727/2009 ΣΤΕ ΑΓΩΓΗ, ΗΘΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΨΥΧΙΚΗ ΟΔΥΝΗ, ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ, ανέλεγκτη η κρίση του δικαστηρίου ουσίας ως προς τα περιστατικά της χρηματικής ικανοποίησης εκτός εάν ελήφθησαν υπόψη στοιχεία που δεν έπρεπε να ληφθούν ή επιδικάσθηκε ποσό που παραβιά

ΣΤΕ

727/2009 ΣΤΕ 
 
Ευθύνη του Δημοσίου και των νπδδ σε αποζημίωση κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ. Προϋποθέσεις ίδρυσης της ευθύνης. Ο αμέσως ζημιωθείς από την παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του Δημοσίου, ή ν.π.δ.δ. δικαιούται επί πλέον και εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης την οποία υπέστη, κατά την ουσιαστική περί του ζητήματος αυτού κρίση των δικαστηρίων της ουσίας, η οποία δεν ελέγχεται κατ` αναίρεση, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να νοηθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου. Ελέγχεται, όμως, κατ` αναίρεση η κρίση των δικαστηρίων της ουσίας αν, κατά τον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης, ελήφθησαν υπόψη περιστατικά που δεν ήταν επιτρεπτό να συνεκτιμηθούν για το σχηματισμό της κρίσης αυτής ή αν δεν συνεκτιμήθηκαν γεγονότα τα οποία είχαν τεθεί υπόψη τους και τα οποία επιδρούν στον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης. Η σχετική κρίση των δικαστηρίων της ουσίας ελέγχεται και ως προς το αν είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας. Ευθύνη νοσοκομείου για πράξεις και παραλείψεις των ιατρών του και επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης σε ασθενή λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη στα πλαίσια ιατρικής επέμβασης. Απαράδεκτος λόγος αναίρεσης κατά το μέρος που πλήττει την κρίση του Εφετείου για την αιτία της ρήξης του οισοφάγου της αναιρεσίβλητης και την ορθότητα των χειρισμών των ιατρών κατά την προσπάθεια της ενδοσκοπικής αφαίρεσης του βλωμού κρέατος, διότι η κρίση αυτή είναι ουσιαστική και δεν ελέγχεται κατ` αναίρεση. Στην απόφαση του Εφετείου αναφέρονται τα αποδεικτικά στοιχεία που έλαβε υπόψη του το δικαστήριο, με παράθεση και εκτίμηση του περιεχομένου τους και η κρίση αυτού ότι η ρήξη του οισοφάγου και η υποβολή της αναιρεσίβλητης σε χειρουργική επέμβαση οφείλεται σε παράνομες υλικές ενέργειες ιατρού του νοσοκομείου και, μάλιστα σε εσφαλμένο χειρισμό του γαστροσκοπείου κατά την προσπάθεια αφαίρεσης του βλωμού κρέατος με γαστροσκοπική ενδοσκόπηση. Ο ιατρός του νοσοκομείου κατά την άσκηση των καθηκόντων του αυτών δεν επέδειξε την απαιτούμενη για ιατρό επιμέλεια και έτσι επήλθε το ζημιογόνο αποτέλεσμα κατά παράβαση των θεμελιωδών αρχών της ιατρικής επιστήμης και της πείρας του. Περιστατικά. Η κρίση του Εφετείου είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη. Δεν προβάλλεται ότι κάποιο από τα στοιχεία που εκτίμησε το Εφετείο δεν έπρεπε να ληφθεί υπόψη ή ότι προβλήθηκαν άλλα τα οποία δεν εκτιμήθηκαν από το Εφετείο το δε ποσό των 125.000 ευρώ, στο οποίο προσδιορίσθηκε η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης της παθούσας δεν είναι υπερμέτρως υψηλό για την εκπλήρωση του σκοπού για τον οποίο αναγνωρίσθηκε, ώστε να οδηγεί σε υπέρμετρο πλουτισμό της. Απορρίπτεται η αναίρεση για πλημμελή αιτιολογία (επικυρώνει την αριθμ. 3666/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών).

  
Αριθμός 727/2009

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Α΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Νοεμβρίου 2008, με την εξής σύνθεση: Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Β. Γρατσίας, Σπ. Χρυσικοπούλου, Σύμβουλοι, Κ. Κονιδιτσιώτου, Αικ. Ρωξάνα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ. Βλασερού.

