14.ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 10.3.2018

Σημειώσεις Διοικητικό ΝΣΚ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΕΝΝΟΙΑ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Νομική πράξη όπου καταγράφει την σύμπτωση δυο αντίθετων θελήσεων επι ενός κοινού σκοπού. ΠΧ Ο Α θέλει να αγοράσει ένα ΙΧ ο Β να το πουλήσει. Κοινός Σκοπός η αγοραπωλησία του οχήματος. Ο Γ θέλει να βάψει το σπίτι του καταβάλλοντας τίμημα όσο το δυνατόν μικρότερο ο Δ θέλει να βάψει το σπίτι του Γ λαμβάνοντας τίμημα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο. Κοινός σκοπός η βαφή του σπιτιού έναντι τιμήματος.

Θεμέλιο το άρθρο 5§1 Σ και 361 ΑΚ (αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων). Συνεπώς οι ιδιώτες μπορούν να συμβάλλονται για οτιδήποτε δεν απαγορεύει ο Νόμος κατά τρόπο καταρχήν άτυπο.

Η διοίκηση μπορεί να συνάπτει συμβάσεις

Είτε με βάσει τους κανόνες των διοικητικών συμβάσεων είτε με βάση τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου.

Η «βούληση» της όμως πάντα θα διέπεται από την ικανοποίηση του δημοσίου συμφέροντος. Συνεπώς:

Δεν ισχύει γι’ αυτήν η αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων. ¨Αρα θα συνάπτει είτε συμβάσεις που προβλέπει ο Νόμος είτε που απορρέουν από αυτόν.

Η σύναψη θα είναι πάντα γραπτή και κατά κανόνα βάσει συγκεκριμένης διαδικασίας.

Ο σκοπός όμως που θα επιδιώκει η σύμβαση μπορεί να είναι είτε δημοσίου συμφέροντος είτε κερδοσκοπικός.

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜ.ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Τουλάχιστον ο ένας εκ των αντισυμβαλλομένων είναι το κράτος ή νπδδ (οργανικό κριτήριο ΑΕΔ 10/1987 «υπόθεση ΟΑΣ»). Η μετατροπή του ΝΠ αλλοιώνει το χαρακτήρα της σύμβασης(ΑΕΔ 42/2011, 29/2011).

Η σύμβαση να ικανοποιεί άμεσα σκοπό δημοσίου συμφέροντος (όχι κερδοσκοπικός ή σε καθεστώς ανταγωνισμού δράση ΣΤΕ 414/2011). Ο σκοπός μπορεί να μεταβάλλει το στοιχείο (1) για ευθυγραμμίζεται με το οργανικό κριτήριο (π.χ σύμβαση χρήσης λιμένα από ΟΛΠ (ΝΠΙΔ) που όμως θεωρείται ειδικά εδώ ΝΠΔΔ (διφυές) (βλ. για όλες τις παραχωρήσεις κοινοχρήστων ΣτΕ 891-895/08). Βλ. ΑΕΔ 15-17 /1992.

Να τελεί η σύμβαση υπό εξαιρετικό νομικό καθεστώς υπέρ του δημοσίου ή του νπδδ έτσι ώστε ουσιωδώς να υπερέχει συμβατικά από τον αντισυμβαλλόμενο του( ΑΕΔ 12/2007, 1014/03, 3/99, 10/92). Να μπορεί να επέμβει μονομερώς στη σύμβαση.

4.       Πάντα γραπτή (ΑΕΔ 3/2012, 28/2011).

Τα ανωτέρω στοιχεία πρέπει να συντρέχουν ΣΩΡΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΣΕΙΡΑ (ΑΕΔ 10/92,18/2009).

Διοικητικές είναι και οι παρεπόμενες συβάσεις πχ εγγυητικές (ΑΕΔ 14/2003).

ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

               

Σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας η οποία συνάπτεται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων και μιας ή περισσότερων αναθετουσών αρχών (οργανισμός δημοσίου δικαίου) και έχει ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών.

Ευρύτερη έννοια είναι αυτή της δημόσιας σύμβασης, που χρησιμοποιείται στο δίκαιο σε οδηγίες για δημόσια έργα, προμήθειες , υπηρεσίες.

Σε αυτήν περιλαμβάνονται μεν οι διοικητικές συμβάσεις αλλά και συμβάσεις που συνάπτει οποιοδήποτε κρατικό νομικό πρόσωπο ανεξάρτητα από το εάν έχει οργανωθεί σε νπιδ ή νπδδ, ή φορέας του ευρύτερου δημόσιου τομέα, εφόσον το χρηματοδοτούν κατά το μεγαλύτερο μέρος ή ελέγχουν ή διορίζουν την πλειοψηφία των μελών του Δ.Σ , το Δημόσιο ή νπδδ ή ΟΤΑ (πδ 60/07) και άσχετα εάν πρόκειται για συμβάσεις που διέπονται από το ιδιωτικό ή δημόσιο δίκαιο , αλλά αρκεί ο σκοπός τους να αποβλέπει στη θεραπεία αναγκών γενικού συμφέροντος , δηλαδή να τίθεται εκτός ανταγωνισμού (αρθ.1 παρ. 9 εδαφ.α-γ της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ).

Η Διάκριση έχει πρακτική σημασία ιδίως :

Για την δικαστική προστασία.

Την δημοσιότητα (δημοσίευση στην Εφη/δα ΕΕ)

Την εφαρμογή των οδηγιών 24 και 25 /2014 (πρώην 18 και 17/84).

Ευρωπαϊκό δίκαιο – Οδηγίες 2014/24 ΚΑΙ 25 που κατάργησαν τις λεγόμενες κλασικές οδηγίες 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ.

Είδη διαδικασίας ανοιχτή /κλειστή (με προεπιλογή) /διαπραγματεύσεις

Ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, δυναμικά συστήματα αγορών, ανταγωνιστικός διάλογος, συμφωνίες πλαίσιο

Το πεδίο εφαρμογής προσδιορίζεται ratione personne & ratione materiae

Κατώφλια εφαρμογής: http://ec.europa.eu/internal_market/publicprocurement/rules/current/index_en.htm

Για όσες συμβάσεις δεν διέπονται ευθέως από δίκαιο ΕΕ: γενικές αρχές ευρωπαϊκού δικαίου σύμφωνα με τη νομολογία ΔΕΕ

Βλ.: http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=OJ:C:2006:179:0002:0007:EL:PDF

Νέο κανονιστικό πλαίσιο: Οδηγ. 2014/ 24 και 25/ΕΚ (18.04.2016).

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Ιδιαίτερο είδος συμβάσεων, σε σχέση με τις οποίες εφαρμόζεται ειδικό νομικό πλαίσιο: δημόσιο δίκαιο

Ά. 22 ΚΔΔ και ά. 6 παρ. 2 ΚΔΔικον

Ν.4270/2014 (δημόσιο λογιστικό) αρθ.129 Δ.Λ.

Αρχή της νομιμότητας ά. 129: γενικές/ειδικές διατάξεις + εκπλήρωση σκοπών Δημοσίου (σωρευτικά).

Διαδικασία: ά. 132 – Διαγωνισμός κατά κανόνα, με στόχο την αναζήτηση του καταλληλότερου ανάδοχου

Τακτικός (ανοικτός ή κλειστός) διαγωνισμός για δαπάνη πάνω από 60.000 Ευρώ

Πρόχειρος διαγωνισμός ή συνοπτική διαδικασία για δαπάνη από 20.000-60.000 Ευρώ

Απευθείας ανάθεση κατ’ εξαίρεση για δαπάνες μέχρι 20.000 Ευρώ

Ειδικές διατάξεις για διαπραγμάτευση με ή χωρίς προκήρυξη

Μειοδοτικός – πλειοδοτικός – και ουσιαστική αξιολόγηση (βαθμολογία)

ΠΔ 60 και 59/2007

ΠΔ 118/2007, Ν.3310/2005, Ν.3669/2008, Ν.3316/2005

Ν.4412/2016.

