ΣτΕ 01/2010 ΔΕΛΤΙΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ 2010.

ΣΤΕ ΟΛΟΜ.

ΔΕΛΤΙΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ 2010
1044/2010 (Δ)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν επί συζύγων η αλλαγή επωνύμου με την πρόσληψη του επωνύμου του ετέρου γίνεται μόνον βάσει των διατάξεων του Αστικού Κώδικα ή τούτο είναι δυνατό και διά της διοικητικής οδού.
Α 1185/2010 (Β/7μ)     Το μέτρο της μη θεωρήσεως των φορολογικών στοιχείων και βιβλίων από την φορολογική αρχή λόγω μη προσκομίσεως βεβαιώσεως περί καταβολής των οφειλομένων ασφαλιστικών εισφορών από τους έχοντες σχετική υποχρέωση δικαιολογείται από την ανάγκη ικανοποιήσεως του ευθέως προβλεπομένου από το Σύνταγμα δημοσίου σκοπού της παροχής κοινωνικής ασφαλίσεως και εκπληρώσεως της σχετικής υποχρεώσεως των ασφαλιστικών οργανισμών προς τους ασφαλισμένους, εφόσον οδηγεί στην αποτροπή της απώλειας των απαραίτητων για την εκτέλεση του έργου αυτού εσόδων των εν λόγω οργανισμών, είναι δε και ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό – τυχόν επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του υποχρέου που αναφέρονται στις σχέσεις του με τους ασφαλιστικούς οργανισμούς τελεί σε αναλογία με το δημόσιο σκοπό της διασφαλίσεως της καλής οικονομικής καταστάσεως για τους ως άνω οργανισμούς και είναι θεμιτή κατά τη νομοθεσία περί επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων.
Α 1210/2010 (Ολ)     Το άρθρο 10 του Ν. 2251/1994 χορηγεί στον Υπουργό Ανάπτυξης τη δυνατότητα θέσπισης κανόνων δικαίου με σκοπό τη ρύθμιση της συναλλακτικής συμπεριφοράς των προμηθευτών με μόνη τη διαπίστωση της ύπαρξης αμετάκλητης δικαστικής απόφασης κατόπιν ασκήσεως αγωγής από καταναλωτή ή ένωση καταναλωτών επί θέματος σχετικού με την προστασία των καταναλωτών χωρίς δυνατότητα εκφοράς ιδίας κρίσεως ως προς την ερμηνεία των σχετικών διατάξεων. Η διάταξη αυτή επιτρέπει την εκτίμηση από τον Υπουργό του δημοσίου συμφέροντος κάθε φορά που κάνει χρήση της εξουσιοδοτήσεως αυτής, ενώ οι όροι και προϋποθέσεις προσαρμογής της συναλλακτικής συμπεριφοράς των προμηθευτών συνιστούν τις περιστάσεις υπό τις οποίες έχει κριθεί δικαστικά καταχρηστικός συγκεκριμένος γενικός όρος συναλλαγών. Η ανωτέρω εξουσιοδότηση είναι ειδική και ορισμένη κατ’ άρθρ. 43 παρ. 2 Συν/τος και συνιστά ειδικότερο θέμα, νομίμως χορηγούμενο στον Υπουργό και δεν περιορίζει υπέρμετρα την ιδιωτική αυτονομία και οικονομική ελευθερία, ούτε παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας.
Α 1212/2010 (Ολ)     Υπό τους εξασφαλιστικούς όρους των εργασιακών σχέσεων των εργαζομένων στην ΟΛΠ ΑΕ δεν προκύπτει, συνεπεία της παραχωρήσεως προβλητών σε ιδιωτική εταιρεία, ούτε απώλεια των θέσεων εργασίας ούτε άλλη άμεση βλαπτική μεταβολή στο εργασιακό καθεστώς που τους διέπει και, συνεπώς, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις τους και αυτοί ατομικώς άνευ εννόμου συμφέροντος στρέφονται κατά της διακηρύξεως παραχωρήσεως.
Α 1249/2010 (Α)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα της δυνατότητας αναιρετικού ελέγχου του καθορισθέντος ποσού χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης για παράβαση από το δικαστήριο της ουσίας της αρχής της αναλογικότητας.
Α 1337/2010 (Δ)->Β     Παραπέμπεται στο Β΄ Τμήμα λόγω αρμοδιότητας αίτηση ακυρώσεως σχετική με διαφορά που ανέκυψε από την εφαρμογή της νομοθεσίας περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
Α 1401/2010 (Γ/7μ)     Η κατά το άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος εποπτεία του Κράτους επί των ΑΕΙ περιορίζεται σε έλεγχο νομιμότητος και δεν μπορεί, σε καμμία περίπτωση να επεκταθεί με διατάξεις κοινού νόμου, σε κατ’ ουσίαν εκδίκαση των πειθαρχικών υποθέσεων του υπαλληλικού εν γένει προσωπικού των ΑΕΙ και, συνεπώς το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Υπουργείου Εσωτερικών δεν έχει πειθαρχική αρμοδιότητα επί του υπαλληλικού προσωπικού των ΑΕΙ, ο δε Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης δεν έχει την εξουσία να ασκεί ενστάσεις κατά των αποφάσεων των πρωτοβαθμίων πειθαρχικών συμβουλίων των ΑΕΙ.
