Αριθμός 138/2013
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 28 Νοεμβρίου 2012 με την εξής σύνθεση: Ε. Γαλανού, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου της Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Α.-Γ. Βώρος, Γ. Τσιμέκας, Σύμβουλοι, Ειρ. Σταυρουλάκη, Ι. Δημητρακόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.
Για να δικάσει την από 25 Ιουνίου 2001 αίτηση:
της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία “ΔΕΛΤΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ Α.Ε.” (πρώην «ΔΕΛΤΑ ΠΡΟΤΥΠΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ Α.Ε.»), με τον διακριτικό τίτλο «ΔΕΛΤΑ HOLDING A.E.» και ήδη «VIVARTIA Συμμετοχών Α.Ε.», που εδρεύει σήμερα στο Αμαρούσιο Αττικής (οδός Ζηρίδη αρ. 10), η οποία παρέστη με το δικηγόρο Γεώργιο Δελλή (Α.Μ. 15582), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Νικόλαο Αθανίτη (Α.Μ. 15396), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα εταιρεία επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 2770/2000 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Ι. Δημητρακόπουλου.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Eπειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθμ. 2110729-30/2001 ειδικά γραμμάτια παραβόλου, σειράς Α΄).
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της 2770/2000 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της αναιρεσείουσας εταιρείας (πρώην «ΔΕΛΤΑ ΠΡΟΤΥΠΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ Α.Ε.») κατά της 12904/1998 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση απορρίφθηκε προσφυγή της εταιρείας αυτής κατά της 1496/94/95 απόφασης του Δημάρχου Αθηναίων περί καταλογισμού σε βάρος της τελών διαφήμισης για το έτος 1994, ύψους 2.707.712 δρχ., και σχετικού ισόποσου προστίμου, καθώς και της οικείας 1496/94/95 εγγραφής της στους βεβαιωτικούς καταλόγους του καθού δήμου.
3. Επειδή, τα επίδικα δημοτικά τέλη διαφήμισης επιβλήθηκαν βάσει κανονιστικής πράξης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων, η οποία εκδόθηκε με βάση τη νομοθετική εξουσιοδότηση που παρέχει η διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του από 24.9.1958 Β.Δ/τος (όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του Ν. 1900/1990) για τον καθορισμό, με την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, του ύψους του συντελεστή των επιβαλλόμενων για τις διαφημίσεις τελών, εντός των καθοριζόμενων από την εν λόγω εξουσιοδοτική διάταξη ορίων. Με την 1923/2009 απόφαση του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας έγινε δεκτό, στο πλαίσιο άλλης υπόθεσης, ότι τα δημοτικά τέλη διαφήμισης συνιστούν φόρο και ότι η προαναφερόμενη εξουσιοδοτική διάταξη αντίκειται στο άρθρο 78, παράγραφος 4, του Συντάγματος, όπως προβάλλεται και με την υπό κρίση αίτηση, και παραπέμφθηκε το εν λόγω ζήτημα, όπως και η υπόθεση στο σύνολό της, στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 5 του Συντάγματος. Eνόψει της προαναφερόμενης υπόθεσης, η οποία αφορούσε και στην επιβολή, δυνάμει του άρθρου 73 του ίδιου ως άνω Β.Δ/τος (όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 19 του Ν. 1080/1980, Α΄ 246), ισόποσου με τα τέλη προστίμου, λόγω μη υποβολής δήλωσης για τη βεβαίωση των τελών, το Τμήμα έκρινε, με την 96/2012 απόφασή του, ότι συνέτρεχε περίπτωση αναβολής διατύπωσης κρίσης επί της παρούσας υπόθεσης. Στη συνέχεια, όμως, η δίκη επί της προαναφερόμενης υπόθεσης που ήταν εκκρεμής στην Ολομέλεια καταργήθηκε, συνέπεια παραίτησης του αιτούντος. Κατόπιν τούτων, η παρούσα υπόθεση εισήχθη εκ νέου προς συζήτηση, στη δικάσιμο της 28.11.2012.
4. Επειδή το άρθρο 78 του Συντάγματος ορίζει, στην παράγραφο 1, ότι «Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται, ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος» και, στην παράγραφο 4, ότι «Το αντικείμενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από την φορολογία […] δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης.». Από τις ρυθμίσεις αυτές προκύπτει ότι αποκλείεται νομοθετική εξουσιοδότηση για τον καθορισμό του φορολογικού συντελεστή, η απαγόρευση δε αυτή ισχύει και σε περίπτωση που ο κοινός νομοθέτης θεσπίζει όρια εντός των οποίων παρέχεται στη Διοίκηση η εξουσία να προσδιορίσει με κανονιστική πράξη το ακριβές ύψος του φορολογικού συντελεστή (βλ. ΑΕΔ 8/2007, ΣτΕ 1923/2009). Ειδικότερα, σε τέτοια περίπτωση, δεν παρέχεται εγκύρως νομοθετική εξουσιοδότηση για θέσπιση φορολογικού συντελεστή που υπερβαίνει τον ελάχιστο προβλεπόμενο.
5. Επειδή το Β.Δ. της 24.9.1958 (Α΄ 171/20.10.1958) «Περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου των ισχυουσών διατάξεων περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων» ορίζει, στο άρθρο 15, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του Ν. 1900/1990 (Α΄ 125), ότι «1. Επιβάλλεται υπέρ των δήμων και κοινοτήτων τέλος για κάθε διαφήμιση που γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο και μορφή σε χώρους που βρίσκονται μέσα στα διοικητικά τους όρια. Ο συντελεστής του τέλους καθορίζεται με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, κατά περιοχή και κατηγορία διαφήμισης ως εξής: Κατηγορία Α. Για διαφημίσεις που αναγράφονται ή αναρτώνται ή επικολλούνται: α. […] β. […] γ. […] δ. […] και ε. σε περίπτερα, […] από δραχμές πενήντα (50) μέχρι εκατόν είκοσι πέντε (125) εβδομαδιαίως το τετραγωνικό μέτρο. Κατηγορία Β. Α.α. Για διαφημίσεις φωτεινές σε στέγες ή δώματα […], από δραχμές 5.000 μέχρι 25.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο. β. Για φωτεινές σε οποιουσδήποτε άλλους χώρους από δραχμές 2.000 μέχρι 10.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο. γ. Για μη φωτεινές ή φωτιζόμενες σε στέγες ή δώματα, από δραχμές 700 μέχρι 7.000 ετησίως το τετραγωνικό μέτρο. […]. 2. […]. 3. Με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου τα υπό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου τέλη δύνανται να αναπροσαρμόζονται μέχρι 15% ετησίως.», στο άρθρο 16, όπως οι παράγραφοι 2 και 3 αυτού αντικαταστάθηκαν με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 57 του Ν. 1416/1984 (Α΄ 18), ότι «1. Δικαιούχος του τέλους διαφήμισης είναι ο δήμος ή η κοινότης, εις την περιφέρεια του οποίου γίνεται η διαφήμισις. […] 2. Η διαφήμιση γίνεται με άδεια του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητας ύστερα από αίτηση του διαφημιζόμενου. […] 3. Σε κάθε περίπτωση, για την καταβολή του τέλους και του προστίμου που προβλέπει το άρθρο 73, είναι υπόχρεοι σε ολόκληρο ο διαφημιστής, ο διαφημιζόμενος, καθώς και ο κύριος, ο νομέας και επικαρπωτής του χώρου στον οποίο γίνεται η διαφήμιση. […]» και, στο άρθρο 73, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 19 του Ν. 1080/1980 (Α΄ 246), ότι «1. Επί μη υποβολής δηλώσεως […] οσάκις δια την βεβαίωσιν φόρων ή τελών ή δικαιωμάτων απαιτείται υποβολή δηλώσεως […], ο υπόχρεως υπόκειται και εις πρόστιμον, ως ακολούθως […] : α) Επί μη υποβολής δηλώσεως, εις ποσόν ίσον προς τον οφειλόμενον φόρον ή τέλος ή δικαίωμα. […]». Εξ άλλου, βάσει της ως άνω εξουσιοδότησης του άρθρου 15 του από 24.9.1958 Β.Δ/τος (άρθρο 5 του Ν. 1900/1990) εκδόθηκε η 1501/1993 κανονιστική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων (συνεδρίαση 30ή της 25.10.1993), με την οποία εγκρίθηκε η αναπροσαρμογή των συντελεστών τέλους διαφημίσεων και η διαμόρφωσή τους ως ακολούθως: «ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α΄ Για διαφημίσεις που αναγράφονται ή αναρτώνται ή επικολλούνται: 1. […] 5. Σε περίπτερα […] σε 185 δρχ./τ.μ. την εβδομάδα. […] ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β΄ 1. Φωτεινές επιγραφές σε στέγες κτιρίων ή περιπτέρων και δώματα […] σε 38.021 δρχ./τ.μ. ετησίως. 2. Φωτεινές επιγραφές και μη σε όλες τις θέσεις εκτός οροφής σε 7.935 δρχ./τ.μ. ετησίως. 3. Μη φωτεινές επιγραφές σε στέγες κτιρίων και δώματα 10.650 δρχ./τ.μ. ετησίως. 4. Μη φωτεινές σε στέγες περιπτέρων 10.650 δρχ.».
