Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης (ΕΠΕ)
Ν. 3190/1955
Έννοια και χαρακτηριστικά
Πρόκειται για την εμπορική εταιρεία (άρ. 3 παρ. 1 ν. 3190/1955), που έχει νομική προσωπικότητα και η εταιρική ιδιότητα δεν συνεπάγεται προσωπική ευθύνη του φορέα της για τις εταιρικές υποχρεώσεις, εκτός αν συντρέχει περίπτωση καταχρηστικής εκμετάλλευσης της νομικής προσωπικότητας.
Για τις υποχρεώσεις από δικαιοπραξίες που επιχειρούν οι διαχειριστές της εταιρείας ευθύνεται μόνο αυτή με την περιουσία της (άρ. 1 παρ. 1). Για τις υποχρεώσεις που γεννιούνται από αδικοπραξίες των διαχειριστών της παράλληλα με την εταιρεία ευθύνονται και οι διαχειριστές της (άρ. 71 ΑΚ και 26 παρ. 1 ν. 3190/1955). Επίσης, η ΕΠΕ ευθύνεται για ζημίες που προκαλούνται σε τρίτους από προστηθέντες και βοηθούς εκπλήρωσης (άρ. 334, 922 και 926 ΑΚ).
Το νομικό πρόσωπο ευθύνεται απεριόριστα για τα εταιρικά χρέη, ενώ ο εταίρος δεν φέρει οποιαδήποτε ευθύνη για τις εταιρικές υποχρεώσεις.
Η εμπορική ιδιότητα αποκτάται με βάση το τυπικό σύστημα (άρ. 3).
Η ΕΠΕ είναι μία μικτή εταιρεία, υπό την έννοια ότι φέρει στοιχεία τόσο προσωπικής όσο και κεφαλαιουχικής εταιρείας. Συγκεκριμένα:
Προσωπικά στοιχεία:
- οι αποφάσεις του ανωτάτου οργάνου λαμβάνονται πλειοψηφικά (άρ. 13 και 38 παρ. 1)
- η διαχείριση ανήκει στους ίδιους τους εταίρους (άρ. 16).
- υπάρχει η δυνατότητα απαγόρευσης μεταβίβασης των εταιρικών μεριδίων, εξόδου και αποκλεισμού από την εταιρεία (άρ. 33), λύσης της εταιρείας ως ατομικό δικαίωμα (άρ. 44 παρ. 1 περ. γ’) και δυνατότητα να προβλεφθούν στο καταστατικό ως λόγοι λύσης γεγονότα που αφορούν στο πρόσωπο ενός εταίρου.
Κεφαλαιουχικά στοιχεία:
- ύπαρξη ελάχιστου εταιρικού κεφαλαίου.
- μη ευθύνη των εταίρων για τις εταιρικές υποχρεώσεις.
- λήψη των αποφάσεων και με βάση την περιουσιακή συμμετοχή των εταίρων στην εταιρεία.
- μεταβιβαστό των εταιρικών μεριδίων.
- μη λύση της εταιρείας για γεγονότα που επέρχονται στο πρόσωπο των εταίρων (άρ. 44 παρ. 2).
Η δημοσιότητα της εταιρείας επιτυγχάνεται μέσω της δημοσίευσης στο ΓΕΜΗ όπου είναι η έδρα της εταιρείας, στην Κεντρική Υπηρεσία του ΓΕΜΗ και στο Τεύχος ΑΕ-ΕΠΕ. Έναντι των καλόπιστων τρίτων η εταιρεία δεν μπορεί να αντιτάξει πράξεις ή στοιχεία που δεν υποβλήθηκαν στις προβλεπόμενες διατυπώσεις δημοσιότητας δηλωτικού χαρακτήρα αλλά δεν αντιτάσσονται και ενός δεκαπενθημέρου από τη δημοσιότητα, εκτός αν οι τρίτοι γνώριζαν τα υπό δημοσίευση στοιχεία (άρ. 8α παρ. 1-2).
Σύσταση ΕΠΕ
Προϋποθέσεις σύστασης ΕΠΕ:
Α. Σύνταξη καταστατικού
Β. Κάλυψη και καταβολή εταιρικού κεφαλαίου
Γ. Δημοσίευση του καταστατικού
Α. Σύνταξη καταστατικού
Το καταστατικό καταρτίζεται ενώπιον Συμβολαιογράφου, από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά. Η μη τήρηση του συμβολαιογραφικού τύπου καθιστά άκυρη την εταιρεία (άρ. 7 παρ. 1 περ. α’).