Α 1568/2010 (Γ)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν συνιστά ακυρωτική διοικητική διαφορά η προσβολή διορισμού Προϊσταμένου Νομικής Υπηρεσίας Δήμου μόνο με πράξη του Δημάρχου χωρίς μεσολάβηση διοικητικής διαδικασίας επιλογής.
Α 1701/2010 (Στ)->7μ     Παραπέμπεται λόγω μείζονος σπουδαιότητος στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν για τη διακοπή της παραγραφής του άρθρου 87 παρ. 1 Ν.Δ. 321/1969, απαιτείται νόμιμη κοινοποίηση κάθε πράξεως εκτελέσεως στον οφειλέτη.
Α 1592/2010 (Α/7μ)     Επί δυνητικής ομοδικίας δημιουργούνται πλείονες αυτοτελείς έννομες σχέσεις δίκης, η δε κρίση του δικαστηρίου ως προς κάποιον από τους ομοδίκους δεν επηρεάζει την έκβαση της υπόθεσης ως προς τους λοιπούς, κατά το άρθρο 115 παρ. 4 του Κ.Δ.Δ. και, αν, συνεπώς, το διοικητικό δικαστήριο αποφανθεί τελειωτικά για κάποιον ή κάποιους από τους δυνητικούς ομοδίκους και ως προς τους λοιπούς αναβάλλει την έκδοση οριστικής αποφάσεως για οποιονδήποτε λόγο, η απόφασή του, κατά το μέρος με το οποίο δέχεται ή απορρίπτει το ένδικο βοήθημα ή μέσο για ορισμένους από τους δυνητικούς ομοδίκους υπόκειται σε ένδικα μέσα χωρίς να εφαρμόζεται ο δικονομικός κανόνας που προβλέπει ότι αν η απόφαση είναι εν μέρει οριστική, δεν χωρεί ένδικο μέσο ούτε κατά των οριστικών διατάξεων αυτής.
Α 1587/2010 (Ε)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση λόγω σπουδαιότητας το ζήτημα αν ο Ν. 3028/2002 επηρέασε το προγενέστερο καθεστώς προστασίας του οικισμού της Ύδρας.
Α 1586/2010 (Ολ)->Δ     Το άρθρο 22 παρ. 7 του Ν. 3054/2002 με το οποίο απαγορεύεται η λειτουργία, μετά το πέρας του ημερησίου ωραρίου, των πρατηρίων εκείνων, των οποίων η λειτουργία, μετά το πέρας του εν λόγω ωραρίου, δεν επιβάλλεται ως υποχρεωτική στο Νομάρχη, εισάγει περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας των πρατηριούχων, ο οποίος δικαιολογείται από λόγους δημοσίου και κοινωνικού συμφέροντος (διασφάλιση επαρκούς χρόνου αναπαύσεως ιδιοκτητών και υπαλλήλων, διαμόρφωση ομοιόμορφων όρων ανταγωνισμού) και δεν αντίκειται στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος και κινείται εντός των ορίων που χαράσσει η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας.
Α 1584/2010 (Ολ)->ΔΕφ     Σε περίπτωση που το γεγονός – θάνατος συνταξιούχου συζύγου που θεμελιώνει το συνταξιοδοτικό δικαίωμα και αποτελεί την αφετηρία των οικονομικών αποτελεσμάτων έχει λάβει χώρα πριν την έναρξη εφαρμογής του Ν. 2676/1999, ο νόμος αυτός δεν εφαρμόζεται όταν η αίτηση του δικαιούχου της συντάξεως θανάτου συζύγου υποβληθεί μετά την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του νόμου – τυχόν αντίθετη εκδοχή θα ήταν αντίθετη προς τα άρθρα 4 παρ. 2 και 22 παρ. 4 του Συντάγματος και προς το άρθρο 1 παρ. 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ.
Α 1583/2010 (Ολ)     Το άρθρο 277 παρ. 1 Κ.Δ.Δ. κατά το μέρος που προβλέπει ότι για το παραδεκτό της προσφυγής απαιτείται με την κατάθεσή της η προσκόμιση αποδεικτικού καταβολής παραβόλου είναι απολύτως σαφές και δεν είναι αντικειμενικώς ικανό να γεννήσει αμφιβολίες ούτε ως προς την υποχρέωση προσκόμισης του σχετικού αποδεικτικού καταβολής ούτε ως προς την επερχόμενη συνέπεια του απαραδέκτου της προσφυγής, και, συνεπώς, εν όψει και του μικρού ποσού του παραβόλου, δεν αντίκειται στα άρθρα 20 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, ούτε στο άρθρο 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ.
