1485/2005, ΣτΕ,ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ, ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ, ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ, ΟΧΙ αστική ευθύνη δημοσίου ΔΙΟΤΙ ΚΥΡΙΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΜΕ ΝΟΜΟ Η ΑΤΤΙΚΗ ΟΔΟΣ, αρμόδια τα πολΙτικά δικαστήρια (παρόμοιο ΕΠΕΣΕ ΤΟ 1997)

ΣΤΕ

1485/2005 ΣΤΕ  
 
(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Ευθύνη του Δημοσίου κατά τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ. Οι διοικητικές διαφορές που γεννώνται από ζημίες που προξενούνται σε τρίτους κατά τη μελέτη και εκτέλεση του δημοσίου έργου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του κυρίου του έργου, εφόσον κύριος του έργου είναι το δημόσιο ή νπδδ και όταν ακόμα η εκτέλεση του έργου έχει ανατεθεί σε ιδιώτη ανάδοχο, υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Πότε στοιχειοθετείται αξίωση αποζημίωσης κατά του Δημοσίου. Ρύθμιση της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων από την τροχαία. Εκτέλεση έργων της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΑΕ. Με το κυρωθέν από το Ν. 1951/1991 συμφωνητικό επιβλήθηκαν υποχρεώσεις στον ανάδοχο του έργου, ήτοι στην ανωτέρω εταιρεία και όχι στο Δημόσιο και η αγωγή απαραδέκτως στρέφεται κατά του τελευταίου. Δεν θεμελιώνεται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων του Δημοσίου ως προς την αστυνόμευση της περιοχής του έργου. Απορρίπτεται η αναίρεση για παραβίαση ουσιαστικού δικαίου (επικυρώνει την αριθμ. 3551/1999 ΔΕφΑθ). Ομοια η 1486/2005 ΣτΕ.
  

Αριθμός 1485/2005 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ A΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Ιανουαρίου 2005, με την εξής σύνθεση: Γ. Παναγιωτόπουλος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Δ. Μπριόλας, Ε. Αντωνόπουλος, Σύμβουλοι, Π. Μπραΐμη, Δ. Εμμανουηλίδης, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Κολιοπούλου.

Για να δικάσει την από 27 Δεκεμβρίου 1999 αίτηση:

της Ομορρύθμου Εταιρίας με την επωνυμία …………. η οποία παρέστη με το δικηγόρο Γεώργιο Μακριδάκη (Α.Μ. 5475), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,

κατά των : 1. Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, 2. Υπουργού Οικονομικών, οι οποίοι παρέστησαν με τον Αντώνιο Τατσόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, 3. Ανωνύμου Εταιρίας με την επωνυμία «………….», που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής (Λεωφ. Κηφισίας αριθ. 32), η οποία παρέστη με το δικηγόρο Σοφοκλή Στεφανίδη (Α.Μ. 14713), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και 4. Κοινοπρακτικής Ενώσεως Προσώπων με την επωνυμία «…………..», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Ευελπίδων αριθ. 61), η οποία παρέστη με τη δικηγόρο Θεοδ. Ανανιάδου – Τσουκαλά (Α.Μ. 18091), που τη διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα εταιρία επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 3551/1999 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου, Ε. Αντωνόπουλου.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αναιρεσείουσας εταιρίας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τους πληρεξουσίους της αναιρεσίβλητης εταιρίας και της κοινοπρακτικής ενώσεως και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, που ζήτησαν την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη (υπ’ αριθμ. 9743926/1999 διπλότυπο της Δ.Ο.Υ. Ενσήμων και Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών) και το παράβολο (υπ’ αριθμ. 1817594 και 1967499 έτους 1999 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται εμπροθέσμως και, εν γένει, παραδεκτώς η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 3551/1999 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία, κατά μερική αποδοχή εφέσεως της αναιρεσείουσας, εξαφανίσθηκε, κατά το εκκληθέν μέρος, η υπ’ αριθμ. 17501/1996 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και, περαιτέρω, απορρίφθηκε η αγωγή της περί καταβολής ποσού 51.904.271 δρχ. για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από τα έργα εκτελέσεως του ΜΕΤΡΟ (Σταθμός) Μεγάρου Μουσικής.

3. Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΑΕΔ 14/1993), κατά το εφαρμοστέο εν προκειμένω άρθρο 94 παρ. 1 του Συντάγματος, η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας ανήκει στα υφιστάμενα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, στα οποία έπρεπε να υπαχθούν υποχρεωτικά οι διαφορές που δεν είχαν υπαχθεί σε αυτά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη αυτή. Τέτοιες διοικητικές διαφορές ουσίας συνιστούν και αυτές που προκύπτουν από ζημιογόνες πράξεις και παραλείψεις της Διοικήσεως. Με το άρθρο 1 του ν. 1406/1983 (Α΄ 182) υπήχθησαν, μεταξύ άλλων, στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και οι διαφορές σχετικά με την αστική ευθύνη του δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των λοιπών νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (περ. η΄), καθώς και οι διαφορές από διοικητικές συμβάσεις (περ. ι΄), σύμφωνα δε με την παρ. 2 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου, στις περιπτώσεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγ. Νόμου του Α.Κ. και όπου αλλού το Δημόσιο και τα πιο πάνω αναφερόμενα πρόσωπα ενέχονται σε αποζημίωση, εγείρεται από τον δικαιούχο αγωγή. Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, διοικητικές διαφορές, υπαγόμενες στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, γεννώνται όχι μόνο από τις συμβάσεις εκτελέσεως δημόσιων έργων, αλλά και από ζημίες που προξενούνται σε τρίτους κατά τη μελέτη και εκτέλεση του δημόσιου έργου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του κυρίου του έργου, εφόσον κύριος του έργου είναι το δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου και όταν ακόμη η εκτέλεση του έργου ανατίθεται σε ιδιώτη ανάδοχο.

