ΣτΕ 538/3008, Γτμ. 7μ., ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ, ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΑΣΕΙ, ΙΣΟΤΗΤΑ, ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑ, ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΙΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ, ευμενείς διακρίσεις υπέρ τέκνων φονευθέντων στρ/κων, πολυτέκνων στην εισαγωγή στα ΑΣΕΙ.

ΣΤΕ

Αριθμός 583/2008 ΒΛ. οΛΟΜ 4000/11 :

Εκλείπει επιγενομένως το έννομο συμφέρον των αιτούντων λόγω του ότι με νεώτερο νομοθέτημα τεθέν σε ισχύ μετά την έκδοση της παραπεμπτικής στην ολομέλεια αποφάσεως του Τμήματος, οι αιτιάσεις τους απώλεσαν το έρεισμά τους δεδομένου ότι με διάταξη του νεώτερου νόμου έγινε εξυπαρχής ρύθμιση του θέματος περί του οποίου η αίτησή τους.

 
περίληψη:
Με την 583/2008 απόφαση του Γ΄ Τμήματος (7μ. συνθέσεως) παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια το ζήτημα της αντιθέσεως προς τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και αξιοκρατίας και στο άρθρο 21 παρ. 2 του Συντάγματος διατάξεων τυπικών νόμων (άρθρο 1 του Ν. 1297/1982 σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 1351/1983) που εισάγουν ευμενείς διακρίσεις ως προς την εισαγωγή στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Σ.Ε.Ι.) και στις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών (Α.Σ.Σ.Υ.) υπέρ των τέκνων στρατιωτικών που φονεύθηκαν ή απεβίωσαν εξαιτίας στρατιωτικής υπηρεσίας σε καιρό ειρήνης, και περικόπτουν ποσοστά θέσεων εις βάρος της κατηγορίας των τέκνων πολυτέκνων.
 

Αριθμός 583/2008
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Μαΐου 2007, με την εξής σύνθεση: Γ Σταυρόπουλος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ’ Τμήματος, Ν. Μαρκουλάκης, Α. Καραμιχαλέλης, Γ. Τσιμέκας, Π. Καρλή, Σύμβουλοι, Δ. Μακρής, Δ. Βανδώρος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Δ. Μουζάκη, Γραμματέας του Γ’ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 28 Φεβρουαρίου 2006 αίτηση:
των : 1) Σωματείου με την επωνυμία «Πανελλήνιος Σύλλογος Οικογενειών Πεσόντων Αεροπόρων» (ΠΑ.Σ.ΟΙ.Π.Α.) που εδρεύει στον Άγιο Στέφανο Αττικής, οδός Κορίνθου 7 και Πατρών γωνία, το οποίο παρέστη με το δικηγόρο Ηλία Θεοδωράτο (Α.Μ. 12286) που τον διόρισε με πληρεξούσιο, 2) Ιωάννη Ανδρεάδη του Ευσταθίου, κατοίκου Χαλανδρίου Αττικής, οδός Γερανίου αρ. 18-20, 3) Ελένης Αττάρδ χήρας Ευσταθίου Ανδρεάδη, η οποία ασκεί τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Σοφίας Ανδρεάδου, κατοίκου Χαλανδρίου Αττικής, οδός Γερανίου αρ. 18-20, 4) Στυλιανής χήρας Αντωνίου Τζωρτζακάκη, η οποία ασκεί τη γονική μέριμνα του ανήλικου υιού της Ιωάννη Τζωρτζακάκη, κατοίκου Κ. Ηλιούπολης Αττικής, οδός Ελευθερίου Βενιζέλου αρ. 232, 5) Νικολέττας Ροδοπούλου χήρας Παναγιώτη Βασιλάτου, η οποία ασκεί τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Ελλάδας Βασιλάτου, κατοίκου Αιγάλεω Αττικής, οδός Μαραθώνος αρ. 1, 6) Ραχήλ χήρας Ευθυμίου Χαντζηχρίστου, η οποία ασκεί τη γονική μέριμνα του ανήλικου υιού της Γεωργίου Χαντζηχρίστου, κατοίκου Νεάπολης Πειραιά, οδός Λυκούργου αρ. 43, 7) Νικολέττας χήρας Στυλιανού Κελετσέκη, η οποία ασκεί τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Αικατερίνης Κελετσέκη, κατοίκου Παπάγου Αττικής, οδός Ζησιμοπούλου αρ. 21, οι οποίοι παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Ηλία Θεοδωράτου (Α.Μ. 12286), 8) Δήμητρας χήρας Ιωάννη Μυλωνά, η οποία ασκεί τη γονική μέριμνα του ανήλικου υιού της Αθανασίου Μυλωνά, κατοίκου 3ου χλμ. Παλαιάς Εθνικής Οδού Λαμίας – Δομοκού, η οποία παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο Ηλία Θεοδωράτο (Α.Μ. 12286) που τον διόρισε με πληρεξούσιο και 9) Νικολέττας χήρας Βασιλείου Κωνσταντίνου, η οποία ασκεί τη γονική μέριμνα του ανήλικου υιού της Κωνσταντίνου Αθανασίου, κατοίκου Καλαμαριάς Θεσσαλονίκης, οδός Προύσσης αρ. 44, η οποία παραιτήθηκε από το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του πληρεξουσίου της δικηγόρου Ηλία Θεοδωράτου (Α.Μ. 12286),
