ΣτΕ 1206/2024. Δ΄τμ., ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΔΙΟΙΚ. ΠΡΑΞΕΩΝ, ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΕΠΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΕΙΔΙΚΟΥ ΝΟΜΘΕΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡ. 4 §1 στ Ν. 1406/83

ΣΤΕ

ΣτΕ Δ΄ 1206/2024: Υποχρέωση της Διοικήσεως να αιτιολογεί ατομικές διοικητικές πράξεις εκδιδόμενες βάσει ηλεκτρονικής αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων.

ΣτΕ Δ΄ Τμ. 1206/2024
Πρόεδρος: Ηλ. Μάζος, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Ν. Μαρκόπουλος, Πάρεδρος ΣτΕ

Με την απόφαση ΣτΕ 1206/2024 απορρίφθηκαν ισχυρισμοί της Διοικήσεως, με τους οποίους προβλήθηκε ότι δεν νοείται αιτιολόγηση των ατομικών διοικητικών πράξεων όταν αυτές εκδίδονται βάσει ηλεκτρονικής αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων διότι δεν είναι δυνατή η αμφισβήτηση της επιστημονικής αξιοπιστίας της όλης διαδικασίας. Με την ανωτέρω δικαστική απόφαση κρίθηκαν τα εξής: Το ζήτημα   που ανακύπτει, καταρχήν, σε περίπτωση αμφισβήτησης ατομικής διοικητικής πράξης εκδιδόμενης εν όλω ή εν μέρει βάσει ηλεκτρονικής αυτοματοποιημένης διαδικασίας δεν συνάπτεται με την τεχνολογική αρτιότητα του οικείου λογισμικού ή του υλικού εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε στην σχετική διαδικασία, αλλά με την εν γένει νομιμότητα της διοικητικής πράξης, δηλαδή, με την ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των νομίμων προϋποθέσεων του κανόνα δικαίου που διέπει την έκδοσή της. Η υποχρέωση της διοικήσεως να αιτιολογεί τις ατομικές αποφάσεις της αποτελεί άλλωστε συστατικό στοιχείο του κράτους δικαίου συναπτόμενη με τις αρχές της διαφάνειας και της νομιμότητας της διοικητικής δράσης, αλλά και της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, συναφώς δε το άρθρο 17 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄ 45) θεσπίζει τον γενικό κανόνα ότι η ατομική διοικητική πράξη πρέπει να περιέχει αιτιολογία, η οποία να περιλαμβάνει τη διαπίστωση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της. Έχει δε ο κανόνας αυτός, εν προκειμένω, την ειδικότερη έννοια ότι, σε περίπτωση αμφισβήτησης της νομιμότητας ατομικής διοικητικής πράξης εκδοθείσας εν όλω ή εν μέρει βάσει αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων, πρέπει να προκύπτουν τόσο τα κρίσιμα στάδια των μαθηματικών υπολογισμών στους οποίους προέβη η Διοίκηση, όσο και τα πραγματικά στοιχεία (μεταβλητές) που ελήφθησαν συναφώς υπόψη, ώστε αφενός μεν ο διοικούμενος να είναι σε θέση να διαπιστώσει εάν τηρήθηκαν στην περίπτωσή του οι προβλεπόμενες από τους οικείους κανόνες δικαίου προϋποθέσεις, αφετέρου δε ο δικαστής να είναι σε θέση να ασκήσει αποτελεσματικώς τον σχετικό δικαστικό έλεγχο.

Αριθμός 1206/2024

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Δ΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12 Δεκεμβρίου 2023, με την εξής σύνθεση: Ηλίας Μάζος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση της Πρόεδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Κωνσταντίνα Κονιδιτσιώτου, Μαρία Αθανασοπούλου, Σύμβουλοι, Νικόλαος Μαρκόπουλος, Ευτυχία Κουράκου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μαρία Τσαπαρδώνη.

Για να δικάσει την από 20 Δεκεμβρίου 2010 αίτηση:

της Καλλιόπης Στέφου του Βασιλείου, κατοίκου Διασταύρωσης Ραφήνας Αττικής (24ο χλμ. Λεωφ. Μαραθώνος), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Αθανάσιο Γκινοσάτη (Α.Μ. 36721), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά του Υπουργού Ανάπτυξης, ο οποίος παρέστη με την Ευτυχία Τσούντου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθούν: 1. η υπ’ αριθμ. 1781/16.10.2010 απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, 2. η υπ’ αριθμ. 16344/ΕΥΣ869/16.4.2010 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων και Ανάπτυξης του ίδιου ως άνω Υπουργείου και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Νικόλαου Μαρκόπουλου.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης, η οποία παραπέμφθηκε με την 12476/2017 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώπιον του οποίου είχε ασκηθεί ως προσφυγή, στο Συμβούλιο της Επικρατείας λόγω αναρμοδιότητας, έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (2579298/22.12.2010 και 5323480/22.12.2010 ειδικά έντυπα παραβόλου συνολικού ποσού 25 ευρώ, τα οποία συμπληρώθηκαν εμπροθέσμως με το διπλότυπο είσπραξης 1739448/17.10.2017, σειρά Θ, της ΔΟΥ Παλλήνης, ποσού 75 ευρώ).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση α) της υπ’ αριθμ. 16344/ΕΥΣ2869/16.4.2010 (κωδικός απόφασης απόρριψης 613991) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων και Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε πρόταση της αιτούσας να υπαχθεί σε δράση χρηματοδοτικής ενίσχυσης επιστημόνων ελευθέρων επαγγελματιών, εκπονηθείσα στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (Ε.Σ.Π.Α.) 2007-2013, και β) της υπ’ αριθμ. 1781/26.10.2010 απόφασης της Επιτροπής Ενστάσεων του ιδίου Υπουργείου, απορριπτικής της από 8.7.2010 ένστασης της αιτούσας κατά της πρώτης προσβαλλόμενης απόφασης.

3. Επειδή, όπως έχει κριθεί, οι διαφορές που γεννώνται από την προσβολή πράξεων, οι οποίες εκδίδονται κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του ν. 3614/2007 «Διαχείριση, έλεγχος και εφαρμογή των αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2007-2013» (Α΄ 267) και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών κανονιστικών αποφάσεων και αφορούν την ένταξη προτάσεως σε πρόγραμμα χρηματοδότησης εκπονηθέν στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (Ε.Σ.Π.Α.) 2007-2013, όπως οι εν προκειμένω προσβαλλόμενες, εν όψει της ειδικής φύσεως του νομοθετικού πλαισίου που τις διέπει, δεν συνιστούν διαφορές περί την καταβολή κοινοτικών ή εθνικών ενισχύσεων, επιδοτήσεων και λοιπών συναφών χρηματικών παροχών, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ. 4 περ. στ΄ του ν. 1406/1983 (Α΄ 182), όπως ισχύει, και, ως εκ τούτου, δεν υπάγονται, ως διαφορές ουσίας, στην αρμοδιότητα των Διοικητικών Πρωτοδικείων, αλλά ανήκουν στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 1007/2021584/20201960/2019 κ.ά.). Επομένως, η κρινόμενη υπόθεση νομίμως παραπέμφθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας με την προμνησθείσα 12476/2017 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.