4. Επειδή, ο ν. 1955/1991 (Α΄ 112/18.7.1991) ορίζει στο άρθρο πρώτο ότι «1. Ιδρύεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………». 2. Η Εταιρεία λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, δεν υπάγεται στην κατηγορία των οργανισμών και επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και δεν εφαρμόζονται σ’ αυτήν οι διατάξεις, που διέπουν εταιρείες που άμεσα ή έμμεσα ανήκουν στο Δημόσιο, πλην των ρητά οριζόμενων στον παρόντα νόμο εξαιρέσεων. Η Εταιρεία είναι επιχείρηση κοινής ωφέλειας και ισχύουν και σ’ αυτήν οι κείμενες διατάξεις για τις επιχειρήσεις αυτές. 3. . . .», στο άρθρο δεύτερο ότι «Το καταστατικό της Εταιρείας, που εγκρίνεται με τον παρόντα νόμο, έχει ως εξής : . . . Άρθρο 2ο. 1. (. . .) Σκοπός της Εταιρείας είναι η μελέτη, κατασκευή, οργάνωση, διοίκηση, λειτουργία, εκμετάλλευση και ανάπτυξη του δικτύου υπόγειου σιδηροδρόμου του Νομού Αττικής και γενικά ηλεκτρικών σιδηροδρόμων του Νομού Αττικής, εκτός από το σιδηροδρομικό δίκτυο Ο.Σ.Ε. . . .», στο άρθρο τρίτο ότι «Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου η σύμβαση που υπογράφτηκε στην Αθήνα την 19η Ιουνίου 1991 μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου αφ’ ενός και της Κοινοπραξίας «………….» αφ’ ετέρου, για το έργο «Υπόγειος Σιδηρόδρομος Πρωτεύουσας (ΜΕΤΡΟ ΑΘΗΝΑΣ), Γραμμή 2 Σεπόλια – Δάφνη, Γραμμή 3 Κεραμεικός – Υ.ΕΘ.Α. (το «Έργο») . . .», στο άρθρο τέταρτο ότι «1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, παραχωρούνται και μεταβιβάζονται στην Εταιρεία, χωρίς αντάλλαγμα, όλα τα πάσης φύσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις του Δημοσίου που απορρέουν από το έργο «Σήραγγα Μετρό Σεπόλια – Αττική» και από τη Σύμβαση με την Κοινοπραξία «………..», που κυρώνεται με το άρθρο τρίτο του παρόντος νόμου, η δε Εταιρεία να υποκαθιστά το Ελληνικό Δημόσιο σε όλες ανεξαιρέτως τις διατάξεις της Σύμβασης αυτής . . .», στο άρθρο έκτο ότι «1. Από την ισχύ του παρόντος νόμου η Εταιρεία καθίσταται αυτοδικαίως ο «Κύριος του Έργου» και ο «φορέας κατασκευής του Έργου» και, γενικά, όλων των έργων που εμπίπτουν στους σκοπούς αυτής, όπως οι έννοιες αυτές καθορίζονται από το άρθρο 3 του ν. 1418/1984 (. . .). 2. . . .». και στο άρθρο δέκατο τρίτο ότι «Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Σε εκτέλεση της διατάξεως του άρθρου τέταρτου του ν. 1955/1991 εκδόθηκε η Δ16/010/70/Γ/30.1.1992 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Β΄ 74/7.2.1992), με την οποία ορίστηκε ότι «1. Παραχωρούμε και μεταβιβάζουμε, χωρίς αντάλλαγμα, στην ……….. όλα τα πάσης φύσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις του Δημοσίου, που απορρέουν 1.1. από το έργο «Σήραγγα Μετρό Σεπόλια – Αττική» και από τη Σύμβαση με το …………που κυρώθηκε με το άρθρο τρίτο του Νόμου 1955/91 . . . 1.2. . . . 2. Ορίζουμε ότι η ………..υποκαθιστά το Ελληνικό Δημόσιο σε όλες ανεξαιρέτως τις διατάξεις της Σύμβασης με το ………. και του έργου «Σήραγγα Μετρό Σεπόλια Αττική» με αρμόδια όργανα ή συμβούλια της Εταιρείας, σύμφωνα με τις οργανωτικές της διατάξεις και το Νόμο 1955/91, πλην της αρμοδιότητας αποφάσεως επί αιτήσεων θεραπείας. 3. . . .». Από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι κύριος του έργου κατασκευής του «ΜΕΤΡΟ» Αθήνας, από την εκτέλεση του οποίου φέρεται ότι προκλήθηκε η ζημία, της οποίας την αποκατάσταση ζήτησε η αναιρεσείουσα, είναι η ………, δηλαδή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, το οποίο λειτουργεί με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και μόνο και δεν ασκεί, κατά το νόμο που τη διέπει, δημόσια εξουσία. Εξάλλου, η ανάδοχος κατασκευής του έργου Κοινοπραξία ……… αποτελείται από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το ελληνικό, το γερμανικό και το γαλλικό δίκαιο. Κατά συνέπεια, εφόσον, τόσο ο κύριος του έργου, όσο και ο ανάδοχος αυτού είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, εκ των οποίων το πρώτο (……….) υποκατέστησε πλήρως το Δημόσιο στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση εκτελέσεως του έργου, οιαδήποτε ζημία προξενείται σε τρίτο κατά τη μελέτη και εκτέλεση του έργου αυτού, μετά την ως άνω υποκατάσταση, ως προερχόμενη από πράξεις ή παραλείψεις οργάνου νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη ασκούντος δημόσια εξουσία δημιουργεί διαφορά, που υπάγεται στη δικαιοδοσία των αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων. Ενόψει των ανωτέρω δεν υφίσταται δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων να αποφανθούν επί του θέματος της ζημίας που προεκλήθη στην αναιρεσείουσα από πράξεις ή παραλείψεις οργάνων των προαναφερομένων νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (……….. Κοινοπραξία …………), για τα οποία αρμόδια είναι τα πολιτικά δικαστήρια. Συνεπώς, ορθώς έστω και με διάφορο αιτιολογία εκρίθη με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι ορθώς απερρίφθη, ως απαράδεκτη η αγωγή της αναιρεσείουσας από το Διοικητικό Πρωτοδικείο.

5. Επειδή, κατά το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διατάξεως που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής αξίωση αποζημιώσεως κατά του Δημοσίου για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του στοιχειοθετείται όχι μόνο στις περιπτώσεις εκτελεστών διοικητικών πράξεων ή παραλείψεων εκδόσεως αυτών, αλλά και στις περιπτώσεις υλικών ενεργειών που εκτελούνται ή παραλείψεων τέτοιων ενεργειών που συντελούνται, σε συνάρτηση προς την οργάνωση και λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας και ούτε συνδέονται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας του Δημοσίου, ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου, που ενεργεί εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών καθηκόντων του. Κατά την έννοια δε της ίδιας διατάξεως, απαραίτητη προϋπόθεση για τη γέννηση της ευθύνης προς αποζημίωση είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης διοικητικής πράξης ή υλικής ενέργειας ή της παράλειψής τους και της ζημίας που προκλήθηκε (βλ. Σ.τ.Ε. 1893/2000, 2774/1999). Περαιτέρω δε, ειδικότερα ως προς τη ρύθμιση της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων στις οδούς και τους λοιπούς δημόσιους χώρους αρμόδια είναι, κατ’ άρθρ. 4 παρ. 4 εδαφ. α΄ του Ν. 1418/1984 (Α΄ 152), η τροχαία, από πράξεις ή παραλείψεις της οποίας δύναται να τεθεί θέμα ευθύνης του Δημοσίου προς αποζημίωση κατ’ άρθρ. 105 Εισ.Ν.Α.Κ. (πρβλ. Σ.Ε. 2216/1997).

