1362/2020 ΤΜΗΜΑ V
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 14 Δεκεμβρίου 2017, με την ακόλουθη σύνθεση: Μαρία Βλαχάκη, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Τμήματος, Κωνσταντίνα Ζώη και Αγγελική Μυλωνά, Σύμβουλοι, Άννα Παπαπαναγιώτου (εισηγήτρια) και Βιολέττα Τηνιακού, Πάρεδροι, που μετέχουν με συμβουλευτική ψήφο.
Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας: Παρέστη ο Αντεπίτροπος της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο Κωνσταντίνος Τόλης, ως νόμιμος αναπληρωτής της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας, η οποία είχε κώλυμα,
Γραμματέας: Ιωάννα Ευθυμίου, υπάλληλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Για να δικάσει την από 30 Μαρτίου 2016 (Α.Β.Δ.: 558/31.3.2016) έφεση του Ευάγγελου Βλάχου του Ελευθερίου, κατοίκου Θεσσαλονίκης (οδός Παπάφη 104), ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Αθανασίου Χαριστού (Α.Μ. Δ.Σ.Θ.: 7219),
κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος παραστάθηκε δια του Παρέδρου του Νομικού Συμβούλου του Κράτους Κωνσταντίνου Παπαγεωργίου, και
κατάτης 3/8.1.2016 καταλογιστικής πράξης του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο τότε Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Κατά τη συζήτηση, που ακολούθησε, το Δικαστήριο άκουσε:
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του εκκαλούντος, ο οποίος ζήτησε την παραδοχή της έφεσης.
Τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της έφεσης. Και
Τον Αντεπίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο οποίος πρότεινε την παραδοχή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα και
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο
Αποφάσισε τα εξής:
Ι. Με την ένδικη έφεση, για την οποία κατατέθηκε το νόμιμο παράβολο (με το υπ’ αριθμ. κωδικού 249061650959 0218 0019 ηλεκτρονικό παράβολο), ο εκκαλών, Υπαρχιφύλακας της Ελληνικής Αστυνομίας, ζητεί την ακύρωση της 3/8.1.2016 πράξης του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο τότε Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, κοινοποιηθείσας σ’ αυτόν στις 16.2.2016 (σχ. το αποδεικτικό επίδοσης που συντάχθηκε από το όργανο του Αστυνομικού Τμήματος Τούμπας-Τριανδρίας Φρατζέσκο Κυρτάτα), με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος τουτο ποσό των οκτώ χιλιάδων διακοσίων εννέα ευρώ και ογδόντα έξι λεπτών (8.209,86 ευρώ),που αντιστοιχεί σε ισόποσο έλλειμμα, το οποίο διαπιστώθηκε στη Μερική Διαχείριση Χρηματικού και Λέσχης του Αστυνομικού Τμήματος Τούμπας Τριανδρίας Θεσσαλονίκης. Η έφεση αυτή, που ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω στην ουσία.
ΙΙ. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 44 παρ. 2 του «Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 (Α΄ 52), 150 παρ. 1 και 152 παρ. 1, 3 και 10 του ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ)-δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (Α΄ 143), 52 παρ. 1, 3 και 7 και 130 του β.δ/τος 15/1959 «Περί Κυρώσεως του Κανονισμού Οικονομικής Υπηρεσίας Χωροφυλακής» (Α΄ 151) και 16 του ν. 1481/1984 «Οργανισμός Υπουργείου Δημοσίας Τάξης» (Α΄ 152), δημόσιοι υπόλογοι είναι όλοι όσοι είναι εντεταλμένοι για την είσπραξη εσόδων ή την πληρωμή εξόδων του κράτους, καθώς και όσοι, με οποιονδήποτε τρόπο, έστω και χωρίς νόμιμη εξουσιοδότηση, διαχειρίζονται χρήματα, αξίες ή υλικά του Δημοσίου (ουσιαστικό κριτήριο), και κάθε άλλο πρόσωπο που ειδικώς από το νόμο θεωρείται ως δημόσιος υπόλογος (τυπικό κριτήριο). Οι δημόσιοι υπόλογοι, στους οποίους συγκαταλέγονται οι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας, είναι υπεύθυνοι για την ασφάλεια των δημόσιων χρημάτων, ενσήμων, αξιών και υλικού γενικά, που διαχειρίζονται, οφείλουν δε να τηρούν τους οικείους κανονισμούς ασφαλείας κατά την αποστολή και παραλαβή αυτών και ευθύνονται για κάθε ζημία που υφίσταται το Δημόσιο από τη μη τήρηση των ανωτέρω κανονισμών. Για το διαπιστούμενο στη διαχείρισή του με τη νόμιμη διαδικασία έλλειμμα, ήτοι για κάθε έλλειψη χρημάτων, αξιών, ενσήμων ή υλικού, ο υπόλογος ευθύνεται κατ’ αρχήν για κάθε πταίσμα, δηλαδή και για ελαφρά αμέλεια, απαλλασσόμενος μόνον εάν επικαλεσθεί και αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει καμιά υπαιτιότητα ως προς την δημιουργία του ελλείμματος (βλ. αποφάσεις Ολομ. Ελ. Συν. 169/2005, 23/2004, 1187/1988, I Τμ. 489, 1502/2004, ΙV Τμ. 158, 170, 1310, 2092/2004, 849, 932, 1708/2003, V Τμ. 423/2005, 1863/2003, VIITμ. 2217/2006).Επομένως, όταν διαπιστωθεί η ύπαρξη ελλείμματος στη διαχείριση αυτού (υπολόγου), είναι οπωσδήποτε καταλογιστέος, σύμφωνα με την ειδική και αυξημένη ευθύνη που τον βαρύνει. Για να απαλλαγεί δε από τον καταλογισμό, πρέπει να ανταποκριθεί στο βάρος απόδειξης (δικονομικό), έτσι ώστε με τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία να αποδείξει το αντίθετο από το γεγονός που τεκμαίρεται από το, ενυπάρχον στη θεσπιζόμενη νόθο αντικειμενική ευθύνη του, τεκμήριο, ήτοι την έλλειψη σ’ αυτόν υπαιτιότητας. Η έλλειψη υπαιτιότητας του υπολόγου, ως αρνητική στάση της βούλησής του σε σχέση προς το επελθόν παράνομο αποτέλεσμα του ελλείμματος, καθιδρύουσα απαλλακτική κρίση του δικάζοντος δημοσιονομικού δικαστηρίου, πρέπει να διατρέχει ολόκληρο το εύρος της, ώστε να καταλαμβάνει και τους δύο βαθμούς πταίσματος, δηλαδή τον δόλο, που στοιχειοθετείται όταν η βούλησή του κατευθύνεται σ’ αυτό το παράνομο αποτέλεσμα, και την αμέλεια αμφοτέρων των βαθμών (βαρείας και ελαφράς) κατά την προεκτεθείσα έννοιά τους. Ως εκ τούτου, αποκλεισμός μόνο του δόλου στο πρόσωπο του καταλογισθέντος ελλειμματία υπολόγου, χωρίς αντίστοιχη αποφάσκουσα κρίση και περί της αμελείας, ως ετέρου βαθμού πταίσματος αυτού, δεν μπορεί, ως εκ της ειδικής δημοσιονομικής ευθύνης του, να στηρίξει, νομίμως, απαλλαγή του από τον καταλογισμό για έλλειμμα της διαχείρισής του.
ΙΙΙ. Στο άρθρο 85 του προαναφερθέντος ν. 4129/2013 (Α΄ 52) ορίζεται ότι: «Αν ασκηθεί έφεση, το Ελεγκτικό Συνέδριο δύναται προς μόρφωση της δικανικής του πεποίθησης να χρησιμοποιήσει κατά την ελεύθερη κρίση του, κάθε αποδεικτικό μέσο, δηλαδή έγγραφα, …. Για το σκοπό αυτόν μπορεί να ζητεί έγγραφα από τις δημόσιες υπηρεσίες ή να διατάσσει την προσκόμισή τους από τα ενδιαφερόμενα μέρη …». Εξάλλου, με το π.δ. 1225/1981 « Περί εκτελέσεως των περί Ελεγκτικού Συνεδρίου διατάξεων» (Α΄ 304), ορίζεται ότι το Δικαστήριο ερευνά εξ επαγγέλματος για την πρόοδο εν γένει της δίκης και διατάσσει κάθε κατά νόμο απαιτούμενη διαδικαστική πράξη και ενέργεια για τη διακρίβωση της αλήθειας και την ταχύτερη περάτωση της δίκης (άρθρο 25), ότι το Δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως να αποφασίζει για τη συμπλήρωση των αποδείξεων με κάθε μέσο και να ζητεί από κάθε δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή και από κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο πληροφορίες και στοιχεία που θα χρησιμεύσουν για την πληρέστερη διάγνωση της υπόθεσης, τα οποία αυτοί υποχρεούνται να παρέχουν (άρθρο 70 παρ. 2 και 4), ότι με την απόφαση που διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων ορίζονται τα προσακτέα έγγραφα και η προθεσμία προσαγωγής τους από τα ενδιαφερόμενα μέρη (άρθρο 98 παρ. 1) και ότι η επιμέλεια της εκτέλεσης της περί αποδείξεων απόφασης ανήκει στον Γραμματέα του Δικαστηρίου, ο οποίος και αποστέλλει, με έγγραφό του, επίσημο απόσπασμα της οικείας απόφασης στην αρχή ή το πρόσωπο, από τα οποία ζητούνται τα έγγραφα, αυτά δε οφείλουν χωρίς αναβολή να εκτελέσουν την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αποστέλλοντας τα έγγραφα που ζητούνται (άρθρο 100 παρ. 1 και 2).
IV. Στην υπό κρίση υπόθεση, από το σύνολο των στοιχείων του φακέλου προκύπτουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα :Με την εκκαλούμενη 3/8.1.2016 πράξη του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο τότε Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, καταλογίστηκε ο εκκαλών, ως Υπόλογος-Διαχειριστής της Μερικής Διαχείρισης Χρηματικού (συμπεριλαμβανομένης της Παγίας Προκαταβολής) και Λέσχης (κυλικείου) του Αστυνομικού Τμήματος Τούμπας-Τριανδρίας Θεσσαλονίκης κατά το χρονικό διάστημα από 1.4.2014 έως 9.3.2015, με το συνολικό ποσό των 8.209,86 ευρώ, που αντιστοιχεί στο έλλειμμα που διαπιστώθηκε στην οικεία διαχείριση κατά τη διενεργηθείσα Ειδική Οικονομική Επιθεώρηση. Ο εκκαλών δια της εφέσεώς του, αρνούμενος οποιαδήποτε υπαιτιότητά του ως προς τη δημιουργία του ελλείμματος, ισχυρίζεται ότι υπήρξε θύμα κλοπής από τον υπηρετούντα στο ίδιο αστυνομικό τμήμα συνάδελφό του ειδικό φρουρό Νικόλαο Μιμηνά, ο οποίος αφαίρεσε από το χρηματοκιβώτιο της υπηρεσίας, στο οποίο φυλάσσονταν τα χρήματα της διαχείρισης, το συνολικό ποσό των 13.806,14 ευρώ. Σε σχέση με το συμβάν αυτό, διενεργήθηκε προανάκριση κατ’ άρθρο 43 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την αξιόποινη κατ΄ άρθρο 258 Π.Κ. πράξη της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία (βλ. το 8000/31379/2-α΄/7.3.2015 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ. καθώς και την από 9.4.2015 Έκθεση Ειδικής Οικονομικής Επιθεώρησης). Η προανάκριση ολοκληρώθηκε με την παραπομπή του ειδικού φρουρού σε δίκη ενώπιον του Γ΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, ορισθείσα για τις 21.4.2016. Περαιτέρω δε, με την 72/2017 απόφαση του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίων Ανθυπαστυνόμων-Αρχιφυλάκων-Αστυνομικών Θεσσαλονίκης, επιβλήθηκε σ’ αυτόν η ποινή της απόταξης (βλ. την 703489/6/1-ιδ΄/ 13.12.2017 βεβαίωση του Προϊσταμένου της Γραμματείας Πειθαρχικών Συμβουλίων της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης).
V. Ενόψει τούτων και δη του προλαβόντος ισχυρισμού (λόγου) του εκκαλούντος περί κλοπής του καταλογισθέντος εις βάρος του χρηματικού ποσού, ο οποίος, λόγω της κρισιμότητάς του για τον σχηματισμό πλήρους δικανικής πεποίθησης επί της υπόθεσης ως σχετιζόμενος με την υπαιτιότητα και συναφώς τη δημοσιολογιστική του ευθύνη που αποτελεί το αντικείμενο της δίκης, χρήζει αποδείξεως, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαία, αναβάλλοντας την οριστική του κρίση, τη συμπλήρωση των αποδείξεων με την έκδοση προδικαστικής απόφασης προκειμένου, με μέριμνα της Γραμματέως του Τμήματος, σύμφωνα με τα άρθρα 70 παρ. 4 και 100 παρ. 2 του π.δ/τος 1225/1981, να υποβληθούν, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από της κοινοποιήσεως της παρούσας, από: α) το Γ΄ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, αντίγραφα εκ της σχηματισθείσας σε βάρος του ειδικού φρουρού Νικολάου Μιμηνά του Αντωνίου ποινικής δικογραφίας, συμπεριλαμβανομένου του αντιγράφου της τυχόν κατά την ενώπιον αυτού ορισθείσα δικάσιμο της 21ης Απριλίου 2016 ή σε οιαδήποτε εξ αναβολής τοιαύτη εκδοθείσας ποινικής απόφασης, ελλείψει δε αυτής, του παραπεμπτικού βουλεύματος ή του οικείου κλητηρίου θεσπίσματος, και σε περίπτωση ασκήσεως εφέσεως, από το αρμόδιο Ποινικό Εφετείο δια διαβιβάσεως του αιτήματος της παρούσας σε αυτό και 2) τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης, αντίγραφα της 72/2017 (Συνεδρίαση της 5.12.2017) απόφασης του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ανθυπαστυνόμων, Αρχιφυλάκων, Αστυφυλάκων Θεσσαλονίκης της οικείας απόφασης απόταξης του Νικολάου Μιμηνά από το σώμα της ΕΛ.ΑΣ. και του φύλλου της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, στο οποίο δημοσιεύθηκε αυτή, καθώς και, σε περίπτωση προσβολής των ανωτέρω αποφάσεων δια αιτήσεων ακυρώσεως, των τυχόν εκδοθεισών σχετικών αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Ακολούθως δε, μετά τη συμπλήρωση, κατά τα προαναφερόμενα, του φακέλου της υπόθεσης, πρέπει να ορισθεί νέα δικάσιμος προς συζήτηση της ένδικης έφεσης, μετά τήρηση της νόμιμης προδικασίας.
Για τους λόγους αυτούς
Δέχεται τυπικά την έφεση.
Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης. Και
Διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων, κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Ιανουαρίου 2019.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ |
Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ ΠΑΡΕΔΡΟΣ |
ΜΑΡΙΑ ΒΛΑΧΑΚΗ | ΑΝΝΑ ΠΑΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ |
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ | |
ΙΩΑΝΝΑ ΕΥΘΥΜΙΟΥ |
Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 22 Ιουλίου 2020.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΓΕΩΡΓΙΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑ ΤΑΚΙΤΖΙΔΟΥ