Α 1582/2010 (Ολ)     Στην περίπτωση της αναρμοδίως εκδοθείσης ατομικής διοικητικής πράξεως, η ανάκλησή της από το όργανο που την εξέδωσε χωρεί, όχι μόνον κατ’ επίκλησιν της αναρμοδιότητός του, αλλά για οποιονδήποτε λόγο εξωτερικής ή εσωτερικής νομιμότητος. Στην περίπτωση αυτή η αναρμοδιότητα ως ζήτημα δημοσίας τάξεως ερευνάται και αυτεπαγγέλτως από το δικαστή ενώπιον του οποίου αμφισβητείται το κύρος της ανακλητικής πράξεως, η οποία καθίσταται εν πάσει περιπτώσει νόμιμη.
Α 1580/2010 (Ολ)     Το άρθρο 28 παρ. 3 του Α.Ν. 1846/1951 που προβλέπει κατ’ απόκλιση του γενικώς ισχύοντος συστήματος ως προς το όριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως, ότι γυναίκες που πληρούν τις εξαιρετικές προϋποθέσεις που προβλέπει δικαιούνται πρόωρης συνταξιοδοτήσεως στο 50ο έτος της ηλικίας τους, παρίσταται ως εξαιρετική διάταξη, με συνέπεια τυχόν κρίση περί αντιθέσεως της προς το Σύνταγμα να οδηγεί αναγκαίως στη μη εφαρμογή της στην ειδική κατηγορία προσώπων στην οποία αφορά, και όχι στην επέκτασή της και σε άλλες κατηγορίες προσώπων.
Α 1571/2010 (Γ/7μ)     Το άρθρο 64 του Ν.Δ. 1400/1973 που καθιερώνει υποχρέωση παραμονής στο στράτευμα επί ορισμένο χρονικό διάστημα των αποφοίτων των παραγωγικών σχολών μονίμων αξιωματικών δεν αντίκειται στο άρθρο 22 παρ. 4 του Συν/τος, είναι, όμως αντίθετο προς το άρθρο 1 του διά του Ν. 1426/1984 κυρωθέντος Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη που απαγορεύει την επιβολή σε εργαζόμενο την υποχρέωση να παραμείνει σε εργασία ή επάγγελμα, ενώ δεν το επιθυμεί.
Α 2194/2010 (Δ)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν η αλλαγή επωνυμίας του θετού τέκνου διέπεται αποκλειστικώς από τις διατάξεις περί υιοθεσίας του Αστικού Κώδικα ή είναι δυνατή και η αλλαγή διά της διοικητικής διαδικασίας ενώπιον του Νομάρχη.
Α 2188/2010 (Δ/7μ)->Ολ     Παραπέμπεται στην Ολομέλεια κατ’ άρθρ. 100 παρ. 5 του Συντάγματος και εν όψει αντιθέτου νομολογίας του Α.Π. (20/2001) το ζήτημα αν το διά του Α.Ν. 1363/1938 θεσπισθέν σύστημα της προηγουμένης διοικητικής αδείας για την ανέγερση και λειτουργία ναού ή την εγκατάσταση και λειτουργία ευκτήριου οίκου αντιβαίνει στο άρθρο 13 παρ. 2 του Συντάγματος.
Α 2163/2010 (Α/7μ)     Η εφάπαξ αποζημίωση που καταβάλλεται από το Ν.Α.Τ. για να καλύψει τους αναφερόμενους στο άρθρο 3 του π.δ. 91/1979 κινδύνους των επιβατών ορισμένων κατηγοριών πλοίων, οι οποίοι καταβάλλουν ως ασφάλιστρο ορισμένο ποσοστό επί του ναύλου, δεν αποτελεί ασφαλιστική παροχή, οι δε σχετικές διαφορές που γεννώνται από την άρνηση χορηγήσεώς της έχουν ακυρωτικό χαρακτήρα ως διαφορές που προκύπτουν από τη νομοθεσία περί κοινωνικής προστασίας.
Α 2152/2010 (Α/7μ)     Αν το πρωτοβάθμιο δικαστήριο διέλαβε στην απόφασή του ειδική κρίση για το ζήτημα της παραγραφής χρηματικής αξιώσεως κατά του Δημοσίου, τυχόν πλημμέλειες της κρίσεως αυτής δεν μπορούν να ελεγχθούν αυτεπαγγέλτως από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αλλά μόνον κατόπιν προβολής σχετικού λόγου εφέσεως.
Α 2096/2010 (Δ/7μ)     Το άρθρο 4 εδαφ. α΄ του Ν.Δ. 181/1974, ερμηνευόμενο εν όψει των άρθρων 5 παρ. 1 και 21 παρ. 3 του Συντάγματος, καθιερώνει και πληθυσμιακά κριτήρια για τη χορήγηση αδειών σκοπιμότητας αξονικών τομογράφων, τα οποία, όμως, δεν είναι αποκλειστικά.