6. Επειδή, στο άρθρο 31.2.1. του εργολαβικού συμφωνητικού που κυρώθηκε με το ν. 1955/1991 (Α΄ 112), ορίζεται, υπό τον τίτλο «ΡΥΘΜΙΣΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΝ», στη μεν παρ. 1 ότι «Θα εξασφαλισθεί υποχρεωτικά η προσπέλαση με τα σχετικά τροχοφόρα σε οιαδήποτε παρόδια κτίρια και εγκαταστάσεις για την εξυπηρέτηση των χρήσεων που αυτά στεγάζουν ή απαιτεί η λειτουργία τους, και ειδικότερα σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης (πυρκαϊά, ασθένεια κ.λπ.). Η προσπέλαση αυτή θα εξασφαλίζεται έστω και με δίοδο των τροχοφόρων μέσα από εργοταξιακούς χώρους. Στην περίπτωση παροδίων καταστημάτων που απαιτούν συνεχή είσοδο/έξοδο οχημάτων για τη λειτουργία τους ο Ανάδοχος θα εξασφαλίσει την απρόσκοπτη προσπέλαση των τροχοφόρων προς αυτά (π.χ. πρατηρίων βενζίνης κ.λπ.), εάν αυτό είναι δυνατό χωρίς να παρεμποδίζει την κανονική εκτέλεση των εργασιών, γεγονός που θα εξετάζεται ειδικά σε κάθε περίπτωση πριν από την έναρξη των εργασιών», στη δε επόμενη παράγραφο 2 («Σταθμός Μαβίλη») ότι «Στο σταθμό Μαβίλη καθ’ όλη τη διάρκεια των εργασιών θα εξασφαλισθούν επί της Λεωφ. Βασ. Σοφίας τουλάχιστον δύο λωρίδες κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και θα εξασφαλίζεται η πρόσβαση οχημάτων στα νοσοκομεία Αιγινήτειο και Αρεταίειο. Κατά τη Φάση 1 της κατασκευής η πρόσβαση στην οδό Αιγινήτου παραμένει κλειστή». Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η οποία έχει μετά την κύρωσή της ισχύ νόμου (πρβλ. Σ.Ε. 2313/2003, 2396/2002, 2176/1996), επιβάλλονται στον ανάδοχο του έργου του «ΜΕΤΡΟ» υποχρεώσεις κυκλοφοριακών ρυθμίσεων κατά τη διάρκεια των εργασιών για την κατασκευή των σταθμών, στους χώρους όπου τα εργοτάξια. Ενόψει δε του ότι κύριος του έργου μετά το έτος 1992, οπότε και εκδόθηκε η προβλεπόμενη από το άρθρο τέταρτο του νόμου 1955/1991 απόφαση του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., είναι πλέον όχι το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά η ………, η ευθύνη από τη μη τήρηση των υποχρεώσεων που επιβάλλει η προαναφερθείσα διάταξη βαρύνει πλέον την ……….και την Κοινοπραξία ………. που είναι κύριος και ανάδοχος αντίστοιχα του έργου. Πάντως, πέραν της συγκεκριμένης αυτής υποχρεώσεως, υφίσταται και υποχρέωση των αρμοδίων αστυνομικών οργάνων (τροχαία) για να προβαίνουν σε ρυθμίσεις και εποπτεία των οδών που επηρεάζονται από την εγκατάσταση των εργοταξίων του συγκεκριμένου έργου.

7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η αγωγή της αναιρεσειούσης, κατά το μέρος που εστρέφετο κατά του Ελληνικού Δημοσίου (Υπουργοί ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και Οικονομικών) απορρίφθηκε πρωτοδίκως ως απαράδεκτη, λόγω ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως, με τη σκέψη ότι η ζημία της προερχόταν από πράξεις και παραλείψεις οργάνων του κυρίου του έργου, που μετά τον Ν. 1955/91 και των εις εκτέλεσή του εκδοθεισών υπ’ αριθμ. 691/ΕΕ.2000/10.10.1991 και Δ.16/010/70/Γ/30.1.1992 αποφάσεων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., ήταν η ………Το Διοικητικό Εφετείο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του, έκρινε, κατ’ αποδοχή σχετικού λόγου εφέσεως της αναιρεσειούσης, ότι η κρίση αυτή της πρωτοδίκου αποφάσεως ήταν εσφαλμένη, διότι η αγωγή στρεφόταν αυτοτελώς κατά του Δημοσίου για παραλείψεις των αστυνομικών – τεχνικών, διοικητικών οργάνων του κατά την άσκηση της ανατεθείσης σε αυτά δημόσιας εξουσίας εποπτείας ή αστυνομεύσεως της κυκλοφορίας δημοσίων οδών, ενώ και ο κανών δικαίου που αφορούσε την κυκλοφοριακή ρύθμιση της οδού Αιγινήτου (άρθρο 31.2.1. του εργολαβικού συμφωνητικού που κυρώθηκε με τον Ν. 1955/91) θεσπίσθηκε όχι αποκλειστικώς χάριν του δημοσίου συμφέροντος, αλλά προς εξυπηρέτηση και ιδιωτικών συμφερόντων (των επηρεαζομένων παροδίων). Περαιτέρω δε, το Διοικητικό Εφετείο δεχθέν τον σχετικό λόγο εφέσεως, εξαφάνισε κατά το μέρος αυτό την πρωτόδικο απόφαση και εχώρησε στην εξέταση της αγωγής της αναιρεσειούσης, όπως δε προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η αναιρεσείουσα ισχυρίσθηκε με την αγωγή της ότι είναι μισθώτρια από τον Ιανουάριο του έτους 1994, βάσει ιδιωτικού συμφωνητικού, ενός διωρόφου στεγασμένου χώρου επί της οδού Αιγινήτου αρ. 4, ο οποίος προορίζεται για τη στέγαση, λίπανση και πλύση αυτοκινήτων, καθώς και για τη διάθεση υγρών καυσίμων, ότι το Σεπτέμβριο του έτους 1994 δημιουργήθηκε στη συμβολή της λεωφόρου Βασ. Σοφίας με την οδό Αιγινήτου εργοτάξιο του «ΜΕΤΡΟ» της περιοχής Μεγάρου Μουσικής, κατά τρόπο που απέκλειε παντελώς τη δυνατότητα εισόδου τροχοφόρων από τη λεωφόρο Βασ. Σοφίας προς την οδό Αιγινήτου και ότι αποτέλεσμα του εν λόγω αποκλεισμού ήταν να μειωθεί η κίνηση σταθμεύσεως αυτοκινήτων στο χώρο της επιχειρήσεώς της κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.1994 έως 31.1.1996, να μη λειτουργήσει το πλυντήριο, λιπαντήριο και πρατήριο καυσίμων κατά το ίδιο διάστημα και τέλος να προβεί σε δαπάνες, τις οποίες θα απέφευγε εάν εγνώριζε την επικείμενη διακοπή της κυκλοφορίας αυτοκινήτων στην οδό Αιγινήτου. Η αναιρεσείουσα υποστήριξε ότι εξαιτίας της παραλείψεως να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα προς διευκόλυνση της προσπέλασης οχημάτων προς τα ακίνητα που αυτή εκμεταλλευόταν, υπέστη ζημία ύψους 51.909.271 δρχ., που έπρεπε να αποκατασταθεί νομιμότοκα. Προς θεμελίωση της ευθύνης του Δημοσίου η αναιρεσείουσα προέβαλε με την αγωγή της τα ακόλουθα : 1) Τη δυνατότητα κατασκευής διόδου προσπέλασης των τροχοφόρων από τη Λεωφ. Β. Σοφίας προς την οδό Αιγινήτου από παρακείμενο οικόπεδο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, που είχε απαλλοτριωθεί και παρέμενε σε αχρησία, σύμφωνα με την από Φεβρουαρίου 1996 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της εταιρείας …………. (εταιρείας συγκοινωνιακών – αναπτυξιακών έργων και οργάνωσης), 2) τον αποκλεισμό της εισόδου των τροχοφόρων από τη Λεωφ. Β. Σοφίας προς την οδό Αιγινήτου, χωρίς προειδοποίηση της ενάγουσας ή των μισθωτριών εταιρειών, 3) τον καθορισμό της ακολουθητέας πορείας προς την οδό Αιγινήτου περιμετρικά, μέσω των οδών Σεμιτέλου, Μιχαλακοπούλου, Παπαδιαμαντοπούλου (συνολικού μήκους 800 μ.), 4) την προσωρινή μετατροπή του τμήματος της οδού Αιγινήτου από τη Λεωφ. Β. Σοφίας μέχρι την οδό Παπαδιαμαντοπούλου σε διπλής κυκλοφορίας χωρίς διαγράμμιση, η οποία όμως καθίστατο δυσχερής λόγω της μόνιμης παράνομης σταθμεύσεως οχημάτων και στις δύο πλευρές της οδού και της αναποτελεσματικής αστυνομεύσεώς της και 5) τη δημιουργία εργοταξίου στη συμβολή της Λεωφ. Β. Σοφίας με την οδό Αιγινήτου. Εξάλλου, σχετικά με την αστυνόμευση της κυκλοφορίας των οχημάτων, προέκυψαν, κατά την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, τα ακόλουθα : Με το έγγραφο ΥΠΕΧΩΔΕ/ΔΜΕΟ/6717/9.918/27.9.94 υποβλήθηκε προς τη Δ/νση Τροχαίας Αττικής αίτηση για έκδοση προσωρινής αστυνομικής αποφάσεως περί απαγορεύσεως στάσης – στάθμευσης κάθε οχήματος επί της οδού Αιγινήτου από Παπαδιαμαντοπούλου μέχρι Β. Σοφίας, η οποία έγινε δεκτή με την έκδοση της 1445/12.10.1994 αποφάσεως της Δ/νσης Τροχαίας Αττικής για όλο το χρονικό διάστημα εκτέλεσης των έργων του «ΜΕΤΡΟ». Στη συνέχεια, εκδόθηκε από το ΥΠΕΧΩΔΕ/ΔΜΕΟ το με αριθ. πρωτ. στ΄/0477/φ.241/16.2.1995 πληροφοριακό έγγραφο προς τον Ι. Μπάλο περί του ότι : α) υπάρχει αδυναμία εισηγήσεως κυκλοφοριακών ρυθμίσεων λόγω εκτελέσεως έργων του «ΜΕΤΡΟ», β) δεν απαιτείται επιβεβαιωτική σήμανση, όπου έχει εφαρμογή το άρθρο 34 του Κ.Ο.Κ. (στάση και στάθμευση). Κατόπιν σχετικής αναφοράς (Μπάλου) το ΥΠΕΧΩΔΕ/ΔΜΕΟ με το 3416/φ.241/30.10.1995 έγγραφο προς τη Δ/νση Τροχαίας Αττικής ζήτησε την αστυνόμευση του οικείου τμήματος της οδού Αιγινήτου, ενώ το Τμήμα της Τροχαίας Καισαριανής, με το 1016/11/11- α/22.12.1995 έγγραφο προς τους διαχειριστές των πολυκατοικιών επί της οδού Αιγινήτου 4-6-8 γνωστοποίησε ότι γίνεται αστυνόμευση από τροχονόμους. Τέλος, η Δ/νση Τροχαίας Αττικής – Τμήμα Τροχαίας Καισαριανής με το 1016/11/9α/ 13.12.1995 έγγραφο επί σχετικής καταγγελίας ιδιώτη ανέφερε : α) ότι επιβλέπει την περιοχή στα πλαίσια των δυνατοτήτων της για την εφαρμογή των σχετικών απαγορευτικών διατάξεων και επιβάλλει στους παραβάτες οδηγούς τις νόμιμες κυρώσεις, β) ότι δόθηκαν εντολές στους υπαλλήλους της για συχνότερη επίβλεψη της οδού Αιγινήτου και γ) ότι στη συγκεκριμένη οδό κατά το τελευταίο εικοσαήμερο βεβαιώθηκαν 38 παραβάσεις παράνομης σταθμεύσεως οχημάτων και αφαιρέθηκαν 17 πινακίδες κυκλοφορίας. Ενόψει του ανωτέρω πραγματικού, το Διοικητικό Εφετείο έκρινε κατ’ αρχήν ότι, εφόσον κατά ρητή πρόβλεψη του νόμου (άρθρο 31.2.1.2. του εργολαβικού συμφωνητικού που κυρώθηκε με το άρθρο τρίτο του ν. 1955/1991), «κατά τη φάση 1 της κατασκευής η πρόσβαση στην οδό Αιγινήτου παραμένει κλειστή», αποκλείεται ως νόμω αβάσιμος οποιοσδήποτε ισχυρισμός της ενάγουσας (αναιρεσείουσας) προς θεμελίωση παρανομίας λόγω του αποκλεισμού της κυκλοφορίας από τη Λεωφόρο Β. Σοφίας προς την οδό Αιγινήτου σε συνδυασμό με την προταθείσα από την αναιρεσείουσα εναλλακτική λύση (δίοδος από το οικόπεδο του Μ.Τ.Σ.) δεδομένου ότι η αναιρεσείουσα ουδέποτε αμφισβήτησε τη λήξη της φάσεως 1 σε σχέση με το κρίσιμο χρονικό διάστημα επέλευσης της ζημίας (Σεπτέμβριος 1994 – Ιανουάριος 1996). Όλα δε αυτά ανεξάρτητα από το αν είναι τεχνικά πρόσφορη η πιο πάνω λύση λόγω των θεμάτων που ανακύπτουν (περιορισμός εργοταξίου εξαιτίας της διόδου κατά 5,5 μ., επισφαλής κυκλοφορία σε οδό διπλής κατευθύνσεως σε τρεις συνεχείς στροφές, κίνδυνοι για όρυγμα βάθους 8 – 22 μ.) και αν είναι παραδεκτή η πραγματογνωμοσύνη. Το Διοικητικό Εφετείο έκρινε, περαιτέρω, απορριπτέους ως αβάσιμους τους επιμέρους ισχυρισμούς της αναιρεσειούσης περί του ότι η μετατροπή της οδού Αιγινήτου σε διπλής κατευθύνσεως κατέστη αναποτελεσματική, λόγω της σε μόνιμη βάση παράνομης σταθμεύσεως και στις δύο πλευρές της και της μη συνεχούς αστυνομεύσεώς της, με την αιτιολογία ότι με τις ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου εξαντλήθηκε η, κατά το δυνατό, πληρέστερη αστυνόμευση της κυκλοφορίας των οχημάτων, σε συνδυασμό προς το ότι η αναιρεσείουσα ούτε απέδειξε, ούτε καν ισχυρίσθηκε συγκεκριμένη περίπτωση κλήσης προς συνδρομή των αστυνομικών οργάνων και παραλείψεως εκτελέσεως του καθήκοντός τους και, περαιτέρω, ότι η αστυνόμευση μιας οδού δεν συνεπάγεται, κατά κοινή πείρα, και συμμόρφωση όλων των οδηγών, πράγμα για το οποίο δεν ευθύνονται τα όργανα του Δημοσίου και απέρριψε την αγωγή.

8. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου έκρινε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι, ενόψει της διατάξεως του άρθρου 31.2.1. του κυρωθέντος με τον Ν. 1951/1991 συμφωνητικού, απεκλείετο ως νόμω αβάσιμος οιοσδήποτε ισχυρισμός της για θεμελίωση της παρανομίας του αποκλεισμού της κυκλοφορίας από τη Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας προς την οδό Αιγινήτου, εφόσον από την ίδια διάταξη προβλεπόταν υποχρέωση προσπελάσεως τροχοφόρων, μεταξύ άλλων και σε παρόδια καταστήματα ακόμη και με τη διάνοιξη διόδου μέσα από τους χώρους του εργοταξίου, σε συνδυασμό και με την προταθείσα ειδικώς για την οδό Αιγινήτου εναλλακτική λύση από την ΕΠΕ TRADEMCO. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, διότι, όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη σκέψη περί της εννοίας της διατάξεως του διά του Ν. 1951/91 κυρωθέντος άρθρου 31.2.1. του συμφωνητικού που αφορά το συγκεκριμένο εργοτάξιο Σταθμού Μαβίλη – Μεγάρου Μουσικής, με αυτό επιβάλλονται υποχρεώσεις στον ανάδοχο του έργου, δηλαδή στην εταιρεία ………… και όχι στο Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο δεν υπέχει ευθύνη για πράξεις ή παραλείψεις του αναδόχου που συνιστούν παράβαση των υποχρεώσεων που επιβάλλονται σ’ αυτόν από τον Ν. 1951/91, και άρα ορθώς απερρίφθη, έστω και με διάφορο αιτιολογία ο σχετικός κατ’ έφεση ισχυρισμός της αναιρεσειούσης.

9. Επειδή, περαιτέρω, ο προβαλλόμενος λόγος ότι αυθαιρέτως και παρανόμως με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, δεν προσδιορίσθηκε ο χρόνος λήξεως της φάσεως 1 της κατασκευής του Σταθμού Μαβίλη και δεν ερευνήθηκε αν της κοινοποιήθηκε η λήξη της φάσεως αυτής, και κατέληξε, περαιτέρω, στο συμπέρασμα ότι δεν αμφισβητήθηκε από αυτήν η λήξη του χρόνου της φάσεως 1 σε σχέση προς το κρίσιμο χρονικό διάστημα (Σεπτέμβριος 1994 – Ιανουάριος 1996), είναι και αυτός αβάσιμος, διότι αναφέρεται σε όρο και υποχρέωση που τίθεται στον καταστάντα ανάδοχο του έργου, δηλαδή στην ………… και όχι στο Δημόσιο.

10. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 105 Εισ.Ν.Α.Κ. δέχθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι δεν θεμελιούται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων του Δημοσίου διότι επέβαλαν κυκλοφοριακή ρύθμιση (καθορισμός περιμετρικής πορείας από τη Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας προς την οδό Αιγινήτου μέσω των οδών Σεμιτέλου, Μιχαλακοπούλου και Παπαδιαμαντοπούλου και μετατροπή τμήματος της οδού Αιγινήτου σε διπλής κατευθύνσεως) και εξήντλησαν την υποχρέωσή τους για αστυνόμευση της οδού Αιγινήτου με τις ενέργειες που περιγράφονται στο πραγματικό της αποφάσεως (έκδοση διαταγής απαγορεύσεως της στάσεως και σταθμεύσεως οχημάτων, εντολή από την Τροχαία για συχνότερη επίβλεψη και βεβαίωση 30 παραβάσεων για παράνομη στάθμευση, αφαίρεση 17 πινακίδων), ενώ, εν όψει της αναποτελεσματικότητας των μέτρων αυτών και της ανεπαρκούς εποπτείας από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα έπρεπε να δεχθεί ότι συνέτρεχε ευθύνη του Δημοσίου. Και ο λόγος αυτός προβάλλεται αβασίμως, διότι η σχετική κρίση του Διοικητικού Εφετείου, που αναφέρει αναλυτικά τις συγκεκριμένες ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η αναιρεσείουσα δεν απέδειξε και δεν προέβαλε συγκεκριμένες περιπτώσεις κλήσεως των αστυνομικών οργάνων και παραλείψεώς τους να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους, αιτιολογείται επαρκώς ως προς το θέμα της εξαντλήσεως της υποχρεώσεως αστυνομεύσεως. Αν και κατά τη γνώμη του Συμβούλου Ε. Αντωνόπουλου και του Παρέδρου Δ. Εμμανουηλίδη, η αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως κρίνεται ανεπαρκής, διότι, εν όψει των συνθηκών λειτουργίας του συγκεκριμένου εργοταξίου (πλήρης αποκλεισμός της προσβάσεως στον οδό Αιγινήτου από τη Λεωφόρο Βασ. Σοφίας), του είδους της ασκουμένης από την αναιρεσείουσα επιχειρήσεως, που συνάπτεται με συνεχή είσοδο και έξοδο τροχοφόρων από αυτήν, και της μετατροπής της οδού Αιγινήτου σε οδό διπλής κατευθύνσεως, απαιτείτο διαρκής ή τουλάχιστον εντατική αστυνόμευσή της χωρίς να απαιτείται και απόδειξη του ότι εγένοντο επαναλαμβανόμενες κλήσεις των αστυνομικών οργάνων, στις οποίες αυτά δεν ανταπεκρίνοντο.

11. Επειδή, εφ’ όσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος αναιρέσεως, η αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της.