ΔΠρωτ.Πειρ. 2902/11, ΙΚΑ, ΠΕΕ το ΙΚΑ φέρει το Βάρος απόδειξης της εικονικότητας των ασφαλιστικών δεδομένων

ΔΠ

ΔΠρΠειρ 2902/2011 [Καταγγελία περί μη εκπλήρωσης υποχρέωσης ασφάλισης προσωπικού]

Πρόεδρος: Ε. Δάσκα
Εισηγήτρια: Δ. Κοντογιάννη
Δικηγόροι: Α. Συμιακός, Ι. Πορτοκάλης
Προσφυγή κατά απόφασης ΤΔΕ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ σύμφωνα με την οποία έγινε δεκτή ένσταση εργοδότη κατά Πράξης Επιβολής Εισφορών και Πράξης Επιβολής Πρόσθετης Επιβάρυνσης Εισφορών για παράλειψη καταβολής 150 ημερών ασφάλισης κατά το έτος 2002 σε αλλοδαπό εργαζόμενο που σύμφωνα με τα όργανα του ΙΚΑ εργαζόταν αδιάλειπτα για το χρονικό διάστημα από 31.10.2001 έως 21.2.2003. Τα ελεγκτικά όργανα του ΙΚΑ φέρουν το βάρος απόδειξης της κρίσης τους για εικονικότητα των ασφαλιστικών δεδομένων και αν ο εργοδότης εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του ως προς την ασφάλιση του προσωπικού. Κατά την κρίση των ελεγκτικών οργάνων του ΙΚΑ προσδιορίζονται οι καταβλητέες εισφορές σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων του εργοδότη. Δήλωση του αλλοδαπού ενώπιον της ΤΔΕ του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ότι οι 150 ημέρες ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την ανανέωση της άδειας παραμονής του. Εφόσον η αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης μπορεί να γίνεται μόνον από τον εργοδότη, η απουσία υπογραφής του μισθωτού δεν αποτελεί πλημμέλεια. Η παράλειψη του εργοδότη να καταχωρήσει την επαναπρόσληψη του εργαζομένου στο ειδικό έντυπο καταχώρησης νεοπροσλαμβανόμενου προσωπικού χωρίς να συνεπικουρείται από άλλα στοιχεία δεν αρκεί για τη στοιχειοθέτηση της συνεχούς απασχόλησης του εργαζόμενου για όλο το χρονικό διάστημα του 2002 εφόσον τηρήθηκαν από τον εργοδότη οι υποχρεώσεις της οκταήμερης αναγγελίας οικοθελούς αποχώρησης και της αναγγελίας επαναπρόσληψης στον ΟΑΕΔ που αποδεικνύουν την εξάμηνη διακοπή.
Διατάξεις : άρθρα 28 [παρ. 4] Ν 2579/1998 , 2 [παρ. 1], 26 ΑΝ 1846/1951 1, 3, 7 Ν 2972/2001 , 23 έως 26 Καν. Ασφ. ΙΚΑ, 275 [παρ. 1 εδ. ε΄] ΚΔΔ
Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 4 του Ν 2579/1998  (ΦΕΚ Α’ 31) το προσφεύγον Ίδρυμα δεν έχει υποχρέωση καταβολής παραβόλου, επιδιώκεται παραδεκτώς να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. …/17.5.2005 απόφαση της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής (Τ.Δ.Ε.) του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Γλυφάδας, με την οποία, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου της, έγινε δεκτή η υπ’ αριθμ. …/25.6.2003 ένσταση που άσκησε ο καθ’ ου εργοδότης κατά της …/12.5.2003 πράξης επιβολής εισφορών (Π.Ε.Ε.) του παραπάνω Υποκαταστήματος, με την οποία καταλογίσθηκαν σε βάρος του εισφορές ύψους € 1.998,55 για την ασφαλιστική τακτοποίηση του … με καθεστώς πλήρους απασχόλησης για 150 ημέρες εργασίας κατά τη χρονική περίοδο Μαΐου – Οκτωβρίου του έτους 2002, καθώς και της υπ’ αριθμ. …/12.5.2003 πράξης επιβολής πρόσθετης επιβάρυνσης εισφορών (Π.Ε.Π.Ε.Ε.) του ίδιου Υποκαταστήματος, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του πρόσθετη επιβάρυνση ύψους € 999,27, ήτοι ποσοστού 50% επί των παραπάνω εισφορών, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 7 του Ν 2972/2001  και κρίθηκε ότι ο … δεν απασχολήθηκε στην επιχείρηση του καθ’ ου κατά την παραπάνω χρονική περίοδο.
