Γ.Α.Κ. 14524/2010
17.022/2014 ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ 20ο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 8 Νοεμβρίου 2013, με δικαστή την Έλλη – Γλυκερία Καλλιντέρη, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα την Μαρία Παπαηλιού, δικαστική υπάλληλο,
γ ι α να δικάσει την ανακοπή με ημερομηνία κατάθεσης 21.4.2010
τ η ς Ειρήνης χήρας Ιωάννου Μποκώρου, το γένος Κωνσταντίνου Χρονοπούλου, κατοίκου Εκάλης Αττικής, οδός Παπάγου αριθμός 22, η οποία παραστάθηκε με την δικηγόρο Ιωάννα Μποκώρου
κ α τ ά 1) του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (ΔΟΥ) Κηφισιάς, ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκε με την από 5.11.2013 δήλωση κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 εδ. β΄ του ΚΔΔ του πληρεξουσίου δικηγόρου, Νικολάου Κουφογιάννη και 2) της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής και ήδη Περιφέρειας Αττικής που εκπροσωπείται από τον Περιφερειάρχη Αττικής, ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκε με την από 7.11.2013 δήλωση κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 εδ. β΄ του ΚΔΔ της πληρεξουσίας δικηγόρου, Σταματίνας Σκουλά.
Το Δικαστήριο, άκουσε το διάδικο που παραστάθηκε, ο οποίος ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά,
Αφού μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφθηκε κατά το νόμο
1. Επειδή, με την κρινόμενη ανακοπή, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα υπ’ αριθ. 5193061, 2505090, 3920889, 2557311, 2557310 και 2397985 ειδικά έντυπα παραβόλου) ζητείται η ακύρωση: α) του με αριθμό φακέλου 2038/2006 και αριθμό 197/2006 χρηματικού καταλόγου της Διεύθυνσης Χωροταξίας – Πολεοδομίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής, ο οποίος απεστάλη προς τη Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, προκειμένου να βεβαιωθεί ταμειακά σε βάρος της ανακόπτουσας το ποσό 7.345,93 ευρώ, το οποίο αφορά σε πρόστιμο αυθαιρέτων κατασκευών και β) καθ’ ερμηνεία του δικογράφου της 2070/1/31.3.2010 ταμειακής βεβαίωσης, με την οποία βεβαιώθηκε σε βάρος της ανακόπτουσας το ως άνω πρόστιμο, το οποίο κλήθηκε να καταβάλλει με την υπ’ αριθ. 1013/1.4.2010 ατομική ειδοποίηση χρεών της ανωτέρω Δ.Ο.Υ. Η κρινόμενη ανακοπή απαραδέκτως στρέφεται κατά του χρηματικού καταλόγου, o οποίος δεν συνιστά πράξη εκτελεστή, αλλά εσωτερικό διαβιβαστικό έγγραφο, με το οποίο η πολεοδομική αρχή εντέλλεται τα ταμειακά όργανα να προβούν στην ταμειακή βεβαίωση του ποσού των προστίμων ανέγερσης και διατήρησης αυθαιρέτου που έχουν οριστικοποιηθεί, παραδεκτώς δε κατά τα λοιπά και πρέπει να εξεταστεί, περαιτέρω, ως προς το ουσιαστικό της περιεχόμενο.
