2. ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΑΣΤΙΚΟΥ-ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΜΕ ΤΗ ΛΥΣΗ ΤΟΥ.

Πρακτικά Αστικό ΝΣΚ

ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΑΣΤΙΚΟΥ -ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΤΕΘΕΝ ΤΟ 2012

Ύστερα από συνεννόηση μέσω του διαδικτύου δύο ομάδες ενηλίκων ομάδα Α και ομάδα Β των 10 ατόμων εκάστη συναντήθηκαν σε προσυμφωνημένο τόπο και χρόνο για να αναμετρηθούν με βιαιότητες  μεταξύ τους. Πράγματι συναντήθηκαν και επιδόθηκαν σε λιθοβολισμούς επί μία περίπου ώρα κατά τη διάρκεια των οποίων ο Π της ομάδας Α τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι από πέτρα , που εκσφενδονίστηκε από την ομάδα Β, με αποτέλεσμα να καταστεί ισοβίως ανάπηρος. Υπέστη δε εξαιτίας τούτου θετική ζημία 300.000 ευρώ .Ο παθών (Π) γνώριζε εξ αρχής όλα τα πρόσωπα της ομάδας Α (φατσικώς) ενώ αργότερα έμαθε και τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητας δύο προσώπων της ομάδας Β’  των Β1 και Β2 τα οποία ενήγαγε ζητώντας να υποχρεωθούν να του καταβάλουν 150.000 ευρώ το καθένα και συνολικώς ποσό ίσο με το ανωτέρω ποσό της ζημιάς του.

Ο εναγόμενος Β1 : α) κατέθεσε προτάσεις και αφού ομολόγησε τα πραγματικά περιστατικά ισχυρίστηκε ότι πρέπει να απορριφθεί αγωγή διότι δεν τον τραυμάτισε αυτός τον ενάγοντα. Συγκεκριμένα υποστήριξε ότι αυτός έριξε κατά της αντίπαλης ομάδας μόνο τρεις πέτρες κατά το πρώτο λεπτό της αναμέτρησης , ενώ ο παθών τραυματίστηκε μία ώρα αργότερα.

Β) προσεπικάλεσε   στη δική τους Α2 και Α3 της ομάδας Α και ένωσε κατ΄αυτών αγωγή με την οποίαν, (αφού ιστόρησε το περιεχόμενο της πρώτης δηλαδή της εναντίον του αγωγής) προσέθεσε κατά λέξη: « Μοναδικοί φταίχτες των συμβάντων του τραυματισμού του Π ήταν τα μέλη της ομάδας Α γιατί αυτοί πρώτοι προκάλεσαν την ομάδα Β σε αναμέτρηση και αυτοί άρχισαν πρώτοι τους λιθοβολισμούς. Σε κάθε όμως περίπτωση καθένας από τους προσεπικαλούμενους φταίει τουλάχιστον όσο και καθένας από τους συμμετέχοντες στην μάχη. Ζήτησε δε στη συνέχεια να υποχρεωθούν να του καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας, κυρίως με όποιο ποσό τυχόν θα υποχρεωνόταν ο ίδιος να καταβάλει στον Π, επικουρικώς δε ποσό 30.000 ευρώ που αντιστοιχεί στο μέρος της ευθύνης που, όπως υποστήριξε βαραίνει τους Α2 και Α3 στην επέλευση της ζημιάς του Π.

Ο Β2 κατέθεσε  προτάσεις ,με τις οποίες συνομολόγησε τα πραγματικά περιστατικά της πρώτης αγωγής, ισχυρίστηκε δε ότι είναι ομόρρυθμο μέλος εμπορικής εταιρείας, η οποία κατά τον χρόνο του ένδικου συμβάντος και πάντως προ της ασκήσεως της αγωγής κηρύχθηκε σε κατάσταση πτωχεύσεως πράγμα που γνώριζε ο ενάγων και, όπως υποστήριξε, συνεπέφερε και τη δική του πτώχευση, και, επομένως η κατ’ αυτού αγωγή πρέπει ν’ απορριφθεί η δε απαίτηση , την οποία προβάλλει κατ΄αυτού ο ενάγων, πρέπει να ακολουθήσει την πτωχευτική διαδικασία

Ερωτάται :

  1. Είναι νόμιμη η αγωγή του Π κατά των Β1 και Β2 ;
  2. Είναι νόμιμος ο (α) ισχυρισμός του Β1;
  3. Είναι παραδεκτή και νόμιμη η ως άνω προσεπίκληση και η ενωμένη με αυτήν αγωγή κατά τον κύριο και επικουρικό αίτημα της;
  4. Είναι νόμιμος ο ισχυρισμός του Β2;

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

1.Ως προς το Νόμω βάσιμο της αγωγής του Π κατά Β1 και Β2:

Η αγωγή του Π στηρίζεται στα άρθρα 914,926 ΑΚ καθώς και στα άρθρα 297,298, 929, 480,481,483 ΑΚ.και 313, 310 παρ.2  ΠΚ.