Για τη σύσταση της ΕΠΕ αρκεί και ένα μόνο πρόσωπο.
Τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να έχουν δικαιοπρακτική ικανότητα.
Περιεχόμενο του καταστατικού (άρ. 6 παρ. 2):
α) όνομα, επώνυμο, επάγγελμα, κατοικία και ιθαγένεια εταίρων
β) εταιρική επωνυμία. Η επωνυμία σχηματίζεται είτε από το όνομα ενός ή περισσότερων εταίρων είτε από το αντικείμενο της επιχείρησης είτε από συνδυασμό και των δύο, με την ολόγραφη προσθήκη των λέξεων “εταιρεία περιορισμένης ευθύνης”
γ) έδρα και σκοπός της εταιρείας. Μας ενδιαφέρει ο τόπος που ασκείται πράγματι η δραστηριότητα της εταιρείας
δ) ιδιότητα της εταιρείας ως περιορισμένης ευθύνης
ε) κεφάλαιο, μερίδα συμμετοχής και βεβαίωση περί καταβολής του κεφαλαίου
στ) αντικείμενο των εισφορών σε είδος, εκτίμηση της αξίας και όνομα εισφέροντος εταίρου
ζ) διάρκεια εταιρείας.
Οι ιδρυτές μπορούν να συμπεριλάβουν και άλλα στοιχεία στο καταστατικό.
Β. Κάλυψη και καταβολή εταιρικού κεφαλαίου
Απαιτείται ολοσχερής κάλυψη του εταιρικού κεφαλαίου και πλήρης καταβολή του κατά τη σύσταση της ΕΠΕ.
Ελάχιστο κεφάλαιο δεν υπάρχει αλλά καθορίζεται ελεύθερα από τους εταίρους (άρ. 4 παρ. 1).
Το κεφάλαιο μπορεί να καλύπτεται και με εισφορές σε είδος.
Υπό ίδρυση ΕΠΕ
Κατά το ιδρυτικό στάδιο με τη λήψη της απόφασης περί σύστασης ΕΠΕ δημιουργείται αστική εταιρεία που έχει σκοπό τη σύσταση της ΕΠΕ και διέπεται κατ’ αρχήν από τις διατάξεις των άρ. 741 επ. ΑΚ.
Όσοι συμβλήθηκαν στο όνομα της υπό ίδρυση ΕΠΕ ευθύνονται απεριόριστα και εις ολόκληρον για τις αναληφθείσες υποχρεώσεις. Η εταιρεία ευθύνεται εφόσον εντός τριών μηνών αναλάβει, έστω σιωπηρά, τις πράξεις που έγιναν για την εταιρεία (άρ. 9 παρ. 2). Μετά την εκπνοή του τριμήνου είναι δυνατή η αναδοχή κατά τις διατάξεις των άρ. 471 επ. ΑΚ.
Ελαττωματική ΕΠΕ
Η ΕΠΕ κηρύσσεται άκυρη στις εξής περιπτώσεις (άρ. 7):
α) αν λείπει το συμβολαιογραφικό καταστατικό
β) αν όλοι οι ιδρυτές είναι δικαιοπρακτικά ανίκανοι
γ) αν το κεφάλαιο δεν έχει πλήρως καταβληθεί
δ) αν λείπουν από το καταστατικό διατάξεις σχετικά με το κεφάλαιο
ε) αν δεν προσδιορίζονται επαρκώς οι εισφορές σε είδος
στ) αν δεν υπάρχουν διατάξεις σχετικά με την επωνυμία ή το σκοπό της εταιρείας ή ο σκοπός της εταιρείας είναι παράνομος ή αντίθετος στα χρηστά ήθη ή τη δημόσια τάξη.
Η ακυρότητα κηρύσσεται μέσω διαπλαστικής δικαστικής απόφασης, ύστερα από άσκηση όποιου έχει έννομο συμφέρον.
Η κήρυξη της ακυρότητας επιφέρει λύση της εταιρείας για το μέλλον (άρ 7 παρ. 5).
Εταιρικό κεφάλαιο
Κεφάλαιο είναι η αφηρημένη μαθηματική ποσότητα, που αναγράφεται στο καταστατικό και υποδηλώνει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία πρέπει να τεθούν και να παραμείνουν στη διάθεση της εταιρείας. Αναγράφεται στο παθητικό σκέλος του ισολογισμού, προκειμένου να επιτυγχάνεται δέσμευση της εταιρικής περιουσίας.
Το κεφάλαιο μεταβάλλεται με τροποποίηση του καταστατικού, ύστερα από απόφαση της εξαιρετικής συνέλευσης των εταίρων (άρ. 40 παρ. 1).
Διαιρείται σε περισσότερα ίσα τμήματα, τα εταιρικά μερίδια. Το σύνολο των μεριδίων που έχει κάθε εταίρος λέγεται μερίδα συμμετοχής.
Το ποσό του κεφαλαίου και οι εισφορές με τις οποίες καλύπτεται πρέπει να αναγράφονται στο καταστατικό.
Εισφορές σε είδος επιτρέπονται μόνο εφόσον το προβλέπει ρητά το καταστατικό της εταιρείας και είναι αποτιμητές σε χρήμα (άρ. 5 παρ. 1). Η αποτίμηση γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες του άρ. 5 παρ. 2 ν. 2190/1920.
Η ΕΠΕ δεν επιτρέπεται να αποκτά δικά της εταιρικά μερίδια (άρ. 28 παρ. 4), αφού κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μειωνόταν η εταιρική περιουσία.
Εταιρικό μερίδιο και μερίδα συμμετοχής
Εταιρικό μερίδιο είναι το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής ή άλλως το ελάχιστο τμήμα στο οποίο διαιρείται το κεφάλαιο, το οποίο πρέπει κάποιος να καταβάλει προκειμένου να καταστεί εταίρος.
Το σύνολο των εταιρικών μεριδίων ενός εταίρου αποτελεί τη μερίδα συμμετοχής του. Η μερίδα συμμετοχής παριστάνει το μέτρο συμμετοχής του εταίρου στην εταιρεία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις.
Από όλα τα εταιρικά μερίδια απορρέουν τα ίδια κατ’ αριθμό και έκταση δικαιώματα και οι ίδιες υποχρεώσεις, ενώ είναι δυνατή η πρόβλεψη εξαιρέσεων στο καταστατικό.
Η μεταβίβαση των εταιρικών μεριδίων είναι δυνατή απεριόριστα τόσο εν ζωή όσο και αιτία θανάτου (άρ. 28-29). Η μεταβολή στα πρόσωπα των εταίρων δεν συνοδεύεται απαραίτητα με τροποποίηση του καταστατικού, αλλά υπόκειται στις κοινές προϋποθέσεις δημοσιότητας.
Αποθεματικά
Προβλέπεται ο σχηματισμός αποθεματικών προς ενίσχυση του κεφαλαίου της εταιρείας. Ετησίως αφαιρείται τουλάχιστον το 1/20 των καθαρών κερδών προς σχηματισμό αποθεματικού. Η αφαίρεση αυτή παύει να είναι υποχρεωτική όταν το αποθεματικό φτάσει το 1/3 του κεφαλαίου (άρ. 24).
Κτήση της εταιρικής ιδιότητας
Η εταιρική ιδιότητα αποκτάται πρωτότυπα ή παράγωγα. Πρωτότυπα αποκτάται με την ανάληψη ενός ή περισσότερων εταιρικών μεριδίων που δημιουργούνται για πρώτη φορά. Παράγωγα αποκτάται με τη μεταβίβαση ενός ή περισσότερων μεριδίων που ήδη υπάρχουν.
Υποχρεώσεις των εταίρων
Οι εταίροι δεν έχουν κατ’ αρχήν περιουσιακής φύσης υποχρεώσεις έναντι της εταιρείας, αφού οι σχετικές υποχρεώσεις τους περιορίζονται στην καταβολή του προβλεπόμενου κεφαλαίου κατά τη σύσταση της εταιρείας και την υπογραφή του καταστατικού. Υφίσταται, όμως, ενδεχόμενη περιουσιακή υποχρέωση καταβολής συμπληρωματικών εισφορών προς κάλυψη ζημιών που βεβαιώθηκαν στον ισολογισμό (άρ. 36 παρ. 1).
Οι εταίροι έχουν έναντι της εταιρείας υποχρέωση πίστης, λόγω και του προσωπικού χαρακτήρα της εταιρείας, και συγκεκριμένα οφείλουν να περιφρουρούν τα συμφέροντα της εταιρείας (θετική όψη) και να παραλείπουν κάθε ενέργεια που μπορεί να βλάψει τα συμφέροντά της (αρνητική όψη).