Επειδή, στο άρθρο 2 παρ. 1 του ΑΝ 1846/1951 «Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (ΦΕΚ Α΄ 179), όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 2 παρ. 1 του Ν 4476/1965  (ΦΕΚ Α΄ 103), ορίζεται ότι στην ασφάλιση του ΙΚΑ υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια τα πρόσωπα, τα οποία, εντός των ορίων της χώρας, παρέχουν κατά κύριο επάγγελμα εξαρτημένη εργασία έναντι αμοιβής. Περαιτέρω, στο άρθρο 26 του ίδιου ΑΝ, ως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Δια την καταβολήν των εισφορών των ησφαλισμένων ευθύνεται επί παρεχόντων εξαρτημένην εργασίαν ο εργοδότης. … 9. Προς εξακρίβωσιν των εκάστοτε υπαγομένων εις την ασφάλισιν προσώπων, του αριθμού τούτων και των καταβλητέων εισφορών, οι εργοδόται υποχρεούνται: α) Να μεριμνούν δια τον εφοδιασμόν των απασχολουμένων παρ’ αυτοίς προσώπων δια ασφαλιστικής ταυτότητος. β) Να τηρούν τις οριζόμενες, από Κανονισμό, καταστάσεις προσωπικού και να φυλάττουν αυτές επί δεκαετία [όπως η περίπτωση β΄ αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν 2556/1997  (ΦΕΚ Α΄ 270)]. γ) Να επιτρέπωσιν εις τα δια Κανονισμού ορισθησόμενα όργανα του ΙΚΑ και του Κράτους, την εξέτασιν των ως άνω καταστάσεων, των εμπορικών βιβλίων και παντός ετέρου στοιχείου, ως και την επιτόπιον έρευναν προς διαπίστωσιν της ακριβείας των εν αυτοίς εγγράφων. Οι εργοδόται υποχρεούνται να παρέχουν ωσαύτως εις τα εν λόγω όργανα, πάσαν πληροφορίαν δυναμένην να καταστήση ευχερή και αποτελεσματικήν την ενάσκησιν του ελέγχου, προς εξασφάλισιν της καλής εφαρμογής του παρόντος νόμου και των εις εκτέλεσιν τούτου εκδοθησομένων Κανονισμών. … δ) Να υποβάλλουν εις τας υπηρεσίας του ΙΚΑ, κατά τα ειδικώτερον εν τω κανονισμώ ορισθησόμενα, αντίγραφα των περί ων το εδάφιον α΄ καταστάσεων. ε) Να χορηγούν, εφόσον πρόκειται περί φυσικών ή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού τους, εκκαθαριστικό σημείωμα ή σε περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος ανάλυση μισθοδοσίας. Και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να απεικονίζονται αναλυτικά οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού, ως και οι κρατήσεις που έγιναν σ’ αυτές …. [όπως το εδάφιο ε΄ προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν 1469/1984  (ΦΕΚ Α΄ 111)]. στ) Να καταχωρούν σε θεωρημένο και ειδικό προς τούτο έντυπο τους προσλαμβανόμενους μισθωτούς τους αμέσως μετά την πρόσληψη και πριν αυτοί αναλάβουν εργασία. … Ο εργοδότης, πέραν των απορρεουσών, από τις ισχύουσες διατάξεις της νομοθεσίας του οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), υποχρεώσεών του για αναγγελία πρόσληψής και καταγγελίας σύμβασης μισθωτού, αναγγέλλει υποχρεωτικά στον οργανισμό αυτόν εντός οκτώ (8) ημερών και κάθε περίπτωση οικειοθελούς αποχώρησης του μισθωτού. Για τον κάθε μισθωτό που θα βρεθεί από τα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ να απασχολείται και δεν είναι καταχωρημένος, κατά τα ανωτέρω, επιβάλλεται, με πράξη του αρμόδιου οργάνου του ΙΚΑ, σε βάρος του εργοδότη του πρόστιμο. …. Εάν ο εργοδότης δεν αναγγείλλει στον Ο.Α.Ε.Δ την καθ’ οιονδήποτε λόγο αποχώρηση του μισθωτού, εντός της προθεσμίας των οκτώ (8) ημερών ή η αποχώρησή του δεν αποδεικνύεται από κανένα επίσημο έγγραφο στοιχείο του εργοδότη ή του μισθωτού, τα όργανα του ΙΚΑ θα ασφαλίζουν αυτόν για όλη την περίοδο από την ημερομηνία πρόσληψης μέχρι την προηγούμενη ημέρα του ελέγχου, αφαιρούμενης της ανωτέρω οκταημέρου προθεσμίας αναγγελίας αποχώρησης … [όπως η περ. στ΄ προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 2 του Ν 2556/1997  (ΦΕΚ Α΄ 270) και ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο]. … 11 α. Πράξη Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ) συντάσσεται: α.α. … α.β. Σε βάρος των εργοδοτών οι οποίοι παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, με συνέπεια να δυσχεραίvεται η εξακρίβωση τωv πρoσώπωv, πoυ υπάγovται στηv ασφάλιση, καθώς και οι εισφορές που πρέπει να καταβληθούν. Στην περίπτωση αυτή η πράξη επιβολής εισφορών συντάσσεται κατά την κρίση των αρμοδίων οργάνων του ΙΚΑ … [όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 60 παρ. 2 του Ν 2676/1999  (ΦΕΚ 1 Α΄)] …». Εξάλλου, στο άρθρο 1 του Ν 2972/2001  ‘‘Εκσυγχρονισμός της οργάνωσης και της λειτουργίας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων …’’ (ΦΕΚ Α΄ 291) ορίζεται ότι: «1. Κάθε εργοδότης, που απασχολεί πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) … υποχρεούται να υποβάλλει και να διαφυλάσσει Αναλυτική Περιοδική Δήλωση, η οποία στο εξής θα αποκαλείται Α.Π.Δ. …», στο άρθρο 3 του ίδιου νόμου ότι: «1. Η Α.Π.Δ. περιλαμβάνει στοιχεία αποκλειστικώς της χρονικής περιόδου στην οποία αναφέρεται (μήνας ή τρίμηνο) … 3. Οι Α.Π.Δ. υποβάλλονται μέσα στον επόμενο μήνα από τη λήξη του μηνός ή του τριμήνου στο οποίο αναφέρονται …» και στο άρθρο 7 του νόμου αυτού ότι : «1. Στους εργοδότες που: α. … β. δεν υποβάλλουν Α.Π.Δ., επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών που ανέρχεται σε ποσοστό 50%, που υπολογίζεται … στη δε δεύτερη περίπτωση της ίδιας παραγράφου επί του ποσού των εισφορών που καταλογίζεται σε βάρος τους …». Τέλος, στα άρθρα 23 έως 26 του Κανονισμού Ασφάλισης του ΙΚΑ (Α.Υ.Ε. 55575/1.479/1965, ΦΕΚ Β΄ 816) καθορίζονται τα σχετικά με τη διενέργεια του ελέγχου υπαγωγής στην ασφάλιση από τα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ και οι υποχρεώσεις των εργοδοτών και ασφαλισμένων κατά τον έλεγχο.
