότερα παραλαβής από υπαλλήλους της οικείας Δ.Ο.Υ. ή της Υ.ΠΕ.Δ.Α. βιβλίων και στοιχείων από την επαγγελματική εγκατάσταση του υποχρέου, προκειμένου αυτά στη συνέχεια να παραδοθούν για έλεγχο στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. πρέπει, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, να τηρείται η διαδικασία κατασχέσεως των εν λόγω βιβλίων και στοιχείων. Επομένως, για τη νομιμότητα πράξεως επιβολής προστίμου σε βάρος του επιτηδευματία για παραβάσεις του Κ.Β.Σ. που προέκυψαν από τα βιβλία και στοιχεία αυτά, απαιτείται ως ουσιώδης τύπος επιβαλλόμενος από το νόμο ως στοιχείο του κύρους της πράξεως, η προηγούμενη σύνταξη εκθέσεως κατασχέσεως και η επίδοση αντιγράφου αυτής στον υπόχρεο. Εξάλλου, φορολογικά στοιχεία του υποχρέου, για τα οποία, όταν αφαιρούνται, κατά την προεκτεθείσα έννοια, ή εν γένει παραλαμβάνονται από την επαγγελματική του εγκατάσταση, πρέπει να τηρείται η διαδικασία της κατασχέσεως, είναι και τα στοιχεία που εκδίδουν τρίτοι προς τον υπόχρεο και τα οποία αυτός λαμβάνει και καταχωρίζει στα βιβλία του (ΣτΕ 3957-6/2004 και 3452/2001). Τέλος, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, η εν λόγω έκθεση πρέπει, για να είναι έγκυρη, να εμπεριέχει το ρητό χαρακτηρισμό της ως «εκθέσεως κατασχέσεως», γιατί μόνο με τον τρόπο αυτό δηλώνεται επαρκώς (όπως απαιτείται για τη διασφάλιση των σχετικών δικαιωμάτων του υποχρέου) το νόημα της συγκεκριμένης αφαίρεσης στοιχείων, ότι διενεργείται, δηλαδή, αναγκαστικά λόγω υπονοιών αποκρύψεως φορολογητέας ύλης, με τις εντεύθεν δυσμενείς για τον επιτηδευματία ενδεχόμενες συνέπειες (ΣτΕ 2976/2002 επτ., 286, 202/2009, 3004/2008, 890/2007, 3358, 3320/2006, 4106, 1063/2005, κ.ά.).
5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα, προκύπτουν τα εξής: Δυνάμει της ειδικής εντολής ελέγχου (85/1996), ελεγκτές της ΥΠΕΔΑ (Παραρτήματος Θεσσαλονίκης) διενήργησαν έλεγχο στην επιχείρηση της αναιρεσείουσας ομόρρυθμης εταιρίας, με το διακριτικό τίτλο «VASSO», αντικείμενο εργασιών την παραγωγή και πώληση ετοίμων ενδυμάτων και έδρα τη Θεσσαλονίκη (Θερμαϊκού 41), η οποία τηρεί βιβλία και στοιχεία Γ΄ κατηγορίας του ΚΒΣ, σχετικά με την αποδοχή εκ μέρους της των υπ’ αριθ. 22/4.4.1994, 35/14.4.1994, 48/21.8.1994, 49/29.8.1994, 16/10.10.1994 και 17/17.10.1994 έξι (6) εικονικών τιμολογίων εκδόσεως της φερόμενης ως προμηθεύτριας επιχειρήσεως, με την επωνυμία «Γ. Βλαχόπουλος – Ι. Σαλαγκούδης και Σια» και το διακριτικό τίτλο «ΤΡΙΚΟΧΡΩΜ» που ασχολείται με τη βαφή, λεύκανση και φινίρισμα υφασμάτων και νημάτων, με έδρα στο 4ο χλμ. Σίνδου – Χαλάστρας – Θεσσαλονίκης, τα οποία, όμως, δεν ανευρέθηκαν. Ακολούθως, ο Προϊστάμενος της ΥΠΕΔΑ απέστειλε στην αναιρεσείουσα την 5169/13.9.1995 πρόσκληση του άρθρου 36 (παρ. 1) του π.δ. 186/1992 του ΚΒΣ, προκειμένου να τα προσκομίσει, η δε τελευταία ανταποκρινόμενη στην πρόσκληση αυτή προσκόμισε αυτά στα γραφεία της παραπάνω υπηρεσίας, συντάχθηκε δε σχετικά η από 4.10.1995 απόδειξη παραλαβής. Επακολούθησε έλεγχος στα βιβλία και στοιχεία που τηρούσε η αναιρεσείουσα, κατά τον οποίο διαπιστώθηκε ότι αυτή αποδέχθηκε, έλαβε και καταχώρισε τα παραπάνω έξι (6) τιμολόγια συνολικής αξίας με φπα 156.872.504 δρχ., τα οποία εκδόθηκαν κατά τη χρονική περίοδο 4.4.1994 έως 17.10.1994 από τη φερόμενη ως προμηθεύτρια επιχείρηση «ΤΡΙΚΟΧΡΩΜ» και τα οποία θεωρήθηκαν εικονικά, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του ελεγκτή της ΦΑΕ Θεσσαλονίκης, Σπυρ. Παραλίκη κατά τον έλεγχο που πραγματοποίησε στην τελευταία. Ακολούθως, ο ως άνω Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., υιοθετώντας τα πορίσματα του ελέγχου, με την 23/1997 απόφασή του επέβαλε σε βάρος της αναιρεσείουσας αναφερόμενο στη σκέψη 2 συνολικό πρόστιμο και ειδικότερα πρόστιμο για αποδοχή – λήψη έξι εικονικών τιμολογίων ύψους 313.745.000 δρχ. ίσο με το διπλάσιο της αξίας τους (156.872.504 x 2) και πρόστιμο για καταχώριση στα βιβλία της των τιμολογίων αυτών (6 x 250.000) 1.500.000 δρχ. Προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της ως άνω καταλογιστικής πράξεως απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την 1282/2000 απόφασή του, ως αβάσιμη. Έφεση του αναιρεσείοντος κατά της πρωτόδικης απόφασης απορρίφθηκε από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, επίσης ως αβάσιμη.
6. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση η αναιρεσείουσα εταιρία προβάλλει, επαναφέροντας κατ’ αναίρεση σχετικό λόγο που είχε προβάλει πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, ότι η καταλογιστική πράξη είναι νομικά πλημμελής, καθόσον για την παραλαβή από τη διάδικη Δ.Ο.Υ. των έξι προαναφερθέντων τιμολογίων, τα οποία προσκομίστηκαν από την αναιρεσείουσα κατόπιν σχετικής προσκλήσεώς της στα γραφεία της εν λόγω υπηρεσίας, συντάχθηκε απόδειξη παραλαβής, αντί εκθέσεως κατασχέσεως. Ο ως άνω λόγος απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση του διοικητικού εφετείου, με την αιτιολογία ότι,
«εφόσον τα εν λόγω φορολογικά στοιχεία προσκομίστηκαν, έστω και αν η εκκαλούσα δεν υπείχε σχετική κατά νόμο υποχρέωση, οικειοθελώς στο κατάστημα της Υ.Π.Ε.Δ.Α….δεν επιβαλλόταν, κατ’ άρθρο 36 του Κ.Β.Σ., η τήρηση της διαδικασίας κατασχέσεως των εν λόγω στοιχείων». Η αιτιολογία, όμως αυτή δεν είναι νόμιμη, αφού, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 4, η καθ’ οιονδήποτε τρόπο (οικειοθελώς ή κατόπιν προσκλήσεως) προσκόμιση των επίδικων φορολογικών στοιχείων από την αναιρεσείουσα στο κατάστημα της φορολογικής αρχής αποτελεί περίπτωση αφαίρεσης, κατά τα ανωτέρω, από την επαγγελματική της εγκατάσταση προς έλεγχο στα γραφεία της Δ.Ο.Υ., στοιχείων Γ΄ κατηγορίας που τηρούνται με βάση τις διατάξεις του Κ.Β.Σ., για την οποία θα έπρεπε να είχε συνταχθεί έκθεση κατασχέσεως και, επομένως, εφόσον τα φορολογικά αυτά στοιχεία παρελήφθησαν με απόδειξη παραλαβής [την από 4.10.1995], χωρίς να τηρηθεί η διαδικασία κατασχέσεως (πρβλ. ΣτΕ 286/2009), η ένδικη απόφαση επιβολής προστίμου είναι νομικώς πλημμελής. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της έρευνας των λοιπών λόγων αυτής, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό της μέρος, πρέπει να παραπεμφθεί στο δικαστήριο της ουσίας για νέα νόμιμη κρίση.
Δια ταύτα
Δέχεται την αίτηση.
Αναιρεί την 2002/2001 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση κατά το αιτιολογικό.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.
Επιβάλλει στο Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας εταιρίας, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.