Ειδικότερα το παράνομο κατά το άρθρο 914 προκύπτει από το συνδυασμό των άρθρθων 313 και 310 παρ.2 ΠΚ.

Εφόσον στην αδικοπραξία εμπλέκονται περισσότερα πρόσωπα ως προς την εξωτερική τους σχέση , ήτοι αυτή με τον ενάγοντα, εφαρμογή έχει το άρθρο 926 ΑΚ. Ως προς την μεταξύ τους εσωτερική σχέση εφαρμογή έχει το άρθρο 927 ΑΚ.

Τα άρθρα αυτά εφαρμόζονται όχι μόνον στα αστικά αδικήματα κατ’ άρθρο 914 ΑΚ αλλά σε κάθε περίπτωση ευθύνης περισσοτέρων προσώπων, όπως πχ στην ευθύνη με βάση ειδικούς νόμους όπως ο ΓπΝ 1911 ή η ευθύνη  προστήσαντος και προστηθέντος.

Οι περιπτώσεις ευθύνης περισσοτέρων κατά το άρθρο 926 ΑΚ  είναι τρεις:  1.Ευθύνη από κοινή πράξη περισσότερων προσώπων. Με τον όρο κοινή πράξη εννοούμε συναυτουργία ,παραυτουργια ,αναγκαία αιτιότητα, σωρευτική αιτιότητα και κάθε ανάλογη περίπτωση. Η κοινή ευθύνη δημιουργείται και με την επιγενόμενη συμμετοχή του ενός από τα περισσότερα πρόσωπα ακόμα και το 919 ΑΚ συνδυαζόμενο με το 914 ΑΚ ως  συμμετοχή δηλαδή σε αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης πχ ο ηθικός αυτουργός Α παρακινεί το συμβαλλόμενο Β με τον Γ να προβεί σε αθέτηση των ενοχικών του υποχρεώσεων προς το Γ.

2. Παράλληλη ευθύνη περισσότερων προσώπων πχ οδηγού, κυρίου και ασφαλιστικής εταιρίας.

3. Διαζευκτική αιτιότητα. Δηλαδή τέλεση περισσότερων πράξεων από περισσότερα πρόσωπα διαδοχικά ή συγχρόνως , με συνεννόηση ή χωρίς  που όμως πρέπει όλες να   είναι προσφορές για την επέλευση της ζημιάς.

Αν λοιπόν  κάποιος από τους  συμμέτοχους ανταποδείξει την έλλειψη πρόσφορης αιτιότητας μεταξύ της ενέργειας του και του αποτελέσματος απαλλάσσεται κατ’ άρθρο 226 εδάφιο β΄ της ευθύνης,  η οποία επιμερίζεται στους άλλους αν ήταν περισσότεροι από δύο είτε εκλείπει αν ήταν μόνον δύο.

 Η συμπεριφορά κάθε συμμέτοχου πρέπει να πληροί το πραγματικό μιας αδικοπραξίας και να είναι αδύνατον να εξακριβωθεί ποιος από τους συμμετόχους προκαλέσε το ζημιογόνο αποτέλεσμα  και σε ποιο ποσοστό συνέβαλε ο καθένας.  Δεν υπάρχει δηλαδή διαζευκτική αιτιότητα  αν μπορεί να εξακριβωθεί ποιος προκάλεσε τη ζημιά ή ποιο είναι το ποσοστό συμβολής του καθενός στο ζημιογόνο αποτέλεσμα. Θα πρέπει όλες  οι πράξεις των συμμετόχων να  συνιστούν δυνατούς αιτιώδεις όρους πρόκλησης της ζημιάς αλλά χωρίς δυνατότητα διακρίβωσης ποιος προκάλεσε ακριβώς τη ζημιά Η διαζευκτική αιτιότητα κυρίως εφαρμόζεται σε διαδηλώσεις και σε συμπλοκές, όπως στο εδώ  πρακτικό.