6. Επειδή, το ως άνω δημοτικό «τέλος» διαφήμισης δεν έχει τον χαρακτήρα ανταποδοτικού τέλους, καθώς δεν αποτελεί αντάλλαγμα για την παροχή από τον ΟΤΑ κάποιας ιδιαίτερης υπηρεσίας ειδικώς προς τα βαρυνόμενα με το τέλος πρόσωπα ή για την ιδιαίτερη χρήση από τα πρόσωπα αυτά δημόσιου πράγματος, αλλά συνιστά στην πραγματικότητα φόρο, επιβαλλόμενο προς αντιμετώπιση των εν γένει δαπανών λειτουργίας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και αύξηση των εσόδων αυτών προς επίτευξη του σκοπού τους (πρβλ. ΣτΕ 1923/2009, 3442/1981). Συνεπώς, η παρεχόμενη από την πιο πάνω διάταξη εξουσιοδότηση προς τα οικεία δημοτικά ή κοινοτικά συμβούλια, για τον καθορισμό, με την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, του ύψους των κατά κατηγορίες διαφήμισης καταβλητέων τελών συνιστά εξουσιοδότηση για καθορισμό φορολογικών συντελεστών, εντός των διαγραφόμενων από την εξουσιοδοτική ρύθμιση ορίων, η οποία αντιβαίνει στο άρθρο 78 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1923/2009), σύμφωνα με τα κριθέντα στη σκέψη 4. Τούτων έπεται ότι η προαναφερόμενη κανονιστική απόφαση του Δήμου Αθηναίων, καθ’ ό μέρος αφορά στον καθορισμό τέτοιων συντελεστών, βάσει των οποίων επιβλήθηκαν σε βάρος της αναιρεσείουσας τα επίδικα τέλη διαφήμισης, είναι παράνομη, ως ερειδόμενη σε νομοθετική εξουσιοδότηση που αντίκειται στο άρθρο 78 του Συντάγματος.
7. Επειδή, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε βάρος της αναιρεσείουσας επιβλήθηκαν τέλη διαφήμισης, για το έτος 1994, ύψους 2.702.712 δρχ. και ισόποσο πρόστιμο, διότι, σύμφωνα με εκθέσεις ελέγχου της αρμόδιας δημοτικής υπηρεσίας, προϊόντα της «ΔΕΛΤΑ» διαφημίζονταν σε φωτεινές επιγραφές τοποθετημένες κοντά σε γαλακτοπωλεία και με επιγραφές σε στέγες ή τέντες περιπτέρων σε διάφορες οδούς της Αθήνας, χωρίς να έχουν πληρωθεί τα αντίστοιχα τέλη διαφήμισης. Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι μη νόμιμη και αναιρετέα, διότι οι επίδικες καταλογιστικές πράξεις ερείδονται στην παραπάνω κανονιστική απόφαση του Δήμου Αθηναίων, η οποία είναι μη εφαρμοστέα, ως εκδοθείσα βάσει νομοθετικής εξουσιοδότησης αντιβαίνουσας στο άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος. Σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στη σκέψη 4, ο λόγος είναι βάσιμος και, επομένως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει, κατά τούτο, να γίνει δεκτή, διότι με το άρθρο 5 του Ν. 1900/1990 δεν παρέχεται εγκύρως νομοθετική εξουσιοδότηση για θέσπιση φορολογικών συντελεστών που υπερβαίνουν τα ελάχιστα προβλεπόμενα στο νόμο όρια, εξ αυτού δε του λόγου καθίστανται νομικά πλημμελείς και οι επίμαχες καταλογιστικές πράξεις, η μεν πρώτη καθ’ ό μέρος επιβάλλει τέλη διαφήμισης βάσει συντελεστών που υπερβαίνουν τους ελάχιστους οριζόμενους στο νόμο, ενώ η δεύτερη, που επιβάλλει πρόστιμο ισόποσο της πρώτης, ως προς το ποσό του προστίμου που υπερβαίνει το ποσό που θα προέκυπτε με εφαρμογή των ελάχιστων οριζόμενων στο νόμο συντελεστών τελών. Δεδομένου, όμως, ότι επί του ζητήματος της αντίθεσης, κατά τα ανωτέρω, των προαναφερόμενων νομοθετικών διατάξεων προς το άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος δεν έχει αποφανθεί η Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου, πρέπει το ζήτημα αυτό, αλλά και η υπόθεση στο σύνολό της, να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 5 του Συντάγματος, να ορισθεί δε εισηγητής ο Σύμβουλος Γ. Τσιμέκας.
Διά ταύτα
Παραπέμπει την υπόθεση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατά τα οριζόμενα στο σκεπτικό.
Ορίζει εισηγητή ενώπιον της Ολομέλειας το Σύμβουλο Γ. Τσιμέκα.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 3 Δεκεμβρίου 2012 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 16ης Ιανουαρίου 2013.
Η Προεδρεύουσα Σύμβουλος Η Γραμματέας
Ε Γαλανού Α. Ζυγουρίτσα