Προστασία ανταγωνισμού και θεμελιώδη δικαιώματα ΕΕ

Ειδικό νομικό πλαίσιο που προβλέπεται σχετικά

Αναλογική εφαρμογή ΑΚ

Γενικές αρχές διοικητικού δικαίου (ίση μεταχείριση – απαγόρευση διακρίσεων, τυπικότητα, διαφάνεια και δημοσιότητα, αντικειμενικότητα – αμεροληψία, αιτιολογία αποφάσεων, ασφάλεια δικαίου, αναλογικότητα)

Είδη Διοικητικών Συμβάσεων

Τρεις βασικές κατηγορίες:

Κατασκευή υποδομών (Δημόσια έργα)

Προμήθειες αγαθών

Παροχή υπηρεσιών

Διαφοροποιείται το νομικό πλαίσιο εν πολλοίς (διαδικασία κατάρτισης, τύπος, ερμηνεία και εκτέλεση, λύση)

Μικτές συμβάσεις: κρίσιμο το προέχον στοιχείο (α.4 ν.4412/16). Η τιμή δεν είναι το μόνο αλλά συνεκτιμάται με άλλα στοιχεία (ΕΣ 1379/17, 7μ).

Συμβάσεις παραχώρησης :Παραχώρηση (έργων και υπηρεσιών): σύμβαση η οποία παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά με μια δημόσια σύμβαση εκτός από το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με καταβολή αμοιβής.

Προγραμματικές συμβάσεις.

Συμβάσεις πλαίσια.

ΑΠΟΣΠΑΣΤΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ (actes detachables)

Πρόκειται για τις πράξεις που προηγούνται της σύναψης της διοικ. Σύμβασης. Με αυτές ασκείται δημόσια εξουσία και έχουν όλα τα χαρακτηριστικά των διοικητικών πράξεων π.χ η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου για την σύναψη σύμβασης ακόμη και διεπόμενης από το ιδιωτικό δίκαιο (ΣτΕ 460/2011, Δ τμ. 7μ επι προγραμματικής), η ανάθεση μελέτης για σύναψη , η προκήρυξη, η αποβολή συμμετέχοντος από την διαγωνιστική διαδικασία, η κατακύρωση.

Από την διακήρυξη εως την κατακύρωση πρόκειται για σύνθετη διοικητική πράξη.

Παραδοσιακά ακυρωτικές διαφορές στο ΣτΕ. Μετά το Ν. 3886/2010 στο ΔΕΦ που εδρεύει η αναθέτουσα αρχή, εκτός από εξαιρέσεις πχ. άνω των 15.000.000 με το ΦΠΑ, παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας, εντασσόμενες στην οδηγία 2004/18 .

ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ Ν.4412/2016 (ΦΕΚ Α 147/08.08.2016)

Ο Νόμος αποτελεί αφενός προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (L94) και της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση οδηγίας 2004/17/ΕΚ.

Καλύπτει κάθε δημόσια σύμβαση (αρθ.2§5)

ως «δημόσιες συμβάσεις» και ως «συμβάσεις έργων, υπηρεσιών και προμηθειών» νοούνται οι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας οι οποίες συνάπτονται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων και μιας ή ενός ή περισσότερων αναθετουσών αρχών/ αναθετόντων φορέων, αντίστοιχα, και έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών,

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ : Άρθρο 12 Δημόσιες συμβάσεις μεταξύ φορέων του δημοσίου τομέα (άρθρο 12 Οδηγίας 2014/24/ΕΕ):
Προβλέπονται πια ρητά στο νόμο (μέχρι τώρα προέκυπταν από σχετική νομολογία) οι in house (οιωνεί αυτεπιστασία) συμβάσεις και συγκεκριμένα:  
Μια δημόσια σύμβαση που ανατίθεται από μία αναθέτουσα αρχή σε ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του νόμου, εάν πληρούνται σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) η αναθέτουσα αρχή ασκεί επί του εν λόγω νομικού προσώπου έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών,
β) περισσότερο από το 80% των δραστηριοτήτων του ελεγχομένου νομικού προσώπου διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή άλλες νομικές οντότητες που ελέγχει η εν λόγω αναθέτουσα αρχή,
και
γ) δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων των μορφών συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από εθνικές νομοθετικές διατάξεις σύμφωνες με τις Συνθήκες και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

     ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:

Με την παρ. 6 του ίδιου άρθρου προβλέπεται – για πρώτη φορά – ειδική ρύθμιση για τις συμβάσεις – συνεργασίες:
α) του άρθρου 12 του π.δ. 30/1996 (συμβάσεις μεταξύ φορέων αυτοδιοίκησης και δημοσίου κατά τον κώδικα νομαρχιακής αυτοδιοίκησης),
β) των άρθρων 223 (συμβάσεις συνεργασίας φορέων Τ.Α.) και 225 (προγραμματικές συμβάσεις)  του ν. 3463/2006 – ΔΚΚ (Α΄ 114),
γ) των άρθρων 22 και 32 του ν. 3614/2007 (Α΄ 267),
δ) των άρθρων 99 (συμβάσεις διαδημοτικής και διαβαθμιδικής συνεργασίας) και 100 (προγραμματικές συμβάσεις) του ν. 3852/2010 (Α΄ 87),
ε) του άρθρου 12 του ν. 4019/2011 (Κοιν.Σ.Επ) και
στ) του άρθρου 121 (προγραμματικές συμβάσεις μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα).
οι οποίες δύναται να μην εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του  Βιβλίου Ι του ν/σ, υπό τους όρους που αναλύονται ανωτέρω στις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού (άρθρο 12, ως ανωτέρω).

ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΒΑΣΕΙ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΑΝΑΘΕΣΗΣ (συμβάσεις άνω των ορίων και κάτω των ορίων)

ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ ΠΟΥ ΙΣΟΥΤΑΙ ή ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΟΣΩΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡ. 18 έως 115 Ν.4412/2016

Ως κατώτατα όρια, σε συνάρτηση προς την εκτιμώμενη αξία της σύμβασης, ΧΩΡΙΣ ΦΠΑ, ορίζονται τα ακόλουθα (ά. 5 Ν. 4412/2016):

5.225.000 ευρώ για τις δημόσιες συμβάσεις έργων,

135.000 ευρώ για δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που ανατίθενται από κεντρικές κυβερνητικές αρχές και για διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τις εν λόγω αρχές. Αν οι δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ανατίθενται από τις αναθέτουσες αρχές που δραστηριοποιούνται στον τομέα της άμυνας, το εν λόγω κατώτατο όριο ισχύει μόνο για τις συμβάσεις που αφορούν τα οριζόμενα στο Παράρτημα III του Προσαρτήματος Α ‘ προϊόντα, 

209.000 ευρώ για δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που ανατίθενται από μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές και για διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τις εν λόγω αρχές. Το κατώτατο όριο αυτό εφαρμόζεται επίσης στις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών που ανατίθενται από κεντρικές κυβερνητικές αρχές οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα της άμυνας, όταν οι συμβάσεις αυτές αφορούν προϊόντα που δεν εμπίπτουν στο Παράρτημα III του Προσαρτήματος A’, 

750.000 ευρώ για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα XIV του Προσαρτήματος Α ‘.

ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΤΩ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ (που αφορούν στο μεγαλύτερο μέρος των συμβάσεων που συνάπτουν οι ΟΤΑ

ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΗ ΑΞΙΑΣ ΜΙΚΡΟΤΕΡΗΣ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΠΟΣΩΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡ. 116 επ. Ν. 4412/2016

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ (ά. 117 Ν. 4412/2016)

Επιτρέπεται σε συμβάσεις εκτιμώμενης αξίας μικρότερης ή ίσης με 60.000€ (χωρίς ΦΠΑ)

ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΑΝΑΘΕΣΗ (ά.118 Ν. 4412/2016)

 Επιτρέπεται σε συμβάσεις των οποίων η εκτιμώμενη αξία είναι ίση ή κατώτερη των 20.000€ (χωρίς ΦΠΑ)

Οι προκηρύξεις όλων των διαγωνισμών συντάσσονται σύμφωνα με τα τυποποιημένα σχέδια που εκδίδει η Αρχή (Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων) σύμφωνα με την παρ. 5 του ά. 53 Ν. 4212/2016 και δημοσιεύονται στο ΚΗΜΔΗΣ

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΕΚΠΟΤΑ-ΥΑ 11389/1993 (ά.209 παρ. 1 Ν. 3463/2006)

ΠΔ 28/1980

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΑΝΩΝΥΜΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΟΤΑ (ά. 265 παρ. 7 Ν. 3463/2006-)

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ά. 257 παρ. 2Ν. 3463/2006)

Η απευθείας ανάθεση με απόφαση δημοτικού συμβουλίου σε κοινωφελείς ή αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες ΟΤΑ που προβλεπόταν στο ά. 268 παρ. 1 Ν. 3463/2006

Ν. 3886/2010 για τις δημόσιες συμβάσεις

ΠΔ 60/2007 Δημόσια έργα και προμήθειες (άνω των ενωσιακών κατωφλίων)

Δημοσιεύσεις δημοσίων συμβάσεων στο ΦΕΚ, σε οικονομικές εφημερίδες και στον τοπικό τύπο (βλ μεταβατικές διατάξεις βάσει των οποίων η υποχρέωση δημοσίευσης στα ως άνω μέσα καταργείται προοδευτικά και σε βάθος χρόνου)

Καταργείται η δυνατότητα απευθείας ανάθεσης έργων ά. 9 ΠΔ 171/1987

Καταργείται η δυνατότητα απευθείας ανάθεσης έργων σε κατασκευαστικές επιχειρήσεις ΟΤΑ που προβλεπόταν στο ά. 10 ΠΔ 171/1987

Καταργούνται οι επιτροπές παραλαβής έργων που προβλέπονται στο ά. 16 ΠΔ 171/1987

ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ: Συγκροτείται Ανεξάρτητη Αρχή (Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών – ΑΕΠΠ), η διοίκηση της οποίας αποτελείται από 31 μέλη. Ασχολείται με την εξέταση προδικαστικών προσφυγών που υποβάλλονται ενώπιον της για σύμβαση (κατά το στάδιο ανάθεσης ή σύναψης) προϋπολογισμού άνω των 60.000,00 € (αρθ. 345) .

Η άσκηση της προδικαστικής προσφυγής ενώπιον της ΑΕΠΠ αποτελεί προϋπόθεση της βασιμότητας άσκησης των ενδίκων βοηθημάτων ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών αρχών (Διοικητικά Εφετεία).


Προβλέπεται αποκλειστικά και μόνο ηλεκτρονική υποβολή των προσφυγών αυτών και παράβολο ύψους 0,50% του προϋπολογισμού της σύμβασης που δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 600,00 € ούτε ανώτερο των 15.000,00 €.
Οι προβλεπόμενες προθεσμίες είναι : εντός 40 ημερών από την υποβολή της προσφυγής η συζήτηση της υπόθεσης και εντός 20 ημερών από τη συζήτηση η έκδοση απόφασης επί της προσφυγής, δηλαδή συνολικά 60 ημέρες για την εκδίκαση των προσφυγών.
Στη συνέχεια ο έχων έννομο συμφέρον (υποψήφιος ή αναθέτουσα αρχή) ασκούν τα προβλεπόμενα ένδικα βοηθήματα κατά κανόνα ΔΕΦ.

Σχετικά άρθρα στο Βιβλίο IV άρθ.345-374.

Αρθ. 346 :

1. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί σύμβαση «των περιπτώσεων α ́ και β ́ της παραγράφου 2 του άρθρου 1» [η εντός εισαγωγικών φράση αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 49 του άρθρου 107 του Ν. 4497/2017 (ΦΕΚ Α΄171/13. 11. 2107)] και έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από εκτελεστή πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής κατά παράβαση της ευρωπαϊκής ή εσωτερικής νομοθεσίας, έχει δικαίωμα να προσφύγει στην Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 360 και να ζητήσει προσωρινή προστασία, σύμφωνα με το άρθρο 366, ακύρωση παράνομης πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 367 ή ακύρωση σύμβασης η οποία έχει συναφθεί παράνομα , σύμφωνα με το άρθρο 368.

Η αρχή δεν επιδικάζει αποζημιώσεις από προσυμβατικό πταίσμα (197 ΑΚ), προϋπόθεση όμως είναι η ακύρωση της ζημιογόνου πράξης από την Αρχή ή το Διοικ. Δικαστήριο.

Η Αρχή παρέχει προσωρινή προστασία (366)

Ακύρωση Παράνομης πράξης (367)

Ακύρωση Παράνομα συναφθείσης σύμβασης (368).

Κατά της πράξης της αρχής προβλέπεται η άσκηση αίτησης ακύρωσης στο ΔΕΦ ή ΣτΕ σύμφωνα με το άρθρο

Αρθρο 360

1. Κάθε ενδιαφερόμενος ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση του νόμου αυτού και έχει ή είχε υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από εκτελεστή πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής κατά παράβαση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας, υποχρεούται, πριν από την υποβολή των προβλεπόμενων στον Τίτλο 3 ένδικων βοηθημάτων, να ασκήσει προδικαστική προσφυγή ενώπιον της ΑΕΠΠ κατά της σχετικής πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής.

2. Η άσκηση της προδικαστικής προσφυγής αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση των ένδικων βοηθημάτων του Τίτλου 3 κατά των εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων των αναθετουσών αρχών.