Α 2068/2010 (Α)     Η οικειοθελής καταβολή των οφειλομένων σε ασφαλιστικό οργανισμό εισφορών δεν συνιστά έλλειψη της προϋποθέσεως του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ παρανόμου πράξεως και ζημίας, εφόσον ο καταβαλών αμφισβητεί με αγωγή τη νομιμότητα της ζημιογόνου πράξεως επιβολής εισφορών.
Α 2024/2010 (Β)     Τα μέτρα που προβλέπει το άρθρο 14 του ν. 2523/1997, παρά το νομοθετικό χαρακτηρισμό τους και ως κυρώσεων, δεν έχουν γνήσιο κυρωτικό χαρακτήρα, ούτε, άλλωστε προσλαμβάνουν τέτοιο χαρακτήρα λόγω του ότι ενδέχεται να κατατείνουν και στη συμμόρφωση των παραβατών προς τις σχετικές καταλογιστικές πράξεις. Περαιτέρω, εφόσον δεν είναι δυσανάλογα προς τον σκοπό που επιδιώκουν – διατήρηση περιουσιακών στοιχείων του παραβάτη ώστε να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ’ αυτού – περιορίζουν θεμιτά την οικονομική και επαγγελματική ελευθερία και επιτρεπτώς επιβάλλονται ανδρομικά, χωρίς να παραβιάζεται η αρχή της εμπιστοσύνης, η οποία δεν προστατεύει τους παραβάτες της φορολογικής νομοθεσίας από τη λήψη τέτοιων μέτρων εξασφάλισης της πληρωμής των οφειλών τους και του δημόσιου συμφέροντος.
Α 2000/2010 (Β)->Ολ     Παραπέμπεται στην Ολομέλεια το ζήτημα κατά πόσον το επιβαλλόμενο με τον ν. 1023/1980 ημερήσιο δικαίωμα σε βάρος των προσερχόμενων στους χώρους των λαϊκών αγορών παραγωγών και επαγγελματιών πωλητών συνιστά φόρο και, συνεπώς, ο καθορισμός του ύψους του δεν δύναται να αποτελέσει αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως.
Α 1980/2010 (Δ)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν ρυθμίσεις του π.δ. 457/1983 κατά το μέρος που απαιτούν την συνδρομή ιδιαιτέρων προσόντων όχι μόνο στο πρόσωπο του Διευθυντή Σπουδών, αλλά και στο πρόσωπο του ιδιοκτήτη ερασιτεχνικής σχολής χορού εισάγουν δυσανάλογο περιορισμό της οικονομικής ελευθερίας κατά παράβαση της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας.
Α 1938/2010 (Δ)     Ο Κώδικας Αεροπορικού Δικαίου – ν. 1815/1988 – δεν ρυθμίζει με ρητή διάταξη τα της καταργήσεως αεροδρομίου ως αεροπορικής εγκαταστάσεως, κατά την αληθή, όμως, έννοιά του και η κατάργηση αυτή ανήκει στην αρμοδιότητα του Υπουργού Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων και ασκείται κατ’ εκτίμηση των ποικίλων κριτηρίων και συναπτομένων προς αυτά δεδομένων που συνδέονται με τη δημόσια πολιτική στον τομέα των αεροπορικών συγκοινωνιών.
Α 1913/2010 (Α/7μ)     Υπάγεται στον κανόνα του απαραδέκτου της αιτήσεως αναιρέσεως λόγω ποσού της διαφοράς και εκείνη που ανακύπτει από αμφισβήτηση σχετικά με το χρόνο ενάρξεως καταβολής περιοδικής παροχής δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή αντικείμενο της διαφοράς είναι το ποσό που αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο αριθμό περιοδικών παροχών, εφόσον πρόκειται κατ’ ουσίαν για αμιγώς χρηματική διαφορά με αντικείμενο συγκεκριμένο ποσό.
Α 1892/2010 (Ολ)     Το άρθρο 27 παρ. 2 του Ν. 2668/1998 που παρέχει εξουσιοδότηση στον αρμόδιο Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων να ρυθμίσει με βασικό και επιμέρους κανονισμούς ζητήματα παροχής υπηρεσιών σε αερολιμένες, αντίκειται, κατά το μέρος που αφορά στους μικρούς αερολιμένες στο άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, εφόσον δεν υπάρχει σύστημα στοιχειώδους ρυθμίσεως της παροχής υπηρεσιών εδάφους στους αερολιμένες αυτούς.
Α 1884/2010 (Ε)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα της εφαρμογής και στις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του ν. 3659/2008, υποθέσεις ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας του άρθρου 3 του νόμου αυτού που αποκλείει ως λόγο ασκήσεως ενδίκου μέσου κατά αποφάσεως δικαστηρίου το ότι η δικασθείσα από αυτό υπόθεση ανήκει στην αρμοδιότητα δικαστηρίου με ελάσσονα σύνθεση.
