Χρήστος Παπαστυλιανός, Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου ,ΔΝ.
Η ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΙΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
- Το νομικό Καθεστώς
Αρθ 95 παρ 5 Σ «Η Διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα ανγκαία μέτρα για τη διασφάλσιη της συμμόρφωσης της διοίκησης»
Αρθ 50 παρ 4 Π.δ/τος 18/89 Οι διοικητικές αρχές πρέπει σε εκτέλεση της απορρέουσας εκ του αρθ 95 παρ 5 Σ να συμμορφώνονται με θετική ενέργεια προς το περιεχόμενο απόφασης του ΣτΕ ή να απέχουν από κάθε ενέργεια που είναι αντίθετη με αυτό.
- Νομικό Καθεστώς συνέχεια
- Ν. 3068/2002 αρθ 1 Το Δημόσιο, οι Ο.Τ.Α και τα λοιπά Ν.Π.Δ.Δ έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται χωρίς καθυστέρηση στις δικαστικές αποφάσεις αρθ 2 Η Αρμοδιότητα για την λήψη των προβλεπόμενων για τη συμμόρφωση μέτρων ανατίθεται σε τριμμελή δικαστικά συμβούλια αρθ 3 τα μέτρα που λαμβάνονται περιλαμβάνουν την επιβολή προστίμου στη διοίκηση εάν δεν συμμορφώνεται.
- Ποιές υποθέσεις υπάγονται στην υποχρέωση συμμόρφωσης
Α) Να είναι οριστική ή να έχει καταστεί τελεσίδικη
Β) να είναι εκτελεστή
Γ) Να έχει εκδοθεί κατά την τακτική ή ειδική διαδικασία
Δ) Να μην είναι απορριπτική
Ε) Ο αιτών να έχει ένα εύλογο ενδιαφέρον για τη συμμόρφωση της διοίκησης προς την απόφαση. Π.Χ εάν κάποιος προσέβαλλε την ακυρωθείσα διοικητική πράξη πλην όμως η δίκη καταργήθηκε διότι έγινε δεκτή άλλη αίτηση ακύρωσης [ Βλ. ΣτΕ τρμ Συμ 12/2005. Η εκδοχή αυτή στηρίζεται στο ότι η συμμόρφωσ της διοίκησης επιβάλλεται από το δημόσιο συμφέρον και δεν μπορεί να επαφίεται μόνο στην επιμέλεια του νικήσαντος διαδίκου.
- Απορριπτικές αποφάσεις
- Εχει κριθεί ότι οι αποφάσεις του ΣτΕ που απορρίπτουν εφέσεις με τις οποίες ακυρώθηκαν διοικητικές πράξεις δεν εμπίπτουν στις δικαστικές αποφάσεις του ν. 3068/2002, [ΤριμΣυμβΣτΕ 4/2007], επειδή η υποχρέωση συμμόρφωσης παρήγαγαν οι πρωτόδικες αποφάσεις καθώς ούτε η προθεσμία ούτε η υποβολή της έφεσης αναστέλλει την ισχύ της προσβαλλόμενης απόφασης.
- Απορριπτικές Αποφάσεις
- Ωστόσο η νομολογία του ΕΔΑΔ δεν διαχωρίζει αν πρόκειται για απορριπτική ή μη απόφαση, καθώς έκρινε ότι υποχρέωση συμμόρφωσης αφορά και τις απορριπτικές αποφάσεις. Κατά το ΕΔΔΑ κάθε απόφαση γεννά υποχρέωση της διοίκησης για την έκδοση πράξης με σκοπό την αποτελεσματική δημιουργία νομικής κατάστασης ανάλογα με το περιεχόμενο της απόφασης, Βλ Μονή Προφήτου Ηλία κατά Ελλάδας 22.12.2005
- Εκταση της υποχρέωσης
Το Συμβούλιο της Επικρατείας δέχεται παγίως ότι «η συμμόρφωση της διοικήσεως προς τις ακυρωτικές αποφάσεις πρέπει, να είναι πλήρης και, κατά το δυνατόν, άμεση, υπό την έννοια ότι μετά την δημοσίευση της αποφάσεως η αρμόδια αρχή οφείλει να προβαίνει σε κάθε ενέργεια που είναι απαραίτητη για την υλοποίηση του ακυρωτικού αποτελέσματος και δεν δύναται να αδρανεί επικαλούμενη λόγους οι οποίοι δεν εδράζονται σε συνταγματικές διατάξεις, διότι άλλως αναιρείται ο σκοπός της θεσπίσεως της διατάξεως του άρθρου 95 παρ. 5 του Συντάγματος» (βλ. ΣτΕ 1995, 1518/2014, 2559/2011, αποφάσεις του Συμβουλίου του άρθρου 2 του Ν. 3068/2002).
