ΣτΕ , Δ΄τμ. 641/11, ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΑΡΧΕΣ ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΣΔΟ , Οχι μόνο τα πρόστιμα των Ανεξάρτητων Αρχών αλλά και κάθε κύρωση παραμένει ακυρωτική.- Αρχή της αμεροληψίας παραβιάζεται όταν μέλος συλλογικού οργάνου ε΄χει ήδη σχηματι

ΣΤΕ

Αριθμός 641/2011
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 8 Φεβρουαρίου 2011 με την εξής σύνθεση: Α. Ράντος, Aντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Κ. Κουσούλης, Κ. Πισπιρίγκος, Σύμβουλοι, Ι. Μιχαλακόπουλος, Ι. Παπαγιάννης, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ν. Αθανασίου.
Για να δικάσει την από 18 Ιανουαρίου 2010 αίτηση:
της εταιρείας με την επωνυμία “ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΚΑΒΑΛΑΣ Α.Ε.”, ιδιοκτήτριας του τηλεοπτικού σταθμού με το διακριτικό τίτλο ΕΝΑ CHANNEL, που εδρεύει στην Καβάλα (οδός Αμ. Ερ. Σταυρού αρ. 53), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Βασίλειο Ράλλη (Α.Μ. 18112), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, το οποίο παρέστη με τον Δημήτριο Φαρμάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ’ αριθ. 499/3.11.2009 απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, καθώς και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση του συμπεράσματος της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Ι. Παπαγιάννη.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθ. 876532/2010 ειδικό έντυπο. Με την ανωτέρω αίτηση ζητείται η ακύρωση της 499/3.11.2009 αποφάσεως του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.), με την οποία επεβλήθη στην αιτούσα εταιρεία, ως ιδιοκτήτρια του τηλεοπτικού σταθμού «ΕΝΑ ΤΣΑΝΝΕΛ» του νομού Καβάλας, η διοικητική κύρωση της οριστικής διακοπής της μεταδόσεως του τηλεοπτικού παιχνιδιού με τον τίτλο «CALL FOR CASH», για παράβαση του Κανονισμού 2/1991 του Ε.Σ.Ρ. «περί ραδιοτηλεοπτικών προγραμμάτων».
2. Επειδή, από τις συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 4Α περ. α΄ και παρ. 5 του ν. 1406/1983, όπως ισχύει (η ως άνω παρ. 4Α του άρ. 1 του ν. 1406/1983 προστέθηκε με το άρ. 48 παρ. 3 του ν. 3900/2010 – Α΄ 213), η δε παρ. 5 του άρ. 1 του ν. 1406/1983 προστέθηκε με το άρθρο 51 παρ. 2 του ν. 3659/2008 – Α΄ 77 – και το πρώτο εδάφιό της αντικαταστάθηκε με το άρθρο 48 παρ. 4 του ν. 39090/2010), προκύπτει ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των ακυρωτικών διαφορών που προκύπτουν όχι μόνον από τις πράξεις επιβολής προστίμων που εκδίδονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, όταν ενεργεί ως διοικητική αρχή, και τις ανεξάρτητες διοικητικές αρχές (στις οποίες περιλαμβάνεται το Ε.Σ.Ρ. κατά το άρ. 15 απρ. 2 του Συντάγματος), αλλά και από τις πράξεις επιβολής κάθε άλλης διοικητικής κυρώσεως που εκδίδονται από τις ανωτέρω διοικητικές αρχές, εφ’ όσον δεν ορίζεται διαφορετικά από τη νομοθεσία που τις διέπει. Τούτο δε, διότι οι επιβαλλόμενες από τις ανωτέρω αρχές πάσης φύσεως διοικητικές κυρώσεις, όπως άλλωστε και τα πρόστιμα που οι αρχές αυτές επιβάλλουν, κατά την ρητή ειδική διάταξη του άρθρου 1 παρ. 5 εδάφιο δεύτερο του ν. 1406/1983, δεν υπήχθησαν στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, όπως αντιθέτως συνέβη με τις διαφορές εκ της επιβολής διοικητικών κυρώσεων από άλλες διοικητικές αρχές, που έχουν υπαχθεί, ως διοικητικές διαφορές ουσίας, στην αρμοδιότητα του διοικητικού εφετείου και πρωτοδικείου, αντιστοίχως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρ. 1 παρ. 4Α περ. α΄ και παρ. 5 εδάφιο πρώτο του ν. 1406/1983, όπως κατά τα ανωτέρω ισχύουν.
