ΕΣ 728/11, VII,Η επίδοση του δικογράφου της εφέσεως πρέπει να γίνει σύμφωνα με το άρθρο 87 του ΔΚΚ στα εκεί οριζόμενα πρόσωπα και με δικαστικό επιμελητή και σύνταξη έκθεσης επίδοσης σύμφωνα με το άρθρο 51 του πδ 774, άλλως κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτση

Ε.Σ

ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΤΜΗΜΑ VΙΙ
ΑΠΟΦΑΣΗ 728/2011
ΠΕΡΙΛΗΨΗ : οταν αντίδικος είναι Δήμος το αντίγραφο του δικογράφου της έφεσης πρέπει να κοινοποιείται: 1) στο Δήμαρχο ή 2) στον αρμόδιο Αντιδήμαρχο, αν βεβαίως: α) του έχει μεταβιβαστεί η σχετική αρμοδιότητα κατ’ άρθρο 87 του Δ.Κ.Κ. ή β) έχει οριστεί αναπληρωτής του Δημάρχου σε περίπτωση απουσίας του κατ’ άρθρο 89 Δ.Κ.Κ. ή 3) στον οριζόμενο με απόφαση του Δημάρχου δημοτικό σύμβουλο ή στον πρόεδρο του συμβουλίου δημοτικού διαμερίσματος ή στον πρόεδρο του τοπικού συμβουλίου ή στον πάρεδρο ή στον γενικό γραμματέα του Δήμου ή σε προϊστάμενο δημοτικής υπηρεσίας ή σε άλλο μόνιμο υπάλληλο του Δήμου κατ’ άρθρο 88 Δ.Κ.Κ.. Αν από το περιεχόμενο της έκθεσης επίδοσης δεν προκύπτει, όπως επιβάλλουν οι ισχύουσες διατάξεις, ότι το παραλαβόν τα επιδοθέντα έγγραφα πρόσωπο είχε εξουσιοδοτηθεί από το Δήμαρχο και συνεπώς, νομιμοποιείται να παραλαμβάνει αντ’ αυτού (ως νομίμου εκπροσώπου του Δήμου) τα απευθυνόμενα προς τούτον δικόγραφα, τότε δεν είναι νόμιμη η επίδοση του δικογράφου της έφεσης και κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση (βλ. Ελ.Συν. Ολομ. 3122/2009, 309/2006).

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 26 Οκτωβρίου 2010, με την ακόλουθη σύνθεση: Άννα Λιγωμένου, Προεδρεύουσα Σύμβουλος, που ασκεί καθήκοντα Προέδρου του Τμήματος, τα μέλη Ευαγγελία – Ελισάβετ Κουλουμπίνη και Κωνσταντίνα Ζώη, Σύμβουλοι, Κωνσταντίνα Σταμούλη (εισηγήτρια) και Ευπραξία Δημολιού, Πάρεδροι που μετέχουν με συμβουλευτική ψήφο.
Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας: Παραστάθηκε ο Αντεπίτροπος της Επικρατείας Αντώνιος Νικητάκης ως νόμιμος αναπληρωτής του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας, ο οποίος είχε κώλυμα.
Γραμματέας: Στεργιανή Φορτσερά, υπάλληλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου (κατηγορίας ΔΕ, με βαθμό Α΄), που ασκεί καθήκοντα Γραμματέα του Τμήματος.

Για να δικάσει την από 31 Οκτωβρίου 2008 (Α.Β.Δ. 118/5.11.2008) έφεση του …, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Νικoλάου Κουτρουμπή (ΑΜ/ΔΣΑ 1724).
Κατά του Ελληνικού Δημοσίου, πoυ εκπροσωπεί νόμιμα ο Υπουργός Οικονομικών, ο οποίος παραστάθηκε δια του Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Κωνσταντίνου Κατσούλα.
Κατά της 3832/22.5.2008 απόφασης του Οικονομικού Επιθεωρητή της Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και
Κατά κάθε άλλης ερειδόμενης επ’ αυτής πράξης της Διοίκησης.
Ο υπέρ ου ο καταλογισμός Δήμος … Νομού Κυκλάδων δεν παραστάθηκε.
Με την προσβαλλόμενη απόφαση καταλογίστηκε ο εκκαλών, υπό τη ιδιότητά του ως Δημάρχου …, με το ποσό των 9.906,97 ευρώ πλέον προσαυξήσεων ποσού 17.754,17 ευρώ, υπέρ του ως άνω Δήμου για την αναπλήρωση ισόποσου ελλείμματος, που φέρεται ότι προκλήθηκε στη διαχείριση του τελευταίου.
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε, το Δικαστήριο άκουσε:
Τον πληρεξουσίο δικηγόρο του εκκαλούντος, ο οποίος ζήτησε την παραδοχή της έφεσης και προθεσμία για την υποβολή υπομνήματος.
Τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της έφεσης και
Τον Αντεπίτροπο της Επικρατείας, ο οποίος πρότεινε επίσης την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο και
Αποφάσισε τα ακόλουθα :

Ι. Με την κρινόμενη έφεση, όπως οι λόγοι αυτής αναπτύσσονται με το από 10.10.2010 υπόμνημα, ζητείται η ακύρωση της 3832/22.5.2008 απόφασης του Οικονομικού Επιθεωρητή της Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του εκκαλούντος, με την ιδιότητά του ως Δημάρχου …, το ποσό των 9.906,97 ευρώ πλέον προσαυξήσεων 17.754,17 ευρώ, που φέρεται ότι αντιστοιχεί σε έλλειμμα που διαπιστώθηκε στη διαχείριση του Δήμου αυτού, καθώς και κάθε άλλης επ’ αυτής ερειδόμενης πράξης.
ΙΙ. Το άρθρο 51 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.δ. 774/1980, ΦΕΚ Α΄ 189) ορίζει στην παράγραφο 1 ότι: «1. Προκειμένου περί εφέσεων ή αιτήσεων αναιρέσεως ή αιτήσεων αναθεωρήσεως, ασκουμένων, κατά τας κειμένας εκάστοτε διατάξεις, ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, (…) το αποδεικτικόν κοινοποιήσεως των ως άνω ενδίκων μέσων εις τον ενδιαφερόμενον (αρμόδιον Υπουργόν ή Νομικόν Πρόσωπον ή ιδιώτην), δέον να κατατίθεται το βραδύτερον εντός εξ μηνών από της περιελεύσεως του δικογράφου εις το Ελεγκτικόν Συνέδριον» και στην παρ. 2, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από 30.6.2003 με την παράγραφο 9 του άρθρου 58 του ν. 3160/2003 (ΦΕΚ Α΄, 165), ότι: «2. Η εκπρόθεσμη κατάθεση στο Ελεγκτικό Συνέδριο του κατά την προηγούμενη παράγραφο αποδεικτικού κοινοποίησης συνεπάγεται το απαράδεκτο της συζήτησης του ένδικου μέσου». Περαιτέρω, στο π.δ. 1225/1981 «Περί εκτελέσεως των περί Ελεγκτικού Συνεδρίου διατάξεων» (ΦΕΚ Α΄ 304) ορίζεται στο άρθρο 30 ότι: «1. Περί πάσης υπό αρμοδίου δικαστού ή δικαστικού υπαλλήλου ή άλλου οργάνου επιχειρουμένης πράξεως αφορώσης εις την διαδικασίαν ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενεργουμένης υπ’ αυτού ή εν συμπράξει μετ’ άλλου οργάνου, συντάσσεται έκθεσις. (…)», στο άρθρο 33 ότι: «1.Αι επιδόσεις από μέρους του ιδιώτου διαδίκου γίνονται δια δικαστικού επιμελητού, αν μη ειδικαί διατάξεις του παρόντος άλλως ορίζουν (…)» και στο άρθρο 34 ότι: «Η επίδοσις γίνεται: 1. (…) 4. Επί νομικών προσώπων, προς τον κατά τον νόμον και το καταστατικόν ή τον οργανισμόν αυτών, εκπρόσωπον τούτων». Τέλος, ο Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας (Δ.Κ.Κ.) (ν. 3463/2006, ΦΕΚ Α΄ 114) ορίζει στο άρθρο 86 ότι: «1. (…) ο δήμαρχος: α) Εκπροσωπεί το Δήμο στα δικαστήρια και σε κάθε δημόσια αρχή», στο άρθρο 89 ότι: «1. Όταν ο δήμαρχος απουσιάζει ή κωλύεται τα καθήκοντά του ασκεί ο αντιδήμαρχος που ορίζεται από αυτόν. Με την απόφαση ορισμού αντιδημάρχων ορίζεται και ο αντιδήμαρχος που αναπληρώνει το δήμαρχο. Όταν ο αντιδήμαρχος που έχει οριστεί απουσιάζει ή κωλύεται, τα καθήκοντά του ασκεί άλλος αντιδήμαρχος που ορίζεται από τον δήμαρχο και, αν δεν υπάρχει, σύμβουλος του επιτυχόντος συνδυασμού που ορίζεται από τον δήμαρχο. Αν δεν ορισθεί σύμβουλος, καθήκοντα δημάρχου ασκεί ο σύμβουλος που έχει εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους και σε περίπτωση ισοψηφίας διενεργείται κλήρωση», στο άρθρο 87 ότι: «1. (…) 3. Ο δήμαρχος, με απόφασή του που δημοσιεύεται σε μία τουλάχιστον ημερήσια εφημερίδα και, αν δεν υπάρχει ημερήσια, σε μια εβδομαδιαία της πρωτεύουσας του νομού, μπορεί να μεταβιβάζει συγκεκριμένες αρμοδιότητές του σε αντιδημάρχους» και στο άρθρο 88 ότι: «Ο δήμαρχος μπορεί, με απόφασή του, να αναθέτει την υπογραφή, με εντολή του, εγγράφων και πιστοποιητικών, πλην χρηματικών ενταλμάτων, σε δημοτικό σύμβουλο ή στον πρόεδρο του συμβουλίου δημοτικού διαμερίσματος ή στον πρόεδρο του τοπικού συμβουλίου ή στον πάρεδρο ή στον γενικό γραμματέα του Δήμου ή σε προϊστάμενο δημοτικής υπηρεσίας ή σε άλλο μόνιμο υπάλληλο του Δήμου». Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών με τις διατάξεις του άρθρου 52 του π.δ/τος 1225/1981 συνάγεται ότι το ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου απευθυνόμενο ένδικο μέσο της έφεσης, ασκείται με δικόγραφο, το οποίο είτε κατατίθεται στη γραμματεία του Δικαστηρίου, οπότε συντάσσεται σχετική πράξη κατάθεσης, ή κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στο Γραμματέα του Δικαστηρίου ή κατατίθεται σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή, η οποία υποχρεούται να το διαβιβάσει, χωρίς καθυστέρηση, στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο εκκαλών υποχρεούται, εντός έξι μηνών από την με οποιοδήποτε τρόπο περιέλευση του δικογράφου της έφεσης στο Δικαστήριο, να κοινοποιήσει αντίγραφο του εν λόγω δικογράφου στον εφεσίβλητο (δημόσιο, νομικό πρόσωπο ή ιδιώτη), που επιδίδεται δια δικαστικού επιμελητή με σύνταξη σχετικής έκθεσης επίδοσης και να καταθέσει επίσης, μέσα στην ίδια εξάμηνη προθεσμία, το οικείο αποδεικτικό κοινοποίησης στη Γραμματεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Σκοπός της κοινοποίησης είναι η έγκαιρη ενημέρωση του εφεσίβλητου για τα πλαίσια στα οποία θα κινηθεί ο δικαστικός αγώνας και η παροχή σ’ αυτόν επαρκούς χρόνου, προκειμένου να μπορέσει ν’ ασκήσει αποτελεσματικά το θεμελιώδες δικαίωμα της υπεράσπισής του, με την προετοιμασία των μέσων άμυνάς του. Η κοινοποίηση δε εντός του εξαμήνου αντιγράφου της κατατεθείσας εφέσεως αποτελεί απαραίτητο διαδικαστικό τύπο για τη συζήτησή της. Στην περίπτωση εξάλλου, που αντίδικος είναι νομικό πρόσωπο το αντίγραφο του δικογράφου της έφεσης πρέπει να κοινοποιείται στον νόμιμο εκπρόσωπό του. Κατά συνέπεια, η παράλειψη της κοινοποίησης αυτής, ή η μη νόμιμη κοινοποίηση ή η εκπρόθεσμη κοινοποίηση δημιουργούν απαράδεκτο για τη συζήτηση, που εξετάζεται αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, αφού πρόκειται για ζήτημα που αφορά την πρόοδο της δίκης. Περαιτέρω, όταν αντίδικος είναι Δήμος το αντίγραφο του δικογράφου της έφεσης πρέπει να κοινοποιείται: 1) στο Δήμαρχο ή 2) στον αρμόδιο Αντιδήμαρχο, αν βεβαίως: α) του έχει μεταβιβαστεί η σχετική αρμοδιότητα κατ’ άρθρο 87 του Δ.Κ.Κ. ή β) έχει οριστεί αναπληρωτής του Δημάρχου σε περίπτωση απουσίας του κατ’ άρθρο 89 Δ.Κ.Κ. ή 3) στον οριζόμενο με απόφαση του Δημάρχου δημοτικό σύμβουλο ή στον πρόεδρο του συμβουλίου δημοτικού διαμερίσματος ή στον πρόεδρο του τοπικού συμβουλίου ή στον πάρεδρο ή στον γενικό γραμματέα του Δήμου ή σε προϊστάμενο δημοτικής υπηρεσίας ή σε άλλο μόνιμο υπάλληλο του Δήμου κατ’ άρθρο 88 Δ.Κ.Κ.. Αν από το περιεχόμενο της έκθεσης επίδοσης δεν προκύπτει, όπως επιβάλλουν οι ισχύουσες διατάξεις, ότι το παραλαβόν τα επιδοθέντα έγγραφα πρόσωπο είχε εξουσιοδοτηθεί από το Δήμαρχο και συνεπώς, νομιμοποιείται να παραλαμβάνει αντ’ αυτού (ως νομίμου εκπροσώπου του Δήμου) τα απευθυνόμενα προς τούτον δικόγραφα, τότε δεν είναι νόμιμη η επίδοση του δικογράφου της έφεσης και κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση (βλ. Ελ.Συν. Ολομ. 3122/2009, 309/2006).
ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Το δικόγραφο της υπό κρίση έφεσης κατατέθηκε στη Γραμματεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου στις 5 Νοεμβρίου 2008. Αντίγραφο του δικογράφου αυτού δεν προκύπτει ότι κοινοποιήθηκε νομίμως, μέχρι τη συζήτηση της υπό κρίση υπόθεσης στο ακροατήριο, στο Δήμο …, ο οποίος δεν παραστάθηκε στην παρούσα συζήτηση. Ειδικότερα, αντίγραφο του δικογράφου της έφεσης δεν επιδόθηκε νομίμως στο Δήμαρχο …, που εκπροσωπεί τον εκκαλούμενο Δήμο ενώπιον των Δικαστηρίων και που όταν απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνεται από Αντιδήμαρχο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 86 και 89 του Δ.Κ.Κ., αλλά – όπως προκύπτει από το από 14.5.2009 τιτλοφορούμενο «αποδεικτικό παραλαβής», που κατατέθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο στις 29.5.2009 – στην υπάλληλο του Δήμου … Λεμονιά Δίζου και τούτο ανεξαρτήτως του ότι δεν προκύπτει η επίδοση του δικογράφου με δικαστικό επιμελητή και η σύνταξη προς τούτο σχετικής έκθεσης επίδοσης. Η ως άνω υπάλληλος όμως, δεν αποδεικνύεται ότι αναπληρώνει νόμιμα το Δήμαρχο, αφού σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, μόνιμος υπάλληλος του Δήμου μπορεί να παραλαμβάνει και υπογράφει έγγραφα απευθυνόμενα στο Δήμαρχο, ως νόμιμο εκπρόσωπο του Δήμου, μόνο όταν του έχει ανατεθεί η σχετική αρμοδιότητα με απόφαση του Δημάρχου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 88 του Δ.Κ.Κ., προϋπόθεση που δεν συντρέχει εν προκειμένω, αφού τούτο δεν βεβαιώνεται στο ανωτέρω αποδεικτικό παραλαβής, στο οποίο δεν διαλαμβάνεται απόφαση του οικείου Δημάρχου, με την οποία ανατέθηκε η παραλαβή και υπογραφή δικογράφων στην ανωτέρω υπάλληλο, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν προκύπτει ότι είναι μόνιμη υπάλληλος του Δήμου, ούτε άλλωστε βεβαιώνεται ότι παρέλαβε «με εντολή του Δημάρχου». Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, αφού το δικόγραφο της κρινόμενης έφεσης δεν κοινοποιήθηκε νομίμως στο Δήμο …, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η παρούσα συζήτηση της κρινόμενης έφεσης, να οριστεί αρμοδίως νέα δικάσιμος για τη συζήτησή της και να γίνει πριν απ’ αυτή, με επιμέλεια του εκκαλούντος, η από το νόμο επιβαλλόμενη κοινοποίηση αντιγράφου της έφεσης στο Δήμο …, να κατατεθεί νόμιμα το σχετικό αποδεικτικό κοινοποίησης στο Ελεγκτικό Συνέδριο, να εγγραφεί περαιτέρω η υπόθεση στο πινάκιο της νέας δικασίμου και να διαταχθεί η κλήτευση των διαδίκων σ’ αυτήν, όπως ορίζεται στο διατακτικό.

Για τους λόγους αυτούς
Κηρύσσει απαράδεκτη την παρούσα συζήτηση της κρινόμενης έφεσης.
Διατάσσει την κοινοποίηση αντιγράφου της κρινόμενης έφεσης στο Δήμο …, με επιμέλεια του εκκαλούντος εντός τριμήνου από τη δημοσίευση της παρούσας και την κατάθεση του σχετικού αποδεικτικού κοινοποίησης στο Ελεγκτικό Συνέδριο και ακολούθως, τον ορισμό αρμοδίως νέας δικασίμου για τη συζήτησή της, την εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο της νέας αυτής δικασίμου και τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση όλων των διαδίκων να παραστούν στη νέα αυτή δικάσιμο με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα, στις 8 Φεβρουαρίου 2011.
Δημοσιεύθηκε σε δημοσία συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 29 Μαρτίου 2011.