- Εκταση συμμόρφωσης [συνέχεια]
- Στην απόφαση της Ολομέλειας ΣτΕ Ολ 2192/2014 που ακύρωσε την υπουργική απόφαση περί καθορισμού του χρόνου και του τρόπου επιστροφής των ποσών που προέκυψαν από την αναδρομική μείωση των αποδοχών των αστυνομικών υπαλλήλων της ΕΛΑΣ το δικαστήριο έκρινε ότι :
- «Η διοίκηση, παρά την παρέλευση χρονικού διαστήματος μείζονος του διμήνου από την δημοσίευση της αποφάσεως (13-6-2014), σε ουδεμία ενέργεια προς υλοποίησή της προέβη. Και ναι μεν, λόγω των εγγενών δυσχερειών που συνδέονται με την εφαρμογή της αποφάσεως αυτής, εχούσης σημαντικές δημοσιονομικής φύσεως συνέπειες, οι οποίες πράγματι πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο επισταμένης μελέτης εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών, δεν θα μπορούσε να απαιτηθεί από τη διοίκηση η άμεση λήψη όλων των αναγκαίων για την υλοποίηση της αποφάσεως μέτρων εντός του, κατά τα ανωτέρω, χρονικού διαστήματος.
- Εκταση συμμόρφωσης [συνέχεια]
- Πλην, όμως, η διοίκηση θα έπρεπε να έχει ήδη εκκινήσει τη διαδικασία αυτή και να έχει, τουλάχιστον, καταλήξει σε συγκεκριμένες εκτιμήσεις ως προς τις δημοσιονομικές συνέπειες της αποφάσεως και τον τρόπο αντιμετωπίσεώς τους, να έχει δε δρομολογήσει τη διαδικασία επιστροφής των αποδοχών που οι υπάλληλοι της Ελληνικής Αστυνομίας υποχρεώθηκαν να επιστρέψουν λόγω της αναδρομικής εφαρμογής του ν. 4093/2012 και εν συνεχεία την αποκατάσταση του μισθολογίου τους. Δεν συνιστά, αντιθέτως, συμμόρφωση της διοικήσεως η αόριστη αναφορά περί αποτιμήσεως του εν γένει δημοσιονομικού κόστους που συνεπάγεται η εφαρμογή της, ούτε, άλλωστε, η εκδήλωση της σαφούς προθέσεώς της για εφαρμογή της επίμαχης δικαστικής αποφάσεως και η αδιάστικτη αναγνώριση της αντίστοιχης υποχρεώσεώς της. Εξ άλλου τα αναφερόμενα στις απόψεις της Διοικήσεως, με τα οποία επιχειρείται σύνδεση του ζητήματος της συμμορφώσεως προς τις προβλέψεις διαφόρων νομοθετημάτων (π.χ. ν. 4263/2014) ή τη διαπραγμάτευση του ίδιου ζητήματος με την λεγόμενη Τρόικα, δεν συνιστούν νόμιμα εμπόδια για την αιτούμενη συμμόρφωση ούτε δικαιολογούν προσωρινή αποχή από αυτήν, ως μη βασιζόμενα σε κάποια συνταγματική διάταξη ή αρχή» (πρακτικό 10/2014 του Τριμελούς Συμβουλίου του Συμβουλίου της Επικρατείας).