3. Δεν επιτρέπεται η άσκηση άλλης διοικητικής προσφυγής κατά των εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων της αναθέτουσας αρχής κατά τη διαδικασία της ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων εκτός από την προδικαστική προσφυγή της παραγράφου 1

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΤΩ ΤΩΝ 60.000€

Άρθρο 127 Ενστάσεις που ασκούνται κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων «με εκτιμώμενη αξία κατώτερη ή ίση των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ» (χωρίς Φ.Π.Α.) – Παράβολο

[η εντός εισαγωγικών φράση αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 30 του άρθρου 107 του Ν. 4497/2017 (ΦΕΚ Α΄171/13. 11. 2107)]

1. Για δημόσιες συμβάσεις «με εκτιμώμενη αξία κατώτερη ή ίση των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ» [η εντός εισαγωγικών φράση αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 31 του άρθρου 107 του Ν. 4497/2017 (ΦΕΚ Α΄171/13. 11. 2107)] (χωρίς Φ.Π.Α.), σε περίπτωση ένστασης κατά πράξης της αναθέτουσας αρχής, η προθεσμία άσκησής της είναι πέντε (5) ημέρες από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης στον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα. «Η ένσταση κατά της διακήρυξης υποβάλλεται σε προθεσμία που εκτείνεται μέχρι το ήμισυ του χρονικού διαστήματος από τη δημοσίευση της διακήρυξης στο ΚΗΜΔΗΣ μέχρι την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών. Για τον υπολογισμό της προθεσμίας αυτής συνυπολογίζονται και οι ημερομηνίες της δημοσίευσης και της

«2. Η ένσταση υποβάλλεται ενώπιον της αναθέτουσας αρχής, η οποία αποφασίζει, σύμφωνα με τα οριζόμενα και στο άρθρο 221, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση της ένστασης η οποία μπορεί να γίνει και με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 376 παράγραφος 11. Στην περίπτωση της ένστασης κατά της διακήρυξης ή της πρόσκλησης η ανάθετουσα αρχή αποφασίζει σε κάθε περίπτωση πριν την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών. Με την άπρακτη πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών τεκμαίρεται η απόρριψη της ένστασης. Για το παραδεκτό της άσκησης ένστασης, απαιτείται, με την κατάθεση της ένστασης, η καταβολή παραβόλου, υπέρ του Δημοσίου, ποσού ίσου με το ένα τοις εκατό (1%) επί της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης. Το παράβολο αυτό αποτελεί δημόσιο έσοδο. Το παράβολο επιστρέφεται με πράξη της αναθέτουσας αρχής, αν η ένσταση γίνει δεκτή ή μερικώς δεκτή από το αποφασίζον διοικητικό όργανο. Στις δημόσιες συμβάσεις έργων, μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών επιστημονικών υπηρεσιών, για την ένσταση κατά της διακήρυξης ή της πρόσκλησης γνωμοδοτεί το αρμόδιο τεχνικό συμβούλιο.» [η παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 33 του άρθρου 107 του Ν. 4497/2017 (ΦΕΚ Α΄171/13. 11. 2107)]

361 προθεσμία

1. Σε περίπτωση προσφυγής κατά πράξης της αναθέτουσας αρχής, η προθεσμία για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής είναι:

(α) δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης στον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα αν η πράξη κοινοποιήθηκε με ηλεκτρονικά μέσα ή τηλεομοιοτυπία ή

(β) δεκαπέντε (15) ημέρες από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης στον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα, αν χρησιμοποιήθηκαν άλλα μέσα επικοινωνίας, άλλως,

(γ) δέκα (10) ημέρες από την πλήρη, πραγματική ή τεκμαιρόμενη, γνώση της πράξης που βλάπτει τα συμφέροντα του ενδιαφερόμενου οικονομικού φορέα. Ειδικά για την άσκηση προσφυγής κατά προκήρυξης, η πλήρης γνώση αυτής τεκμαίρεται μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση στο ΚΗΜΔΗΣ.

2. Σε περίπτωση παράλειψης, η προθεσμία για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής είναι δεκαπέντε (15) ημέρες από την επομένη της συντέλεσης της προσβαλλόμενης παράλειψης.

362 τρόπος ασκησης

1. «1. Η προδικαστική προσφυγή κατατίθεται ηλεκτρονικά στον ηλεκτρονικό τόπο του διαγωνισμού. Σε περίπτωση που η διαγωνιστική διαδικασία δεν διενεργείται μέσω του ΕΣΗΔΗΣ, η προδικαστική προσφυγή κατατίθεται στην ΑΕΠΠ. Η προδικαστική προσφυγή περιέχει τις νομικές και πραγματικές αιτιάσεις που δικαιολογούν το αίτημά της.» [η παράγραφος 1 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 49 του Ν. 4456/2017 (ΦΕΚ Α΄24/1. 3. 2017)].

2. Στον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών της παρ. 7 του άρθρου 365 μπορεί να προβλέπεται ότι η προσφυγή υποβάλλεται υποχρεωτικά με τη χρήση τυποποιημένου εντύπου το οποίο θα υποβάλλεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παρ. 1.

3. Κάθε ενδιαφερόμενος, του οποίου επηρεάζονται τα συμφέροντα, δικαιούται να ασκήσει, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της προσφυγής, σύμφωνα με την παράγραφος 1του άρθρου 365, παρέμβαση ενώπιον της ΑΕΠΠ, σύμφωνα με την παράγραφο 1 και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, για τη διατήρηση της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξης, προσκομίζοντας όλα τα κρίσιμα έγγραφα που έχει στη διάθεσή του.

4. Δεν επιτρέπεται η άσκηση προδικαστικής προσφυγής κατά απόφασης της ΑΕΠΠ, η οποία δέχεται εν όλω ή εν μέρει προσφυγή άλλου προσώπου.

Άρθρο 363 Παράβολο

1. Για το παραδεκτό της άσκησης της προδικαστικής προσφυγής κατατίθεται παράβολο από τον προσφεύγοντα υπέρ του Δημοσίου, το ύψος του οποίου ανέρχεται σε ποσοστό 0,50 τοις εκατό (0,50%) της προϋπολογισθείσας αξίας (χωρίς Φ.Π.Α.) της σχετικής σύμβασης. Το ύψος του παραβόλου δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εξακοσίων (600) ευρώ ούτε ανώτερο των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ. Αν τα έγγραφα της σύμβασης δεν προκύπτει η προϋπολογισθείσα αξία της, για το παραδεκτό της άσκησης της προδικαστικής προσφυγής, κατατίθεται παράβολα ύψους εξακοσίων (600) ευρώ.

2. Εάν από τα έγγραφα της σχετικής σύμβασης παρέχεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς για τμήμα ή τμήματα της σύμβασης, το ύψος του παραβόλου υπολογίζεται επί της αξίας του τμήματος ή των τμημάτων της σύμβασης σχετικά με τα οποία ασκείται η προδικαστική προσφυγή.

3. Το ύψος του ποσοστού και τα ανώτατα και κατώτατα όρια του ποσού του παραβόλου μπορούν να αναπροσαρμόζονται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

4. Με τον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών της παρ. 7 του άρθρου 365 ορίζεται ο τρόπος και ο χρόνος κατάθεσης και είσπραξης του παραβόλου και ο τρόπος απόδειξης της είσπραξής του.

5. Το παράβολο του παρόντος άρθρου επιστρέφεται στον προσφεύγοντα σε περίπτωση ολικής ή μερικής αποδοχής της προσφυγής του. Επίσης, επιστρέφεται στον προσφεύγοντα και στην περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή ανακαλεί την προσβαλλόμενη πράξη ή προβαίνει στην οφειλόμενη ενέργεια πριν από την έκδοση της απόφασης της ΑΕΠΠ επί της προσφυγής.

*** ΒΛ. ΠΔ 39/2017 ” Κανονισμός εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών ενώπιον της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών”, ΦΕΚ Α 64/4.5.2017.

Άρθρο 364 Ανασταλτικό αποτέλεσμα

Η προθεσμία για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής και η άσκησή της κωλύουν τη σύναψη της σύμβασης επί ποινή ακυρότητας, η οποία διαπιστώνεται με απόφαση της ΑΕΠΠ μετά από άσκηση προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 368. Κατά τα λοιπά, η άσκηση της προδικαστικής προσφυγής δεν κωλύει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 366.

*** ΒΛ. ΠΔ 39/2017 ” Κανονισμός εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών ενώπιον της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών”, ΦΕΚ Α 64/4.5.2017.

Άρθρο 366 Προσωρινά μέτρα

1. Η ΑΕΠΠ, μπορεί, ύστερα από αίτημα του προσφεύγοντος ή αυτεπαγγέλτως και μετά από κλήση της αναθέτουσας αρχής προ τριών (3) ημερών, να εκδώσει πράξη αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης και να ορίσει τα κατάλληλα μέτρα έως ότου αποφανθεί για την προσφυγή και, πάντως, όχι πέραν της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 367 για την έκδοση της απόφασής της.

2. Με την απόφαση της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να διατάσσονται προσωρινά μέτρα για να επανορθωθεί η εικαζόμενη παράβαση ή να αποτραπεί η ζημία των θιγόμενων συμφερόντων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται μέτρα που αναστέλλουν τη διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης ή την εκτέλεση οποιασδήποτε απόφασης λαμβάνει η αναθέτουσα αρχή.

3. Η ΑΕΠΠ μπορεί να αποφασίσει να μην χορηγηθούν τα προσωρινά μέτρα της προηγούμενης παραγράφου αν κρίνει ότι, ύστερα από στάθμιση όλων των συμφερόντων που ενδέχεται να ζημιωθούν, καθώς και του δημόσιου συμφέροντος, οι πιθανές αρνητικές συνέπειες από τη χορήγηση των προσωρινών μέτρων είναι περισσότερες από τα οφέλη. Η απόφαση να μη χορηγηθούν προσωρινά μέτρα δεν θίγει τις λοιπές αξιώσεις που προβάλλει το πρόσωπο που έχει ζητήσει τη χορήγηση των εν λόγω μέτρων.

*** ΒΛ. ΠΔ 39/2017 ” Κανονισμός εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών ενώπιον της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών”, ΦΕΚ Α 64/4.5.2017.


  ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΗΡΥΞΗ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Άρθρο 368 Κήρυξη ακυρότητας της σύμβασης

Με την επιφύλαξη του άρθρου 370 και της παραγράφου 2 του άρθρου 371, η ΑΕΠΠ αποφασίζει να κηρύξει την ακυρότητα σύμβασης που έχει συναφθεί, εάν διαπιστώσει ότι:

(α) η αναθέτουσα αρχή έχει αναθέσει τη σύμβαση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις περιπτώσεις που αυτή απαιτείται, κατά παράβαση των ευρωπαϊκών και εθνικών κανόνων δημόσιων συμβάσεων ή

(β) αν δεν τηρήθηκε η υποχρέωση αναστολής της σύναψης, σύμφωνα με τα άρθρο 364΄ ή

(γ) σε περίπτωση σύναψης συμφωνίας – πλαίσιο και εφαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών όταν παραβιάζονται οι υποχρεώσεις που προκύπτουν είτε από τις περιπτώσεις α` και β` της παραγράφου 2, την περίπτωση α` της παραγράφου 4, τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 33 και την παράγραφο 5 του άρθρου 39 είτε από τις περιπτώσεις α` και β` της παραγράφου 2, την περίπτωση α` της παραγράφου 4, τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 270 και την παράγραφο 2 του άρθρου 273, κατά περίπτωση.

*** ΒΛ. ΠΔ 39/2017 ” Κανονισμός εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών ενώπιον της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών”, ΦΕΚ Α 64/4.5.2017.

Άρθρο 369

Κήρυξη ακυρότητας – Διαδικασία

1. Η ΑΕΠΠ αποφασίζει να κηρύξει την ακυρότητα σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 368 ύστερα από προδικαστική προσφυγή ενδιαφερόμενου οικονομικού φορέα η οποία ασκείται εντός των προθεσμιών της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Τα άρθρα 360, 362, 363 και 365 εφαρμόζονται αναλόγως στην περίπτωση αυτή.

2. Η προσφυγή ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης κατά τα άρθρα 64, 65, 66, 122 ή 294, 295, 296 κατά περίπτωση, εφόσον στη δημοσίευση περιλαμβάνεται αιτιολογία για τη σύναψη της σύμβασης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης ή από την επομένη της ενημέρωσης των ενδιαφερομένων με άλλον τρόπο. Στην ενημέρωση αυτή πρέπει να εκτίθενται οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρ. 2 του άρθρου 70 ή στην παρ. 2 του άρθρου 300, αντίστοιχα. Η προσφυγή δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να ασκηθεί μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την επομένη της σύναψης της σύμβασης.

3. Η διαδικασία προσφυγής της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται, σε περίπτωση σύναψης συμφωνίας πλαίσιο και εφαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών, όταν παραβιάζονται οι υποχρεώσεις που προκύπτουν είτε από τις περιπτώσεις α` και β` της παρ. 2, την περίπτωση α` της παρ. 4, τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 33 και την παρ. 5 του άρθρου 39 είτε από τις περιπτώσεις α` και β` της παρ. 2, την περίπτωση α` της παρ. 4, τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 270 και την παρ. 2 του άρθρου 273, κατά περίπτωση, αν η αναθέτουσα αρχή έχει αποστείλει την απόφαση ανάθεσης μαζί με συνοπτική έκθεση των λόγων της παρ. 2 του άρθρου 70 ή της παρ. 2 του άρθρου 300, αντίστοιχα, στους ενδιαφερόμενους προσφέροντες, αναφέροντας τις προθεσμίες αναστολής σύναψης της σύμβασης και εφαρμόσει δεκαήμερη τουλάχιστον προθεσμία αναστολής της σύναψης, από την επομένη της αποδεδειγμένης παραλαβής της απόφασης από τους ενδιαφερόμενους προσφέροντες.

4. Η κατάθεση της προσφυγής του παρόντος άρθρου αναστέλλει την εκτέλεση της σύμβασης έως την έκδοση απόφασης ΑΕΠΠ, εκτός εάν γίνει δεκτό αίτημα προσωρινής προστασίας της αναθέτουσας αρχής που ασκείται κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 366.

«5. Η διαδικασία προσφυγής του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται: α) αν η αναθέτουσα αρχή δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκήρυξη, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 65 του παρόντος ή την παράγραφο 5 του άρθρου 295 του παρόντος, κατά περίπτωση, με την οποία γνωστοποιεί την πρόθεσή της να αναθέσει τη σύμβαση και εφάρμοσε δεκαήμερη τουλάχιστον προθεσμία αναστολής της σύναψης, από την επομένη της δημοσίευσης της προκήρυξης, εφόσον η προκήρυξη αυτή συντάχθηκε σύμφωνα με το Παράρτημα XII του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2015/1986 της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ισχύει, β) σε περίπτωση σύναψης συμφωνίας πλαισίου και εφαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών, όταν παραβιάζονται οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από τα άρθρα 39 και 33 του ν. 4412/2016, αν η αναθέτουσα αρχή έχει αποστείλει την απόφαση ανάθεσης μαζί με συνοπτική έκθεση των λόγων της παρ. 2 του άρθρου 70 του ν. 4412/2016 στους ενδιαφερόμενους προσφέρο- ντες, αναφέροντας τις προθεσμίες αναστολής σύναψης της σύμβασης και εφαρμόσει δεκαήμερη τουλάχιστον προθεσμία αναστολής της σύναψης, από την επομένη της αποδεδειγμένης παραλαβής της απόφασης από τους ενδιαφερόμενους προσφέροντες.

Η παρούσα παράγραφος ισχύει αναδρομικά από την 26η Ιουνίου 2017.»

*** Η παρ.5 προστέθηκε με το άρθρο 43 παρ.3 N.4487/2017,ΦΕΚ A 116/9.8.2017.

*** ΒΛ. ΠΔ 39/2017 ” Κανονισμός εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών ενώπιον της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών”, ΦΕΚ Α 64/4.5.2017.

ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΣ ΣΥΝΑΨΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

  Άρθρο 372

  Δικαστική προστασία στο πεδίο που προηγείται της σύναψης της σύμβασης

1. Όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ζητήσει την αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης της ΑΕΠΠ και την ακύρωσή της ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου της έδρας της αναθέτουσας αρχής, με τριμελή σύνθεση, το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως. Δικαίωμα άσκησης των ίδιων ενδίκων βοηθημάτων έχει και η αναθέτουσα αρχή αν η ΑΕΠΠ κάνει δεκτή την προδικαστική προσφυγή. Με τα ένδικα βοηθήματα της αίτησης αναστολής και της αίτησης ακύρωσης λογίζονται ως συμπροσβαλλόμενες με την απόφαση της ΑΕΠΠ και όλες οι συναφείς προς την ανωτέρω απόφαση πράξεις ή παραλείψεις της αναθέτουσας αρχής, εφόσον έχουν εκδοθεί ή συντελεστεί αντιστοίχως έως τη συζήτηση της αίτησης αναστολής ή την πρώτη συζήτηση της αίτησης ακύρωσης. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου, για την εκδίκαση των διαφορών αυτών εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 18/1989 (Α` 8).

2. Αιτήσεις αναστολής του νόμου αυτού εκδικάζονται από τον Πρόεδρο Εφετών του οικείου Διοικητικού Εφετείου ή από τον Εφέτη που αυτός ορίζει. Σε περίπτωση ιδιαίτερης σπουδαιότητας της υπόθεσης, ο ανωτέρω Πρόεδρος ή Εφέτης μπορεί να εισάγουν την αίτηση σε τριμελές συμβούλιο του δικαστηρίου, στο οποίο προεδρεύει ο Πρόεδρος Εφετών και μετέχει ο Εφέτης Εισηγητής.

3. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των δύο προηγούμενων παραγράφων, διαφορές οι οποίες προκύπτουν κατά την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών, δημόσιων συμβάσεων οι οποίες υλοποιούνται ως Συμπράξεις Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα (Σ.Δ.Ι.Τ.), σύμφωνα με το ν. 3389/2005 (Α` 232), δημόσιων συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ, εκδικάζονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Ομοίως, διαφορές οι οποίες προκύπτουν από την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ με προϋπολογισμό μεγαλύτερο των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ, περιλαμβανομένου του ΦΠΑ, εκδικάζονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

4. Η άσκηση της αίτησης αναστολής δεν εξαρτάται από την προηγούμενη άσκηση της αίτησης ακύρωσης.

«Η αίτηση αναστολής κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την έκδοση της απόφασης επί της προδικαστικής προσφυγής και συζητείται το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της.»

*** Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 27 Ν.4491/2017, ΦΕΚ Α 152/13.10.2017.

Για την άσκηση της αιτήσεως αναστολής κατατίθεται παράβολο το ύψος του οποίου ανέρχεται σε ποσοστό 0,1% της προϋπολογισθείσας αξίας, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α., το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πεντακοσίων (500) ευρώ και ανώτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Το 1/2 του ποσού του παράβολου καταβάλλεται κατά την κατάθεση της αιτήσεως και αν η αίτηση απορριφθεί ο απών καταδικάζεται στην καταβολή του υπολοίπου 1/2 με την απόφαση του δικαστηρίου.

Για την είσπραξη του παράβολου εκδίδεται αποκλειστικά διπλότυπο είσπραξης από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, υπέρ του Ταμείου Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτηρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) και υπέρ του Δημοσίου, σε ποσοστό 60% και 40% του συνολικού ύψους αντιστοίχως, το οποίο καταμερίζεται σε δύο αντίστοιχα Κ.Α.Ε.. Σε περίπτωση ολικής ή μερικής αποδοχής της αιτήσεως αναστολής το δικαστήριο διατάσσει την απόδοσή του στον αιτούντα. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρο 36 του π.δ. 18/1989.

Με την κατάθεση της αιτήσεως αναστολής η προθεσμία άσκησης της αίτησης ακύρωσης διακόπτεται και αρχίζει από την επίδοση της σχετικής απόφασης.

Ο διάδικος που πέτυχε υπέρ αυτού την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης, οφείλει μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την επίδοση της απόφασης αυτής, να ασκήσει την αίτηση ακύρωσης, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως η ισχύς της αναστολής. Η δικάσιμος για την εκδίκαση της αίτησης ακύρωσης δεν πρέπει να απέχει πέραν του τριμήνου από την κατάθεση του δικογράφου.

«Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 52 του π.δ. 18/1989 (Α` 8), η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή εφόσον πιθανολογείται σοβαρά η παράβαση κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του εσωτερικού δικαίου και η αναστολή είναι αναγκαία για να αρθούν τα δυσμενή από την παράβαση αποτελέσματα ή να αποτραπεί η ζημία των συμφερόντων του αιτούντος. Η αίτηση όμως μπορεί να απορριφθεί αν, από τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και επιτακτικών λόγων γενικού δημοσίου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος.

Η απόφαση επί της αναστολής εκδίδεται μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την εκδίκαση της αίτησης. Το διατακτικό των αποφάσεων αυτών, υπογραφόμενο από τον Πρόεδρο, τα μέλη και τον Γραμματέα, εκδίδεται υποχρεωτικά μέσα σε προθεσμία επτά (7) ημερών από την εκδίκαση της αίτησης ή αν έχει χορηγηθεί προθεσμία στους διαδίκους για τη νομιμοποίησή τους ή για την υποβολή υπομνήματος από τη λήξη της προθεσμίας αυτής. Η προθεσμία προς τους διαδίκους δεν μπορεί πάντως να υπερβαίνει τις τρεις (3) ημέρες από την εκδίκαση.

Η άσκηση αίτησης αναστολής κωλύει τη σύναψη της σύμβασης, εκτός εάν με την προσωρινή διαταγή ο αρμόδιος δικαστής αποφανθεί διαφορετικά.».

*** Τα μέσα σε   « » εδάφια στο τέλος της παρ.4 προστέθηκαν με το άρθρο 87 παρ.2 Ν.4478/2017,ΦΕΚ 91/23.6.2017.

5. Εάν η αίτηση αναστολής γίνει δεκτή, το όργανο το οποίο εξέδωσε την πράξη της οποίας η εκτέλεση αναστέλλεται με την απόφαση μπορεί να συμμορφωθεί προς το διατακτικό ή και το εν γένει περιεχόμενο της απόφασης και να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει κατάλληλα την πράξη που προκάλεσε τη διαφορά. Στην περίπτωση αυτή, για το κύριο ένδικο βοήθημα που ασκήθηκε, εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.

6. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν άσκησε ή άσκησε ανεπιτυχώς την αίτηση αναστολής και η σύμβαση υπογράφηκε και ολοκληρώθηκε η εκτέλεσή της πριν από τη συζήτηση της αίτησης ακύρωσης, εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.

7. Αν το δικαστήριο ακυρώσει πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής μετά τη σύναψη της σχετικής σύμβασης, η τελευταία δεν θίγεται, εκτός αν πριν από τη σύναψη αυτής είχε ανασταλεί η διαδικασία σύναψης της σύμβασης με απόφαση της ΑΕΠΠ ή με απόφαση επί αίτησης αναστολής ή με προσωρινή διαταγή. Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 373.