Α 1882/2010 (Ε/7μ)     Η απαγόρευση εργασιών δομήσεως μπορεί να επιβληθεί είτε εν όψει εγκρίσεως το πρώτον σχεδίου πόλεως είτε τροποποιήσεως ή ευρύτερης αναθεωρήσεως υφισταμένου ρυμοτομικού σχεδίου – η απαγόρευση αυτή δύναται να έχει ως περιεχόμενο όχι μόνο την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών, αλλά και την έκδοση οικοδομικών αδειών – η επιβολή της απαγορεύσεως, ως περιορίζουσα την άσκηση δικαιωμάτων και ευχερειών που απορρέουν από την ιδιοκτησία, προϋποθέτει την ύπαρξη σαφούς και οριστικής προθέσεως για έγκριση ή τροποποίηση του σχεδίου από τους αρμοδίους για την κίνηση της διαδικασίας φορείς, η πρόθεση δε αυτή πρέπει να έχει εκδηλωθεί ήδη, με την έναρξη εργασιών εκπονήσεως του σχεδίου – παράταση της ισχύος του μέτρου επιτρέπεται, εντός των τασσομένων από το άρθρο 159 παρ. 2 του Κ.Β.Π.Ν. χρονικών ορίων, μόνον αν αποδεικνύεται ότι οι εργασίες έχουν προωθηθεί σε σημαντικό βαθμό και χωρίς υπαίτια καθυστέρηση.
Α 1852/2010 (Α)     Συνιστά διοικητική διαφορά ουσίας της νομοθεσίας κοινωνικής ασφαλίσεως η δημιουργούμενη από την άρνηση χορηγήσεως της ειδικής παροχής προστασίας μητρότητας του άρθρου 142 Ν. 3655/2008.
Α 1822/2010 (Στ)->7μ     Παραπέμπονται στην επταμελή σύνθεση τα ζητήματα της νομιμοποιήσεως στην κατ’ αναίρεση δίκη εταιρείας με νομική προσωπικότητα που διαδέχθηκε την αρχική διάδικο εταιρεία χωρίς νομική προσωπικότητα, της δικαιοδοσίας των διοικητικών δικαστηρίων προς εκδίκαση διαφοράς που προήλθε από την αμφισβήτηση της νομιμότητος πράξεως καταλογισμού εις βάρος του αναδόχου δημόσιας συμβάσεως υπηρεσιών, και της μη τηρήσεως του δικαιώματος προηγουμένης ακροάσεως από τη Διοίκηση προ της εκδόσεως της καταλογιστικής πράξεως.
Α 1719/2010 (Δ/7μ)     Υπουργικές αποφάσεις καθ’ ό μέρος θεσπίζουν πληθυσμιακά κριτήρια για τη χορήγηση αδειών σκοπιμότητας ορισμένων μηχανημάτων ιοντιζουσών ακτινοβολιών, περιορίζονται στην εξειδίκευση των ορισθέντων από το Ν.Δ. 181/1974 κριτηρίων για την χορήγηση της θεσπιζόμενης από τον ίδιο το νόμο αδείας σκοπιμότητας και δεν ρυθμίζουν οι ίδιες πρωτοτύπως τους όρους ασκήσεως του επαγγέλματος του ιατρού με ειδικότητα πυρηνικής φυσικής, επιτρεπτώς προβαίνουν κατ’ άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος στη θέσπιση των κριτηρίων αυτών.
Α 2551/2010 (Α/7μ)     Ο ισχυρισμός του διαδίκου ότι συντρέχει λόγος ανωτέρας βίας που δικαιολογεί την εκπρόθεσμη άσκηση εφέσεως δύναται να προβληθεί μόνο με το δικόγραφο της εφέσεως ή με δικόγραφο προσθέτων λόγων.
Α 2546/2010 (Α)->Ολ     Παραπέμπεται στην Ολομέλεια το ζήτημα της αντιθέσεως προς την συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας διατάξεως του ν. 2538/1997, με την οποία το Δημόσιο αναλαμβάνει την κάλυψη των οφειλών προς την Α.Τ.Ε. ορισμένων μόνο ονομαστικά κατονομαζομένων παραγωγών, των οποίων τα θερμοκήπια καταστράφηκαν από χιονοπτώσεις και ανεμοθύελλες, κατ’ αποκλεισμό άλλων τελούντων υπό τις ίδιες συνθήκες.
Α 2473/2010 (Ε/7μ)     Προκειμένου για έργα μη συνδεόμενα άμεσα ή μη αναγκαία για τη διαχείριση τόπων κοινοτικής σημασίας της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ η δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεών τους επί του τόπου αυτού έχει την έννοια ότι προ της εγκρίσεως του σχεδίου, πρέπει να εντοπισθούν όλες εκείνες οι πτυχές του σχεδίου που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το σκοπό της διατηρήσεως του τόπου, μπορεί δε να επιτραπεί η υλοποίησή τους μόνο στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές διαμορφώνουν την πεποίθηση ότι δεν θα έχει επιβλαβείς συνέπειες για την ακεραιότητα του τόπου, μία τέτοια δε πεποίθηση διαμορφώνεται όταν δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία από επιστημονικής απόψεως ως προς την απουσία τέτοιων επιπτώσεων.