4. Επειδή, με την υπ’ αριθμ. 41240/ΕΥΣ6713/26.8.2009 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β΄ 1791/27.8.2009), με τίτλο «Προκήρυξη για την ενίσχυση ελευθέρων επαγγελματιών στο πλαίσιο των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων ΕΣΠΑ 2007-2013» (στο εξής: «Προκήρυξη»), εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 17 παρ. 2 του ν. 3614/2007, αποφασίσθηκε, στο πλαίσιο του κανονισμού 1998/2006 της Επιτροπής (L 379) για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (“de minimis”), η ενίσχυση επιστημόνων ελευθέρων επαγγελματιών [«δυνητικών δικαιούχων»] για την ποιοτική αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών τους με την προμήθεια σύγχρονου και εξειδικευμένου τεχνολογικού εξοπλισμού. Ο προϋπολογισμός δημόσιας δαπάνης της Προκήρυξης, σύμφωνα με το άρθρο 1 αυτής όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο μόνο της υπ’ αριθμ. 55907/ΕΥΣ9041/30.11.2009 απόφασης της Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (Β΄ 2392/ 30.11.2009), εκτιμάται ότι μπορεί να ανέρχεται έως το ποσό των εβδομήντα εκατομμυρίων ευρώ (70.000.000 €) και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (Ε.Τ.Π.Α.). Στο άρθρο 3 της Προκήρυξης, σχετικά με τις προϋποθέσεις συμμετοχής των δυνητικών δικαιούχων, ορίσθηκε ότι όσοι δυνητικοί δικαιούχοι έχουν έναρξη δραστηριότητας πριν από την 1.1.2004, με ορισμένες εξαιρέσεις που δεν ενδιαφέρουν εν προκειμένω, πρέπει να έχουν μέσο όρο ακαθάριστων εσόδων από την ατομική άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων χρήσεων, όπως αυτά προκύπτουν από το έντυπο Ε1, υψηλότερο του αναφερόμενου στον σχετικό πίνακα της υπουργικής απόφασης, καθώς και να ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα περιλαμβανόμενη στο Παράρτημα Β της Προκήρυξης. Στο άρθρο 7, σχετικά με τη διαδικασία υποβολής προτάσεων, προβλέφθηκε η ηλεκτρονική υποβολή της σχετικής αίτησης ένταξης της Πρότασης (στην ιστοσελίδα www.ependyseis.gr), ενώ στο άρθρο 8, σχετικά με τη διαδικασία αξιολόγησης των προτάσεων, ορίζονται τα εξής: «Προκειμένου να γίνει η επεξεργασία και αξιολόγηση των υποβληθεισών προτάσεων, τα απαιτούμενα στοιχεία, διαβιβάζονται από το Π.Σ.Κ.Ε. [Πληροφοριακό Σύστημα Κρατικών Ενισχύσεων] του ΥΠΟΙΟ [Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών] στη Γ.Γ.Π.Σ. [Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων]. Η ως άνω διαδικασία πραγματοποιείται σε τρία στάδια: 1. Πρώτο στάδιο: Ταυτοποίηση των στοιχείων μητρώου των δυνητικών δικαιούχων. […] 2. Δεύτερο στάδιο: Εξέταση της παραδεκτότητας [ήτοι του παραδεκτού] της πρότασης. […] Οι επενδυτικές προτάσεις που δεν πληρούν μια ή περισσότερες από τις ως άνω προϋποθέσεις θεωρούνται «μη παραδεκτές». […] 3. Τρίτο στάδιο: Βαθμολόγηση της πρότασης βάσει των κριτηρίων αξιολόγησης. Τα κριτήρια αξιολόγησης παρουσιάζονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤ της παρούσας. Η αξιολόγηση πραγματοποιείται βάσει των αλγοριθμικών υπολογισμών που παρουσιάζονται στο Παράρτημα ΣΤ ηλεκτρονικά από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Η βαθμολόγηση υπολογίζεται στην κλίμακα μηδέν (0) έως εκατό (100) και στρογγυλοποιείται στο τρίτο δεκαδικό ψηφίο. Μία πρόταση δύναται να επιχορηγηθεί εφόσον είναι παραδεκτή και έχει λάβει τουλάχιστον δεκαπέντε (15) μονάδες, σε σύνολο (100) μονάδων. Στην περίπτωση αυτή η πρόταση χαρακτηρίζεται σαν “θετικά αξιολογημένη”. Όσες επενδυτικές προτάσεις έχουν βαθμολογία μικρότερη του δεκαπέντε (15) χαρακτηρίζονται ως “αρνητικά” αξιολογημένες προτάσεις. Οι “θετικά” αξιολογημένες προτάσεις κατατάσσονται με φθίνουσα σειρά βαθμολόγησης. Ο καθορισμός των προτάσεων που χρηματοδοτούνται γίνεται με βάση τη σειρά κατάταξής τους στην κατάσταση των “θετικά” αξιολογημένων προτάσεων και μέχρι την εξάντληση του αντίστοιχου προϋπολογισμού της δημόσιας δαπάνης ανά προκηρυσσόμενη δράση, σύμφωνα με την ΥΑ [Υπουργική Απόφαση] Διάθεσης Πιστώσεων, όπως αυτή κάθε φορά ισχύει. […] Οι δυνητικοί δικαιούχοι δύνανται να προχωρήσουν σε ένσταση επί του αποτελέσματος της ως άνω διαδικασίας αξιολόγησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 της παρούσας». Στο άρθρο 9 της Προκήρυξης καθορίζεται η διαδικασία υποβολής ενστάσεων εκ μέρους των υποψηφίων ως εξής: «1. Αρμόδιο όργανο για την αξιολόγηση των ενστάσεων είναι η Επιτροπή Ενστάσεων, η οποία θα συγκροτηθεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. 2. Οι ενστάσεις των δυνητικών δικαιούχων των ενισχύσεων υποβάλλονται ηλεκτρονικά εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης του αποτελέσματος της αξιολόγησης της επενδυτικής τους πρότασης στους δυνητικά δικαιούχους. 3. Οι ενστάσεις μεταβιβάζονται ηλεκτρονικά στην Επιτροπή Ενστάσεων, εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την αποκλειστική προθεσμία υποβολής ενστάσεων. 4. Οι ενστάσεις εξετάζονται από την Επιτροπή Ενστάσεων εντός ενδεικτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την υποβολή τους. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ενστάσεων κοινοποιούνται εντός πέντε (5) ημερών στους δικαιούχους των προτάσεων, […]». Περαιτέρω, στο άρθρο 10 παρ. 1 της Προκήρυξης ορίστηκε ότι «Με βάση τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και της Επιτροπής Ενστάσεων, ο Γενικός Γραμματέας Επενδύσεων και Ανάπτυξης εγκρίνει με αποφάσεις τις προτάσεις των δικαιούχων των ενισχύσεων. Οι αποφάσεις κοινοποιούνται στους δικαιούχους με συστημένες επί αποδείξει επιστολές».

