ΕΣ Ολομ. 973/2010
Περίληψη
Απαράδεκτη αναίρεση -. Απορρίπτεται ως απαράδεκτη αίτηση για αναίρεση αποφάσεως της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή κατ εκτίμηση του οικείου δικογράφου για αναθεώρηση αυτής, οποιεσδήποτε και αν είναι οι πλημμέλειες που αποδίδονται σ αυτήν.
Με τις διατάξεις του οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.δ. 774/1980 φ. Α΄ 189, άρθρ. 52, 58 και 62) και του εκτελεστικού αυτού διατάγματος (π.δ. 1225/1981 – φ. Α΄ 104, κεφ. ΙΒ΄, με τίτλο «Ένδικα μέσα», άρθρ. 48 επ., 102 επ., 105 επ. και 109 επ.), απαριθμούνται περιοριστικά και καθορίζονται εξαντλητικά τα επιτρεπόμενα κατά των αποφάσεων αυτού τακτικά και έκτακτα ένδικα μέσα, με τα οποία προσβάλλονται μόνο οι οριστικές αποφάσεις των Τμημάτων του και όχι οι αποφάσεις της Ολομελείας αυτού (βλ. απ. Ολ. Ελ. Συν. 375/2005). Ειδικότερα, όσον αφορά το έκτακτο ένδικο μέσο της αίτησης αναίρεσης, οι διατάξεις του άρθρου 111 του π.δ. 1225/1981 προβλέπουν ότι «δευτέρα αίτησις αναιρέσεως υπό του αυτού διαδίκου κατά της αυτής αποφάσεως ως προς το αυτό ή άλλο Κεφάλαιον δεν επιτρέπεται, εκτός εάν απερρίφθη δια τυπικόν λόγον», ήτοι με την ρύθμιση αυτή λαμβάνεται μέριμνα, ώστε να παρέχεται σε κάθε περίπτωση η ευχέρεια να ερευνηθεί εντός των επιτρεπόμενων κατ αναίρεση ορίων και να κριθεί η βασιμότητα της ένδικης υπόθεσης. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 62 του π.δ. 774/1980 (βλ. και άρθρο 105 π.δ. 1225/1981) που προβλέπουν την άσκηση του εκτάκτου ενδίκου μέσου της αιτήσεως αναθεωρήσεως προκύπτει ότι σε αναθεώρηση υπόκεινται μόνο οι οριστικές αποφάσεις των Τμημάτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου που δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και σε καμιά περίπτωση οι αποφάσεις της Ολομελείας αυτού, οι οποίες από της εκδόσεώς τους είναι αμετάκλητες, μη υποκείμενες σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα ή βοηθήματα. Η ρύθμιση, δε, που ίσχυε προ της εκδόσεως του ν.δ. 2712/1953 και επέτρεπε την άσκηση αίτησης αναθεωρήσεως κατά αποφάσεως της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου έπαυσε να ισχύει από 1.1.1954 ενώ για τα ανακύπτοντα ζητήματα προέβλεπαν ειδικώς οι μεταβατικής ισχύος διατάξεις του άρθρου 85 παρ. 5 του π.δ. 774/1980, στο οποίο κωδικοποιήθηκε το άρθρο 68 του από 29/31.12.1954 διάταγμα. Κατ ακολουθίαν αυτών, δεν νοείται ένδικο μέσο κατ αποφάσεως της Ολομελείας το Ελεγκτικού Συνεδρίου όχι μόνο, γιατί τούτο δεν προβλέπεται από διάταξη νόμου, αλλά και γιατί αντίκειται στην ίδια την φύση της αίτησης αναιρέσεως, ως έσχατου ενδίκου μέσου, ασκουμένου ενώπιον του ανωτάτου δικαστικού σχηματισμού που εκφράζει την τελική επί της υποθέσεως δικαιοδοτική κρίση (βλ. απ. Ολ. Ελ. Συν. 99/2002, 1506/1999). ʼλλωστε, η έλλειψη δυνατότητας των διαδίκων να ασκήσουν εκ νέου το αυτό ένδικο μέσο καθώς και του Δικαστηρίου να επανέλθει σε αμετακλήτως κριθείσα υπόθεση αποβλέπει στην ασφάλεια δικαίου που δικαιολογεί, το μεν, την ικανοποίηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας με την εφάπαξ άσκηση του ενδίκου αυτού μέσου, πλην των περιπτώσεων που ρητά προβλέπεται το αντίθετο, το δε, την στέρηση του προσώπου που άσκησε το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο να προσφύγει εκ νέου με στόχο την επανάληψη της δίκης που κατέληξε στην έκδοση της αμετάκλητης απόφασης. Από τα ανωτέρω καθίσταται πρόδηλο ότι ένδικο μέσο στρεφόμενο κατ αποφάσεως της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο οποιεσδήποτε και αν είναι οι πλημμέλειες που αποδίδονται σ αυτήν (Ολ. Ελ. Συν. 99/2002, 1317/2001, 1223, 1500, 1506/1999) και συνεπώς παρέπεται ότι είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη και η απευθυνόμενη στο Δικαστήριο τούτο αίτηση για αναίρεση αποφάσεως αυτής ή κατ εκτίμηση του οικείου δικογράφου για αναθεώρηση αυτής.
ΙΙ. Στην ένδικη υπόθεση ο αιτών με την υπό κρίση αίτησή του στρέφεται κατά της 308/2006 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η από 22 Ιανουαρίου 2005 αίτηση αυτού για αναίρεση της 1955/2004 απόφασης της Ολομέλειας του ιδίου Δικαστηρίου και ζητεί την άρση αυτής. Η αίτηση αυτή η οποία ερευνάται παρά τη δικονομική απουσία του αιτούντος, ο οποίος εμφανίστηκε, χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο, στο ακροατήριο κατά την εκφώνησή της και ζήτησε την εκδίκασή της (άρθρ. 27, 65 και 117 του π.δ. 1225/1981) είτε ως αίτηση αναιρέσεως είτε ακόμη και αν, κατ εκτίμηση του δικογράφου της, θεωρηθεί ως αίτηση αναθεώρησης, όπως προεκτέθηκε, από ουδεμία διάταξη της κείμενης νομοθεσίας προβλέπεται η άσκηση ενδίκου μέσου ή βοηθήματος κατά των αποφάσεων της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Κατ ακολουθίαν αυτών, η κρινόμενη αίτηση πρέπει ν απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την από 18.4.2006 αίτηση του …κατά της 308/2006 αποφάσεως της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.