Δικαιώματα των εταίρων
Α. Περιουσιακά δικαιώματα
Οι εταίροι έχουν, κατ’ αρχάς, δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη της εταιρείας. Τα κέρδη διανέμονται ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής στο κεφάλαιο, όπως εκφράζεται από τα εταιρικά μερίδια που κατέχει κάθε εταίρος. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει διαφορετική αναλογία συμμετοχής στα κέρδη της εταιρείας (άρ. 35 παρ. 1), αλλά όχι να αποκλείσει συγκεκριμένους εταίρους από αυτά (άρ. 764 ΑΚ).
Επίσης, περιουσιακό δικαίωμα είναι και το δικαίωμα συμμετοχής στο προϊόν της εκκαθάρισης.
Β. Διοικητικά δικαιώματα
Πρόκειται κυρίως για τα δικαιώματα συμμετοχής στη διαχείριση και εκπροσώπηση της εταιρείας, ελέγχου και παροχής πληροφοριών, ψηφοφορίας στις συνελεύσεις της εταιρείας και μειοψηφίας.
Ειδικά για το δικαίωμα ψήφου επισημαίνεται ότι ο αριθμός των ψήφων του εταίρου είναι ανάλογος με τον αριθμό των μεριδίων του. Το δικαίωμα ψήφου είναι αναφαίρετο. Επίσης, η ψήφος είναι αδιαίρετη, υπό την έννοια ότι δεν μπορεί ο εταίρος με κάποιο ποσοστό της συμμετοχής του να ψηφίσει υπέρ μίας πρότασης και με το υπολειπόμενο ποσοστό συμμετοχής υπέρ μιας άλλης πρότασης.
Ευθύνη των εταίρων
Ο εταίρος φέρει έναντι της εταιρείας ευθύνη για τη μη εκπλήρωση ή την πλημμελή εκπλήρωση των υποχρεώσεών του.
Για τις εταιρικές υποχρεώσεις έναντι των τρίτων ευθύνη φέρει μόνο το νομικό πρόσωπο της εταιρείας (άρ. 1 παρ. 1). Οι εταίροι δεν φέρουν καμία ευθύνη για αυτές ούτε μπορεί να συμφωνηθεί κάτι το αντίθετο στο καταστατικό.
Οι εταίροι έχουν κατ’ εξαίρεση προσωπική ευθύνη στις κάτωθι περιπτώσεις:
α) σε περίπτωση ελαττωματικής εταιρείας, όπου οι εταίροι που είναι υπαίτιοι για την ακυρότητα της εταιρείας ευθύνονται απεριόριστα και εις ολόκληρο απέναντι στους αναίτιους εταίρους και στους τρίτους για κάθε ζημία που προέκυψε από την ακυρότητα (άρ. 7 παρ. 5)
β) σε περίπτωση που ο κυρίαρχος εταίρος εκμεταλλεύεται καταχρηστικά τη νομική προσωπικότητα της εταιρείας
γ) στην υπό ίδρυση ΕΠΕ οι εταίροι-ιδρυτές που συμβλήθηκαν στο όνομά της ευθύνονται σύμφωνα με το άρ. 9 παρ. 2.
Απώλεια της εταιρικής ιδιότητας
Α. Έξοδος του εταίρου
Η έξοδος του εταίρου από την εταιρεία μπορεί να στηρίζεται σε καταστατική διάταξη ή σε δικαστική απόφαση. Αναφορικά με την καταστατική πρόβλεψη, αφορά στο μονομερές δικαίωμα των εταίρων να εξέρχονται από την εταιρεία, ενώ το καταστατικό ορίζει και τις προϋποθέσεις εξόδου (άρ. 33 παρ. 1). Επιπλέον, κάθε εταίρος μπορεί να εξέλθει από την εταιρεία για σπουδαίο λόγο ύστερα από δικαστική απόφαση (άρ. 33 παρ. 2).
Β. Αποκλεισμός του εταίρου
Ο εταίρος μπορεί να αποκλειστεί από την εταιρεία (άρ. 33 παρ. 3), εφόσον υφίσταται σπουδαίος λόγος στο πρόσωπό του, προηγείται απόφαση της συνήθους συνέλευσης των εταίρων και εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση που να την διατάσσει.
Ο εταίρος που εξέρχεται ή αποκλείεται από την εταιρεία λαμβάνει την αξία της μερίδας συμμετοχής του.
Διαχειριστές
Στους διαχειριστές ανήκει η διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων και η εκπροσώπηση της εταιρείας. Ενεργούν κάθε πράξη που τείνει στην πραγμάτωση του εταιρικού σκοπού (άρ. 18 παρ. 1). Μπορεί να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
Η διαχείριση ανήκει εκ του νόμου σε όλους τους εταίρους που ενεργούν συλλογικά (άρ. 16), δηλαδή από κοινού. Συνεπώς, η πράξη εκπροσώπησης που γίνεται από έναν μόνο διαχειριστή δεν δεσμεύει την εταιρεία.
Το καταστατικό μπορεί να αναθέσει τη διαχείριση και εκπροσώπηση της εταιρείας σε έναν ή περισσότερους εταίρους ή τρίτους (άρ. 17 παρ. 1), οι οποίοι επίσης ενεργούν από κοινού.
Πράξεις των διαχειριστών, ακόμη και αν είναι εκτός του εταιρικού σκοπού, δεσμεύουν την εταιρεία απέναντι στους τρίτους, εκτός αν η εταιρεία αποδείξει ότι ο τρίτος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την υπέρβαση του εταιρικού σκοπού. Περιορισμοί που προκύπτουν από το καταστατικό ή από απόφαση της συνέλευσης των εταίρων δεν αντιτάσσονται απέναντι στους τρίτους, ακόμη και αν έχουν υποβληθεί στις διατυπώσεις δημοσιότητας (άρ. 18 παρ. 1 εδ. 3). Εντούτοις, οι διαχειριστές που υπερβαίνουν τη διαχειριστική εξουσία έχουν έναντι της εταιρείας ευθύνη σε αποζημίωση για την υπέρβαση αυτή.
Υφίσταται υποχρέωση πίστης των διαχειριστών.
Η ευθύνη των διαχειριστών αποκλείεται όταν η τακτική συνέλευση πάρει απόφαση απαλλαγής τους. Επίσης, αποκλείεται και επί πράξεων ή παραλείψεων που στηρίζονται σε σύννομη απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.
Ποινική ευθύνη των διαχειριστών καθιερώνεται με βάση τις διατάξεις του άρ. 60.
Ο διαχειριστής της ΕΠΕ δεν έχει έναντι των τρίτων οποιαδήποτε ευθύνη από τις δικαιοπραξίες που καταρτίζει στο όνομα του νομικού προσώπου, καθώς ευθύνεται μόνο το νομικό πρόσωπο.
Συνέλευση των εταίρων
Η συνέλευση των εταίρων αποτελεί το ανώτατο βουλητικό όργανο της εταιρείας, αποφασίζει για κάθε εταιρική υπόθεση και οι αποφάσεις της δεσμεύουν και τους απόντες και τους διαφωνούντες (άρ. 14 παρ. 1). Συγκεκριμένες υποθέσεις δεν μπορούν να ανατεθούν στους διαχειριστές, αλλά αποτελούν αποκλειστική αρμοδιότητα της συνέλευσης (π.χ. τροποποιήσεις καταστατικού, έγκριση ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, παράταση διάρκειας, συγχώνευση κλπ).
Τακτική και έκτακτη συνέλευση: Τακτική είναι η συνέλευση που συγκαλείται υποχρεωτικά μετά τη λήξη κάθε εταιρικής χρήσης και συγκεκριμένα μέσα σε τρεις μήνες από αυτήν (άρ. 10 παρ. 3). Η έκτακτη συνέλευση συγκαλείται σε μη καθορισμένα από το νόμο χρονικά σημεία, προκειμένου να αποφασίσει για οποιοδήποτε θέμα.
Συνήθης και εξαιρετική ή καταστατική συνέλευση: Η συνήθης συνέλευση αποφασίζει για θέματα μικρότερης σημασίας και αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία προσώπων και κεφαλαίου (άρ. 13), ενώ η εξαιρετική είναι αρμόδια να αποφασίσει για πιο σημαντικά θέματα με μεγαλύτερη πλειοψηφία ή ακόμη και με ομοφωνία.
Τροποποίηση του καταστατικού
Η τροποποίηση του καταστατικού αποφασίζεται από την καταστατική συνέλευση των εταίρων. Η συνέλευση αποφασίζει με πλειοψηφία τουλάχιστον των 3/4 του όλου αριθμού των εταίρων, που εκπροσωπούν τα 3/4 του εταιρικού κεφαλαίου (άρ. 38 παρ. 1). Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις απαιτείται παμψηφία (άρ. 38 παρ. 3), κυρίως όταν πρόκειται να αυξηθούν οι υποχρεώσεις και η ευθύνη των εταίρων ή να μειωθούν τα δικαιώματά τους.
Η σχετική απόφαση πρέπει επί ποινή ακυρότητας να περιβάλλεται το συμβολαιογραφικό τύπο (άρ. 38 παρ. 2) και κάθε απόφαση υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας.
Λύση της εταιρείας
Νόμιμοι λόγοι λύσης της εταιρείας:
α) πάροδος του χρόνου για τον οποίο συστάθηκε (άρ. 765 ΑΚ). Η λύση επέρχεται αυτοδίκαια. Η συνέλευση μπορεί να αποφασίσει παράταση του χρόνου διάρκειας πριν την εκπνοή της προθεσμίας, αρκεί να ολοκληρωθούν οι προϋποθέσεις δημοσιότητας (άρ. 38 παρ. 4). Δεν επιτρέπεται η σιωπηρή παράταση.
β) απόφαση της εξαιρετικής συνέλευσης (άρ. 44 παρ. 1 περ. β’)
γ) πτώχευση της εταιρείας (άρ. 44 παρ. 1 περ. δ’)
δ) τελεσίδικη δικαστική απόφαση για σπουδαίο λόγο (άρ. 44 παρ. 1 περ. γ’)
ε) μείωση της εταιρικής περιουσίας κάτω από το μισό του εταιρικού κεφαλαίου
στ) μετά από αίτηση του εξερχόμενου ή αποκλειόμενου εταίρου.
Εκκαθάριση της εταιρείας
Η εταιρεία με τη λύση της εισέρχεται αναγκαστικά στο στάδιο της εκκαθάρισης (άρ. 46 παρ. 1 περ. α’). Στην επωνυμία της εταιρείας προστίθενται οι λέξεις “υπό εκκαθάριση”. Οι διαχειριστές υποκαθίστανται από τους εκκαθαριστές.
Η εκκαθάριση ενεργείται από τα πρόσωπα στα οποία ανήκε η διαχείριση, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο καταστατικό ή αποφάσισε διαφορετικά η συνήθης συνέλευση των εταίρων (άρ. 47 παρ. 1).
Μονοπρόσωπη ΕΠΕ
Η ΕΠΕ μπορεί να υπάρξει ως μονοπρόσωπη είτε από τη σύστασή της είτε μετά τη σύστασή της, εφόσον συγκεντρωθούν στα χέρια ενός εταίρου όλα τα εταιρικά μερίδια.
Η μονοπρόσωπη ΕΠΕ ρυθμίζεται από τις διατάξεις του άρ. 43α και από τις υπόλοιπες διατάξεις του ν. 3190/1955 που έχουν ευθεία εφαρμογή (άρ. 43α παρ. 5).
Στην επωνυμία της εταιρείας πρέπει να αναγράφονται ολογράφως οι λέξεις “ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ”, χωρίς η παράλειψη αυτή να επιδρά στο κύρος της εταιρείας.
Η συνέλευση της μονοπρόσωπης ΕΠΕ αποτελείται από το μοναδικό εταίρο και στις συνελεύσεις παρίσταται υποχρεωτικά συμβολαιογράφος (άρ. 43α παρ. 3 εδ. β’).
Η μονοπρόσωπη ΕΠΕ μπορεί να μετεξελιχθεί σε πολυπρόσωπη, οπότε θα έχουν πλέον πλήρη εφαρμογή οι γενικές διατάξεις περί ΕΠΕ.
Ένα πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα μοναδικός εταίρος περισσοτέρων μονοπρόσωπων ΕΠΕ. Στην περίπτωση αυτή ισχυρή είναι μόνο η πρώτη χρονικά μονοπρόσωπη ΕΠΕ, ενώ οι μεταγενέστερες είναι άκυρες.
Μια μονοπρόσωπη ΕΠΕ δεν μπορεί να είναι μοναδικός εταίρος άλλης μονοπρόσωπης ΕΠΕ.