κατά των Υπουργών : 1) Οικονομίας και Οικονομικών, 2) Εθνικής Άμυνας, 3) Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και 4) Δημόσιας Τάξης, οι οποίοι παρέστησαν με τον Ευστρ. Ηλιαδέλη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. Φ.337.1/8/65521/Σ.172/11.1.2006 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Δημοσίας Τάξεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Α. Καραμιχαλέλη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων που παρέστησαν, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Eπειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθμ. 1979699, 2757273/2006 ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, η υπόθεση εισήχθη στην επταμελή σύνθεση με την από 20.3.2006 πράξη του Προέδρου του Τμήματος λόγω της σπουδαιότητάς της.
3. Επειδή, με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 της Φ.337.1/8/65521/Σ.172/11.1.2006 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Δημοσίας Τάξεως (ΦΕΚ 69/25.1.2006 τ. Β΄) καθορίστηκε ο αριθμός των εισακτέων στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Σ.Ε.Ι.) για το ακαδημαϊκό έτος 2006-2007. Στην παρ. 2 του άρθρου 1 αυτής ορίσθηκε ότι: «Στον οριζόμενο αριθμό εισακτέων των Σχολών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου περιέχονται και οι εξής ειδικές κατηγορίες με τα αντίστοιχα ποσοστά: α. Των ν.δ. 582/1970 και ν. 1297/1982 σε ποσοστό 35% του αριθμού των εισακτέων της Γενικής Σειράς συνολικά, σε ενιαία σειρά επιτυχίας. Στις κατηγορίες αυτές δεν περιλαμβάνονται οι περιπτώσεις γ), δ) και ε) του άρθρου 1 του ν.δ. 582/1970, οι οποίες έχουν κριθεί ως αντισυνταγματικές από τη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων……». Περαιτέρω, με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 της εν λόγω κοινής υπουργικής απόφασης καθορίσθηκε ο αριθμός των εισακτέων στις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών (Α.Σ.Σ.Υ.) για το ακαδημαϊκό έτος 2006-2007 και στην παρ. 2 ορίσθηκε ότι: «Στον οριζόμενο αριθμό εισακτέων των Σχολών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου περιέχονται και οι εξής ειδικές κατηγορίες με τα αντίστοιχα ποσοστά: α. Των ν.δ. 582/1970 και ν. 1297/1982 σε ποσοστό 35% του αριθμού των εισακτέων της Γενικής Σειράς συνολικά, σε ενιαία σειρά επιτυχίας. Στις κατηγορίες αυτές δεν περιλαμβάνονται οι περιπτώσεις γ), δ) και ε) του άρθρου 1 του ν.δ. 582/1970, οι οποίες έχουν κριθεί ως αντισυνταγματικές από τη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων……». Με την κρινόμενη αίτηση ζητείται, εμπροθέσμως, η ακύρωση της κοινής αυτής υπουργικής αποφάσεως ως προς τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 2 περ. α΄ και 2 παρ. 2 περ. α΄, κατά το μέρος που με αυτές ορίσθηκε ότι, για την εισαγωγή σπουδαστών στα κατά το άρθρο 1 του Ν. 3187/2003 (Α΄ 233), όπως ισχύει, Α.Σ.Ε.Ι. και στις Α.Σ.Σ.Υ. καθ’ υπέρβαση του αριθμού εισακτέων, τα τέκνα των στρατιωτικών των ενόπλων δυνάμεων που κατά τη διάρκεια του πολέμου ή της ειρήνης φονεύθηκαν ή πέθαναν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης στρατιωτικής υπηρεσίας, πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα αυτής, περιλαμβάνονται στο ενιαίο ποσοστό 35% επί του αριθμού των εισαγομένων όλων των κατηγοριών του 1 παρ. 1 του Ν.Δ. 582/1970 και όχι στο (αφαιρούμενο από αυτό που περιορίζεται έτσι σε 25%) ανεξάρτητο και αυτοτελές ποσοστό 10% του άρθρου 1 του Ν. 1297/1982 και του άρθρου 4 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 1351/1983.
