Αριθμός 1366/2007
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Μαρτίου 2007, με την εξής σύνθεση : Π.Ζ. Φλώρος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος που είχε κώλυμα, Ν. Μαρκουλάκης, Α. Καραμιχαλέλης, Σύμβουλοι, Κ. Πισπιρίγκος, Ι. Μιχαλακόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ν. Αθανασίου.
Για να δικάσει την υπόθεση :
του Ιωάννη Μακούλη του Γεωργίου, κατοίκου Θεσσαλονίκης, οδός Γρηγ. Λαμπράκη αρ. 43, ο οποίος δεν παρέστη,
κατά των Υπουργών : 1) Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και 2) Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, οι οποίοι παρέστησαν με τον Ν. Δασκαλαντωνάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
και κατά της υπ’ αριθμ. 187β’/04.10.2005 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου που εδρεύει στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Κ. Πισπιρίγκου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, ο οποίος αναφέρθηκε στην έκθεση του Εισηγητή.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, η παρούσα υπόθεση εισήχθη προς συζήτηση δυνάμει της από 1.3.2006 πράξεως του Προέδρου του Τμήματος ως προσφυγή του Ιωάννη Μακούλη του Γεωργίου, εκπαιδευτικού της δευτεροβάθμιας δημόσιας εκπαίδευσης, κατά της υπ’ αριθμ. 187 β’/4.10.2005 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου που εδρεύει στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, με την οποία του επεβλήθη η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσεως.
2. Επειδή, στο άρθρο 17 παρ. 1, 2, 4 και 5 του Π.Δ/τος 18/1989 (Α’ 8) ορίζονται τα εξής : «1. Τα ένδικα μέσα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ασκούνται δια καταθέσεως δικογράφου. 2. Το δικόγραφο πρέπει να περιέχει το όνομα εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο, τη διεύθυνση της κατοικίας του, την προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση, τους συγκεκριμένους λόγους στους οποίους στηρίζεται το ένδικο μέσο, χρονολογία και υπογραφή . . . 3 . . . 4 . . . Αίτηση ακυρώσεως που υπογράφεται μόνο από τον αιτούντα θεωρείται ότι έχει νομίμως ασκηθεί εφ’ όσον παρίσταται δικηγόρος κατά τη συζήτησή της ενώπιον του Συμβουλίου. 5. Το δικόγραφο προσφυγής που ασκείται από τον υπάλληλο μπορεί να υπογράφεται και από τον ίδιο . . .». Περαιτέρω, στο άρθρο 19 παρ. 1 έως 4 του ίδιου Π.Δ/τος ορίζονται τα εξής : «1. Η κατάθεση του δικογράφου γίνεται με την παράδοση του πρωτοτύπου στη Γραμματεία και την άμεση καταχώριση, κατά τη χρονολογία και τη σειρά που παραδίδεται, σε ειδικό βιβλίο στο οποίο υπογράφει ο καταθέτης. 2. Η κατάθεση του δικογράφου μπορεί να γίνει και σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή . . . Το δικόγραφο όμως καταχωρίζεται στο πρωτόκολλο της αρχής. Για την κατάθεση συντάσσεται στο σώμα του δικογράφου πράξη με τον αριθμό του πρωτοκόλλου και τη χρονολογία, την οποία υπογράφουν ο υπάλληλος που παρέλαβε το δικόγραφο και ο καταθέτης. 3. Το δικόγραφο αποστέλλεται χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο της Επικρατείας και καταχωρίζεται στο παραπάνω βιβλίο, όπου και αναφέρονται τα στοιχεία του διαβιβαστικού εγγράφου στη θέση της υπογραφής του καταθέτη. 4. Με το πρωτότυπο του δικογράφου υποβάλλονται και δύο αντίγραφά του . . .». Τέλος, με το άρθρο 10 παρ. 1 του Ν. 1968/1991 (Α’ 150) προσετέθη στο άρθρο 19 του Π.Δ/τος 18/1989 η παράγραφος 7 που ορίζει ότι : «7. Η πράξη καταθέσεως των δικογράφων . . . είναι έγκυρη και όταν συντάσσεται με ιδιαίτερο έγγραφο. Στην περίπτωση αυτή, αν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ημερομηνίας που αναγράφεται στην πράξη και εκείνης που προκύπτει από το βιβλίο καταθέσεως ενδίκων μέσων ή από το πρωτόκολλο ή το βιβλίο διεκπεραιώσεως (εισερχομένων εξερχομένων εγγράφων) της αρχής . . . το εμπρόθεσμο κρίνεται από το σχετικό βιβλίο καταθέσεως».
3. Επειδή, με τις παρατιθέμενες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις των άρθρων 17 και 19 του Π.Δ/τος 18/1989 παρέχεται μεγάλη δικονομική ευχέρεια για την άσκηση των ενδίκων βοηθημάτων της αιτήσεως ακυρώσεως και της υπαλληλικής προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, διότι επιτρέπεται να συντάσσει και να υπογράφει τα αντίστοιχα δικόγραφα ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος ζητεί την παροχή δικαστικής προστασίας, ακόμη και αυτοπροσώπως, χωρίς την σύμπραξη δικηγόρου, περαιτέρω δε να τα καταθέτει ο ίδιος, είτε στην Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή, ανοίγοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την σχετική δίκη. Ως κατάθεση, όμως, δικογράφου αιτήσεως ακυρώσεως ή υπαλληλικής προσφυγής, η οποία γεννά εκκρεμοδικία, ο νομοθέτης ορίζει μόνον την παράδοση πρωτοτύπου εγγράφου που φέρει τα στοιχεία του αντίστοιχου δικογράφου, διότι κρίνει ότι το συμφέρον της Δικαιοσύνης επιβάλλει την μέγιστη δυνατή διασφάλιση της έγγραφης διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου. Συνεπώς, δεν γεννά εκκρεμοδικία η υποβολή σχετικού εγγράφου ενδιαφερομένου, το οποίο χαρακτηρίζεται από τον ίδιο τον νομοθέτη ως αντίγραφο και το Δικαστήριο αδυνατεί να το χαρακτηρίσει ως πρωτότυπο.
4. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 2672/1998 (Α’ 290) ρυθμίζονται νομικά ζητήματα που προκύπτουν από τις δυνατότητες που παρέχουν για την διακίνηση εγγράφων τα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας (τηλεομοιοτυπία και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). Ειδικότερα, με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου επιτρέπεται η διακίνηση ορισμένων εγγράφων μεταξύ των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. ή μεταξύ αυτών και των ενδιαφερομένων φυσικών προσώπων, νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και ενώσεων προσώπων με την τηλεομοιοτυπία και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (παρ. 1). Ως τηλεομοιοτυπία ορίζεται από τον νομοθέτη η πιστή αναπαραγωγή από απόσταση εγγράφων με την βοήθεια κατάλληλων τερματικών συσκευών και ως τηλεομοιότυπο το λαμβανόμενο αντίγραφο στην τερματική συσκευή λήψης (παρ. 2). Μεταξύ των εγγράφων, των οποίων η διακίνηση με τηλεομοιοτυπία είναι κατ’ αρχήν επιτρεπτή, αναφέρονται και τα έγγραφα που έχουν χαρακτήρα αιτήσεων (παρ. 3). Εξαιρούνται, όμως, γενικώς από την διακίνηση με τηλεομοιοτυπία, μεταξύ άλλων, όλα τα έγγραφα για τα οποία προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις η υποβολή τους σε πρωτότυπο (παρ. 6 περιπτ. δ’). Συνεπώς, με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 2672/1998 ο νομοθέτης α) δεσμεύει την δικανική κρίση εν σχέσει προς τον νομικό χαρακτηρισμό του τηλεομοιότυπου, χαρακτηρίζοντας ο ίδιος το έγγραφο αυτό ως αντίγραφο και β) αποκλείει την εκκρεμοδικία σε περίπτωση διακίνησης προς τα δικαστήρια, με τηλεομοιοτυπία, εγγράφων με περιεχόμενο αιτήσεων για παροχή δικαστικής προστασίας, για τα οποία έγγραφα οι οικείες δικονομικές διατάξεις προβλέπουν ότι κατατίθενται σε πρωτότυπο ως δικόγραφα. Τέλος, τα ως άνω ισχύουν και για το Ελληνικό Δημόσιο, στο οποίο μάλιστα δεν επιτρέπεται να διακινεί προς το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα διοικητικά δικαστήρια, με τηλεομοιοτυπία, ούτε τα έγγραφα με τις απόψεις του επί των αιτήσεων ακυρώσεως και των προσφυγών των ενδιαφερομένων, αφ’ ενός μεν διότι «με την υπάρχουσα υποδομή : α) δεν εξασφαλίζεται η ακεραιότητά τους και β) η γνησιότητά τους», αφ’ ετέρου δε διότι «θεωρείται επιβεβλημένη η συνήθης διακίνηση των εγγράφων προς τα αρμόδια Δικαστήρια λόγω της σοβαρότητας και του ατομικού χαρακτήρα των κρινομένων σε αυτά υποθέσεων» (βλ. τις εκδοθείσες κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 14 παρ. 6 περιπτ. στ’ του Ν. 2672/1998 ΚΥΑ υπ’ αριθμ. 1041022/472/0006Δ/26.4.1999, Β’ 486, περιπτ. 7 και 22 και ΚΥΑ υπ’ αριθμ. Δ15/Α/Φ5/7199/27.4.1999, Β’ 484, παρ. 6 του προοιμίου και άρθρο 7).
5. Επειδή, στις 16.11.2005 διακινήθηκε προς το Γραφείο του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, με το ηλεκτρονικό μέσο της τηλεομοιοτυπίας, έγγραφο το οποίο φέρεται να έχει συντάξει και υπογράψει ο Ιωάννης Μακούλης του Γεωργίου, εκπαιδευτικός της δευτεροβάθμιας δημόσιας εκπαίδευσης, ως προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της υπ’ αριθμ. 187β’/4.10.2005 αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου που εδρεύει στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, με την οποία του επεβλήθη η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσεως. Το ληφθέν στην τερματική συσκευή, που είναι εγκατεστημένη στο Γραφείο του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, τηλεομοιότυπο του ως άνω εγγράφου διαβιβάσθηκε στο Γραφείο Καταθέσεων της Γραμματείας του Δικαστηρίου, με την από 15.2.2006 έγγραφη εντολή να εισαχθεί στο Δικαστήριο ως δικόγραφο. Ακολούθησαν οι εξής διαδικαστικές πράξεις : 1) Στο βιβλίο καταθέσεως αιτήσεων ακυρώσεως και προσφυγών συντάχθηκε, από υπάλληλο της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η υπ’ αριθμ.Γ’ 1011/15.2.2006 πράξη καταχωρίσεως του ως άνω τηλεομοιότυπου ως δικογράφου προσφυγής, χωρίς να εμφανισθεί και να υπογράψει ο Ιωάννης Μακούλης του Γεωργίου ή άλλο πρόσωπο αντ’ αυτού ως καταθέτης, περαιτέρω δε το τηλεομοιότυπο διαβιβάσθηκε στο Γ’ Τμήμα του Δικαστηρίου. 2) Ο Πρόεδρος του Γ’ Τμήματος εξέδωσε την από 1.3.2006 πράξη ορισμού δικασίμου και εισηγητή δικαστή, αντίγραφο της οποίας επεδόθη στον Ιωάννη Μακούλη του Γεωργίου στην Θεσσαλονίκη, δια θυροκολλήσεως στην επί της οδού Γρηγορίου Λαμπράκη 43 οικία που αναφέρεται στο τηλεομοιότυπο ως κατοικία του (βλ. το από 7.2.2007 αποδεικτικό θυροκολλήσεως, παρουσία μάρτυρος, που συνέταξε ο επιμελητής του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Σ. Παντελίδης, την απόδειξη παραλαβής αντιγράφου της θυροκολληθείσης πράξεως από το Αστυνομικό Τμήμα Τούμπας και την σχετική βεβαίωση αποστολής συστημένης επιστολής σύμφωνα με το άρθρο 128 παρ. 4 του Κ.Πολ. Δ). 3) Αντίγραφα του τηλεομοιότυπου και της πράξεως ορισμού δικασίμου και εισηγητή δικαστή επεδόθησαν στους Υπουργούς Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (βλ. τα από 8.3.2006 και 31.3.2006 αποδεικτικά επιδόσεως της επιμελήτριας του Δικαστηρίου Ελ. Ζαγκάτση). 4) Η Διοίκηση απέστειλε στο Δικαστήριο τις απόψεις της επί της υποθέσεως και λοιπά έγγραφα, από τα οποία προκύπτει ότι ο Ιωάννης Μακούλης του Γεωργίου διορίσθηκε εκπαιδευτικός της δευτεροβάθμιας δημόσιας εκπαίδευσης Κλάδου ΠΕ 04 με την υπ’ αριθμ. Δ2/22471/30.8.1999 πράξη του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (Γ’ 177) καθώς και ότι στον ως άνω εκπαιδευτικό επεβλήθη η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσεως, λόγω αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντά του συνεχώς επί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 22 εργασίμων ημερών, με την υπ’ αριθμ. 187β’/4.10.2005 απόφαση του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου που εδρεύει στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Τέλος, ύστερα από την τήρηση της ως άνω προδικασίας, η υπόθεση συζητήθηκε στο ακροατήριο χωρίς να παραστεί ο φερόμενος ως προσφεύγων εκπαιδευτικός, είτε αυτοπροσώπως είτε δια πληρεξουσίου δικηγόρου.
6. Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα, εφ’ όσον εν προκειμένω ουδέποτε παρεδόθη, είτε στην Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή, πρωτότυπο έγγραφο, κατά τους ορισμούς του νομοθέτη, με στοιχεία δικογράφου προσφυγής του Ιωάννη Μακούλη του Γεωργίου κατά της αποφάσεως με την οποία του επεβλήθη η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσεως, ο εκπαιδευτικός αυτός δεν άσκησε ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας το ένδικο βοήθημα της υπαλληλικής προσφυγής και δεν εγεννήθη σχετική εκκρεμοδικία. Λόγω δε της ελλείψεως εκκρεμοδικίας δεν έχει δικονομική υπόσταση η αναφερόμενη στην προηγούμενη σκέψη καταχώριση του τηλεομοιότυπου, που ελήφθη στην τερματική συσκευή του Γραφείου του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο βιβλίο καταθέσεως αιτήσεων ακυρώσεως και προσφυγών ως δικογράφου προσφυγής, η δε συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο πρέπει να κηρυχθεί άκυρη.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Κηρύσσει άκυρη την γενομένη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, ελλείψει εκκρεμοδικίας.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 19 Μαρτίου 2007
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος Ο Γραμματέας