Επειδή, κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, αν ο εργοδότης τηρεί προσηκόντως τα στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις αυτές και γενικά εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του ως προς την ασφάλιση του προσωπικού του, τα ελεγκτικά όργανα του Ιδρύματος φέρουν πλήρως το βάρος απόδειξης ενδεχόμενης κρίσης τους για εικονικότητα των ασφαλιστικών δεδομένων, που προκύπτουν από τα στοιχεία του εργοδότη. Αντίθετα, αν ο εργοδότης δεν τηρεί τα εν λόγω στοιχεία ή γενικώς παραβαίνει τις προαναφερόμενες υποχρεώσεις του και εξαιτίας των παραβάσεων αυτών γίνεται προβληματική η εξακρίβωση του ύψους των αποδοχών των απασχοληθέντων προσώπων, του αριθμού τους και της διάρκειας της απασχόλησής τους, τότε τα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., μπορούν να προσδιορίζουν τις εισφορές που πρέπει να καταβληθούν με βάση τα προκύπτοντα κατά την κρίση τους, στοιχεία της ασφαλιστικής σχέσης, η οποία μπορεί να συναχθεί με κάθε ενδεδειγμένο, κάθε φορά, τρόπο και μέσο. Τα ίδια δε ισχύουν και για τα επιλαμβανόμενα της υπόθεσης διοικητικά δικαστήρια (ΣτΕ 319/2011 , 240/2011, 3033/1992 κ.ά.).
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο καθ’ ου εργοδότης διατηρεί επιχείρηση εμπορίας οικοδομικών υλικών επί της οδού … στη Βούλα. Στις 24.2.2003 ο … υπέβαλε προς το Υποκατάστημα Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Γλυφάδας την υπ’ αριθμ. …/24.2.2003 δήλωση απασχόλησης – καταγγελία, σύμφωνα με την οποία απασχολήθηκε στην παραπάνω επιχείρηση από 31.10.2001 έως 21.2.2003 ως βοηθός εφαρμοστής ψευδοροφών, εργαζόμενος καθημερινά με καθαρές ημερήσιες αποδοχές € 30, δεν ασφαλίστηκε, όμως, για το χρονικό διάστημα από 1.5.2002 έως 31.10.2002. Με την καταγγελία αυτή αναφέρθηκαν ως συναπασχολούμενοι οι εργαζόμενοι …, … και …. Κατόπιν ελέγχου του φακέλου της επιχείρησης του καθ’ ου εργοδότη που έγινε, ενόψει της ως άνω δήλωσης απασχόλησης – καταγγελίας, από υπαλλήλους του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. διαπιστώθηκε ότι ο καθ’ ου ασφάλισε τον … για το χρονικό διάστημα από 22.10.2001 έως 21.4.2002, καθώς και για το χρονικό διάστημα από 5.11.2002 έως 24.2.2003, ενώ δεν τον ασφάλισε για το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με την από 12.5.2003 έκθεση ελέγχου του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. που συντάχθηκε σχετικά, ο καθ’ ου εργοδότης στις 29.4.2002 είχε υποβάλει μεν στον Ο.Α.Ε.Δ. αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης του παραπάνω μισθωτού, σύμφωνα με την οποία η οικειοθελής αποχώρηση έγινε στις 21.4.2002, η αναγγελία αυτή, όμως, δεν έφερε την υπογραφή του εν λόγω μισθωτού [βλ. την …/29.4.2002 αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού όπου στη θέση της υπογραφής του αποχωρήσαντος εργαζόμενου δεν υφίσταται υπογραφή κανενός προσώπου]. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση ελέγχου, ο καθ’ ου εργοδότης μετά τη φερόμενη επαναπρόσληψη του παραπάνω μισθωτού, με βάση τα δεδομένα ασφάλισής του, είχε παραλείψει να καταχωρήσει την επαναπρόσληψη αυτή στην οικεία στήλη του τηρούμενου ειδικού εντύπου καταχώρησης νεοπροσλαμβανόμενου προσωπικού [βλ. το ευρισκόμενο στο διοικητικό φάκελο σχετικό έντυπο όπου ο καταγγέλλων εμφανίζεται να καταχωρείται μόνον μία φορά και ειδικότερα στις 22.10.2001 ως νεοπροσληφθείς μισθωτός]. Τέλος, οι υπάλληλοι του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. κατά τον έλεγχο του φακέλου της επιχείρησης του καθ’ ου εργοδότη διαπίστωσαν ότι οι συναπασχολούμενοι που αναφέρονται στη δήλωση απασχόλησης – καταγγελία του … είχαν τακτοποιηθεί ασφαλιστικά. Κατόπιν αυτών, η εν λόγω δήλωση απασχόλησης – καταγγελία έγινε δεκτή και αναγνωρίστηκε απασχόληση του καταγγέλλοντος στην επιχείρηση του καθ’ ου η προσφυγή εργοδότη ως βοηθού εφαρμοστή ψευδοροφών επί 150 ημέρες εργασίες με καθεστώς πλήρους απασχόλησης για την περίοδο Μαΐου – Οκτωβρίου του έτους 2002. Ενόψει αυτού, συντάχθηκε η υπ’ αριθμ. …/12.5.2003 Π.Ε.Ε. του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Γλυφάδας, με την οποία καταλογίσθηκαν σε βάρος του καθ’ ου εργοδότη εισφορές ύψους € 1.998,55 για την ασφαλιστική τακτοποίηση του … για τις πιο πάνω ημέρες εργασίας. Περαιτέρω, συντάχθηκε η υπ’ αριθμ. …/12.5.2003 Π.Ε.Π.Ε.Ε. του ίδιου Υποκαταστήματος, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του καθ’ ου εργοδότη πρόσθετη επιβάρυνση ύψους € 999,27, ήτοι ποσοστού 50% επί των παραπάνω εισφορών, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 7 του Ν 2972/2001  (μη υποβολή αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων αναφορικά με τον παραπάνω εργαζόμενο κατά την επίμαχη χρονική περίοδο Μαΐου – Οκτωβρίου του έτους 2002). Κατά των πράξεων αυτών ο καθ’ ου η προσφυγή άσκησε ενώπιον της Τ.Δ.Ε. του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Γλυφάδας την …/25.6.2003 εμπρόθεσμη ένστασή του, με την οποία υποστήριξε ότι ο καταγγέλλων απασχολήθηκε αρχικά στην επιχείρησή του ως βοηθός εφαρμοστής ψευδοροφών από 22.10.2001 έως 21.4.2002, ημερομηνία κατά την οποία αποχώρησε οικειοθελώς, ότι αυτός επανήλθε στις 5.11.2002 και απασχολήθηκε και πάλι στην επιχείρησή του έως 24.2.2003, οπότε και αποχώρησε οριστικά και ότι η δήλωση απασχόλησης – καταγγελία που ο εργαζόμενος αυτός υπέβαλε σε βάρος του είναι ψευδής, έγινε δε αποκλειστικά προς το σκοπό να κατοχυρώσει ο καταγγέλλων τον απαιτούμενο για την ανανέωση της άδειας παραμονής του χρόνο ασφάλισης (βλ. και το από 19.5.2005 υπόμνημα του καθ’ ου εργοδότη προς την Τ.