- Μορφές συμμόρφωσης [θετική και αποθετική]
Η υποχρέωση συμμόρφωσης και δεδικασμένο διακρίνονται μεν αλλά ταυτόχρονα τελούν σε εσωτερική συνάφεια μεταξύ τους, με την έννοια ότι η έκταση της συμμόρφωσης αποτελεί συνάρτηση του συγκεκριμένου κριθέντος ζητήματος με την απόφαση που εξοπλίζεται με ισχύ δεδικασμένου και προς την οποία πρέπει να συμμορφωθεί η Διοίκηση.
Η υποχρέωση συμμόρφωσης έχει δύο μορφές Α)αποθετική συμμόρφωση της διοίκησης σε δικαστική απόφαση είναι η υποχρέωσή της να απέχει από κάθε ενέργεια αντίθετη προς τα κριθέντα με την απόφαση, δηλαδή να απέχει από την εκτέλεση της ακυρωθείσας πράξης και να μην επαναλάβει την πράξη ή τη συμπεριφορά που έχει ελεγχθεί ως παράνομη. Β) θετική συμμόρφωση της διοίκησης σε δικαστική απόφαση είναι η υποχρέωσή της να προβαίνει σε κάθε ενέργεια που επιτάσσει η απόφαση ώστε να αποκατασταθεί η διαταραχθείσα νομιμότητα
- Αποθετική Συμμόρφωση
- Απαγόρευση εφαρμογής και εκτέλεσης της πράξης
- Αποθετική συμμόρφωση σημαίνει ότι η Διοίκηση δεν μπορεί να εκτελέσει υλικώς ή νομικώς την ακυρωθείσα πράξη. Απαγορεύεται συνεπώς και η έκδοση, εφαρμογή, ή εκτέλεση νέων πράξεων που στηρίζονται ή αναφέρονται στην ακυρωθείσα [ΣτΕ 965/1991]. Για παράδειγμα, υποχρεούται να μη λάβει υπόψη τη διανυθείσα υπηρεσία επί τη βάσει διορισμού που ακυρώθηκε ή να μη συνεκτιμήσει την ακυρωθείσα πράξη απόλυσης ως δυσμενές στοιχείο κρίσης για την περαιτέρω σταδιοδρομία του υπαλλήλου.
- – Απαγόρευση έκδοσης πράξης όμοιας με την ακυρωθείσα
- Αποθετική συμμόρφωση σημαίνει και την απαγόρευση επανέκδοσης της ίδιας κατά περιεχόμενο πράξης με την ακυρωθείσα, με την ίδια τυπική ή ουσιαστική πλημμέλεια. Η απαγόρευση καλύπτει και την έκδοση πράξης εμμέσως όμοιας με την ακυρωθείσα. Την υποχρέωση συμμόρφωσης υπό την έννοια αυτή υπέχει η Διοίκηση και επί αποφάσεων προσωρινής δικαστικής προστασίας. Επειδή όμως η αναστολή διοικητικής πράξης σημαίνει αναστολή της εκτέλεσης και όχι της ισχύος της, η διοίκηση παρατείνοντας την ισχύ πράξης που ανεστάλη δεν παραβιάζει την υποχρέωση συμμόρφωσης [ΣτΕ ΕΑ 560/1998].
- Η αποθετική συμμόρφωση [συνέχεια]
Η αποθετική υποχρέωση συμμόρφωσης κάμπτεται και η Διοίκηση μπορεί να εκδώσει πράξη όμοια προς ακυρωθείσα εφόσον η νέα πράξη βασίζεται σε νέα πραγματικά ή νομικά δεδομένα, τα οποία δεν αποτέλεσαν αντικείμενο κρίσης κατά την προηγούμενη δίκη [ΣτΕ 1235/2007]. Ως προς τα νομικά δεδομένα η Διοίκηση δικαιούται να βασίσει την όμοια νεώτερη πράξη της σε διαφορετικές διατάξεις μεταγενέστερου νόμου (αναδρομικής ισχύος) μη ισχύοντος κατά τον χρόνο έκδοσης της δικαστικής απόφασης, οι οποίες διαφοροποιούν σε σχέση με τον προϊσχύσαν καθεστώς τα περιστατικά [ΣτΕ Ολ 161/2010]. Ανάλογα και ως προς τα πραγματικά δεδομένα, η Διοίκηση μπορεί να επαναλάβει την παλαιότερη πράξη της βασιζόμενη σε νέα πραγματικά δεδομένα ή σε νέα εκτίμηση των παλαιών, εφόσον δεν υφίσταται αντίστοιχη κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου [ΣτΕ 1070/2008].