5. Επειδή, περαιτέρω, στο Παράρτημα Β της Προκήρυξης περιελήφθησαν στην Κατηγορία 2 των επιλέξιμων κατηγοριών επαγγελμάτων οι δραστηριότητες αρχιτεκτόνων και οι υπηρεσίες μηχανικών, ενώ στο Παράρτημα Δ απαριθμήθηκαν οι χρηματοδοτούμενες κατηγορίες ενισχύσεων με συνοπτική περιγραφή των επιλέξιμων δαπανών. Εξάλλου, στο Παράρτημα ΣΤ της Προκήρυξης καθορίσθηκαν τα κριτήρια αξιολόγησης των υποβαλλομένων προτάσεων ως εξής: «Η αξιολόγηση στηρίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία από τα φορολογικά έντυπα Ε1 και βασίζεται στον ακόλουθο τύπο: Συνολική βαθμολογία = (Α*Β*Γ )*100, όπου τα Α, Β και Γ περιγράφονται στη συνέχεια: Κριτήριο Α. Το κριτήριο βαθμολογείται σύμφωνα με τον τύπο: Α = 0,5*Α.1 + 0,5*Α.2 όπου τα υποκριτήρια Α.1 και Α.2 υπολογίζονται όπως ακολουθεί. Υποκριτήριο Α.1 Καθαρό (φορολογητέο) εισόδημα από ατομικό επάγγελμα. Το υποκριτήριο Α.1 βαθμολογείται με βάση το καθαρό εισόδημα του ελεύθερου επαγγελματία από το ατομικό επάγγελμα ως προς τη διάμεσο του καθαρού εισοδήματος από το ατομικό επάγγελμα όλων των ελεύθερων επαγγελματιών που έχουν υποβάλει πρόταση στην συγκεκριμένη κατηγορία της παρούσας προκήρυξης, τα τελευταία δύο χρόνια. Η αξιολόγηση γίνεται ανά κατηγορία επαγγέλματος σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παράρτημα Β. Υπολογίζεται με τον δείκτη ΚΕ, που εκφράζεται από τον τύπο: ΚΕ ={ (ΦΕΑ(ν-2) / ΔΦEΑ(ν-2) )+ (ΦΕΑ(ν-1) /ΔΦEΑ(ν-1))}/2 όπου: ΦΕΑ: καθαρό (φορολογητέο) εισόδημα ελεύθερου επαγγελματία από ατομικό επάγγελμα ΔΦΕΑ: διάμεσος καθαρού (φορολογητέου) εισοδήματος από ατομικό επάγγελμα των ελεύθερων επαγγελματιών που συμμετέχουν στην προκήρυξη ν: το έτος υποβολής της πρότασης (δηλ. Το 2009). Α) […] Αν υπάρχει μόνο μια πλήρης και κλεισμένη χρήση τότε το ποσοστό υπολογίζεται για αυτή, δηλ. από τον τύπο ΚΕ = (ΦΕΑ (ν-1) /ΔΦEΑ (ν-1) ) […] Το κριτήριο Α1 βαθμολογείται σε κλίμακα 0-1. Στην περίπτωση που η τιμή του δείκτη ΚΕ είναι μικρότερη ή ίση του 0 τίθεται ο ελάχιστος βαθμός μηδέν (0). Στην περίπτωση κατά την οποία η τιμή του δείκτη ΚΕ είναι μεγαλύτερη ή ίση του 1 τίθεται ο μέγιστος βαθμός ένα (1). Για τις ενδιάμεσες θέσεις ο βαθμός του υποκριτηρίου προσδιορίζεται γραμμικά στην κλίμακα 0-1 ανάλογα με την τιμή του δείκτη ΚΕ. Ο βαθμός του υποκριτηρίου στρογγυλοποιείται στο τρίτο δεκαδικό ψηφίο. […] Πηγές: Τα στοιχεία αντλούνται από το φορολογικό έντυπο Ε1 (πεδία: 501 ή 502, ή/και 503 ή 504 ανά περίπτωση). Υποκριτήριο Α.2 Ακαθάριστα έσοδα από ατομική άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος Το υποκριτήριο Α.2 λειτουργεί συμπληρωματικά στο υποκριτήριο Α.1. Το υποκριτήριο βαθμολογείται με βάση τα ακαθάριστα έσοδα από ατομική άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος του ελεύθερου επαγγελματία ως προς τη διάμεσο των ακαθάριστων εσόδων από ατομική άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος όλων των ελεύθερων επαγγελματιών που έχουν υποβάλει πρόταση στην συγκεκριμένη κατηγορία στην παρούσα προκήρυξη, τα τελευταία δύο χρόνια. Η αξιολόγηση γίνεται ανά κατηγορία επαγγέλματος σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παράρτημα Β. Υπολογίζεται με τον δείκτη ΑΕ, που εκφράζεται από τον τύπο: ΑΕ ={ (ΑΕΑ(ν-2) / ΔΑEΑ(ν-2) )+ (ΑΕΑ(ν-1) /ΔΑEΑ(ν-1))}/2 όπου: ΑΕΑ: ακαθάριστο εισόδημα ελεύθερου επαγγελματία από ατομικό επάγγελμα ΔΑΕΑ: διάμεσος ακαθάριστου εισοδήματος από ατομικό επάγγελμα των ελεύθερων επαγγελματιών που συμμετέχουν στην προκήρυξη ν: το έτος υποβολής της πρότασης (δηλ. Το 2009). Σημείωση: Αν υπάρχει μόνο μια κλεισμένη χρήση τότε τα ποσοστό υπολογίζεται για αυτή, δηλ. από τον τύπο ΑΕ= (ΑΕΑ (ν-1) /ΔΑEΑ (ν-1) ). Το υποκριτήριο Α2 βαθμολογείται σε κλίμακα 0-1. Στην περίπτωση κατά την οποία η τιμή του δείκτη ΑΕ είναι μεγαλύτερη ή ίση του 1 τίθεται ο μέγιστος βαθμός ένα (1). Στην περίπτωση που η τιμή του δείκτη ΑΕ είναι μικρότερη ή ίση του 0,25 τίθεται ο ελάχιστος βαθμός μηδέν (0). Για τις ενδιάμεσες θέσεις ο βαθμός του υποκριτηρίου προσδιορίζεται γραμμικά στην κλίμακα 0-1 ανάλογα με την τιμή του δείκτη ΑΕ. Ο βαθμός του υποκριτηρίου στρογγυλοποιείται στο τρίτο δεκαδικό ψηφίο. […] Πηγές: Τα στοιχεία αντλούνται από το φορολογικό έντυπο Ε1 (πεδίο 517 ή 518). Κριτήριο Β. Καθαρό (φορολογητέο) εισόδημα από ατομικό επάγγελμα προς σύνολο φορολογητέου εισοδήματος (πολλαπλασιαστής) Το κριτήριο αξιολογεί τη συμμετοχή του καθαρού (φορολογητέου) εισοδήματος από ατομικό (ελευθέριο) επάγγελμα στο σύνολο φορολογητέου εισοδήματος του ελεύθερου επαγγελματία. Στηρίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία από τα φορολογικά έντυπα Ε1. Το κριτήριο Β βαθμολογείται με βάση το καθαρό (φορολογητέο) εισόδημα από ατομικό επάγγελμα του ελεύθερου επαγγελματία ως προς το σύνολο φορολογητέου εισοδήματός του, τα τελευταία δύο χρόνια. Η αξιολόγηση γίνεται για όλες τις κατηγορίες επαγγέλματος μαζί. Υπολογίζεται με τον δείκτη ΑτΕ, που εκφράζεται από τον τύπο: ΑτΕ ={ (ΦΕΑ(ν-2) / ΣΦE(ν-2) )+ (ΦΕΑ(ν-1) /ΣΦE(ν-1))}/2 όπου: ΦΕΑ: καθαρό (φορολογητέο) εισόδημα από ατομικό επάγγελμα. ΣΦΕ: συνολικό καθαρό (φορολογητέο) εισόδημα ελεύθερου επαγγελματία ν: το έτος υποβολής της πρότασης (δηλ. Το 2009). Σημείωση: Αν υπάρχει μόνο μια κλεισμένη χρήση τότε τα ποσοστό υπολογίζεται για αυτή, δηλ. από τον τύπο ΑτΕ = ΦΕΑ (ν-1) /ΣΦE (ν-1) Το κριτήριο Β βαθμολογείται σε κλίμακα 0-1. Στην περίπτωση που η τιμή του δείκτη ΑτΕ είναι μικρότερη ή ίση του 0,3 τίθεται ο ελάχιστος βαθμός 0,1. Στην περίπτωση κατά την οποία η τιμή του δείκτη ΑτΕ είναι μεγαλύτερη ή ίση του 0,7 τίθεται ο μέγιστος βαθμός ένα (1). Για τις ενδιάμεσες θέσεις ο βαθμός του κριτηρίου προσδιορίζεται γραμμικά στην κλίμακα 0,1-1 ανάλογα με την τιμή του δείκτη ΑτΕ. Ο βαθμός του κριτηρίου στρογγυλοποιείται στο τρίτο δεκαδικό ψηφίο. Πηγές: Τα στοιχεία αντλούνται από τα φορολογικά έντυπα Ε1 των ελεύθερων επαγγελματιών (πεδία: 501 ή 502, ή/και 503 ή 504, ανά περίπτωση και άθροισμα σχετικών πεδίων από πίνακα 4). Κριτήριο Γ. Πρώτη έναρξη ελευθέριου επαγγέλματος (πολλαπλασιαστής). Το κριτήριο αυτό αξιολογεί την πρώτη έναρξη του συγκεκριμένου ελευθέριου επαγγέλματος και ενισχύει τους νέους ελεύθερους επαγγελματίες. Το κριτήριο Γ βαθμολογείται με βάση τα έτη άσκησης ελευθερίου επαγγέλματος (ΕΑΕΕ). Η αξιολόγηση γίνεται για όλες τις κατηγορίες επαγγελμάτων μαζί. Τα έτη υπολογίζονται σε ακέραιες μονάδες αφαιρώντας το έτος πρώτης έναρξης από το 2009. Στην περίπτωση που τα έτη άσκησης ελευθέριου επαγγέλματος είναι λιγότερα ή ίσα του 5 τίθεται ο μέγιστος βαθμός ένα (1). Στην περίπτωση που τα έτη άσκησης ελευθερίου επαγγέλματος είναι 15 τίθεται ο βαθμός 0,7. Στην περίπτωση που τα έτη άσκησης ελευθερίου επαγγέλματος είναι 28 και άνω τίθεται ο ελάχιστος βαθμός 0,1. Για τις ενδιάμεσες θέσεις ο βαθμός του κριτηρίου προσδιορίζεται γραμμικά στις κλίμακες 0,1-0,7 και 0,7 – 1. Ο βαθμός του κριτηρίου στρογγυλοποιείται στο τρίτο δεκαδικό ψηφίο».

6. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Η αιτούσα, υπό την ιδιότητα του Πολιτικού Μηχανικού, η οποία αποτελεί επιλέξιμη επαγγελματική δραστηριότητα σύμφωνα με το Παράρτημα Β της Προκήρυξης, υπέβαλε ηλεκτρονικά την από 13.11.2009 αίτηση (με κωδικό ηλεκτρονικής υποβολής Εεπ-08540) για την υπαγωγή της πρότασής της στο ανωτέρω πρόγραμμα Ε.Σ.Π.Α., με αντικείμενο την προμήθεια εξειδικευμένων σχεδιαστικών προγραμμάτων και σύγχρονου τεχνολογικού εξοπλισμού, συνολικής αξίας 8.575 ευρώ, με ποσοστό επιχορήγησης 80%. Με την υπ’ αριθμ. 16344/ΕΥΣ2869/16.4.2010 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων και Ανάπτυξης (κωδικός απόφασης απόρριψης 613991) αποφασίσθηκε, κατόπιν της ολοκλήρωσης της διαδικασίας ηλεκτρονικής αξιολογήσεως των υποβληθεισών προτάσεων, να μην ενταχθεί η πρόταση της αιτούσας στο ανωτέρω πρόγραμμα λόγω συγκέντρωσης βαθμολογίας 33,60 μονάδων, η οποία συνεπάγεται την θετική μεν αξιολόγηση της πρότασης, αλλά την μη επιχορήγησή της λόγω ανεπάρκειας πόρων, ενόψει και του ότι το όριο βαθμολογίας έγκρισης επενδυτικού σχεδίου διαμορφώθηκε, σε συνάρτηση με την υπ’ αριθμ. 39449/ΕΥΣ6448/7.8.2009 υπουργική απόφαση διάθεσης πιστώσεων (Β΄ 1693), στις 76,096 μονάδες. Κατά της απόφασης αυτής η αιτούσα άσκησε την υπ’ αρ. πρωτ. 661290/8.7.2010 ένσταση, με την οποία ζήτησε την επαναξιολόγηση της πρότασής της προβάλλοντας α) ότι η προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση υπαγωγής της πρότασής της στο ανωτέρω πρόγραμμα χρηματοδοτικής ενίσχυσης όλως αορίστως και χωρίς καμία περαιτέρω ανάλυση αναφέρει ότι η βαθμολογία των 33,6 μονάδων οδηγεί μεν σε θετική αξιολόγηση της πρότασης, η οποία, όμως, δεν επιχορηγείται λόγω ανεπάρκειας πόρων, και β) ότι η βαθμολογία που συγκέντρωσε οφειλόταν σε πρόδηλο σφάλμα που εμφιλοχώρησε κατά την αξιολόγηση της προτάσεώς της είτε από την αρμόδια επιτροπή είτε κατά τη μεταφορά των στοιχείων της προς ηλεκτρονική επεξεργασία, το συμπέρασμα δε αυτό συνήγαγε από το γεγονός ότι, όπως ισχυρίσθηκε, κάλυπτε όλα τα απαιτούμενα από την Προκήρυξη προσόντα και έπρεπε να λάβει μεγαλύτερη βαθμολογία, όπως συνέβη με άλλους συνυποψηφίους της των αυτών με την ίδια προσόντων, οι οποίοι έλαβαν τις αιτηθείσες ενισχύσεις. Επιπλέον, η αιτούσα, με την ανωτέρω ένσταση, ζήτησε να παρασταθεί κατά την εξέταση της ένστασής της προκειμένου να της χορηγηθούν αναλυτικά στοιχεία τόσο της δικής της βαθμολόγησης όσο και της βαθμολόγησης των επιλέξιμων δικαιούχων. Η ένσταση αυτή απορρίφθηκε με την υπ’ αριθμ. 1781/26.10.2010 απόφαση της οικείας Επιτροπής Ενστάσεων, η οποία συγκροτήθηκε με την υπ’ αριθμ. 33304/ΕΥΣ5017//29.7.2010 (Τ.Υ.Ε.Θ.Ο.Δ.Φ.Δ.Ε.Δ.Τ. 261) απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με την ακόλουθη αιτιολογία: «Η αξιολόγηση έγινε σύμφωνα με το Παράρτημα ΣΤ της ΥΑ 41240/ΕΥΣ6713/26.8.2009 και πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα για το σύνολο των ταυτοποιημένων προτάσεων ηλεκτρονικά στην Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ-TAXIS) μόνη αρμόδια δημόσια υπηρεσία να κατέχει στοιχεία Ε1 των φορολογικών δηλώσεων και τα εκκαθαριστικά σημειώματα των φορολογούμενων πολιτών. Κατά την αξιολόγηση χρησιμοποιήθηκαν τα υπάρχοντα εκκαθαρισμένα στοιχεία στην ΓΓΠΣ από τις δηλώσεις οικονομικών ετών 2008 και 2009. Για τον υπολογισμό της βαθμολογίας έγινε χρήση των φορολογικών στοιχείων του επενδυτή (πεδία 501 και 517 από τα Ε1 των οικονομικών ετών 2008 και 2009 καθώς και το Συνολικό δηλωθέν εισόδημα από τα Εκκαθαριστικά σημειώματα για τα οικονομικά έτη 2008 και 2009). Οι διάμεσοι ανά επαγγελματική κατηγορία έχουν αναρτηθεί στις συχνές ερωτήσεις – απαντήσεις αριθμός ερώτησης 32 στον ιστότοπο της δράσης http://www.ependyseis.gr/sub/epag/faqs.htm. Δεδομένων των ανωτέρω και του γεγονότος ότι δεν επισυνάψατε προς τεκμηρίωση τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία η ένστασή σας απορρίπτεται».

7. Επειδή, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις των άρθρων 8, 9 και 10 παρ. 1 της Προκήρυξης συνάγεται ότι εάν κατά τη διαδικασία αξιολόγησης κριθεί ότι η εξεταζόμενη πρόταση δεν μπορεί να τύχει ενισχύσεως είτε λόγω μη συγκέντρωσης της ελάχιστης απαιτούμενης βαθμολογίας (αρνητική αξιολόγηση) είτε λόγω μη επάρκειας πόρων, αποκλείεται η συνέχιση της διαδικασίας υπαγωγής της πρότασης στο πρόγραμμα για την ενίσχυση των ελεύθερων επαγγελματιών, ήτοι η έκδοση της προβλεπόμενης στο άρθρο 10 παρ. 1 απόφασης έγκρισης υπαγωγής, και, συνεπώς, στην περίπτωση αυτή η πρόταση του δυνητικού δικαιούχου έχει κατ’ αρχήν απορριφθεί οριστικά. Η προβλεπόμενη δε, στο άρθρο 8 της Προκήρυξης ένσταση κατά των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης στρέφεται στην περίπτωση αυτή κατά της πράξης με την οποία αποφασίζεται η μη υπαγωγή του δυνητικού δικαιούχου στο πρόγραμμα ενίσχυσης και αποσκοπεί στην επαναξιολόγηση από την Επιτροπή Ενστάσεων της επενδυτικής πρότασης του δυνητικού δικαιούχου, ώστε, σε περίπτωσης αποδοχής της ενστάσεως από την εν λόγω Επιτροπή («με βάση τα αποτελέσματα …της Επιτροπής Ενστάσεων»), να εκδοθεί εν συνεχεία η σχετική απόφαση έγκρισης υπαγωγής, όπως ορίζει το άρθρο 10 παρ. 1 της Προκήρυξης.

8. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η προβλεπόμενη στα άρθρα 8 και 9 της Προκήρυξης «ένσταση» συνιστά, κατ’ ουσίαν, ενδικοφανή προσφυγή κατά την έννοια του άρθρου 45 παρ. 2 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8) και του άρθρου 25 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄ 45), δεδομένου ότι ασκείται εντός ορισμένης προθεσμίας και ενώπιον ειδικώς κατεστημένου οργάνου («Επιτροπή Ενστάσεων»), το οποίο έχει την εξουσία να εξετάσει την υπόθεση (αξιολόγηση και βαθμολόγηση της πρότασης του δυνητικού δικαιούχου) όχι μόνο κατά τον νόμο αλλά και την ουσία της (πρβλ. ΣτΕ 1593/2023, 2288/2019, 204/2016). Συνεπώς, εν προκειμένω, μόνη παραδεκτώς προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να θεωρηθεί η υπ’ αριθμ. 1781/16.10.2010 απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων, η οποία εκδόθηκε επί της ενστάσεως (ενδικοφανούς προσφυγής) που άσκησε η αιτούσα κατά της υπ’ αριθμ. 16344/ΕΥΣ2869/16.4.2010 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων και Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση). Η τελευταία δε αυτή απόφαση προσβάλλεται απαραδέκτως ως ενσωματωθείσα στην ανωτέρω απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων (πρβλ. ΣτΕ 1593/2023, 2453/2022).