2. Επειδή, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής, στην οποία υπαγόταν η εκδούσα την προσβαλλόμενη πράξη διοικητική αρχή, καταργήθηκε από την έναρξη λειτουργίας της Περιφέρειας Αττικής, ως οργάνου δευτέρου βαθμού τοπικής αυτοδιοίκησης, δηλαδή από 1.1.2011, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 3 εδ. θ’., 283 παρ. 2 και 286 του ν. 2852/2010 (Α’ 87), η δε αρμοδιότητα του ελέγχου και της επιβολής προστίμων για τις αυθαίρετες κατασκευές περιήλθε, κατά το άρθρο 94 παρ. 1 του αυτού νόμου, στους οικείους Δήμους. Ενόψει τούτου, και σύμφωνα με το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 94 παρ. 1, 95 παρ. 1 και 283 παρ. 2 του ανωτέρω νόμου (όπως το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 283 αυτού αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 13 του ν. 4071/2012, Α’ 85), η εκκρεμής δίκη συνεχίζεται αυτοδικαίως από το Δήμο Παλλήνης Αττικής. Το Δικαστήριο δε, νομίμως εχώρησε στη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, παρά την απουσία του ανωτέρω Δήμου, ο οποίος απέστειλε στο Δικαστήριο τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και έγγραφες απόψεις (βλ. το υπ’ αριθ. πρωτ. 5815/1.1.2013 έγγραφο του Δήμου Παλλήνης). Εξάλλου, η παραστάσα κατά τη συζήτηση Περιφέρεια Αττικής πρέπει να αποβληθεί της δίκης ως στερούμενη πλέον παθητικής νομιμοποιήσεως, και κατά παραδοχή της σχετικής ένστασης αυτής ως βάσιμης (ΣτΕ 1161/2013). Περαιτέρω, το Ελληνικό Δημόσιο νομιμοποιείται παθητικώς στην κρινόμενη δίκη, κατ’ άρθρο 219 παρ. 2 περ. α΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, το οποίο εκπροσωπείται, εν προκειμένω, από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, ο οποίος εξέδωσε και την προσβαλλόμενη πράξη ταμειακής βεβαίωσης και τούτο, διότι το ένδικο πρόστιμο κατά ποσοστό 50% που αναλογεί στο αποδοτέο στο Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ. ποσό, εισπράχθηκε και βεβαιώθηκε ως δημόσιο έσοδο στον προσβαλλόμενο χρηματικό κατάλογο, ανεξαρτήτως του ότι στη συνέχεια αποδίδεται στο Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ., σε αντίθεση με το υπόλοιπο 50% το οποίο εγγράφεται ευθέως ως έσοδο εκτός προϋπολογισμού (αποδοτέο στις νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις κατ’ άρθρο 16 του ν. 2946/2001) Ως εκ τούτου, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος, ο προβαλλόμενος με το από 9-1-2009 νομοτύπως κατατεθέν υπόμνημα του Ελληνικού Δημοσίου ισχυρισμός αυτού περί του ότι δεν νομιμοποιείται παθητικώς το ίδιο, αλλά το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων», σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 28 παρ. 7 του ν. 2579/1998, κατά την οποία: «Στις περιπτώσεις, που υπηρεσίες του Δημοσίου, εφαρμόζοντας τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ Α΄ 190), επιμελούνται για την είσπραξη εσόδων άλλων νομικών προσώπων, υπέρ των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτές, στις σχετικές δίκες που δημιουργούνται, δεν νομιμοποιείται να παρίσταται ως διάδικο το Δημόσιο, αλλά το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο». Και τούτο διότι η παραπάνω διάταξη έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις που οι αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου επιμελούνται για την είσπραξη εσόδων άλλων νομικών προσώπων, τα οποία στερούνται ταμειακής υπηρεσίας, στη συγκεκριμένη δε περίπτωση τα επίδικα πρόστιμα δεν βεβαιώθηκαν ταμειακώς ως έσοδα του Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ. αλλά ως δημόσια έσοδα, αποδοτέα στη συνέχεια, σύμφωνα με το νόμο, στο εν λόγω Ταμείο.