- Αποθετική Συμμόρφωση [συνέχεια]
- Συμμόρφωση σε ακυρωτική απόφαση για τυπικούς λόγους
- Αν με τη δικαστική απόφαση ακυρωθεί πράξη για τυπικό λόγο, το αρμόδιο όργανο μπορεί να επαναλάβει την πράξη, αφού τηρήσει προηγουμένως τον τύπο του οποίου η έλλειψη προκάλεσε την ακύρωση της, 3965/2012]. Προϋπόθεση για τη θεραπεία της τυπικής πλημμέλειας είναι, πάντως, η εμπρόθεσμη έκδοση της αρχικής πράξης [ΣτΕ 1240/2008]. Οι πράξεις αποκατάστασης της τυπικής πλημμέλειας μπορούν να είναι αναδρομικές. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα η αρχή της ισότητας επιβάλλει την αναδρομική ισχύ της νέας πράξης στο χρονικό σημείο έκδοσης της ακυρωθείσας [ΣτΕ 3053/1997] .
- Αποθετική συμμόρφωση [συνέχεια]
Ακύρωση λόγω πλημμελούς αιτιολόγησης
Στην περίπτωση που η διοικητική πράξη ακυρώθηκε ως αναιτιολόγητη, η Διοίκηση μπορεί να επαναλάβει την κρίση για τη ρύθμιση της συγκεκριμένης σχέσης αναδρομικά [ΣτΕ 2040/2013: η προσβαλλόμενη πράξη, λόγω του αναδρομικού αποτελέσματος των ακυρωτικών αποφάσεων, ανατρέχει στον χρόνο εκδόσεως της αρχικής πράξεως που ακυρώθηκε με την προαναφερθείσα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 2130/2002, 3454/2002 , 2558/2009 7μ., 783/2012 κ.α.).] και να εκδώσει πράξη με όμοιο περιεχόμενο προς την ακυρωθείσα, αιτιολογώντας πλέον νομίμως την κρίση της [ΣτΕ 224/2011. Η νέα νόμιμη αιτιολογία μπορεί να λαμβάνει υπόψη της τα νέα πραγματικά δεδομένα που δεν ερευνηθεί κατά τα ανωτέρω.
- Αποθετική συμμόρφωση [συνέχεια]
- Πλημμελής αιτιολόγηση σε περιπτώσεις επιλογής προϊσταμένων.
- Σε περίπτωση κατά την οποία ο ακυρωτικός δικαστής κρίνει ότι υφίσταται κατάδηλη υπεροχή του παραλειφθέντος έναντι του προκριθέντος και αναπέμψει την υπόθεση στη Διοίκηση για να παραθέσει ειδική αιτιολογία, το δε Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο αποτύχει και πάλι να αιτιολογήσει νομίμως την παράλειψη αυτή για δεύτερη φορά, τότε συντρέχει υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας και η Διοίκηση υποχρεούται να επιλέξει και στη συνέχεια να τοποθετήσει τον παραλειφθέντα ως Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης˙ ΣτΕ 1070/2008].
- Θετική Συμμόρφωση
- Η υποχρέωση ανάκλησης πράξεων που βασίζονται στην ακυρωθείσα
- Τόσο η πράξη που ακυρώθηκε όσο και οι ρητώς ή σιωπηρώς συμπροσβληθείσες και συνακυρωθείσες δεν χρειάζεται να ανακληθούν. Απαιτείται όμως η ανάκληση των ατομικών πράξεων που στηρίχθηκαν σε ακυρωθείσα ατομική [ΣτΕ 3433/2010].