Άρθρο 373

Αξίωση αποζημίωσης

1. Ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος αποκλείσθηκε από τη συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης σύμβασης ή από τη σύναψη αυτής, κατά παράβαση κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του εσωτερικού δικαίου, δικαιούται να αξιώσει από την αναθέτουσα αρχή αποζημίωση, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 197 και 198 Α.Κ.. Αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι θα του ανετίθετο η σύμβαση, αν δεν είχε εμφιλοχωρήσει η παράβαση, τότε δικαιούται αποζημίωση κατά τις γενικές διατάξεις. Κάθε διάταξη που αποκλείει ή περιορίζει την αξίωση αυτή δεν εφαρμόζεται.

2. Για την επιδίκαση της αποζημίωσης απαιτείται η προηγούμενη ακύρωση της παράνομης πράξης ή παράλειψης από την ΑΕΠΠ ή το αρμόδιο, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, δικαστήριο. Η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται στην περίπτωση του άρθρου 370, της παρ. 2 του άρθρου 371 και της παρ. 7 του άρθρου 372 ή όταν, εν γένει, δεν καθίσταται εφικτή η δικαστική κήρυξη της ακυρότητας για λόγους μη συνδεόμενους με παραλείψεις του ενδιαφερομένου.

Οδηγία 2014/25 (υπάγονται στο ΣτΕ)

Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στα άρθρα 18 έως 23 ή στο άρθρο 34, σχετικά με την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις προμήθειες των οποίων η εκτιμώμενη αξία, χωρίς τον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), είναι ίση με ή ανώτερη από τα ακόλουθα κατώτατα όρια: α) 414 000 EUR για τις δημόσιες συμβάσεις αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και για τους διαγωνισμούς μελετών, β) 5. 186. 000 EUR για τις δημόσιες συμβάσεις έργων, γ) 1 000 000 EUR για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφο­ρούν κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που περιέχονται στον κατάλογο του παραρτήματος XVII

Φυσικό αέριο και θερμότητα ,Ηλεκτρισμό, Ύδωρ, Υπηρεσίες μεταφορών, Λιμένες και αερολιμένες, Ταχυδρομικές υπηρεσίες, Εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου και αναζήτηση ή εξόρυξη άνθρακα και άλλων στερεών καυσίμων

Αρχή της τυπικότητας

Οι προσφορές των διαγωνιζομένων και εν γένει η διαδικασία συμμετοχής πρέπει να πληρούν πλήρως τους όρους διακηρύξεως (ΣτΕ1229/2007). Όλες οι διατάξεις της διακήρυξης που αφορούν τους τύπους είναι ουσιώδεις και ελέγχονται και αυτεπάγγελτα.

Όλοι οι διαγωνιζόμενοι πρέπει να καταθέσουν τα προβλεπόμενα και μόνο από τη διακήρυξή δικαιολογητικά.

Στόχος: Η διαφάνεια, αποφυγή αλλοιώσεων, ανταγωνισμός , ισότητα

Μόνον ότι προβάλλεται με ενστάσεις / προσφυγές

Όχι δυνατότητα διόρθωσης με αιτιολογία περί «μικρής απόκλισης» κ.λπ.

Ό,τι λείπει δεν συμπληρώνεται εκ των υστέρων , όμως μπορεί να γίνει συμπλήρωση ή διευκρίνιση μόνο σε σχέση με νομίμως υποβληθέντα έγγραφα, επουσιώδη και δευτερεύοντα σφάλματα, αν ζητηθεί από την αρχή, όχι αυτοβούλως και όχι στο στάδιο των οικονομικών προσφορών(= απαγορευμένη αντιπροσφορά).

Ρήτρα ακεραιότητας

ΔΕΚ αποφαση 6.12.2008, ν.3894/10 συμφωνο ακεραιότητας και Ν. 3978/11 ρήτρα.

Οι συμμετέχοντες οικονομικοί φορείς δεσμεύονται ότι δεν ενήργησαν αθέμιτα σε όλα τα στάδια του διαγωνισμού, υποβάλλοντας υπεύθυνη δήλωση. Στο τομέα της άμυνας απαγορεύονται οι μεσάζοντες.

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΚΥΡΩΣΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Αποτελεί ευχέρεια της Αρχής. Ειδικά για τις συμβάσεις παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας επιβάλλεται κατά την νομολογία (ΣτΕ 690/1957).

Η νομοθετική κύρωση δεν αλλοιώνει τον συμβατικό χαρακτήρα , αλλά για τους τρίτους λειτουργεί ως Νόμος και τους δεσμεύει (ΣτΕ 1947/55).

Αποτελεί αναβλητική αίρεση για την ισχύ της σύμβασης και όχι τμήμα της.

Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη , όμως , τροποποιήσουν όρους της σύμβασης contra στο νόμο, μπορούν οι θιγόμενοι τρίτοι να ασκήσουν αίτηση ακύρωσης κατά των όρων αυτών.

ΣΥΝΑΨΗ –ΕΚΤΕΛΕΣΗ -ΛΥΣΗ

Μετά την σύναψη της δημόσιας σύμβασης υπάγεται στην αρμοδιότητα του κατά τόπο αρμοδίου ΔΕΦ (6§2 ΚΔΔ και αρθ.175 Ν.4412/14 σύστημα ενιαίας δικαιοδοσίας). Ακόμη και για τους τρίτους (αρθ.1§1περ.ι και §6 του Ν. 1406/83΄, ΣτΕ 2063/2013, Ολομ).

Ένδικο βοήθημα : ανάλογα με το αίτημα ,προσφυγή ή αγωγή (ενδοσυμβατική). Μπορεί και να σωρευθούν. Πριν την άσκηση προσφυγής θα πρέπει να ασκηθεί η ενδικοφανής προσφυγή του άρθρου 174 του Ν.4412/16 απευθύνεται στον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών ή στο κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις αρμόδιο αποφαινόμενο όργανο

Επί ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΑΓΑΘΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΓΕΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ προβλέπεται η ένσταση του άρθρου 205.

Άρθρο 205 Διοικητικές προσφυγές κατά τη διαδικασία εκτέλεσης των συμβάσεων

Ο οικονομικός φορέας μπορεί κατά των αποφάσεων που επιβάλλουν σε βάρος του κυρώσεις δυνάμει των άρθρων 203, 206, 207, 213, 218 και 220 να υποβάλει προσφυγή για λόγους νομιμότητας και ουσίας ενώπιον του φορέα που εκτελεί τη σύμβαση, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα (30) ημερών, από την ημερομηνία που έλαβε γνώση της σχετικής απόφασης. «Επί της προσφυγής, αποφασίζει το αρμοδίως αποφαινόμενο όργανο, ύστερα από γνωμοδότηση του προβλεπόμενου στις περιπτώσεις β’ και δ’ της παραγράφου 11 του άρθρου 221 οργάνου.» [το εντός εισαγωγικών εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ. 37 του άρθρου 107 του Ν. 4497/2017 (ΦΕΚ Α΄171/13. 11. 2107)] Η εν λόγω απόφαση δεν επιδέχεται προσβολή με άλλη οποιασδήποτε φύσεως διοικητική προσφυγή.

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΣΥΜΒΑΤΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
1. ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΠΑΡΟΧΗΣ

Π.χ. ποσότητας, τεχνικών προδιαγραφών ακόμη και πρόωρη λύση.

