ΣΥΝΘΕΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΕΩΣ
29-5-12 ΚΑΙ 30-5-12
ΠΡΩΤΟ ΠΡΑΚΤΙΚΟ
Με απόφαση της Ολομελείας της Βουλής ληφθείσα στις 6.12.2001 και δημοσιευθείσα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με παραγγελία του Προέδρου της Βουλής (Α΄ 284/18.12.2001) τροποποιήθηκαν, πλην άλλων, τα άρθρα 160 και 162 του προαναφερθέντος Κώδικα και ρυθμίστηκαν με την απόφαση της Ολομέλειας τα θέματα οργάνωσης και θέσεων των επιστημονικών επιτροπών της Βουλής, ειδικότερα η παρ. 7 αντικαταστάθηκε ως εξής: «Εντός τριμήνου από τη θέση σε ισχύ του παρόντος ο Πρόεδρος της Βουλής εκδίδει με απόφασή του και ύστερα από γνώμη του επιστημονικού συμβουλίου, ειδικό εσωτερικό κανονισμό της επιστημονικής υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 94 του Κανονισμού της Βουλής (Μέρος Β΄), με τον οποίο μπορεί να τροποποιούνται και να συμπληρώνονται οι διατάξεις των άρθρων 160-163 του παρόντος για την επιστημονική υπηρεσία της Βουλής και ο οποίος επίσης μπορεί να τροποποιείται και να συμπληρώνεται με όμοιες αποφάσεις που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Κατ’ επίκληση των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 65 παρ. 5 του Συντάγματος (περί της δυνατότητας συστάσεως με τον Κανονισμό της Βουλής επιστημονικής υπηρεσίας) και του άρθρου 162 παρ. 7 του Κανονισμού της Βουλής (μέρος Κοινοβουλευτικό), όπως το άρθρο αυτό ήδη ισχύει, και μετά από γνώμη του επιστημονικού συμβουλίου, εκδόθηκε η 8199/6321/2.12.2002 απόφαση του Προέδρου της Βουλής (Β΄ 1521/4.12.2002), με την οποία τέθηκε σε ισχύ ο Ειδικός Εσωτερικός Κανονισμός της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής και δημιουργήθηκε Δνση επιστημονικών μελετών της Βουλής με 16 οργανικές θέσεις μεταξύ των οποίων και μια θέση προϊσταμένου.
Με την 4535/3309/21.10.1987 απόφαση του Προέδρου της Βουλής προκηρύχθηκε, κατ’ επίκληση των διατάξεων των άρθρων 160-162 του Κανονισμού της Βουλής (μέρος Κοινοβουλευτικό), η πλήρωση 16 κενών οργανικών θέσεων της διευθύνσεως επιστημονικών μελετών της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής, μεταξύ των οποίων και η θέση του προϊσταμένου της εν λόγω διευθύνσεως. Ακολούθως, κατ’ επίκληση μεταβιβάσεως της σχετικής αρμοδιότητας από τον Πρόεδρο της Βουλής, ο Γενικός Γραμματέας της Βουλής εξέδωσε, κατόπιν σχετικής εισηγήσεως του επιστημονικού συμβουλίου, την 10/1/2.1.1989 πράξη του, με την οποία ο Α διορίσθηκε προϊστάμενος της ως άνω διευθύνσεως με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Τέλος, κατ’ επίκληση του άρθρου 5 του ανωτέρου Ειδικού Εσωτερικού Κανονισμού, εκδόθηκε η 4913/15.5.2003 πράξη του Προέδρου της Βουλής, με την οποία διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι ο Α , ο οποίος κατά το χρόνο δημοσιεύσεως της προαναφερθείσης τροποποιήσεως του Κανονισμού της Βουλής (Α΄ 284/18.12.2001) υπηρετούσε ως προϊστάμενος της κατά το άρθρο 160 παρ. 1 του Κανονισμού της Βουλής (μέρος Κοινοβουλευτικό) διευθύνσεως επιστημονικών μελετών της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής, καταλαμβάνει αυτοδικαίως θέση επιστημονικού συνεργάτη και προϊσταμένου της κατά το ως άνω άρθρο 160 παρ. 1, όπως ήδη ισχύει, πρώτης διευθύνσεως επιστημονικών μελετών της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής, για τριετή θητεία.
Ο Α άσκησε αίτηση ακυρώσεως κατά της πράξεως του Προέδρου της Βουλής την 30-10-2003 την οποία υπέγραψε ο ίδιος και ο Δικηγόρος Λυσίας στο Γ ΄ Τμήμα του ΣτΕ. Με την αίτηση αυτή υποστήριξε ότι : α) Η πράξη του προέδρου της Βουλής είναι αναιτιολόγητη και έχει εκδοθεί κατά κατάχρηση εξουσίας, β) Ο Πρόεδρος της Βουλής έχει εκλεγεί με λάθος καταμέτρηση των ψήφων των Βουλευτών (θεωρείστε το αληθές), γ) το επιστημονικό συμβούλιο που εισηγήθηκε είχε κακή σύνθεση διότι ένα αναπληρωματικό μέλος του δεν είχε κλητευθεί.
Κατά την δικάσιμο παρεστάθη ο Δικηγόρος Λυσίας που ζήτησε και πήρε προθεσμία για νομιμοποίηση που πήρε αλλά δεν προσεκόμισε κατ΄αυτήν πληρεξούσιο. Ο Πρόεδρος της Βουλής παρεστάθη με Δικαστικό αντιπρόσωπο του ΝΣΚ και ζήτησε την απόρριψη της αιτήσεως διότι : α) είναι παθητικά ανομιμοποίητη καθότι στρέφεται κατά του Προέδρου της Βουλής και όχι του αρμοδίου Υπουργού, β) Η διαφορά ανήκει στα πολιτικά δικαστήρια διότι η σχέση εργασία τους αιτούντος είναι ιδιωτικού δικαίου, γ) η προσβαλλόμενη πράξη είναι διαπιστωτική και δεν προσβάλλεται, δ) το αναπληρωματικό μέλος δεν μετείχε της συνεδριάσεως. Ο εισηγητής της υποθέσεως Πάρεδρος Π έθεσε θέμα δικαιοδοσίας του ΔΕφ Αθηνών και παραπομπής της υπόθεσης στη περίπτωση που γίνει δεκτή αυτή η άποψη.
Να εξετασθεί κάθε θέμα παραδεκτού και βασίμου που τίθεται ή εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως.
——————————————–
ΤΟ ΘΕΜΑ ΠΟΥ ΕΤΕΘΗ ΣΤΟ ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ 18-10-2012 ΕΙΧΕ ΠΕΡΙΠΟΥ ΩΣ ΕΞΗΣ :
O Χ με πράξη του ΠτΒ διορίστηκε προιστάμενος τμήματος Επιστημονικής υπηρεσόας της βουλής, με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Στην οποία δεν εφαρμόζεται η εργατική ή άλλη νομοθεσία η δε καταγγελία της σύμβασης χωρεί μόνο στις περιπτώσεις για τις οποίες προβλέπεται και απόλυση του μόνιμου προσωπικού της Βουλής.
Το 2001 η Ολομέλεια της Βουλής τροποποίησε τον Κανονισμό. Ο τροποποιηθείς κανονισμός προέβλεπε αυτοδίκαιη παραμονή στις θέσεις των ήδη απασχολουμένων προισταμένων και μελών της επιστημονικής υπηρεσίας αλλά πλεον όχι με σύμβαση αορίστου χρόνου αλλά με θητεία. Όλιο εφεξής θα διορίζονται με θητεία. Δίδεται δικαίωμα μόνο στον ΠτΒ να τροποποιει τον κανονισμό στα άρθρα 160-163.
Το 2002 Ο ΠτΒ τροποποιεί τον κανονισμό. Προβλέπει πως τα μέλη της επιστημονικής επιτροπής θα διορίζονται από τον ΠτΒ κατόπιν γνώμης ( κάποιου γνωμοδοτικού επιστημονικού οργάνου) με τριετή θητεία και δυνατότητα ανανέωσης της θητείας με απόφαση του ΠτΒ. Οι διορισμένοι κατά το χρόνο έκδοσης του εσωτερικού Κανονισμού παραμένουν αυτοδικαίως στην επιτροπή για τριετη θητεία.
15.05.2003 ο πρόεδρος της Βουλής εκδίδει πράξη που κοινοποιείται αυθημερόν στον Α ότι δυνάμει του κανονισμού παραμένει προιστάμενος τμήματος επιστημονικής υπηρεσίας της βουλής με τριετή θητεία.
Ο Α ασκεί αίτηση ακύρωσης Στο ΔΕΦ 26.09.2003.
Η Διοίκηση προβάλλει ότι:
1) Η διαφορά που αναφύεται από την προσβαλλόμενη πράξη είναι ιδιωτικού δικαίου καθόσον ο Χ απασχολούνταν και απασχολείται με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου.
2) Η αίτηση ακύρωσης είναι εκπρόθεσμη.
3) Αναρμοδίως ασκείται αίτηση ακύρωσης στο ΔΕφ αφού ο ΠτΒ δεν είναι διοικητική αρχή.
4) Εξάλλου ο ΠτΒ είναι νομοθετικό όργανο.
Ο Χ ισχυρίζεται ότι:
5) Βάσει του άρθρου 65.1 Σ μόνο η Ολομέλεια της Βουλής είναι αρμόδια να ψηφίζει και να τροποποιεί τον Κανονισμό της Βουλής.
6) Σε κάθε περίπτωση η εξουσιοδότηση στον ΠτΒ δεν πληροί τους όρους του 43.2
Αξιολογείστε τη βασιμότητα των ισχυρισμών 1-6.