Α 2402/2010 (Β/7μ)     Η θέσπιση με τον ν. 2523/1997 συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού των προστίμων για την ιδιάζουσα παράβαση της λήψεως εικονικών φορολογικών στοιχείων στοχεύοντας στην αποφυγή συμπτωμάτων διαφθοράς και τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ φορολογικής αρχής και πολιτών, εξασφαλίζει την ανάγκη διαφάνειας και την σαφήνεια των εις βάρος των παραβατών επιβαλλομένων κυρώσεων και, επομένως, εκ μόνου του λόγου ότι η σχετική διάταξη του ν. 2523/1997 προσδιορίζει το πρόστιμο στο διπλάσιο της αξίας κάθε στοιχείου, περιορίζοντας τη σχετική διακριτική ευχέρεια της φορολογικής αρχής με μόνη τη δυνατότητα μειώσεώς του στο μισό, όταν η εικονικότητα ανάγεται μόνο στο πρόσωπο του εκδότη δεν αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, ούτε τίθεται ζήτημα παραβιάσεως του δικαιώματος έννομης προστασίας εφόσον η φορολογική αρχή δεν διαθέτει διακριτική ευχέρεια να προσδιορίζει το ύψος του προστίμου αναλόγως των ειδικοτέρων συνθηκών της παραβάσεως, αλλά ούτε και ζήτημα αντιθέσεως προς το άρθρο 6 της Ε.Σ.Δ.Α. και υπό την εκδοχή ότι το πρόστιμο αποτελεί κύρωση ποινικής φύσεως.
Α 2378/2010 (Δ)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα ως προς το χρονικό σημείο αφετηρίας της 30θήμερης προθεσμίας εντός της οποίας οφείλει να αποφανθεί η Ειδική Επιτροπή του άρθρου 152 Ν. 3463/2006 επί προσφυγής κατά πράξεως του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, όταν η προσφυγή αυτή έχει κατατεθεί σε αναρμόδια αρχή.
Α 2375/2010 (Δ)->Ολ     Παραπέμπονται στην Ολομέλεια τα ζητήματα εννόμου συμφέροντος παρεμβάσεως υπέρ του κύρους αδείας λειτουργίας συγκροτήματος κινηματογράφων από ομόρους ιδιοκτήτες καταστημάτων, ή τον μισθωτή της και της δυνατότητας προβολής λόγου περί αντιθέσεως της χορηγηθείσης αδείας λειτουργίας του συγκροτήματος προς το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος ενόψει της θέσεώς του σε περιοχή όπου δεν επιτρέπεται η συγκεκριμένη χρήση όταν η πράξη αδείας εγκαταστάσεως έχει διαφύγει τον ακυρωτικό έλεγχο.
Α 2297/2010 (Δ)     Η κλήση του αλλοδαπού να παραστεί κατά την εξέταση της προσφυγής του ενώπιον της Επιτροπής Ασύλου, πρέπει να γίνεται, κατ’ αρχήν, στην γλώσσα που κατανοεί, προκειμένου να καταστεί δυνατή η παράστασή του ενώπιον της εν λόγω Επιτροπής, η υποστήριξη του αιτήματός του και η προσκόμιση τυχόν διευκρινιστικών ή συμπληρωματικών στοιχείων.
Α 2228/2010 (Β)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν κατά την έννοια του άρθρου 296 της Συνθ. Ε.Κ. η εξαίρεση προμήθειας αμυντικού υλικού είναι αυτόματη ή απαιτείται το κράτος – μέλος να κάνει χρήση της δυνατότητας εξαιρέσεως από την εφαρμογή της Οδηγίας 2004/18/Ε.Κ., επικαλούμενο την προστασία ζωτικών συμφερόντων της ασφαλείας του.
Α 2224/2010 (Ολ)->Δ     Η θέσπιση ορίου ηλικίας με την συμπλήρωση του οποίου ο φαρμακοποιός υποχρεούται να αποχωρήσει από την άσκηση του επαγγέλματος, συνιστά αντικειμενικώς επιτρεπόμενο περιορισμό, διότι συνάπτεται αμέσως προς τις προσωπικές, βιολογικές και πνευματικές ικανότητες των ασκούντων το εν λόγω επάγγελμα, αρκεί το όριο αυτό ηλικίας να παρίσταται εύλογο, κατά κοινή πείρα, ως προς τη βιολογική κάμψη του ανθρώπου, την οποία προκαλεί ο χρόνος, λαμβανομένων υπόψη και των εν γένει συνθηκών, υπό τις οποίες ασκείται το επίμαχο επάγγελμα, καθώς και των ειδικοτέρων υποχρεώσεων που επιβάλλει η νομοθεσία στο φαρμακοποιό, ενώ, εξάλλου ο περιορισμός αυτός είναι πρόσφορος για την επίτευξη του επιδιωκόμενου με αυτού σκοπού της προστασίας της δημόσιας υγείας, δεν υπερβαίνει δε το αναγκαίο για την επίτευξή του μέτρο και δεν μπορούσε να επιτευχθεί με λιγότερο περιοριστικά μέτρα, συνεπώς η με τον Ν. 2955/2001 καθιέρωση του 70ου έτους ως ορίου ηλικίας δεν προσκρούει στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος και την αρχή της αναλογικότητας.