Ανεπίδεκτοι τροποποίησης είναι οι όροι που καθορίζουν το χαρακτήρα, το αντικείμενο της σύμβασης, αμοιβές και ανταλλάγματα αναδόχου. Εκτός εάν είναι αναγκαστική συνέπεια μιας άλλης επιτρεπτής τροποποίησης.

Σε καμία περίπτωση όμως δεν επιτρέπεται να διαταράξουν την ισορροπία της σύμβασης (απώτατο όριο).

Πρέπει να προβλέπονται από τις διατάξεις ή τη σύμβαση. Νομολογιακά ακόμη και εάν δεν προβλέπεται (ΔΕΑΘ 497/87).

Ειδικά στις ΣΠΔΥ από την αρχή της προσαρμοστικότητας (= της ικανοποίηση των αναγκών των διοικουμένων όπως εξελίσσονται).

Ο ανάδοχος έχει αξίωση πρόσθετου τιμήματος ή αποζημίωσης.

Ο Ν. 3669/08 προβλέπει ότι η Αρχή μπορεί να καταγγείλει την σύμβαση δημ. Έργου με αποζημίωση πολύ χαμηλότερη από αυτή του άρθρου 700 ΑΚ (ΣτΕ 2199/09 ). Τίθεται θέμα αντισυνταγματικότητας με βάση όμως το α.4§5 Σ.

2. ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΤΙΜΗΜΑΤΟΣ ΕΜΜΕΣΑ ΑΠΌ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΣΧΕΤΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΜΒΑΣΗ (θεωρία της ζημιογόνου πράξης και αρχή του απρόβλεπτου)

Πχ. υποτίμηση νομίσματος , δημοσιονομικός εκτροχιασμός κλπ.

Σκοπός η διατήρηση της ισορροπίας του οικονομικού θεμελίου της σύμβασης ενόψει μεταβολών της οικονομικής συγκυρίας.

Αξίωση αποζημίωσης εάν διαπιστωθεί ισχυρά επέμβαση που ανατρέπει το θεμέλιο της σύμβασης και προκαλεί στον ανα΄δοχο ασυνήθη ζημία (ΔΕΦΑΘ 745/91).

Εφαρμογή ειδικών διατάξεων και συμπληρωματικά του ΑΚ (ΣτΕ 4134/96). Δηλ. Αναλογική εφαρμογή 200 και 288 ΑΚ (ΣτΕ 2140/2000)

Επίσης και 330,334,300 ΑΚ (ΔΕΦΙωαννίνων 136/95).

Ο Ν 1418/84 απαγορεύει ρητά την εφαρμογή των άρθρων 288 και 388Ακ αλλά μπορεί αν γίνει εφαρμογή του 200ΑΚ.

Ο Ανάδοχος μπορεί να ζητήσει και λύση της σύμβασης εάν το δημόσιο συμφέρον δεν επιβάλλει την εκτέλεσή της.

Κήρυξη του Αναδόχου ως εκπτώτου

Είναι διοικητική πράξη με την οποία λύνεται ο συμβατικός δεσμός και επιβάλλονται κυρώσεις διότι ο ανάδοχος δεν εξετέλεσε τις υποχρεώσεις του.

Η δυνατότητα της Διοίκησης δεν μπορεί να καταργηθεί με συμβατικό όδο (ΣτΕ 3709/87).

Κυρώσεις είναι επίσης διοικητικές πράξεις που επιβάλλονται με βάση την κατηγορία που ανήκει η σύμβαση και είναι :

Α) κατάπτωση μερική ή ολική της εγγύησης.

Β) είσπραξη της προκαταβολής εντόκως (αναπόσβεστο).

Γ) αποκλεισμός από μελλοντικούς διαγωνισμούς.

Δ) εκτέλεση της σύμβασης από τους επιλαχόντες υποψηφίους και επιβολή των εξόδων στον έκπτωτο.

Ε) πρόστιμα καθυστέρησης ή κατάπτωση ρητρών. Εάν οι ρήτρες προβλέπονται από το Νόμο το ΔΕΦ δεν μπορεί να τις μειώσει.

Πρέπει να κοινοποιηθεί στον ανάδοχο ειδική πρόσκληση άλλως είναι άκυρη η έκπτωση (ΔΕΦΠΑτρ 112/90, ΣτΕ4155/96).

Η απόρριψη ενστάσεως του αναδόχου πρέπει να επιδοθεί και δεν αρκεί η γνώση της απόρριψης από τον ανάδοχο (ΣτΕ 1683/98).

Επίσης επέρχονται αθροιστικά οι εξής συνέπειες :

Άμεσα απαιτητό το αναπόσβεστο με ισόποση έντοκη κατάπτωση της εγγυήσεως.

Καταπίπτει ως ειδική ποινική ρήτρα το σύνολο των εγγυήσεων καλής εκτέλεσης.

Καταπίτπουν οι ποινικές ρήτρες για την καλή εκτέλεση.

Καταλογίζονται σε βάρος του οι υπολειπόμενες εργασίες.

ΕΓΚΡΙΣΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ

Η έγκριση και διόρθωση των λογαριασμών του αναδόχου κατά το αρθ.104§1 του πδ 696/74 γίνεται εντός μηνιαίας προθεσμίας από την υποβολή του λογαριασμού.

Η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας συνεπάγεται οτι ο λογαριασμός θεωρείται μεν εγκεκριμένος, η Διοίκηση όμως διατηρεί την εξουσία, και μετά την παρέλευση της τασσόμενης προθεσμίας ελέγχου και έγκρισης του λογαριασμού, να προβεί σε έλεγχο αυτού, αρνούμενη, ρητώς ή σιωπηρώς, να καταβάλει ποσά ή αναζητώντας, κατά τις κείμενες διατάξεις (του εθνικού και του κοινοτικού δικαίου) ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως, ήδη καταβληθέντα ποσά του επίμαχου λογαριασμού, τα οποία δεν οφείλονται για οποιονδήποτε λόγο στον ανάδοχο, δεδομένου μάλιστα ότι ο έλεγχος αυτός επιβάλλεται για λόγους προστασίας του δημόσιου χρήματος, εθνικού, ή κοινοτικού (προκειμένου περί συγχρηματοδοτούμενου με πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης έργου). Η ανάκληση δυνατή αφού κατά γενική αρχή μπορεί να γίνει ανάκληση ακόμη και σε πράξεις που ο Νόμος θεωρεί οριστικές (ΣτΕ Ολομ. 2494/2013).

ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Το δημόσιο έχει τη δυνατότητα εάν δεν κάνει χρήση του ΚΕΔΕ , να ασκήσει αγωγή κατά το αντισυμβαλλομένου στο αρμόδιο ΔΕΦ για λόγους ενότητας της δίκης (94§3Σ, ΣτΕ 3493/2005).

Ο αντισυμβαλλόμενος μπορεί να ασκήσει τις ενστάσεις (ενδικοφανείς προσφυγές ) στην αναθέτουσα αρχή και μετά προσφυγή ή αντί ενστάσεων και εφόσον δεν χρειάζεται να εκδοθεί πράξη της διοίκησης απευθείας αγωγή στο ΔΕΦ.

Εάν υπάρχει ζημία κατά το στάδιο των αποσπαστών , ήτοι προσυμβατική ευθύνη εφαρμόζονται ανάλογα τα άρθρα 197 και 198 ΑΚ, όπως και εάν η σύμβαση είναι άκυρη. Η Αγωγή ασκείται στο Διοικητικό Πρωτοδικείο.