ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΤΜΗΜΑ V
ΑΠΟΦΑΣΗ 762/2012
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 10 Νοεμβρίου 2011, με την ακόλουθη σύνθεση: Γεώργιος Κωνσταντάς, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Τμήματος, Αργυρώ Λεβέντη και Στυλιανός Λεντιδάκης (εισηγητής), Σύμβουλοι, Ευάγγελος Καραθανασόπουλος και Κωνσταντίνος Παραθύρας, Πάρεδροι (με συμβουλευτική ψήφο).
Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας: Παρέστη ο Επίτροπος της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, Ανδρέας Καπερώνης, ως νόμιμος αναπληρωτής του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο οποίος είχε κώλυμα.
Γραμματέας: Μαρία Λήμνιαλη, υπάλληλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου (κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α΄),
Για να δικάσει την από 14 Οκτωβρίου 2009 (αρ. καταθ. 184/14.10.2009) έφεση του …, ο οποίος εμφανίστηκε αυτοπροσώπως στο ακροατήριο χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο και ζήτησε να συζητηθεί η υπόθεσή του.
Kατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπεί νόμιμα ο Υπουργός Οικονομικών, ο οποίος παραστάθηκε διά του Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Κωνσταντίνου Κατσούλα και
κατά της 243975/8/2-ε/13.8.2009 απόφασης του Προϊσταμένου Επιτελείου του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας (Διεύθυνση Οικονομικών/Τμήμα 3ο), με την οποία καταλογίστηκε ο εκκαλών, Αρχιφύλακας (243975) της ΕΛ.ΑΣ., με το ποσό των χιλίων τριακοσίων τριάντα ευρώ (1.330 €), που αντιστοιχεί στην αξία ενός φορητού πομποδέκτη μάρκας …. τον οποίο φέρεται ότι απώλεσε από υπαιτιότητά του κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του.
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε το Δικαστήριο άκουσε:
Τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ο οποίος δήλωσε ότι επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου. Και
Toν Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο οποίος πρότεινε την απόρριψη της έφεσης.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο
Αποφάσισε τα εξής:
I. Με την υπό κρίση έφεση ο εκκαλών ζητεί την ακύρωση της 243975/8/2-ε/13.8.2009 απόφασης του Προϊσταμένου Επιτελείου του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας (Διεύθυνση Οικονομικών/Τμήμα 3ο), με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος αυτού, Αρχιφύλακα της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.), το ποσό των χιλίων τριακοσίων τριάντα ευρώ (1.330 €), που αντιστοιχεί στην αξία του υπ’ αριθμ. 1475998 υπηρεσιακού φορητού πομποδέκτη, μάρκας …, τον οποίο φέρεται ότι απώλεσε από υπαιτιότητά του κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών του καθηκόντων. Η έφεση αυτή, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. σχετ. το 1945435 σειράς Α΄ έντυπο), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (βλ. σχετ. το από 16.9.2009 αποδεικτικό επίδοσης της προσβαλλόμενης στον εκκαλούντα) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, παρά τη δικονομική απουσία του εκκαλούντος, ο οποίος εμφανίστηκε στο ακροατήριο κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο και ζήτησε να συζητηθεί η υπόθεσή του (άρθρα 16, 27 και 65 παρ. 1 και 3 του π.δ/τος 1225/1981).