Α 2201/2010 (Ολ)     Νομιμοποιείται στην άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως και η χωρίς νομική προσωπικότητα ένωση περιουσιών κατά πράξεως με την οποία της αφαιρείται η διαχείριση υποθέσεων που εχειρίζετο. Οι διατάξεις του Ν. 3371/2005, με τις οποίες ρυθμίζεται η τύχη των δικαιωμάτων των εργαζομένων στις τράπεζες, τα οποία απορρέουν από συμβάσεις του ιδιωτικού δικαίου και αφορούν προκαθορισμένες παροχές, μόνο στην περίπτωση της λύσεως των συμβάσεων αυτών κατά τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου, δεν προσκρούουν στο Σύνταγμα ή σε άλλους υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες δικαίου, στο μέτρο δε που αφορούν παροχές επικουρικής κοινωνικής ασφαλίσεως συνάδουν προς το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος.
Α 2199/2010 (Ολ)     Εφ’ όσον κατ’ άρθρ. 22 παρ. 2 του Συντάγματος αντικείμενο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και, συνεκδοχικώς, των συλλογικών διαφορών δεν είναι και τα θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως, οι διατάξεις του Ν. 3371/2005 περί ΕΤΑΠ δεν αντίκεινται στο άρθρο αυτό.
Α 2197/2010 (Ολ)     Εφόσον ο νομοθέτης απέβλεψε στην επέκταση του δημόσιου, καθολικού και υποχρεωτικού χαρακτήρα της κοινωνικής ασφαλίσεως στο προσωπικό των πιστωτικών ιδρυμάτων, ώστε η επιβαλλόμενη από το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος κρατική μέριμνα για την κοινωνική ασφάλιση των τραπεζοϋπαλλήλων να μην υπολείπεται της κρατικής μέριμνας για την κοινωνική ασφάλιση των λοιπών εργαζομένων και επέλεξε το οργανωτικό σχήμα του ν.π.δ.δ., το οποίο ήταν ελεύθερος να επιλέξει, η διά του Ν. 3371/2005 ίδρυση του Ε.Τ.Α.Π. δεν αντίκειται στο άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος. Εφόσον το άρθρο 62 του Ν. 3371/2005 προβλέπει ότι για την υπαγωγή στο Ε.Τ.Α.Π. απαιτείται η σύνταξη ειδικής οικονομικής μελέτης καλύπτεται η συνταγματική επιταγή του άρθρου 22 παρ. 5 του Συντάγματος. Εφόσον με την ίδρυση του Ε.Τ.Α.Π. ούτε καταργούνται τα αλληλοβοηθητικά ταμεία ούτε αφαιρούνται τα περιουσιακά τους στοιχεία, ούτε οδηγούνται σε έμμεση διάλυση ο Ν. 3371/2005 δεν αντίκειται στα άρθρα 12 παρ. 1 του Συντάγματος και 11 της ΕΣΔΑ, ούτε παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης. Ενόψει του ότι η εξασφάλιση των δικαιωμάτων των ασφαλισμένων και συνταξιούχων κατά τη διάρκεια των δικαστικών αγωγών για τη λύση ή μη των συμφωνιών εργοδοτών και εργαζομένων συνιστά επαρκή λόγο δημοσίου συμφέροντος για τις ρυθμίσεις του Ν. 3371/2005, ο νόμος αυτός δεν αντίκειται στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος. Ενόψει του ότι τα αλληλοβοηθητικά ταμεία των τραπεζοϋπαλλήλων δεν καταργούνται η δε υποχρέωση των Τραπεζών να καταβάλλουν εισφορές στο ΕΤΑΤ είναι απαραίτητη για τη λειτουργία του και την απονομή παροχών στους συνταξιούχους οι ρυθμίσεις του Ν. 3371/2005 δεν αντίκεινται στα άρθρα 17 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 παρ. 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ.
Α 1505/2010 (Α/7μ)     Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 2556/1997 κύρωση του προστίμου για μη καταχώριση των νεοπροσβλαμβανόμενων εργαζομένων ή για τη μη επίδειξη του σχετικού βιβλίου στα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α. επιβαλλόμενη ανεξαρτήτως υπαιτιότητας του εργοδότη για τυπική παράβαση και αποσκοπούσα σε θεραπεία σκοπού δημοσίου συμφέροντος δεν παρέχει στον εργοδότη δικαίωμα προηγουμένης ακροάσεως πριν από την επιβολή της.
Α 1386/2010 (Α)->7μ     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν κατ’ άρθρ. 54 παρ. 2 του π.δ/τος 341/1978 το διοικητικό δικαστήριο δύναται να προβεί αυτεπαγγέλτως σε έλεγχο της συνταγματικότητας ή της συμφωνίας προς το κοινοτικό δίκαιο των διατάξεων κατ’ επίκληση των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, υποχρεούται, όμως, να περιορίσει τον έλεγχο αυτό επί του κεφαλαίου της πράξεως που αμφισβητήθηκε με την προσφυγή και εντός των ορίων του αιτήματος της τελευταίας.
Α 1257/2010 (Α)     Παραπέμπεται στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν για την κίνηση της προθεσμίας προσφυγής κατ’ άρθρο 66 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας απαιτείται οπωσδήποτε η επίδοση της πράξεως στον ενδιαφερόμενο ή αρκεί η πλήρης γνώση της από αυτόν.
Α 1213/2010 (Ολ)     Δεν επιτρέπεται η κατάθεση παρεμβάσεως του άρθρου 1 παρ. 1 Ν. 2479/1997 σε κάθε περίπτωση, κατά την οποία τίθεται στην Ολομέλεια του ΣτΕ ζήτημα ερμηνείας συνταγματικής διατάξεως, αλλά μόνον όταν τίθεται ζήτημα συνταγματικότητας διατάξεως τυπικού νόμου. Η μετάδοση διά της τηλεοράσεως ειδήσεως, της οποίας αποκλειστική ή κύρια πηγή αποτελεί εικόνα συγκεκριμένου προσώπου καταγραφείσα με κρυφά μέσα, δεν μπορεί, κατ’ αρχήν, να θεωρηθεί θεμιτή άσκηση του δικαιώματος του πληροφορείν, εφόσον η μεταδιδόμενη είδηση έχει ληφθεί υπό συνθήκες που στοιχειοθετούν την προσβολή δικαιώματος τρίτου επί της εικόνας του, εκτός εάν, τούτο δικαιολογείται, εν όψει της ιδιότητος του προσώπου τούτου, λόγω της συμβολής της μεταδοθείσης ειδήσεως σε συζήτηση γενικού ενδιαφέροντος. Ο εντονότερος περιορισμός του δικαιώματος του εικονιζομένου προσώπου επί της εικόνας του, όταν αυτή έχει ληφθεί με κρυφά μέσα μπορεί να θεωρηθεί θεμιτή άσκηση του δικαιώματος του πληροφορείν, μόνον αν κριθεί ότι η θεμιτή μετάδοση της συγκεκριμένης ειδήσεως είναι απολύτως αδύνατη ή ιδιαιτέρως δυσχερής χωρίς τη μετάδοση της εικόνας που ελήφθη με κρυφά μέσα και αποτελεί την πηγή της ειδήσεως.
Α 1211/2010 (Ολ)     Εφόσον η ΟΛΠ ΑΕ τελεί υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, κατά την παραχώρηση ιδιαιτέρων δικαιωμάτων επί εγκαταστάσεων που ευρίσκονται εντός της λιμενικής ζώνης, των οποίων η διαχείριση και εκμετάλλευση έχουν περιέλθει σ’ αυτή, δεν διαχειρίζεται ιδιωτική της περιουσία, αλλ’ ενεργεί ως δημόσιο όργανο που αποβλέπει στην εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος συνιστάμενου στην εύρυθμη διεξαγωγή των θαλάσσιων συγκοινωνιών και μεταφορών – η μεταβολή προσώπου του φορέα διαχειρίσεως του σταθμού εμπορευματοκιβωτίων δεν συνεπάγεται καθ’ εαυτή επιδείνωση του περιβάλλοντος και των όρων διαβιώσεως των κατοίκων των ομόρων δήμων, η οποία θεμελιώνει έννομο συμφέρον τους να προσβάλλουν τις σχετικές πράξεις.
Α 1197/2010 (Β)->7μ     Παραπέμπεται λόγω σπουδαιότητας στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν πρέπει να τηρείται το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως και προκειμένης της εκδόσεως πράξεως καταλογισμού διαφυγόντος φόρου κατόπιν εκτιμήσεως πραγματικών περιστατικών που είναι δυνατόν να στοιχειοθετούν παράβαση.
Α 1142/2010 (Γ/7μ)->Δ     Παραπέμπεται στο Δ΄ Τμήμα λόγω αρμοδιότητας η εκδίκαση αιτήσεως ακυρώσεως, με την οποία αμφισβητείται η νομιμότητα πράξεως που αφορά στην οργάνωση και λειτουργία ν.π.ι.δ., ήτοι δημοτικής επιχειρήσεως.