Εξ΄άλλου από το άρθρο 926 δημιουργείται  παθητική εις ολόκληρον ενοχή κατά το άρθρο 481 ΑΚ. Οι εναγόμενοι δεν μπορούν λοιπόν να ζητήσουν από το δικαστήριο να τους προσδιορίσει με την απόφασή του το βαθμό συμμετοχής του στο ατύχημα αυτό, να διαγνώσει δηλαδή την μεταξύ τους εσωτερική σχέση . Αυτό  μπορεί να γίνει μόνον στη δίκη αναγωγής κατά το άρθρο 927 ΑΚ και συνεπώς ο ισχυρισμός είναι απορριπτέος αφού στη δίκη του 926 ΑΚ δεν είναι αναγκαίος ο καθορισμός του ποσοστού συνυπαιτιότητας (ΆΠ  486 /2001).

Πάντως ο ενάγων μπορεί να ζητήσει την σύμμετρη ικανοποίηση , όπως εν προκειμένω στο πρακτικό (από 150.00 € έκαστος).

Επειδή μετά ταύτα κατά τα ιστορούμενα στην αγωγή του Π υπήρξε συμπλοκή μεταξύ των ομάδων Α και Β κατά την οποία, ως μέλη της ομάδας Β, από την οποία προήλθε η πέτρα που κατέστησε τον ενάγοντα Π ισοβίως ανάπηρο , μετείχαν  και οι εναγόμενοι Β1 και Β2 .Εξ΄άλλου  επειδή δεν είναι δύνατον να εξακριβωθεί από ποιο συγκεκριμένο μέλος της ομάδας Β προήλθε η ζημιογόνος πέτρα , ούτε μπορεί να διακριβωθεί η ακριβής συμβολή των μελών της στον τραυματισμό,  υφίσταται διαζευκτική αιτιότητα. Περαιτέρω δε νομίμως ενάγονται οι Π1 και Π2 συμμέτρως δυνάμει των ανωτέρω.

2. Ως προς την νομιμότητα του (α) ισχυρισμού του Β1, που παραδεκτώς προβάλλει δια των προτάσεων του , ήτοι ότι «ομολογεί τα πραγματικά περιστατικά, ισχυρίζεται ότι πρέπει να απορριφθεί αγωγή διότι δεν τον τραυμάτισε αυτός τον ενάγοντα. Συγκεκριμένα υποστήριξε ότι αυτός έριξε κατά της αντίπαλης ομάδας μόνο τρεις πέτρες κατά το πρώτο λεπτό της αναμέτρησης , ενώ ο παθών τραυματίστηκε μία ώρα αργότερα».

Προϋπόθεση όπως λέχθηκε ανωτέρω  για την διαζευκτική αιτιότητα είναι όλες οι πράξεις να  συνιστούν δυνατούς αιτιώδεις όρους πρόκλησης της ζημιάς , χωρίς όμως δυνατότητα διακρίβωσης του ποιος ακριβώς όρος προκάλεσε τη ζημιά.

Ο ισχυρισμός αυτός του Π1,   αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση αφού επικαλείται γεγονότα σύγχρονα αλλά  αντίθετα με τα αναφερόμενα στην αγωγή  αλλά είναι μη νόμιμος διότι δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί και να διακριβωθεί το αληθές αυτού, εφόσον πρόκειται για διαζευκτική αιτιότητα και συνεπώς είναι απορριπτέος.

3. Ως προς το εάν είναι παραδεκτή και νόμιμη η ως άνω προσεπίκληση του Β1 κατά των Α1 και Α2 και η ενωμένη με αυτήν αγωγή κατά τον κύριο και επικουρικό αίτημα της;

Η από το άρθρο 88 ΚΠολΔ  τρίτη επιτρεπτή και ποιο συχνή κατά τον ΚΠολΔ προσεπίκληση είναι αυτή του δικονομικού εγγυητή σύμφωνα με την οποία ο ενάγων , εναγόμενος , κυρίως παρεμβάς έχουν δικαίωμα να προσεπικαλέσου, δηλαδή να προσεπικαλέσουν εκείνους κατά των οποίων έχουν δικαίωμα να ενάγουν σε περίπτωση ήττας. Συνήθως είναι σύνθετη διαδικαστική πράξη διότι περικλείει όχι μόνο την πρόσκληση αλλά και την άσκηση αυτοτελούς αγωγής εναντίον του δικονομικού εγγυητή.

Η προσεπίκληση του άρθρου 88 ΚΠολΔ στις περιπτώσεις του 926 είναι δυνατή υπο την έννοια ότι ο εναγόμενος στρέφεται κατά άλλων συνυπαιτίων ,  παραδεχομένος  όμως στο δικόγραφο πρωτίστως την δική του την υπαιτιότητα του και προβάλλει προσθέτως ότι την ζημία στο ενάγοντα την προκάλεσε τόσον αυτός όσο και οι προσεπικαλούμενοι, άλλως η προσεπίκληση είναι απαράδεκτη (ΑΠ 415/10). Δηλαδή ο προσεπικαλέσας πρέπει να παραδέχεται και την δική  του συνυπαιτιότητα (ΑΠ690/85). Θα πρέπει περαιτέρω  να αναφέρονται σαφώς τα στοιχεία της ευθύνης του προσεπικαλούμενου και ιδίως το πταίσμα του προσεπικαλούμενου, ενώ για το Νόμω βάσιμο  το περιεχόμενο της μεταξύ τους έννομης σχέσης που μπορεί να είναι όχι μόνο βάσει σύμβασης , αλλά και από το Νόμο , όπως στη περίπτωση του 926 ΑΚ(ΕφΠειρ.1379/87 Ελλ.Δνη 1988, σ.753).

Συνεπώς κατά την κύρια βάση της είναι απαράδεκτη αφού ο προσεπικαλέσας κατά λέξη αναγράφει ότι : « Μοναδικοί φταίχτες των συμβάντων του τραυματισμού του Π ήταν τα μέλη της ομάδας Α γιατί αυτοί πρώτοι προκάλεσαν την ομάδα Β σε αναμέτρηση και αυτοί άρχισαν πρώτοι τους λιθοβολισμούς».

Δηλαδή δεν αποδέχεται την δική του συνυπαιτιότητα και συνακόλουθα είναι απαρέδεκτη κατά τα ανωτέρω η προσεπίκλησή του κατά την κύρια βάση της (ΑΠ690/1985).

Κατά την επικουρική ο Β1 ισχυρίζεται κατά λέξη : «Σε κάθε όμως περίπτωση καθένας από τους προσεπικαλούμενους φταίει τουλάχιστον όσο και καθένας από τους συμμετέχοντες στην μάχη».

Υπό αυτό το περιεχόμενο και η επικουρική βάση είναι πρωτίστως απαράδεκτη ως αόριστη αφού δεν αναφέρει το σε τι συνίσταται το πταίσμα των Α1 και Α2 ως προς το ζημιογόνο αποτέλεσμα ήτοι τον τραυματισμό από πέτρα που ο ίδιος συνομολογεί ότι ρίφθηκε από την ομάδα Β, αλλά αναφέρει αορίστως ότι φταίνε τόσο όσο και καθένας από τους συμμετέχοντες στη συμπλοκή. Αυτό διότι ναι μεν η συμμετοχή των Α1 και Α2 είναι παράνομη κατά το άρθρο 313 ΠΚ , διότι συμμετείχαν σε συμπλοκή, πλην όμως δεν αρκεί απλώς η παράνομη συμπεριφορά για την αστική ευθύνη των εναγομένων αλλά  πρέπει να συνδέεται και αιτιωδώς και υπαιτίως με το συγκεκριμένο ζημιογόνο αποτέλεσμα , ήτοι τραυματισμό του παθόντα  κατ΄ άρθρο 914, 929 και 926 ΑΚ, από πέτρα που ομολογεί ότι ρίφθηκε μετά από μία ώρα από την ομάδα Β και όχι από την ομάδα Α που συμμετείχαν οι προσεπικαλούμενοι Α1 και Α2 .

Με βάση τα ανωτέρω η επικουρική βάσιμη  είναι και  αβάσιμη αφού κατά τα ιστορούμενα στο δικόγραφο της αγωγής την οποία ενσωμάτωσε στην προσεπίκλησή του, αναφέρεται ότι τον τραυματισμό προκάλεσε ρηφθείσα πέτρα από την ομάδα Β στην οποία δεν συμμετείχαν οι εναγόμενοι. Συνεπώς δεν είναι συνυπαίτιοι με τον Β1 οι προσεπικαλούμενοι αφού , αφού και ο ίδιος ομολογεί οτι δεν ήταν μέλη της ομάδας που προκάλεσε την ρίψη της πέτρα και τον τραυματισμό

4.Ως προς τον ισχυρισμό του Β2 ότι βρίσκεται σε κατάσταση πτώχευσης προς της ασκήσεως της αγωγής.

Ο ισχυρισμός   αυτός προβάλλεται αβασίμως διότι η αξιώσεις του Π γεννήθηκαν μετά την κήρυξη της πτώχευσης και είναι μεταπτωχευτικές μη συναρτώμενες με την εμπορική δράση αυτού και την συνακόλουθη πτώχευση του.