607/2002 ΣΤΕ (ΟΛΟΜ)
Συμβούλιο της Επικρατείας. Πληρεξουσιότητα δικηγόρου για την άσκηση ενδίκου μέσου. Κρίσιμος χρόνος για την ύπαρξη της πληρεξουσιότητα, είναι ο χρόνος ασκήσεως του ενδίκου μέσου και όχι ο χρόνος συζητήσεώς του. Αντίθετη η μειοψηφία. Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την υπ` αριθμ. 743/2001 απόφαση Α` Τμήματος.
Αριθμός 607/2002 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Δεκεμβρίου 2001 με την εξής σύνθεση: Χ. Γεραρής, Πρόεδρος, Ι. Μαρή, Ν. Ντούβας, Δ. Κωστόπουλος, Ε. Γαλανού, Π.Ν. Φλώρος, Φ. Αρναούτογλου, Π. Πικραμμένος, Α. Θεοφιλοπούλου, Θ. Παπαευαγγέλου, Ε. Δαρζέντας, Δ. Πετρούλιας, Ν. Ρόζος, Α. Ράντος, Δ. Μπριόλας, Ε. Δανδουλάκη, Χ. Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Δ. Μαρινάκης, Σ. Χαραλάμπους, Π. Κοτσώνης, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Καραμανώφ, Ι. Μαντζουράνης, Α. Σακελλαροπούλου, Α. Χριστοφορίδου, Ν. Στάθης, Σύμβουλοι, Δ. Κυριλλόπουλος, Η. Μάζος, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Μ. Καλαντζής. Για να δικάσει την από 11 Ιουλίου 1994 αίτηση : του ……………………………… ο οποίος δεν παρέστη, κατά του ……………………………… το οποίο δεν παρέστη. Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ` αριθ. 743/2001 παραπεμπτικής αποφάσεως του Α? Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση. Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η 3298/1993 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Ο Εισηγητής, Σύμβουλος Θ. Παπαευαγγέλου άρχισε τη συζήτηση της υποθέσεως με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία αποτελεί και την εισήγηση του Τμήματος. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο 1. Επειδή, για την υπό κρίση αίτηση κατεβλήθησαν τα νόμιμα τέλη (7498416-7/94 διπλότυπα της ΔΟΥ Δικ. Εισπρ. Αθηνών) και το παράβολο (698836 έντυπο γραμμάτιο). 2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της 3298/93 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη έφεση του αναιρεσείοντος κατά της 7364/91 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και εκρίθη ότι νόμιμα απερρίφθη εν μέρει, με την τελευταία απόφαση, αγωγή του αναιρεσείοντος, ιατρού του αναιρεσίβλητου νοσοκομείου, για την καταβολή σ? αυτόν, κατ? εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, ποσού 5.740.700 δρχ., ως αποζημιώσεως για τη ζημία που υπέστη από την απώλεια των αποδοχών, χρονικού διαστήματος 1.5.87-31.3.90, λόγω της κατ? άρθρο 37 του Ν. 1397/83 λύσεως από 1.5.87, με απόφαση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του αναιρεσίβλητου νοσοκομείου, της μετά του νοσοκομείου αυτού υπαλληλικής σχέσεώς του. 3. Επειδή, η υπό κρίση αίτηση εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον της Ολομελείας μετά την 743/01 απόφαση του Α? Τμήματος, με την οποία παρεπέμφθη προς επίλυση, λόγω σπουδαιότητας, κατ? άρθρο 14 παρ. 2 και 5 του Π.Δ. 18/89, ζήτημα αναφερόμενο στο παραδεκτό της ασκήσεως της αιτήσεως αυτής και, ειδικότερα, στον κρίσιμο χρόνο κατά τον οποίο πρέπει να ισχύει γενικό πληρεξούσιο. 4. Επειδή, όπως προκύπτει από τα από 24.9.01 αποδεικτικά της δικαστικής επιμελήτριας του Δικαστηρίου Ειρ. Γιαννούτσου, καθώς και από τα από 7.11.01 αποδεικτικά του δικαστικού επιμελητή του Δικαστηρίου Γεωργίου Μπαντζή, αντίγραφα της προαναφερόμενης παραπεμπτικής αποφάσεως και της από 17.9.01 πράξεως του Προέδρου του Δικαστηρίου επιδόθηκαν, νομίμως και εμπροθέσμως, στον αναιρεσείοντα και το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, αντιστοίχως. Επομένως, νομίμως συζητήθηκε η υπόθεση στο ακροατήριο παρά τη μη παράσταση αυτών. 5. Επειδή, οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 27 του Π.Δ. 18/89 (Α? 8), όπως ίσχυαν πριν από την αντικατάστασή τους από την περ. α? της παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 2479/97, όριζαν ότι: ?1. Η πληρεξουσιότητα σε δικηγόρο παρέχεται με συμβολαιογραφική πράξη ή με προφορική δήλωση στο ακροατήριο. Για τη Διοίκηση εφαρμόζονται οι κείμενες γι? αυτήν διατάξεις. Στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου η πληρεξουσιότητα παρέχεται από το νόμιμο εκπρόσωπό τους με προφορική δήλωσή του στο ακροατήριο ή με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο. ξταν ο νόμος ή το καταστατικό απαιτεί για να ασκηθεί ένδικο μέσο προηγούμενη άδεια άλλου οργάνου, ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου τεκμαίρεται ότι ενεργεί με την άδεια του άλλου οργάνου. Η τυχόν έλλειψη της άδειας δεν επηρεάζει το κύρος της δίκης και δημιουργεί αποκλειστικά ευθύνη του εκπροσώπου απέναντι στο νομικό πρόσωπο. 2. Για την υπογραφή του ενδίκου μέσου και την ενέργεια των πράξεων της προδικασίας από δικηγόρο, η πληρεξουσιότητα τεκμαίρεται ότι υπάρχει αν κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο ο διάδικος παραστεί δια πληρεξουσίου δικηγόρου ή δηλώσει αυτοπροσώπως ότι εγκρίνει την άσκηση του ένδικου μέσου ή προσαχθεί συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο. Διαφορετικά, το ένδικο μέσο απορρίπτεται ως απαράδεκτο και εκείνος που το άσκησε καταδικάζεται στη δικαστική δαπάνη?. Εξ άλλου, η παρ. 3 του άρθρου 97 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Π.Δ. 503/85, Α? 182), το οποίο εφαρμόζεται και στη δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με το άρθρο 40 του ιδίου ως άνω Π.Δ. 18/89, ορίζει ότι: ?Η πληρεξουσιότητα για όλες τις δίκες παύει να ισχύει μετά πέντε χρόνια από τη χορήγησή της?. 6. Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο δικηγόρος που υπογράφει το ένδικο μέσο και ενεργεί τις πράξεις τις προδικασίας πρέπει να νομιμοποιηθεί με έναν από τους προβλεπόμενους τρόπους, μεταξύ των οποίων και η παροχή πληρεξουσιότητας με συμβολαιογραφική πράξη. Κρίσιμος χρόνος για τη νομιμοποίηση του ως άνω δικηγόρου είναι ο χρόνος ασκήσεως του ενδίκου μέσου και όχι ο χρόνος συζητήσεως αυτού στο Δικαστήριο (πρβλ. ΣΕ 2211-2/93Ολ.). Συνεπώς, εάν προσκομίζεται από τον ως άνω δικηγόρο, προς νομιμοποίησή του, γενικό πληρεξούσιο, δηλαδή πληρεξούσιο που ισχύει για όλες τις δίκες, πρέπει αυτό, εάν είναι προγενέστερο της ασκήσεως του ενδίκου μέσου, να ισχύει κατά το χρόνο αυτό, δηλαδή, να μην έχει λήξει η ισχύς του, με την πάροδο πενταετίας από τη σύνταξή του, κατά το χρόνο ασκήσεως του ενδίκου μέσου, διότι, άλλως, το ένδικο μέσο θα απορριφθεί ως απαράδεκτο. Από αυτό παρέπεται ότι, αν το πληρεξούσιο είναι μεταγενέστερο της ασκήσεως του ενδίκου μέσου, καλύπτεται με αυτό, οπωσδήτοτε, η άσκηση του ενδίκου μέσου, με την εκ των υστέρων έγκριση από τον διάδικο της ασκήσεως αυτού. Διάφορο δε είναι το ζήτημα της νομιμοποιήσεως της παραστάσεως του δικηγόρου του διαδίκου, κατά τη συζήτηση της υποθέσεώς του στο ακροατήριο, κατά την οποία πρέπει να ισχύει το προσκομισθέν ή προσκομιζόμενο γενικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο (πρβλ. ΣΕ 2210, 2217/93 Ολ.). Αν και κατά τη γνώμη των Συμβούλων Εμ. Δαρζέντα και Στ. Χαραλάμπους, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, κρίσιμος χρόνος για τη νομιμοποίηση του δικηγόρου, που υπογράφει το δικόγραφο του ενδίκου μέσου, είναι ο χρόνος συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο. Συνεπώς, αν κατά το χρόνο αυτό δεν υπάρχει συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο εν ισχύι ή δεν παραστεί ο διάδικος με πληρεξούσιο δικηγόρο ή δεν δηλώσει ο ίδιος ότι εγκρίνει την άσκηση του ενδίκου μέσου, τούτο θα απορριφθεί ως απαράδεκτο. Τούτο δε για να αποφεύγεται το άτοπο να συζητούνται κατ? ουσίαν υποθέσεις σε χρόνο κατά τον οποίο έχει λήξει η ισχύς προσκομισθέντος πληρεξουσίου και είναι άδηλο αν ο χορηγήσας την πληρεξουσιότητα εξακολουθεί να εμμένει στην εκδίκαση της υποθέσεώς του. Η αντίθετη εκδοχή θα είχε ως συνέπεια να τεκμαίρεται συνέχιση της πληρεξουσιότητας και μετά την κατά νόμο λήξη της, γεγονός που, ενδεχομένως, αντιστρατεύεται τη βούληση του ασκήσαντος το ένδικο μέσο (πρβλ. ΣΕ 1570/01Ολ., 2530/97 Ολ.). 7. Επειδή, μετά την επίλυση του ανωτέρου ζητήματος, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στο Α? Τμήμα προς περαιτέρω εκδίκασή της. Δ ι α τ α ύ τ α Επιλύει το ζήτημα, κατά το σκεπτικό. Και Αναπέμπει την υπόθεση στο Α? Τμήμα προς περαιτέρω κρίση. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 25 Ιανουαρίου 2002 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 1ης Μαρτίου 2002. Ο Πρόεδρος Ο Γραμματέας Χρ. Γεραρής Μ. Καλαντζής