9. Επειδή, η παράγραφος 13 του άρθρου 11 της ανωτέρω Προκηρύξεως ορίζει ότι η ολοκλήρωση και η αποπληρωμή των προτάσεων που θα λάβουν ενίσχυση δεν δύναται να ξεπερνά την 30.6.2012. Συναφώς, η Διοίκηση με το υπ’ αριθμ. 98796/25.10.2023 έγγραφο απόψεων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών προς το Δικαστήριο (υπ’ αριθ. πρωτ. ΣτΕ ΕΠ4754/25.10.2023) αναφέρει ότι προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η ένδικη πρόταση την παρούσα χρονική περίοδο «πρέπει να εξεταστεί [σε περίπτωση αποδοχής της κρινομένης αιτήσεως] πλέον η δυνατότητα, η χρηματοδότηση αυτής να γίνει από πόρους του Εθνικού σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, εφόσον υπάρχουν διαθέσιμοι και όχι από κοινοτικούς πόρους». Συνεπώς, ενόψει του ότι δεν αποκλείεται παντάπασιν η χρηματοδοτική ενίσχυση της υλοποίησης της ένδικης επενδυτικής προτάσεως στην περίπτωση ευδοκίμησης του ασκηθέντος ενδίκου βοηθήματος, δεν τίθεται ζήτημα αλυσιτελούς ασκήσεως της κρινομένης αιτήσεως.

10. Επειδή, σύμφωνα με το προπαρατεθέν Παράρτημα ΣΤ της Προκήρυξης, η αξιολόγηση των προτάσεων των υποψηφίων γίνεται από την Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων βάσει αντικειμενικών στοιχείων που αντλούνται από τα φορολογικά έντυπα Ε1 των δυνητικών δικαιούχων για τα φορολογικά έτη 2008 και 2009, εφόσον ο υποψήφιος έχει δύο κλεισμένες χρήσεις, άλλως για το έτος 2009, και η βαθμολογία προκύπτει ως συνάρτηση των καθαρών και ακαθαρίστων εσόδων από ελεύθερο επάγγελμα του δυνητικού δικαιούχου σε σχέση με τη διάμεσο καθαρών και ακαθαρίστων εσόδων του συνόλου του επαγγελματιών της κατηγορίας στην οποία ανήκει ο κάθε υποψήφιος. Η τελική δε βαθμολογία εκάστου δυνητικού δικαιούχου, ως άθροισμα των βαθμολογιών σε κάθε επιμέρους κριτήριο [Συνολική βαθμολογία=(Α*Β*Γ)*100], εξάγεται ηλεκτρονικά με αυτοματοποιημένο τρόπο βάσει αλγοριθμικών υπολογισμών σύμφωνα με τους περιλαμβανόμενους στο Παράρτημα ΣΤ της Προκήρυξης μαθηματικούς τύπους, στους οποίους μόνες μεταβλητές είναι τα αντίστοιχα φορολογικά δεδομένα, δηλαδή, τα καθαρά και ακαθάριστα έσοδα του υποψηφίου κατά τα ανωτέρω φορολογικά έτη, καθώς και οι προμνησθείσες διάμεσοι καθαρών και ακαθαρίστων εσόδων (οι οποίες υπολογίζονται από τη Διοίκηση και αναρτώνται στον ιστότοπο στης δράσης).

11. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται, πρώτον, ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε με πλημμελή και αόριστη αιτιολογία η ένσταση της αιτούσας κατά της υπ’ αριθμ. 16344/ΕΥΣ2869/ 16.4.2010 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων και Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (με την οποία απορρίφθηκε η ένταξη της πρότασής της στο πρόγραμμα ενίσχυσης επιστημόνων ελευθέρων επαγγελματιών), διότι η απλή παραπομπή από την Επιτροπή Ενστάσεως στα κριτήρια αξιολόγησης του Παραρτήματος ΣΤ της Προκήρυξης δεν δύναται να αναπληρώσει τα ελλείποντα αναλυτικά στοιχεία και υπολογισμούς, στους οποίους στηρίζεται η βαθμολόγηση της πρότασης της αιτούσας σε κάθε επιμέρους κριτήριο, ενόψει άλλωστε και του ότι η τελική βαθμολογία διαμορφώνεται βάσει πολύπλοκων μαθητικών υπολογισμών. Περαιτέρω, προβάλλεται ότι ανακριβώς αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση (απορριπτική της ενστάσεως) ότι δεν έχουν επισυναφθεί τα προς τεκμηρίωση της ένστασης της αιτούσας δικαιολογητικά. Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από την ίδια την απορριπτική απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων (πεδίο 6.2), στην ένσταση της αιτούσας αναφέρονται, ως επισυναπτόμενα ηλεκτρονικά αρχεία, «ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΕΦΟΡΙΑΣ» προς απόδειξη της οικονομικής της κατάστασης, καθώς και λοιπά «ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ-ΒΕΒΑΙΩΣΕΙΣ» (βεβαίωση παρακολούθησης μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών, βεβαιώσεις παρακολούθησης σεμιναρίων ειδίκευσης, και πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης) προς απόδειξη των λοιπών τυπικών της προσόντων.

12. Επειδή, με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 25130/ΕΥΚΕ1116/4.3.2016 αρχική έκθεση απόψεών της η Διοίκηση υποστηρίζει αντιθέτως ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, παραπέμποντας στο Παράρτημα ΣΤ της Προκήρυξης, φέρει καθόλα νόμιμη αιτιολογία δεδομένου ότι στο εν λόγω Παράρτημα περιγράφονται λεπτομερώς και με σαφήνεια τα κριτήρια αξιολόγησης των προτάσεων και οι σχετικοί μαθηματικοί τύποι, ώστε με βάση τα ατομικά φορολογικά δεδομένα και τις τιμές διαμέσων, οι οποίες αναρτήθηκαν στον ιστότοπο της δράσης, να καθίσταται ευχερής ο υπολογισμός της βαθμολογίας από τους ίδιους τους δυνητικούς δικαιούχους. Περαιτέρω, στην ανωτέρω έκθεση απόψεων η Διοίκηση παρέθεσε, το πρώτον, την βαθμολογία που έλαβε ανά κριτήριο η πρόταση της αιτούσας αναφέροντας ότι η συνολική βαθμολογία των 33,60 μονάδων που έλαβε η εν λόγω πρόταση [(Κριτήριο Α x Κριτήριο Β x Κριτήριο Γ) x 100] αναλύεται σε 0,471 στο υποκριτήριο Α1 και σε 0,201 στο υποκριτήριο Α2 και συνολικά σε 0,336 στο κριτήριο Α, σε 1 στο κριτήριο Β και σε 1 στο κριτήριο Γ, η βαθμολογία της δε αυτή διαμορφώθηκε βάσει των φορολογικών της δεδομένων για το φορολογικό έτος 2009 καθώς και την διάμεσο που διαμορφώθηκε για την κατηγορία του συγκεκριμένου επαγγέλματος.

13. Επειδή, η αιτούσα με το κατατεθέν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας από 19.12.2023 υπόμνημά της προβάλλει ότι με την προαναφερθείσα έκθεση απόψεων η Διοίκηση συνομολογεί το σφάλμα που εμφιλοχώρησε κατά τη μεταφορά των στοιχείων της προς ηλεκτρονική επεξεργασία, δηλαδή, ότι η βαθμολογία της προέκυψε με υπολογισμό μόνο του καθαρού και ακαθάριστου εισοδήματός της για το φορολογικό έτος 2009 και όχι και για το φορολογικό έτος 2008, με αποτέλεσμα η αίτησή της για ένταξη στο ανωτέρω πρόγραμμα ενισχύσεως να μην αντιμετωπισθεί ισότιμα σε σχέση με τους υπόλοιπους δυνητικούς δικαιούχους.

14. Επειδή, εξάλλου, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η Διοίκηση με το από 1.2.2017 υπόμνημά της (το οποίο κατέθεσε μετά τη συζήτηση της κρινομένης αιτήσεως ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών) υποστήριξε ότι «περιττεύει εκ των πραγμάτων» η αιτιολόγηση των διοικητικών πράξεων που παράγονται κατόπιν αυτοματοποιημένης και ηλεκτρονικής διαδικασίας αξιολογήσεως με χρήση μαθηματικού τύπου και βάσει αντικειμενικών στοιχείων (εν προκειμένω τα δηλωθέντα και αντλούμενα από το Ε1 καθαρά και ακαθάριστα έσοδα των φορολογικών ετών 2008 και 2009 και τις τιμές διαμέσων καθαρών και ακαθαρίστων εσόδων), διότι, εφόσον δεν υπεισέρχεται κατά την αξιολόγηση και μεταφορά στοιχείων ανθρώπινος παράγοντας, «δεν είναι λογικώς δυνατόν να υπ[άρχει] εσφαλμένος υπολογισμός».

15. Επειδή, ο ισχυρισμός αυτός της Διοικήσεως, με τον οποίο κατ’ ουσίαν προβάλλεται ότι δεν νοείται αιτιολόγηση των ατομικών διοικητικών πράξεων, οι οποίες εκδίδονται βάσει ηλεκτρονικής αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων διότι δεν είναι δυνατή η αμφισβήτηση της επιστημονικής αξιοπιστίας της όλης διαδικασίας, δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Και τούτο διότι, το ζήτημα που ανακύπτει, καταρχήν, σε περίπτωση αμφισβήτησης ατομικής διοικητικής πράξης εκδιδόμενης εν όλω ή εν μέρει βάσει ηλεκτρονικής αυτοματοποιημένης διαδικασίας δεν συνάπτεται με την τεχνολογική αρτιότητα του οικείου λογισμικού ή του υλικού εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε στην σχετική διαδικασία, αλλά με την εν γένει νομιμότητα της διοικητικής πράξης, δηλαδή, με την ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των νομίμων προϋποθέσεων του κανόνα δικαίου που διέπει την έκδοσή της. Η υποχρέωση της διοικήσεως να αιτιολογεί τις ατομικές αποφάσεις της αποτελεί άλλωστε συστατικό στοιχείο του κράτους δικαίου συναπτόμενη με τις αρχές της διαφάνειας και της νομιμότητας της διοικητικής δράσης, αλλά και της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, συναφώς δε το άρθρο 17 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄ 45) θεσπίζει τον γενικό κανόνα ότι η ατομική διοικητική πράξη πρέπει να περιέχει αιτιολογία, η οποία να περιλαμβάνει τη διαπίστωση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της. Έχει δε ο κανόνας αυτός, μεταξύ άλλων, την ειδικότερη έννοια ότι, σε περίπτωση αμφισβήτησης της νομιμότητας ατομικής διοικητικής πράξης εκδοθείσας εν όλω ή εν μέρει βάσει αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων, πρέπει να προκύπτουν από την εκδιδόμενη επί της σχετικής ενστάσεως απόφαση τόσο τα κρίσιμα στάδια των μαθηματικών υπολογισμών στους οποίους προέβη η Αρχή, όσο και τα πραγματικά στοιχεία (μεταβλητές) που ελήφθησαν συναφώς υπόψη, ώστε αφενός μεν ο διοικούμενος να είναι σε θέση να διαπιστώσει εάν τηρήθηκαν στην περίπτωσή του οι προβλεπόμενες από τους οικείους κανόνες δικαίου προϋποθέσεις εξέτασής της, αφετέρου δε ο δικαστής να είναι σε θέση να ασκήσει αποτελεσματικώς τον σχετικό δικαστικό έλεγχο. [Αντίστοιχες λύσεις υιοθετήθηκαν και σε άλλες ευρωπαϊκές έννομες τάξεις, είτε νομοθετικώς – άρθρα L311-3-1 και R311-3-1-2 του γαλλικού Κώδικα Σχέσεων του Κοινού και της Διοίκησης – είτε νομολογιακώς – απόφαση 2270 της 8.4.2019 του ιταλικού Συμβουλίου της Επικρατείας, Consiglio di Stato. Περαιτέρω, στο πεδίο του Ενωσιακού δικαίου ήδη, με τις διατάξεις του άρθρου 22 του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (Κανονισμός 2016/679 – ΕΕ L 119) ορίζεται για την, μείζονα μάλιστα, περίπτωση της έκδοσης ατομικών πράξεων που λαμβάνονται «αποκλειστικά» βάσει αυτοματοποιημένης επεξεργασίας και, μεταξύ άλλων, κατόπιν ρητής συγκατάθεσης του υποκειμένου των δεδομένων, ότι πρέπει να διασφαλίζεται εκ μέρους των υπευθύνων της επεξεργασίας, στους οποίους προφανώς συγκαταλέγεται και η Διοίκηση, με εφαρμογή κατάλληλων μέτρων, «τουλάχιστον τ[ο] δικαίωμ[α] εξασφάλισης ανθρώπινης παρέμβασης από την πλευρά του υπευθύνου επεξεργασίας, έκφρασης άποψης και αμφισβήτησης της απόφασης» υπέρ του υποκειμένου των δεδομένων (βλ. παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 22 του ΓΚΠΔ)].