ΙΙ. Ο Οργανισμός του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.δ/γμα 774/1980, Φ.Ε.Κ. 189 Α΄), ορίζει στο άρθρο 46 παράγραφοι 4 και 5 ότι : «4. Δημόσιοι υπάλληλοι (…) Στρατιωτικοί εν γένει οι ανήκοντες εις τα Σώματα Ασφαλείας (…), ευθύνονται έναντι του Δημοσίου δια πάσαν θετικήν ζημίαν, ην προξένησαν εις αυτό εκ δόλου ή βαρείας αμελείας κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων αυτών ως και δια τας αποζημιώσεις, εις ας υπεβλήθη τούτο έναντι τρίτων ένεκα παρανόμων πράξεων ή παραλείψεων αυτών κατά την εκτέλεσιν των καθηκόντων των γενομένων επίσης εκ δόλου ή βαρείας αμελείας (…). 5. Επί της κατά το παρόν άρθρον ευθύνης δικάζει το Ελεγκτικόν Συνέδριον τη αιτήσει του παρ΄ αυτώ Γενικού Επιτρόπου ενεργούντος είτε κατόπιν εντολής του οικείου Υπουργού είτε οίκοθεν (…)». Από την προαναφερθείσα διάταξη ερμηνευόμενη σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 18 παρ. 1 και 2 του β.δ/τος της 31.12.1957/20.1.1958 «Περί κωδικοποιήσεως διατάξεων αφορωσών το Σώμα της Αστυνομίας Πόλεων» (ΦΕΚ 11/20.1.1958 Α΄) και 52 του β.δ/τος της 15.5.1959 «Περί Κυρώσεως του Κανονισμού Οικονομικής Υπηρεσίας Χωροφυλακής» (ΦΕΚ 151 Α΄), οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν σύμφωνα με το άρθρο 62 παρ. 2 του ν. 1481/1984 (ΦΕΚ 152 Α΄), με τον οποίο συστάθηκε η Ελληνική Αστυνομία, συνάγεται ότι οι ανήκοντες στα Σώματα Ασφαλείας, στα οποία συμπεριλαμβάνεται η Ελληνική Αστυνομία, ευθύνονται έναντι του Δημοσίου και καταλογίζονται είτε με απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μετά από αίτηση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, είτε με πράξη του αρμόδιου Υπουργού ή των υπ’ αυτού εξουσιοδοτηθέντων οργάνων, για κάθε θετική ζημία που προξένησαν σ’ αυτό από δόλο ή βαριά αμέλεια κατά την άσκηση των υπηρεσιακών -μη διαχειριστικής φύσης – καθηκόντων τους (βλ. σχετ. απόφ. 273/2000 Ολομ., 2787/2009, 2532/2010 V Τμ. Ελ. Συν.). Θετική δε ζημία συνιστά η μείωση της υφιστάμενης κινητής ή ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, στην οποία συγκαταλέγονται και τα υλικά μέσα που χορηγούνται σε αστυνομικά όργανα για την εκτέλεση της ανατεθειμένης σε αυτά υπηρεσίας, που προήλθε από ζημιογόνο ενέργεια (πράξη ή παράλειψη) των ανωτέρω κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων (βλ. αποφ. 1208, 1669/2005, 2787/2009, 2532/2010 V Tμ. Ελ. Συν.). Βαριά αμέλεια υπάρχει, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, όταν δεν καταβάλλεται όχι μόνον η απαιτούμενη από στις συναλλαγές, αντικειμενικά και αφηρημένα, επιμέλεια του μέσου συνετού ανθρώπου, αλλά ούτε η στοιχειώδης επιμέλεια την οποία αξιώνει ο νόμος από όλους τους ανθρώπου του κύκλου της επαγγελματικής και κοινωνικής τους δραστηριότητας (βλ. αποφ. 1408/2000 Ολομ., 622/2001, 638/2002, 1149/2008, 1513/2010 V Τμ. Ελ. Συν.).
ΙΙΙ. Στην υπό κρίση υπόθεση, από το σύνολο των στοιχείων του φακέλου, και ιδίως το από 2.4.2009 πόρισμα της διενεργήσασας την Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ) Υπαστυνόμου Α΄ …., εκτιμώμενα το καθένα χωριστά και σε συνδυασμό μεταξύ τους, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο εκκαλών, Αρχιφύλακας της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ), και ο Υπαρχιφύλακας …., οι οποίοι υπηρετούν στη Διεύθυνση Άμεσης Δράσης Αττικής, στις 3.11.2008 εκτελούσαν διατεταγμένη υπηρεσία, κατά τις ώρες από 13:00 έως 21:00, ως πλήρωμα (οδηγός και συνοδηγός, αντίστοιχα) του υπ’ αριθμ. ΕΑ-…. υπηρεσιακού οχήματος (περιπολικού αυτοκινήτου), με τομέα ευθύνης την ευρύτερη περιοχή της Νίκαιας Αττικής και κωδικό κλήσεως Α 9-1. Πριν από την ανάληψη της υπηρεσίας του την ημέρα εκείνη, ο εκκαλών μετέβη στις εγκαταστάσεις της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών (Λεωφ. ….), όπου παρέλαβε το ως άνω υπηρεσιακό όχημα και χρεώθηκε την υπ’ αριθμ. …. φορητή ασύρματη συσκευή (πομποδέκτης) τύπου …., προς χρήση για την εκτέλεση της υπηρεσίας του. Ακολούθως, περί ώρα 19:00 και ενώ ο εκκαλών κινείτο με το υπηρεσιακό όχημα στο πλαίσιο εκτελέσεως της διατεταγμένης υπηρεσίας του στην περιοχή του Πειραιά, διαπίστωσε ότι είχε απωλέσει τον ανωτέρω πομποδέκτη. Κατόπιν αυτού προέβη, με τον Υπαρχιφύλακα …., σε επισταμένη και διεξοδική αναζήτηση του απωλεσθέντος πομποδέκτη κατά μήκος της διαδρομής που είχαν ακολουθήσει με το υπηρεσιακό όχημα, από το (τέως) Γ΄ Α.