- Η υποχρέωση ανάκλησης πράξεων ομοίων προς ακυρωθείσα
- Η υποχρέωση δεν αφορά μόνο τις στηριζόμενες στην ακυρωθείσα με τη συγκεκριμένη δικαστική απόφαση πράξη, αλλά καλύπτει, υπό συγκεκριμένες, νομολογιακά διαμορφωθείσες προϋποθέσεις, και τις όμοιες προς την ακυρωθείσα πράξεις.
- – Προϋποθέσεις
- α) απόφαση τακτικού διοικητικού δικαστηρίου ακυρώνεται ατομική διοικητική πράξη,
- β) για τον λόγο ότι στηρίχθηκε σε διάταξη νόμου αντίθετη προς το Σύνταγμα ή σε κανονιστική πράξη της Διοίκησης που δεν έχει νόμιμο εξουσιοδοτικό έρεισμα,
- γ) για την ανάκληση των ομοίου περιεχομένου ατομικών διοικητικών πράξεων με την ακυρωθείσα οι οποίες έχουν εκδοθεί με βάση την ίδια ανίσχυρη διάταξη τυπικού νόμου ή κανονιστικής πράξης θα υποβληθεί στη Διοίκησηαίτηση σε εύλογο χρόνο μετά τη δημοσίευση της ακυρωτικής απόφασης του δικαστηρίου από φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον,
- Θετική συμμόρφωση
δ) με την ανάκληση της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης δεν θίγονται δικαιώματα που αποκτήθηκαν καλοπίστως από την εφαρμογή της ή, καίτοι θίγονται τέτοια δικαιώματα, συντρέχουν λόγοι υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος, για τους οποίους επιβάλλεται η ανάκληση.
Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές η Διοίκηση έχει υποχρέωση να ανακαλέσει την παράνομη πράξη της, η σχετική δε παράλειψή της, τεκμαιρόμενη με την πάροδο άπρακτου τριμήνου από την υποβολή της αίτησης του ενδιαφερομένου, συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενεργείας προσβλητή με αίτηση ακύρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 45 παρ. 4 του π.δ/τος 18/1989 “κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας”.
- Θετική συμμόρφωση
- Η υποχρέωση αντικατάστασης ακυρωθείσας πράξης
- Εφόσον η ακυρωθείσα πράξη ανήκει στη δέσμια αρμοδιότητα της Διοίκησης, η τελευταία οφείλει να την εκδώσει αποφεύγοντας όλα τα νομικά ελαττώματα για τα οποία ακυρώθηκε, δεσμευόμενη όμως από την ερμηνεία του δικαστηρίου. Περαιτέρω, η Διοίκηση οφείλει να προβεί και σε υλικές ενέργειες ή πράξεις εκτέλεσης που είναι αναγκαίες για την εξάλειψη των αποτελεσμάτων της ακυρωθείσας πράξης. Αν η ακυρωθείσα πράξη είναι διακριτικής ευχέρειας, η Διοίκηση οφείλει και πάλι να την επανεκδώσει, ακόμη και αν η διακριτική ευχέρεια αφορά την ίδια την έκδοση της πράξης. Κατά τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφόσον η διοικητική αρχή έχει επιχειρήσει την έκδοση της πράξης, είναι έργο χρηστής διοίκησης να μην υπαναχωρήσει, αλλά να συνεχίσει τη διαδικασία.
- Θετική συμμόρφωση
- Η Διοίκηση οφείλει να επαναφέρει τα πράγματα όχι απλώς στην προτέρα κατάσταση, αλλά στο σημείο στο οποίο θα είχαν εξελιχθεί εάν δεν είχε μεσολαβήσει η ακυρωθείσα πράξη. ΣτΕ 3630/2001:» Εάν το Δημόσιο ή ΝΠΔΔ αρνηθεί να προσλάβει σε δημόσια θέση υποψήφιο, η άρνηση αυτή ακυρωθεί στη συνέχεια με απόφαση του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, ακολούθως δε η διοίκηση σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση, διορίσει τον υποψήφιο αναδρομικά στη θέση αυτή, ο τελευταίος δικαιούται να ζητήσει αποζημίωση για να αποκατασταθεί η ζημία που υπέστη από το ότι κατά το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία του αναδρομικού διορισμού του, μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία ανέλαβε πράγματι υπηρεσία δεν εισέπραξε το σύνολο των αποδοχών που θα εισέπραττε αν είχε αναλάβει πράγματι υπηρεσία από την ημερομηνία του αναδρομικού διορισμού. Εξάλλου η επιδίκαση της αποζημίωσης δεν κωλύεται από το ότι ο ενδιαφερόμενος κατά το πιο κάτω χρονικό διάστημα δεν παρέσχε, ούτε άλλωστε είχε τα δυνατότητα να παράσχει, πραγματική υπηρεσία στο δημόσιο ή το ΝΠΔΔ.