4. Επειδή, από τους αιτούντες οι δεύτερος, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη, έβδομη και ένατη παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως με προφορική δήλωση κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο. Επομένως ως προς αυτούς η δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη, κατά το άρθρο 30 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 (Α΄ 8).
5. Επειδή, το αιτούν σωματείο με την επωνυμία «Πανελλήνιος Σύλλογος Οικογενειών Πεσόντων Αεροπόρων» έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων, τη με κάθε νόμιμο μέσο ηθική, κοινωνική και οικονομική υποστήριξη των παιδιών, των συζύγων, των γονέων και των αδελφών των πεσόντων στρατιωτικών της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας. Επομένως, έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει την κρινόμενη αίτηση, εφ’ όσον προβάλλει ότι με τις ανωτέρω διατάξεις της προσβαλλόμενης κοινής υπουργικής απόφασης το ποσοστό των τέκνων των πεσόντων αεροπόρων, τα οποία εισάγονται καθ’ υπέρβαση του αριθμού των εισακτέων στα Α.Σ.Ε.Ι. και στις Α.Σ.Σ.Υ., ενοποιείται σε ποσοστό 35% και σε ενιαίο πίνακα εισακτέων με τα τέκνα πολυτέκνων, θυμάτων πολέμου και ειρήνης και, συνεπώς, μειώνονται οι πιθανότητες εισαγωγής τους στις ανωτέρω σχολές (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1399, 4113/2000, 2241/2003, 115/2005 κ.ά.). Εξάλλου, και ο όγδοος από τους αιτούντες Αθανάσιος Μυλωνάς, ο οποίος νομίμως συνεχίζει, ιδίω ονόματι μετά την ενηλικίωσή του, τη δίκη που ανοίχθηκε με την αίτηση ακυρώσεως που ασκήθηκε για λογαριασμό του από την έχουσα τη γονική μέριμνα μητέρα του Δήμητρα Μυλωνά, έχει έννομο συμφέρον για άσκηση της κρινόμενης αίτησης, διότι, ενώ, ως απόφοιτος λυκείου και τέκνο του αντισμηνάρχου της Πολεμικής Αεροπορίας Ιωάννη Μυλωνά ο οποίος φονεύθηκε στις 15.7.2000 μετά από πτώση και συντριβή αεροσκάφους κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας, έλαβε μέρος στις εξετάσεις του ακαδημαϊκού έτους 2006-2007 για εισαγωγή στα εκπαιδευτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με πρώτη προτίμησή του τη Σχολή Ικάρων και συγκέντρωσε τη βαθμολογική βάση, εν τούτοις ούτε ό ίδιος ούτε άλλο τέκνο στρατιωτικού αποθανόντος κατά την υπηρεσία και εξαιτίας αυτής εισήχθη στη Σχολή αυτή.