Για να δικάσει την από 4 Μαΐου 2007 αίτηση: του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών “Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ”, που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο παρέστη με τον δικηγόρο Δημήτριο Καραγιώργου (Α.Μ. 8678), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά της ……….. ……….., η οποία παρέστη με τον δικηγόρο
Με την αίτηση αυτή το αναιρεσείον Νοσοκομείο επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ` αριθ. 3666/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Β. Γρατσία.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αναιρεσείοντος Νοσοκομείου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο της αναιρεσίβλητης, ο οποίος αναφέρθηκε στην εισήγηση.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται καταβολή παράβολου (άρθρο 28 παρ. 4 ν. 2579/1998, Α΄ 31), ζητείται η αναίρεση της 3666/2006 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος νοσοκομείου (ν.π.δ.δ.) κατά της 3751/2005 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ έγινε εν μέρει δεκτή έφεση της αναιρεσίβλητης κατά της ίδιας απόφασης και, αφού μεταρρυθμίσθηκε η απόφαση αυτή, αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση του αναιρεσείοντος νοσοκομείου να της καταβάλει το ποσό των 125.000 ευρώ (αντί του ποσού του 1.000.000 ευρώ που ζητούσε αυτή με την από 7.10.2003 αγωγή της και του ποσού των 20.000 ευρώ που αναγνώρισε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης της από παράνομες πράξεις οργάνων του.

2. Επειδή, στο μεν άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα ορίζεται ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσία που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης, που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος….», στο δε άρθρο 106 του ΕισΝΑΚ ορίζεται ότι: «Οι διατάξεις των δύο προηγουμένων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους». Περαιτέρω, στο άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημιά, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του…». Επίσης στο άρθρο 931 του Α.Κ. ορίζεται ότι «Η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του». Εξάλλου, με το άρθρο 13 του αν.ν. 1565/1939 «περί Κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος», που διατηρήθηκε σε ισχύ κατά το άρθρο 47 ΕισΝΑΚ, ορίζεται ότι: «Ο ιατρός οφείλει να ασκή ευσυνειδήτως το επάγγελμα αυτού και να συμπεριφέρηται τόσον εν τη ασκήσει του επαγγέλματος, όσον και εκτός αυτής κατά τρόπον αντάξιον της αξιοπρεπείας και εμπιστοσύνης τας οποίας απαιτεί το ιατρικόν επάγγελμα» και με το άρθρο 24 του ίδιου αν.ν. ότι: «Ο ιατρός οφείλει να παρέχει μετά ζήλου, ευσυνειδησίας και αφοσιώσεως την ιατρικήν αυτού συνδρομήν, συμφώνως προς τας θεμελιώδεις αρχάς της ιατρικής επιστήμης και της κτηθείσης πείρας, τηρών τας ισχυούσας διατάξεις περί διαφυλάξεως των ασθενών και προστασίας των υγιών». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, το Δημόσιο ευθύνεται σε αποζημίωση για τη ζημία που προκαλείται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξεως ή από τη μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως τέτοιας πράξεως ή από μη νόμιμες υλικές ενέργειες ή μη νόμιμες παραλείψεις οφειλομένων υλικών ενεργειών εκ μέρους των οργάνων του, στις περιπτώσεις που αυτές προέρχονται από την οργάνωση και λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και δεν συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου του που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών καθηκόντων του (ΣτΕ 1018/2008, 1915/2007, 2796/2006 7μελ. ΑΕΔ 3/2004). Περαιτέρω, ο αμέσως ζημιωθείς από την παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του Δημοσίου, ή ν.π.δ.δ. δικαιούται επί πλέον και εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης την οποία υπέστη, κατά την ουσιαστική περί του ζητήματος αυτού κρίση των δικαστηρίων της ουσίας, η οποία δεν ελέγχεται κατ` αναίρεση, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να νοηθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου (ΣτΕ 1915/2007, 2739/2007, 2727/2003, 1222-1223/2002, 740/2001, 2463/1998). Ελέγχεται, όμως, κατ` αναίρεση η κρίση των δικαστηρίων της ουσίας αν, κατά τον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης, ελήφθησαν υπόψη περιστατικά που δεν ήταν επιτρεπτό να συνεκτιμηθούν για το σχηματισμό της κρίσης αυτής ή αν δεν συνεκτιμήθηκαν γεγονότα τα οποία είχαν τεθεί υπόψη τους και τα οποία επιδρούν στον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης (ΣτΕ 2796/2006 7μ). Επίσης, η σχετική κρίση των δικαστηρίων της ουσίας ελέγχεται και ως προς το αν είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας, με την έννοια ότι τα δικαστήρια της ουσίας δεν πρέπει ούτε να υποβαθμίζουν την απαξία της παράνομης πράξης, παράλειψης, υλικής ενέργειας ή παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας με την επιδίκαση ιδιαίτερα χαμηλών ποσών, ούτε να καταλήγουν με ακραίες εκτιμήσεις στον υπέρμετρο πλουτισμό του ενός μέρους (Σ.τ.Ε. 1915/2007, Πρβλ. Α.Π. 43/2005).