- Θετική συμμόρφωση
Σε περίπτωση ακύρωσης για παράλειψη οφειλομένης ενέργειας η διοίκηση οφείλει να προβεί το ταχύτερο στην έκδοση της πράξης προσδίδοντάς της μάλιστα αναδρομική ισχύ. Η έκδοση πράξης μετά από ακύρωση παράλειψης είναι αναγκαία, δεδομένου ότι ο δικαστής δεν μπορεί να αναπληρώσει τη Διοίκηση ούτε να της απευθύνει διαταγές
- Το νομικό καθεστώς που διέπει την υποχρέωση συμμόρφωσης
ΣτΕ 783/2012: «…η κατ’ άρθρον 11 παρ. 2 του ν. 1649/1986 Επιτροπή, σε περίπτωση ακυρώσεως προηγούμενης αποφάσεώς της περί προκρίσεως ορισμένου υποψηφίου, ως μη νομίμως αιτιολογημένης, προκειμένου να προβεί, με νέα νόμιμη και αιτιολογημένη κρίση της, στην κατάταξη των υποψηφίων κατά σειρά αξιολογήσεώς τους, επί τη βάσει των προβλεπομένων από το νόμο κριτηρίων, οφείλει να λάβει υπόψη και να εκτιμήσει μόνο εκείνα τα στοιχεία και δικαιολογητικά, τα οποία είχαν υποβληθεί από τους υποψηφίους νομίμως κατά την αρχική τους κρίση. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν δύναται, στην τελευταία αυτή περίπτωση, να λάβει νομίμως υπόψη και να στηρίξει την κρίση της σε στοιχεία και δικαιολογητικά, τα οποία οι υποψήφιοι υποβάλλουν κατά το χρόνο διενέργειας της νεότερης αυτής κρίσεως, έστω και αν αυτά τα ‘νεότερα στοιχεία’ ανάγονται σε χρόνο πριν από την υποβολή από τους υποψηφίους της σχετικής αιτήσεώς τους και, κατά συνέπεια, πριν από την αρχική κρίση τους από την Επιτροπή (ΣτΕ 4932/1995 7μ., 2130, 2987/2002.»].
- Το νομικό καθεστώς συνέχεια
Εάν δεν υφίσταται μεταβολή νομικών δεδομένων έναντι του χρονικού σημείου έκδοσης της ακυρωθείσας πράξης, η Διοίκηση κατά τη θετική συμμόρφωσή της προς την ακυρωτική απόφαση επαναφέρει τα πράγματα στο νομικό και πραγματικό καθεστώς του χρόνου έκδοσης της ακυρωθείσας πράξης. Ωστόσο, και επί μεταβολής του νομικού καθεστώτος, λόγω του αναδρομικού χαρακτήρα των ακυρωτικών αποφάσεων, η ακύρωση της διοικητικής πράξης επαναφέρει την υπόθεση στον χρόνο έκδοσης της πράξης που ακυρώθηκε, η δε τυχόν εκδιδόμενη από τη Διοίκηση νέα πράξη ανατρέχει αναγκαίως στον χρόνο εκείνο διεπόμενη κατ’αρχήν από το τότε ισχύον νομικό και πραγματικό καθεστώς και όχι από το ισχύον κατά τον χρόνο κατά τον οποίο λαμβάνουν χώρα οι ενέργειες συμμόρφωσης προς την ακυρωτική απόφαση [ΣτΕ 228, 2309/2009].
- Ωστόσο
Σύμφωνα με την ΣτΕ Ολ 161/2010 δεν αντίκειται στο άρθρο 95 του Συντάγματος νέα γενική νομοθετική ή κανονιστική ρύθμιση εννόμων σχέσεων, ακόμη και όταν αυτή έχει ως συνέπεια τη μη συμμόρφωση της Διοίκησης προς ήδη εκδοθείσες ακυρωτικές αποφάσεις του Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, η νομοθετική εξουσία δεν κωλύεται να προβαίνει με γενικές διατάξεις σε νέες ρυθμίσεις που μεταβάλλουν το ισχύον νομοθετικό καθεστώς, βάσει του οποίου εκδόθηκαν αλλά ακυρώθηκαν ως παράνομες οι διοικητικές πράξεις. Το νέο νομοθετικό καθεστώς επιτρεπτώς καταλαμβάνει και τις μετ’ακύρωση εκκρεμείς ενώπιον της Διοίκησης υποθέσεις, με συνέπεια η Διοίκηση να μην υποχρεούται, ενόψει της νέας ρύθμισης, να εκδώσει νέα πράξη, διεπόμενη από τον νομικό και πραγματικό καθεστώς του χρόνου έκδοσης της ακυρωθείσας πράξης υπό την προϋπόθεση ότι: α) το νεώτερο νομοθέτημα έχει αναδρομική ισχύ και β) προκύπτει από αυτό ότι ο νομοθέτης δεν ανέχεται εφεξής την εφαρμογή των παλαιών διατάξεων
- H δικαστική προστασία επί μη συμμόρφωσης
- Αν το Δημόσιο προβαίνει σε έκδοση ρητής πράξης αντίθετης προς την υποχρέωση συμμόρφωσής του, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να προσφύγει εκ νέου κατ’αυτής στα διοικητικά δικαστήρια. Το ίδιο ισχύει και για τις ρητές αρνήσεις συμμόρφωσης στην υποχρέωση έκδοσης πράξης [ΣτΕ 3626/2010. Ωστόσο, οι σιωπηρές αρνήσεις συμμόρφωσης ή παραλείψεις διενέργειας υλικών πράξεων συμμόρφωσης δεν προσβάλλονται παραδεκτώς [ΣτΕ 30/2009], καθόσον έχει παγίως κριθεί ότι η άρνηση της διοίκησης να προβεί στις σχετικές ενέργειες συμμόρφωσης προς ακυρωτική απόφαση δεν συνιστά παράλειψη οφειλομένης ενεργείας, κατά την έννοια του αρθρ. 45 παρ. 4 του π.δ.18/1989 και δεν προσβάλλεται παραδεκτώς με αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
- Η διαδικασία που προβλέπει ο ν.3068/2002
- Με το νόμο 3068/2002 προβλέφθηκε η ίδρυση τριμμελών δικαστικών συμβουλίων στην έδρα των ανωτάτων δικαστηρίων τα οποία επιλαμβάνονται υποθέσεων μη συμμόρφωσης. Αν μετά από σχετική έρευνα διαγνώσουν αδικαιολόγητη μη συμμόρφωση προς τη δικαστική απόφαση, καλούν την αρχή να συμμορφωθεί εντός εύλογης προθεσμίας, μπορούν δε να ορίσουν εντεταλμένο δικαστή προς παροχή συνδρομής στη Διοίκηση ενόψει συμμόρφωσης. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης βεβαιώνουν τη μη συμμόρφωση και προσδιορίζουν χρηματικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στον ενδιαφερόμενο ως κύρωση για τη μη συμμόρφωση.