6. Επειδή, στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι “οι ΄Ελληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου”. Με την διάταξη αυτή καθιερώνεται νομικός κανόνας, ο οποίος επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση των προσώπων που βρίσκονται κάτω από τις ίδιες συνθήκες και ο οποίος δεσμεύει τα συντεταγμένα όργανα της πολιτείας και ειδικότερα τόσο τον κοινό νομοθέτη κατά την ενάσκηση της λειτουργίας που αναθέτουν σ’ αυτόν οι οικείες συνταγματικές διατάξεις, όσο και την Διοίκηση όταν προβαίνει σε ρυθμίσεις ή λαμβάνει μέτρα που έχουν κανονιστικό χαρακτήρα. Η παραβίαση του νομικού αυτού κανόνα ελέγχεται από τα δικαστήρια μέσα στον κύκλο της δικαιοδοσίας τους, ώστε να διασφαλίζεται η πραγμάτωση του Κράτους δικαίου και η επί ίσοις όροις ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του καθενός. Κατά τον έλεγχο αυτό, που είναι έλεγχος ορίων και όχι των κατ’ αρχήν επιλογών ή του ουσιαστικού περιεχομένου των νομικών κανόνων, ο κοινός νομοθέτης ή η κατ’ εξουσιοδότηση νομοθετούσα διοίκηση μπορεί βέβαια να ρυθμίζει με ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες πραγματικές ή προσωπικές καταστάσεις και σχέσεις, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες, που συνδέονται με κάθε μία από τις καταστάσεις ή σχέσεις αυτές και στηριζόμενη σε γενικά και αντικειμενικά κριτήρια που βρίσκονται σε συνάφεια με το αντικείμενο της ρυθμίσεως, για την οποία εκάστοτε πρόκειται, πρέπει όμως, κατά την επιλογή των διαφόρων τρόπων ρυθμίσεως, να κινείται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας, τα οποία αποκλείουν την έκδηλη και αδικαιολόγητη άνιση μεταχείριση, όπως είναι ο αυθαίρετος περιορισμός δικαιωμάτων κατ’ εξαίρεση του υφισταμένου γενικότερου κανόνα. Εξάλλου, από το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος απορρέει η αρχή της σταδιοδρομίας εκάστου κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας, προκειμένου περί εισαγωγής φοιτητών σε παραγωγικές σχολές δημοσίων υπαλλήλων ή περί καταλήψεως δημοσίων θέσεων (Σ.τ.Ε. 2861/1993 επταμελ., 1067/1994, 870, 2886/1995). Περαιτέρω, το άρθρο 21 του Συντάγματος ορίζει στην παρ. 2 ότι «πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου και ειρηνικής περιόδου, θύματα πολέμου, χήρες και ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο, καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος» και στην παρ. 5, η οποία προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (Α΄ 84), ότι «ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους».
7. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 1 παρ. 1 του Ν.Δ. 582/1970 «περί εισαγωγής εις Στρατιωτικάς Σχολάς Μαθητών καθ’ υπέρβασιν» (Α΄ 136) ορίζεται ότι: «Εις τας παραγωγικάς Σχολάς μονίμων αξιωματικών και υπαξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, πέραν του εκάστοτε καθοριζομένου αριθμού εισακτέων και μέχρι ποσοστού τριάκοντα πέντε επί τοις εκατόν (35%) εν συνόλω, εισάγονται κατά σειράν επιτυχίας εκ των επιλαχόντων, οι ανήκοντες εις τας κατωτέρω κατηγορίας: α) Τέκνα πολυτέκνων. β) Τέκνα ή αδελφοί αναπήρων και θυμάτων πολέμου, τέκνα ή αδελφοί αναπήρων και θυμάτων εθνικής αντιστάσεως, ως και αναπήρων ή θυμάτων στρατιωτικών ειρηνικής περιόδου. γ) Οι καταγόμενοι εκ Βορείου Ηπείρου. δ) Οι καταγόμενοι εκ παραμεθορίων περιοχών, ως αύται ωρίσθησαν δια σχετικής αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Αμύνης (ΦΕΚ Β΄ 4/9.1.1961). ε) Τέκνα μονίμων στρατιωτικών εν ενεργεία, εν αποστρατεία, πολεμική διαθεσιμότητι ή θανόντων». Στο άρθρο 2 παρ. 1 του ιδίου Ν. Δ/τος, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 1297/1982 (Α΄ 128), ορίζεται ότι: «Οι εκ του άρθρου 1 κατηγορίες λαμβάνουν το 25% εκ του οριζομένου ποσοστού εκ 35% από την σειρά επιτυχίας των επιλαχόντων ενώ το υπόλοιπο 10% λαμβάνουν χωρίς εξετάσεις τα τέκνα των φονευθέντων ή θανόντων στρατιωτικών των Ενόπλων Δυνάμεων στον πόλεμο ή στην ειρήνη κατά την εκτέλεση διατεταγμένης στρατιωτικής υπηρεσίας πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα αυτής». Περαιτέρω, στο άρθρο 4 του Ν. 1351/1983 «εισαγωγή σπουδαστών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και άλλες διατάξεις» (Α΄ 56) ορίζεται ότι: «1. Η εισαγωγή σπουδαστών στις Στρατιωτικές Σχολές, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του νόμου αυτού, με τις ειδικότερες ρυθμίσεις που αναφέρονται στις παρακάτω παραγράφους. 2. α) Ο αριθμός των εισαγομένων σε καθεμιά από τις παραπάνω Σχολές καθορίζεται με αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων με βάση τις εκάστοτε ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων, β) Οι διατάξεις του Ν.Δ. 582/1970 “περί εισαγωγής εις Στρατιωτικάς Σχολάς μαθητών καθ’ υπέρβασιν”, όπως τροποποιήθηκε με μεταγενέστερες διατάξεις, εξακολουθούν να ισχύουν. Τα παιδιά των στρατιωτικών των Ενόπλων Δυνάμεων που κατά τη διάρκεια του πολέμου ή της ειρήνης φονεύθηκαν ή πέθαναν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης στρατιωτικής υπηρεσίας, πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα αυτής, εισάγονται κατ’ εξαίρεση σε Στρατιωτικές Σχολές μέχρι και σε ποσοστό 10% του καθοριζόμενου αριθμού εισαγομένων. Σε περίπτωση που ο αριθμός των υποψηφίων της κατηγορίας αυτής δεν επαρκεί για τη συμπλήρωση του ποσοστού που καθορίστηκε, συμπληρώνεται από τους υποψηφίους των άλλων ειδικών κατηγοριών του Ν.Δ. 582/1970 (ΦΕΚ 136 Α΄). Το ποσοστό των εισαγομένων της κατηγορίας αυτής σε κάθε Στρατιωτική Σχολή υπολογίζεται σε βάρος του ποσοστού 35%, που εισάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 582/1970». Τέλος, στο άρθρο 20 παρ. 20 του Ν. 2738/1999 (Α΄ 180) ορίζεται ότι: «Διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή άλλων κανονιστικών πράξεων, κανονισμών ή οργανισμών δημοσίων υπηρεσιών, πολιτικών ή στρατιωτικών και σωμάτων ασφαλείας και λοιπών φορέων του δημοσίου τομέα του άρθρου 14 παρ. 1 του ν. 2190/1994, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2527/1997, που προβλέπουν πρόσληψη συγγενικών προσώπων υπαλλήλων τους, με εξαίρεση την περίπτωση θανάτου κατά την εκτέλεση του καθήκοντος και εξαιτίας αυτού, ή προσαύξηση της βαθμολογίας ή άλλου είδους πριμοδότηση ή ευνοϊκή μεταχείριση των αυτών προσώπων για εισαγωγή τους σε σχολές ή σχολεία, των οποίων οι απόφοιτοι προβλέπεται να διορίζονται στον ίδιο ή άλλο φορέα, καταργούνται. Καταργούνται επίσης όμοιες προβλέψεις σε συλλογικές συμβάσεις που αφορούν τους ανωτέρω φορείς. Η διάταξη της παραγράφου αυτής ισχύει και για τους φορείς που υπάγονται στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2527/1997, καθώς και σε δημόσια νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που δεν υπάγονται στο σύστημα προσλήψεων του ν. 2190/1994».
8. Επειδή, όπως έχει κριθεί (Σ.τ.Ε. 2861/1993 επταμ., 1067/1994, 870, 2886/1995), η διάταξη της περιπτώσεως δ΄ του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν.Δ. 582/1970, που προβλέπει την καθ’ υπέρβαση του αριθμού εισακτέων εισαγωγή στα Α.Σ.Ε.Ι. και τις Α.Σ.Σ.Υ. των καταγομένων από παραμεθόριες περιοχές είναι ανίσχυρη, διότι εισάγει αδικαιολόγητη, υπό τις υφιστάμενες σήμερα στην χώρα συνθήκες, διάκριση υπέρ ορισμένων προσώπων λόγω της καταγωγής των από ορισμένες περιφέρειες και ως εκ τούτου προσκρούει αφ’ ενός μεν στην συνταγματική αρχή της ισότητας των Ελλήνων ενώπιον του νόμου, αφ’ ετέρου δε στην απορρέουσα από το πνεύμα του Συντάγματος δημοκρατική αρχή της σταδιοδρομίας εκάστου κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας, προκειμένου περί απονομής δημοσίων αξιωμάτων ή καταλήψεως δημοσίων θέσεων. Για τους ίδιους λόγους είναι ανίσχυρη και η διάταξη της περιπτώσεως γ΄ του παραπάνω άρθρου που αφορά στους καταγομένους από την Βόρεια ΄Ηπειρο, εφ’ όσον μάλιστα δεν συναρτάται προς τον χρόνο ή προς ιδιαίτερες και δυσμενείς συνθήκες, υπό τις οποίες τα πρόσωπα αυτά ή οι γονείς των εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο εγκαταστάσεως ομογενών στην Ελλάδα, διότι η διάταξη αυτή αφορά και στους ήδη εγκατεστημένους στην χώρα Βορειοηπειρώτες. Στις ίδιες συνταγματικές διατάξεις προσκρούει και η διάταξη της περιπτώσεως ε΄, που θεσπίζει διάκριση υπέρ των τέκνων στρατιωτικών, διότι οδηγεί στην θέσπιση προνομίου υπέρ ορισμένων προσώπων λόγω της ιδιότητος των γονέων των (η τελευταία αυτή διάταξη πρέπει να θεωρηθεί ότι ήδη έχει καταργηθεί με το άρθρο 20 παρ. 20 του Ν. 2738/1999). Αντιθέτως δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας η περίπτωση α΄, που εισάγει διάκριση υπέρ των τέκνων πολυτέκνων, διότι δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή προς αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας, εν όψει και της διατάξεως του άρθρου 21 παρ. 2 του Συντάγματος (ήδη δε και της διατάξεως της παρ. 5 του άρθρου αυτού). Ομοίως και η διάταξη της περιπτώσεως β΄, που εισάγει διάκριση υπέρ των τέκνων των αγωνιστών της εθνικής αντίστασης που κατέστησαν ανάπηροι ή φονεύθηκαν, διότι δικαιολογείται από λόγους γενικότερου δημοσίου συμφέροντος, που επιβάλλουν την προτίμηση των υποστάντων θυσίες υπέρ της πατρίδος και συνεπώς δεν αντίκειται σε συνταγματική διάταξη ή αρχή. Τέλος, δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, ιδίως εν όψει της διατάξεως του άρθρου 21 παρ. 2 του Συντάγματος, η διάκριση που εισάγεται υπέρ των τέκνων στρατιωτικών που κατέστησαν ανάπηροι ή φονεύθηκαν στον πόλεμο.