3. Επειδή, το άρθρο 7 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999) ορίζει ότι «τα διοικητικά όργανα, μονομελή ή συλλογικά, πρέπει να παρέχουν εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους». Κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως, τα διοικητικά όργανα και επί συλλογικών οργάνων τα μέλη τους δεν παρέχουν εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσεως, όταν είναι δυνατό να δημιουργηθεί σε βάρος τους εύλογη υπόνοια μεροληψίας. Αυτό συμβαίνει όχι μόνον όταν έχουν προσωπικό συμφέρον για την έκβαση συγκεκριμένης υποθέσεως ή ιδιαίτερο δεσμό ή ιδιάζουσα σχέση ή εχθρότητα προς τους ενδιαφερομένους, αλλά και όταν έχουν ήδη σχηματισμένη και μη δυναμένη να ανατραπεί γνώμη για την υπόθεση ή το πρόσωπο που πρόκειται να κρίνουν. Στην περίπτωση αυτή, εφ’ όσον πρόκειται για μέλος συλλογικού οργάνου, αυτό δεν πρέπει να μετέχει στο όργανο κατά την έκδοση της αποφάσεώς του, διότι διαφορετικά η εκδιδομένη απόφαση καθίσταται μη νόμιμη λόγω κακής συνθέσεως του συλλογικού οργάνου (βλ. ΣτΕ 570/2011, 3680/2009, 3370/2007 κ.ά.).
4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο τηλεοπτικός σταθμός «ΕΝΑ ΤΣΑΝΝΕΛ», ο οποίος προέβαλλε, ως μέρος του προγράμματός του, το τηλεπαιχνίδι «CALL FOR CASH», ελέγχθηκε από το Ε.Σ.Ρ. για εκπομπές του εν λόγω παιχνιδιού της 19.5.2009 και 10.6.2009. Η προσβαλλόμενη απόφαση, αφού παραθέτει τα πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν από τις εκπομπές αυτές, προβαίνει στις ακόλουθες διαπιστώσεις και κρίσεις: «Προβάλλονται ορισμένα γράμματα της ελληνικής γλώσσας και προκαλούνται οι τηλεθεατές να συμμετάσχουν στο παιχνίδι, ανακοινώνοντας δια της εικονιζομένης στην οθόνη σταθερής τηλεφωνικής γραμμής ή κινητής τηλεφωνικής συσκευής, την ελληνική λέξη που σχηματίζεται από τα προβαλλόμενα γράμματα. Βεβαίως ο τηλεθεατής σε κάθε επικοινωνία επιβαρύνεται με το αντίστοιχο τίμημα επ’ ωφελεία του τηλεοπτικού σταθμού. Οι λέξεις που σχηματίζονται από τα προβαλλόμενα γράμματα είναι απλές και υπάρχει δυνατότητα αμέσου επιτυχίας του συμμετέχοντος τηλεθεατού. Όμως η επιτυχία του τηλεθεατού εξαρτάται από δύο προϋποθέσεις: Πρώτον από τη δυνατότητα αμέσου επικοινωνίας – η οποία δεν υφίσταται διότι ο τηλεοπτικός σταθμός διαθέτει προς τούτο ελάχιστες τηλεφωνικές γραμμές ενώ μπορούσε να διαθέσει περισσότερες προς άμεση επικοινωνία των τηλεθεατών – και δεύτερον, εκ της αρνήσεώς του να δεχθεί προτεινόμενες από τους τηλεθεατές λέξεις προ της προβολής του πρώτου, ενδεχομένως και του δευτέρου ή και του τρίτου γράμματος της αξιουμένης λέξεως. Έτσι ενώ μετά την προβολή των γραμμάτων η συγκεκριμένη φάση του τηλεπαιχνιδιού θα μπορούσε να λήξει τα πρώτα λεπτά, παρατείνεται αδικαιολογήτως επί βλάβη των τηλεθεατών οι οποίοι ματαίως προσπαθούν να ανεύρουν ανοιχτή γραμμή. … Εξάλλου η ανακοίνωση τηλεθεατού της λέξεως που σχημάτισε δεν γίνεται αποδεκτή προ της προβολής του πρώτου, δευτέρου ή τρίτου [γράμματος] της αξιουμένης λέξεως ενώ αυτά θα μπορούσαν να προβληθούν μετά της προβολής των γραμμάτων. Πρόβλημα δημιουργείται επίσης στο ότι ενώ από τα προβαλλόμενα γράμματα μπορούν να σχηματιστούν πλείονες της μιάς λέξεις, ο τηλεοπτικός σταθμός αποδέχεται μία εξ αυτών.» Όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το επίμαχο τηλεπαιχνίδι θεωρήθηκε ότι παραβιάζει το άρθρο 7 περ. α΄ του Κανονισμού 2/1991 του Ε.Σ.