3. Επειδή, στο άρθρο 1 π.δ. 267/1998 (ΦΕΚ Α’ 195), το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 34 παρ. 4 του ν. 1577/1985, ορίζεται ότι: «1. Η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυθαιρέτου (…) γίνεται ύστερα από αυτοψία υπαλλήλου της κατά τόπο αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας, που συντάσσει επί τόπου σχετική έκθεση (…). 2. (…) 3. Η πιο πάνω έκθεση που υπογράφεται από τον υπάλληλο που διενεργεί την αυτοψία, τοιχοκολλείται την ίδια ημέρα στο αυθαίρετο …» και στο άρθρο 4 του ίδιου π.δ. ορίζονται τα εξής: «1. Κατά της έκθεσης αυτοψίας μπορεί να κάνει ένσταση κάθε ενδιαφερόμενος. 2. Η ένσταση, που ασκείται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την τοιχοκόλληση της έκθεσης στο αυθαίρετο, κατατίθεται στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία (…). 3. (…). 4. Η ένσταση εξετάζεται από τετραμελή επιτροπή που αποτελείται από τρεις (3) υπαλλήλους της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας και έναν (1) εκπρόσωπο της τοπικής ένωσης δήμων και κοινοτήτων με τους αναπληρωτές τους. Η επιτροπή συγκροτείται σε κάθε πολεοδομική υπηρεσία με απόφαση του Νομάρχη (…). Η επιτροπή, αφού εξετάσει τις απόψεις του ενδιαφερομένου, αποφαίνεται οριστικά επί της ένστασης, με αιτιολογημένη απόφαση, η οποία αναγράφεται πάνω στην ένσταση και υπογράφεται από τα μέλη και τον γραμματέα αυτής. Της απόφασης λαμβάνει γνώση ο ενδιαφερόμενος, υπογράφοντας αμέσως. Αν αρνηθεί να υπογράψει ή δεν είναι παρών, γίνεται σχετική ενυπόγραφη σημείωση από τον γραμματέα της επιτροπής. Άλλη ειδοποίηση στον ενδιαφερόμενο δεν απαιτείται. Η απόφαση της επιτροπής είναι οριστική. Αν απορριφθεί η ένσταση το αυθαίρετο κατεδαφίζεται μέσα σε 10 ημέρες από την έκδοση της απόφασης είτε από τον κύριο ή τους συγκυρίους του αυθαιρέτου είτε από την αρμόδια πολεοδομική αρχή, τα δε πρόστιμα όπως τελικά οριστικοποιήθηκαν από την επιτροπή, βεβαιώνονται στην αρμόδια οικονομική υπηρεσία εισπράττονται ως δημόσιο έσοδο και αποδίδονται εξ ολοκλήρου στο Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.) …».
4. Επειδή, στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 702/1977 (ΦΕΚ Α’ 268), όπως η περ. η’ αντικαταστάθηκε από την παρ. 3 του άρθρου 49 του ν. 3659/2008 (ΦΕΚ Α’ 77/7-5-2008), ορίζεται ότι: «Στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού εφετείου υπάγεται η εκδίκαση αιτήσεων ακυρώσεως ατομικών διοικητικών πράξεων διοικητικών αρχών που αφορούν: α) (…) η) το χαρακτηρισμό κτισμάτων ή κατασκευών ως αυθαιρέτων, ανεξαρτήτως της νομοθεσίας κατ’ εφαρμογή της οποίας έγινε ο χαρακτηρισμός, και την εξαίρεση τους από την κατεδάφιση. Επίσης, την αυθαίρετη μεταβολή χρήσης και την επιβολή προστίμων αυθαιρέτων».
5. Επειδή, στο άρθρο 2 του ν.δ.356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε. ΦΕΚ Α΄90) ορίζεται ότι : «1. Η είσπραξις των δημοσίων εσόδων ανατίθεται εις τα Δημόσια Ταμεία, (…) ενεργείται δε δυνάμει νομίμου τίτλου. (…). 2. Νόμιμος τίτλος είναι : α) Η κατά τους κειμένους νόμους βεβαίωσις και ο υπό των αρμοδίων Διοικητικών ή ετέρων αρμοδίων κατά νόμον Αρχών προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αιτίας δι’ ην οφείλεται, β) Η εξ εγγράφων δημοσίων ή ιδιωτικών αποδεικνυομένη οφειλή, γ) …». Εξάλλου, στο άρθρο 217 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2717/1999 (ΦΕΚ Α 97), ορίζεται ότι: «1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και ιδίως, κατά α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου (…)», ενώ στο άρθρο 224 ότι: «1.Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της 2. (…). 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ’ αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχό του κατά το νόμο και την ουσία, ή δεν υφίσταται δεδικασμένο. 5. (…)» και στο άρθρο 225 ότι: «Το δικαστήριο, αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή στην τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση, προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής». Τέλος, στο άρθρο 3 του εν λόγω Κώδικα ορίζεται ότι: «Κατά την εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας, εφόσον ο νόμος που διέπει τη σχέση δεν ορίζει διαφορετικά, επιτρέπεται: α) (…) β) να ανασταλεί η πρόοδος της δίκης, εφόσον δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για τα συμφέροντα των διαδίκων, αν παρεμπίπτοντα ζητήματα πρόκειται να κριθούν με δύναμη δεδικασμένου σε δίκη, η οποία εκκρεμεί στο κατά δικαιοδοσία αρμόδιο δικαστήριο».
6. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Με την, από 2.3.2006, έκθεση αυτοψίας του υπαλλήλου Θ. Νάκη του Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών της Δ/νσης ΧΩΠΟ Νότιου Τομέα της Ν.Α. Ανατολικής Αττικής χαρακτηρίσθηκαν, ως αυθαίρετες, επιχωματώσεις, όγκου 2.400 κ.μ. [20μ.χ40μ.χ3μ.(h)], που έγιναν χωρίς οικοδομική άδεια, κατά παράβαση του άρθρου 40 παρ.1 του ν.1337/1983 και του ΓΟΚ/1985, σε περιοχή εκτός σχεδίου, στη Λεωφόρο Μαραθώνος, μετά την Εκκλησία Αναλήψεως Διασταύρωση Ραφήνας, στη Ραφήνα, με φερόμενο άγνωστο ιδιοκτήτη. Με την ίδια έκθεση υπολογίσθηκε το πρόστιμο ανέγερσης και διατήρησης αυθαιρέτου σε 2.400 και 1.200 ευρώ, αντιστοίχως. Κατά της έκθεσης αυτής η ανακόπτουσα άσκησε από κοινού με τα τέκνα της, την με αρ.πρωτ. 16127/18.11.2009 ένσταση, η οποία απορρίφθηκε με την 4/19/4/15.1.2010 απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 4, παρ. 4 του π.δ/τος 267/1998 (Α’195), ως εκπρόθεσμη. Κατά της τελευταίας αυτής απόφασης η ανακόπτουσα άσκησε την με ΓΑΚ 525/15.3.2010 αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών με την οποία ζητά την ακύρωσή της. Εξάλλου, μετά την απόρριψη της ένστασης εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 2070/1/31.3.2010 ταμειακή βεβαίωση της ΔΟ.Υ. Κηφισιάς, με την οποία βεβαιώθηκε σε βάρος της ανακόπτουσας το ποσό των 7.345,93€., το οποίο κλήθηκε να καταβάλλει με την 1013/1.4.2010 ατομικής ειδοποίησης χρεών της Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς. Ήδη, με την κρινόμενη η ανακόπτουσα στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 2070/1/31.3.2010 ταμειακής βεβαίωσης της ΔΟ.Υ. Κηφισιάς και ζητά την ακύρωσή της προβάλλοντας λόγους που αφορούν τη νομιμότητα επιβολής των ένδικων προστίμων.
7. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά της υπ’ αριθ. 4/19/4/15.1.2010 απόφασης της Επιτροπής Κρίσεως Αυθαιρέτων του άρθρου 4, παρ.4, του π.δ/τος 267/1998 (Α’195), η οποία αποτελεί το νόμιμο τίτλο της διοικητικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος της ανακόπτουσας, έχει ασκηθεί αίτηση ακυρώσεως, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, κρίνει ότι, ενόψει της αρχής της οικονομίας της δίκης και για να αποτραπεί ο κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων και συνεκτιμώντας ότι δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για τα συμφέροντα των διαδίκων, πρέπει να ανασταλεί η πρόοδος της παρούσας δίκης επί της κρινόμενης ανακοπής, κατ’ άρθρο 3 περ. β’ ΚΔιοικΔικ, έως την έκδοση οριστικής απόφασης από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών επί της αιτήσεως ακυρώσεως κατά του ως άνω νομίμου τίτλου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό, συνεκτιμώντας και το γεγονός ότι δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για τα συμφέροντα των διαδίκων.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Κηρύσσει άκυρη την παράσταση της Περιφέρειας Αττικής, κατά τα εκτιθέμενα στο σκεπτικό.
Αναστέλλει την εκδίκαση της ανακοπής, έως ότου προσκομισθεί στη Γραμματεία του Δικαστηρίου (20ο τμήμα), από οποιονδήποτε των διαδίκων, οριστική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών επί της με ΓΑΚ 525/15.3.2010 αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών κατά της 4/19/4/15.1.2010 απόφασης της Επιτροπής άρθρου 4, παρ.4, του π.δ/τος 267/1998. Εν συνεχεία, η υπόθεση, με επιμέλεια της ως άνω Γραμματείας, θα εισαχθεί σε νέα δικάσιμο, στην οποία θα κλητευτούν για να παρασταθούν οι διάδικοι.
Η απόφαση δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, κατά τη δημόσια συνεδρίαση της 28-11-2014.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΕΛΛΗ-ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΚΑΛΛΙΝΤΕΡΗ ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΗΛΙΟΥ