2718/2009 ΣΤΕ
(ΕΔΚΑ 2010/25) Αναίρεση. Είναι απαράδεκτο το αναιρετήριο αν δεν υπογράφεται από δικηγόρο, ενά κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης οι διάδικοι πρέπει να παρίστανται υποχρεωτικά με δικηγόρο. Οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 4 και 26 παρ. 1 του πδ 18/1989 δεν αντίκεινται στο Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ. Απαράδεκτη η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 3086/2004 ΔΕφΑθ).
Αριθμός 2718/2009
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Νοεμβρίου 2008, με την εξής σύνθεση: Γ. Παπαμεντζελόπουλος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Ι. Ζόμπολας, Σ. Μαρκάτης, Σύμβουλοι, Α. Καλογεροπούλου, Π. Μπραΐμη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ. Βλασερού.
Για να δικάσει την από 17 Φεβρουαρίου 2005 αίτηση:
του ……… , κατοίκου Κορυδαλλού Αττικής (………), ο οποίος δεν παρέστη, αλλά εμφανίσθηκε στο ακροατήριο και δήλωσε ότι εγκρίνει την άσκηση του ενδίκου μέσου,
κατά του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), το οποίο παρέστη με την Α. Πετρόγλου (Α.Μ. 14096), που την διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ` αριθ. 3086/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Α. Καλογεροπούλου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξουσία του αναιρεσίβλητου Ταμείου, η οποία ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την αίτηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (1633101, 2340235/2005 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της 3086/2004 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του αναιρεσείοντος, πρώην υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών, κατά της 6231/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά της 86/13.12.2000 αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), απορριπτικής ενστάσεως αυτού
κατά: 1) της 2018/4.9.2000 αποφάσεως της Διευθύντριας του ανωτέρω Ταμείου, με την οποία είχε απορριφθεί το αίτημα του αναιρεσείοντος να του αναγνωρισθεί στην ασφάλιση του Ταμείου μέρος του χρόνου της στρατιωτικής του υπηρεσίας και 2) της 17415/3.10.2000 αποφάσεως της ίδιας Διευθύντριας, με την οποία είχε απορριφθεί επίσης το αίτημα του αναιρεσείοντος να του χορηγηθεί επικουρική σύνταξη που να αντιστοιχεί σε χρόνο ασφαλίσεως 35 ετών. 3. Επειδή, στο μεν άρθρο 17 παρ. 4 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) ορίζεται ότι: «Τα δικόγραφα των ενδίκων μέσων της αίτησης ακυρώσεως και αίτησης αναιρέσεως που ασκούνται από ιδιώτη υπογράφονται μόνο από δικηγόρο. Τα δικόγραφα των ένδικων αυτών μέσων, όταν ασκούνται από το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, υπογράφονται από τον οικείο νομικό σύμβουλο, πάρεδρο, δικαστικό αντιπρόσωπο ή δικηγόρο. …», στο δε άρθρο 26 παρ. 1 του ίδιου διατάγματος ότι: «Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο οι ιδιώτες διάδικοι δεν μπορούν να παρίστανται αυτοπροσώπως για να αναπτύξουν την υπόθεση αλλά μόνο με δικηγόρο…». Οι ανωτέρω διατάξεις, που επιβάλλουν την υποχρεωτική (επί ποινή απαραδέκτου) υπογραφή του αναιρετηρίου από δικηγόρο, καθώς και την αντίστοιχη υποχρεωτική δια δικηγόρου παράσταση του διαδίκου κατά τη συζήτηση, μεταξύ άλλων, της αιτήσεως αναιρέσεως, αποσκοπούν στο να τίθενται με πρόσφορο τρόπο υπόψη του δικαστηρίου τα νομικά ζητήματα που αποτελούν το αντικείμενο της αναιρετικής δίκης, προς το συμφέρον τόσο των ίδιων των διαδίκων όσο και της εν γένει απονομής της δικαιοσύνης. Υπό τα δεδομένα αυτά, οι πιο πάνω ρυθμίσεις δεν αντίκεινται στο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, με το οποίο κατοχυρώνεται το ατομικό δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, ούτε στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974. (πρβ. ΕΔΔΑ G.L &S.L. κατά Γαλλίας, 6.3.2003). Τούτο δε, διότι από τις διατάξεις αυτές δεν αποκλείεται στον κοινό νομοθέτη να υπάγει την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος σε περιορισμούς που, όπως οι ανωτέρω, συνάπτονται με την ορθή λειτουργία της δικαιοσύνης και δεν αναιρούν την ουσία του δικαιώματος (βλ. ΣτΕ 933/1991 επταμελούς, 303/2004, 2718/2008). Εξάλλου, οι ως άνω διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 4 και 26 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 δεν αντίκεινται ούτε το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος που καθιερώνει την υποχρέωση σεβασμού και προστασίας της αξίας του ανθρώπου εκ μέρους της Πολιτείας. (Σ.Ε. 2718/2008).
4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, το δικόγραφο της κρινόμενης αιτήσεως υπογράφεται από τον ίδιο τον αναιρεσείοντα, ο οποίος δεν ισχυρίζεται ότι έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, και προβάλλεται με αυτό ότι η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 17 παρ. 4 του π.δ. 18/1989 αντίκειται, τόσο στα άρθρα 20 παρ. 1 και 2 παρ. 1 του Συντάγματος, όσο και στο άρθρο 6 της πιο πάνω Ευρωπαϊκής Σύμβασης. Οι λόγοι όμως αυτοί, είναι σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Περαιτέρω, τα προβαλλόμενα ότι η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 17 παρ. 4 του π.δ. 18/1989, καθώς και η διάταξη του άρθρου 26 παρ. 1 του ίδιου π.δ/τος αντίκεινται στα άρθρα 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 3, 8 παρ. 1, 25 παρ. 1 και 3 του Συντάγματος, είναι επίσης απορριπτέα ως αβάσιμα, διότι οι ως άνω διατάξεις του π.δ. 18/1989 δεν αντίκεινται στις ανωτέρω ούτε σε άλλη συνταγματική διάταξη. Κατά συνέπεια, η κρινόμενη αίτηση, η οποία δεν υπογράφεται από δικηγόρο, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Διά ταύτα
Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
Και
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τη δικαστική δαπάνη του αναιρεσίβλητου Ταμείου (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), που ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 25 Νοεμβρίου 2008
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας Γ. Παπαμεντζελόπουλος Μ. Βλασερού
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 21ης Σεπτεμβρίου 2009.
Ο Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος Η Γραμματέας του Α΄ Τμήματος Γ. Ανεμογιάννης Μ. Παπασαράντη ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ
Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.
Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος.
Αθήνα, …………………… ………………….
Ο Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος Η Γραμματέας του Α΄ Τμήματος