Ρ. «περί ραδιοτηλεοπτικών προγραμμάτων» (Β΄ 421), καθ’ όσον, όπως αναφέρεται στην ίδια απόφαση, «Αναμφιβόλως πρόκειται περί παραπλανήσεως των τηλεθεατών με αποτέλεσμα την οικονομική βλάβη των.» Περαιτέρω, κατά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως μετέσχε στο Ε.Σ.Ρ. μέλος του, το οποίο στις 12.9.2008 είχε υποβάλει, με την εν λόγω ιδιότητά του, το υπ’ αριθ. πρωτ. Ε.Σ.Ρ. ΕΣ/961/12.9.2008 έγγραφο προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με κοινοποίηση μάλιστα στον «ημερήσιο τύπο», στο οποίο (έγγραφο), αφού περιέγραφε τον τρόπο διεξαγωγής του τηλεπαιχνιδιού, το οποίο χαρακτήριζε «από απλοϊκό έως αφελές», κατέληγε στην ακόλουθη κρίση: «Εκτιμώ ότι η όλη διαδικασία, με το κίνητρο του γρήγορου κέρδους και δεδομένου ότι πρόκειται για απλοϊκές και εν πολλοίς αφελείς, όπως είπα, ερωτήσεις, είναι ικανή να προσελκύσει αθρόως ανυποψίαστους πολίτες και να υποστούν υψηλές τηλεφωνικές χρεώσεις και κατ’ επέκτασιν σοβαρή οικονομική ζημία.» Σε σχέση με το συναφές προς την έκφραση της γνώμης αυτής ζήτημα μεροληψίας του ανωτέρω μέλους του Ε.Σ.Ρ., το οποίο ετέθη με σχετική αίτηση εξαιρέσεώς του, στις προσβαλλόμενη απόφαση διαλαμβάνονται τα εξής: «Κατά το άρθρο 7 παρ. 2 στ. γ΄ του Ν. 2690/1999, λόγον εξαιρέσεως συνιστά ο ιδιαίτερος δεσμός ή ιδιάζουσα σχέση ή εχθρότητα μέλους συλλογικού οργάνου της διοικήσεως με τους ενδιαφερομένους. … Όμως κατά το άρθρο 37 του Κ.Π.Δ. καθένας στον οποίο έχει ανατεθεί προσωρινά δημοσία υπηρεσία έχει υποχρέωση να ανακοινώσει στον αρμόδιο εισαγγελέα κάθε αξιόποινη πράξη που διώκεται αυτεπαγγέλτως. Επομένως το ως άνω μέλος υπέβαλε την ως άνω αναφορά εκ καθήκοντος και όχι από εχθρότητα προς τον τηλεοπτικό σταθμό … ούσης αβασίμου της υπό κρίσιν αιτήσεως [εξαιρέσεως]».
5. Επειδή, από τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη προκύπτει ότι το ως άνω μέλος του Ε.Σ.Ρ. διετύπωσε με το μνημονευθέν έγγραφό του προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου γενική απαξιωτική κρίση για το επίμαχο τηλεπαιχνίδι – θεωρώντας μάλιστα, κατ’ αρχήν, τον τρόπο διεξαγωγής του ως ποινικώς κολάσιμο και, πάντως, ως παραπλανητικό – σχετιζομένη αμέσως προς τα στοιχεία του περιεχομένου του παιχνιδιού, τα οποία αξιολογήθηκαν από το Ε.Σ.Ρ. και οδήγησαν στην επιβολή της επιδίκου διοικητικής κυρώσεως για παραπλάνηση του τηλεοπτικού κοινού. Συνάγεται, συνεπώς, ότι το ως άνω μέλος του Ε.Σ.Ρ. είχε εκ των προτέρων σχηματισμένη γνώμη για την υπόθεση και δεν παρείχε, ως εκ τούτου, τα απαιτούμενα από τον νόμο εχέγγυα αμερόληπτης κρίσεως. Η περί του αντιθέτου άλλωστε κρίση του Ε.Σ.Ρ., η οποία έχει παρατεθεί στην προηγούμενη σκέψη, αιτιολογείται πλημμελώς καθ’ όσον περιορίζεται στη διαπίστωση ότι το προαναφερθέν μέλος του δεν ενεχόταν σε προσωπική εχθρότητα προς τους ενδιαφερομένους. Δεν περιέχει δηλαδή ειδική αιτιολογία ως προς το κρίσιμο ζήτημα, που δεν είναι εν προκειμένω η ύπαρξη εχθρότητας, αλλά η εκ των προτέρων σχηματισμένη γνώμη του ως άνω μέλους του συλλογικού οργάνου, ένεκα της οποίας δημιουργήθηκε σε βάρος αυτού υπόνοια μεροληψίας άγουσα, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 3, σε κακή σύνθεση του Ε.Σ.Ρ. ανεξαρτήτως της υπάρξεως ή μη προσωπικής εχθρότητας του εν λόγω μέλους προς τους ενδιαφερομένους. Για τον λόγο αυτόν, βασίμως προβαλλόμενο, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, αποβαίνει δε κατόπιν τούτου περιττή η έρευνα των λοιπών λόγων ακυρώσεως.
Διά ταύτα
Δέχεται την αίτηση.
Ακυρώνει την 499/3.11.2009 απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης