ΣτΕ 2063/13, Ολομ., ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ, ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΡΙΤΟΥΣ.

ΣΤΕ ΟΛΟΜ.

Αριθμός 2063/2013
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Σεπτεμβρίου 2012, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Πρόεδρος, Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Ν. Ρόζος, Ν. Μαρκουλάκης, Γ. Παπαγεωργίου, Ι. Μαντζουράνης, Α. Χριστοφορίδου, Δ. Σκαλτσούνης, Α.-Γ. Βώρος, Γ. Ποταμιάς, Ε. Νίκα, Ε. Αντωνόπουλος, Γ. Τσιμέκας, Π. Καρλή, Φ. Ντζίμας, Σπ. Χρυσικοπούλου, Δ. Κυριλλόπουλος, Ε. Κουσιουρής, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Κουσούλης, Κ. Φιλοπούλου, Κ. Πισπιρίγκος, Α. Χλαμπέα, Δ. Μακρής, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου – Σαρρή, Σύμβουλοι, Δ. Εμμανουηλίδης, Χ. Σιταρά, Δ. Βανδώρος, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Δ. Μακρής και Β. Αναγνωστοπούλου-Σαρρή καθώς και η Πάρεδρος Χ. Σιταρά μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.
Για να δικάσει την από 30 Ιουλίου 2008 αίτηση:
της Αναστασίας Κόμνα, κατοίκου Σαλαμίνας Αττικής (Παπαδιαμάντη 8), η οποία δεν παρέστη, αλλά νομιμοποιήθηκε στην πρώτη επ’ ακροατηρίου συζήτηση,
κατά των : 1) Δήμου Σαλαμίνας, ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Ματθαίο Χαλκιαδάκη (Α.Μ. 1485 Δ.Σ. Πειραιώς), που τον διόρισε με απόφαση του Δημάρχου του, 2) Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών-Πειραιώς, η οποία δεν παρέστη και 3) Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ο οποίος παρέστη με τον Κωνσταντίνο Χαραλαμπίδη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,
και κατά της παρεμβαίνουσας ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «Β. ΚΟΥΤΣΟΣΠΥΡΟΣ ΚΑΙ Κ. ΚΟΥΤΣΟΣΠΥΡΟΣ ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» (ΕΡΓΟΤΕΚ Ο.Ε.), που εδρεύει στην Άρτα (Ν. Σκουφά 43), η οποία δεν παρέστη.
Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 3065/2010 απόφασης του Δ´ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) η υπ’ αριθμ. 299/12-11-2007 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Σαλαμίνας, 2) η 07-ΔΤΑ/14532/2007 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, 3) το 7/06-03-2008 (θέμα 2ο) πρακτικό της Επιτροπής του άρθρου 152 ν. 3463/2006 της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής και Νομαρχιακού Διαμερίσματος Πειραιώς και 4) κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέση εισηγήσεως, από τον εισηγητή Σύμβουλο Δ. Κυριλλόπουλο.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του καθ’ ου Δήμου και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχει καταβληθεί παράβολο (υπ’ αριθ. 1981912, 1981913/2008 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση α) της υπ’ αριθ. 299/12.11.2007 πράξεως του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Σαλαμίνας ν. Πειραιώς, με την οποία εγκρίθηκαν αφενός μεν ο 3ος Ανακεφαλαιωτικός Πίνακας Εργασιών, αφετέρου δε η διάλυση της από 21.9.2005 συμβάσεως, με την οποία ο Δήμος Σαλαμίνας είχε αναθέσει στην εταιρεία με την επωνυμία «Β. ΚΟΥΤΣΟΣΠΥΡΟΣ και Κ. ΚΟΥΤΣΟΣΠΥΡΟΣ ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» την εκτέλεση του έργου «Κατασκευή συνδέσεων αγωγών δευτερεύοντος δικτύου αποχέτευσης ακαθάρτων υδάτων περιοχής Παλουκίων με φρεάτια του κεντρικού αγωγού αποχέτευσης», β) της υπ’ αριθ. 07/ΔΤΑ/14532/14.12.2007 πράξεως του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής, με την οποία, κατόπιν προσφυγής της αιτούσας, δημότου Σαλαμίνας, ακυρώθηκε η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη και γ) της υπ’ αριθ. 7/6.3.2008 πράξεως της Επιτροπής του άρθρου 152 του ν. 3463/2006 της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής και του Νομαρχιακού Διαμερίσματος Πειραιώς, με την οποία, γενομένης δεκτής προσφυγής του Δήμου Σαλαμίνας, ακυρώθηκε η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη.
3. Επειδή, η υπόθεση είχε αρχικώς εισαχθεί ενώπιον του ΣΤ´ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο με την υπ’ αριθ. 1080/2009 απόφασή του έκρινε ότι η εκδίκαση του κρινομένου ενδίκου βοηθήματος υπάγεται στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Δ´ Τμήματος του Δικαστηρίου, στο οποίο και το παρέπεμψε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 6 του π.δ/τος 18/1989 (Α´ 8). Αντιθέτως, το Δ´ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ’ αριθ. 3065/2010 απόφασή του έκρινε ότι η ένδικη διαφορά είναι διοικητική διαφορά ουσίας, υπαγόμενη στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, κατόπιν δε τούτου, λόγω της ως άνω ανακυψάσης διαφωνίας, η υπόθεση παρεπέμφθη στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 14 παρ. 2 και 6 του π.δ/τος 18/1989.
4. Επειδή, με οριστική διάταξη της ως άνω 3065/2010 παραπεμπτικής αποφάσεως εκρίθη ότι η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αθηνών-Πειραιώς δεν είναι κύριος διάδικος στη δίκη, εφόσον δεν προσβάλλεται πράξη οργάνου της.
5. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνει προς αντίκρουση του κρινομένου ενδίκου βοηθήματος η ανωτέρω εταιρεία με την επωνυμία «Β. ΚΟΥΤΣΟΣΠΥΡΟΣ και Κ. ΚΟΥΤΣΟΣΠΥΡΟΣ Ο.Ε.».
6. Επειδή, με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. ι´ του ν. 1406/1983 (Α´ 182) υπήχθησαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 94 παρ. 1 του Συντάγματος, στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, εκδικαζόμενες ως διαφορές ουσίας, οι αναφυόμενες κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας περί διοικητικών συμβάσεων διοικητικές διαφορές. Στη συνέχεια, με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 51 του ν. 3659/2008 (Α´ 77/7.5.2008) προσετέθη παράγραφος 6 στο ανωτέρω άρθρο 1 του ν. 1406/1983, με την οποία ορίσθηκε ότι : «Στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται, εκδικαζόμενες ως διαφορές ουσίας, όλες οι διαφορές που αναφύονται στις περιπτώσεις των παραγράφων 2, 3 και 4, ανεξάρτητα από την ιδιότητα εκείνου που ασκεί το οικείο ένδικο βοήθημα». Στην εισηγητική έκθεση του σχετικού σχεδίου νόμου αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι η ρύθμιση αυτή υπαγορεύθηκε από την ανάγκη να αρθούν οι αμφιβολίες «ως προς το αν η φύση μιας διαφοράς ως ακυρωτικής ή ουσιαστικής εξαρτάται από την ιδιότητα εκείνου που ασκεί το αντίστοιχο ένδικο βοήθημα». Εξ άλλου, στην παρ. 4 του ανωτέρω άρθρου 51 του ν. 3659/2008 ορίζεται ότι : «Οι διατάξεις αυτού του άρθρου δεν καταλαμβάνουν τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υποθέσεις», στο δε άρθρο 82 του ίδιου ως άνω νόμου ορίζεται ότι : «Κάθε γενική ή ειδική διάταξη, η οποία ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα στα οποία αναφέρεται ο παρών νόμος καταργείται. Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει μετά ένα μήνα από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν στις επί μέρους διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά».
7. Επειδή, από την αιτιολογική έκθεση της προαναφερθείσης διατάξεως του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1406/1983, όπως αυτή προσετέθη, κατά τα ανωτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 3 του ν. 3659/2008, προκύπτει η μη αντιτιθέμενη στα άρθρα 94 και 95 του Συντάγματος βούληση του νομοθέτη να επιβάλει την κατά ενιαίο τρόπο δικονομική μεταχείριση των διαφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή ενιαίας, ως προς τις εφαρμοστέες ουσιαστικές διατάξεις νομοθεσίας, ήτοι της νομοθεσίας περί των διοικητικών συμβάσεων, ο κύριος κορμός των οποίων, δηλαδή οι διαφορές οι οποίες έχουν ως αιτία τη διοικητική σύμβαση και αναφύονται μεταξύ των συμβαλλομένων, είχαν ήδη υπαχθεί στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια ως διαφορές ουσίας, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. ι´ του ν. 1406/1983, ώστε να μη διασπάται ο δικαστικός έλεγχος σε έλεγχο νομιμότητος και ουσίας, με μόνο κριτήριο την ιδιότητα του προσώπου που ασκεί το ένδικο βοήθημα ως συμβαλλομένου ή τρίτου. Επομένως, κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 51 παρ. 3 του ν. 3659/2008, ερμηνευομένης ενόψει και των διαλαμβανομένων στη σχετική αιτιολογική έκθεση, από την έναρξη της ισχύος της (ήτοι από την 7.6.2008, σύμφωνα με το άρθρο 82 του ν. 3659/2008), οι διαφορές οι οποίες ανακύπτουν από την αμφισβήτηση της νομιμότητος των ατομικών διοικητικών πράξεων που εκδίδονται μετά την κατάρτιση της διοικητικής συμβάσεως και αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στην ερμηνεία, την εκτέλεση και τη λύση αυτής, αποτελούν διοικητικές διαφορές ουσίας υπαγόμενες στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ανεξαρτήτως εάν το σχετικό ένδικο βοήθημα ασκείται από συμβαλλόμενο ή από τρίτο που δεν μετέσχε στην κατάρτιση της διοικητικής συμβάσεως.
8. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως, με την υπ’ αριθ. 15040/21.9.2005 σύμβαση, διεπομένη από τις διατάξεις του ν. 1418/1984 και του π.δ/τος 609/1985, ο Δήμος Σαλαμίνας ανέθεσε στην παρεμβαίνουσα εταιρεία την εκτέλεση του έργου «Κατασκευή συνδέσεων αγωγών δευτερεύοντος δικτύου αποχέτευσης ακαθάρτων υδάτων περιοχής Παλουκίων με φρεάτια του κεντρικού αγωγού αποχέτευσης», ορίσθηκε δε προθεσμία τεσσάρων μηνών για την περάτωση των εργασιών του έργου, η οποία παρετάθη μέχρι την 5.2.2007. Με την από 4.9.2007 αίτησή της η ανάδοχος του έργου ζήτησε αφενός μεν την παράταση της προθεσμίας περαιώσεως των εργασιών του έργου μέχρι την 30.6.2007, αφετέρου δε την έγκριση του 3ου Α.Π.Ε., στη συνέχεια δε με την από 18.9.2007 νεώτερη αίτησή της ζήτησε τη διάλυση της συμβάσεως άνευ υπαιτιότητος του αναδόχου. Με την υπ’ αριθ. 299/12.11.2007 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Σαλαμίνας έγινε δεκτό το αίτημα της παρεμβαίνουσας ως προς αμφότερα τα προαναφερθέντα σκέλη του. Η απόφαση όμως αυτή ακυρώθηκε, κατόπιν προσφυγής της ήδη αιτούσας, δημότου Σαλαμίνας, με την υπ’ αριθ. 07/ΔΤΑ/14532/14.12.2007 πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής στη συνέχεια δε, κατόπιν προσφυγής του Δήμου Σαλαμίνας, η τελευταία αυτή πράξη ακυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 7/6.3.2008 απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 152 του ν. 3463/2006 της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής και του Νομαρχιακού Διαμερίσματος Πειραιώς. Κατά των προαναφερθεισών πράξεων η αιτούσα, επικαλούμενη την ιδιότητά της ως δημότου Σαλαμίνας, κατοίκου της περιοχής Παλουκίων, καθώς και τις συνέπειες που θα επιφέρει στο περιβάλλον της περιοχής και στην ποιότητα της ζωής των κατοίκων η διακοπή των εργασιών του ένδικου έργου, άσκησε το κρινόμενο ένδικο βοήθημα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
9. Επειδή, η ένδικη διαφορά, έχουσα ως αιτία την ανωτέρω από 21.9.2005 διοικητική σύμβαση μεταξύ του Δήμου Σαλαμίνας και της παρεμβαίνουσας εταιρείας, αφορά το ζήτημα της λύσης της συμβάσεως αυτής, αν δηλαδή νομίμως διελύθη αυτή σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 48 του π.δ/τος 609/1985, αζημίως για την παρεμβαίνουσα, ανάδοχο του ρηθέντος έργου, ή αν έπρεπε αυτή να κηρυχθεί έκπτωτη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 47 του ως άνω π.δ/τος. Συνεπώς, σύμφωνα με τα αναφερθέντα στην έβδομη σκέψη, εφόσον το κρινόμενο ένδικο βοήθημα ασκήθηκε την 1.8.2008, ήτοι μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3659/2008, η κρινόμενη διαφορά αποτελεί διοικητική διαφορά ουσίας, παρά το ότι η αιτούσα, μη συμβληθείσα κατά την κατάρτιση της ανωτέρω συμβάσεως, ασκεί το κρινόμενο ένδικο βοήθημα με την ιδιότητα του τρίτου στη συμβατική σχέση μεταξύ του Δήμου Σαλαμίνας και της παρεμβαίνουσας. Κατ’ ακολουθία τούτων, η εκδίκαση του κρινομένου ενδίκου βοηθήματος, υπάγεται, σύμφωνα με τα άρθρα 6 παρ. 2 περ. α´ και 7 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α´ 97) του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου και, συγκεκριμένα στο κατά τόπο αρμόδιο (άρθρο μόνο Β αριθ. 2 πδ 404/1978 – Α´ 83), ως εκ της έδρας του οργάνου που εξέδωσε την πρώτη από τις προσβαλλόμενες πράξεις, Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς, στο οποίο πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση σύμφωνα με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991 (Α´ 150).
Δ ι ά τ α ύ τ α
Παραπέμπει την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 11 Φεβρουαρίου 2013 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 23ης Μαΐου του ίδιου έτους.
 Ο Πρόεδρος  Η Γραμματέας
 
 
 Κ. Μενουδάκος  Μ. Παπασαράντη