ΣτΕ 1837/2020 Β τμ., ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΕΝΕΧΟΝΤΑΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΛΗΨΗΣ ΤΩΝ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΝΑ ΑΠΟΔΕΙΧΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΡΧΗ ΟΤΙ ΑΣΚΟΥΣΑΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ.

ΣΤΕ

Ε.Π. (m)

Αριθμός 1837/2020

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Ιουνίου 2020, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος,Α. Σδράκα, Φρ. Γιαννακού, Σύμβουλοι, Ειρ. Σταυρουλάκη, Β. Μόσχου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα, Γραμματέας του Β΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 30 Ιανουαρίου 2017 αίτηση:

του Αθανασίου Ξαρχά του Λαζάρου, κατοίκου Νέας Σμύρνης (Ιωνίας 21), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Δημήτριο Σπυρόπουλο (Α.Μ. 19092), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του,

κατά του Υπουργού Οικονομικών και ήδη Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), η οποία παρέστη με τον Χρήστο Κοραντζάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 623/2016 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Ειρ. Σταυρουλάκη.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύμ ε λ έ τ η σ ετ ασ χ ε τ ι κ άέ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ εκ α τ άτ ο νΝ ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (βλ. τα 1393840-1393842 και 4175115 ειδικά έντυπα παραβόλου σειράς Α΄).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της 623/2016 αποφάσεως της Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη προσφυγή του ήδη αναιρεσείοντος κατά της 69/30-5-2016 πράξεως του Προϊσταμένου της Διευθύνσεως Επιλύσεως Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών. Με την πράξη αυτή απερρίφθησαν οι 2325 και 2324/29-1-2016 ενδικοφανείς προσφυγές του αναιρεσείοντος κατά της 29548/29-12-2015 πράξεως της Προϊσταμένης του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων περί επιβολής σε βάρος του, ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της υπό εκκαθάριση τελούσης εταιρείας “Εγνατία Ασφαλιστική Εταιρία ΑΕ”, των κατ’ άρθρο 46 παρ. 5 και 6 του ν. 4174/2013 διασφαλιστικών των συμφερόντων του Δημοσίου μέτρων και κατά της οικείας από 24-12-2015 Ειδικής Εκθέσεως Ελέγχου της φορολογικής αρχής.

3. Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 53 παρ. 3 και 4 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), όπως τροποποιήθηκε με τα άρθρα 12 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και 15 παρ. 2 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240), για το παραδεκτό αιτήσεως αναιρέσεως χωρίς χρηματικό αντικείμενο, ο αναιρεσείων βαρύνεται, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της αιτήσεώς του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς που θα διατυπώσει στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι με καθέναν από τους προβαλλομένους λόγους τίθεται συγκεκριμένο νομικό ζήτημα, κρίσιμο για την επίλυση της διαφοράς, επί του οποίου, είτε δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, είτε οι σχετικές κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως έρχονται σε αντίθεση με νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή, ελλείψει αυτών, προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. Ως τέτοια δε νομολογία νοείται η διαμορφωθείσα επί αυτού τούτου του κρίσιμου νομικού ζητήματος και όχι επί αναλόγου ή παρομοίου (ΣτΕ 2326, 509/2017, 2057, 121/2016, 1579/2015).

4. Επειδή, στο άρθρο 46 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 47 παρ. 9 του ν. 4223/2013 (Α΄ 287), με την υποπαρ. Δ.2 περ. 8 του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α΄ 85) και με το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 4337/2015 (Α΄ 129/17-10-2015) και με το οποίο επανελήφθη κατ’ ουσίαν η ρύθμιση του άρθρου 14 του ν. 2523/1997 (βλ. αφ’ ενός ΣτΕ 978, 415, 402/2020, 2512/2019 και αφ’ ετέρου την εισηγητική έκθεση επί του άρθρου 47 παρ. 9 του ν. 4223/2013, αλλά και το υπ’ αριθμ. 7 στοιχείο του προοιμίου της κατωτέρω παρατιθεμένης ΠΟΛ 1282/2013 περί της “ανάγκης ενσωματώσεως στο σύστημα του Κώδικα των ήδη προβλεπομένων στο άρθρο 14 του ν. 2523/1997 διασφαλιστικών μέτρων”), ορίζεται ότι «1. … 5. Εφ’ όσον η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώνει μη απόδοση, ανακριβή απόδοση, συμψηφισμό, έκπτωση ή διακράτηση Φ.Π.Α., Φ.Κ.Ε., φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων, επιρριπτόμενων φόρων, τελών και εισφορών με σκοπό τη μη πληρωμή συνολικά στο Δημόσιο ποσού πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ, … μπορεί, βάσει ειδικής έκθεσης ελέγχου, να επιβάλλει σε βάρος του υπόχρεου παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα. Ειδικότερα η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να μην παραλαμβάνει και να μην χορηγεί έγγραφα που απαιτούνται για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυρίδων του υπόχρεου παραβάτη. Το μη χρηματικό περιεχόμενο θυρίδων και οι μη χρηματικές παρακαταθήκες, δεσμεύονται στο σύνολό τους. 6. Τα μέτρα της παραγράφου 5 επιβάλλονται σωρευτικά σε βάρος των ομορρύθμων εταίρων προσωπικών εταιριών, καθώς και σε βάρος κάθε προσώπου εντεταλμένου από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση οποιουδήποτε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας από τη γένεση της υποχρέωσης απόδοσης ή από το χρόνο της διάπραξης, κατά περίπτωση, και μέχρι την ενεργοποίηση των μέτρων, ανεξάρτητα αν έχουν αποβάλει την ιδιότητα αυτή με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα εξειδικεύονται τα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου, καθορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες τα μέτρα αίρονται εν όλω ή εν μέρει και οι περιπτώσεις μη εφαρμογής τους, προσδιορίζεται ο χρόνος διατήρησης αυτών και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα…». Με την υπ’ αριθμ. ΠΟΛ. 1282/2013 (Β΄ 54/16-1-2014) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της ανωτέρω παρ. 6 του άρθρου 46 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, αφού ελήφθη υπ’ όψιν, μεταξύ άλλων, η ανάγκη εξειδικεύσεως των προσώπων σε βάρος των οποίων επιβάλλονται τα μέτρα διασφαλίσεως των συμφερόντων του Δημοσίου, ορίσθηκε στο άρθρο 2 ότι «1. Τα μέτρα της παραγράφου 5 του άρθρου 46 του Ν. 4174/2013, επιβάλλονται σωρευτικά σε βάρος των παραβατών νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων και σε βάρος νομικών ή φυσικών προσώπων ή οντοτήτων που έχουν ή είχαν μία από τις παρακάτω ιδιότητες κατά την τέλεση οποιασδήποτε παράβασης φοροδιαφυγής των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Ν. 4174/2013, όπως ισχύει και μέχρι την επιβολή των μέτρων, ανεξάρτητα εάν κατά την επιβολή των μέτρων έχουν αποβάλει την ιδιότητα αυτή με οποιοδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία, και προκειμένου: α) Για ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, στους προέδρους και αντιπροέδρους των Δ.Σ., στους διευθύνοντες, εντεταλμένους, συμπράττοντες συμβούλους, στους διοικητές, στους γενικούς διευθυντές, στους διευθυντές, ως και εν γένει σε κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση αυτών. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, τα μέτρα επιβάλλονται στα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών. … 2. Τα ίδια ως άνω μέτρα επιβάλλονται σωρευτικά και σε όλα τα πρόσωπα που είχαν μία από τις παραπάνω ιδιότητες κατά την τέλεση οποιασδήποτε παράβασης φοροδιαφυγής των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Ν. 4174/2013, όπως ισχύει. …». Περαιτέρω, στο άρθρο 55 του παραπάνω Κώδικα ορίζεται ότι «1. Για τους σκοπούς του Κώδικα, ως “φοροδιαφυγή” νοείται: α) … β) η μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση φόρου προστιθέμενης αξίας και παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, καθώς και η μη υποβολή δήλωσης ή η υποβολή ανακριβούς δήλωσης με σκοπό τη μη πληρωμή των παραπάνω φόρων τελών ή εισφορών, εφόσον προβλέπεται από τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας που αφορά φόρους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα. Για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, ως μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση θεωρείται η μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση, για κάθε φορολογικό έτος ή διαχειριστική περίοδο και για καθεμία φορολογία, τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα ή υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων και τουλάχιστον εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, εφόσον πρόκειται για υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων [όπως το τελευταίο εδάφιο προστέθηκε με το άρθρο 48 παρ. 6 του ν. 4223/2013]…».

5. Επειδή, από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι, σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία έχει διαπράξει φοροδιαφυγή κατά την περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, μπορούν να επιβληθούν τα μέτρα της παρ. 5 του άρθρου 46 του ίδιου Κώδικα σωρευτικώς στα φυσικά πρόσωπα, τα οποία από την τέλεση της ανωτέρω παραβάσεως και μέχρι την επιβολή των μέτρων είχαν μια από τις ιδιότητες που απαριθμούνται στην παρ. 6 του άρθρου 46 του εν λόγω Κώδικα και στο άρθρο 2 της ΠΟΛ. 1282/2013 αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, ήτοι την ιδιότητα του προέδρου, αντιπροέδρου κ.λπ. του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά ήταν, κατά τον κρίσιμο χρόνο, εντεταλμένα στην διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση της ανώνυμης εταιρείας, είτε αμέσως από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση (ΣτΕ 2326/2017, 546/2018). Επομένως, μόνη η ιδιότητα του προέδρου, αντιπροέδρου κ.λπ. του διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας δεν αρκεί για το νόμιμο τηςεπιβολής των ενδίκων μέτρων αλλά απαιτείται, επιπλέον, να αποδείξει η φορολογική αρχή, και να διερευνήσει ειδικώς το εν συνεχεία επιλαμβανόμενο δικαστήριο για το νόμιμο της κρίσεώς του, εάν το ως άνω φυσικό πρόσωπο είχε πράγματι ασκήσει, προσωρινώς ή διαρκώς, συγκεκριμένα καθήκοντα διοικήσεως ή διαχειρίσεως της εταιρείας (ΣτΕ 113-4/2019, 2654, 999, 1000, 546/2018 – πρβλ. ΣτΕ 2326/2017, 2721, 121/2016, 225/2015, 691/2009 ως προς τις προγενέστερες αλλά αντιστοίχου περιεχομένου διατάξεις των άρθρων 14 και 20 του ν. 2523/1997).

6. Επειδή, εν προκειμένω, κατά τα γενόμενα δεκτά με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, κατόπιν της 685/5/1118/8-4-2014 εντολής και της από 24-12-2015 ειδικής εκθέσεως ελέγχου υπαλλήλων της φορολογικής αρχής, διενεργήθηκε έλεγχος στην υπό εκκαθάριση εταιρεία “Εγνατία Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρία ΑΕ” με αντικείμενο εργασιών την ενέργεια ασφαλίσεων και αντασφαλίσεων κατά ζημιών, οπότε διαπιστώθηκε, για την φορολογική περίοδο 2006, ανακριβής απόδοση ΦΚΕ, φόρου ασφαλίστρων και τελών χαρτοσήμου πλέον εισφοράς ΟΓΑ και, για την φορολογική περίοδο 1-1-2007 έως 5-2-2007, μη απόδοση παρακρατουμένου φόρου επί αμοιβών ελευθέρων επαγγελματιών και επί των επιδικασθέντων τόκων ασφαλιστικών αποζημιώσεων καθώς και ανακριβής απόδοση τελών χαρτοσήμου πλέον εισφοράς ΟΓΑ, συνολικού ποσού 1.213.840,96 ευρώ. Βάσει αυτών εκδόθηκαν οι ένδικες πράξεις της φορολογικής αρχής σε βάρος του ήδη αναιρεσείοντος, υπό την ιδιότητά του ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της ως άνω εταιρείας. Με την προσφυγή του ο τελευταίος προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι ο ίδιος δεν ευθύνεται για τις οφειλές της εταιρείας, διότι ουδέποτε εκπροσώπησε ούτε διοίκησε αυτήν, δεδομένου ότι η προαναφερθείσα ιδιότητα του ανετέθη, χωρίς να έχει οιαδήποτε εκτελεστική αρμοδιότητα και χωρίς ουδέποτε να έχει ασκήσει εξουσία εν τοις πράγμασι, και ότι, αντιθέτως, όπως προκύπτει από το προσκομισθέν 375/7-12-2005 πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας (ΦΕΚ ΑΕ και ΕΠΕ 1045/7-2-2006), η διοίκηση και διαχείριση όλων των εταιρικών υποθέσεων και η εκπροσώπηση της εταιρείας είχε ανατεθεί στον Διευθύνοντα Σύμβουλο και, σε περίπτωση απουσίας του τελευταίου, στον αναπληρωτή του. Ο λόγος αυτός απερρίφθη με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, με την σκέψη ότι, εφ’ όσον ο αναιρεσείων έφερε, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, την ιδιότητα του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, ήτοι την ιδιότητα προσώπου εντεταλμένου για την διενέργεια πράξεων διαχειρίσεως της τελευταίας, νομίμως ελήφθησαν σε βάρος του τα ένδικα μέτρα, χωρίς να είναι, περαιτέρω, αναγκαία η απόδειξη ότι αυτός είχε πράγματι ασκήσει συγκεκριμένες πράξεις διαχειρίσεως ή εκπροσωπήσεως της εταιρείας.

7. Επειδή, με την κρινομένη αίτηση προβάλλεται μη τήρηση του δικαιώματος της προηγουμένης ακροάσεως αλλά και παραβίαση των αρχών της αναλογικότητας, της χρηστής διοικήσεως και της προστατευομένης εμπιστοσύνης καθώς και του δικαιώματος της οικονομικής ελευθερίας, ως εκ της ποινικής, κατά τον αναιρεσείοντα, φύσεως των ενδίκων μέτρων. Οι λόγοι, όμως, αυτοί είναι απορριπτέοι προεχόντως ως απαράδεκτοι, ελλείψει αντιστοίχων ισχυρισμών προς θεμελίωση του παραδεκτού, με το περιεχόμενο που απαιτεί το άρθρο 53 παρ. 3 του π.δ/τος 18/1989, όπως ισχύει.

8. Επειδή, περαιτέρω, προσβάλλεται η παρατεθείσα στην σκέψη 6 κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς το νομικό ζήτημα εάν τα διασφαλιστικά μέτρα του άρθρου 46 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας νομίμως λαμβάνονται σε βάρος του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας αποκλειστικώς βάσει αυτής της ιδιότητάς του, ή απαιτείται, επιπλέον, κατά το χρόνο τελέσεως της επίμαχης φορολογικής παραβάσεως, επ’ αφορμή της οποίας επιβλήθηκαν τα εν λόγω μέτρα, να είχε το πρόσωπο αυτό ασκήσει συγκεκριμένα καθήκοντα διοικήσεως, διαχειρίσεως ή εκπροσωπήσεως της εταιρείας, γεγονός, ως προς το οποίο φέρει η φορολογική αρχή το βάρος αποδείξεως. Προς θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου αυτού προβάλλεται αντίθεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, μεταξύ άλλων, προς τις μνημονευόμενες στην σκέψη 5 225/2015 και 121/2016 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ο ισχυρισμός αυτός είναι βάσιμος και ο σχετικός λόγος αναιρέσεως είναι παραδεκτός αλλά, περαιτέρω, και βάσιμος, δεδομένου ότι, κατά τα προεκτεθέντα, επί διαπράξεως από ανώνυμη εταιρεία κάποιας από τις απαριθμούμενες στην ως άνω διάταξη του άρθρου 46 του ν. 4174/2013 παραβάσεις, τα οικεία διασφαλιστικά μέτρα μπορούν να ληφθούν σωρευτικώς σε βάρος των φυσικών προσώπων, τα οποία από την τέλεση της παραβάσεως μέχρι την επιβολή των εν λόγω μέτρων είχαν, μεταξύ άλλων, την ιδιότητα του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, υπό την πρόσθετη, όμως, προϋπόθεση, την συνδρομή της οποίας πρέπει να αποδείξει η φορολογική αρχή, ότι το πρόσωπο αυτό είχε ενεργήσει σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και είχε ασκήσει πράγματι, προσωρινώς ή διαρκώς, τουλάχιστον ένα από τα καθήκοντα διοικήσεως, διαχειρίσεως ή εκπροσωπήσεως της ανώνυμης εταιρείας είτε αμέσως εκ του νόμου είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση.

9. Επειδή, για τον ανωτέρω, βασίμως προβαλλόμενο λόγο, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή και να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση, η δε υπόθεση, η οποία χρήζει διευκρινίσεως ως προς το πραγματικό, πρέπει να αναπεμφθεί ενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας για νέα νόμιμη κρίση. Επισημαίνεται ότι στο δικαστήριο αυτό απόκειται να εκτιμήσει την 1501/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων, την οποία προσκόμισε ο αναιρεσείων με το κατατεθέν πριν από την συζήτηση της υπό κρίση αιτήσεως στο ακροατήριο υπόμνημα και με την οποία, κατά τον ίδιο, αυτός αθωώθηκε, μεταξύ άλλων, από την κατηγορία της φοροδιαφυγής κατά συρροή για το οικονομικό έτος 2007, λόγω, ειδικότερα, μη αποδόσεως φόρου ασφαλίστρων και τελών χαρτοσήμου καθώς και ανακριβούς αποδόσεως φόρου ασφαλίστρων, με την αιτιολογία ότι δεν υπήρχε ουσιαστική ανάμιξή του στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας “Εγνατία Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρία ΑΕ”, ελλείψει ασκήσεως από αυτόν πράξεων διαχειρίσεως της εταιρείας και ελλείψει γνώσεώς του περί της οικονομικής καταστάσεως της εταιρείας ήδη από τις 7-12-2005.

Δ ι άτ α ύ τ α

Δέχεται την αίτηση.

Αναιρεί την 623/2016 απόφαση της Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση για νέα νόμιμη κρίση, κατά τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της αιτήσεως αναιρέσεως.

Επιβάλλει στο Δημόσιο την δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, η οποία ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 6 Ιουλίου 2020 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 22ας Σεπτεμβρίου 2020

Η ΠρόεδροςΗ Γραμματέας του Β΄ Τμήματος

του Συμβουλίου της Επικρατείας

Ε. ΣάρπΑ. Ζυγουρίτσα

./.