16. Επειδή, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην όγδοη σκέψη, με τα άρθρα 8 και 9 της Προκήρυξης προβλέφθηκε στάδιο ενδικοφανούς διαδικασίας, με την υποβολή ενστάσεων κατά των απορριπτικών πράξεων αιτημάτων επιχορήγησης προτάσεων δυνητικών δικαιούχων, προκειμένου να εντοπισθούν και, συνακόλουθα, να διορθωθούν από την αρμόδια Επιτροπή Ενστάσεων οι περιπτώσεις μη ορθής εφαρμογής των κανόνων που διέπουν την σχετική διαδικασία αξιολόγησης. Εν προκειμένω, όπως εκτέθηκε ανωτέρω, η αιτούσα με την ένσταση που άσκησε κατά της υπ’ αριθμ. 16344/ΕΥΣ2869/16.4.2010 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων και Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (με την οποία απορρίφθηκε η ένταξη της πρότασής της στο πρόγραμμα ενίσχυσης ελευθέρων επαγγελματιών στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013) προέβαλε ότι η τελική βαθμολόγηση της πρότασής της με 33,6 μονάδες, η οποία κατέληξε στην μη επιχορήγησή της λόγω ανεπάρκειας πόρων, οφειλόταν σε πρόδηλο σφάλμα είτε της αρμόδιας επιτροπής αξιολόγησης είτε κατά τη μεταφορά των στοιχείων της προς ηλεκτρονική επεξεργασία. Το συμπέρασμα αυτό συνήγαγε η αιτούσα από το γεγονός ότι, όπως η ίδια ισχυρίζεται, συγκέντρωνε όλες τις προϋποθέσεις για να λάβει υψηλή βαθμολογία, ικανή να οδηγήσει στην υπαγωγή της πρότασής της στο πρόγραμμα επιχορήγησης, όπως συνέβη με συναδέλφους της ανάλογων με την ίδια προσόντων. Λαμβανομένων δε υπόψη, πρώτον, ότι στην αρχική πράξη απόρριψης της πρότασης της αιτούσας να λάβει επιχορήγηση από το πρόγραμμα ενίσχυσης ελεύθερων επαγγελματιών παρετίθετο μόνο η συνολική βαθμολογία που έλαβε η πρότασή της (33,6 μονάδες), χωρίς καμία περαιτέρω ανάλυση αυτής, και δεύτερον, ότι οι μόνες μεταβλητές που εφαρμόζονται στους σχετικούς μαθηματικούς τύπους είναι τα φορολογικά δεδομένα των δυνητικών δικαιούχων (δηλαδή, τα καθαρά και ακαθάριστα έσοδά τους των φορολογικών ετών 2008-2009), καθώς και οι διάμεσοι καθαρών και ακαθαρίστων εσόδων από ελεύθερο επάγγελμα της αντίστοιχης με τον υποψήφιο κατηγορίας ελευθέρων επαγγελματιών για τα ίδια έτη, η Διοίκηση υποχρεούτο, επ’ αφορμή της εξετάσεως της ανωτέρω ενστάσεως, να ελέγξει αν οι κρίσιμες μεταβλητές πράγματι εφαρμόσθηκαν και υπολογίσθηκαν ορθώς στην περίπτωση της αιτούσας κατά την διαδικασία αυτοματοποιημένης επεξεργασίας, παραθέτοντας σχετική προς τούτο αιτιολογία. Εν τούτοις, κατά παράβαση των ανωτέρω άρθρων 8 και 9 της Προκήρυξης και της γενικής υποχρέωσης αιτιολόγησης των διοικητικών πράξεων (άρθρο 17 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας) η Διοίκηση απέρριψε αναιτιολόγητα την ένσταση της αιτούσας χωρίς να προβεί στην ουσιαστική εξέταση των σχετικών αιτιάσεων, αναφέροντας απλώς ότι εφαρμόσθηκε κατά γράμμα η διαδικασία αξιολόγησης που προβλέπεται στο Παράρτημα ΣΤ της Προκήρυξης, υπό την εσφαλμένη, προφανώς, αντίληψη, ότι στην περίπτωση διοικητικών πράξεων παραγόμενων εν όλω ή εν μέρει με ηλεκτρονική αυτοματοποιημένη διαδικασία δεν υφίσταται περιθώριο εσφαλμένης εφαρμογής κανόνα δικαίου (εν προκειμένω των διατάξεων του Παραρτήματος ΣΤ της Προκήρυξης). Αλλά και κατά το δεύτερο σκέλος της, κατά το οποίο η ένσταση ήταν απορριπτέα διότι η ήδη αιτούσα «δεν [επισύναψε] προς τεκμηρίωση τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία», η παραδεκτώς προσβαλλόμενη πράξη δεν αιτιολογείται νομίμως προεχόντως διότι δεν προσδιορίζονται ούτε προκύπτουν τα στοιχεία αυτά. Συνεπώς, για τους λόγους αυτούς, βασίμως προβαλλόμενους, πρέπει να ακυρωθεί η παραδεκτώς προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 1781/26.10.2010 απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων, και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση προκειμένου να εξετασθεί εκ νέου η βασιμότητα των αιτιάσεων της ένστασης της αιτούσας, ιδιαίτερα δε υπό το φως των αναφερομένων στην προμνησθείσα από 4.3.2016 έκθεση απόψεων της Διοίκησης, να εξετασθεί αν κατά την βαθμολόγηση της ένδικης πρότασης ελήφθησαν υπόψη όλα τα προβλεπόμενα από την Προκήρυξη φορολογικά στοιχεία που είχε θέσει υπόψη της Αρχής η αιτούσα, δηλαδή και τα φορολογικά στοιχεία του έτους 2008.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Δέχεται την αίτηση.

Ακυρώνει την υπ’ αριθμ. 1781/26.10.2010 απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. 

Αναπέμπει την υπόθεση στην Διοίκηση, κατά τα εκτιθέμενα στο σκεπτικό.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

Επιβάλλει στο Ελληνικό Δημόσιο την δικαστική δαπάνη της αιτούσας, που ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920,00) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 22 Ιανουαρίου 2024

Ο Προεδρεύων ΑντιπρόεδροςΗ Γραμματέας

Ηλίας ΜάζοςΜαρία Τσαπαρδώνη

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 27ης Αυγούστου 2024.

Ο ΠρόεδροςΗ Γραμματέας

του Γ΄ Θερινού Τμήματος

Ηλίας ΜάζοςΕυδαξία Καπίρη

./.