Τ. Πειραιά έως τη Διεύθυνση Αστυνομίας Πειραιά. Εν τέλει, αφού βεβαιώθηκαν για την αδυναμία ευρέσεως του πομοποδέκτη, μετέβησαν στο Τ.Α. Πειραιά, όπου ο εκκαλών δήλωσε την απώλεια του ως άνω υλικού. Για την παραπάνω απώλεια, διενεργήθηκε η προαναφερθείσα Ένορκη Διοικητική Εξέταση από την ανωτέρω Αξιωματικό της ΕΛ.ΑΣ., σύμφωνα με το πόρισμα της οποίας, ο εκκαλών είναι υπαίτιος για την απώλεια του πομποδέκτη, διότι «δεν κατέβαλε την επιμέλεια και προσοχή που όφειλε και μπορούσε με αποτέλεσμα να την απολέσει». Εξάλλου, στην από 1.4.2009 απολογία του ο εκκαλών υποστήριξε ότι δεν δύναται να προσδιορίσει τα αίτια και το σημείο όπου απωλέσθη ο πομποδέκτης, τον οποίο είχε τοποθετήσει σε πλαστική υποδοχή που υφίσταται ανάμεσα στις θέσεις του οδηγού και του συνοδηγού στο ως άνω υπηρεσιακό όχημα (περιπολικό αυτοκίνητο). Κατόπιν αυτών, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του εκκαλούντος το ποσό των χιλίων τριακοσίων τριάντα ευρώ (1.330 €), το οποίο αντιστοιχεί στην αξία του απολεσθέντος, με υπαιτιότητά του, πομποδέκτη (βλ. σχετ. το από 11.6.2009 πρακτικό της επιτροπής προσδιορισμού της αξίας των απωλεσθέντων ειδών υλικού του Δημοσίου). Ήδη ο εκκαλών, με την κρινόμενη έφεσή του στρέφεται κατά της απόφασης αυτής και ζητεί τη μεταρρύθμισή της, προβάλλοντας ότι η αξία του συγκεκριμένου πομποδέκτη είναι μικρότερη του καταλογιζόμενου ποσού «καθόσον αφενός μεν η εμπορική του αξία αγγίζει τα εξακόσια ογδόντα (680,00) ευρώ (τιμή αντιπροσωπείας), αφετέρου δε η αντικειμενική αξία του εν λόγω πομποδέκτη έχει μειωθεί σημαντικά, λόγω της παλαιότητάς του, καθόσον εντάχθηκε στην Υπηρεσία μας το έτος 2004». Ωστόσο, οι ανωτέρω λόγοι εφέσεως είναι απορριπτέοι προεχόντως ως αναπόδεικτοι, δοθέντος ότι δεν προσκομίζεται από τον εκκαλούντα οποιοδήποτε στοιχείο που να τους στηρίζει (π.χ. οποιοδήποτε έγγραφο της αντιπροσωπείας σχετικά με την εμπορική αξία του υλικού, οποιοδήποτε στοιχείο σχετικά με την παλαιότητα αυτού κλπ.). Περαιτέρω, από το από 11.6.2009 πρακτικό της επιτροπής προσδιορισμού της αξίας των απωλεσθέντων ειδών υλικού του Δημοσίου, προκύπτει ότι για τον υπολογισμό της αξίας του καταλογισθέντος πομποδέκτη ελήφθησαν υπόψη οι διατάξεις του άρθρου 56 παρ. 8 του ν. 2362/1995 (ήτοι υπολογίστηκε η τρέχουσα τιμή του πομποδέκτη), καθώς και τα λοιπά, σχετικά με την αξία του υλικού, συναφή στοιχεία.
IV. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι νομίμως καταλογίστηκε ο εκκαλών με την προσβαλλόμενη απόφαση. Εξάλλου, η θετική ζημία, την οποία υπέστη το Ελληνικό Δημόσιο λόγω της απώλειας του ανωτέρω πομποδέκτη, οφείλεται σε βαριά αμέλεια του ως άνω κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και, ως εκ τούτου, στοιχειοθετείται υποχρέωση αυτού για την αποκατάστασή της. Η βαριά αμέλεια του εκκαλούντος συνίσταται στην πλημμελή φύλαξη του πομποδέκτη από μέρους του και τη μη λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων για την ασφάλειά του, η οποία αποδεικνύεται και από την παντελή αδυναμία εκ μέρους του για την παροχή εξηγήσεων στο πλαίσιο της Ε.Δ.Ε. σχετικά με τις συνθήκες απώλειάς του. Η δε μείωση του ποσού του καταλογισμού δεν δύναται να χωρήσει, προεχόντως ελλείψει στοιχείων που να αποδεικνύουν τους προβαλλόμενους από τον εκκαλούντα ισχυρισμούς. Ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη και συνακόλουθα να διαταχθεί η κατάπτωση, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, του παραβόλου που κατατέθηκε για την άσκησή της (βλ. άρθρο 56 του π.δ/τος 774/1980, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 57 παρ. 3 του ν. 3659/2008).
Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την από 14.10.2009 έφεση του ….
Διατάσσει την κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 8 Δεκεμβρίου 2011.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΛΕΝΤΙΔΑΚΗΣ