9. Επειδή, κατά τη γνώμη που επεκράτησε στο Τμήμα, η διάκριση που εισάγεται με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 περ. β΄ του Ν.Δ. 582/1970, του άρθρου 2 παρ. 1 του ιδίου Ν. Δ/τος, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 1297/1982, και του άρθρου 4 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 1351/1983 υπέρ των τέκνων στρατιωτικών των ενόπλων δυνάμεων που φονεύθηκαν ή πέθαναν κατά την εκτέλεση και εξ αιτίας στρατιωτικής υπηρεσίας σε καιρό ειρήνης, για την εισαγωγή τους στα Α.Σ.Ε.Ι και τις Α.Σ.Σ.Υ., αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας και στην αρχή της σταδιοδρομίας εκάστου κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας και είναι ανεφάρμοστη, διότι με τη ρύθμιση αυτή εισάγεται αδικαιολόγητη διαφοροποίηση υπέρ των τέκνων στρατιωτικών που φονεύθηκαν ή πέθαναν κατά την εκτέλεση στρατιωτικής υπηρεσίας, αυτοτελώς, αλλά και σε σχέση με τα τέκνα άλλων δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων που φονεύθηκαν ή πέθαναν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και εξαιτίας αυτής (όπως π.χ. τα τέκνα υπαλλήλων των σωμάτων ασφαλείας), αν και διατελούν υπό παρόμοιες συνθήκες (contra Σ.τ.Ε. 2773/1991, 2861/1993 επταμ., 1067/1994, 870/1995, 28886/1995). Επομένως, κατά τη γνώμη αυτή, θα έπρεπε να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση, διότι οι αιτούντες αβασίμως επιδιώκουν να εφαρμοσθεί το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 1 του Ν. 1297/1982 και 4 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 1351/1983 ανεξάρτητο και αυτοτελές ποσοστό 10% επί του αριθμού των εισαγομένων στα Α.Σ.Ε.Ι. και τις Α.Σ.Σ.Υ. για την εισαγωγή στις σχολές αυτές, καθ’ υπέρβαση του αριθμού των εισαγομένων, των τέκνων των στρατιωτικών των ενόπλων δυνάμεων που, κατά τη διάρκεια της ειρήνης, φονεύθηκαν ή πέθαναν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης στρατιωτικής υπηρεσίας, πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα αυτής, διότι μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 1 παρ. 1 περ. β΄ του Ν.Δ. 582/1970, του άρθρου 2 παρ. 1 του ιδίου Ν. Δ/τος, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 1297/1982, και του άρθρου 4 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 1351/1983 θα ήταν αντίθετη στο Σύνταγμα, αφού τα τέκνα των στρατιωτικών της ειδικής αυτής κατηγορίας δεν μπορούν, κατά τα εκτεθέντα, να ενταχθούν ούτε στο ενιαίο ποσοστό 35% των προστατευομένων εν γένει κατηγοριών. Κατά τη γνώμη όμως των Συμβούλων Ν. Μαρκουλάκη και Γ. Τσιμέκα και του Παρέδρου Δ. Βανδώρου, οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στις ως άνω συνταγματικές αρχές της ισότητας και της σταδιοδρομίας εκάστου κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας, διότι οι στρατιωτικοί, οι οποίοι εκπαιδεύονται και ασκούνται από τον καιρό της ειρήνης στα πολεμικά έργα, τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με άλλους κρατικούς λειτουργούς και υπαλλήλους και, επομένως, δικαιολογείται η ανωτέρω ευνοϊκή μεταχείριση των τέκνων τους σε περίπτωση που φονευθούν ή πεθάνουν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης στρατιωτικής υπηρεσίας και εξαιτίας αυτής, ακόμη και σε καιρό ειρήνης.
10. Επειδή, περαιτέρω, κατά τη γνώμη που επεκράτησε στο Τμήμα, με τις διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 2 και 5 του Συντάγματος προστατεύονται οι πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου και ειρηνικής περιόδου, τα θύματα πολέμου, οι χήρες και τα ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο. Με τις διατάξεις αυτές παρέχεται μεν, κατ’ αρχήν, υπόδειξη προς τον κοινό νομοθέτη για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων φροντίδας υπέρ κάθε μιας από αυτές τις κατηγορίες προσώπων, εξυπακούεται όμως παράλληλα ότι ο κοινός νομοθέτης δεν μπορεί να πάρει μέτρα εναντίον ορισμένης από τις πιο πάνω κατηγορίας υπέρ άλλης ή να παραμερίσει ή να υποβαθμίσει κάποια από αυτές, χωρίς αποχρώντα λόγο. Εξάλλου, οι εκάστοτε νομοθετικές ρυθμίσεις κοινωνικής προστασίας ελέγχονται ως προς την τήρηση της αρχής της ισότητας σε συνδυασμό προς την απορρέουσα από το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της σταδιοδρομίας εκάστου κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας και μόνον. Προς αυτούς όμως τους συνταγματικούς κανόνες προσκρούει η παραπάνω ρύθμιση του άρθρου 1 του Ν. 1297/1982 σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 1351/1983, με τις οποίες περικόπηκε ποσοστό θέσεων σε βάρος των κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 του Ν.Δ. 582/1970 εισακτέων, δηλαδή σε βάρος, μεταξύ των άλλων, της κατηγορίας των τέκνων πολυτέκνων και, χωρίς αποχρώντα λόγο, τέθηκε σε θέση υπεροχής έναντι αυτών η κατηγορία των τέκνων στρατιωτικών που φονεύθηκαν ή πέθαναν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης στρατιωτικής υπηρεσίας πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα αυτής (βλ. Σ.τ.Ε. 2773/1991). Επομένως, κατά τη γνώμη που επεκράτησε στο Τμήμα, οι διατάξεις αυτές δεν είναι σύμφωνες με το Σύνταγμα στο μέτρο που οι κατηγορίες υποψηφίων, τις οποίες αφορούν, εισάγονται στα Α.Σ.Ε.Ι. και στις Α.Σ.Σ.Υ. καθ’ υπέρβαση του αριθμού εισακτέων και οι υποψήφιοι αυτοί εντάσσονται σε αυτοτελή και ξεχωριστό πίνακα σε σχέση με τους επιλαχόντες υποψηφίους των λοιπών προστατευόμενων κατηγοριών (Σ.τ.Ε. 2861/1993 7μ., 1067/1994, 870, 2886/1995). Κατά συνέπεια, θα έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση των ορίων της εξουσιοδότησης του άρθρου 4 παρ. 2 περ. α΄ του Ν. 1351/1983 για το λόγο ότι σε καμιά από τις ανωτέρω διατάξεις δεν προβλέπεται η εισαγωγή των υποψηφίων σπουδαστών του Ν.Δ. 582/1970 και του Ν. 1297/1982 σε ενιαίο ποσοστό 35% και σε ενιαίο πίνακα εισακτέων. Κατά τη γνώμη όμως των Συμβούλων Α. Καραμιχαλέλη και Γ. Τσιμέκα και του Παρέδρου Δ. Βανδώρου η ρύθμιση του άρθρου 1 του Ν. 1297/1982 και του άρθρου 4 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 1351/1983 είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, διότι δικαιολογείται από το γεγονός ότι η κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα τέκνα των στρατιωτικών που φονεύθηκαν ή πέθαναν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης στρατιωτικής υπηρεσίας πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα αυτής, όχι μόνο κατά τον πόλεμο αλλά και σε καιρό ειρήνης, διαφοροποιείται από την κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα τέκνα των πολύτεκνων οικογενειών, όταν είναι στη ζωή και οι δύο γονείς.
11. Επειδή, λόγω του ότι διατάξεις τυπικών νόμων κρίνεται, κατά τα αναφερόμενα στις σκέψεις 8η, 9η και 10η, ότι αντίκεινται στο Σύνταγμα, τα σχετικά ζητήματα πρέπει ως προς το αιτούν σωματείο και τον όγδοο από τους αιτούντες να παραπεμφθούν προς επίλυση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 100 παρ. 5 του Συντάγματος, η οποία προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής, και να ορισθεί εισηγητής για την ανάπτυξη της γνώμης του Τμήματος ενώπιον αυτής ο Σύμβουλος Αθ. Καραμιχαλέλης. Πρέπει δε να κηρυχθεί καταργημένη η δίκη ως προς τους δεύτερο, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη, έβδομη και ένατη από τους αιτούντες κατά τα προεκτεθέντα.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Κηρύσσει τη δίκη καταργημένη ως προς τους δεύτερο, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη, έβδομη και ένατη από τους αιτούντες.
Παραπέμπει, ως προς το αιτούν σωματείο και τον όγδοο από τους αιτούντες, προς επίλυση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου τα ζητήματα που αναφέρονται στο σκεπτικό.
Ορίζει εισηγητή για την ενώπιον της Ολομελείας ανάπτυξη της γνώμης του Τμήματος τον Σύμβουλο Αθ. Καραμιχαλέλη.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 12 Ιουνίου 2007
Ο Πρόεδρος του Γ’ Τμήματος      Η Γραμματέας του Γ’ Τμήματος
 
 
Γ. Σταυρόπουλος          Δ. Μουζάκη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 14ης Φεβρουαρίου 2008.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος    Η Γραμματέας του Γ’ Τμήματος