4. Επειδή, το αναιρεσείον προβάλλει με την κρινόμενη αίτηση, ότι το διοικητικό εφετείο έσφαλε γιατί έκρινε, κατά παράβαση των διατάξεων του α.ν. 1565/1939, εκ του αποτελέσματος των ιατρικών πράξεων της ομάδας των ιατρών που επελήφθησαν του περιστατικού της αναιρεσίβλητης στα εξωτερικά ιατρεία και όχι από την ορθότητα των ιατρικών πράξεων που ενήργησαν αυτοί με την ενδεδειγμένη ενδοσκοπική αφαίρεση με βάση τους κανόνες της σύγχρονης ιατρικής επιστήμης, τα δεδομένα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης και της ευθύνης που τους διακρίνει, ότι η απόφαση είναι αόριστη και δεν καθορίζει συγκεκριμένα σε τι συνίστανται οι παραλείψεις των ιατρών στα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις τους και ποιες συγκεκριμένες ιατρικές πράξεις ήταν αδόκιμες και επέφεραν στην ασθενή τη ρήξη οισοφάγου και ότι το περιστατικό ήταν επικίνδυνο, ώστε κάθε ιατρός θα είχε το ίδιο αποτέλεσμα, ενώ εξ αρχής μπορούσε να γίνει η αφαίρεση του βλωμού με θωρακοκοιλιακή τομή, χωρίς ευθύνη του νοσοκομείου. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος κατά το μέρος που πλήττει την κρίση του Εφετείου για την αιτία της ρήξης του οισοφάγου της αναιρεσίβλητης και την ορθότητα των χειρισμών των ιατρών κατά την προσπάθεια της ενδοσκοπικής αφαίρεσης του βλωμού κρέατος, διότι η κρίση αυτή είναι ουσιαστική και δεν ελέγχεται κατ` αναίρεση. Περαιτέρω, καθόσον αφορά το κεφάλαιο αυτό, στην απόφαση του Εφετείου αναφέρονται τα αποδεικτικά στοιχεία που έλαβε υπόψη του το δικαστήριο (ενημερωτικό σημείωμα εξόδου κ.λπ.), με παράθεση και εκτίμηση του περιεχομένου τους και η κρίση αυτού για το λόγο ρήξης του οισοφάγου και υποβολής της αναιρεσίβλητης σε χειρουργική επέμβαση. Ειδικότερα, αναφέρεται ότι τούτο οφείλεται σε παράνομες υλικές ενέργειες ιατρού του νοσοκομείου και, μάλιστα σε εσφαλμένο χειρισμό του γαστροσκοπείου κατά την προσπάθεια αφαίρεσης του βλωμού κρέατος με γαστροσκοπική ενδοσκόπηση. Ο ιατρός του νοσοκομείου κατά την άσκηση των καθηκόντων του αυτών δεν επέδειξε την απαιτούμενη για ιατρό επιμέλεια και έτσι επήλθε το ζημιογόνο αποτέλεσμα κατά παράβαση των θεμελιωδών αρχών της ιατρικής επιστήμης και της πείρας του. Η κρίση αυτή του Εφετείου είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με τον εξεταζόμενο λόγο αναιρέσεως είναι απορριπτέα και αβάσιμα.

5. Επειδή, το αναιρεσείον προβάλλει, περαιτέρω, ότι κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, αναγνωρίσθηκε από το εφετείο η υποχρέωσή του να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη το υπέρογκο ποσό των 125.000 ευρώ, αντί του ευλόγου ποσού των 20.000 ευρώ, που είχε αναγνωρίσει το πρωτόδικο δικαστήριο. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, διότι το Εφετείο παραθέτει στην απόφασή του τα στοιχεία που έλαβε υπόψη του για τον προσδιορισμό του ποσού της αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης, η κρίση του δε αυτή και το ύψος του ποσού της αποζημίωσης, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη δεύτερη σκέψη, δεν ελέγχονται κατ` αναίρεση. Εξάλλου, δεν προβάλλεται ότι κάποιο από τα στοιχεία που εκτίμησε το Εφετείο δεν έπρεπε να ληφθεί υπόψη ή ότι προβλήθηκαν άλλα τα οποία δεν εκτιμήθηκαν από το Εφετείο το δε ποσό που προσδιορίσθηκε δεν είναι υπερμέτρως υψηλό για την εκπλήρωση του σκοπού για τον οποίο αναγνωρίσθηκε, ώστε να οδηγεί σε υπέρμετρο πλουτισμό της παθούσας (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1018/2008, 1915/2007).