- Η νομολογία του ΕΔΑΔ σχετικά με το νομικό καθεστώς συμμόρφωσης
- Ακόμη και αν ο Ν 3068/2002 καταδεικνύει αναμφιβόλως τη σοβαρή δέσμευση του κράτους να διασφαλίσει την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων, δεν αρκεί για να θεραπεύσει την αδράνεια της Διοίκησης, καθόσον ο μηχανισμός που θέτει σε εφαρμογή δεν μπορεί να εξασφαλίσει με βεβαιότητα την εκτέλεση δικαστικής απόφασης κατόπιν της άρνησης της Διοίκησης να συμμορφωθεί προς αυτήν [ΕΔΔΑ της 21.02.2008, Kανελλόπουλος κατά Ελλάδας (11325/2006), σκέψεις 20-21, της 02.04.2009, Παναγιώτης Γκίκας και Γιώργος Γκίκας κατά Ελλάδας (26914/2007), σκέψεις 30-31, και της 01.07.2010, Βογιατζής κ.λπ. κατά Ελλάδας (17588/2008),σκ 28.
- Η προσωρινή δικαστική προστασία και η υποχρέωση συμμόρφωσης
- Σύμφωνα με αποφάσεις του Τριμμελλούς Συμβουλίου ΣτΕ η υποχρέωση συμμόρφωσης περιλαμβάνει και τις αποφάσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας, η οποία κατοχυρώνεται στο αρθ 20παρ1 Σ. Τριμ Συμβ ΣτΕ 15/2007.
- Άλλωστε σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ η απόφαση της Επιτροπής Ανατολών δεσμεύει τη διοίκηση, η οποία δεν μπορεί να εκδώσει νέα πράξη που εξουδετερώνει το ανασταλτικό αποτέλεσμα, αλλά μόνο να ζητήσει την ανάκληση της απόφασης, από την επιτροπή αναστολών, βλ. ΣτΕ 2059/2007.
- Διαφορά της συμμόρφωσης από την εκτέλεση
- Η εκτέλεση επέρχεται όταν η διοίκηση πραγματοποιεί ότι ρητά και ευθέως διατάσσεται από το διατακτικό της υπόθεσης.
- Η συμμόρφωση σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει το αρθ 1 του ν.3068/2002 είναι έννοια ευρύτερη καθώς αφορά την υποχρέωση της διοίκησης να προβαίνει σε όλες τις πράξεις ή παραλείψεις που επιβάλλονται για την ουσιαστική πραγμάτωση του περιεχομένου της απόφασης. Για το λόγο αυτό έχει κριθεί ότι υποχρέωση συμμόρφωσης της διοίκησης μπορεί να απορρέει και από επιμέρους αιτιολογίες των δικαστικών αποφάσεων.
- Ανεκτές συνταγματικά αποκλίσεις από την υποχρέωση συμμόρφωσης σύμφωνα με τη νομολογία.
- Σύμφωνα με την ΑΕΔ 14/2013 η θέσπιση ορίων από το νομοθέτη ως προς την υποχρέωση συμμόρφωσης δεν αντίκειται στα αρθ 4παρ1, 20παρ1, 26παρ1, 94παρ1 και 95Σ εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις α) οι ρυθμίσεις να είναι γενικής εφαρμογής β) να υπαγορεύονται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος γ) να μην προσβάλουν τον πυρήνα και την ουσία του δικαιώματος δ) να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας
- Σχετική Νομολογία ΣτΕ
- Το ΣτΕ εφαρμόζοντας τα ανωτέρω κριτήρια στην ΣτΕ γ τμ 2151/2014 έκρινε ότι οι διατάξεις των αρθ 42 παρ 1 και 39παρ1 του Κώδικα Προσωπικού του Λιμενικού Σώματος που προβλέπουν ότι, όσοι αξιωματικοί αποστρατεύτηκαν οι οποίοι στο πλαίσιο της διοικητικής τους αποκατάστασης συνεπεία ακυρωτικής δίκης, με την οποία ακυρώθηκε η αποστρατεία τους, λογίζονται ως εν ενεργεία, δικαιούνται μόνο αποζημίωσης και δεν μπορούν να κριθούν εκ νέου ως υποψήφιοι για προαγωγές στις ανώτατες θέσεις της ιεραρχίας.
- Η διάταξη σύμφωνα με το ΣτΕ είναι όλως ειδική, εξυπηρετεί σκοπό δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή το αξιόμαχο του λιμενικού σώματος και οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται αποζημίωσης, συνεπώς πληροί τα ανωτέρω κριτήρια της νομολογίας του ΑΕΔ