Δ.Ε.). Προς υποστήριξη των εν λόγω ισχυρισμών ο καθ’ ου εργοδότης επικαλέστηκε ενώπιον της Τ.Δ.Ε. αφενός την ως άνω …/29.4.2002 αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού, από την οποία κατά την άποψή του, στοιχειοθετείται η τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν για αυτόν από την ασφαλιστική νομοθεσία και αφετέρου δύο επιστολές που υπογράφονται από τον ίδιο, τις οποίες αυτός φέρεται να απέστειλε ταχυδρομικώς προς τη Νομαρχία Αττικής και την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης αντίστοιχα και με τις οποίες δηλώνεται η αποχώρηση του … κατά την 21.4.2002, καθώς και δύο αποδείξεις κατάθεσης συστημένου των ΕΛΤΑ με ημερομηνία 8.5.2002 οι οποίες εμφανίζουν ως παραλήπτη τη Νομαρχία Αττικής και την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης αντίστοιχα [από τις εν λόγω αποδείξεις κατάθεσης συστημένου, ωστόσο δεν προκύπτει ότι τα έγγραφα που απεστάλησαν προς τις παραπάνω υπηρεσίες ταυτίζονται με τις ως άνω επιστολές]. Περαιτέρω, ο καθ’ ου η προσφυγή επικαλέστηκε ενώπιον της Τ.Δ.Ε. τις σχετικές αποδείξεις που εξέδωσε ο ίδιος κατά το έτος 2002 σχετικά με την καταβολή του μισθού του … [οι αποδείξεις αυτές αφορούν τις χρονικές περιόδους των μηνών Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου και Δεκεμβρίου του έτους 2002, καθώς και τη μισθολογική περίοδο Δώρου Πάσχα 2002]. Επίσης αυτός πρόβαλε το επιχείρημα ότι από τη δήλωση φόρου εισοδήματος που ο … είχε υποβάλει για το οικονομικό έτος 2002 εμφανίζονται εισοδήματα ύψους 374.247 δρχ. [ισόποσα των € 1.098,30], ήτοι εμφανώς μικρότερα των ποσών που αντιστοιχούν στις αμοιβές του εν λόγω εργαζόμενου για χρονικό διάστημα ανάλογο της επίμαχης δήλωσης απασχόλησης – καταγγελίας [η πιο πάνω δήλωση φόρου εισοδήματος, ωστόσο, δεν αφορά τον κρίσιμο χρόνο αλλά την περίοδο από 1.1.2001 έως 31.12.2001]. Εξάλλου, ενώπιον της Τ.Δ.Ε. εμφανίστηκε και ο καταγγέλλων ο οποίος ενέμεινε στη δήλωση απασχόλησης – καταγγελία του και ισχυρίστηκε ότι κατά το έτος 2002 δεν υπήρξε διακοπή της απασχόλησής του στην επιχείρηση του καθ’ ου εργοδότη. Επιπροσθέτως δήλωσε ότι ήταν απαραίτητο για τον ίδιο να τακτοποιηθεί ασφαλιστικά για το χρόνο απασχόλησής του στην επιχείρηση του καθ’ ου εργοδότη κατά τον οποίο δεν ασφαλίστηκε (Μάιος – Οκτώβριος του έτους 2002) προκειμένου να ανανεώσει την άδεια παραμονής του. Ύστερα από αυτά η Τ.Δ.Ε. με την προσβαλλόμενη απόφασή της δέχθηκε ότι ο … κατά το έτος 2002 απασχολήθηκε μόνον κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ασφαλίστηκε, προφανώς δε εκ παραδρομής στην απόφαση αυτή αναφέρεται ότι η …/25.6.2003 ένσταση του καθ’ ου εργοδότη γίνεται εν μέρει δεκτή.
Επειδή, το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. με την κρινόμενη προσφυγή, επιδιώκει την ακύρωση της παραπάνω απόφασης της Τ.Δ.Ε. υποστηρίζοντας ότι από τον έλεγχο που διενεργήθηκε επιβεβαιώθηκε η δήλωση απαχόλησης – καταγγελία του … και αποδείχθηκε ότι ο εργαζόμενος αυτός απασχολήθηκε στην επιχείρηση του καθ’ ου εργοδότη καθόλη τη διάρκεια του έτους 2002 χωρίς να λάβει χώρα διακοπή της εργασιακής του σχέσης. Τούτο, κατά την άποψη του προσφεύγοντος Ιδρύματος, διότι η …/29.4.2002 αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης που υπέβαλε ο εργοδότης προς τον ΟΑΕΔ σχετικά με την αποχώρηση του ως άνω εργαζομένου από την επιχείρησή του, δεν φέρει την υπογραφή του εργαζόμενου αυτού, ενώ, άλλωστε, ο καθ’ ου εργοδότης κατά τη φερόμενη επαναπρόσληψη του παραπάνω εργαζόμενου στις 5.11.2002 δεν καταχώρησε αυτόν στο ειδικό έντυπο καταχώρησης νεοπροσλαμβανόμενου προσωπικού. Εξάλλου, ο καθ’ ου εργοδότης με το από 10.5.2011 παραδεκτώς κατατεθέν υπόμνημά του επαναλαμβάνει τα όσα υποστήριξε ενώπιον της Τ.Δ.Ε. και ζητά την απόρριψη της προσφυγής ως αβάσιμης. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του ο καθ’ ου εργοδότης, πέραν των ως άνω στοιχείων που είχε επικαλεστεί και ενώπιον της Τ.Δ.Ε. (την …/29.4.2002 αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού, τις πιο πάνω δύο επιστολές προς τη Νομαρχία Αττικής και την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης με τις σχετικές αποδείξεις κατάθεσης συστημένου των ΕΛΤΑ και τις προαναφερόμενες αποδείξεις καταβολής μισθών) επικαλείται και προσκομίζει α) την από 5.11.2002 αναγγελία πρόσληψης που ο ίδιος υπέβαλε προς τον ΟΑΕΔ αναφορικά με την επαναπρόσληψη του … και β) φωτοτυπικό αντίγραφο της οικείας σελίδας του τηρούμενου από τον ίδιο ειδικού εντύπου καταχώρησης νεοπροσλαμβανόμενου προσωπικού όπου ο καταγγέλλων εμφανίζεται να καταχωρείται αρχικά στις 22.10.2001 ως νεοπροσληφθείς μισθωτός και στη συνέχεια στις 5.11.2002 ως επαναπροσληφθείς. Ωστόσο το τελευταίο αυτό αντίγραφο είναι εμφανώς διαφοροποιημένο από το αντίστοιχο επικυρωμένο αντίγραφο της ίδιας σελίδας του ίδιου εντύπου που περιλαμβάνεται στο φάκελο του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. καθόσον αφενός η επανακαταχώρηση του … με ημερομηνία 5.11.2002 υπάρχει μόνο στο προσκομιζόμενο από τον καθ’ ου αντίγραφο και όχι στο αντίγραφο που περιλαμβάνεται στο φάκελο του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. και αφετέρου στο μεν αντίγραφο που προσκόμισε ο καθ’ ου εργοδότης δεν υπάρχουν οι υπογραφές εργοδότη και εργαζόμενου (ούτε αναφορικά με τον …, ούτε αναφορικά με τους υπόλοιπους εργαζόμενους που περιλαμβάνονται στην οικεία σελίδα του εν λόγω εντύπου), ενώ αντίθετα στο αντίγραφο του φακέλου του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. εμφανίζονται οι υπογραφές αυτές.
Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, ενόψει των διατάξεων που προεκτέθηκαν και της ερμηνείας τους, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι α) ο καθ’ ου εργοδότης ασφάλισε τον εργαζόμενο … από 22.10.2001 έως 21.4.2002 και από 5.11.2002 έως 24.2.2003, β) ο καθ’ ου εργοδότης στις 29.4.2002, ήτοι εντός οκταήμερου από τη διακοπή της ασφάλισης του παραπάνω εργαζόμενου, υπέβαλε στον ΟΑΕΔ σχετική αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης, γ) αυτός στις 5.11.2002 υπέβαλε αναγγελία επαναπρόσληψης του ίδιου εργαζόμενου, εκτιμώντας περαιτέρω το ότι η …/24.2.2003 δήλωση απασχόλησης – καταγγελία του … δεν συνεπικουρείται από άλλα στοιχεία (μαρτυρικές καταθέσεις συναπασχολούμενων κ.λπ.), ενώ το περιεχόμενό της δεν επιβεβαιώνεται από κάποιο επιτόπιο έλεγχο του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. κρίνει ότι, τα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. τα οποία έφεραν το βάρος απόδειξης, δεν στοιχειοθέτησαν επαρκώς με βάση συγκεκριμένα στοιχεία το πραγματικό γεγονός της απασχόλησης του εργαζόμενου … στην επιχείρηση του καθ’ ου εργοδότη κατά το χρονικό διάστημα Μαΐου – Οκτωβρίου του έτους 2002. Εξάλλου, ο καθ’ ου εργοδότης τήρησε τις υποχρεώσεις που απορρέουν για αυτόν από τη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 9 περ. στ. του ΑΝ 1846/1951 αναφορικά με την υποβολή προς τον ΟΑΕΔ αναγγελιών πρόσληψης και οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτών [η έλλειψη υπογραφής του … επί της …/29.4.2002 αναγγελίας οικειοθελούς αποχώρησης δεν συνεπάγεται πλημμελής τήρηση της παραπάνω υποχρέωσης, αφού, από τη φύση της, η αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού μπορεί να γίνεται και μόνον από τον εργοδότη]. Άλλωστε, μόνη η παράλειψη του καθ’ ου εργοδότη να καταχωρήσει την επαναπρόσληψη του … στις 5.11.2002 στο ειδικό έντυπο καταχώρησης νεοπροσλαμβανόμενου προσωπικού δεν αρκεί για τη στοιχειοθέτηση της απασχόλησής του εργαζόμενου αυτού κατά το χρονικό διάστημα Μαΐου – Οκτωβρίου του έτους 2002, καθόσον οι συνέπειες της παράλειψης αυτής, σε σχέση με το επίμαχο θέμα απόδειξης της αμφισβητούμενης απασχόλησης, αμβλύνονται από το γεγονός ότι ο καθ’ ου εργοδότης υπέβαλε τις προαναφερόμενες αναγγελίες προς τον ΟΑΕΔ και επομένως η εν λόγω παράλειψη ελέγχεται μόνο κατά τις διατάξεις του άρθρου 26 παρ. 9 περ. στ’ του ΑΝ 1846/1951. Κατά συνέπεια, εφόσον δεν αποδείχθηκε απασχόληση του … στην επιχείρηση του καθ’ ου εργοδότη κατά το χρονικό διάστημα Μαΐου – Οκτωβρίου του έτους 2002, μη νόμιμα με την …/12.5.2003 Π.Ε.Ε. του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Γλυφάδας καταλογίστηκαν σε βάρος του τελευταίου εισφορές για την ασφαλιστική τακτοποίηση του εν λόγω εργαζόμενου για το χρονικό αυτό διάστημα. Συνακόλουθα, δεν υπήρχε υποχρέωση του καθ’ ου εργοδότη να υποβάλει για το ως άνω χρονικό διάστημα αναλυτικές περιοδικές δηλώσεις αναφορικά με τον παραπάνω εργαζόμενο και, επομένως, μη νόμιμα με την …/12.5.2003 Π.Ε.Π.Ε.Ε. του ίδιου ως άνω Υποκαταστήματος καταλογίστηκε σε βάρος του πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών για την αιτία αυτή. Κατά συνέπεια η προσβαλλόμενη απόφαση της Τ.Δ.Ε. που έκρινε όμοια και δέχθηκε την …/25.6.2003 ένσταση του καθ’ ου εργοδότη, ορθά εκτίμησε τα πραγματικά δεδομένα της υπόθεσης, τα όσα δε αντίθετα προβάλλονται από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. με την κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί, ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί το προσφεύγον Ίδρυμα από τα δικαστικά έξοδα του καθ’ ου εργοδότη (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε΄ του ΚΔΔ).